Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Αντωνάκος Αντώνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Αντωνάκος Αντώνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 14 Ιουνίου 2025

Αντώνης Αντωνάκος - Κινίνα Εξαρχείων - Ή Απ' Την Αναρχία Στο Ερ Μπι Εν Μπι


Αυτή η περιοχή ήταν κάποτε γεμάτη ρωμαλέα παιδιά. Το γυναικείο Σώμα έβρισκε εδώ μια καυτερή πιπεριά για να τρίψει στις ρόγες του.

Η λαϊκή του Σαββάτου, σχεδόν με μιαν αφέλεια παιδική, διατηρούσε τα σεξουαλικά υπονοούμενα των βλάχων που ροβολούσαν απ’ της Λαρίσης το ποτάμι και τα γλυκά αγγουράκια των Θηβών.

Η οδός Καλλιδρομίου μύριζε γιασεμί και πληθυντικό ευγενείας.

Τα ερωτικά παγοθραυστικά της επαρχίας πρόσφεραν τα ερωτικά τους όργανα σε λογοτέχνες και μπακάληδες, χωρίς υπεροψία αλλά βουτηγμένα στη μέθη, ανωνύμως πάντα, χοροστατούντων κάποιων μητροπολιτών, μεταμφιεσμένων σε κορίτσια με πονηρούς σκοπούς.

Οι κρανοφόροι δεν είχαν αγοράσει ακόμα γκαρσονιέρα στην περιοχή και ο λόφος του Στρέφη ήτο γεμάτος ανωμάλους λογίους και βρετανικό LSD, ενισχύοντας τα φωναχτά ή αντιθετικά χρώματα της μικροαστικής πλήξης.

Η αναρχία ήταν περισσότερο ποίηση και στύση του αυθορμητισμού.

Οι βρικόλακες αγόραζαν τα ρετιρέ τους έχοντας άλλοθι καλλιτεχνικόν και λεφτά στην άκρη για δεύτερη μπριζόλα.

Κάτι γκαρσόνια με χιούμορ αφήναν χρυσόσκονη πάνω στους τοκετούς της διανόησης που φλίπαρε ανάμεσα σε ούζα και χαβαλέ, ψάχνοντας καινούργιες χορηγίες Φορντ και ευκαιρίες στα μεταχειρισμένα αυτοκινητάκια που κουβαλούσαν κάθε Κυριακή οι μαντράδες στο Σχιστό.

Η ακολασία διαβιούσε σιδερωμένη και κολλαριστή, λίγο πριν φτάσουν τα καράβια με την πρέζα και την κάνουν αγνώριστη.

Η Τρικούπη και η Σόλωνος άρχισαν να οριοθετούν ένα ερωτικό ντελίριο του πεζοδρομίου. Πιάτσες τού μέσα κόσμου που εβγάζαν το μέγα και αόρατον ηθικόν τους στον ήλιο, που, τον έκρυβε η νύχτα των ντροπαλών αρσενικών.

Όμορφοι επαρχιώτες αθεράπευτα νυμφομανείς, αφήναν πίσω τη μανούλα και τα χωράφια για να κερδίσουν λίγη αιωνιότητα, σχηματίζοντας ένα μοχθηρό πρόσωπο μέσα στη ζούγκλα του ανταγωνισμού, σαν πιθήκου, χαραγμένο με μίσος, κακία και απόγνωση στα ανήλιαγα στενά από κάτουρα και αμμωνιακή σήψη.

Εκδότες και πιστολάδες μέσα σε σουβλατζίδικα που θεράπευαν λοξούς γόηδες απ’ το ξενύχτι.

Επαναστάτες αγκιστρωμένοι στο θαυμασμό τού εαυτού τους πετούσαν τις μπροσούρες τους στον ακάλυπτο, σουρωμένοι και δυστυχισμένοι που δε γεννήθηκαν στην Αμερική.

Το Rock έγινε το κινίνο για όλες τις παθήσεις μαζεύοντας Τάταρους της Κριμαίας και πιστολάδες του Τέξας σε γιαπιά, γιορτάζοντας τα κούλουμα της αναρχίας που γινόταν καθεστωτική και αφόρητη αφού με τα πρώτα φράγκα δραπέτευε στην οδό Σκουφά και στα Κολωνάκια με όση αυτοδηλητηρίαση και αυτοσαρκασμό απαιτούσαν οι περιστάσεις.

