Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Καραβασίλης Γιώργος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Καραβασίλης Γιώργος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2025

Γιώργος Κ. Καραβασίλης -Εννιά μικρές στιγμές για το νησί που χάθηκε [V]

Ωραία Πειρώ, 
Θα πάρεις τη μικρή Ρενάτα στο ποτάμι. 
Στόμα με στόμα αλλάζετε σταφύλια,
Κρυφά φιλιά μιλούν τα χείλια, 
Αγάπες, σώματα χλωρά.
Αφήστε κάθε δισταγμό, κατακλιθείτε,
Και σεις κεριά της ραχοκοκαλιάς 
Ανάψτε, σβήστε, πάλι ανάφτε.
Εμπρός. Τα χέρια πλέκουν. Γέρνουν. 
Σαν τον κισσό που αγκαλιάζει τη συκιά
Τα δυο κορμιά θα γίνουν ένα.

Από τη συλλογή: Τα μυστικά δωμάτια του Πύργου, συγκεντρωτική έκδοση: Γιώργος Καραβασίλης, Ποιήσεις 1963-2003, εκδ. Γαβριηλίδης.


Πηγή : Andro.gr [ https://www.andro.gr/empneusi/top-5-poets-for-women/ ]

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Γιώργος Κ. Καραβασίλης - Ιντερμέτζο


Κι ήρθες ξανά κορμί

με σάρκα θάλασσας που ανθίζει τον Σεπτέμβρη,

γεύση-κρασί ψημένο στο βοριά

κι ευώδιαζες πρωτόβγαλτο ψωμί

από καινούργιο στάρι,

μαγιάτικη δροσιά

σαν στάζει στο χορτάρι

κάθε σου μίλημα και χάδι και φιλί.


Υπέρ των μουσών, Εκδόσεις Γνώση, 1990.


Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

Γιώργος Καραβασίλης - Τρία ποιήματα

ΓΙΑ ΣΕ, ΠΟΥ ΞΕΚΟΨΕΣ ΑΠ’ ΤΟ ΠΛΕΥΡΟ ΤΟΥ ΜΕΛΙΣΣΙΟΥ


Για σε, που ξέκοψες απ’ το πλευρό του μελισσιού

Και ήρθες να μεθύσεις στο φιλί μου

Θ’ αλλάξω τα μάτια μου.

Για σένα, βέλασμα της ακατοίκητης αυγής,

Με βλέμμα νεκρού αγαπημένου θα φορτίσω τα μάτια μου.

Του πρώτου κόσμου έμβρυο που κούρνιασες στο στέρνο μου,

Θ’ ανεβώ την ηλικία της άγνοιας και της σοφίας

Τα μάτια σου ν’ ανοίξω, το σώμα σου να χτίσω.

Δροσιά μαντηλιού σ’ ετοιμοθάνατο,

Ευφροσύνη χιονιού σε θάλλον στήθος να σε πω.

Και σαν στο αίμα σου, του κάλλους οι βυθοί αναβοσβήνουν,

Θα ξεριζώσω αυτά τα μάτια,

Θα ξεκληρίσω τη δυναστεία του πάθους,

Για να μπορώ κι εγώ να στεγαστώ αγάπη μου,

Για να μπορώ κι εγώ ν’ αγαπηθώ.


~*~


ΠΡΩΙ, ΚΟΝΤΑ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ


Όταν περνάς στο νυχτικό της πρωινέ νοτιά 

Η σάρκα της παίρνει τη ρώμη του τοπίου 

Και το μικρό δωμάτιο 

Ο ερωδιός

Κρεμά το βλέμμα της στο σύμπαν.


~*~


ΦΟΥΓΚΑ 


Ας κρατήσεις την ήσυχη νύχτα

Στο μουσικό κρύσταλλο τ' άστρου. 

Τσαμπί το φεγγαρόφωτο ορθώνει 

Τις ρίζες της καρδιάς μας.

Η αγάπη γεννιέται στο χνώτο της γης

Κάτω από τα μουσκεμένα φύλλα. 

Ας κρατήσεις την ήσυχη νύχτα

Κι η γη και τ' άστρα και το φεγγαρόφωτο 

Καρποφορούν φωνήν αγάπης.

Ας κρατήσεις την ήσυχη νύχτα

Κι η αυγή μονάχα να' ρθει να σε κοιμήσει 

Στης ανάσας το ράγισμα. 


Γιώργος Κ. Καραβασίλης, Καλλιέργεια του Αίματος (1970-1984), εκδ. Γνώση, 1984. 

Αναδημοσίευση από: https://vkountzakis.blogspot.com/2019/03/

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2024

Γιώργος Καραβασίλης - [Άτιτλο]

Ένα φιλί – αθώος σεισμός·
Τα φύλλα σιγοφλοίσβησαν,
Αλάφιασε ο κάμπος μόλις.
Ένα φιλί – δροσιάς γλυκός λυγμός.
Ποτέ πιο αλαφρά δεν ράγισαν
Τα μάρμαρα στα μνήματα.


