Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Κωνσταντίνου Ηλίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Κωνσταντίνου Ηλίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2025

Ηλίας Κωνσταντίνου - Ποιήματα


Ερωτικό Ημερολόγιο

Στον Δήμο που φεύγει

Αφήνω σε

στα φιλιά μου, φίλε μου

σ’ ένα στρώμα διπλό

στα φιλιά μου φίλε μου

— για να ρίξω τα μαλλιά μου

στην άκρη του κόσμου.

Για να ρίξω τα μαλλιά μου στην άκρη του κόσμου

κοιτάζω σταθερά

τον γαλανό αφαλό, του κορμιού σου

Για να ρίξω τα μαλλιά μου στην άκρη του κόσμου

ακολουθείς, μορφασμούς ηδονής

στου λαιμού μου την κίνηση.

Για να ρίξω τα μαλλιά μου στην άκρη του κόσμου

σκεπάζει το καυλωμένο σου βυζί

το ξυρισμένο μου μάγουλο.

Έτσι πλασμένοι

κι οι δυο σκεπασμένοι

τέλεια ίδιοι - πάντα αντίθετοι

μες σ’ τούντην ασφάλεια

αφήνω σε φίλε μου

για να ρίξω τα μαλλιά μου στο σήμερα.

Για να ρίξω τα μαλλιά μου στο σήμερα

γλείφω πολλά — αναπνέω απαλά

στα ανοιχτά σου τα βλέφαρα.

Για να ρίξω τα μαλλιά μου στο σήμερα

γεμώνεις μου τα δάχτυλα χύματα.

Για να ρίξω τα μαλλιά μου στο σήμερα

πίνεις τα δικά μου

Στου αφαλού μου το κύπελο.

Για να ρίξω τα μαλλιά μου

στην άκρη του κόσμου

επιστρέφω

για να ρίξω τα μαλλιά μου στο σώμα σου

στη στρογγυλή άκρη του κόσμου

στο επάπειρο σήμερα


(Αμήχανη) βοήθεια
 

Τζαι μόλις εύρεις, γιε μου, δουλειάν

θα βάλω κάτω

προκαταβολήν

για να αγοράσεις αυτοκίνητον.


Ξανά βάρκα λάμπουσα
 

Δεν έχω χρόνο να γινώ ούτε και ν' αγαπήσω

άλλα φωνάζουν αιώνια άλλα στιγμές σπασμένες

κι εγώ κοιτάζω τη μορφή που μ' έχει παγιδέψει

και τη μορφή που ετρύπωσε στο αίμα μου σκληρή.

Δεν εχω χάδι δεν μπορώ ν’ ανοίξω τα φιλιά μου

ανήδονα τα όργανα και η νύχτα με πονεί

αλλάζω σχήμα δαίμονας και το πρωί πλυμένος

σκεπάζω την καρναβαλιά μες στα κουφά σεντόνια

κραυγές σκουπίζω ολημερίς μες στο χρηματιστήριο

μια δούλα είμαι κι απορώ γιατί δεν βάλλω πόμπες

να πάει και το παλιάμπελο να σκάσουν οι αθώοι

που νύχτα μέρα ακολουθούν χωρίς να διαδηλώνουν

σεντόνια που έστρωσαν κουφά γεμάτο μαξιλάρι

και δεν μπορώ να κινηθώ βαρύτητα της γης μου

το σάπιο μήλο δέσποινα και το βυζί αγγούρι

ανώριμο το μέλλον μου όψιμο το κενό μου

η γη κρατά τα μύρια δάχτυλα που έμπηξαν

το θράσος μες στους θησαυρούς σκέψη χωματερής

το χώμα ξανασκέφτεται και λέει θα τους κλάσω

άλογα δηλητήρια που μ’ έχουν κατεβάσει

στη ράβδο της υπαπαντής νεκρό παιδί βαφτίζω

δίχως ελπίδα να σταθώ αγάπη να γαμήσω

μπαίνω σαν ταύρος άγριος πολύχρωμα τσαντίρια

έξω απ’ τον οίκο του πατρός τον κήπο της μητρός μου

να πάτε στην ακρογιαλιά άγονα να θωρείτε

τον άι γιαλό που εμούχλιασε μες στη μεγάλη λύπη

ούτε καράβι έρχεται ούτε τρελή Αφροδίτη

και φρένο βάζω και χτυπώ και βλέπω το κορμί μου

να πέφτει στην οικοδομή να κτίζεται στο δώμα

να μένουν όλα ατέλειωτα σε παιδικό κουτί

και καρτερώ σε ανύπαρκτα να παίξουμε το ψέμα

που δεν μπορεί να πάει ψηλά αν δεν στερεωθεί

και λαχταρώ να σε βαστώ σαν άνοιξη που λιώνει

τον παγωμένο θάνατο να στάξει στο χαρτί

και με σφραγίδα ορκωτή να σε ξαναγαπήσω.