Οι υγιείς δραπέτευαν στα νησιά κάνοντας τον αντικομφορμισμό τους ιδεολογία απλώνοντας πάνω στο εθνικό πτώμα το έμπλαστρο της πολιτικής οικολογίας.

Οι έμποροι ναρκωτικών άλλαξαν μάσκα, αγκαλιάζοντας τον Καστοριάδη και τον Στίνα, φυτεύοντας ολλανδική μαριχουάνα στους φαντασιακούς ντενεκέδες τού καπιταλιστικού παραδείσου.

Οι χιπστεράδες αγόραζαν με τα λεφτά τού μπαμπά ξύλινα σπαθιά κυνηγώντας ψυχεδελικές πεταλούδες στα ρουμάνια της Ζωοδόχου πηγής, σκορπώντας την τέφρα φιλελεύθερων ραβίνων στα μουστάκια νεαρών παιδιών που τα ξεπάστρεψε η πατρική αγάπη.

Τώρα σήμερα εδώ οι αναρχίζοντες αστοί χτυπάνε τα κουταλοπίρουνά τους στα πιάτα, με τον κυνισμό τού επίτιμου πράκτορα της περιοχής, περιμένοντας τα ψίχουλα της αμερικάνικης πρεσβείας για τα τελευταία πληρωμένα άρθρα στην εφημερίδα των συντακτών, κατατροπώνοντας τον Λένιν και τους μπολσεβίκους, δίπλα σε υπόγεια με μισότρελους πρόσφυγες, αποθεώνοντας τη φολκλόρ ιδεολογία τους που καταδικάζει τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται.

Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2023

Αντώνης Αντωνάκος - [Εγώ, η Παλαιστίνη]


Είμαι η δούλα που κλείδωσαν στο υπόγειο της ανατολής. Λυπημένη, φορτωμένη, καταβεβλημένη.
Κοιτάζω απ' τα παράθυρα τα συντρίμμια και το χαμό. Δεν φωνάζω πια, ούτε κραυγάζω για βοήθεια. Δεν ακούει κανείς κι όσοι ακούνε είναι μακριά κι η φωνή φτάνει πάντα λειψή κι αδύναμη.
Είμαι αυτή η δούλα που συνεχίζει να ζει πέρα απ' τον καιρό της, μέσα στην άχρονη σφαίρα της ταπείνωσης, νοιώθοντας τα πάντα και μη ανταποδίδοντας τίποτε.
Ένας άνθρωπος από καιρό αποσυρμένος από την κυκλοφορία. Επιβιώνω και υπάρχω μόνο στη μορφή του αξιολύπητου.
Άκου, μιλάει η σκιά. Είμαι μια βαριά σκιά. Η σκιά σέρνεται. Η σκιά πονάει.
Είμαι παραλυμένη. Καμιά ελπίδα δεν συμμερίζομαι.
Φυλάνε με όπλα τους εκκλησιαζόμενους, τους γαμπρούς, τη γιορτή κάτω απ' τις κραυγές μου, το μεγάλο ηχητικό κύμα του ονόματός σου Ισραήλ.
Εβδομήντα χρόνια δεν είμαι γυναίκα. Δεν είμαι άνθρωπος.
Τα σημάδια της καλοσύνης, της ευσπλαχνίας, της αφοσίωσης ερμηνεύονται μέσα στο φόβο σαν ατιμίες. Σαν πρελούντια κάποιας φοβερής κατάληξης, σαν επιτηδεύματα της κακίας.
Εσείς οι καθαροί κι εμείς οι ακάθαρτοι. Τα ζώα που ξεσκατίζουν τα κιμπούτς, που στρώνουν πίσσα την έρημο για να τρέξουν εκεί τα τρελά ατίθασα λαίμαργα λεφτά.
Ναι Ισραηλίτη, εραστή του διώκτη σου, προχώρα μπροστά. Μπορείς να με απεχθάνεσαι. Κοίτα, σου φέρνω δώρα, σου φέρνω τις πιο ευτυχισμένες μου στιγμές, τις χειρότερες ταπεινώσεις μου, τις οδύνες, τις ορέξεις μου και τις κατάρες μου.
Ναι είμαι εξαϋλωμένη, νευρική, σκοτεινή, κούφια, κοιλιόμορφη, φλογοβολούσα, εκστατική, αχρεία, γυμνή, πληγωμένη, ατσάλινη, γόνιμη, αγονιμοποίητη.
Πρέπει να εξαφανιστεί η μήτρα μου. Η κοιλιά που γεννά όλους αυτούς τους θυμωμένους άντρες. Η κοιλιά που είναι γόνιμη.
Πρέπει να με ξεκοιλιάσετε με το σταυρό που κάνατε ξίφος, να βάλετε τους ραβίνους σας να με βιάσουν μέχρι θανάτου.
Πρέπει να μας κάψετε, να γίνουμε στάχτη, να ερεθιστείτε με τη χαρά του δικού μας ολοκαυτώματος.
Είμαι εδώ και περιμένω. Περιμένω να περάσει το Σάββατο, η αργία του θεού, για να βγείτε και να με σφάξετε.
Βλέπω τα παιδιά του ταγματασφαλίτη και του τσολιά να έχουν κρεμάσει τη σημαία σας στα μπαλκόνια. Μετά τον αγκυλωτό σταυρό το αγκυλωτό αστέρι.
Μυρίζω τα πτώματα.
Μυρίζω τον ιμπεριαλισμό και την κυριαρχία.
Μυρίζω τα βομβαρδισμένα κοτέτσια και χοιροστάσια.
Μυρίζω την τελική λύση.
Μυρίζω την πείνα και τις μύγες πάνω στην ανοιχτή πληγή.
Περιμένω τις καινούργιες οβίδες σας, τις καινούργιες γαλλικές σας χειροβομβίδες, τα καινούργια αμερικάνικα αέρια σαν αυτά που καθαρίσανε το Βιετνάμ. Όλα φτιαγμένα από τίμια εργατικά χέρια.