Πηγή: (Από τη συλλογή «Φαγιάντσες», 1982-1984 –συγκεντρωτική έκδοση «Ποιήσεις 1963-2003», εκδ. Γαβριηλίδης, 2004)

Τρίτη 1 Αυγούστου 2023

Γιώργος Καραβασίλης - Ποιήματα

 ΒΡΑΖΕΙ ΤΟ ΑΙΜΑ ΜΟΥ

Βράζει το αίμα μου

Το αίμα μου βράζει

Να μη το ξεχνάτε.

Αν ξεστρατίσει και χαθεί

Δεν το νικά η Άνοιξη

Δεν το νερώνει ο ποταμός

Δεν το βαστά ταʼ αυλάκι

Μονάχα η τριανταφυλλιά

Να το σηκώσει πάνω της

Που χει αγκύλια κοφτερά

Λουλούδια

Από ανθρώπινα σφαχτά

Να το ρουφήξεις μέσα της

Να μεθυστεί, νʼ αντρειωθεί

Το ήλιο να καλέσει

Σʼ αντιμάχημα.


ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΠΟΥ ΞΕΚΟΨΕΣ ΑΠʼ ΤΟ ΠΛΕΥΡΟ ΤΟΥ ΜΕΛΙΣΣΙΟΥ

Για σε, που ξέκοψες απʼ το πλευρό του μελισσιού

Και ήρθες να μεθύσεις στο φιλί μου

Θʼ αλλάξω τα μάτια μου

Για σένα, βέλασμα ης ακατοίκητης αυγής,

Με βλέμμα νεκρού αγαπημένου θα φορτίσω τα μάτια μου

Του πρώτου κόσμου έμβρυο που κούρνιασες στο στέρνο μου

Θα ανέβη την ηλικία της άγνοιας και της σοφίας

Τα μάτια σου νʼ ανοίξω, το σώμα σου να χτίσω

Δροσιά μαντιλιού σʼ ετοιμοθάνατο,

Ευφροσύνη χιονιού σε θάλλον στήθος να σε πω

Και σαν στο αίμα σου, του κάλλους οι βυθοί αναβοσβήνουν

Θα ξεριζώσω αυτά τα μάτια

Θα ξεκληρίσω τη δυναστεία του πάθους

Για να μπορώ κι εγώ να στεγαστώ αγάπη μου

Για να μπορώ κι εγώ να αγαπηθώ.


Ο ΟΡΓΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΡΟΣ

Σαν αθώο ποτάμι

Να ευφραίνει της γης

Με καυτά εφηβαία

Ω σώματα

Που βαθιά σας περιπλανιέμαι

Το Θείο ανάβοντας λάδι

Το πρώτο μου σπέρνοντας πάθος


ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΕΡΩΜΕΝΗ ΜΟΥ

Αιώνες έπινα στον Ύπνο του ίσκιου σου το ρίγος

Και μόλις χτες αθώα γύμνια σε εμβόλισα

Πριν γνωριστήκαμε απ΄ το πριν

Δεν χωριστήκαμε

Εσμίξαμε

Και ξαναγαπηθήκαμε

Μη με λησμόνει.


ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ

Στην ελιά τελείωσε σάρκα

Το πνεύμα βυθίστη

Στη νάρκη του μεσημεριού

Βούλεται να πλαγιάσει.


ΠΡΟΘΑΛΑΜΙΟ


Φίλοι, ας μπω στο πατρικό μου σπίτι
Με το πλακόστρωτο, τα κεραμίδια, τα μοσχάτα.
Του έρωτα η αναμονή είναι πλατιά μεγάλη
Πόσο πιο δω πόσο πιο κει απ’ το όνειρο βρισκόμαστε.
Χρέη αφανισμών που παραγράφονται και στο πλατύσκαλο
Απάνω σε πατημασιές σβησμένες ξεδιπλώνομαι,
Κυλώ στου πόθου μου τη μήτρα.
Δωμάτια με διασταυρούμενα φυλλώματα,
Φιλλύρες άκοπες ακόμα κι απ’ το θάνατο·
Ήλιε, ήλιε που λάμνεις σ’ ορθάνοιχτα παράθυρα
Στην Τρίπολη κοιτάζω την Καστέλλα
Διακόσα τόσα χρόνια που μου περιμένουν τη σπορά,
Ταφές και γέννες λίγο πριν τον έρωτα.
Φίλοι· μιλώ με στόμα αξεδίψαστων νεκρών.
Στους τάπητες και στα κεντήματα θα ντύσω την μορφή μου,
Στην σκόνη, σε παμπάλαιες χειρονομίες, σε πρόσωπα λησμονημένα
Η έξοδος της σάρκας μου προς την ελευθερία,
Εδώ.
Φίλοι, προδοτικοί μου φίλοι, μαρτυρείστε
Σ’ ολόκληρη την οικουμένη
Πόσο πιο δω, πόσο πιο κει απ’ το όνειρο βρισκόμαστε.

