Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Αφροαμερικάνικη Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Αφροαμερικάνικη Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2023

Langston Hughes - Τέσσερα ποιήματα


(Ι)
Τραγούδια
Καθόμουν εκεί τραγουδώντας της
τραγούδια μέσα στο σκοτάδι.

Μου λέει:
«Δεν καταλαβαίνω
τις λέξεις».

Λέω:
«Δεν έχει
καθόλου λέξεις».


Songs
I sat there singing her
Songs in the dark.

She said;
‘I do not understand
The words’.

I said;
‘There are
No words’.


(II)
Η ψαριά
Το Μεγάλο Αγόρι ήρθε
βαστώντας μια γοργόνα
στους ώμους του
Κι η γοργόνα
είχε την ουρά της
κουλουριασμένη
κάτω απ’ το μπράτσο του.

Μιας και ήταν ψαράς,
θα έβρισκε ένα ψάρι
να βαστά –
μισό ψάρι,
μισό κορίτσι
για να παντρευτεί.


Catch
Big Boy came
Carrying a mermaid
On his shoulders
And the mermaid
Had her tail
Curved
Beneath his arm.

Being a fisher boy,
He’d found a fish
To carry—
Half fish,
Half girl
To marry.


(III)
Ονειρόσκονη
Μάζεψε αστερό-σκονη
        γεώ-σκονη,
        συννεφό-σκονη,
και κόκκους από χαλάζι,
μια χούφτα ονειρό-σκονη
        όχι για πούλημα.


Dream Dust
Gather out of star-dust
            Earth-dust,
            Cloud-dust,
And splinters of hail,
One handful of dream-dust
            Not for sale.


(IV)
Όνειρα
Κρατήσου γερά απ’ τα όνειρα
γιατί αν τα όνειρα νεκρωθούν
η ζωή είναι πουλί με σπασμένα φτερά
που να πετάξουν δεν μπορούν.

Κρατήσου γερά απ’ τα όνειρα
γιατί αν δεν έχεις όνειρα πια
η ζωή είναι ένα χέρσο χωράφι
παγωμένο μέσα στο χιονιά.


Dreams
Hold fast to dreams
For if dreams die
Life is a broken-winged bird
That cannot fly.

Hold fast to dreams
For when dreams go
Life is a barren field
Frozen with snow.

 Απόδοση: Μαργαρίτα Παπαγεωργίου

Πηγή: https://exitirion.wordpress.com/2020/05/22/langston-hughes-iv-poems/?fbclid=IwAR2Yw5qxipLfM-EwuI6bdat2KWizFKCjNfP-EAKNvUR-dmx3OGTJQWsj-rg#more-11904

Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2023

Maya Angelou - Σε έναν άντρα



Ο άντρας μου είναι
Μαύρο Χρυσό Κεχριμπάρι
Αλλάζω.
Ζεστά στόματα της Brandy Fine
Προσεκτικό φως του ήλιου σε ένα χαλί με μοτίβο
Βήχας γέλιο, κουνημένος πάνω σε μια μπουρδέλα γαλλικού καπνού
Χαριτωμένη ανάβει μάλλινα ξυλοπόδαρα
Μυστικοπαθής;
Μάτι γάτας.
Νότιος, παχουλός και τρυφερός με ναυτική βρομιά φασολιών
Και είπα "Τρυφερό";
Η ευγένεια
Μια μεγάλη γάτα παραμονεύει μέσα από πεισματάρη θάμνο
Και ανέφερα το "Amber";
Η άκαυστη φωτιά κατατρώει τον εαυτό της.
Ξανά. Άνιου. Στην αιώνια ατέλειωτη.
Ο άντρας μου είναι η Amber
Αλλαγή
Πάντα στον εαυτό του
Νέο. Τώρα Νέο
Ακόμα ο εαυτός του.
Ακόμα.

Μετάφραση: Χρύσα Παπαδημητρίου

Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2023

Amiri Baraka - Πέρα στη Δύση



Μια τόσο απλή πράξη
όσο το ν’ ανοίγεις τα μάτια σου. Απλά
μια εισχώρηση στα πράγματα βαθμηδόν.

Πρωί: ένα δάκρυ έχει σπάσει
στα ξύλινα σκαλοπάτια
των ματιών της γυναίκας μου. Πληθώρα
πρασίνου. Τα φύλλα. Το
αέναο γράπωμά τους. Σαν γέρικα
πρεζάκια στην πλατεία Σέρινταν, μάτια
κρύα και στρογγυλά. Υπάρχει ένα τραγούδι
που τραγουδάει ο Νατ Κόουλ… Αυτή η πόλη
και η περίτεχνη αταξία
των εποχών.

Αδύνατον να αναφερθείς
σε κάτι τόσο αφηρημένο όσο ο χρόνος.

Ακόμα κι έτσι, (βαθιά υπόκλιση στον πυκνό
καπνό φτηνών αρωματικών στικς· κάθε
είδους ερώτηση γεμίζει το στόμα,
μέχρι που ασφυκτιάς & πέφτεις νεκρός
στο άφθονο χαλί.) Ακόμα κι έτσι,

οι σκιές θα συρθούν πάνω στη σάρκα σου
& θα κρύψουν την αταξία, τα ψέματά σου.

