Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Φραγκόπουλος Θ.Δ.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Φραγκόπουλος Θ.Δ.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 20 Μαΐου 2025

Θ. Δ. Φραγκόπουλος - Μετακομίζω


Μετακομίζω πια δε σημαίνει αλλάζω σπίτι

και έλα να με βρεις το Σάββατο στη νέα μου διεύθυνση

– την έχεις; – 

να τα πούμε πάλι

ένα χεράκι.


Μετακομίζω τώρα πια σημαίνει

ξεριζώνομαι

ρίχνω και μια μαύρη πέτρα

πίσω μου

αλλάζω μήκος και πλάτος

γεωγραφικό

πηγαίνω σε μια ξένη σκονισμένη πολιτεία

όπου καλέ και τα γράμματα είναι

αλλιώτικα,

και δεν διαβάζονται, όσο και να το προσπαθήσεις

μήτε από το αριστερά προς τα δεξιά

μήτε από τα πάνω προς τα κάτω.


Πάνω απ' όλα

μετακομίζω σημαίνει

αλλάζω το μέρος

όπου πρόκειται να με θάψουν

έστω και ζωντανό.


Πηγή: Ένα ποιηματάκι

Θ. Δ. Φραγκόπουλος - Ως την Άλωση



Ο τόπος μου είναι δικός μου, και τίποτα δεν μπορεί

να τον αλλάξει – τα βράχια του, και το γιαλό του,

και τα κύματα με τα πυροφάνια, και τα βουνά

με τις ορθωμένες τους πλαγιές· ο τόπος μου είναι δικός μου,

κι ας τρέχουν γύρω του γύπες και μέσα του σκουλήκια.


Ο τόπος μου είναι δικός μου, και αν το θέλησα ή δεν το θέλησα

αυτό είναι μια άλλη ιστορία· έπρεπε τάχα να γεννηθώ εδώ

ή έπρεπε να δώσω στα παιδιά μου μια καινούρια πατρίδα,

να πω: πάμε να φύγουμε πριν πέσει η σκεπή και μας πλακώσει

και μείνουμε η καταραμένη ράτσα, ερημόσπιτοι, σαν τις νυχτερίδες,

σέρνοντας τις καρδιές μας ανήμπορα, ανάμεσα στους ξένους, στα ξένα. 

Αυτό είναι μια άλλη ιστορία, και χαίρομαι που δεν έτυχε σε μένα·

θα τύχει βέβαια κάποτε, όμως όχι στα χρόνια μας, όχι στα χρόνια του Βαγιαζήτ·

απέχουμε περίπου δυό γενιές ως την Άλωση ή το Έδικτο του Μεδιολάνου,

κι ως τότε ο τόπος μου είναι δικός μου, κι ας είναι ένας βρώμικος τόπος,

γεμάτος νησιά μ᾽ εξορίστους και πεινασμένα χωριατόπουλα,

καταχραστές ανθύπατους και μανιασμένα σκυλόψαρα.

Το μέλλον ανήκει σ᾽ άλλους, σ᾽ εκείνους που μπορούν και υπνωτίζονται·

το παρόν ανήκει σ᾽ άλλους, σ᾽ όσους λένε πως πρέπει να πολεμήσουν·

εμένα μου μένει ο τόπος μου, σιχαμερός όπως είναι

δεν αξίζει πιά μήτε να πολεμήσω γι᾽ αυτόν, μα είναι

το μόνο που μου απόμεινε, κι ας τρίζουν οι γύπες τα νύχια τους,

κι ας πήζει την ατμόσφαιρα η αποσύνθεση των σκουληκιών.


Ευτυχισμένε Κωνσταντίνε Δραγάτση, εσένα που σου ᾽τυχε

ν᾽ απαντήσεις στο απλούστατο δίλημμα: πρόδωσε ή πέθανε,

χωρίς να υπάρχουν σύμμαχοι, που θα ᾽πρεπε ν᾽ αποφύγεις,

ή παρατάξεις, που θα χρησιμοποιούσαν και το πτώμα σου.


Πηγή: Θ. Δ. Φραγκόπουλος, Ποιήματα: Μια εκλογή, Πρόλογος: Άρης Δικταίος, Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Γ. Φέξη, Αθήνα: 1963

Αναδημοσίευση από : https://ppirinas.blogspot.com/search/label/%CE%A6%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82%20%CE%98%CE%B5%CF%8C%CF%86%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CF%82%20%CE%94.

