Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Γώγου Κατερίνα (αναφορές). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Γώγου Κατερίνα (αναφορές). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 1 Ιουνίου 2025

Ora nihil - Κατερίνα Γώγου


Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε, το 1993, που η Κατερίνα Γώγου έφυγε, μα δεν ξεχάστηκε. Για τους πολλούς περνά και θα εξακολουθήσει να περνά από τις οθόνες τους σαν η αιώνια υπηρετριούλα και το έξαλλο πλουσιοκόριτσο στις μαυρόασπρες ταινίες της Finos films. Για κάποιους άλλους είναι οι στίχοι της που σηματοδοτούν μια ολόκληρη εποχή άρνησης κι ακόμα μας μιλούν πότε με ψιθύρους και πότε ουρλιάζοντας. Κάποιοι ρομαντικοί κι αλαφροϊσκιωτοι φίλοι της ίσως να την νιώθουν καμιά φορά να περνοδιαβαίνει σα σκιά στην πλατεία Εξαρχείων και στη Ναυαρίνου στη Θεσσαλονίκη.


Κανείς απ΄όσο γνωρίζω δεν έγραψε μια βιογραφία της και δεν σκοπεύω βέβαια να το κάνω εγώ εδώ, ένα μικρό αφιέρωμα μόνο στη μνήμη της. Αν είναι να μιλήσει κανείς για την Κατερίνα ας το κάνει καλύτερα κάποιος που τη γνώρισε καλά και βαθιά και ας βιαστεί, γιατί κι οι φίλοι της, “τα μαύρα πουλιά”, είναι βιαστικοί σαν εκείνη, όπως ο Γιάννης Σκανδάλης που έφυγε ένα χρόνο μετά από εκείνη...


Ίσως όμως και να μην έχει σημασία, όπως έλεγε η Κατερίνα οι ρίζες δεν είναι για να επιστρέφουμε σ’ αυτές, αλλά για να βγάζουν κλαδιά...


Εγώ πάντως θα θυμάμαι πάντα με στενοχώρια μια στιγμή, χαμένη τώρα στο χρόνο. Ήρθε στην κατάληψη ΛΚ37 κι ήθελε να μείνει μαζί μας, αλλά οι συνθήκες δεν το επέτρεψαν και πικράθηκε... Πέρασε καιρός. Τα νέα της δεν ήταν καλά. Μια δίψα, μια απέραντη λαχτάρα για τη ζωή, βυθισμένη στην παραζάλη και την καταστροφή...


Κάποτε, δεν θυμόμουν ακριβώς κι έψαξα να το βρω, ήταν 6 Οκτώβρη του ‘93, έφθασε ξαφνικά η είδηση του θανάτου της. Σαν αέρας πέρασε και έφυγε, βάζοντας μόνη τέλος στη ζωή της.


Στην κηδεία της οι πιο αταίριαστοι άνθρωποι. Κομμάτια μιας ζωής στο θέατρο και το σινεμά, την ποίηση και τους δρόμους...


Η Κατερίνα γεννήθηκε στην Αθήνα το 1940. Από πέντε χρονών εμφανιζόταν σε παιδικούς θιάσους. Σπούδασε θέατρο στις σχολές του Κ. Κουν και του Τ. Μουζενίδη καθώς και χορό. Έπαιξε πρώτους και δεύτερους ρόλους σε δεκάδες μαυρόασπρες ταινίες κυρίως της Finos films. Στο θέατρο έπαιξε με πολλούς θιάσους, τελευταία φορά το 1979 με την Έ. Λαμπέτη στη "Φιλουμένα Μαρτουράνο".


Αποτραβήχτηκε κι έζησε με την κόρη της -κι αργότερα μόνη- σε διάφορες γειτονιές της Αθήνας, στο Γκάζι, στην Κυψέλη αλλά και στη Θεσσαλονίκη. Εξέδωσε τα βιβλία "Τρία κλικ αριστερά" (1978), "Ιδιώνυμο" (1980), "Το ξύλινο παλτό" (1982), "Απόντες" (1986), "Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών" (1988), “Νόστος” (1990), και πρωταγωνίστησε στις ταινίες του Π. Τάσιου "Βαρύ Πεπόνι" (1977) και "Παραγγελιά" (1980) -όπου ακούγεται συγκλονιστική η φωνή της να απαγγέλλει- και “Όστρια” (1984) του Α. Θωμόπουλου στην οποία συνέγραψε το σενάριο.


Όπως αναφέρει ο Λεωνίδας Χρηστάκης, "Η Κατερίνα Γώγου έκανε ποίηση σε μια εποχή που οι άλλοι “ποιητές” έκαναν δημόσιες σχέσεις. Πάνω απ' όλα ήταν η ίδια ποίηση. Ανάμεσα σε χάπια, ποτά, σβησμένα τσιγάρα, φτωχογειτονιές, προδοσίες...". Κι όπως προσθέτει ο ίδιος, η Κατερίνα ήταν έξω από κάθε λογής εκδοτικά και καλλιτεχνικά κυκλώματα και γι' αυτό σπάνια γίνονταν γι' αυτήν αναφορές στα ΜΜΕ. Ο Τ. Χυτήρης, ποιητής και πρώην υπουργός είχε χαρακτηρίσει την Κατερίνα σαν την "Μαγιακόφσκι της Πλατείας Εξαρχείων".


Σταχυολογώντας από τη νεκρολογία της στον τύπο της εποχής διαβάζουμε αποσπάσματα συνεντεύξεων της. Το 1986, έλεγε : "Δεν θέλω να γίνω μελό, δεν πουλάω τα παιδικά μου χρόνια, ούτε τα πρόσφατα ... Ελπίζω. Αν δεν ελπίζω εγώ, ποια θα ελπίζει; Είμαι μάχιμη. Ουαί και αλίμονο αν αυτό δεν είναι ναί στη ζωή ... Έγραφα γιατί ήταν μια αναγκαιότητα για μένα. Μια κίνηση για να μην αυτοκτονήσω ... Τώρα μου έχει περάσει. Δεν θέλω να αυτοκτονήσω, έχω φύγει από αυτό ... Αισθάνομαι ανασφαλής γιατί βγαίνω και μιλάω χωρίς να έχω τίποτα, χωρίς να ανήκω πουθενά ..."


Εκείνη την εποχή η ασυμβίβαστη Κατερίνα είχε μηνύσει τον Αρκουδέα για άγριο ξυλοδαρμό στο θέατρο Λυκαβηττού από την αστυνομία.


Και το 1991 έλεγε: " Έχω ένα παράπονο... Άκου το. Ελεύθερος σκοπευτής ήταν ο Νικόλας Άσιμος. Τον δολοφόνησαν. Τον Παύλο Σιδηρόπουλο, το ίδιο. Η μόνη επιζώσα είμαι εγώ...".


Μα πιο πολύ μιλούν γι’ αυτήν τα ποιήματά της γεμάτα από πόνο, οργή, πάθος και απέραντη ευαισθησία... Γιατί πάνω από όλα, η Κατερίνα Γώγου είναι ποιήτρια, μια ξεχωριστή φωνή μέσα στην ποίηση, η “αιώνια έφηβος, η οργισμένη, η πιο σπαρακτικά ραγισμένη φωνή της γενιάς της”. Μια φωνή που αγαπήθηκε και διαβάστηκε πολύ από τους ανυπότακτους νέους κάθε εποχής.


Και δεν ξεχάστηκε ποτέ...


Οra Νihil


________________________



Πάει. Αυτό ήταν.

Χάθηκε η ζωή μου φίλε

μέσα σε κίτρινους ανθρώπους

βρώμικα τζάμια

κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.

Άρχισα να γέρνω

σαν εκείνη την ιτιούλα

που σούχα δείξει στη στροφή του δρόμου.

Και δεν είναι που δεν θέλω να ζήσω.

Είναι το γαμώτο που δεν έζησα.

κι ούτε που θα σε ξαναδώ.


...............................................................


Η μοναξιά...

δεν έχει το θλιμένο χρώμα στα μάτια

της συννεφένιας γκόμενας.

Δεν περιφέρεται νωχελικά κι αόριστα

κουνώντας τα γοφιά της στις αίθουσες συναυλιών

και στα παγωμένα μουσεία.

Δεν είναι κίτρινα κάδρα παλαιών "καλών" καιρών

και ναφθαλίνη στα μπαούλα της γιαγιάς

μενεξελιές κορδέλες και ψάθινα πλατύγυρα.

Δεν ανοίγει τα πόδια της με πνιχτά γελάκια

βοϊδίσο βλέμα κοφτούς αναστεναγμούς

κι ασορτί εσώρουχα.

Η μοναξιά.

Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά

και μετριέται πιάτο-πιάτο

μαζί με τα κομμάτια τους

στον πάτο του φωταγωγού.

Στέκεται υπομονετικά όρθια στην ουρά

Μπουρνάζι - Αγ. Βαρβάρα - Κοκκινιά

Τούμπα - Σταυρούπολη - Καλαμαριά

Κάτω από όλους τους καιρούς

με ιδρωμένο κεφάλι.

Εκσπερματώνει ουρλιάζοντας κατεβάζει

μ’αλυσίδες τα τζάμια

κάνει κατάληψη στα μέσα παραγωγής

βάζει μπουρλότο στην ιδιοχτησία

είναι επισκεπτήριο τις Κυριακές στις φυλακές

ίδιο βήμα στο προαύλιο ποινικοί κι επαναστάτες

πουλιέται κι αγοράζεται λεφτό λεφτό ανάσα ανάσα

στα σκλαβοπάζαρα της γης - εδώ κοντά

είναι η Κοτζιά-

ξυπνήστε πρωί.

Ξυπνήστε να τη δείτε.

Είναι πουτάνα στα παλιόσπιτα

το γερμανικό νούμερο στους φαντάρους

και τα τελευταία

ατελείωτα χιλιόμετρα ΕΘΝΙΚΗ ΟΔΟΣ-

ΚΕΝΤΡΟΝ

στα γατζωμένα κρέατα από τη Βουλγαρία.

Κι όταν σφίγγει το αίμα της και δεν κρατάει άλλο

που ξεπουλάν τη φάρα της

χορεύει στα τραπέζια ξυπόλυτη ζεμπέκικο

κρατώντας στα μπλαβιασμένα χέρια της

ένα καλά ακονισμένο τσεκούρι.

Η μοναξιά

η μοναξιά μας λέω. Για τη δική μας λέω

είναι τσεκούρι στα χέρια μας

που πάνω από τα κεφάλια σας γυρίζει

γυρίζει γυρίζει γυρίζει


...............................................................


Άσπρη είναι η αρία φύλη

η σιωπή

τα λευκά κελιά

το ψύχος

το χιόνι

οι άσπρες μπλούζες των γιατρών

τα νεκροσέντονα

η ηρωίνη.

Αυτά λίγο πρόχειρα

για την αποκατάσταση του μαύρου.


...............................................................


Σ’ όσους σπάσανε και σ΄όσους κρατάνε

Κουρελιασμένοι απ' τ' αγριεμένα κύματα

πεταμένα υπολείμματα για πάντα από δω

και μπρός

στο σκοτεινό θάλαμο της γης

με ισκιωμένο το μυαλό

απ' το ξέφρενο κυνηγητό

της ασάλευτης πορείας των άστρων

οι τελευταίοι

απόθεσαν το κουρασμένο κεφάλι τους

θυσία στην τελετουργία των

ανεμοστρόβιλων καιρών.

Κι άνθρωποι δεν υπήρχανε.

Κι ένα άσπρο χιόνι σιωπής σκέπασε

οριστικά τις βυθισμένες πόλεις.


...............................................................


Ναι. Έτσι είναι όπως τα λες.

Άμα ψάξεις βαθιά

βρίσκεις σπίτια δίπατα

πούχουν στο κατώι πύλινα δοχεία

λίγη ώρα μακρυά απ’ τη θάλασσα

και κοψοχρονιάς.

Και στο βουνό είν’ όμορφα

με δέντρα και ποτάμια


με γυναίκα και μια γίδα είσαι εντάξει.

Μόνο που εμείς είχαμε αποφασίσει

ν’ αλλάξουμε τον κόσμο

κι αυτό δεν γίνεται με εξοχή.

Τόχαμε πει αυτό.

Ψάχναμε να βρούμε όπλα

ξέραμε

πως όλοι πεθαίνουνε

αλλά υπάρχουνε θάνατοι που βαραίνουνε

γιατί διαλέγουμε οι ίδιοι τον τρόπο.


Και μείς αποφασίσαμε

το θάνατο στο θάνατο

γιατί αγαπάγαμε πολύ τη ζωή.

Ξέρω πως υπάρχουνε ατέλειωτες ακρογιαλιές


και δέντρα μες στη θάλασσα

κι ο έρωτας είναι σπουδαίο πράγμα.

Άλλα έπρεπε πρώτα να τελειώνουμε με τα

γουρούνια.

Ήρθες εδώ και κάπνιζες

κοιτώντας τα σανίδια.

Ήσουν αόριστος και μακρινός

κοκκίνιζες σαν τα κορίτσια

ούτε κουβέντα για όλα αυτά

ούτε και γω σου μίλησα

σούπα μονάχα "μη χάνεσαι"

και συ μου είπες "ναι μωρέ"

κι έφυγες ξεχνώντας τα τσιγάρα σου.

Έδωσα μια και γω

έτσι όπως έχω δει να κάνετε οι άντρες

και τρύπησα με το δάχτυλο

πέρα για πέρα το πακέτο.

Δεν ήτανε κι η μάρκα μου "μωρέ".


...............................................................


25 Μαΐου.

Ένα πρωί

θ’ ανοίξω την πόρτα

και θα χαθώ

με τ’ όνειρο της επανάστασης

μες στην απέραντη μοναξιά

των δρόμων που θα καίγονται,

μες στην απέραντη μοναξιά

των χάρτινων οδοφραγμάτων

με τον χαρακτηρισμό -μην τους πιστέψεις-

Προβοκάτορας.


...................................................................


Κάνω προσπάθεια να “γράψω”...

Του λόγου μου το αληθές, όταν διαβάζεις

αυτές τις γραμμές

Θα 'ναι να 'χω πετάξει.

Στις αράδες μου μπλέκονται

αγριοφράουλες και βατομουριές

χιλιόμετρα που πέφτουν επάνω μου δε μ'

αφήνουν να προχωρήσω...

Αυτός ο κατακερματισμένος μανδύας,

σκισμένος από αέρηδες

κι από βροχές, αυτός ο άσπρος

σταλαγμίτης το σώμα μου

μπλέκεται μέσα στα ανυπόδετα πόδια μου,

εκθέτει τη χωρίς

ανθρώπινη ανταπόκριση ψυχή μου.

Κάνω προσπάθεια να γράψω...

Οι δρόμοι της πολυαγαπημένης πόλης

μου, φίδια τώρα της γνώσης

μου παραδώσανε της πόλης τα κλειδιά, με

εκπαιδεύσανε με μάθανε

όσο με σφίγγουνε ν' ανοίγομαι, τώρα με

σφίγγουνε, ανοίγω...

Τώρα σε λίγο δε θα μπορέσεις να με

πιάσεις πια, αν μπορέσεις

κυνήγα με, δε θα με βρείς στους δρόμους

της πια, με προφυλάνε

με κρύβουνε ανεβαίνω...

Σε λίγο αν κοιτάξεις λυπημένος το βράδυ

στον ουρανό ψηλά

θα 'μαι ένα χαζό παιδικό άστρο που όλο

θα πέφτω.

Ίσως κάνω λάθος που θέλω να γράψω για

να κρατηθώ.

είναι ίσως γιατί νωμίζω πως δεν πρόλαβα

να πώ Ευχαριστώ

κι αντί για πεφτάστρο που πρέπει να γίνω

και να χαθώ

σαν άνθρωπος αντίθετα ακόμα να

σκέφτομαι

και θέλω ρόδο αγάπης να γίνω...

Αναρχικό Δελτίο, νο 37, Δεκέμβρης 2005

 Πηγή: http://squathost.com/a_deltio/gr/d37_kat.htm


 


*

Κατερίνα Γώγου -Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά (Το Κόσκινο)

 “Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια… Στο μυαλό είναι ο Στόχος το νου σου ε;”
Σαν χθες (3 Οκτώβρη), πριν 18 χρόνια, μας άφησε η ελεύθερη, ευαίσθητη και επαναστατική ψυχή της Κατερίνας Γώγου… Τραγικό γεγονός είναι ότι χθες κηδεύτηκε και ο σύντροφός της σκηνοθέτης Παύλος Τάσιος [“Παραγγελιά” (1980), “Νοκ Άουτ” (1986)… κ.ά.] σαν να “επέλεξε” αυτή τη μέρα για να ανταμώσει και πάλι μαζί της.
Για τους πολλούς, η Κατερίνα Γώγου είναι γνωστή ως μια καλή ηθοποιός του παλαιού ελληνικού κινηματογράφου. Η εικόνα του χαριτωμένου, ατίθασου, τσαμπουκαλεμένου τρελοκόριτσου είναι αποτυπωμένη στις πάμπολλες ελληνικές ταινίες, κυρίως της Φίνος Φιλμ, αλλά και στη μνήμη των Ελλήνων.
Η ηθοποιός Γώγου, όμως, των δεκαετιών του ’60 και του ’70, συμπορεύτηκε, από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, παράλληλα με τη ηθοποιία, και με την ποίηση. Παρουσίασε, μέσα από τα ραγισμένα ποιήματά της, ένα ξεχωριστό ποιητικό πρόσωπο, που σημάδεψε την ελληνική ποίηση.
«Ντούκου ντούκου η γραφομηχανή, φαίνεται εμπνέει το ντούκου ντούκου», την πείραζε ο Νικόλας Άσιμος. Κι ας ήξερε πως κι η Κατερίνα Κροκανθρώπους αναζητούσε. Αλλά κι εκείνη τον προειδοποιούσε: «Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια. Στο μυαλό είν` ο στόχος, το νου σου, ε;». «Πρέζες υπάρχουν πολλές, αλλά η ηρωίνη σκοτώνει», της τραγουδούσε ο Παύλος Σιδηρόπουλος και η Κατερίνα έδειχνε να συμφωνεί: «Μιλάω για την ηρωίνη γιατί αποδεκάτισε τα παιδιά»…
Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Ιούνη 1940. Από πολύ μικρή, 5 χρονών, ως παιδί θαύμα, δούλεψε σε παιδικούς θιάσους και στη συνέχεια επαγγελματικά, σαν ηθοποιός στον κινηματογράφο και στο θέατρο. Συμμετείχε σε πολλές ταινίες(“Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο / 1959”, “Άπονη ζωή / 1964”, “Δεσποινίς Διευθυντής / 1964”, “Η δε γυνή να φοβείται τον άντρα / 1965”, “Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση / 1971” κ.ά.) , ενώ στο θέατρο έπαιξε από επιθεώρηση μέχρι τραγωδία (θίασος Κ. Κουν). Πρωταγωνίστησε στις ταινίες «Το βαρύ πεπόνι» (Π. Τάσιου, το 1977 κέρδισε το Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης), «Παραγγελιά» (Π. Τάσιου, 1980 μέρος της ταινίας βασίζεται σε ποιήματά της) και «Όστρια» (Ανδρέα Θωμόπουλου, 1984 / συνεργάστηκε στο σενάριο / πήρε το Κρατικό Βραβείο Ερμηνείας και μοιράστηκε το Βραβείο Σεναρίου με τον Α. Θωμόπουλο).
Η Κατερίνα Γώγου παντρεύτηκε τον σκηνοθέτη Παύλο Τάσιο και απέκτησαν μια κόρη, την Μυρτώ Τάσιου.
Η μεγάλη της αγάπη, όμως, ήταν η ποίηση. «Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ είναι μη γίνω “ποιητής” Μην κλειστό στο δωμάτιο ν’ αγναντεύω τη θάλασσα κι απολησμονήσω. Μην κλείσουνε τα ράμματα στις φλέβες μου κι από θολές αναμνήσεις και ειδήσεις της ΕΡΤ μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις.
Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε για να με χρησιμοποιήσει.
Μη γίνουνε τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα για να κοιμίζω τους δικούς μου.
Μη μάθω μέτρο και τεχνική και κλειστώ μέσα σε αυτά για να με τραγουδήσουν» έγραφε.
Από το γλυκό κοριτσάκι των ελληνικών ταινιών της Φίνος Φιλμς, η Κατερίνα Γώγου μετατρέπεται στην επαναστατική ποιήτρια που αρχίζει να γράφει «για τον εαυτό μου, από αγανάκτηση για το κακό και από αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή. Αισθανόμουνα μια μουγκαμάρα. Επικοινωνία από πουθενά, από τίποτα. Είχαν πονέσει οι μασέλες μου από το να μη μιλάω. Κι όταν άρχισα να γράφω, νόμισα ότι θα σπάσει το στιλό. Τόσο πάθος είχα γι’ αυτά που ήθελα να πω. Δεν ξέρω πώς γράφουν οι άλλοι. Εγώ ζούσα και έγραφα» όπως έλεγε η ίδια σε παλιότερη συνέντευξη της στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία».
Σύχναζε στα Εξάρχεια και τασσόταν υπέρ του αντιεξουσιαστικού χώρου με κάθε τρόπο διαμαρτυρίας. Συνελήφθη πολλές φορές, ανακρίθηκε και εξευτελίστηκε. Στις 18/03/1991, έγραψε ένα γράμμα στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» με τον τίτλο «Ξεχάσατε τον Πετρόπουλο», στο οποίο εξέφραζε την αλληλεγγύη της προς τον αναρχικό Κυριάκο Μαζοκόπο και τον ποιητή Γιάννη Πετρόπουλο που βρίσκονταν στη φυλακή. Όταν η “17Ν” σκότωσε στο Παγκράτι δύο αστυνομικούς, η Γώγου δέχτηκε τα μεσάνυχτα την επίσκεψη δύο αστυνομικών, που έσπασαν την πόρτα του σπιτιού της και την πήραν μαζί τους ως ύποπτη. Αυτόπτης μάρτυρας είχε καταθέσει ότι είδε μια γυναίκα να φεύγει τρέχοντας από τον τόπο του εγκλήματος και η αστυνομία κατέληξε σε κείνη, χωρίς να έχει αποδείξεις ή να μπορέσει εκ των υστέρων να επιβεβαιώσει οποιεσδήποτε υποψίες. Οι σχέσεις της με τις αστυνομικές αρχές ουδέποτε υπήρξε καλή, το 1986 είχε κάνει μάλιστα και μήνυση στον υπουργό Δημόσιας Τάξης επειδή κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης χτυπήθηκε από αστυνομικούς.
«Από τη στιγμή που δεν μας αφήνουν να φτιάξουμε τη ζωή, θα χαλάσουμε αυτό που υπάρχει και θα βγει το καινούργιο μετά» δήλωνε η ίδια.

