Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Λαπαθιώτης Ναπολέων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Λαπαθιώτης Ναπολέων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 18 Μαρτίου 2025

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Λυπήσου



Λυπήσου εκείνους που πονούν,
βουβά κι ανώφελα, για κάτι,
και παίρνουν, για να λησμονούν,
της ζωής κάποιο άθλιο μονοπάτι...

Λυπήσου αυτοὺς που έχουν χαθεί,
μες στην θλιμμένη ύπαρξή μας,
κι έγιναν αίνιγμα βαθύ,
μια και δεν είναι μεταξύ μας...

Κι αυτόν, κι αυτόν που αναπολεί
τα περασμένα του λυπήσου:
μα όμως, ακόμα πιο πολύ,
τις ώρες της βαθειάς σιωπής σου,

λυπήσου αυτούς, που, μια φορά,
με φτερά ζούσαν, και τα χάνουν,
και δεν τους μένει άλλη χαρά,
παρά η χαρά πως θα πεθάνουν...

Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2025

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Spleen

Βαρέθηκα όλους τους σαχλούς και τους κουτούς του κόσμου
καιρός να ζήσω μοναχός· τι λέτε πια;... Καιρός μου!

Δεν φτάνει που τους έδινα, ευγενικά το χέρι;
Πόσες αηδίες ετράβηξα, ένας Θεός το ξέρει!

Τώρα το πήρα απόφαση: θα ζήσω όπως μ’ αρέσει!
όποιος μου μπαίνει εμπόδιο θα τον πετώ απ’ τη μέση!

Και θα τραβώ χωρίς καημούς για τούτο και για κείνο...
Και για τους άλλους τσακιστή δεκάρα δεν θα δίνω!...

Ας ρίξουμε, μια και καλή, όλη μας πια τη σκέπη:
όπως γουστάρει καθενός να ζήσει, τώρα, πρέπει...

...Κι αν με κακολογήσουνε και ειπούνε χίλια τόσα,
–ό,τι τους έρχεται στο νου κι ό,τι τους τρώει τη γλώσσα–

άστους να λένε... Φίμωτρο δεν έχω να τους βάλω
μα θα μου μπουν απ' το 'να αυτί και θα μου βγουν απ' τ' άλλο

κι έτσι κανείς παράπονο στον κόσμο αυτό δεν θα 'χει
Πάντα οι κουτοί θα 'ναι κουτοί κι οι βράχοι πάντα... βράχοι!

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2024

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Επεισόδιο

 Μάτι δειλό, που σε κοιτάζει

βαθιά, βουβά και σκοτεινά,

κι έτσι πιστά, σα να σου τάζει:

Θα σ’ αγαπώ παντοτινά


Ψηλό, λιγνό, τρελό για χάδι,

δουλεύει σ’ ένα μαγαζί.

Το πήρα ένα Σάββατο βράδι

και κοιμηθήκαμε μαζί.

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2024

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Παραμύθι

   


Μιά φορά κι ένα καιρό,
πάνε τώρα χρόνια,
σ' ένα τόπο μακρινό,
ζούσαν μεσ' στα χιόνια.

Πάγωναν τα λούλουδα,
μίσευαν τ' αηδόνια,
καλοκαίρι ζύγωνε
κι ήταν όλο χιόνια!

Μάτια πάντα σκοτεινά,
μέτωπα σκυμμένα,
κι άνθρωποι δε βάδιζαν
με ρυθμό κανένα...

Μιάν αγάπη πέρασε,
-μετά πόσα χρόνια;-
και τα μάτια δάκρυσαν
κι έλιωσαν τα χιόνια...

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Έχω ένα αηδόνι...



Έχω εν' αηδόνι στο κλουβί

κι απ' το καημό του λιώνει.

Έχω εν' αηδόνι στο κλουβί

και μοίρεται, τ' αηδόνι.


Μου λέει για τις αμυγδαλιές

π' ανθίζουν άσπρο χιόνι,

μου λέει για τριανταφυλλιές

και μοίρεται, τ' αηδόνι...


Και παραδέρνει ανώφελα

και τα φτερά τ' απλώνει,

κάθε που φεύγουν τα πουλιά

κι αναρριγούν οι κλώνοι...