ΔΕΚΑΞΙ ΑΧΤΙΔΩΝ ΦΙΛΙΑΤΡΟ

Δεκάξι αχτίδων φιλιατρό

Το στήθος

Ο ήλιος μελετούσε να κατέβει

Της θάλασσας να λύσει την κορδέλα

Στους γοφούς.


Ο ΙΕΡΕΜΙΑΣ ΚΑΙ Η ΝΕΚΡΟΥΠΟΛΗ


Κι αν μου φορτώσετε κατηγορίες φανταστικές

Κι αν βιάσετε το σώμα μου

Ακόμη

Κι αν αλλάξετε το δρόμο της ψυχής μου

Και σας υπηρετώ πιστά

Και συνεργήσω

Σε πόλεμο, ειρήνη, στο ναι, στο ίσως, στο όχι,

Στην τρέλα, στη λεηλασία και στο σκοτωμό

Του Πάουντ, του Νιζίνσκι, και του Μαγιακόφσκι,

Τώρα, που η κραυγή μου με το ρόγχο τους ενώνεται,

Να ξέρετε

Κάποτε στους θεούς σας μπρος ασέλγησα.

Σ' αγάλματα, εικόνες και προφήτες,

Κάποτε σας εμίσησα, σας έφτυσα, σας χτύπησα,

Να γλείψω θέλησα το αίμα σας.

Κάποτε έλιωσα στα δόντια μου

Του ήλιου αλεξικέραυνα τα γυάλινά σας μάτια.


Πηγή: «Καλλιέργεια του αίματος» (1984), συγκεντρωτική έκδοση: Ποιήσεις 1963-2003», Γαβριηλίδης, 2004.


Πηγή: http://www.poiein.gr/



Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2022

Γιώργος Καραβασίλης - Parthenia pastorale



Κρῆσσαί νύ ποτ’ ὦδ’ ἐμμελέως πόδεσσιν
ὤρχηντ’ ἀπάλοισ’ ἀμφ’ ἐρόεντα βῶμον
πόας τέρεν ἄνθος μάλακον μάτεισαι.

Σαπφούς Μελών Η


Πλεξούδες λύνονται, φουστάνια φεύγουν
πάνω στο ήσυχο νερό βεντάλια οι μνήμες
κι ο κάθε κύκλος τυραννά το δέντρο της οδύνης.
Τα πρόσωπα ολοστρόγγυλα, αψήφιστο το στόμα,
η απορία αμίλητη ρολίθι το ρολίθι.
Τα χέρια σμίγουνε στου δάσους το ρυθμό,
τα πόδια ανοίγουνε στης μέρας το σφυγμό,
τα στήθια στίβουνται στο μπράτσο του τοπίου.
Ξανθά, σγουρά μαλλιά το γέρμα γνέθουν·
κραυγή λευκότατη, νανούρισμα βλεφάρων;
Κι' η πεταλούδα πέρασε του ήλιου νεύμα,
απόφαση γυμνότητας, των κύκλων λύση;
Τις ψηλαφά... Α! ναι, τις ψηλαφάει!
Τα σώματα πειράζει και πετάει!
Πήρε απ' τον κύκλο το φιλί, μου τώφερε στο στόμα!

Πηγή: Η γραφή και το μαχαίρι, Αθήνα, 1970.



* [Οι γυναίκες της Κρήτης κάποιες στιγμές γύρω απ' τον βωμό με ρυθμό λικνίζουν τα πόδια τους συνθλίβοντας τα μαλακά της χλόης άνθη.
Μετάφραση: Κωνσταντίνος Κωστέας]

Παρασκευή 19 Αυγούστου 2022

Γιώργος Καραβασίλης - Δεκάξι αχτίδων φιλιατρό



Δεκάξι αχτίδων φιλιατρό
Το στήθος·
Ο ήλιος μελετούσε να κατέβει,
Της θάλασσας να λύσει την κορδέλα
Στους γοφούς σου.

Καλλιέργεια του αίματος, Γνώση 1984

Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2021

Γιώργος Κ. Καραβασίλης-Ποιήματα

 

ΕΙΔΥΛΛΙΟ

Κέρδισες∙ και το χαμόγελό σου
Ερωτικό ρυάκι συνεπήρε
Καθώς υψώναμε μαζί την Άγια καμπάνα
Των αηδονιών και των κυκλάμινων
Στο θαλερό τοπίο.
Στον τρυγητό της αγκαλιάς μας.
Ο θόλος της κόμης υγρός.
Τα μάτια σου χτυπούν τα γύρω δέντρα.
Διάσπαρτος ήλιος.
Στο δέσιμο της σάρκας
Το κρόταλο του ίσκιου μας στη φυλλωσιά.

