Ο Αργύρης Χιόνης (1943-2011) απαγγέλλει τα ποιήματα που απαρτίζουν την ενότητα "Οι Εκδοχές του Τέλους" από το (τελευταίο) βιβλίο του με τίτλο: " Ό,τι περιγράφω με περιγράφει ", το οποίο κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδης το 2010.
Με ήτα η ζωή τελειώνει·
με ήττα, επίσης.
Ι
Καβάλα σ’ ένα κουνιστό αλογάκι,
με χάρτινο καπέλο και ξύλινο σπαθί,
πήρα κι εγώ μέρος στη μάχη,
στο αίμα, στη φωτιά, στην αρπαγή.
Καβάλα σ’ ένα κουνιστό αλογάκι,
μπρος-πίσω, πίσω-μπρος,
γύρισα ολόκληρο τον κόσμο,
των ίσκιων στρατηλάτης κι αρχηγός,
γύρισα ολόκληρο τον κόσμο
κι έφτασα τώρα εδώ,
στην κουνιστή μου πολυθρόνα,
μπρος-πίσω, πίσω-μπρος...
Τσαλακωμένο πια το χάρτινο καπέλο
και τσακισμένο το ξύλινο σπαθί˙
η μάχη, το αίμα, η φωτιά κι η αρπαγή
θαμπές εικόνες στου μυαλού μου την οθόνη˙
καίει ο ήλιος μα το αίμα μου παγώνει,
ψίθυρος βγαίνει από το στόμα μου η κραυγή.
ΙΙΙ
Έρχονται αθόρυβα οι μέρες μου – γάτες με πελ-
ματα βελούδινα, ταχύτητα αστραπής- τρίβο-
νται μια στιγμή ανάμεσα στα πόδια μου· σκύ-
βω να τις χαϊδέψω· έχουνε κιόλας φύγει.
Το σπίτι μου δεν βρίσκεται σε όροφο· ισόγειο
είναι και χωρίς υπόγειο. Ποιος μου χτυπά λοι-
πόν, τις νύχτες, το πάτωμα από κάτω, ποιος
μου φωνάζει οργισμένος: "Χαμήλωσε τη μου-
σική· υπάρχει κόσμος που κοιμάται, κόσμος
εργαζόμενος, νεκρός από τον μόχθο!"
ΧΙ
Με τρομάζει η ανυπαρξία, η μητέρα μου,
και δεν ξέρω γιατί,
αφού η ερωμένη μου, η ύπαρξη,
είναι αυτή
που πάντα μου επεφύλασσε
και σίγουρα μου επιφυλάσσει ακόμη
τις πιο οδυνηρές εκπλήξεις.
ΧΙΙ
Να πίνεις τσάι και, στο μεταξύ, να σβήνει η
ζωή σου, όπως συμβαίνει με τους ήρωες του
Τσέχοφ, να σβήνει η ζωή σου, ενώ εσύ με α-
ξιοπρέπεια το τσάι ν’ ανακατεύεις και να ε-
παινείς τη γεύση και το άρωμά του. Έτσι,
σαν ήρωας του Τσέχοφ ή όπως ο Τσέχοφ ο ί-
διος, στη χυδαιότητα του πόνου ν’ αντιτάσ-
σεις την καλή ανατροφή σου.
_________
XV
Ανάμεσα στα δάκτυλά μου
και στη σάρκα σου
όσο σφιχτά κι αν σε κρατώ,
τρυπώνει ο χρόνος.
XVI
Απλώνεις το χέρι να μου χαϊδέψεις τα μαλλιά
-πανάρχαιη κίνηση όλων των ερωτευμένων-
και δεν βρίσκεις μαλλιά, παρά μονάχα το γυ-
μνο κρανίο μου.
Σε πρόλαβε ο χρόνος που, τόσο επίμονα, με τό-
σο πάθος, με χάιδεψε ως τη γυμνιά.
ΧVII
στη Χρύσα
Όταν σου αναγγείλουνε τον θάνατό μου,
κάνε ό,τι θα 'κανες αν σου χαρίζαν
εν' άδειο βάζο.
Θα το γέμιζες λουλούδια·
έτσι δεν είναι;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου