Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Ελευθεράκης Δημήτρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Ελευθεράκης Δημήτρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 2 Αυγούστου 2025

Δημήτρης Ελευθεράκης -Εθνικοί ποιητές



Με βλέμματα που έπνιξαν τα φρύδια 
κρυμμένοι σε κακότεχνα πορτραίτα, 
ή σαν βαλσαμωμένη μαριονέτα
 ασάλευτοι κοιτούν, από συνήθεια
οι εθνικοί ποιητές οι καϋμένοι
 Δέσμιοι στη μεταφυσική του κράτους, 
θέλουν να ξεγελάσουν τους θανάτους 
σε ιερά κι ελεύθερα τεμένη
διαβάζοντας πικρότατα ελεγεία. 
Αλλά κι η Ιστορία, τί τους νοιάζει; 
Αυτοί έχουν σκεπή από χαλάζι 
έτσι μυημένοι στην αθανασία.

Από την συλλογή Εγκώμια, Εκδόσεις Πατάκη 2013

Κυριακή 8 Ιουνίου 2025

Δημήτρης Ελευθεράκης, «Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκη»

 

Ένα ποίημα στρατευμένο στο χάος που χαμογελά μέσα από τη ρωγμή ενός βράχου.

Υπάρχουν χίλιες λέξεις για να φτάσεις στον Παράδεισο αλλά μονάχα μία οδός.

Στην οδό που οδηγεί τους νικημένους στον Παράδεισο.

Υπάρχει ένας ταπεινός άνεμος που αναδεύει τα χόρτα στις πεδιάδες της πατρίδας.

Στον άγριο άνεμο που θα σαρώσει τη μιζέρια των πόλεων.

Στον πατέρα όλων των συντρόφων, τον πατέρα που κοιτάζει σοβαρός κι είναι ανύπαρκτος

(αλλά υπάρχει μοναχά η πυρκαγιά της παρουσίας του).


Ακόμη.

Σ' αυτόν τον κόσμο (όπου ο Θεός είναι η δόξα του ανθρώπου). 

Στην ΕΣΣΔ (είναι μια χώρα που φτάνει έως την απεραντοσύνη). 

Στην Ιστορία· στην αθανασία στον ηλεχτρισμό.

Στον αφανισμό των ταλαιπωρημένων, των λυπημένων, των γελοίων. 

Στον τόπο όπου συγχωνεύονται η διαλεκτική της ύλης και η διαλεκτική του πνεύματος.

Στον ταπεινό άνεμο που αναδεύει τα χόρτα στις πεδιάδες της πατρίδας. 

Στο μαυσωλείο των ψυχών.

Στον Μαγιακόβσκη.


(Από τη συλλογή «Η στέππα», εκδ. Νεφέλη, 2006)

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

Δημήτρης Ελευθεράκης - Όταν εκρήγνυται το δειλινό σε χρώμα μενεξεδί


Αδειάζω τα μάτια μου απ' τις εικόνες των άλλων.

Οι τσέπες μου είναι άδειες, το παντελόνι μου γεμάτο τρύπες.


Για τους γονείς μου: απέδειξα τις πράξεις τους λάθος

όπως θα κάνουν και για μένα τα παιδιά μου.

Λέω τ’ ονόματά τους για να μην τους ξεχάσω.

Ψάχνω τη λέξη. Η λέξη δεν ξεπροβάλλει.


Τώρα βλέπω ότι ο ουρανός έχει χρώμα μενεξεδί.

Πόσο χρόνο θα χρειαστεί να το περιγράψω;

Άλλοι το έκαναν καλύτερα από μένα.

Άλλοι πέθαναν μ' αυτή την εικόνα  στα μάτια.

Επέζησα διασχίζοντας τη νύχτα, επέζησα απ’ τον ύπνο

απ' το ίδιο μου το χέρι. Γιατί να πω για το δείλι;

Χαίρομαι την ανάσα, τ' άδειο χαρτί, την εγκατάλειψη

της Μούσας. Οι κουρούνες δεν γδέρνουν τ' ακροκέραμα

με τα φτερά τους. Έρχεται μια νύχτα σιωπηλή. 