( Η  γ ρ α φ ή  κ α ι  τ ο  μ α χ α ί ρ ι )

ΓΙΑ ΣΕ, ΠΟΥ ΞΕΚΟΨΕΣ ΑΠ’ ΤΟ ΠΛΕΥΡΟ ΤΟΥ ΜΕΛΙΣΣΙΟΥ

 

Για σε, που ξέκοψες απ’ το πλευρό του μελισσιού
Και ήρθες να μεθύσεις στο φιλί μου
Θ’ αλλάξω τα μάτια μου.
Για σένα, βέλασμα της ακατοίκητης αυγής,
Με βλέμμα νεκρού αγαπημένου θα φορτίσω τα μάτια μου.
Του πρώτου κόσμου έμβρυο που κούρνιασες στο στέρνο μου,
Θ’ ανεβώ την ηλικία της άγνοιας και της σοφίας
Τα μάτια σου ν’ ανοίξω, το σώμα σου να χτίσω.
Δροσιά μαντηλιού σ’ ετοιμοθάνατο,
Ευφροσύνη χιονιού σε θάλλον στήθος να σε πω.
Και σαν στο αίμα σου, του κάλλους οι βυθοί αναβοσβήνουν,
Θα ξεριζώσω αυτά τα μάτια,
Θα ξεκληρίσω τη δυναστεία του πάθους,
Για να μπορώ κι εγώ να στεγαστώ αγάπη μου,
Για να μπορώ κι εγώ ν’ αγαπηθώ.

( Κ α λ λ ι έ ρ γ ε ι α  τ ο υ  α ί μ α τ ος )

 

ΠΕΡΝΑ ΠΕΡΒΟΛΙΑ, ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΕ ΔΕΙ

 

Περνά περβόλια, εκκλησιές για να με βρει
Κι  έχει μαζέψει ήλιους, ποταμούς και κάμπους
Και στα μαλλιά της τα λιοστάσια πέλαγα,
Θυμάρι δαχτυλίδι τα σφυρά της.

Περνά βραγιές, φορτώνεται τις πυρκαγιές
Με τον Ιούλιο στη γλώσσα της σπαρμένο.
Πριν φύγει θα της πνίξω κάθε μυρουδιά∙
Στο γυρισμό της να μοιράσει την πνοή μου.

ΤΡΑΓΟΥΔΩ ΤΟ ΧΕΡΙ ΜΟΥ

 

Τυφλό αηδόνι χτίζει τη φωλιά του
Καθώς το χέρι μου περνάει στα μαλλιά σου,
Τότε το γέλιο σου παφλάζει, σκάζει στα νερά,
Τους αστερίες ξεσηκώνει,
Φρέσκια δροσιά φυτεύει
Στις πελαγοκυψέλες.

Ακούγεσαι, θ’ ακούγεσαι για δυο χιλιάδες χρόνια.

 

ΠΡΟΣΚΑΙΡΟΝ ΣΩΜΑ

 

Τόπος χλωρός ακμάζει σαν γδύνεσαι.

Το ρυάκι τα ρούχα της μαζεύει και φαιδρύνεται.

Πουλιά μεταναστεύουν σε θαλασσινούς κήπους της κόμης.

Ο άνεμος σηκώνει το φουστάνι της φωνής στο γόνατο.

Γλώσσα μου γίνε φιλί της

Στ’ άπατα του σύννεφου
Των ματιών η ξαστεριά.

Ασφυκτική ανθοφορία
Λακτίζει τον κρατήρα σου.

Θάλασσα,
Σεντόνι γαλανό,
Κοιμού στη γύμνια μας.

Όνειρα καλά θα ξενυχτούν στην αγκαλιά μας.

( Τ α  Η δ υ π α θ ή )

ΠΑΝΤΑ Σ’ ΑΝΑΖΗΤΟΥΣΑ ΚΑΙ ΔΕΝ Σ’ ΕΥΡΙΣΚΑ ΠΟΤΕ

Πάντα σ΄ αναζητούσα και δεν σ’ εύρισκα ποτέ
Στα κερδισμένα και χαμένα όνειρα της νύχτας
Κι ακόμα σε τοπία που απαιτούν να τα ορίσεις
Με τα δικά σου στίγματα για να σωθούν,
Στις κατακόμβες του καιρού
Με τις θαμπές, μισοσβησμένες οπτασίες,
Τα πρόσωπα που χάσαμε πριν γεννηθούμε.
Πάντα σ’ αναζητούσα και δεν σ’ εύρισκα ποτέ
Όταν για μια στιγμή, όλα μαζί ανάβαν τα βεγγαλικά
Της λευτεριάς που έπαιρνε μορφή στο σώμα∙
Όταν γυμνός μέχρι τη ρίζα σού δινόμουν
Έως το πιο βαθύ μου κόκαλο
Στο χρόνο βυθιζόμουν και στα πράγματα.
Ω Αναπνοή, που δεν γνωρίζεις πλάτος.