Υπάρχουν άσχημες άγριες φτέρες
έξω απ’ το παράθυρο
εκεί που κρύβονται οι γάτες. Ουρλιάζουν
από κει τις νύχτες. Στον καύσωνα
& ματώνουν στις τουλίπες μου.

Σιδερένιες καμπάνες, σαν την σατανική
βρώμικη Σφίγγα, που σέρνεται στο λυκόφως.
Άτεκνοι γέροι δολοφόνοι, αιώνες τώρα
με μουχλιασμένα μάτια.

Είμαι αναστατωμένος. Σκέφτομαι
τις εποχές, πώς περνάνε,
πώς περνάω, η νεότητά μου, η
γλυκιά ωρίμανση της ζωής μου· στραγγισμένη…

Σα γιγάντιες μαϊμούδες·
τσιμπούν τα κρανία τους,
πολυμήχανες & βάναυσες
ρουφούν τους εγκεφάλους.

Καμία χρησιμότητα στην ομορφιά
καταρρέει, με ανάσα μούχλας
εξαντλημένη. Ύπουλο το βάρος
των πληγωμένων ονείρων. Του Τειρεσία
πολυκαιρισμένος πετεινός.

Περπατώντας μες στη θάλασσα, κοχύλια
πιάνονται στα μαλλιά. Τραχιά
κύματα ξεσκίζουν τη γλώσσα.

Κλείνοντας τα μάτια. Τόσο
απλή πράξη. Επιπλέεις

(μετάφραση: Αλέξανδρος Κοάν)

Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2023

Ai Ogawa - Τρία ποιήματα

 Επίσκεψη

«Ουρανός και γη.
Τι άλλο υπάρχει;»
Είπε ο Walt Whitman στο όνειρό σου,
μετά σου χαμογέλασε
και εξαφανίστηκε,
αλλά εσύ ήθελες να γυρίσει πίσω.
Ήθελες να του πεις ότι υπήρχαν περισσότερα.
Υπήρχε η επιμονή
μ' αυτήν να οπλιστείς για να μένεις ζωντανός
θετικός στον ιό HIV εδώ και πέντε χρόνια
και μετρώντας αντίστροφα μέχρι την ημέρα
που η άλλη σου ζωή απογυμνώθηκε
από τα φύλλα της
τότε που άρχισε να πολεμά η αρρώστια
το σώμα.
Δεν έχεις AIDS,
ακόμα, αλλά ξέρεις ότι φτάνει
όπως ένα τρένο που το σφύριγμά του
μπορείς να το ακούσεις πριν το δεις.
Όταν νιώθεις τις δονήσεις
του εσωτερικού σεισμού,
θα φερθείς σαν ντίβα;
Θα πάρεις εσύ RudolfNureyev τον δρόμο προς τη σκηνή,
τόσο ταλαιπωρημένος και σαστισμένος
που να μην ξέρεις ποιος είσαι,
ή θα διαπράξεις τη δημόσια αυτοκτονία σου ιδιωτικά,
με τα παράθυρα διάπλατα
στην άλλη πλευρά,
εκεί που ο πατέρας σου, ο Walt περιμένει
να σε πάρει στην αγκαλιά του
σαν ένα μωρό που επιστρέφει εκεί περπατώντας,
δίπλα στο καλάθι του πικνίκ
στο παχύ γρασίδι,
εκεί που οι εύθρυπτες σελίδες ενός βιβλίου
φθάνουν στο τέλος.

(από τη συλλογή Ανηθικότητα, 1999)


Συνουσία

                     για τον John KennedyJr.