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2022

Αντώνης Αντωνάκος - Η αγάπη άσεμνη είναι



Μην αφήνεις ατάιστη την αγάπη. Μην.
Η αγάπη θηρίο είναι. Ξεβράζει κάποτε
τη δεξιοτεχνία του φιλιού. Φίδι κολοβό.
Η αγάπη είναι για να τραγουδιέται. Να
συνεφέρει τσογλάνια απ’ τις κραιπάλες.
Σε ξεβράζει στο μηδέν. Στα τόσα προσφιλή
λογάκια. Σε μαθαίνει λίγο να ξεχειλίζεις.
Η αγάπη σού ψευτίζει τις αλήθειες.
Φτωχαίνει τη μοναξιά που μας αναλογεί
εκ γενετής. Παραμορφώνει λέξεις και
νοήματα. Η αγάπη είναι η εφεδρεία των
πληθυσμών. Προπάντων σε ξεφτιλίζει
αύτανδρο στην αντίπερα όχθη κάποιου
κορμιού. Η αγάπη άσεμνη είναι. Άφεγγη.
Έρμαιη ρουφήχτρα.

Πηγή: https://dromos.wordpress.com/page/44/

Κυριακή 24 Ιουλίου 2022

Αντώνης Αντωνάκος-Γύθειον

Το καλοκαίρι ένα ποτήρι λεμονάδας
τσομπάνηδες ξερολιθιές και σφήκες
γύρω απ’ το βρεγμένο μαγιό με τη ζάχαρη
και τρυφερά τόσο τρυφερά στέκομαι
και σε κοιτώ. Οι ανάσες απ’ τις πολεμίστρες
μέσα του ποιήματος οι ρόγες σου
σε πλήρη διαστολή να ξεπλυθούν μετά
σε ενοικιαζόμενο δωμάτιο με τη λιακάδα έξω
μετέωρη τις ψητές σαρδέλες
και τις ξεφλουδισμένες πλάτες
τις αθώες πεταλούδες το αλκοόλ
την Αλβανίδα στην κουζίνα
που δοκιμάζει χαμόγελο στον καθρέφτη
ορθοστασία ιδρώτα ζαλιστική χαρά με τη γλώσσα.
Στριφογυρίζω σαν ένα φάντασμα
ξεχνώ στίχους και φιλενάδες
που αναχαίτισαν οι καύλες η γενική συσκότιση
απ’ τα συνοφρυωμένα ερωτόληπτα κοριτσάκια
που αλλάζουν ρούχα και συνήθειες
πίσω από ξεραμένους θάμνους
και αγκάθια που δεν μάθαμε τ’ όνομά τους.
Πάντα μετέωρος με τα σπίρτα χυμένα στην άμμο
και τα δάχτυλα μπερδεμένα στα μαλλιά
και πάντα ουρανός θάλασσα ήλιος
ντεπόζιτα σκουριασμένα και δεξαμενές
κρινάκια στον αιμάσοντα γλουτό λογοτεχνικές ορέξεις
βελάσματα τράγων πευκοβελόνες και κουκουνάρια
και με κούρασαν οι φόβοι και δε φοβάμαι πια