Το δέντρο ανοίγει το δέρμα του και παίρνει την καρδιά μου.

Κατεβαίνω στη γη. Τα δάχτυλά μου έχουν πάρει το χρώμα

της ρίζας. Το σκοτάδι έχει ανοίξει ένα πέρασμα φεγγερό. 


Για τα παιδιά μου: να χάσουν όσο μπορούν λιγότερο χρόνο

κυνηγώντας τα όνειρα των γονιών τους και των γονιών

των γονιών τους. Λέω τ' όνομά μου για να μη με ξεχάσουν.

Ψάχνω τη λέξη. Η λέξη δεν ξεπροβάλλει.


Άσπρα μήλα, Πατάκης (2021)


Αντλήθηκε απ' το προφίλ της Κατερίνας Μαρδακιούπη. 

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2024

Δημήτρης Ελευθεράκης - Μαρίνα Τσβετάγεβα


Ζούμε μαζί τη νύχτα κι αναπνέουμε, Μαρίνα
σ’ ένα διαμέρισμα συγκατοικούμε στη Θεσσαλονίκη επ’ ενοικίω.
Τη μέρα βγαίνεις και γυρνάς τ’ απόβραδο
με τσακισμένο βλέμμα, προκηρύξεις και συνθήματα:
«Ο καπιταλισμός κι η παγκοσμιοποίηση»∙
«There’s no happy story in Russia»∙
«Αλληλεγγύη στον αναρχικό Γρηγόρη Θωμόπουλο».
Μου λες πως σκόρπισε η διαδήλωση με δακρυγόνα,
ρωτάς πού ήμουν και γελάς που ονειρεύομαι ακόμα
ένα αντάρτικο πόλεων.
Ύστερα κοιμόμαστε ανεπίληπτα
πλαγιάζοντας ο ένας μέσα στον ύπνο του άλλου,
ενώ το φεγγαρόφωτο μπαίνει από το παράθυρο
σαν να χιονίζει επάνω στα μαλλιά σου.
Τι ονειρεύεσαι, Μαρίνα, άγγελε της στέππας
άυπνη Σίβυλλα, τραγούδι του βοσκού.
Η Ιστορία μάς έφερε μαζί
σε μία πόλη όπου ο άνεμος σκορπά τόσο παρήγορα τη θλίψη.
Εχθές είδες στον ύπνο σου πως αυτοκτόνησες.
«Ήθελα να μάθω αν θα με θυμηθεί ο Θεός», είπες. «Με
συγχώρεσε».

[Η στέππα, Νεφέλη 2006]

Κυριακή 19 Μαΐου 2024

Δημήτρης Ελευθεράκης - Ποιήματα



Φοινικιά

Ύστερα από μακρύ πηγαιμό ο Τηλέμαχος
ανακάλυψε τον τάφο του Οδυσσέα στην Πύλο,
ξέθαψε ευλαβικά τα οστά, τα ράντισε με κρασί
τα κάπνισε με φύλλα δάφνης, προσκύνησε.

Το ταξίδι είχε τελειώσει. Η αφήγηση κόπηκε
εκεί που μια βασιλική φοινικιά σκορπίζει τον άνεμο
στους τέσσερις ορίζοντες με τα πυκνά κλαδιά της.
Ο κορμός της είναι μία κολόνα δωρική.

Κάτω από τη σκιά της φοινικιάς ο Τηλέμαχος
έστρωσε το χώμα για τον δικό του τον τάφο,
κτερίσματα το σπαθί του Οδυσσέα, τα δόντια.

Άνοιξε το σημειωματάριο, βούτηξε
το κόκαλο του πατέρα του στο μελάνι·
έγραψε: Εδώ αρχίζει της ζωής μου το τέλος.