Παρασκευή 12 Ιουλίου 2024

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Εγώ 'μαι τ’ άσπρο σύννεφο

 Εγώ 'μαι τ’ άσπρο σύννεφο και συ το αργυρό αστέρι.

Χύνω βροχή τα κλάματα και χιόνι φλογισμένο,

με παραδέρνουν άνεμοι, χειμώνα, καλοκαίρι

και στου βουνού καμιά φορά τη ράχη ξαποσταίνω.


Όλα τα βλέμματα θαρρούν πως ακουμπάς σε μένα,

όταν γλιστράμε στο κενό, τη νύχτα ταίρι-ταίρι.

Μας βλέπουν ν’ αγγιζόμαστε γλυκά κι ερωτεμένα,

κι όμως, στ’ αλήθεια, το Απειρο, δε μας χωρίζει, Αστέρι;

Δευτέρα 17 Ιουνίου 2024

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Γλυκιά αγάπη

Γλυκάθηκα, γλυκάθηκα από τ’ άλικό σου στόμα

και δε χορταίνω τα φιλιά κι όλο γυρεύω ακόμα.

Και συ θυμώνεις και μου λες: «τί θέλεις πια από μένα;

όλο φιλούν τα χείλη σου κι όλο είναι διψασμένα»!

Και μ’ αποπαίρνεις άπονα, και σκύβω το κεφάλι,

ώσπου να φύγουνε οι θυμοί, να φιληθούμε πάλι…


Ναπολέων Λαπαθιώτης - Ποιήματα

 [Αποχαιρετισμοί στη μουσική]

Ι

Τ᾿ όνειρό μου πιά δεν είναι να χαρώ, μήτε να ζήσω,
μα να πω μια λέξη μόνο, σα μια φλόγα και να σβήσω.

Κι αν ακόμα ζω του κάκου και γυρνώ στην επάνω,
μόνον ένα πιά μου μένει: να τη πω και να πεθάνω…

Κι όμως καν αυτή η λέξη δε μου δόθηκεν ακόμα
να τη πω και μου παιδεύει τη ψυχή μου και το στόμα.

Μήτε καν αυτή τη λέξη, την απέραντα θλιμμένη,
μήτε τρόπος να τη μάθω, μήτε χρόνος δε μου μένει.

Κι αφού τ᾿ άχαρά μου χείλη δε τη πρόφεραν ακόμα,
θα τη πάρω και σα ξένοι θα χαθούμε μεσ᾿ στο χώμα…

ΙΙ

 

Μόνος ήρθα κάποιο βράδυ κι ήσαν όλοι γύρω μόνοι
κι όλοι ξένοι, τραγουδάμε, μεσ᾿ στη νύχτα που σιμώνει.

Κι όσο ζω κι όσο μαθαίνω, τόσο νιώθω, αλίμονό μου,
το βαθύ και το μεγάλο κι απροσμέτρητο κενό μου!

Τη στιγμή του σταυρωμού μου και για μόνη συντροφιά μου,
μόλις ένιωσα τα χέρια που καρφώσαν τα καρφιά μου…

Μόνος ήρθα κάποιο βράδυ, μόνος πόνεσα για λίγο,
μόνος έζησα του κάκου κι όπως ήρθα και θα φύγω.

Τ᾿ είναι τάχα για τους άλλους, ο χαμός ενός ατόμου;
Κι όπως ήρθα και θα φύγω, μόνος μεσ᾿ στο θάνατό μου…

 

[Αποχαιρετισμός]

 

Μόνος ήρθα, κάποιο βράδυ, κι ήσαν όλοι, γύρω, μόνοι,
κι όλοι ξένοι, τραγουδάμε, μες στη νύχτα που σιμώνει.

Κι όσο ζω, κι όσο μαθαίνω, τόσο νιώθω, αλλοίμονό μου,
το βαθύ και το μεγάλο κι απροσμέτρητο κενό μου.

Τη στιγμή του σταυρωμού μου, και για μόνη συντροφιά μου,
μόλις ένιωσα τα χέρια που σταυρώσαν τα καρφιά μου…

Μόνος ήρθα, κάποιο βράδυ, μόνος πόνεσα για λίγο,
μόνος έζησα του κάκου – κι όπως ήρθα και θα φύγω.