Το νερό είναι μια παγωμένη φωτιά που καταπίνω,
σκέφτομαι τη γεύση του σαν αίμα,
καθώς αναδύομαι στην επιφάνεια.
Έχω σωθεί, σκέφτομαι, καθώς το κεφάλι μου
ξεπροβάλλει από τα κύματα,
έπειτα όλα εξαφανίζονται σε μια γκρίζα ομίχλη
που μυρίζει καπνό και τσουρουφλισμένη σάρκα.
Πνίγομαι, φτύνω κομμάτια κόκκαλο.
Με έκπληξη βλέπω μια γοργόνα
να κάθεται σε μια λεία, μαύρη πέτρα.
Έχω χαθεί της λέω
και μου πετάει ένα σχοινί από μακριά, ξανθά μαλλιά,
μα όταν το αρπάζω,
με σκουντάει με μια τρίαινα
και ξαναπέφτω στην απόλυτη απελπισία.
Παρασύρομαι έτσι για πολύ,
ώσπου βρίσκομαι στην κρεβατοκάμαρά σου.
Εισπνέω το άρωμα του ύπνου σου,
ένα συνδυασμό παιδικής πούδρας και αμυγδαλέλαιου,
προσπαθώντας να μη σε ξυπνήσω καθώς ανασαίνω βαθιά,
μα ανοίγεις τα μάτια σου
και με κυριεύει η ανάγκη να ομολογήσω
όλα αυτά που έχω κρατήσει μυστικά,
μα δεν μπορώ να θυμηθώ ποια είναι,
έτσι ξεκινώ ανούσια κουβέντα.
Τελειοποίησα, σου λέω, την τέχνη να φαίνομαι κανονικός,
μα εσύ δεν αποκρίνεσαι.
Είναι που δεν με αναγνωρίζεις, συνεχίζω,
ικανοποιημένος με τον ήχο της ίδιας μου της φωνής,
κι ας είναι γεμάτη ανησυχία
και μια ψυχρή οικειότητα,
που μοιάζει να αυξάνει
με κάθε ανάσα μου.
«Αναστήθηκα μόνο για σένα», λέω τελικά
κι αυτό δείχνει να σε συγκινεί,
καθώς ένα δάκρυ γλιστρά στο μάγουλό σου
και ψάχνει καταφύγιο κάτω απ' το σεντόνι,
που είναι τραβηγμένο ως το σαγόνι σου,
σαν να μπορεί να με εμποδίσει να πλησιάσω πιο πολύ.
Δεν έκλαψες για μένα με πράσινο τσάι και κέικ παπαρουνόσπορου;
Δεν πήγες για προσκύνημα στους βοτανικούς κήπους
και κάθισες και διαλογίστηκες για τη μοίρα μου,
σαν να μπορούσες να βγάλεις νόημα για τη δική σου ζωή
καλώντας τη δική μου, ή μήπως κάνω λάθος;
Αγάπησα το πώς κοίταζες τις φωτογραφίες μου, λέω,
και τα αμέτρητα πλάνα μου σε φιλμ
καθώς ζούσα μια ζωή σε δημόσια θέα,
σαν να μην ήξερα ότι με έβλεπαν.
Αγαπημένη μου, θα κάνω τα πάντα, ψιθυρίζω,
καθώς παίρνω το χέρι σου
και το πιέζω πάνω στη στύση μου.
Επιτέλους, δείχνεις να ξυπνάς
απ' τον μαγεμένο σου ύπνο,
τραβάς με βία το χέρι σου απ' το δικό μου,
και ρωτάς, «Πώς ντύνεσαι έτσι;»
Είναι τρόπος αυτός να μιλάς στον πρίγκιπά σου;
Το παραδέχομαι πως δεν φορώ Αρμάνι,
μα τι νόημα έχει αυτό τώρα;
Με ρωτάς αν μπορώ να αποδείξω ότι είμαι αυτός που λέω.
Δεν μπορείς να πιστέψεις ότι θα εμφανιζόμουν σε σένα
φορώντας λευκό παντελόνι, λευκό ξεκούμπωτο πουκάμισο
με τα μανίκια σηκωμένα,
τα πόδια μου γυμνά, τα νύχια μου βαμμένα βαθυκόκκινα.
Γυρίζω το κεφάλι μου στο πλάι.
Δες. Ο θάνατος μονάχα βελτίωσε την ομορφιά μου.
Είμαι ακόμα ο John.
Εξακολουθώ να ζω στα όνειρά σου,
το ίδιο καυλωμένος και συνηθισμένος σαν τον καθένα στο πρώτο ραντεβού,
που τίποτα σωστό ούτε να πει ούτε να κάνει μπορεί,
αλλά νιώθει ότι πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί.
Δεν το βρίσκεις διασκεδαστικό.
Νομίζεις ότι μπορείς να τα καταφέρεις καλύτερα
κι εγώ βυθίζομαι σε μια λακκούβα με αλμυρό νερό,
καθώς επιτέλους ενδίδεις και λες το όνομά μου.
Είναι πολύ αργά. Ήρθα κι έφυγα
την ίδια τη στιγμή που συνειδητοποίησες
πως θα κατακτούσες το έπαθλο μόνο για να τον χάσεις
καθώς αυτός γλίστρησε ανάμεσα στους μηρούς σου,
δεν μπόρεσε να εισχωρήσει στο σφραγισμένο τοπίο,
εκεί που η διασημότητα κατασκευάζει μια εναλλακτική πραγματικότητα.
Εκεί η πραγματικότητα και η μυθοπλασία ξαπλώνουν
η μία πάνω στην άλλη και γαμιούνται μανιασμένα,
όταν η μία παραδίδεται άνευ όρων,
η άλλη πεθαίνει.


(από τη συλλογή Τρόμος, 2003) 


Η εξομολόγηση του ιερέα

(απόσπασμα)


Τραβώ το χοντρό σχοινί
από τη δοκό της σκεπής
και το τυλίγω.


Σκέφτηκα πως θα το χρησιμοποιούσα σήμερα,
ότι θα πετούσα κλωτσώντας το κεντημένο σκαμνάκι
και θα αιωρούμουν πάνω από το προαύλιο της εκκλησίας
σαν να ήταν η μπλε και κουρασμένη Γη
ότι καθώς θα πετούσα στο διάστημα
θα έχανα το δέρμα, τα οστά μου
στον ήχο μιας καμπάνας
που θα χτυπούσε στον άδειο ουρανό.