Πρεσβυωπία


Μετά τα σαράντα όλα είναι ίδια:
ένας σκύλος έρχεται να χορέψει γύρω απ’ τα πόδια σου στην άμμο
όπως κι εχθές – όλα είναι όμοια με τα περσινά, αλλοιωμένα μόνο
απ’ την όψη των ματιών σου που βλέπουν λιγότερα
κι εσύ δεν έχεις γίνει σοφότερος, λευτερωμένος από φόβο
στωικός, υπομονετικός ή μειλίχιος.
Στην περσινή φωτογραφία δυσκολεύεσαι να διακρίνεις
εάν αυτά που βλέπεις είναι μανταρίνια ή πορτοκάλια,
και στο χαρτί τα γράμματα που διαβάζεις είναι υγρά:
αδύνατο να καταλάβεις.
Με μια κίνηση μπορείς να τα χαλάσεις όλα
από αμηχανία ή πείσμα.
Έχεις μια εμμονή να σκέπτεσαι το ίδιο μοτίβο,
το κόκκινο χώμα και το παραγινωμένο αχλάδι
το στήθος της γοργόνας στο ψηφιδωτό και το χρυσό τσαμπί
το γλίστρημα του ήλιου στις θαλάσσιες σπηλιές.
Κι όταν στο τέλος γράφεις για να μην ξεχάσεις και να μη σε ξεχάσουν
κρατάς τη σελίδα σε απόσταση για να μπορέσεις να δεις, και διαβάζεις:

Υπάρχουν άπειρα μέρη του κόσμου όπου δεν πρόκειται να πεθάνω
κι υπάρχουν όλα τα μέρη του κόσμου
όπου δεν πρόκειται ν’ αναστηθώ.



Δέντρα τον χειμώνα

Όταν βλέπω τα δέντρα σκέπτομαι τον πατέρα
που τέντωσε το κορμί του να μυρίσει την παγωνιά,
τα χέρια του λυγισμένα κλαδιά, τα πέλματα ριζωμένα
εάν φυσούσε εκείνη την ώρα μια ριπή θα τον θέριζε.

Ποιος έχει τη γνώση ν’ αγκαλιάσει έναν γηραλέο κορμό
να παραμερίσει τη δέντρινη μοναξιά, να ξεχωρίσει
τα ξεραμένα φύλλα
απ’ τις ξερές παλάμες, τις ξεχωμένες ρίζες απ’ τη σκαμμένη γη;

Τα δέντρα είναι μια εποχή από μόνα τους.



Μούσα του κανενός


Δεν ήταν έγκλημα ήταν αγάπη:
κατάπια δυο τόμους και μια βιβλιοθηκάριο.
Έφαγα τη μούσα του κανενός, τον κορμό μιας οξιάς.
Ας αναπαύονται στα κύτταρα και τους αδένες μου.

Τα μάτια της δυο καταπράσινοι σάπφειροι,
η γεύση της ένα ολοστρόγγυλο βότσαλο.
Το χαρτί και τα δάχτυλα έδιναν
την εικόνα της πιο σπάνιας ποίησης.

Τώρα γνωρίζω τι σημαίνει αγάπη:
η πείνα του ποιητή για μελάνι και δέρμα·
ο θρίαμβος της γλώσσας και των δοντιών,
τροφή, η ανάγκη μας για τον άλλο.

Κάποιος να πει

Κάποιος να είναι εδώ. Κάποιος
να μας σηκώνει το μαξιλάρι.

Κάποιος ν’ αφήσει κάτι για μας
όταν δεν θα είναι εδώ.

Κάποιος να φύγει πριν από εμάς
ή μετά από εμάς.

Κάποιος να στρώσει το τραπέζι.
Να φάει το φαγητό που αγαπάμε.
Να χύσει λίγο κρασί στο χώμα για μας.

Κάποιος να μας πει πως και το τέλος, όταν έλθει,
θα περάσει σαν όλα τ’ άλλα.