Αλλά, να μεταγγίσω αίμα σ’ ένα φάντασμα;

( Τ α  μ υ σ τ ι κ ά  δ ω μ ά τ ι α  τ ο υ  π ύ ρ γ ο υ )

ΦΑΣΗ ΘΕΡΙΝΟΥ ΗΛΙΟΣΤΑΣΙΟΥ

ΙΙΙ

Καθώς βουτάς σ’ ανυποψίαστα νερά,
Να ξεπλυθείς από τα δάση,
Σε βλέπω μυστική κραυγή
Αόρατο προμήνυμα σ’ ακούω
Της βλάστησης εκείνης:
Να πέσει θέλει, να
Ξεκουραστεί, να σωριαστεί
Στη θάλασσα.

Να μη λησμονηθεί εκείνη η ώρα του τοπίου∙
Πάνω στο σώμα σου∙ για πάντα.

( Τ α  φ ι λ έ ρ η μ α )

 

 ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ

 

Στιλπνοί μηροί, κρουστοί και δροσερότατοι
Που το καρπούζι σκάει σαν τριζοβολάτε.

{…}

Σάρκα! Στο φυλλοβόλημά σου
Μυριάδες δυο αγριολούλουδα

{…}

Μια υποψία ξαφνική; η ενοχή;
Κάτι σαν βέλος έκοψε στα δυο
Ένα φιλί

{…}

Τα χείλια σου γουστάρω να ρουφήξω τ’ αλανιάρικα,
Τα μάτια σου να πιω τα καφεσαντανιάρικα.

{…}

Περνά περίπολο στα μάτια το φεγγάρι
Μία με τρεις;, με τη φωνή του γρύλου συντροφιά,
Μα από ποιό κρεβάτι απόψε τό ‘χουν πάρει;
Προσπέρασε και ξέχασε να πει τα συνθηματικά.

( Φ α γ ι ά ν τ σ ε ς )

ΙΝΤΕΡΜΕΤΖΟ

 

Κι ήρθες ξανά κορμί
Με σάρκα θάλασσα που ανθίζει τον Σεπτέμβρη,
Γεύση-κρασί ψημένο στο βοριά
Κι ευώδιαζες πρωτόβγαλτο ψωμί
Από καινούργιο στάρι,
Μαγιάτικη δροσιά
Σαν στάζει στο χορτάρι
Κάθε σου μίλημα και χάδι και φιλί.

( Υ π έ ρ  τ ω ν  Μ ο υ σ ώ ν )

ΤΑ ΠΑΛΑΤΙΝΑ

1.

Κατάρτια σημαιοστόλιστα
Που καίγονται μεσογιορτής,
Οι έρωτες.

3.

Λευκό εσώρουχο,
Απόφαση για πρόσβαση
Σε λόχμη τρυφερότατη,
Σε χείλη που γλυκοκοιτάζουν.

4.

Πλατυτέρα των αναστεναγμών,
Στην τρυφηλότητά σου δώρισα
Έως βλεφάρων
Στεφάνι σκιερών σαπφείρων.

9.

Στίφη στιλέτων
Στίλβουνε μες στην καρδιά μου,
Μα το δικό σου μαχαιράκι, Δήμια,
Στρίβει τετάνους.

( Τ ο  μ ά τ ι  τ ο υ  τ ο π ί ο υ )

Πηγή: https://pteroen.wordpress.com/2011/11/10/%CE%BF-%CE%B5%CF%81%CF%89%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CF%8E%CF%81%CE%B3%CE%BF%CF%82-%CE%BA-%CE%BA%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B7%CF%82/


Πέμπτη 15 Ιουλίου 2021

Γιώργος Κ. Καραβασίλης, «Εννιά μικρές στιγμές για το νησί που χάθηκε – V»


Ωραία Πειρώ,
Θα πάρεις τη μικρή Ρενάτα στο ποτάμι.
Στόμα με στόμα αλλάζετε σταφύλια,
Κρυφά φιλιά μιλούν τα χείλια, 
Αγάπες, σώματα χλωρά.
Αφήστε κάθε δισταγμό, κατακλιθείτε, 
Και σεις κεριά της ραχοκοκαλιάς
Ανάψτε, σβήστε, πάλι ανάφτε. 
Εμπρός. Τα χέρια πλέκουν. Γέρνουν.
Σαν τον κισσό που αγκαλιάζει τη συκιά
Τα δυο κορμιά θα γίνουν ένα.