Η φωνή σου, Κύριε.
Αντί γι' αυτό, ακούω το γέλιο της Rosamund,
κάποιες φορές τις κραυγές της,
και πίσω από αυτές, το όνομά μου,
να με καλεί από τις ρίζες των δέντρων,
των λουλουδιών, των φυτών,
από τον αφαλό του Εωσφόρου
από όπου όλα τα ζωντανά
αναπτύσσονται και ανεβαίνουν προς εσένα
ένα ταξίδι όχι προς το σπίτι,
όχι πίσω στην πηγή των πραγμάτων,
αλλά μακριά από αυτήν,
προς ένα σκληρό, φως καθαρμού
που δεν κρατά τίποτα ακέραιο –
καθώς τα γλυκά και σκοτεινά μου Κύριε ελέησον
έγιναν κρασί από νερό
και σε ήπια.
Σε νυμφεύτηκα
όχι με το ατελές σώμα μου
αλλά με την τέλεια ψυχή μου.
Κι όμως, ξέρω πως θα σκαρφάλωνα
μέχρι τους εφτά ουρανούς
και θα τους έβρισκα όλους αδειανούς.
Σκύβω από το καμπαναριό.
Είναι σούρουπο·
η καταχνιά αρχίζει να κάνει σταχτί τον ουρανό.
Η Rosamund έχει πάει μέσα
να με περιμένει.
Έχει λύσει τα μαλλιά της
και ξεκούμπωσε την μπλούζα της
έτσι όπως μου αρέσει,
ετοίμασε το τραπέζι,
και προσευχήθηκε,
όπως εγώ –
μία νύχτα ακόμη.
Βραστό αρνί, βούτυρο αλατισμένο.
Είμαι το σκληρό, μαύρο ψωμί, πάνω στο νερό.
Κύριε, έλα να περπατήσεις μαζί μου.
(από τη συλλογή Αμαρτία, 1986)


Άι Ογκάουα, Τα Αιρετικά Παραμύθια, μετάφραση: Βαγγέλης Αλεξόπουλος, Διώνη Δημητριάδου, εκδόσεις Βακχικόν, Ποίηση απ' όλο τον κόσμο, 2020.

Πηγή: https://www.culturebook.gr/

Πέμπτη 17 Αυγούστου 2023

Ai Ogawa - [άτιτλο]



Χτες το βράδυ ονειρεύτηκα την Αμερική.
Ήταν η βραδιά της αποφοίτησης.
Ξάπλωσε κάτω από τις περιστρεφόμενες σφαίρες
της αυτοσχέδιας μουσικής σκηνής
με το φθαρμένο φόρεμά της
και τα ψηλοτάκουνα,
η γαρδένια
καρφιτσωμένη στη μέση της
ήταν καφετιά και μαραμένη.
Τι αξίζει, φώναξε,
αυτή η περήφανη γη των πρώτων αποίκων;
Όσο η αγάπη, απάντησα. Περισσότερο.
Οι μπάλες περιστρέφονταν.
Ποτέ δεν κέρδισα τίποτα, είπα,
έχασα χρόνο και εραστές, χρόνια
αλλά εσείς μοβ βουνά,
εσείς χρυσοκίτρινα κύματα των σιτηρών,
σ΄εμένα ανήκετε
όσο κι εγώ σε σας.
Αναστέναξε,
η μπάντα έπαιζε,
το δέρμα γλίστρησε από τα οστά της.
Μετά το δωμάτιο έγινε μαύρο και ξύπνησα.
Θέλω τη ζωή μου πίσω,
τις υπέρμετρα διαγείς ημέρες
τις νύχτες που μύριζαν οργή
αλλά έχει χαθεί.
Εάν μπορούσα να μετατοπίσω το σώμα μου
τόσο αδύναμο τώρα,
θα ξάπλωνα μπρούμυτα σε αυτό το κρεβάτι νοσοκομείου
σ΄αυτό το παγωμένο νερό που το λένε ποταμό Ohio.
Θα επέπλεα πάνω από όλες τις θλιμμένες πόλεις
πάνω απ΄όλους τους ονειροπόλους στην ακτή
με τα απλωμένα χέρια τους.
Θα άντεχα εγώ θα άντεχα,
μέχρι που το βάρος,
μέχρι που το φριχτό τεράστιο βάρος
να αποσχιστεί από πάνω μου,
να βυθιστεί στον πάτο και να μείνει εκεί.
Μετά θα σηκωνόμουν όπως ο Λάζαρος
και με τα πόδια θα διέσχιζα το νερό επιστρέφοντας σπίτι-

Τα αιρετικά παραμύθια
, Άι Ογκάουα
μτφ. Βαγγέλης Αλεξόπουλος-Διώνη Δημητριάδου

Τετάρτη 16 Αυγούστου 2023

Ai Ogawa - Αρχάγγελος

 (για τον Chet Baker)