Τ᾿ είναι τάχα για τους άλλους, ο χαμός ενός ατόμου;
– κι όπως ήρθα, και θα φύγω, μόνος μες στο θάνατό μου…

 

[Αποχαιρετιστήριο]

Ι

Το γράμμα σου τ᾿ αποψινό με βρήκε λυπημένο·
-Μη λες πως ήταν αφορμή τ᾿ οργίλο σου γραφτό:
Λες κι από πριν, κάποια φωνή, μου το ῾χεν ειπωμένο.
Δε θλίβομαι γι᾿ αυτό.

Έτυχεν, όμως, η βραδιά τόσο βουβά να σβήσει
κι ο ήλιος, μακρυά, τόσο θλιβά να χάνεται μαζί…
Τέτοιες βραδιές, η σκέψη μου, που νοσταλγεί κι εκείνη,
δε θα ῾θελε να ζεί!

Κι εξάλλου, λες για πράματα, που ῾γω δε βρίσκω βάση:
λόγια γραμμένα βιαστικά, με πείσμα και χολή·
εκείνος που τα λόγια σου τα πριν, έχει διαβάσει,
θα ξαφνιαστεί πολύ…

Μου λες πως «κυλιστήκαμε στο βόρβορο», φαντάσου!
Κι εγώ που το ῾χα καύχημα κρυφό, τόσο καιρό,
πως η καρδιά μου στάθηκε, στα πλάνα βήματά σου,
σαν άστρο φεγγερό!

Το γράμμα σου τ᾿ αποψινό, με βρήκε λυπημένο,
λες κι η καρδιά μου, σαν ανθός, για πάντα έχει σαπεί.
Κι όσο για ῾κείνο που μου λες: «σαν άγνωστος θα μένω»,
δε ξέρω τι θα πει…

ΙΙ

 

Το βράδυ που σ᾿ αγάπησα δεν ήταν καλοκαίρι·
Τα φύλλα, μόλις πρόβαλλαν επάνω στα κλαριά,
- κι ούτε θυμάμαι να σού πω, τι μ᾿ είχε, τότε, φέρει,
σ' εκείνη τη μεριά.

Θυμάμαι, μόνο, που ῾σερνα το βήμα το νωθρό μου,
και το μυαλό μου γύριζε σε πράματα παλιά,
την ώρα που σ᾿ απάντησα, να στέκεσαι στου δρόμου
τα πέτρινα σκαλιά.

Τη νύχτα εκείνη, την τρελή, τη νύχτα τη μεγάλη,
να στη θυμίσω τώρα ῾δω, το βρίσκω περιττό:
«Τα περασμένα πέρασαν, μη τα θυμάσαι πάλι»,
μας λέει το ρητό…

Κι όμως, κι εσύ μ᾿ αγάπησες βαθύτατα, - το νιώθω
και ξέρω ακόμα, πως, συχνά, μου το ῾χες ορκιστεί,
πως όσο κι αν μαραίναμε το πρώτο μας τον πόθο,
θα μέναμε πιστοί!

Μια και δεν ήταν να σταθείς σ' εκείνα που είχες τάξει,
τότε γιατί, το λόγο αυτό, μ᾿ ανάγκασες να πω;
Τον όρκο σου τον πάτησες, μα ῾γω δεν έχω αλλάξει,
κι ακόμα σ᾿ αγαπώ!

 Πηγή: https://www.bibliotheque.gr/article/67469

Κυριακή 16 Ιουνίου 2024

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Το καλοκαίρι...

Το καλοκαίρι πέρασε σα ρίγος

κι ο χιμώνας μου φαίνεται βαρύς.

Τι σύντομα που τέλειωσε κι ο τρύγος!

Δεν πρόφτασες, καρδιά μου, να χαρείς…


Κι όμως και τι, και τι δε σου είχαν τάξει

Τα δειλινά του τα χιμαιρικά!

Γιατί να μη μπορέσει να βαστάξει

τουλάχιστον, απ’ όλα, μερικά;…


Το καλοκαίρι πέρασε σα ρίγος,

κι ο χειμώνας απλώθηκε βαρύς:

αχ, φέτος, ο καιρός αυτός, ο λίγος,

ήτανε μιας ορφάνιας φοβερής!