Πηγή: https://tokoskino.me/2011/10/04/%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%AF%CE%BD%CE%B1-%CE%B3%CF%8E%CE%B3%CE%BF%CF%85-%CE%B5%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B1-%CE%BF%CE%B9-%CF%86%CE%AF%CE%BB%CE%BF%CE%B9-%CE%BC%CE%BF%CF%85-%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1/

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2024

Κώστας Αρκουδέας - Μυστική Ιθάκη (απόσπασμα)


Η Κατερίνα Γώγου μισάνοιξε τα βλέφαρά της. Η ματιά της ήτανε τζάμι θαμπωμένο από την κάπνα και την υγρασία. Η μέρα έξω έμοιαζε με νύχι κομμένο στραβά, μπηγμένο βαθιά στη σάρκα, έτσι που σε κάθε της κίνηση να χώνεται βαθύτερα και να της προκαλεί πόνο. 

"Αιχμαλωτίζεις τη στιγμή και την παγώνεις", συλλογίστηκε. "Είσαι καλά έτσι όπως είσαι ξαπλωμένη, κοιτώντας το ταβάνι. Αν γινόταν, δε θ’ άλλαζες τίποτα. Θα ’μενες για πάντα εδώ, συντροφιά με την ανάσα και το χτυποκάρδι σου". 

Στο αντικρινό διαμέρισμα, κάποιος άκουγε ελαφρολαϊκά. Κάτω, στον δρόμο, αντηχούσαν οι φωνές των παιδιών που έπαιζαν μπάλα στο προαύλιο του σχολείου. Κάποιο έβαλε γκολ και άρχισε να πανηγυρίζει. Κάποιο άλλο είπε ότι η μπάλα δεν είχε περάσει τη γραμμή. Άρχισαν να τσακώνονται. 

"Δέντρο ήμουν κι έσπασα... ρίζα με λένε τώρα".


 Μυστική Ιθάκη, μικρό απόσπασμα από το Υστερόγραφο, σελ. 485-486.


Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2023

Σταύρος Ζαφειρίου - Ζεστή πανσέληνος


Στην Κατερίνα Γώγου

Να τη φοβάστε την πανσέληνο.
Να μαζεύεστε στα σπίτια σας νωρίς
και ν’ ασφαλίζετε καλά την εξώπορτα.
Να προσεύχεστε
και να κοιμάστε με το βαφτιστικό σας σταυρουδάκι
κρεμασμένο στο στήθος.

Γιατί έξω
κάθε πανσέληνο
κυκλοφορούν οι ποιητές
ίδιοι λυκάνθρωποι.
Κατασπαράζοντας τα ήθη
των αθώων,
διψώντας για το αίμα
των ανύποπτων,
καλώντας με ουρλιαχτά
το Αρχαίο Νερό
που θα ’ρθει κάποτε και θα σας κατακλύσει.
Να φοβάστε την πανσέληνο·

στις γωνιές παραμονεύουν
τα επικίνδυνα όνειρα.

Ζεστή Πανσέληνος, εκδ. Ρόπτρον, 1988



Πηγή : Andro.gr [ https://www.andro.gr/empneusi/full-moon-poems/7/


Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2023

Γιάννης Βούλτος - Βόλτα


Κατά το δειλινό
Βγήκε στο μπαλκόνι
Ν' αγναντέψει την πόλη
Σε μια στιγμή
Σα να ξύπνησε απότομα
Από άσχημο όνειρο
Πέρασε πάνω από το κάγκελο
Κι άρχισε να περπατά
Στα τεντωμένα σύρματα
Για να συναντήσει
Τα μαύρα πουλιά
Τους φίλους της
Γιάννης Βούλτος

Κυριακή 9 Απριλίου 2023

Χάρης Μελιτάς - Ανάξιος λόγου


στην Κατερίνα Γώγου
Ήθελα να 'γραφα όπως η Γώγου
όμως ποτέ δεν φίλησα τη θάλασσα
ούτε που βούτηξα να σώσω έναν αθώο.
Δεν έστησα ποιήματα στους τοίχους
δεν έψησα βουτήματα με άρωμα φωτιάς
καλώντας τις απέναντι ασπίδες για καφέ
στα οδοφράγματα.
Δεν σήκωσα ποτέ μου ένα λάβαρο
ένα κομμάτι ουρανό, ένα παιδί στις πλάτες.
Ήθελα νά 'γραφα όπως η Γώγου
όμως είμαι πολύ κοντός για να την φτάσω
ας σκαρφαλώνω σε βραβεία βλοσυρά
σε λίστες με τακούνια δωδεκάποντα
σε παχουλά βιβλία ενοχών
από νιφάδες φόβου.
Ήθελα νά 'γραφα όπως η Γώγου
να μην καμώνομαι πως είμαι ποιητής.

Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019

«ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια, στο μυαλό είναι ο στόχος»



Κατερίνα Γώγου (Αθήνα 1 Ιουνίου 1940 - 3 Οκτωβρίου 1993) 



Κατερίνα Γώγου - Θα ρθει Καιρός


Κείμενο που εκφώνησα στην εκδήλωση «ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ-ΠΡΟΒΟΛΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ : ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΥ» που διοργάνωσε το Kyttaro Music Bar- την Κυριακή 31/05/2015.

Ζωγράφισε τους πίνακές της με μαύρο χρώμα γιατί της ρήμαξαν το κόκκινο. Μίσησε το λευκό της άριας φυλής, των νεκροσέντονων και των λευκών κελιών .Έτσι τάχθηκε στον αγώνα για την αποκατάσταση της απουσίας χρώματος.

Γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Ιουνίου 1940 και λόγω της Κατοχής και του Εμφυλίου αλλά και της αυστηρότητας του πατέρας της είχε δύσκολα παιδικά χρόνια. Από μικρή αγάπησε την υποκριτική και συμμετείχε σε παιδικούς θιάσους.

Σταδιακά το κορίτσι που είδαμε να ενσαρκώνει την άβουλη υπηρέτρια ή την τσαμπουκαλεμένη μαθήτρια σε γλυκανάλατες ταινίες του Φίνου συνειδητοποιεί πως κινούμενη συνεχώς στην ίδια διαδρομή οδηγείται σε αδιέξοδο, αισθάνεται τη μουγκαμάρα, την ανέφικτη επικοινωνία, τη διάψευση των ελπίδων, εξεγείρεται επειδή θέλει να κουβεντιάσει και στρέφεται στην ποίηση. Σύμφωνα με μαρτυρία της αρχίζει να γράφει για τον εαυτό της από αγανάκτηση για το κακό και από αγάπη για τον άνθρωπο και τη ζωή.

«Είχαν πονέσει οι μασέλες μου από το να μη μιλάω. Κι όταν άρχισα να γράφω, νόμισα ότι θα σπάσει το στιλό. Τόσο πάθος είχα γι' αυτά που ήθελα να πω. Δεν ξέρω πώς γράφουν οι άλλοι. Εγώ ζούσα και έγραφα» δήλωσε η ίδια σε παλιότερη συνέντευξη της στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» .Η πρώτη της συλλογή με τίτλο «Τρία κλικ αριστερά» κυκλοφόρησε το 1978 και σύμφωνα με τον εκδότη της Θανάση Καστανιώτη αποτέλεσε εκδοτική επιτυχία καθώς πούλησε 40.000 αντίτυπα, αριθμό που μονάχα ο Ρίτσος και ο Ελύτης τα χρόνια της μεταπολίτευσης μπορούσαν να φτάσουν. Έβγαλε επίσης τα βιβλία "Ιδιώνυμο"(1980)," Το ξύλινο παλτό"(1982)," Απόντες""(1986), « Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών»(1988).

Η Κατερίνα γράφει ποίηση την ώρα που άλλοι ακόμα και καταξιωμένοι ποιητές κάνουν δημόσιες σχέσεις . Κατά τον Λεωνίδα Χρηστάκη έμεινε έξω από κάθε λογής εκδοτικά και καλλιτεχνικά κυκλώματα και γι’ αυτό σπάνια γίνονταν γι’ αυτήν αναφορές στα ΜΜΕ». Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ είναι μη γίνω "ποιητής" Μην κλειστώ στο δωμάτιο ν' αγναντεύω τη θάλασσα κι απολησμονήσω. Μην κλείσουνε τα ράμματα στις φλέβες μου κι από θολές αναμνήσεις και ειδήσεις της ΕΡΤ μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις. Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε για να με χρησιμοποιήσει. Μη γίνουνε τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα για να κοιμίζω τους δικούς μου. Μη μάθω μέτρο και τεχνική και κλειστώ μέσα σε αυτά για να με τραγουδήσουν» έγραφε χαρακτηριστικά.