και τόσες νύχτες που τρύπωσα στο βρακί της
ιδιότροπος μεγαλοπρεπής στης νύχτας τα παιχνίδια
και στης μέρας τις ντροπές και ξέρω πολύ καλά
να κερδίζω τρυφερότητα απ’ το χνούδι σου
και να πιπιλίζω εν μέσω θέρους
δάχτυλα ατέλειωτα ελευθέρας βοσκής
υποτέλεια στα σεντόνια μακρινού ξενοδοχείου
Γύθειον Λακωνίας
υγρασία της ειμαρμένης
Μεσόγειος που σχεδιάζει εμπρησμούς.
Το σπέρμα στον πιο βαθύ έρωτα.
Την οργή των θεών
και την πείνα των ανθρώπων.
Ω καλοκαιράκι στην άσφαλτο
περικυκλωμένος από κοπάδια εγώ κι αυτή
με το βοσκό να βλαστημά απ’ άκρου εις άκρον
χλομές και γκαστρωμένες γουρούνες
γεμάτες ρυπαρές τρίχες
δασύτριχα πρόβατα
για να κρυφτούμε στις κοιλιές τους
να τρυπώσουμε στη σπηλιά του Κύκλωπα
γυμνοί και πεινασμένοι
περισσότερο από ποτέ έτοιμοι
να τυφλώσουμε το μονόφθαλμο έρεβος.
Μιαν αιωνιότητα ολόκληρη μετά
να χαιρόμαστε χνούδι φιλιά μισοφέγγαρο
να χαιρόμαστε σύννεφα βροχές έμμηνα
τη βουτιά απ’ τα βράχια στα σπλάχνα της


Πηγή: https://dromos.wordpress.com/2015/07/18/%CE%B3%CF%8D%CE%B8%CE%B5%CE%B9%CE%BF%CE%BD/

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2022

Αντώνης Αντωνάκος-Ανέκφραστοι


Στις ακουαρέλες του ζωγράφου
το ψιλόβροχο
αγνοεί τις λαϊκές συνοικίες.
Στην κορυφή
ενός απολιθωμένου γεγονότος
κάτω απ τις σημαίες
φυτρώνει το δάκρυ των φτωχών.
Η πιο ακραία διαμαρτυρία είναι η σιωπή.
Δεν την αντέχεις.

Αντώνης Αντωνάκος- Το φθινόπωρο του στρατιώτη

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2021

Αντώνης Αντωνάκος-Ποιήματα

ΑΝΕΚΦΡΑΣΤΟΙ

Στις ακουαρέλες του ζωγράφου

το ψιλόβροχο

αγνοεί τις λαϊκές συνοικίες.

Στην κορυφή

ενός απολιθωμένου γεγονότος

κάτω απ τις σημαίες

φυτρώνει το δάκρυ των φτωχών.

Η πιο ακράια διαμαρτυρία είναι η σιωπή.

Δεν την αντέχεις.


ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΠΟΥΛΙ

Σε ώρες κρίσης, ανθίζει

το ποίημα.