Πέτρα του φεγγαριού

Κανένας δεν μαρτυρεί για το τέλος. Για την ακροτελεύτια σκέψη.
Κανείς δεν την αφηγείται. Γνωρίζουμε τι έγινε πριν
και που πάμε μετά. Ότι μεγαλώνουμε μαζί με παιδιά
ότι το δέρμα μας πεθαίνει χωρίς το αίμα, ότι θα ζήσουμε
μέσα στη λήθη των άλλων. Ποια θα είναι η τελική εικόνα
όμως κανείς δεν γνωρίζει, ποιες λέξεις θα παντρευτούν
για να δώσουν μια σκέψη σ’ ένα μυαλό με αγγεία που σκάνε.
Είναι μια συμφωνία ανάμεσα στον ουρανό και το σώμα:
για ένα ανοιγόκλεισμα του ματιού η σκέψη μας γίνεται
γραφή στο εσωτερικό μιας πέτρας του φεγγαριού,
τα πνευματικά δικαιώματα περνούν στο σύμπαν.

Ευχή


Άλλοι φεύγουν γλιστρώντας απ’ το κατάστρωμα ενός καραβιού
κι άλλοι με τα μάτια στο ταβάνι ένα ξημέρωμα μόνοι,
άλλοι την ώρα του ύπνου κι άλλοι με μια σφαίρα στο στήθος.

Όλοι γνωρίζουν πού πηγαίνουν μα όχι γιατί
δεν αναχωρήσαν νωρίτερα ή δεν στάθηκαν λίγο παραπάνω
να σκαλίζουν με το τακούνι τους τα ξερά φύλλα
ή να σχεδιάζουν αδέξιους χάρτες μ’ ένα μολύβι
σε κιτρινισμένο τετράδιο. Και τι παίρνουν μαζί τους;

Σίγουρα αυτό το σώμα που δεν θέλει να κοιτάζει κανείς
κι όλα του τα υπάρχοντα: παλιές ανάσες, ελπίδες,
δείγματα της φθοράς, δέρμα και δόντια.

Όσοι έμειναν πίσω φαντάζονται το δικό τους σενάριο
που έχει κύματα λύπης κι έναν μακρύ αποχαιρετισμό
ίσως κι έναν μισοτελειωμένο καμβά που θα ολοκληρώσει
κάποιος άλλος που ενδέχεται να κάτσει στο ίδιο παράθυρο.

Όλοι πάντως μένουν μόνοι: σε μια φωτισμένη παγόδα
ή σ’ ένα κρεβάτι που τυλίγουν οι φλόγες
κ’ ύστερα γίνεται βάρκα σ’ αμίλητα σκοτεινά νερά.

Είθε αυτή η μοναξιά να διαρκέσει μόνο για λίγο.

Πηγή: https://frear.gr/?p=31854

Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2023

Δημήτρης Ελευθεράκης - Επιστολή του Μαρσύα στον Απόλλωνα

 Τουλάχιστον θα έχω παίξει τον αυλό

(αυτή την τέχνη της αναπνοής)

κ' ύστερα θα 'μαι ολόκληρος μία πληγή:

το αίμα μου θα γίνει πίδακας,

οι μύες μου θα κρέμονται γυμνοί, κ' οι φλέβες μου

θα πάλλονται στον ανοιχτό αέρα σαν χορδές.

Κάθε κομμάτι δέρματος που θ' αφαιρείς επιμελώς από τη σάρκα μου

θα σου χαρίζει ένα επιφώνημα: μια φυσική νότα.

Θα 'χεις στη διάθεσή σου τότε, ό,τι είναι απαραίτητο

για να συνθέσεις μία συμφωνία·  κοντσέρτο

που θα χειροκροτήσει ο κόσμος των θνητών

και των ημίθεων: numina sylvarum, κένταυροι,

οι φαύνοι και οι νύμφες θα δακρύζουν- ένα δωρικό μυαλό

πίσω από ένα φρυγικό μαρτύριο.