Τα ποιήματά της ξεχειλίζουν από πάθος και οργή, εξαπολύει μύδρους κατά των χαφιέδων και των λειτουργών της έννομης τάξης, μισεί τις συμβάσεις , αγαπά τους απόκληρους, αυτούς που οι κομφορμιστές καλούν περιθωριακούς τους παρομοιάζει με μαύρα πουλιά και μέσω της ποίησης ανοίγει τα φτερά της για να τους συναντήσει στα Εξάρχεια και σε υπόλοιπες στιγματισμένες και άγριες περιοχές των Αθηνών. Ζώντας στο περιθώριο γίνεται σύρμα τεντωμένο και κεντρίζει το κατεστημένο. Υποστηρίζει με θέρμη τον αντιεξουσιαστικό χώρο και επανειλημμένα διαμαρτύρεται κατά της κρατικής ασυδοσίας. Ο πρώην Υπουργός Τηλέμαχος Χυτήρης την αποκάλεσε «Μαγιακόφσκι των Εξαρχείων». Η διάχυτη θλίψη, η μελαγχολία και η πεισιθάνατη διάθεση μας θυμίζουν τον «ιδανικό αυτόχειρα» της Πρέβεζας Κώστα Καρυωτάκη. Στο εκτενέστατο ποίημα ΄΄Οι λυπημένες μητέρες στα Σούπερ Μάρκετ΄΄, που περιλαμβάνεται στη συλλογή της ΄΄Απόντες΄΄, εμμέσως παραδέχεται την επίδραση του καρυωτακισμού. «Πως σκύβει έτσι πάνω στο στόμα μου να δει αν ανασαίνω ο Καρυωτάκης…», σημειώνει χαρακτηριστικά. Σε μικρότερη κλίμακα στους στίχους προσπαθεί να παρηγορήσει τους αναγνώστες της «Θα’ ρθεί καιρός που θα αλλάξουν τα πράγματα.» «Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές με γερμένους απέξω. Και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε δε θα’μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.» Γράφει χαρακτηριστικά σε ποίημα που αφιερώνει στη φίλη της Μαρία.

Οι περισπούδαστοι κριτικοί της λογοτεχνίας ακόμα και αυτοί της δικής της γενιάς προσπέρασαν την ποίηση της. Κάποιοι φαίνεται πως ενοχλήθηκαν από τον καταγγελτικό της τόνο και θεώρησαν πως τα γραπτά της αποτελούν μια ακόμα οργίλη διαμαρτυρία, ρηχή και επιφανειακή. Ωστόσο η σπαρακτική φωνή της Γώγου έγινε δίαυλος των αισθημάτων εκείνων που αμφισβήτησαν την επίπλαστη ευδαιμονία των μεταπολιτευτικών χρόνων.
Οι ανυπότακτοι νέοι, βακχευμένοι από τις απαγγελίες της που ντύνει μουσικά ο Κυριάκος Σφέτσας στην ταινία «Παραγγελιά» του Παύλου Τάσσιου την θεωρούν ροκ είδωλο. Ο ίδιος ο συνθέτης παρομοιάζει τη Γώγου με κορυφαία ενός αόρατου χορού που επιχειρεί να σχολιάσει και να ξορκίσει το κακό προσφέροντας την κάθαρσή στους θεατές τους οποίους θεωρεί όλους υπεύθυνους για το κακό που είχε συμβεί. Με το πέρασμα του χρόνου όλο και περισσότεροι στίχοι της μελοποιούνται και μέχρι σήμερα γράφονται εν είδει συνθημάτων στους τοίχους.
Η ζωή της Κατερίνας φαίνεται να παίρνει χρώμα από τη γέννηση της Μυρτώς που ήταν καρπός του έρωτά της με τον Παύλο Τάσσιο. Τα συναισθήματα της για την μητρότητα περιγράφονται στο ποίημα που αφιερώνει στην θυγατέρα της με τίτλο «Πάμε ομορφή μου » .
Ωστόσο η μοίρα της είναι προδιαγεγραμμένη. Το 1991 η Κατερίνα σημειώνει σε συνέντευξή της: «Ελεύθερος σκοπευτής ήταν ο Άσιμος. Τον δολοφόνησαν. Τον Παύλο Σιδηρόπουλο, το ίδιο. Η μόνη επιζήσασα, εγώ, όχι όμως για πολύ…». Στις 3 Οκτωβρίου 1993 ένα κοκτέιλ από χάπια και αλκοόλ δίνει την πολυπόθητη λύση στα αδιέξοδά της, η Κατερίνα ελευθερώνεται με τρόπο ποιητικό.

«Είμαι ελεύθερη, ελεύθερη, ελεύθερη και όταν έρθει καιρός που θα κρέμεται στο τσιγκέλι το πετσί μου σαν τομάρι απ’ τους κρατικούς εκδορείς και τη λογοκρισία, η φαντασία μου θα τρέχει.. τρέχει… τρέχει. Είμαι φευγάτη, από τώρα τρέχει…

Όπως ήταν φυσικό ο θάνατός της πέρασε στα ψιλά. Κάποιοι που είχαν ξεγραμμένη την Κατερίνα όσο ζούσε, σήμερα διοργανώνουν λαμπρές εκδηλώσεις για να την τιμήσουν. Ας είναι ….Το αδάμαστο πνεύμα της βρίσκεται ακόμα εδώ. Μας συνιστά την προσοχή καθώς ξέρει «πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια, στο μυαλό είναι ο στόχος».

Κωνσταντίνος Κωστέας


ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ Η ΖΩΗ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΣΟΥΓΙΑΔΙΕΣ (ΜΗ ΛΟΓΟΚΡΙΜΕΝΟ)