Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 3.6. Domenica. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 3.6. Domenica. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2024

Domenica - αχρηστα ρολογια


 Πέρασε η ώρα μα δεν φάνηκες

Άχρηστα ρολόγια  που μου χάριζες

Πέρασε η ώρα πέρασες κι εσύ

Πουλάκι που τρομάζει πριν έρθει η βροχή


Άχρηστα τραγούδια που μαράθηκαν

Άχρηστα ρολόγια που σταμάτησαν

Άχρηστα τραγούδια που μαράθηκαν

Άχρηστα ρολόγια που σταμάτησαν


Πέρασε η ώρα μα δεν φάνηκες

Άχρηστα ρολόγια  που μου χάριζες

Πέρασε η ώρα πέρασες κι εσύ

Πουλάκι του χειμώνα μες' την άνοιξη


Άχρηστα τραγούδια που μαράθηκαν

Άχρηστα ρολόγια που σταμάτησαν

Άχρηστα τραγούδια που μαράθηκαν

Άχρηστα ρολόγια που σταμάτησαν

Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2023

Ναπολέων Λαπαθιώτης - Η φωνή


Μέσα στο κάθε μου τραγούδι ,

που μοιάζει πάντα να πονεί,

κι είναι σαν άρρωστο λουλούδι,

– σαλεύει πάντα μια φωνή,


φωνή που αν φαίνεται έτσι ξένη

κι έτσι κλεισμένη στη χαρά,

μα σ’ όλα τα μεγάλα μπαίνει,

με τα μικρά της τα φτερά,


και σ’ όλα, γύρω, βρίσκει ταίρι,

και μ’ όλα τ’ άφθαστα μιλεί,

κι όλα τα ανείπωτα τα ξέρει

– κι ας είναι τόσο χαμηλή …


Κι αν, όμως, σ’ όλα βρίσκει ταίρι,

κι όλα τα βλέπει καθαρά,

μοιάζει καλύτερα να ξέρει

τον πόνο, παρά τη χαρά …


Μέσα στο κάθε μου τραγούδι,

Που μοιάζει πάντα να πονεί

– σαν το χυμό μες στο λουλούδι,

σαλεύει πάντα μια φωνή,


που ανίσως και το ζωντανεύει,

σαν το χυμό του λουλουδιού,

θαρρείς και δεν μπορεί ν’ ανέβει,

σα να’ ναι ανήμπορου παιδιού …


Γιατ’ είμαστε σαν κάποια ρόδα,

πεσμένα μες στην παγωνιά,

– ρόδα, που τά’ λιωσε μια ρόδα,

καθώς περνούσε στη γωνιά,


που αν και κομμένα, κι όλο χώμα,

και κυλισμένα καταγής,

δεν ξέρω τι θυμίζει ακόμα,

πως ήταν άνθη της αυγής …


(Γραμμένο στις 23.5.1935, σύμφωνα με το χειρόγραφο, που προσθέτει ότι ήταν σχεδόν έτοιμο από πολύ καιρό. Δημοσιεύτηκε τον ίδιο χρόνο στη Νέα Εστία και συμπεριλήφθηκε στην έκδοση του 1939.)



Domenica - Η φωνή

Πέμπτη 18 Απριλίου 2019

Μήτσος Παπανικολάου -Μέσα στη βουή του δρόμου

Μέσα στη βουή του δρόμου
ήταν να βρω το όνειρό μου,
να το βρω και να το χάσω
κι ούτε πια που θα το φτάσω.

Μια στιγμή πέρασε μπρος μου
κι ήταν η χαρά του κόσμου,
η χαρά που μας ματώνει
σαν οι πιο μεγάλοι πόνοι.

Πέρασε όπως περνούνε
όσα δε θα ξαναρθούνε—
πουλιά που 'χουν φτερουγίσει
σύννεφα μέσα στη δύση.

Κι άφησε στο πέρασμά του
—πέρασμα ζωής, θανάτου—
στην καρδιά μου σα σφραγίδα
ω την πεθαμένη ελπίδα.

Μιαν ελπίδα πεθαμένη
που μας ζει και μας πεθαίνει
κι όλο μας τραβάει δω κάτου
ώς την πόρτα του θανάτου.

Όνειρο γλυκό και ξένο
και παντοτινά χαμένο,
σε κρατώ στο νου μου ακόμα
σαν τριαντάφυλλο στο στόμα.

Όταν πέρασες με πήρες
κι όλες μου άνοιξες τις θύρες
με το μαγικό κλειδί σου
του χαμένου παραδείσου.

[πηγή: Η Χαμηλή Φωνή. Τα λυρικά μιας περασμένης εποχής στους παλιούς ρυθμούς, ανθολ. Μανόλης Αναγνωστάκης, Νεφέλη, Αθήνα 1990, σ. 174-175]


Αποτέλεσμα εικόνας για μητσος παπανικολαου
                                          Μήτσος Παπανικολάου (Ὕδρα 1900-Πειραιάς 1943)


                                            Domenica-Μέσα στη ζωή του δρόμου