Πέρασες μέσα
από την μπλε κουρτίνα του Van Gogh
και μπήκες μες στα όνειρά μου.
Εκείνη τη μέρα στο Παρίσι
καθίσαμε στο υπαίθριο café για ώρες.
Ήταν τα στήθη μου στητά
το φόρεμά μου με βαθύ ντεκολτέ.
Έγειρες κοντά μου, τόσο κοντά·
κι όμως, δεν με άγγιξες.
«Δεν το ’χω ανάγκη», είπες, «είναι η ντόπα,
είναι η έξαρση
τόσο πιο πάνω απ’ τη λαχτάρα.
Ησύχασε, πάρε βαθιά αναπνοή
και θα κοιμηθείς όπως κι εγώ».
Ήξερα πως με ξεγελούσες,
πως πίσω από τη φιλοσοφία του χίπστερ
κρυβόταν ο παλιός καλός Chet έτοιμος να πετύχει τον στόχο.
Ωστόσο, σου δάνεισα χρήματα, και σε ακολούθησα
στα ουρητήρια,
εκεί που ο Lucien σου ’δωσε το σκονάκι.
Κουνώντας το κεφάλι τσέπωσε τα χρήματα και είπε
«άκουσα πως ήσουν νεκρός»
κι εσύ απάντησες «είμαι».
Έτσι είπες όταν έσκασες πάνω στο οδόστρωμα,
φλιπαρισμένος στο Άμστερνταμ, μετά γύρισες πάλι στην
απάθεια,
όπως κάνουμε όλοι, σαν ξεμπερδέψουμε
με την ανοησία της ζωής.
Τελείωσες μοιραζόμενος τα έργα σου με μια πόρνη
που περίμενε έξω από τα ουρητήρια,
η γενναιοδωρία σου τόσο θλιβερή
όσο και προβλέψιμη.
Την αγιοσύνη γύρευες όπως και κάθε άλλος.
Αντί γι’ αυτήν, κέρδισες τα φτερά
που ήταν πολύ αργά πια για να σε σώσουν,
αλλά όχι τόσο αργά για να σε ανεβάσουν
στον ουρανό της πρέζας.
Αργότερα, σταθήκαμε στα σκαλιά της Notre dame.
Ήσουν ήρεμος, καθώς έδειχνες το καμπαναριό.
Είπες πως είδες τον Quasimodo πάνω εκεί,
να κρατάει την Esmeralda από τα μαλλιά,
πάνω από το χείλος,
μα το μόνο που είδα κοιτώντας κάτω ήταν
οι τερατόμορφες υδρορροές
γαλήνιες πια
μια που τίποτα δεν σήμαινε γι’ αυτές.
«Βλέπω», είπα ψέματα για να σε ευχαριστήσω
μα το κατάλαβες και μου έσκασες ένα φιλί.
Μου ευχήθηκες “bonne chance”,
μετά αφέθηκες γαλήνια στην πτήση σου
καθώς η ήρεμη, τζαζ, έναστρη νύχτα
άνοιξε την αγκαλιά της να σε πάρει πίσω πάλι.

Πηγή: Άι Ογκάουα, Τα αιρετικά παραμύθια, μετάφραση: Βαγγέλης Αλεξόπουλος, Διώνη Δημητριάδου, εκδόσεις Βακχικόν.

Τετάρτη 7 Ιουνίου 2023

Langston Hughes - Νυχτερινή κηδεία στο Χάρλεμ


Νυχτερινή κηδεία
Στο Χάρλεμ:
Που βρήκαν
Τις δύο λιμουζίνες;
Ο ασφαλιστής, δεν πλήρωσε --
Η ασφάλειά του είχε λήξει την προηγουμένη –
Είχανε μολαταύτα ένα φέρετρο
Ντυμένο με σατέν ν’ ακουμπήσει το κεφάλι του.
Νυχτερινή κηδεία
Στο Χάρλεμ:
Ποιος είχε στείλει
Το λουλούδινο στεφάνι;
Κι ύστερα ήρθαν λουλούδια
Απ’ του φτωχού παιδιού τους κολλητούς –
Ήθελαν κι εκείνοι λουλούδια,
Όταν τους θάψουνε κι αυτούς.
Νυχτερινή κηδεία
Στο Χάρλεμ:
Ποιος διάβασε αυτό
Το μαύρο παιδί στον τάφο του;
Ένας γέροντας παπάς
Λειτούργησε το παιδί –
Χρέωσε πέντε δολάρια γι’ αμοιβή του
Που τα πλήρωσε η καλή του.
Νυχτερινή κηδεία
Στο Χάρλεμ:
Όταν όλα τέλειωσαν
Κι έκλεισε πάνω απ’ το κεφάλι του το καπάκι
κι έπαψε να παίζει το όργανο
κι έψαλλαν τις τελευταίες προσευχές
Τον έβγαλαν έξω
έξη νεκροπομποί
Η μακριά μαύρη νεκροφόρα ξεμάκρυνε,
Στη Λεωφόρο Λένοξ
Έλαμπε σαν δάκρυ
Στη γωνία
Το φως του φανοστάτη –
Τ’ αγόρι αυτό που πενθούσαν
Ήταν τόσο αγαπητό, τόσο αγαπητό

Μετάφραση: Κωνσταντίνος Ζαννής

Πέμπτη 9 Μαρτίου 2023

Lucille Clifton - Φόρος τιμής στους γοφούς μου



αυτοί οι γοφοί είναι μεγάλοι γοφοί.
χρειάζονται χώρο
να κινούνται ολόγυρα.
δεν χωρούν σε μικρά
μίζερα μέρη. αυτοί οι γοφοί
είναι ελεύθεροι γοφοί.
δεν θέλουν να τους περιορίζουν.
αυτοί οι γοφοί δεν έχουν υποδουλωθεί ποτέ,
πηγαίνουν όπου θέλουν να παν,
κάνουν ό,τι θέλουν να κάνουν.
αυτοί οι γοφοί είναι δυνατοί γοφοί.
τους έχω γνωρίσει
να κάνουν μάγια σε έναν άντρα και
να τον περιστρέφουν σαν σβούρα.