Κι όμως και τι δε σ’ έκανε να ελπίσεις,

με την παραμυθένια του φωνή…

Τα παραμύθια πέθαναν, επίσης,

– κι εγώ το περιμένω να φανεί!


Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα, Ζήτρος 1997.


 Αργύρης Μπακιρτζής, Γιώργος Κωστογιώργης - Το καλοκαίρι


Σάββατο 2 Μαρτίου 2024

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Η κατάρα


… Εσύ, που πλάνος στης ψυχής τα βάθη διαστρεμμένος,
μια μέρα ανάξια ανέβηκες τα πορφυρά σκαλιά,
και κάνοντας αδέρφια σου του Κρούμου τα σκυλιά,
μας μάρανες τ’ αμάραντο πολεμικόν μας μένος,

κι έκαμες αίμα να χυθεί στον τόπο το γλυκό,
κι έκανες την πασίχαρη την αδερφή μου Αθήνα,
για μια σου πράξη ταπεινή να τήνε δέρν’ η πείνα,
κι ως εδώ χάμου τη βαριά σκλαβιά της ν’ αγροικώ,

και σκότωσες, και γίνηκες το κήρυγμα του Τρόμου,
κι ενώ έκανες πως στοργικά βαστούσες την ελιά,
κρυφά σαν κλέφτης έδινες το χέρι στα σκυλιά,
κι αλύπητα παράδωνες τα πάντα στον εχτρό μου.

Τώρα που η νύχτα πλάκωσε, και πάνε οι θησαυροί,
κι εμείς για να ΤΟΥΣ ΣΩΣΟΥΜΕ γυρνάμε μέσ’ τα ξένα,
τώρα μονάχα μια ευκή μας έμεινε για σένα:
-άλλη σαν τη σημερινή μέρα να μη σε βρει!…

Αλεξανδρινή εφημερίδα Ταχυδρόμος-Ομόνοια,  φύλλο της 2 Ιουνίου 1917. 

Πηγή: https://sarantakos.wordpress.com/2012/03/18/katara/

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2024

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Ἡ στοργή σου μέ προσμένει...


Μέσ᾿ ἀπ᾿ τ᾿ ἄφωνα τά βάθη τῆς ἀπύθμενης ἀβύσσου
νιώθω, Μάνα, ν᾿ ἀνεβαίνει, τήν Ἀγάπη τή βουβή Σου,
-καί στ᾿ ἀνήσυχο, φτωχό μου, ταλαιπωρημένο ἐγώ μου,
κάθε μέρα, νά τήν ἔχω στυλοβάτη κι ὁδηγό μου!
Ξέρω, Θέ μου, -πῶς τό ξέρω!-πώς δέ χάθηκες, γιά μένα,
κι εἶναι πάντα Σου τά μάτια στήν καρδιά μου στυλωμένα,
-καί στό καθετί πού θέλω, καί στό καθετί πού κάνω,
κάθε σκέψη Σου, μέ πάθος, εἶναι γύρω κι ἀπό πάνω...
Ξέρω Θέ μου, πῶς τό ξέρω!-, καί τήν πιό μικρή μου πράξη,
πώς ἀπ᾿ τ᾿ ἄγρυπνό Σου μάτι, τίποτα δέν ἔχει φράξει,
-κι ἔτσι μόνος πού παλεύω, μές στοῦ κόσμου τά συμβάντα,
μέ λατρεύεις, ὅπως πάντα, καί μέ νιώθεις ὅπως πάντα!
Ξέρω, ἀκόμα, -πῶς τό ξέρω!-, πώς κι ἄν ζοῦμε, τώρα, μόνοι,
μές στήν ἴδια τή λαχτάρα, κάποιο τί μᾶς ἀνταμώνει,
-καί πώς ἄν ἡ Μοίρα θέλει νά ᾿μαστ᾿ ἔτσι χωρισμένοι,
καταλύτρα τῶν Θανάτων, ἡ Στοργή Σου μέ προσμένει...

Ναπολέων Λαπαθιώτης, «Τά Ποιήματα», εἰσαγωγή-σχόλια-παρουσίαση, Ἄρης Δικταῖος, Φέξης, Ἀθήνα 1964.

Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2024

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Τα χλωμά κοριτσάκια


 

Τα χλωμά τα κοριτσάκια,
μαραμένα σαν τα κρίνα,
στέκονται, σα μαγεμένα,
και κοιτάνε τη βιτρίνα,

 

δεν τα νοιάζει για το κρύο,
δεν τα νοιάζει για την πείνα:
κάθονται μαρμαρωμένα,
και κοιτάνε στη βιτρίνα...

 

Κι οι κουκλίτσες, από μέσα,
με τα κόκκινα λακκάκια,
που δεν ξέρουν τι συμβαίνει,
και γι’ αυτό δεν έχουν κάκια,

 

οι κουκλίτσες οι καημένες,
άλλο τόσο μ’ απορία,
τα κοιτάν, κι εκείνες τώρα,
σαν αλλόκοτα θηρία!

 

Τις κουκλίτσες τι τις νοιάζει!
καλά κάθουνται στη ζέστα,
τα φτωχά τα κοριτσάκια,
όμως, γύρισε και δες τα,

 

μ’ ένα μαύρο ρουχαλάκι,
ξεφτισμένο και τριμμένο,
μ' ένα σκίσιμο από πίσω,
ντροπαλά μισοκρυμμένο,

 

με πρησμένο, απ’ τις χιονίστρες,
το μικρούλι τους χεράκι,
μάλλον τα καημένα εκείνα,
μοιάζουν να ’ναι από κεράκι...

 

Κι όμως, να που, μες το δρόμο,
με τα ξένα εκείνα χάδια,
μια στιγμή, ξαναγιομίζουν
την καρδούλα τους την άδεια...

 

Μα σαν πάνε παρακάτου,
που κανένας δεν τα βλέπει,
έρημα και μοναχούλια,
με τον ουρανό για σκέπη,

 

κρύβουν έτσι απελπισμένα,
τα ματάκια στον αγκώνα,
–που κι εκείνος κλαίει, κλαίει,
στην πικρήν αυτήν εικόνα...

 

Δημοσιεύτηκε στην Διάπλαση των Παίδων τον Απρίλιο του 1925.  


Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα, Ζήτρος.

Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2023

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Η φωνή


Μέσα στο κάθε μου τραγούδι ,

που μοιάζει πάντα να πονεί,

κι είναι σαν άρρωστο λουλούδι,

– σαλεύει πάντα μια φωνή,


φωνή που αν φαίνεται έτσι ξένη

κι έτσι κλεισμένη στη χαρά,

μα σ’ όλα τα μεγάλα μπαίνει,

με τα μικρά της τα φτερά,


και σ’ όλα, γύρω, βρίσκει ταίρι,

και μ’ όλα τ’ άφθαστα μιλεί,

κι όλα τα ανείπωτα τα ξέρει

– κι ας είναι τόσο χαμηλή …


Κι αν, όμως, σ’ όλα βρίσκει ταίρι,

κι όλα τα βλέπει καθαρά,

μοιάζει καλύτερα να ξέρει

τον πόνο, παρά τη χαρά …


Μέσα στο κάθε μου τραγούδι,

Που μοιάζει πάντα να πονεί

– σαν το χυμό μες στο λουλούδι,

σαλεύει πάντα μια φωνή,


που ανίσως και το ζωντανεύει,

σαν το χυμό του λουλουδιού,

θαρρείς και δεν μπορεί ν’ ανέβει,

σα να’ ναι ανήμπορου παιδιού …


Γιατ’ είμαστε σαν κάποια ρόδα,

πεσμένα μες στην παγωνιά,

– ρόδα, που τά’ λιωσε μια ρόδα,

καθώς περνούσε στη γωνιά,


που αν και κομμένα, κι όλο χώμα,

και κυλισμένα καταγής,

δεν ξέρω τι θυμίζει ακόμα,

πως ήταν άνθη της αυγής …


(Γραμμένο στις 23.5.1935, σύμφωνα με το χειρόγραφο, που προσθέτει ότι ήταν σχεδόν έτοιμο από πολύ καιρό. Δημοσιεύτηκε τον ίδιο χρόνο στη Νέα Εστία και συμπεριλήφθηκε στην έκδοση του 1939.)