Και το τομάρι που θα κρέμεται απ' τα κλαδιά μιας λεύκας

θα λέει: είναι του θεού η τέχνη, όχι δική μου.

Δημήτρης Ελευθεράκης - Οσίπ Μαντελστάμ


Πόση η θλίψη βλέποντας τη μοναξιά των πόλεων και πού
το τέλος της διαδρομής τους!
Ονειρεύομαι την αιωνιότητα μέσα στη σιωπή ενός δάσους.
Εάν ο θάνατος ενός ποιητή είναι ο τελευταίος κρίκος στην
αλυσίδα των επιτευγμάτων του,
τότε το τέλος του ποιήματος είναι η αρχή της εξορίας,
Οβίδιε.
Ξέρω πως θα συναντηθούμε στον Παράδεισο∙
αλλά στην Ιστορία πέφτει αδιάκοπα μία ψιλή βροχή που
διαλύει την αιωνιότητα.

Δημήτρης Ελευθεράκης, Η στέππα, Νεφέλη, 2006.

Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2023

Δημήτρης Ελευθεράκης - Κάποιος να πει


Κάποιος να είναι εδώ. Κάποιος
να μας σηκώνει το μαξιλάρι.

Κάποιος ν’ αφήσει κάτι για μας
όταν δεν θα είναι εδώ.

Κάποιος να φύγει πριν από εμάς
ή μετά από εμάς.

Κάποιος να στρώσει το τραπέζι.
Να φάει το φαγητό που αγαπάμε.
Να χύσει λίγο κρασί στο χώμα για μας.

Κάποιος να μας πει πως και το τέλος, όταν έλθει,
θα περάσει σαν όλα τ’ άλλα.

Άσπρα μήλα

Κυριακή 27 Αυγούστου 2023

Δημήτρης Ελευθεράκης - Ευχή


Άλλοι φεύγουν γλιστρώντας απ' το κατάστρωμα ενός καραβιού
κι άλλοι με τα μάτια στο ταβάνι ένα ξημέρωμα μόνοι
άλλοι την ώρα του ύπνου κι άλλοι με μια σφαίρα στο στήθος.
Όλοι γνωρίζουν πού πηγαίνουν μα όχι γιατί
δεν αναχώρησαν νωρίτερα ή δεν στάθηκαν λίγο παραπάνω
να σκαλίζουν με το τακούνι τους τα ξερά φύλλα
ή να σχεδιάζουν αδέξιους χάρτες μ' ένα μολύβι
σε κιτρινισμένο τετράδιο. Και τι παίρνουν μαζί τους;
Σίγουρα αυτό το σώμα που δεν θέλει να κοιτάζει κανείς
κι όλα του τα υπάρχοντα: παλιές ανάσες, ελπίδες,
δείγματα της φθοράς, δέρμα και δόντια.
Όσοι έμειναν πίσω φαντάζονται το δικό τους σενάριο
που έχει κύματα λύπης κι έναν μακρύ αποχαιρετισμό
ίσως κι έναν μισοτελειωμένο καμβά που θα ολοκληρώσει
κάποιος άλλος που ενδέχεται να κάτσει στο ίδιο παράθυρο.
Όλοι πάντως μένουν μόνοι: σε μια φωτισμένη παγόδα
ή σ' ένα κρεβάτι που τυλίγουν οι φλόγες
κ' ύστερα γίνεται βάρκα σ' αμίλητα σκοτεινά νερά.
Είθε αυτή η μοναξιά να διαρκέσει μόνο λίγο.

 [Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. 16/09/2019] Διαβάστε περισσότερα: https://poets.gr/el/poihtes/eleftherakis-dimitris/2176-efxi

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2020

Δημήτρης Ελευθεράκης -Τραγούδι


Όλο το καλοκαίρι

είναι ένας κατάστηθος πόνος:

ο κόμπος των ματιών, το χέρι

που μας κρατά στα χαμηλά ˙ ο φόβος


ότι μια νύχτα θα σε χάσω

στους μαγνητικούς στροφάλους των υδάτων.