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2023

Θ.Δ. Φραγκόπουλος - Δεύτερη μέρα



Μια μέρα περπάτησε ακόμα πάνω μας
όπως μια μύγα πάνω σ’ ένα πτώμα
και μας λέρωσε αποτρόπαια
και μ’ άλλους ακόμα συμβιβασμούς
-που ορκιζόσουνα πως ποτέ δεν θα τους έκανες
όταν παρίστανες τον αθώο και τον ακέραιο.
Το ψωμί που έφαγες
από ποιο πεινασμένο στόμα το άρπαξες απόψε πάλι;
Το ρούχο που φοράς
και το άλλο που έχεις κλεισμένο στο ντουλάπι σου
και το τρίτο και το τέταρτο
και το δ ι κ ό σου ψυγείο
και το δικό σου βιβλίο
-από ποιον το ‘χεις κλέψει;
Ποιος για χάρη σου στερήθηκε γράμματα
για να μπορείς εσύ σήμερα
να κομπάζεις και ν’ ασχημονείς σε τρεις
ή τέσσερις γλώσσες;
Ποιος έμεινε για το χατίρι σου στη φυλακή
για να γίνεις εσύ στήριγμα της κοινωνίας;
Ποια παιδιά κλάψανε από πείνα
ή αναγκάστηκαν να σπάσουν ανεπανόρθωτα
την ευθυτένειά τους
για να μπορείς εσύ σήμερα να τους καταδικάζεις;
Πόσοι αθώοι πληρώσανε με το αίμα τους
το ασήμαντο για σένα τσιγάρο
που νευριασμένος το πέταξες μισοτελειωμένο;
Φίλοι καλοί, φίλοι χορτάτοι μου, σαν και μένα,
ξέρω, θα πείτε πως όλα τούτα είναι φτηνές δημαγωγίες,
και θα ‘χετε δίκιο: οι φτωχοί
μονάχα φτηνοπράγματα μπορούνε να ‘χουνε
ή να ελπίζουν πως θα κάνουνε δικά τους.
Σας θυμίζω μονάχα πως δύσκολα
συγκρατείς τον πεινασμένο, πως δύσκολα
εμποδίζεις το φθόνο να θεριέψει
και μη μου πείτε πως δεν το ξέρατε και τα λοιπά
και μην καμωθείτε υποκριτικά τους έκπληκτους
όταν θα νιώσετε τα δόντια τους στο λαιμό σας
ή όταν μας πάρουνε στο καρότσι για την καρατόμηση.
Γιατί, φίλοι καλοί, κι εγώ μαζί σας θα είμαι
δεν αξίζω καλύτερα.

Από την ποιητική ενότητα: «Έξη μέρες σ' ένα πηγάδι» στο περ. Επιθεώρηση Τέχνης, τ. 25, Γενάρης 1957.

Αναδημοσίευση από τον Χαρτικόπτη του Γ. Χ. Θεοχάρη

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2022

Θ. Δ. Φραγκόπουλος - Στους μακάριους φίλους

     Στον μακάριο φίλο μου Σ.Ι.

οδός …., Κολωνάκι, Αθήνα.


Εκείνοι που βλέπεις έχουν τόσα πράγματα

για να υπερασπίσουν,

άλλοι προνόμια, άλλοι σοβαρές σπουδές στην Εσπερία,

ο τρίτος μια γυναίκα έμορφη

που ελπίζει να του μείνει πιστή,

καθηγητές τους τίτλους τους και στρατηγοί τις σατραπείες,

ακόμα κι οι περιπτεριούχοι,

τα οργανωμένα συμφέροντα

του σωματείου αρτοποιών «Η Αναγέννησις»,

κι οι έντιμοι πολίτες και το σινάφι

όλοι τους έχουν τόσα πράγματα να υπερασπίσουν

αντιμετωπίζοντας καθημερινές επιβουλές των άλλων,

πώς να το κάνεις και να τους αποκόψεις

πώς να τους πεις για το θολό μάτι της σιτοδείας,

την πορφυράδα του θυμού της απόγνωσης,

που είναι γυμνή γιατί δεν έχει ρούχα να φορέσει

και να σκεφτείς πως η μισή ανθρωπότητα καθημερινώς

πέφτει να κοιμηθεί νηστική, χωρίς να ξέρει

αν και πώς θα φάει αύριο·

πώς να τους ξεκουνήσεις από τη μακαριότητά τους

που δεν είδαν το απελπισμένο πλήθος

να παραβγαίνει τα σκυλιά για τ’ αποφάγια

γέρους σακάτηδες γυμνούς, παιδιά στο στήθος

σκελετωμένης μάνας να βυζαίνουν αίμα

ή και κορίτσια που εκπορνεύονται από εφτά χρονών·

πώς να τους ξεκουνήσεις όταν όλ’ αυτά

έχουνε τόση λίγη σημασία μπρος στην αυξομείωση

του προεξοφλητικού τόκου στο Λονδίνο ή των ναύλων

για κάρβουνα στο Χάμπτον Ρόαδς-

βρισκόμαστε ως γνωστόν

στον καλύτερο πιθανό κόσμο, κύριοι

κι όσοι δεν συμφωνούν, νάτα τα λατομεία

η δήλωση, η αναξιοπρέπεια και τα υπόλοιπα.


