Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 3.6. Πουλικάκος Δημήτρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 3.6. Πουλικάκος Δημήτρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2022

Νίκος Εγγονόπουλος-Το καράβι του δάσους


ξέρω ότι
αν είχα
μια φορεσιά
- ένα φράκο -
χρώματος πράσινο ανοιχτό
με μεγάλα κόκκινα σκοτεινά λουλούδια


αν στη θέση της
αόρατης
αιολικής άρπας που μου χρησιμεύει
για κεφάλι
είχα μια τετράγωνη πλάκα
πράσινο σαπούνι
έτσι που ν' ακουμπά
απαλά
η μια της άκρη
ανάμεσα στους δυο μου ώμους

αν ήτανε δυνατό

ν' αντικαταστήσω
τα ιερά σάβανα
της φωνής μου
με την αγάπη
που έχει
μια μεταφυσική μουσική κόρη
για τις μαύρες ομπρέλλες της βροχής



ίσως τότες
μόνο τότες
θα μπορούσα να πω
τα φευγαλέα οράματα
της χαράς
που είδα κάποτες
- σαν ήμουνα παιδί -
κοιτάζοντας ευλαβικά
μέσα στα στρογγυλά
μάτια
των πουλιών

Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν, 1938


                                      Το Καράβι Του Δάσους (Socos feat. Πουλικάκος)

Δευτέρα 8 Απριλίου 2019

Νίκος Εγγονόπουλος - Περί ύψους


                                                  Εγγονόπουλος Νίκος- Περί ύψους (ανάγνωση)

                                                   Νίκος Εγγονόπουλος - Περί Ύψους (Socos - feat. Πουλικάκος)

Certes, I'artiste désire s'élever,... mais I'homme doit rester obscur. 