Οικογενειακές υποχρεώσεις ― Προσευχή

Φίλα με πατέρα με τα πολύγλωσσα σου χείλη

Χαΐδεψε τα νύχια του νεκρού

που φωλιάζω στον λαιμό.

Πάρε με στο υψωμένο σου κρεβάτι

για να γευτώ τη σοφία σου.

Σκύψε πάνω στο τρυπημένο μου κορμί

για να τραφεί με το σάλιο σου.

Γλείψε τα γραμμένα μου δάχτυλα

να ισορροπήσει το βλέμμα μου.

Άφησέ με να σε αντικρίσω

κλείνοντάς σου το μάτι.

Φίλα με πατέρα. Φίλα με με τα σαραντάνοιχτα χείλη σου

Στάθου πατέρα ― στάθου πάνω στην ερπετή μου τη γλώσσα

ύστερα χόρεψε -― στην αλαφράδα του καπνού.

Άστραψε τη λέξη μου μέσα σου

ύστερα χόρεψε — στην αλαφραδα του καπνού.

Δεξου πατέρα το νιώθω μου

μάθε με ώς το τελευταίο κινούμενο κόκαλο

είμαι ο σπόρος σου, η σκέψη σου

μεγαλώνω και φεύγω σου 

σαν το αίμα που φεύγει από την πέτρα.

 



Γενέθλια

Είμαι σιωπηλός εγώ σαν την γη.

Οι λέξεις έν’ όπλα φονικά λέω τες, να φύουσιν.

Είμαι μούρμουρος εγώ σαν το νερό.

Οι λέξεις έν’ ζώνες ζωντανές

ό,τι λέω τυλίομαι το.   

 

Ό,τι λέω γίνομαι.

Οι λέξεις έν’ μείγμα μαγικό

περνούν, βρίσκουν την σκέψη σου, χτίζουν

μες στον αέρα.  

Ό,τι λέω σιωπά.

Οι λεξεις — μια συνεχής ανάληψη

μαύρες αχτίνες, να δώκουν το φως στον ήλιο.


Πηγή: https://www.lifo.gr/blogs/imerologio/ilias-konstantinoy-enas-spoydaios-ki-agnostos-kyprios-queer-poiitis-nekros-sta-37

Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

Ηλίας Κωνσταντίνου-Παραμύθι



Στην αρχή, λέει, έκαμε τη γη τον ήλιο το φεγγάρι
Τώρα, λέει, χτυπά τη γη, άγρια
μ' έναν ήχο σκοτεινό που φτύνει μαλλιά
σαν λουλούδι
– όμως, αφρίζουν τα χώματα, γίνονται νερό,
η θάλασσα κρατά ανάστροφο ντουφέκι
ανελέητα χτυπά τη ρευστή γη – αλλά
άλλα δόντια δεν έχει το χώμα να κοπούν
με μανία αναπνέει καταπίνει τον ήλιο. Κοίτα!
Ξέρω ότι τα άσπρα μαλλιά ήταν καμένα φύλλα κάποτε
κλειστά σε μιαν αποθήκη
φρουρός, το ουράνιο τόξο
με δόντια κοφτερά πεινασμένα.
Τώρα, κάθε φορά που τελειώνουν τα νερά
ο ήλιος κατρακυλά λιγοθυμά στα χέρια μου. Εγώ
θα πω στα παιδιά να μην τον κλοτσούν
θα καούν.
Εγώ – τα θέλω να σκοτώνουν
με στοργή ατόφια καθαρή.

Γερνούν. Τα παιδιά πριν γεννηθούν γερνούν.
Τσαλακώνονται στα πρόσωπά τους
τα γόνατά τους σβήνουν
γονατούν, έτσι πολεμούν γονατιστά και πεθαίνουν.
Η γη ξαναγεννά τα μαλλιά τους σαν χόρτα.
Αν μπορούσε θα τα 'φτυνε
θα τα φώναζε «αλυσίδα-φυλακή-χρήμα»


Ποιος θα δέσει τα μαλλιά σχοινί – να πάει πού;
Δεν λέει όμως είν' εύκολο βαθύ.
Έχουν μεγάλη σημασία τα δάχτυλα των ποδιών.
Πιο μεγάλη απ' τους αμέτρητους συνδυασμούς
της σπασμένης αλφαβήτας.
Να αναστηθούν τα παιδιά – άφοβα αθώα δυνατά παιδιά
να πατούν τα πόδια παιδιά – να το ξέρουν.

Ηλίας Κωνσταντίνου (1957-1995)

Σκόρπια ποιήματα

Πηγή:https://www.culturebook.gr/kritiki-parousiasi/mia-poihsi-anypotachti-poihmata-ilias-konstantinou.html?fbclid=IwAR2tUEfLx9OiY7SY2f0h3nPu2pz8WGWHSMlwoo-VvpHT1oRkUrwjod8BFeA