Κανένας άνθρωπος άλλωστε δεν αντέχει στην αθλιότητα,

Όταν αυτή έντεχνα εναλλάσσεται

Με υποσχέσεις ατομικής προνομιακής μεταχείρισης.

Κι άστους να λένε, τους ιδεολόγους.


Και σεις: Εξεγείρεστε; Όχι βέβαια.

Η εποχή μας ευνοεί τόσο τη σωφροσύνη!

      Καράτσι, Μάρτης 1958


(Δημοσιεύτηκε στην «Επιθεώρηση Τέχνης», τ. 49, Ιανουάριος 1959, σελ. 43)


Αναδημοσίευση από: http://www.sarantakos.com/kibwtos/et/fragkopoulos_makarious.html

Κυριακή 3 Ιουλίου 2022

Θεόφιλος Φραγκόπουλος-Ο επαναστατημένος Χριστός

  I

Τα βράδια, την ώρα που ξυπνάνε τα παράθυρα
και βγαίνουν στις κορφές των σπιτιών
τα φώτα της προσμονής,
σε συνοικίες λαϊκές,
του κουρασμένου πατέρα που πλένει απ' τα χέρια του
τον κάματο και την πονηριά της μέρας
και μπαίνει στο δωμάτιο με τα κοιμισμένα παιδιά
και το τρεμάμενο χαμόγελο της μάνας τους,
κείνη την ώρα, γλιστρώντας από τις χρυσωμένες του εκκλησιές
που τον βαστούσαν φυλακισμένο,
κατεβαίνει ο Χριστός
με ένα τσιγάρο στο αυτί,
με τραγιάσκα ψαρά
και νύχια γεμάτα λάδι της μηχανής,
και κοιτά τα σπίτια τούτων εδώ των φτωχών
χαμογελώντας.


	ΙΙ
Οι συνοικίες συχνά επαναστατούνε.
Θυμωμένες μανάδες χτυπάνε τα στεγνά στήθια τους
και τα παλικάρια ανάβουν τσιγάρο
ή παρακολουθούν αυτούς που παίζουν τρίλιζα
με τ' όπλο ανάμεσα στα δυο τους πόδια
σε μια γωνιά του οδοφράγματος.
Δεν είναι όμορφες οι συνοικίες.
Δεν είναι όμορφη η επανάσταση.
Κι όταν νικάνε, γίνονται και τούτοι αντιπαθείς
σαν όλους τους άλλους.
		'Ομως
όταν, την τελευταία νύχτα της ανυποταγής,
ανάψουν ολούθε οι φωτιές
και δουν οι μαχητές πως το τέρμα τους
είναι εδώ, και τους προσμένει
με την επόμενη έφοδο της εννόμου τάξεως
που αναγγέλλουν κιόλας τα μεγάφωνα,
σαν μοιραστεί κι η τελευταία ματιά
μαζί με τα λιγοστά τους βόλια
κι επισημάνουν τις θέσεις τους,
αποδεκατισμένοι επαναστάτες χωρίς αύριο -
				τότε
μέσ' απ' το σκοτάδι ξεγλιστράει φτωχοντυμένος,
οπλισμένος μ' ένα μακρύκανο
και παίρνει τη θέση ανάμεσά τους, σιωπηλά,
κι αρχίζει να ντουφεκάει μαζί τους τούς σταυρωτήδες του
ο Ιησούς Χριστός, του Ιωσήφ και της Μαρίας, ξυλουργός,
κλάσεως 1944.
		(Από τα Ποιήματα ΙΙ, 1956)
Πηγή: https://www.sarantakos.com/kibwtos/fragkopoulos_xristos.html

Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2019

Θ.Δ. Φραγκόπουλος-«Πληγή»

Αποτέλεσμα εικόνας για φραγκοπουλος θεοφιλος

Ανήκουστη η αγάπη μου
Δεν έχει πια χέρια
ίδια ένα αρχαίο άγαλμα
που προσπαθεί να υψωθεί
πέρα από την παραμόρφωση
του χρόνου
και σπάει μεσοστρατίς.

Και τα θηρία που ζουν σε γραφεία
και τα σημεία και τέρατα
της αποβάθρας
προικίζουν κι αυτά το χρόνο
με το σημειωτόν τους βήμα.

Κρίνεις το ύφος της μέρας
από το χρώμα της
όπως απλώνεται στα φύλλα του κήπου σου
όλα σαλεύουν χωρίς να μετακινούνται
και πρώτα απ' όλα το ίδιο το φως.

Ανήκουστη η αγάπη μου
πληγή που δεν την σώζει τίποτα.

Θεόφιλος Δ. Φραγκόπουλος (1923-1998)

Πηγή: περιοδικό Περίπλους,τ.1. Ζάκυνθος: Άνοιξη του 1984.