Πηγή: Γιώργος Κ. Καραβασίλης, Τα μυστικά δωμάτια του Πύργου, συγκεντρωτική έκδοση «Γιώργος Καραβασίλης, Ποιήσεις 1963-2003» εκδ. Γαβριηλίδης



Πέμπτη 11 Μαρτίου 2021

Γιώργος Καραβασίλης-Ως αύριο να μην κοπεί το νήμα της καρδιάς μου


Ως αύριο
Να μην κοπεί το νήμα της καρδιάς μου,
Ως αύριο
Μη με τυφλώσετε, θεοί
Σας ικετεύω για το ρίγος
Που θα γλυστρά στο στήθος μου και στα πλευρά
Καθώς θα σκύβω τρέμοντας
Στη δροσερή της κόμη,
Ως αύριο
Περίμενε περβόλι του Χοσρόη
Με τους σμαράγδινους σπαρμούς,
Πουλιά-πολύχρωμα φτερά από ζαφίρια,
Ως αύριο
Και σεις διαμάντια και ρουμπίνια,
Μικρά ποτάμια του κορμιού
Ας ξαγρυπνάτε.
Κι όταν θα φτάσει η στιγμή
Ν ‘ απλώσω τα τοπία της
Στο κεντητό τραπεζομάντηλο της αγκαλιάς μας,
Κάθε σκιά, ανάμνηση κακή, μ ‘ ένα φιλί
Θα δωροδοκηθεί να φύγει,
Έτσι χωρίς φειδώ ο πλούτος της
Να χαριστεί-όλος μαζί να σωριαστεί
Στο νοτερό πεζούλι.
Κι έτσι θα χτίσουμε μια εκκλησιά,
Και μόνο μεις θα ξέρουμε την προσευχή της.
ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ (1948-2004)
Υπέρ των Μουσών
Εκδόσεις Γνώση, Αθήνα 1990

Κυριακή 7 Μαρτίου 2021

Γιώργος Καραβασίλης-Ποιήματα


 ΕΡΩΤΙΚΑ ΣΩΜΑΤΑ

Καλόγνωμες γυναίκες όλο έλεος
πλαγιάζοντας μαζί μου κι ας γνωρίζατε
αυτήν που μ' αγαπούσε,
εκείνη σας συχώρεσε.
Και σεις οι σφηνωμένες στα παντζούρια
με το ημίφως ανασηκωμένο στα ρουθούνια,
ορθόστηθες με το τσιγάρο σας δισταχτικό,
τα χέρια σταυρωμένα,
που δεν παραδοθήκατε, γιατί το νιώσατε
πως δεν αξίζει το μεγάλο πάθος σας
για μένα· σας συχώρεσα.
Και σας που ήρθατε για ένα βράδυ
για να ξαναγυρίσετε στην αγκαλιά σας το πρωί,
πάντα το χάδι μου ακολουθεί το χέρι της αγάπης σας
κι ένα φιλί στο στόμα μου προσμένει πάλι
ένα καινούριο βράδυ...
Όσο για σας που η Αγάπη μου
δε σας χωρούσε κάποτε στην αγκαλιά μου,
ελάτε ν' ανθιστούμε τώρα...
Μα δεν ξεχνώ και κείνες που σεβάστηκαν τον Έρωτα
κι ευγενικά μου γύρισαν την πλάτη,
σ' όποια καλή τους τύχη - ακόλουθος φτωχή
η ευχή μου.
Μα σεις που μούρθατε από εκδίκηση
και μόνο ή από μίσος,
εσείς που πληγωμένες τρέξατε
για να σκοτώσετε,
μαυλίστες των αιώνιων με
τα παραπλανητικά σας πρόσωπα,
μες στου ματιού μου τη ματιά της
γκρεμιστήκατε και ίδιος κόνδωρας
μες στο γκρεμό σας βούτηξα
και με τα λάφυρά σας στόλισα
το Σώμα της Αγάπης μου,
το Σώμα της Αγάπης.

από την ανθολογία "Σύγχρονη Ερωτική Ποίηση" εκδόσεις Καστανιώτη



ΕΙΔΥΛΛΙΟ

Κέρδισες∙ και το χαμόγελό σου
Ερωτικό ρυάκι συνεπήρε
Καθώς υψώναμε μαζί την Άγια καμπάνα
Των αηδονιών και των κυκλάμινων
Στο θαλερό τοπίο.
Στον τρυγητό της αγκαλιάς μας.
Ο θόλος της κόμης υγρός.
Τα μάτια σου χτυπούν τα γύρω δέντρα.
Διάσπαρτος ήλιος.
Στο δέσιμο της σάρκας
Το κρόταλο του ίσκιου μας στη φυλλωσιά.