Σημείο διαιρέσεως

ονείρου

είναι,

με λευκοπλάστες στο κορμί

ουρανός

πάνω σε ρόδες,

ένα κλουβί στα μαλλιά

και το ωραίο κορίτσι

σφαγμένο από σύννεφο.


ΑΣΤΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ

Στους τοίχους των σαλονιών τους

τώρα

κρεμάνε τη ζωή που μίσησαν.

Αγρότισσες στα χωράφια,

εργάτες, ορυχεία, προλετάριους,

μια γυμνή κοπέλα,

εραστές, αγόρια, ναύτες,

πουτάνες που πέθαναν μόνες

στο πεζοδρόμιο.

Σ’ αυτά τα σαλόνια

κάνουν

τα πάρτι και τις δικτατορίες

τις προσευχές και τα όργια.

Σ’ αυτά τα σαλόνια έχουν

και τα δικά μας πορτραίτα.


ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ

Οι περισσότεροι είμαστε γκαρσόνια,

πόρνες,

θηριοδαμαστές,

στα δέντρα και τα σχήματα του κόσμου

αναρριχώμενα.

Σε πατώματα βρώμικα

μέσα σε άχρηστες νύχτες γεννηθήκαμε

άλλοι στους δρόμους

στα μικρόφωνα,

άδεια τσιγάρα

καπνίσαμε

πένθιμες πόλεις.

Φύλλο πορείας θανάτου.

Κι όταν έβρεχε στα ξενοδοχεία σβήναμε,

βγάζαμε τη φανέλα σ’ άδεια δωμάτια

κανείς δεν πρόλαβε να ζήσει.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΣΙΝΑ

Σε φαγωμένη κίνηση

οδοιπορούσε η διαδήλωση.

Ο ημεροδείχτης έδειχνε θάνατο.

ο ιδρώτας στις μασχάλες,

τα σχήματα στα χέρια μας

που ολοένα ξεψυχούσαν,

στα ρείθρα των δρόμων

με τα αίματα

σταυροί καρφωμένοι

σαν φωνές

από μια μυστική χιλιετηρίδα.


Η ΠΑΡΕΛΑΣΗ

Σημαίες, στεφάνια, βόμβες Ναπάλμ.

Παιδιά ανάπηρα του μεσαίωνα

με πλαστικές σημαίες,

που τις χωνεύει

αργά-αργά ο χρόνος,

ανεβαίνουν στον ουρανό.

Σαν βροχοστάλες πάνω στις στέγες

εκεί όπου μαζεύονται οι ψυχές

για μια αρχαία απογραφή.

Εκεί στις ασβεστωμένες αυλές

όπου οι κηλίδες αίματος

σαν λεπτές επινοήσεις, περιμένουν

μιαν αιφνίδια επέλαση.

Σημαίες, στεφάνια, βόμβες Ναπάλμ.


ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Ίσως, να ανήκω στους ποιητές

που τους αγοράζουν

μονάχα απ’ τα καλάθια,

μα είμαι γι’ αυτό ευτυχισμένος

γιατί εγώ το ξέρω

πως οι άνθρωποι

που ψωνίζουν απ’ τα καλάθια

είναι το μέλλον του κόσμου.


ΩΡΕΣ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ

Ένα δάκρυ στάζει

δίπλα στα φλιτζάνια του καφέ

στα σινεμά, στους στρατώνες,

στα οινομαγειρεία.

Πάνω στο χνωτισμένο τζάμι

ζωγραφίζω ένα τετράγωνο.

Στο πλάνο ένας άνεργος,

μετράει τα σάλια

στ’ αποτσίγαρα.

Μια γριά

απ’ αυτές που ψάχνουν στα σκουπίδια

του χαρίζει ένα τριαντάφυλλο.

«θα με ζεστάνεις παιδάκι μου;».


ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ

πάνω σ’ ένα βυζί

ή σ’ ένα πρησμένο συκώτι

χαράσσονται οι έγνοιες.


Αντώνης Αντωνάκος- Το φθινόπωρο του στρατιώτη, Πάροδος 1996.