(Θα βυθιστώ ή θα περάσω

μεσ’ απ τη δίνη των πραγμάτων;)


Σε νύχτα σπαρμένη λαμπερούς δαυλούς

θροΐζουν ασημένια φύλλα˙ έντρο-

μος ακούω στα φαράγγια τους αυλούς,

γίνομαι αερικό και δέντρο.


Ξέρω μια νύχτα θα σε χάσω

μέσα στη δίνη των πραγμάτων,

(Στους μαγνητικούς στροφάλους των υδάτων.

Θα βυθιστώ ή θα περάσω;)


Συλλογή : « Προσωρινή μετάθεση » σελ.22, Εκδόσεις Γαβριηλίδης 2004

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2020

Δημήτρης Ελευθεράκης-Επιστολή του Μαρσύα στον Απόλλωνα


Τουλάχιστον θα έχω παίξει τον αυλό

(αυτήν την τέχνη της αναπνοής)

κ’ ύστερα θα `μαι ολόκληρος μια πληγή:

το αίμα μου θα γίνει πίδακας,

οι μύες μου θα κρέμονται γυμνοί, κ’ οι φλέβες μου

θα πάλλονται στον ανοιχτό αέρα σαν χορδές.

Κάθε κομμάτι δέρματος που θ’ αφαιρείς επιμελώς από τη σάρκα μου

θα σου χαρίζει ένα επιφώνημα: μια φυσική νότα.

Θα `χεις στη διάθεσή σου τότε, ό,τι είναι απαραίτητο

για να συνθέσεις μια συμφωνία κοντσέρτο

που θα χειροκροτήσει ο κόσμος των θνητών

και των ημίθεων: Numina sylvarum, Κένταυροι,

οι φαύνοι και οι νύμφες θα δακρύζουν– ένα δωρικό μυαλό

πίσω από ένα φρυγικό μαρτύριο.

Και το τομάρι που θα κρέμεται απ’ τα κλαδιά μιας λεύκας

θα λέει: Είναι του θεού η τέχνη, όχι δική μου τσέρτο

που θα χειροκροτήσει ο κόσμος των θνητών

και των ημίθεων: Numina sylvarum, κένταυροι,

οι φαύνοι και οι νύμφες θα δακρύζουν– ένα δωρικό μυαλό

πίσω από ένα φρυγικό μαρτύριο.

Και το τομάρι που θα κρέμεται απ’ τα κλαδιά μιας λεύκας

θα λέει: Είναι του θεού η τέχνη, όχι δική μου.


Δημήτρης Ελευθεράκης (1978-10/11/2020 )

Δημήτρης Ελευθεράκης, «Ειδύλλιο»

 Ψηλά η αττικώτατη σελήνη, 

και κάτω η Αθήνα που σφαδάζει

 από τα γέλια, μα κι απ’ την οδύνη:

 άλλους κλωτσά, κι άλλους τους αγκαλιάζει.


 Π.χ. τους γάτους: άκουσα για έναν 

σ’ υπνοδωμάτια μόνο πως συχνάζει. 

Κι ένας άλλος; Σκουπίδια πεταμένα 

μαζεύει για να φάει. Κι ακόμη ξέρω

 κάποιον που μου ’πε τα εξής: «Εμένα


 φίλε που με βλέπεις, με λένε γέρο. 

Μα όταν προβάλλει ξαφνικά εμπρός μου

 γατούλα χαϊδεμένη, της προσφέρω 

φύλλο βασιλικού· ή μάλλον δυόσμου».