Domenica - Η φωνή

Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2023

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Éclat de Rire


Σφαλίστε τα παράθυρα,
όσοι τριγύρω μου είστε,
τις πόρτες μανταλώστε μου
και τους φεγγίτες κλείστε…
Πάρτε απ’ τα μάτια μου το φως
και σβήστε το καντήλι,
… Μην έρθει ο κόσμος και με βρει
με τους λυγμούς στα χείλη!…
… Πάρτε απ’ τα μάτια μου το φως
και τις λαμπάδες σβήστε,
και χαμηλώστε τις φωνές,
όσοι τριγύρω μου είστε…
Και φύγετε όλοι σας μακριά
και ρίχτε μου μια σκέπη,
να μην κοιτάω κανένα σας,
ψυχή να μη με βλέπει…
Κρύψτε με, κρύψτε με, μακριά
απ’ τις ματιές του κόσμου:
θα κλάψω απόψε μοναχός…
Θα κλάψω μοναχός μου…
― Κι άμα όλα πια τα κλάματα,
τα κλάματά μου, χύσω…
… Ανοίχτε τις οξώπορτες
κι ελάτε πάλι πίσω!…

17/4/1909
Παρασκευή – νύχτα
Πηγή: Ποίηση Μεσοπολεμική

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Προσμονή


 

Τις βαριές τις ώρες που είμαι μόνος,

και δεν είναι γύρω μου κανείς,

που δεν είμαι παρά μόνο πόνος,

–περιμένω, Μάνα, να φανείς!

 

Κι όπως ήξερα όλες σου τις πράξεις,

πριν, σα ρόδο, σπάσεις και σαπείς,

σχεδόν ξέρω πώς θα με κοιτάξεις,

και τα λόγια ακόμα, που θα πεις…

 

Ξέρω, ακόμα, πώς θα με χαϊδέψεις,

μ’ έναν τρόπο τόσο τρυφερό,

που θα σβήσεις όλες μου τις σκέψεις,

που με βάραιναν, τόσον καιρό…

 

Κι άμα νιώσεις όλο μου τον πόνο,

τι μεγάλος είναι και βαθύς,

φτάνει τη ματιά μου να δεις μόνο,

–δε θα φύγεις… θα με λυπηθείς!

 

Δημοσιεύτηκε στις 15.10.1939 στη Νέα Εστία. Ωστόσο, ο Δικταίος υποθέτει μάλλον εύλογα ότι πρέπει να γράφτηκε στα τέλη 1937 με αρχές 1938 –η μητέρα του ποιητή, που την υπεραγαπούσε, πέθανε το 1937.


Απ' το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Φαντάσματα


 

            επάμεροι· τι δε τις;

            τι δ’ ου τις;

            σκιάς όναρ άνθρωπος

            ΠΙΝΔΑΡΟΣ

 

Τ’ Άγνωστο γύρω και παντού,  –κι ο Νόμος ο Τρανός του!
Κι ενώ δεν είμαστε παρά μορφές αυτού του Αγνώστου,
φαντάσματα, όλοι, και καπνοί, στη δίνη της αβύσσου
(με τ’ όνειρο, φτωχή ψυχή, για μόνη απολαβή σου),

μάταια φαντάσματα, τυφλά, που το σκοτάδι σπέρνει,
που η νύχτα φέρνει, μια στιγμή, κι η νύχτα, πάλι, παίρνει,
χαμένοι, δίχως γυρισμό, μες στον αιώνιο σάλο,
μισούμε κι εχθρευόμαστε,  –και κρίνει ο ένας τον άλλο...


Γράφτηκε στις 24.3.1939


Πηγή: Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα, Εκδόσεις Ζήτρος.


Αντλήθηκε απ' το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου


Πηγή: Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα, Εκδόσεις Ζήτρος.

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Σπαρασμός


Γύρω η μαυρίλα,

μέσα η καρδιά μου.

Στο πάτημά μου

τρίζουν τα φύλλα.


Νερό, αργοκύλα!

Στολίδια γάμου

ξεσκίδια χάμου.

Ανατριχίλα.


Μεσ' στο βιβλίο

σκυμμένα μάτια,

και δε διαβάζω.

Σιωπή, ερμιά, κρύο.

Πέρα; Παλάτια.

Σκοινιά. Σπαράζω.


Πηγή: Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα, Εκδόσεις Ζήτρος.

Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2023

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Τα καημένα τα πουλάκια

 

Κρύο βαρύ, χειμώνας όξω,
τρέμουν οι φωτιές στα τζάκια,
τώρα, ποιος τα συλλογιέται
τα καημένα τα πουλάκια!

 

Τα πουλάκια είναι στα δένδρα,
τα πουλάκια είναι στα δάση,
–τα πουλάκια θα τα πάρει
ο βοριάς που θα περάσει,

 

η βροχή και το χαλάζι
κι ο βοριάς που θα περάσει,
–και το χιόνι, που το παίρνουν
στις αυλές με το φαράσι...

 

Κι αν η νύχτα είναι μεγάλη,
κι έρχεται γιομάτη τρόμους,
κι αν ο θάνατος, απόψε,
φέρνει γύρα, μες τους δρόμους,

 

κι αν η παγωνιά θερίζει,
κι είναι δίχως ρουχαλάκια,
δε βαριέσαι, –ποιος θυμάται
τα καημένα τα πουλάκια...

 

Τα πουλάκια είναι στα δέντρα,
τα πουλάκια είναι στα δάση,
τα πουλάκια θα τα πάρει
ο βοριάς που θα περάσει·

 

η βροχή και το χαλάζι
κι ο βοριάς που θα περάσει,
–και το χιόνι, που το παίρνουν
στις αυλές με το φαράσι...

 

Στα παιδάκια είναι τα χάδια,
στα παιδάκια τα φιλάκια:
τώρα, ποιος τα συλλογιέται
τα καημένα τα πουλάκια!

 

Κι όταν γίνει, πάλι, βράδυ
κι όλοι πάνε να πλαγιάσουν,
να χωθούν μες τα κρεβάτια,
μην τυχόν και ξεπαγιάσουν,

 

τα πουλάκια τα καημένα,
τα πουλάκια, τώρα, πέρα
θα χαθούν χωρίς ελπίδα
να φανούν την άλλη μέρα...

 

 

Δημοσιεύτηκε στην Διάπλαση των Παίδων τον Απρίλιο του 1925.  


Ναπολέων Λαπαθιώτης, Τα Ποιήματα, Εκδόσεις Ζήτρος.

Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2023

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Βαθύ κι εξαίσιο βράδυ



Ήταν ένα βαθύ κι εξαίσιο βράδυ
-Βράδυ λεπτό κι ασύλληπτο, Χιμαίρας!-
Ποτέ, τόσο πολύ, τέλος ημέρας,
δεν είχε λάμψει τόσο, σα πετράδι…

Κατέβαινε το φως -μια ωχρή αγωνία-,
σ κήπους, όλο βάλσαμα γιομάτους,
τ᾿ άνθη μεθούσαν από τ’ άρωμά τους,
μέσα σε μιαν ανείπωτη αρμονία

Δεν είχε καν υπάρξει τέτοια δύση,
μήτε στο νου των πιο γλυκών ζωγράφων.
Ακόμα και τα μάρμαρα των τάφων,
μια δόξα μυστικά τα ‘χε κερδίσει…

Κι όταν το θάμπος άρχισε να φθάνει
κι η νύχτα τ᾿ αργά μάγια να κλώθει,
το φεγγάρι, παντού, σα φλόγα απλώθη…
Κι ήταν το βράδυ αυτό πού ῾χα πεθάνει…

Δευτέρα 24 Ιουλίου 2023

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Τραγούδι των καλοκαιριών


Καλοκαιράκια αλάβαστρα,μουχρώματα,
γλύκες-πληγές-,
άυλοι κρουνοί,δασάκια μες στα σύθαμπα,
-γλυκές πηγές,

φλόγες-αυγές-,λαχτάρες,θεία λυσίματα
θανατερά,
-του ήλιου γλαυκά πεσίματα
μες στα νερά...

Ελάτε, ελάτε, πράσινα χρυσόμηλα
της χαραυγής!
Έλα, γλυκό μου βράδυ, άρρητα μήλινο,
-και μην αργείς!

Πόθοι βουβοί, πλανέματα, λυσίματα
θανατερά,
-λαγγέματα, σβησίματα
λόγια – φτερά...

Πηγή:Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα, Εκδόσεις Ζήτρος, 2001.