Πηγή:https://mikresdiafyges.wordpress.com/2020/11/07/%ce%b1%ce%bd%cf%84%cf%8e%ce%bd%ce%b7%cf%82-%ce%b1%ce%bd%cf%84%cf%89%ce%bd%ce%ac%ce%ba%ce%bf%cf%82-%cf%84%ce%bf-%cf%86%ce%b8%ce%b9%ce%bd%cf%8c%cf%80%cf%89%cf%81%ce%bf-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%83%cf%84/

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020

Αντώνης Αντωνάκος-Ποδολαγνεία


Οι μοναδικοί άνθρωποι που βρίσκονται γύρω μου και με συγκινούν είναι οι γύφτοι. 

Λατρεύω τη γυφτιά και το βλέμμα των γύφτων. Αυτή την υγράδα από μισοσβησμένα μονοπάτια που προσπαθεί να ιχνηλατήσει τον κόσμο. 

Ο αστός και ο άνθρωπος της ευκολίας δεν μπορεί να καταλάβει την ψυχή του γύφτου. Την επίγνωση τού εαυτού του έξω από κανόνες και συμπεριφορές. 

Η αναρχία τού γύφτου είναι ουσιαστική. Θέλει απ’ την εξουσία των νοικοκυραίων το ελάχιστο περίσσευμα. Τίποτε άλλο. Γι’ αυτό η μεγαλύτερη τέχνη του είναι η ζητιανιά. Και το πλιάτσικο. Και το εμπόριο τιμαλφών. Και πολλές φορές η κλεψιά. 

Ο γύφτος είναι κοινωνικός επαναστάτης, ούτε μισθωτός, ούτε έμπορος, ούτε σκλάβος, ούτε αφέντης. Έξω απ’ τις κοινωνικές νόρμες. Ο γύφτος επινοεί ιστορίες, είναι μυθομανής και ψεύτης. Περνάει τη ζωή του στο τεράστιο σπίτι της φύσης. Χωρίς εμβόλια, χωρίς πόσιμο νερό, χωρίς εκπαίδευση. Στην καρότσα ενός φορτηγού ή σ’ ένα τσαντίρι. 

Οι γύφτοι προσεύχονται γονατιστοί μπροστά στην παναγία μα στην πραγματικότητα λατρεύουν το φίδι που πατά με το πόδι της. Κι όταν φιλούν το σταυρό, ευχαριστούν τη βροχή που ποτίζει τη γη. 

Οι γύφτοι τραγουδούν και χορεύουν, ως γνήσιοι σφετεριστές του Πλατωνικού αμοραλισμού, μακριά απ’ τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της εργασίας. 

Ο Χίτλερ τους τίμησε και με το παραπάνω. Το ίδιο και οι συμπατριώτες μου ελληναράδες που τους φτύνουν και τους κλωτσούν, πιστεύοντας πως αυτή η φυλή με το σκούρο δέρμα και το σκοτεινό παρελθόν έχει το έγκλημα μέσα στο αίμα της. 

Καταραμένοι και αιώνια περιπλανώμενοι, με μοναδικό σπίτι τους το δρόμο. 

Τον Αύγουστο του 1944, σχεδόν τρεις χιλιάδες Τσιγγάνοι, άντρες, γυναίκες και παιδιά, μέσα σε μια νύχτα, έγιναν στάχτη στις αίθουσες αερίου του Άουσβιτς. 

Το ένα τέταρτο των Τσιγγάνων της Ευρώπης χάθηκε εκείνα τα χρόνια της βαρβαρότητας. Ποιος αλήθεια ρώτησε να μάθει γι’ αυτούς; Σε ποια ιστορία πέρασε το δικό τους ολοκαύτωμα; Ποιος έστησε έστω και ένα μνημείο γι’ αυτούς; Ποιος ζήτησε αποζημιώσεις για τα δικά τους βασανιστήρια; Και ποιος προσπαθεί να συνεχίσει το θεάρεστο έργο του Αδόλφου; 

Τώρα που εμείς οι ταχτοποιημένοι λευκοί ταμπουρωθήκαμε στις πατρίδες μας και στην φυλετική μας καθαρότητα αγναντεύουμε απ’ το παράθυρο του γιωταχή μέρη που έχει φιλήσει με το στόμα του ο Σατανάς. Ο Γύφτος, που πλένει τα πόδια της αγαπημένης του εκεί που θα φυτρώσει κάποτε ο ήλιος.