απόδοση: Χλόη Κουτσουμπέλη

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2022

Maya Angelou - Τρία Ποιήματα

 Είναι η αγάπη

Μαίες και σάβανα
γνωρίζουν πως το να γεννάς είναι σκληρό
το να πεθαίνεις τιποτένιο
και το να ζεις μια δοκιμή ανάμεσό τους.

Γιατί ταξιδεύουμε, παραμιλώντας
όμοια με φήμες μεταξύ των αστεριών;
Είναι κάποια διάσταση χαμένη;
Είναι η αγάπη;


Is Love

Midwives and winding sheets
know birthing is hard
and dying is mean
and living's a trial in between.

Why do we journey, muttering
like rumors among the stars?
Is a dimension lost?
Is it love?


*



Πρελούδιο αποχωρισμού

Πλάι σου, μπρούμυτα,
το γυμνό μου δέρμα ψέγει
το άγγιγμα.
Και όμως είσαι εσύ
που αποτραβιέσαι.
Η σιωπηρή αλήθεια είναι:
ο φρικτός φόβος της απώλειας
δεν αρκεί
ώστε μια αγάπη σε φυγή
να παραμείνει. 


Prelude to a Parting

Beside you, prone,
my naked skin finds
fault in touching.
Yet it is you
who draws away.
The tacit fact is:
the awful fear of losing
is not enough to cause
a fleeing love
to stay.


*



Ανάρρωση
                   για τον Dugald

Ένας τελευταίος έρωτας,
κατά το πέρας του αρμοστός,
οφείλει τα φτερά να ψαλιδίζει,
περαιτέρω πτήσεις εμποδίζοντας.

Αλλά εγώ, τώρα,
απαλλαγμένη από τη σύγχυση αυτή,
αιωρούμαι
και σπεύδω προς το φως.


Recovery

               for Dugald

A last love,
proper in conclusion,
should snip the wings,
forbidding further flight.

But I, now,
reft of that confusion,
am lifted up
and speeding toward the light.



Μετάφραση: Χρύσα Παπαδημητρίου

Πηγή: 

Angelou, Μ. (2015). The Complete Poetry, New York: Random House.

Το ποίημα «Is Love», προέρχεται από τη συλλογή I shall not be moved.

Τα ποιήματα «Recovery» και «Prelude to a Parting» προέρχονται από τη συλλογή Shaker, why don't you sing?


Αναδημοσίευση από: https://www.culturebook.gr/metafraseis/maya-angelou-tria-poihmata-metafrasi-chryssa-papadimitriou.html?fbclid=IwAR1bV04xpmwMqyQd65gvz2n6pLSxlRcS1mBf6u7_gg_MhHRBi95sEvHb7Jg

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2022

Maya Angelou - Γυναικεία εργασία

 

Έχω να προσέχω τα παιδιά

Ν' απλώσω τα ρούχα

Να σφουγγαρίσω το πάτωμα

Να ψωνίσω για φαγητό

Να τηγανίσω μετά το κοτόπουλο

Να σκουπίσω το μωρό

 

Έχω παρέα να ταΐσω

Τον κήπο να ξεχορταριάσω

Έχω πουκάμισα να σιδερώσω

Να ντύσω τα κουτσούβελα

Την κονσέρβα ν' ανοίξω

 

Έχω να καθαρίσω τούτη την καλύβα

Μετά να φροντίσω για τους ασθενείς

Το βαμβάκι ύστερα να μαζέψω.

 

Λάμψε πάνω μου, ηλιαχτίδα

Βρέξε πάνω μου, βροχή

Ριχτείτε πάνω μου απαλά, δροσοσταλίδες

και δροσίστε πάλι το μέτωπό μου.

 

Καταιγίδα, πάρε με από 'δω

Με τον αγριεμένο σου άνεμο

Άσε με να αιωρηθώ στον ουρανό

Ώσπου να μπορώ ξανά ν' αναπαυθώ.

 

Ριχτείτε απαλά, χιονονιφάδες

Καλύψτε με με λευκά

παγωμένα φιλιά και

Αφήστε με ν' αναπαυθώ απόψε.

 

Ήλιε, βροχή, κυρτέ ουρανέ,

Βουνό, ωκεανοί, φύλλο και πέτρα

Αστέρι λάμψε, σελήνη φέξε

Είστε ό,τι μπορώ να αποκαλέσω δικά μου.

 

μετάφραση: Μαρία Κατσοπούλου. 