Paul Cezanne


Ο ιταλός πυροτεχνουργός έχει εγκαταστήσει το λιτό κι απέριττο, το φτωχικό εργαστήριό του, επί της κορυφής του αττικού λόφου. Εκεί ασχολείται νυχθημερόν με τα άπειρα πειράματά του και με την Παρασκευή των διάφορων προϊόντων του επιτηδεύματός του: βαρελότα, χαλκούνια, και άλλα "μαϊτάπια". Γιατί αυτός είναι που προμηθεύει τους πανηγυριστάς τις παραμονές των μεγάλων εορτών της Ορθοδοξίας, αλλά κι αυτός είναι, πάλι, που τις νύχτες των εθνικών επετείων, διακοσμεί τους ουρανούς μας με λογής - λογής φανταχτερά λουλούδια, μ' εκθαμβωτικά πλουμιά και με ταχύτατες ρουκέτες που καταλήγουν σε μυριόχρωμη βροχή από σπίθες. Σπανίως εγκαταλείπει το έργο, όμως, τα βράδια, ενίοτε, περιφέρει τη σακαταμένη κι αλαμπουρνέζικη σιλουέτα του, από καπηλειό σε καπηλειό, χρησιμοποιώντας, κατά προτίμηση, τα σκοτεινότερα στενά της αγοράς. Το επάγγελμά του είναι άκρως επικίνδυνο: πυρίτις, κι εσθ' ότε δυναμίτις, είναι η πρώτη ύλη των εργοχείρων του. Η παραμικρή απροσεξία αρκεί κι επέρχεται η τρομερά καταστροφή: μέσα σε εκκωφαντικό κρότο τινάζονται στο καθαρό πρωινό και το εργαστήρι κι ο πυροτεχνουργός μαζί, και βλέπουμε να στριφογυρνούν ψηλά στον αέρα, ώρες, κι ο Ιταλός και τα σανίδια της μπαράγκας και πηχτά σύγνεφα σκόνης, ενώ μιαν έντονη μυρωδιά μπαρούτης απλώνεται παντού.
Όμως ποτέ δεν επέρχεται το μοιραίον, γιατί υπάρχει κάτι. Ένα μυστικό. Κι αυτό το μυστικό είναι απλούστατα η σύζυγος που γρηγορεί. Πράγματι, η γυναίκα του, δική μας: ευλαβική κι ορθόδοξος χριστιανή, ξημεροβραδιάζεται στις εκκλησίες, και κάνει βαθιές μετάνοιες, κι όλο προσεύχεται για δαύτονε. Κι έτσι τονε κρατά στη ζωή.
Μάλιστα, κάτω στην χαράδρα που περιβάλλει τον αττικό λοφίσκο, εκεί, η μαύρη, έχει σπείρει τον κόσμο μ' αναρίθμητα προσκυνητάρια, τα περισσότερα μαρμάρινα, άλλα ταπεινότερα, όπως όλα με εικόνα Θεοτόκου ή άλλου αγίου, κι όλα με μια θυρίδα, για τα λεφτά. Κάθε τόσο συλλέγει υπομονετικά τα χρήματα, και το μεγαλύτερο μεν μέρος διαθέτει γι' αγαθοεργούς σκοπούς, ενίσχυση απόρων, ανακούφιση ασθενών, αποπεράτωση εκκλησιών, κι ένα άλλο μέρος το φυλά προσεκτικά, καθώς σκοπεύει μ' αυτό, εν καιρώ, ν' ανεγείρη εκκλησία τιμωμένη με τ' όνομά της Αγίας Αικατερίνης.
(Πιο πέρα, στη χαράδρα, κάποιος έχει εγκαταστήσει κυψέλες, μελισσιών, σ' ένα χωράφι, και, πιο πέρα ακόμη, μέσα σε περιβόλι, είναι τα ερείπια μισοχτισμένου αρχοντικού).
Αυτή η ιστορία του Ιταλού είναι κι η ιστορία η δικιά μας, Ελένη. Δεν είμαι εγώ ο πυροτεχνουργός; Τα ποιήματά μου δεν είναι Πασχαλινά χαλκούνια, κι οι πίνακές μου καταπλήσσοντος κάλλους νυχτερινά υπέρλαμπρα μετέωρα του Αττικού ουρανού; Κι όμως, εάν ακόμη δεν με κατασπαράξανε αλύπητα, να πετάξουνε τις σάρκες μου στα σκυλιά, αυτό δεν το χρωστάω σ' εσένα, στη μεγάλη στοργή σου και στην αγάπη σου; Το ξέρω, μη μου το κρυφτείς, το ξέρω σου λέω: προσεύχεσαι για μένα!
Μάζευε τα λεφτά των προσκυνηταριών μας και σκόρπαε, με τ' άγια λευκά σου χέρια, το καλό παντού. Όμως κράτα ένα μέρος, να συγκεντρώσωμε, κι εμείς, λίγο - λίγο ένα ποσό, για ν' ανεγείρουμε μιαν εκκλησία αφιερωμένη στην Βασίλισσα που είχε τ' όνομά σου. Εκεί μέσα, σ' αυτή την εκκλησία θε να σε παντρευτώ. Γιατί είσαι ωραία. Γιατί είσαι ωραία, έχεις την πιο ευγενική κι υπερήφανη ψυχή, και σ' αγαπώ παράφορα.

Ποιήματα, Εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2007, σσ.307-309, Πρώτη Έκδοση Έργου, Εν ανθηρώ Έλληνι λόγω, 1957.

Νίκος Εγγονόπουλος-Η ύδρα των πουλιών




Μακρυνές συναυλίες, οπάλινες σπίθες, του πρώτου σπιτιού μας μέσ’ στη λαύρα του θέρους,
Στης Γης του Πυρός την αέναη θήρα, στους κάμπους, στα δάση, στα ουράνια,
Θ’ ασπασθώ απαλά της εικόνος τα χείλη, θα χαρίσω ελπίδες σ’ αχιβάδες και κάστρα
Που βουβά παραστέκουν σ’ όσ’ αγγίζουν οι Μοίρες, κι όταν δύουν στα πεύκα των ειδώλων φεγγίτες
Αυλακώνουν μ’ αλόγατα ξύλινα χαμοκέδρου θωπείες,
Θεωρίες σεπτές μυστικών δεινοσαύρων, στων νερών τις πλεκτάνες που τα ζώσανε κύκνοι,
Μαύροι κύκνοι, γαλάζιοι, όλο ιδέα, και πόθο που λες πάει να σβύση κι αποτόμως γυρεύει
Ν’ ανεβή πιο ψηλά, να γκρεμίση, να σπάση, παραθύρια ν’ ανοίξη, να φωνάξω, να κλάψη,
Να ρημάξω, ν’ αράξη, να σκιστή, να χαράξω στο χαλκό πιο βαθειά, πιο βαθειά,
Περιστέρια, λιοντάρια, των μαλλιών της τη νύχτα, του στρατιώτου το όπλο, τ’ αρβανίτικο χώμα,
Κι όπου φτάση, αν φτάση, φαντασία μετάλλου, λόγια που είπα η Πυθία σε ανύδρους εκτάσεις,
Τροπικούς και πηγάδια θα διαβή, ως να φέξη η αυγή η πλανεύτρα μ’ άυλων Κούρδων κραιπάλη,
Ν’ αγοράση κιθάρες που μου πνίγουν τα μάτια, ως να σύρω τα πέπλα που κρατά η σελήνη,
Στη μορφή μου να δέση τη μορφή των πουλιών.