Κυριακή 23 Αυγούστου 2020

Αντώνης Αντωνάκος-[Υπάρχουν νέοι]


Υπάρχουν νέοι που δεν ασχολούνται με ταραχές.

Εργάζονται σε εκλεπτυσμένα κάτεργα.

Βάζουν πλυντήρια, κάνουν λάντζα.

Στήνουν φυτώρια ή περιποιούνται ηλικιωμένους

που τους έφτυσαν τα παιδιά τους.

Υπάρχουν νέοι που λειτουργούν

ως μηχανές ξεσκατίσματος. Νέες

που φυλάνε ορφανά μωρά

γωνιών

που αποδεκάτισε η καριέρα.

Υπάρχουν νέοι που σκοτώνονται με μηχανάκια

πηγαίνοντας πίτσα στον εωσφόρο

ή σε ανάπηρους πολίτες από καθιστική ζωή.

Νέοι που δεν ασχολούνται με την επανάσταση.

Αλλάζουν σεντόνια σε λουτροπόλεις.

Παθαίνουν εγκαύματα από ζεστό νερό

πλένοντας πιάτα σε εστιατόρια.

Νέοι νηφάλιοι και σοβαροί που επιστρέφουν στην εργασία τους

μετά το ρεπό.

Νέοι που θέλουν

μια τηλεόραση

ένα κινητό

ένα στρώμα να ξεραθούν.

Νέοι που έχουν κακοποιηθεί ως παιδιά

από σχολικές παρελάσεις, προσευχές, εκπαίδευση.

Νέοι που τους πηγαίνει αβασάνιστα το σύμπαν σε τεκνοποίηση.

Σε νέα αντίγραφα που δε θα μπορούν να αμυνθούν

στον κατασκευαστή τους.

Νέοι που θα εισβάλουν στα πιο εκλεπτυσμένα κάτεργα

και θα έχουν την ίδια ραγισμένη καρδιά

με τους πρώην νέους γονείς που ξεσκάτιζαν γέρους

έχασαν τα μάτια τους από φυτοφάρμακα

έπεσαν στο βόθρο ή στα καμίνια της Χαλυβουργικής.

Νέοι που θα νοιώθουν την ίδια εγκατάλειψη

σιχτιρίζοντας τους γέρους γονείς

που κάποτε υπήρξαν νέοι και σιχτίριζαν τους δικούς τους

γέρους γονείς που κάποτε υπήρξαν νέοι κι αυτοί.

Το Έτσι τα βρήκαμε διδάσκεται.

Είναι η παράδοση από γενιά σε γενιά.

Ήσυχα καθένας φορτώνεται το αδίκημα της αδιαφορίας.

Στη Μαλαισία στο Μεξικό στην Καλαμάτα στο Κονγκό οι νέοι

δεν ουρλιάζουν παρά δουλεύουν και

ζουν με γραφειοκρατική προσήλωση.

Ω ναι κάποιος πρέπει να κάνει τις σκατοδουλειές

αυτού του κόσμου. Όσο υπάρχουν λεφτά.

Με τα λεφτά μπορείς να βάλεις κάποιον να σου σκουπίζει τον κώλο.

Με τα λεφτά μπορείς να βρεις πολλούς νέους για τον πόλεμο

και το ντελίβερι.

Με τα λεφτά μπορείς να αγοράσεις λίγη ελευθερία.

Υπάρχουν νέοι που αγοράζουν λίγη ελευθερία με τα λεφτά.

Με το χαρτζιλίκι τους.

Υπάρχουν νέοι που δεν ασχολούνται με την εξέγερση.

Κάνουν μεροκάματα. Βάζουν σε τάξη τα βαζάκια με τα νεκρά έμβρυα.

Υπάρχουν νέοι που τους μακελεύει το πεπρωμένο.

Μα το πεπρωμένο φυγήν αδύνατο.

Την ώρα που ακουμπούν το μάγουλο στην κρύα εικόνα

δίνοντας φιλί σπαραχτικό

στη Δέσποινα του ελέους.