( Η  γ ρ α φ ή  κ α ι  τ ο  μ α χ α ί ρ ι )
 

ΓΙΑ ΣΕ, ΠΟΥ ΞΕΚΟΨΕΣ ΑΠ’ ΤΟ ΠΛΕΥΡΟ ΤΟΥ ΜΕΛΙΣΣΙΟΥ

Για σε, που ξέκοψες απ’ το πλευρό του μελισσιού
Και ήρθες να μεθύσεις στο φιλί μου
Θ’ αλλάξω τα μάτια μου.
Για σένα, βέλασμα της ακατοίκητης αυγής,
Με βλέμμα νεκρού αγαπημένου θα φορτίσω τα μάτια μου.
Του πρώτου κόσμου έμβρυο που κούρνιασες στο στέρνο μου,
Θ’ ανεβώ την ηλικία της άγνοιας και της σοφίας
Τα μάτια σου ν’ ανοίξω, το σώμα σου να χτίσω.
Δροσιά μαντηλιού σ’ ετοιμοθάνατο,
Ευφροσύνη χιονιού σε θάλλον στήθος να σε πω.
Και σαν στο αίμα σου, του κάλλους οι βυθοί αναβοσβήνουν,
Θα ξεριζώσω αυτά τα μάτια,
Θα ξεκληρίσω τη δυναστεία του πάθους,
Για να μπορώ κι εγώ να στεγαστώ αγάπη μου,
Για να μπορώ κι εγώ ν’ αγαπηθώ.

( Κ α λ λ ι έ ρ γ ε ι α  τ ο υ  α ί μ α τ ος )


ΠΕΡΝΑ ΠΕΡΒΟΛΙΑ, ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΕ ΔΕΙ

Περνά περβόλια, εκκλησιές για να με βρει
Κι  έχει μαζέψει ήλιους, ποταμούς και κάμπους
Και στα μαλλιά της τα λιοστάσια πέλαγα,
Θυμάρι δαχτυλίδι τα σφυρά της.

Περνά βραγιές, φορτώνεται τις πυρκαγιές
Με τον Ιούλιο στη γλώσσα της σπαρμένο.
Πριν φύγει θα της πνίξω κάθε μυρουδιά∙
Στο γυρισμό της να μοιράσει την πνοή μου.


ΤΡΑΓΟΥΔΩ ΤΟ ΧΕΡΙ ΜΟΥ

Τυφλό αηδόνι χτίζει τη φωλιά του
Καθώς το χέρι μου περνάει στα μαλλιά σου,
Τότε το γέλιο σου παφλάζει, σκάζει στα νερά,
Τους αστερίες ξεσηκώνει,
Φρέσκια δροσιά φυτεύει
Στις πελαγοκυψέλες.

Ακούγεσαι, θ’ ακούγεσαι για δυο χιλιάδες χρόνια.


ΠΡΟΣΚΑΙΡΟΝ ΣΩΜΑ

Τόπος χλωρός ακμάζει σαν γδύνεσαι.

Το ρυάκι τα ρούχα της μαζεύει και φαιδρύνεται.

Πουλιά μεταναστεύουν σε θαλασσινούς κήπους της κόμης.

Ο άνεμος σηκώνει το φουστάνι της φωνής στο γόνατο.

Γλώσσα μου γίνε φιλί της

Στ’ άπατα του σύννεφου
Των ματιών η ξαστεριά.

Ασφυκτική ανθοφορία
Λακτίζει τον κρατήρα σου.

Θάλασσα,
Σεντόνι γαλανό,
Κοιμού στη γύμνια μας.

Όνειρα καλά θα ξενυχτούν στην αγκαλιά μας.

( Τ α  Η δ υ π α θ ή )

 
ΠΑΝΤΑ Σ’ ΑΝΑΖΗΤΟΥΣΑ ΚΑΙ ΔΕΝ Σ’ ΕΥΡΙΣΚΑ ΠΟΤΕ

Πάντα σ΄ αναζητούσα και δεν σ’ εύρισκα ποτέ
Στα κερδισμένα και χαμένα όνειρα της νύχτας
Κι ακόμα σε τοπία που απαιτούν να τα ορίσεις
Με τα δικά σου στίγματα για να σωθούν,
Στις κατακόμβες του καιρού
Με τις θαμπές, μισοσβησμένες οπτασίες,
Τα πρόσωπα που χάσαμε πριν γεννηθούμε.
Πάντα σ’ αναζητούσα και δεν σ’ εύρισκα ποτέ
Όταν για μια στιγμή, όλα μαζί ανάβαν τα βεγγαλικά
Της λευτεριάς που έπαιρνε μορφή στο σώμα∙
Όταν γυμνός μέχρι τη ρίζα σού δινόμουν
Έως το πιο βαθύ μου κόκαλο
Στο χρόνο βυθιζόμουν και στα πράγματα.
Ω Αναπνοή, που δεν γνωρίζεις πλάτος.