(Από τη συλλογή «Το καθαυτό χειρόγραφο», εκδ. Γαβριηλίδης, 2001)

Πηγή : Andro.gr [ https://www.andro.gr/empneusi/poihsi-gata-pagosmia-imera-zoon/2/ ]


Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2020

Δημήτρης Ελευθεράκης-[άτιτλο]

Όταν θα 'ρθεις
μην προσπαθήσεις να με δεις στο ημίφως
και μην ανάψεις φως, γιατί θα έχω πεθάνει.


Τα χόρτα θα έχουν καταπιεί την όψη μου
και θά ‘ναι πράσινα και σκοτεινά, σαν τα μαλλιά μου.


Και προπαντός
μη δοκιμάσεις να με αναστήσεις με τα βότανα της ποίησης,
εκεί που οι νεκροί στριφογυρίζουν σαν σε ερειπωμένα δώματα
απρόσωποι, σε μια εις Άδου κάθοδο με λέξεις.

Δημήτρης Ελευθεράλκης (1978-2020)

Πηγή: https://www.en.poeticanet.com/dimitris-eleytherakis-rekbiem-filo-a-1187.html?category_id=405

Δημήτρης Ελευθεράκης-Πέτρα του φεγγαριού


Κανένας δεν μαρτυρεί για το τέλος. Για την ακροτελεύτια σκέψη.

Κανείς δεν την αφηγείται. Γνωρίζουμε τι έγινε πριν

και πού πάμε μετά. Ότι μεγαλώνουμε μαζί με τα παιδιά

ότι το δέρμα μας πεθαίνει χωρίς το αίμα, ότι θα ζήσουμε

μέσα στη λήθη των άλλων. Ποια θα είναι η τελική εικόνα

όμως κανείς δε γνωρίζει, ποιες λέξεις θα παντρευτούν

για να δώσουν μια σκέψη σ’ ένα μυαλό με αγγεία που σκάνε.

Είναι μια συμφωνία ανάμεσα στον ουρανό και το σώμα:

για ένα ανοιγόκλεισμα του ματιού η σκέψη μας γίνεται

γραφή στο εσωτερικό μιας πέτρας του φεγγαριού,

τα πνευματικά δικαιώματα περνούν στο σύμπαν.


Άσπρα μήλα, εκδ. Πατάκης.

Δημήτρης Ελευθεράκης-Ευχή


Άλλοι φεύγουν γλιστρώντας απ’ το κατάστρωμα ενός καραβιού
κι άλλοι με τα μάτια στο ταβάνι ένα ξημέρωμα μόνοι,
άλλοι την ώρα του ύπνου κι άλλοι με μια σφαίρα στο στήθος.

 

Όλοι γνωρίζουν πού πηγαίνουν μα όχι γιατί
δεν αναχωρήσαν νωρίτερα ή δεν στάθηκαν λίγο παραπάνω
να σκαλίζουν με το τακούνι τους τα ξερά φύλλα
ή να σχεδιάζουν αδέξιους χάρτες μ’ ένα μολύβι
σε κιτρινισμένο τετράδιο. Και τι παίρνουν μαζί τους;

 

Σίγουρα αυτό το σώμα που δεν θέλει να κοιτάζει κανείς
κι όλα του τα υπάρχοντα: παλιές ανάσες, ελπίδες,
δείγματα της φθοράς, δέρμα και δόντια.

 

Όσοι έμειναν πίσω φαντάζονται το δικό τους σενάριο
που έχει κύματα λύπης κι έναν μακρύ αποχαιρετισμό
ίσως κι έναν μισοτελειωμένο καμβά που θα ολοκληρώσει
κάποιος άλλος που ενδέχεται να κάτσει στο ίδιο παράθυρο.

 

Όλοι πάντως μένουν μόνοι: σε μια φωτισμένη παγόδα
ή σ’ ένα κρεβάτι που τυλίγουν οι φλόγες
κ’ ύστερα γίνεται βάρκα σ’ αμίλητα σκοτεινά νερά.

 

Είθε αυτή η μοναξιά να διαρκέσει μόνο για λίγο.


Πηγή: | https://frear.gr/?p=25769