Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2.1.1. Κυριακίδης Αχιλλέας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2.1.1. Κυριακίδης Αχιλλέας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2025

Αχιλλέας Κυριακίδης - Στρατιώτης


                                                           Στον Δημοσθένη Παπαμάρκο

480 π.Χ. Μαραθώνας. Από χτύπημα οπλιτικής ασπίδας Αθηναίου.

331 π.Χ. Γαυγάμηλα. Από σάγαρι Πέρση.

216 π.Χ. Κάννες. Από δόρυ Ρωμαίου.

1187. Χατίν. Από γιαταγάνι μουσουλμάνου του Σαλαντίν.

1415. Αζενκούρ. Από αλαβάρδα Γάλλου.

1453. Κωνσταντινούπολη. Από καυτό λάδι που χύθηκε απ’ τα τείχη.

1746. Καλόντεν. Από μουσκέτο Άγγλου.

1815. Βατερλό. Από βλήμα πρωσικού κανονιού.

1916. Βερντέν. Από ξιφολόγχη Γάλλου.

1921. Σαγγάριος. Από βλήμα τουρκικού μυδραλιοβόλου.

1942. Στάλινγκραντ. Από ρωσική νάρκη.

1967. Βιετνάμ. Από χειροβομβίδα των Βιετκόνγκ. 

Δεν είμαι άγνωστος.


Από τη συλλογή μικροδιηγημάτων του Αχιλλέα Κυριακίδη Το Κερί του Καρτέσιου και άλλα διηγήματα (εκδ. Πατάκη, Οκτώβριος 2024)


Αντλήθηκε απ' το προφίλ του Μανώλη Γιούργου

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2024

Αχιλλέας Κυριακίδης - Γιαπί (1977)

Στίφη υποψίες κατηφορίζουν την Πατησίων, διακλαδίζονται σε στενά, τρυπώνουν σε αθώες πολυκατοικίες. Κοινόχρηστες. Ένας ακατανόητος ήλιος. Τι δουλειά έχει εδώ, μήνα Νοέμβρη, πες μου. Στέκεσαι και δεν απορείς. Γνωρίζεις. Οι κινήσεις σου μαρτυρούν τη σιγουριά του θαυματοποιού: αφαιρείς το καπέλο - μήτε λαγοί, μήτε περιστέρια. Μόνο ένα ωραίο κεφάλι, μαρμάρινο. Προτομή καλοκαιριού. Λίγο μετά την καρδιά, το σώμα διαλύεται σε μια γεωμετρική πέτρα.

Χάνω τις λέξεις μου, δεν ξέρω πια πώς λένε τη νύχτα που είναι ολωσδιόλου νύχτα. Κι εσύ δεν έχεις τη φαρέτρα με τις πρόκες. Είμαστε και οι δύο άοπλοι. Ώσπου, κάποιο φως ξεκινάει κι έρχεται. Στο μεταξύ, ένα ασθενοφόρο περνάει στριγκλίζοντας μπροστά στα μάτια μας που αρχίζουν να δακρύζουν: προδοσία. Πάνε χρόνια που κυνηγάμε αυτή τη λέξη με τη γομολάστιχα.

Έβλεπα τότε αμμουδιές και μεσημέρια σε κάποιο όνειρο, τρέχοντας Μαυροματταίων, με την ψυχή στο στόμα, κι εμείς οι δυο να 'χουμε χαθεί από ώρα: κάπου θα μάζευες τα θραύσματά σου λαχανιάζοντας. Ο Αργύρης ήταν μέσα κι η πύλη έπεσε. Τα νέα μ' είχαν πάρει στο κατόπι που έτρεχα μόνος Γκύζη, Αλεξάνδρας, πλάνταξα. "Σκοτώνουν κάτω" λέγαν κάτι γρίλιες.


Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2021

Αχιλλέας Κυριακίδης-Μέλλων Αόριστος



Θα 'ναι το πιο καλοκαίρι απ' όλα. Πρώτα θ' αγγίζω τη χλιαρή δροσιά πάνω στο δέρμα σου, ύστερα το δέρμα σου. Το σώμα σου θα ιδρώνει ένταση. Και θα μ' αρέσεις. Θα σε ρωτάω αν μ' αγαπάς. Θα ζήσουμε μαζί τον καύσωνα. τους υδρατμούς του έρωτα. την ειρωνεία των ζεστών βροχών. Θα φεύγεις το πρωί κι εγώ θα μένω να χαϊδεύω το αποτύπωμα της υγρασίας σου στο σεντόνι. Θα χώνω το κεφάλι μου στο μαξιλάρι να σε μυρίσω. Θα σ' αγαπώ κι όταν λείπεις. Θα λείπεις κι ας σ' αγαπώ. Θα ψάχνω την οθόνη σου να βρω τι σκάλιζες τη νύχτα με τα πλήκτρα. Θα γράφεις ιστορίες που δεν σε αφορούν. Θα γυρίζεις και θα βρίσκεις έτοιμο φαΐ, έτοιμο καφέ, έτοιμα ερωτήματα. Μ' αγαπάς; Θα φταίει η κούραση που δε θα σου 'ρχεται η σωστή απάντηση. Θα τρέχεις να χωθείς κάτω απ' το ντους, ένα φιλί σου πρόχειρο θα μένει στον αέρα, σαν το χαμόγελο εκείνου του γάτου. Θα σε κοιτάζω πίσω απ' την κουρτίνα, ποθητό περίγραμμα, θαμπό. Θα θέλω να 'μουν το νερό που σου χαϊδεύει τα μαλλιά κι εσύ το αφήνεις, που γλιστράει πάνω στο στήθος σου κι εσύ το αφήνεις, που σ' ερωτεύεται κι εσύ το αφήνεις. Θα 'ρχεσαι με όλη σου τη γύμνια στεγνή, Θα σαρώνω με τη γλώσσα μου λίγες σταγόνες που δεν θέλαν να σ' αφήσω. [...] Θα 'ρθει μετά ο Οκτώβριος, με το χαλικάκι στο παπούτσι που ξέμεινε. Θα 'ναι ανακούφιση για σένα που δεν θα 'σαι της κόλασης. Εσύ θα 'σαι της βροχής που πέφτει, της παγωνιάς που πέφτει, των πτώσεων θα 'σαι. Της γενικής πιο πολύ, σπανίως της αιτιατικής, της δοτικής καθόλου. Ούτε της κλητικής, γιατί θ' αρχίσεις να καθυστερείς το γυρισμό σου όλο και πιο πολύ, να μου τηλεφωνείς για να μ' ενημερώσεις όλο και πιο λίγο. [...]

Αχιλλέας Κυριακίδης, Έλγκαρ, Πατάκη 2021.

Αντλήθηκε από τον Χαρτοκόπτη του Γιώργου Χ. Θεοχάρη