Αλλά, να μεταγγίσω αίμα σ’ ένα φάντασμα;

( Τ α  μ υ σ τ ι κ ά  δ ω μ ά τ ι α  τ ο υ  π ύ ρ γ ο υ )

Πηγή:https://pteroen.wordpress.com/2011/11/10/%CE%BF-%CE%B5%CF%81%CF%89%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CF%8E%CF%81%CE%B3%CE%BF%CF%82-%CE%BA-%CE%BA%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B7%CF%82/

 

Τετάρτη 29 Ιουλίου 2020

Γιώργος Καραβασίλης -Τα κομμάτια μου

Καλύμνου 3 αφήναμε πίσω τις ράγες, έναν ουρανό
κρεμασμένο στις κάπνες, χωρίς διαλείμματα.
Σειρήνες σχολάσματος, κλάξον, θείτσα μου.
Σαββατόβραδο 19. Κορίτσια τις έκτακτες στιγμές
τους, κοπελιές ξεφυλλισμένες. Σκόνη, σινιάλα
με τα μάτια-κάποιο σύννεφο. Ο Θόδωρος ο ταξιτζής
ο Μαρκεζινικός που πέθανε λευχαιμικός.
Μπάμπης σε δυό καρέκλες, «Έθνος εξαιρετικά».
Το '45 κάπνιζα τουμπεκί με τη Βέμπο στον Κολωνό
Καλύμνου 3. Χωρίσαμε ένα δειλινό. Μαύρο πανταλόνι,
καφέ σακάκι. Ψυχραιμία.
Η Ματούλα γέννησε και πέθανε. Ούζο
Και ξεπέρασμα ποδηλάτου. Σαββατόβραδο 19.
Φωνάζουμε τη νύστα απ’ το πρωί στο καπελάδικο
με τα σπασμένα φινιστρίνια. Βαλσάκι από ραδιόφωνο
dethola. Το πιάνο απ’ την Κορώνη στο μπαξέ.
Ακούς τη μούχλα των υφαντουργείων; Καλύμνου 3.
Μούγκρισμα τραμ. Στους τοίχους ακόμα
Λευτεριά και άλλα τερπνά. Αν είναι. Ραπτομηχανές
Σίγγερ. Σαββατόβραδο 19. Χορός οι
πουτάνες στα σκαλοπάτια. Μ’ ένα ρεμπέτικο καταπίνεις
το εργοστάσιο. Χασαποταβέρνα «Το Μαράκι».
Είχε κι εκείνος μιαν αγάπη και την έχασε.
Μ’ ένα κατοστάρι πίνεις φεγγαρόφωτο.
Καλύμνου 3. Τσιγαριά. Πουθενά. Ασφάλεια.
Φουγάρα. Ταβάνι. Κλωστές. Σκαλοπάτι. Φεγγίτες.
Σπάσιμο. Μιστός. Σαββατόβραδο 19.
Καλύμνου 3, Σαββατόβραδο, 19 Μαρτίου 1955


Δευτέρα 20 Μαΐου 2019

Γιώργος Καραβασίλης-Δεξίωσις

Αποτέλεσμα εικόνας για καραβασιλης γιωργος ποιητης


Ταξίδια καταιγιστικά μου πλέκανε τα μαύρα σου μαλλιά,

τ' ανάλαφρό σου άρωμα με κύκλωνε

και μια υπόσχεση ο εξώστης — κείνο τ' αγιόκλημα.

Όμως εγώ σε πορσελάνες κολυμπούσα,

σε έπιπλα, χαλιά, σερβίτσια

σαν μετακομιστής που κουβαλά, λύνει και δένει.

Και ξαφνικά μου πέρασεν απ' το μυαλό κάτι φριχτό.

Τάχα τα χαίρονται μονάχα των σπιτιών οι νηστικές ώρες

ενώ στοιχειώνουμε στις κόγχες τους εμείς θανάτους, έρωτες,

στοιχειώνουμε των ρούχων μας τις λυρικές εκστάσεις,

τις αναθυμιάσεις των κορμιών μας,

χωρίς ποτέ να μάθουμε ποιες ηδονές ανοίγουνε

στην κάθε ανάσα της ζωής τους;



Πού με κυλούσε τ' ανάλαφρό σου άρωμα,

τι ταξίδια ξεπέζευαν στα μαύρα σου μαλλιά!

Μια πολυθρόνα σκαλιστή μόλις μας χώριζε,

μα δεν την παραμέρισα ποτέ.


Γιώργος Καραβασίλης (1949-2004)


Τα ηδυπαθή (1976)