Αντλήθηκε από τον ιστότοπο https://homouniversalisgr.blogspot.com/2020/05/blog-post_70.html

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2022

Maya Angelou - Μα Eγώ Σηκώνομαι

Μπορείς στην Ιστορία να με διασύρεις

Με το στρεβλό σου ψέμα το πικρό

Στη λάσπη μέσα ίσως να με σύρεις

Αλλά σαν σκόνη εγώ θα σηκωθώ


Που αναπηδώ γιατί σε αναστατώνει;

Γιατί η κατήφεια τόσο σε στοιχειώνει;

Που περπατώ καμαρωτά σαν να κατείχα

Πετρελαιοπηγές μες στο σαλόνι


Ακριβώς σαν τα φεγγάρια και τους ήλιους

Με της παλίρροιας το σίγουρο ρυθμό

Σαν τις πιο αισιόδοξες ελπίδες

Και πάλι εγώ θα σηκωθώ


Θέλεις να με βλέπεις τσακισμένη;

Σκυφτό κεφάλι χαμηλωμένο βλέμμα

Από το κλαψούρισμα εξασθενημένη

Με ώμους πεσμένους σαν δάκρυα χυμένα


Η αγέρωχή μου στάση σε προσβάλλει;

Μην αφήνεις να σου τρώει την ψυχή

Που εγώ γελώ σαν να κατείχα

Χρυσωρυχεία στην πίσω την αυλή


Μπορείς να με πυροβολήσεις με τα λόγια

Να είναι το βλέμμα σου μαχαίρι κοφτερό

Μπορείς να με δολοφονήσεις με το μίσος

Μα σαν αέρας εγώ θα σηκωθώ


Σε ξαφνιάζει ο γυναικείος ερωτισμός μου;

Σ’ αναστατώνει ολοένα βαθμηδόν

Που χορεύω διαμάντια σαν να είχα

Ψηλά στο σμίξιμο των δύο μου καλτσών


Μες απ’ τα καλύβια της ντροπής της Ιστορίας

Σηκώνομαι

Από ένα παρελθόν εδραιωμένης δυστυχίας

Σηκώνομαι

Είμαι μαύρος ωκεανός με πλάτη και μυστήρια

Ξεχύνομαι φουσκώνω αντέχω την παλίρροια


Πίσω μου αφήνοντας νύχτες αντάρας φοβέρας

Σηκώνομαι

Σε μια χαραυγή διαυγούς θαυμάσιας μέρας

Σηκώνομαι

Φέρνοντας τα προγονικά που μου έδωσαν δώρα

Είμαι του σκλάβου το όνειρο η ελπίδα η ώρα

Σηκώνομαι

Σηκώνομαι

Σηκώνομαι

Σηκώνομαι


μτφρ.: Εύη Βουλγαράκη

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2022

Langson Hughes-Kαι εγώ



Τραγουδώ και εγώ την Αμερική.
Είμαι ο πιο μελαψός αδερφός.
Με στέλνουν να φάω στην κουζίνα
Σαν έρθει παρέα.
Αλλά γελάω
και τρώω καλά
και δυναμώνω.


Αύριο,
Θα καθίσω στο τραπέζι
Όταν η παρέα φτάσει.
Κανείς δε θα τολμήσει
Να μου πει:
‘Τρώγε στην κουζίνα’,
Τότε.


Άλλωστε,
θα δουν πόσο όμορφος είμαι
και θα ντραπούν
Είμαι, και εγώ, η Αμερική.

Μετάφραση: Γεώργιος  Ν. Σχρετσανίτης

Lanhgston Ηughes-Πέντε Ποιήματα

Για το πορτραίτο νεαρού Αφρικανού

Όλα τα τάμ-τάμ της ζούγκλας
χτυπούν μέσα στο αίμα μου.
Όλα τ’ άγρια και φλογερά φεγγάρια
της Αφρικής
λάμπουν μέσα στα βάθη
της ψυχής μου.
Φοβούμαι αυτόν τον πολιτισμό,
τον τόσο σκληρό,
τον τόσο δυνατό,
τον τόσο κρύο.

 (μετ.Δημήτρη Σταύρου)

Ο μαύρος αδελφός

Είμαι ο μαύρος αδελφός.
Όταν έχουμε επισκέψεις
με στέλνουν να φάω στην κουζίνα,
μα εγώ γελώ,
τρώω γερά
και δυναμώνω.

Αύριο
θα καθίσω κι εγώ στο τραπέζι
όταν θα έχουμε επισκέψεις.
Κανείς δεν θα τολμήσει
να μου πει
«πάνε να φας στην κουζίνα».

Άλλωστε
θα δούνε πόσο όμορφος είμαι
και θα ντραπούν.
 (μετ. Ντίνος Χριστιανόπουλος)


Φοβισμένοι

Κλαίουμε
ανάμεσα στους ουρανοξύστες,
όπως θρηνούσαν οι πρόγονοί μας
ανάμεσα στα φοινικόδεντρα
της Αφρικής.
Γιατί είμαστε μόνοι ,
είναι νύχτα
και φοβόμαστε.