Ποίηση: Νίκος Εγγονόπουλος
Μελοποίηση: Soccos
Ερμηνεία: Δημήτρης Πουλικάκος
Δίσκος: Η Ύδρα των πουλιών (2010)

Νίκος Εγγονόπουλος-Άνθη







Ποίηση: Νίκος Εγγονόπουλος
Μουσική: Socos
Ερμηνεία: Δημήτρης Πουλικάκος



μάτια που πλέον δεν βλέπετε
βλέμματα όπου δεν
σας ελκύει πια η μορφή του κόσμου

είσαστε αστέρια

φωτίζετε


Από την ποιητική συλλογή του Νίκου Εγγονόπουλου, "Στην κοιλάδα με τους ροδώνες", 1978

Νίκος Εγγονόπουλος-Πολυξένη




Στίχοι: Νίκος Εγγονόπουλος
Μουσική: Socos
Eρμηνεία: Δημήτρης Πουλικάκος
Δίσκος: Η ύδρα των πουλιών (2010)



Βρικόλακες αλαλάζοντες και σιδηροπαγείς αύραι μού έφεραν χτες, περί το μεσονύκτιον, μεσουρανούντος του ηλίου της δικαιοσύνης, το μήνυμα του Ντάντε Γκαμπριέλ Ροσσέτη, του Isidore Ducasse και του Παναγή του Κουταλιανού. Η πίκρα μου στάθηκε μεγάλη! Μέχρι της στιγμής εκείνης επίστευα εις τα προφητικά οράματα των τορναδόρων, πρόσμενα τους χρησμούς των αλλοφρόνων ιππέων, προσδοκούσα τας μεταφυσικάς επεμβάσεις των αγαλμάτων. Με γαλήνευε η ιδέα του πτώματός μου. Η μόνη μου χαρά ήτανε οι πλόκαμοι των μαλλιών της. Έσκυβα ευλαβικά και φιλούσα την άκρια των δακτύλων της. Παιδί ακόμα, στην δύσιν του ηλίου, έτρεχα ωσάν τρελός να προφτάσω να κλέψω, πριν νυχτώσει, τα λησμονημένα σκιάχτρα μέσ’ απ’ τα χωράφια. Και όμως την έχασα, μπορώ να πω μέσ’ από τα χέρια μου, ωσάν να μην ήταν ποτές παρά ένα απατηλόν όραμα, παρά ένα κοινότατο σφυρί. Στη θέση της βρέθηκε μονάχα ένας καθρέπτης. Κι όταν έσκυψα να δω μέσα σ’ αυτόν τον καθρέφτη, δεν είδ’ άλλο τίποτες παρά μόνο δύο μικρά λιθάρια: το ένα ελέγετο Πολυξένη, και το άλλο, Πολυξένη επίσης.

(από τα Ποιήματα, A΄, Ίκαρος 1977)



Ο Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι (12 Μαΐου 1828 – 9 Απριλίου 1882) ήταν Άγγλος ποιητής, ζωγράφος και μεταφραστής.
Ο Ιζιντόρ Ντυκάς, γνωστός περισσότερο με το ψευδώνυμο Λωτρεαμόν ή Κόμης του Λωτρεαμόν, ήταν Γάλλος ποιητής, δημιουργός των Ασμάτων του Μαλντορόρ που αποτελούν και το σημαντικότερο έργο του.
Ο Παναγής Κουταλιανός (1847 - 1916) ήταν φημισμένος Έλληνας παλαιστής στα τέλη του 19ου αιώνα. 
σιδηροπαγής: σίδηρος +πήγνυμι (στερεωμένος με σίδηρο)