 (μετ. Δημήτρης Σταύρου)


Σημείωμα αυτοκτονίας

Το ήσυχο,
Κρύο πρόσωπο του ποταμού
Ένα φιλί μου ζήτησε.

μετ. Λέων Καραπαναγιώτης


Ο νέγρος μιλεί για ποταμούς


Γνώρισα ποταμούς:
Γνώρισα ποταμούς παλιούς σαν τον κόσμο,
και πιο παλιούς από τη ροή ανθρώπινου αίματος
σε ανθρώπινες φλέβες.


Η ψυχή μου έγινε βαθιά σαν τους ποταμούς


Λούστηκα στον Ευφράτη όταν οι αυγές ήταν νέες.
Έχτισα το καλύβι μου κοντά στον ποταμό Κόγγο,
κι αυτός με νανούρισε να κοιμηθώ.
Αγνάντεψα το Νείλο κ’ έχτισα τις πυραμίδες πάνωθέ του.
Άκουσα το τραγούδι του Μισισιπή,
τότε που ο Αβραάμ Λίνκολν πήγε πέρα στη Νέα Ορλεάνη
και είδα το λασπερό στήθος του ποταμού
να γυρίζει σε χρυσαφί κατά το ηλιόγερμα.


Γνώρισα ποταμούς:
Παλιούς, λασπερούς ποταμούς.
Η ψυχή μου έγινε βαθιά σαν τους ποταμούς.
 
(μετ. Δημήτρης Σταύρου)

Πηγή: https://lesxianagnosismaroussi.blogspot.com/2018/08/blog-post_10.html

Countee Cullen-Tρία Ποιήματα

Περιστατικό

Μια φορά πηγαίνοντας στην Παλαιά Βαλτιμόρη
με κεφάτο κεφάλι, κεφάτη καρδιά
είδα ένα Βαλτιμοριανό
μ’ επιμονή να με κοιτά.

Ήμουν λοιπόν οχτώ χρονώ, πολύ μικρός,
κι αυτός δεν ήταν ούτε στάλα πιο μεγάλος,
κι έτσι του σκάζω ένα χαμόγελο,
μα μού ’βγαλε τη γλώσσα
φωνάζοντάς με «Νίγκαρ».


Ολάκερη τη Βαλτιμόρη γύρισα
από το Μάη μήνα ως το Δεκέμβρη.
Μα απ’ όσα συνέβηκαν εκεί
μονάχα αυτό μου μένει.

(απόδοση Αντώνης Μαρτάλης)

Μιλά ο Σίμων ο Κυρηναίος 

Μαζί μου ποτέ δεν είχε μιλήσει
Κι όμως μ’ εκάλεσε με τ’ όνομά μου.
Ποτέ δε μου ‘ γνεψε, ποτέ,
Όμως κατάλαβα και πήγα.

Ω, δε θα φορτωθώ, ειπ’ αμέσως,
Στην πλάτη μου γω το σταυρό του
Αυτός ζητά να μου τη σκάσει
Γιατ’ είναι το πετσί μου μαύρο.
Αλλά για ένα όνειρο πήγαινε να πεθάνει
Κι’ ήταν τόσο γαλήνιος και πράος,
Στα μάτια του γλυκόλαμπε ένα φως,
Που οι άνθρωποι ζητώντας το πεζοπορούνε χρόνια.

Και τη συμπόνια μου εκέρδισε έτσι,
Κι’ έκανα εγώ, για το Χριστό και μόνο,
Κείνο που η Ρώμη ολάκερη δεν πέτυχε από μένα
Με το μαστίγιο τη φωτιά, την πέτρα.
(μετ. Ρίτα Μπούμη-Παπά)


Αφρική

Τι είναι για μένα η Αφρική;
Ήλιος από χαλκό, θάλασσα από κοράλι
Άστρο του δάσους.
Αθλητές μπρούντζινοι, βασιλικές γυναίκες μαύρες
Που απ’ τους γοφούς τους κι εγώ βλάστησα
Σαν έψαλλαν του παραδείσου τα πουλιά.

Έτσι αραδιάζω ψέματα εγώ, που πάντα ακούω
Μεγάλα τύμπανα μες στον αιθέρα να κροτούν
Που πάντα ακούω
Όσο τα’ αφτιά μου κι αν πιέζω, όσο
Κι αν τα βουλώνω με τα δάχτυλά μου.

Αγαπημένε πόνε, που χαρά σ’ ακολουθάει πάντα,
Αυτή ‘ναι η σάρκα μου, το σκοτεινό μου δέρμα
Που κλείνει μέσα το βαθύ και φλογερό μου αίμα.

Η Αφρική; Βιβλίο που, έτσι στην τύχη, ξεφυλλίζω
Κι αφηρημένα, ώσπου νάρθει ο ύπνος.
Ξεχάστηκαν ο νυχτερίδες της
Που κυκλικά πετούν στη νύχτα
Οι αίλουροί της
Κουλουριασμένοι ανάμεσα στου ποταμού τους καλαμιώνες.

(μετ. Ρίτα Μπούμη-Παπά)

Πηγή: https://lesxianagnosismaroussi.blogspot.com/2018/08/blog-post_10.html