Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Bishop Elizabeth. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Bishop Elizabeth. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2025

«Το Ψάρι, η Μυγαλή, ο Λύκος: Συνανάγνωση Bishop, Egan, Pilinszky»

 Το Ψάρι

Έπιασα ένα τρομερό ψάρι
και το κρατούσα στην πλευρά της βάρκας,
το μισό έξω απ’ το νερό, τ’ αγκίστρι μου
φυτεμένο στο ακρόχειλό του.
Δεν αντιστάθηκε.
Δεν είχε αντισταθεί καθόλου.
Κρεμιόταν απ’ το βάρος τού στεναγμού του,
στραπατσαρισμένο, σεβάσμιο,
ελεεινό. Εδώ κι εκεί,
η καφετιά του πέτσα κρεμιόταν σε λουρίδες
σαν αρχαία ταπετσαρία,
και το μοτίβο με το σκουρότερο καφέ
θύμιζε πράγματι ταπετσαρία:
σχήματα σαν ολάνθιστα ρόδα,
λερωμένα, που χάθηκαν με τον καιρό.
Ήταν κατάστικτο με βαλανόστρακα,
λεπτούς, ασβεστωμένους ρόδακες,
ήταν και μολυσμένο
με μικρές-μικρές άσπρες καλιγίδες·
από κάτω κρέμονταν δύο ή τρία
κουρέλια πράσινα φύκια.
Εισέπνεε απ’ τα βράγχια
απαίσιο οξυγόνο
—τρομακτικά βράγχια,
φρέσκα με αίμα αχνιστό,
βράγχια που σε κόβουν βαθιά—
και πήγε το μυαλό μου στην τραχιά λευκή του σάρκα,
σφιχτοδεμένη σαν τα πούπουλα,
σκέφτηκα κόκαλα και κοκαλάκια,
το δραματικό κόκκινο και το μαύρο
απ’ τα στιπλνά του σωθικά,
τη ροδαλή κύστη αέρα
όμοια με μεγάλη παιωνία.
Το κοίταξα κατάματα,
τα μάτια του πολύ μεγαλύτερα απ’ τα δικά μου
αλλά πιο ξέβαθα, κιτρινισμένα,
οι ίριδες βαθουλωμένες, σκεπασμένες
με γανιασμένο αλουμινόχαρτο
όπως μέσα από φακούς
παλιάς, γδαρμένης ζελατίνας.
Σαν να κουνήθηκαν λίγο, αλλά όχι
για ν’ ανταποδώσουν το βλέμμα μου.
—Ήταν πιο πολύ η ροπή
του πράγματος προς το φως.
Θαύμασα το σκυθρωπό του πρόσωπο,
τον μηχανισμό της σιαγόνας,
ώσπου πρόσεξα
ότι απ’ το κάτω χείλος του
—αν δηλαδή μπορείς να το πεις χείλος—
δυσοίωνo, βρεγμένο κι ετοιμοπόλεμο,
κρέμονταν πέντε κομμάτια πολυκαιρισμένης πετονιάς,
ή μάλλον τέσσερα συν μια παραμάνα
με το στριφτάρι της,
και πέντε αδρά αγκίστρια
φυτρωμένα βαθιά στο στόμα του.
Ένα πράσινο νήμα, ξεφτισμένο στην άκρια,
εκεί που το έκοψε, άλλα δύο πιο παχιά,
και μια λεπτή μαύρη κλωστή
τσακισμένη απ’ το τράβηγμα και την τριβή,
τόσο που κόπηκε στα δυο και γλίτωσε.
Σαν μετάλλια με τις κορδέλες τους,
ξεφτισμένα και τρεμάμενα,
ένα πεντάτριχο υπογένειο σοφίας
κάτω απ’ το πληγιασμένο του σαγόνι.
Έμεινα να κοιτώ, να κοιτώ
και νίκη πλημμύρισε
τη νοικιασμένη βαρκούλα,
απ’ τα σεντινόνερα
όπου τα λάδια είχαν απλώσει ουράνιο τόξο
γύρω απ’ τη σκουριασμένη μηχανή
μέχρι τον πορτοκαλή κουβά,
τα σκαμνάκια που είχε αυλακώσει ο ήλιος,
τους σκαρμούς στους σπάγγους,
τις κουπαστές—ώσπου όλα μα όλα
ήρθαν κι έγιναν ουράνιο τόξο, ουράνιο τόξο πέρα ως πέρα!
Το άφησα να φύγει.

 Ελίζαμπεθ Μπίσοπ 

 Μυγαλή


Εδώ την είδες καθαρά, εκεί πιο φευγαλέα,
σκιά κάτω απ’ την τηλεόραση.
Τι να την τράβηξε στο σπίτι μες στην κάψα του Αυγούστου;
Από πείνα να μπήκε, απίθανο· μπορεί από περιέργεια.
Ήταν ανάγκη να μας ξεσηκώσει;
Πάλι να στήνω φάκες με δύσοσμο τσένταρ
ν’ αφουγκράζομαι πότε θ’ακουστεί ο αδυσώπητος κρότος
να τις τοποθετώ επιμελώς εδώ κι εκεί
Το άλλο πρωί, η φάκα κοντά στον νεροχύτη
αναποδογυρισμένη· κι άδεια, αν είναι δυνατόν!
Πόσο επιδέξια άγγιξε
για να τραβήξει το τυρί
Μα να, κάτω απ’ τη δεύτερη, μια ουρά,
και με διερευνητική μουσούδα, η μυγαλή.
Σχεδόν χώραγε στην άκρη του δαχτύλου μου,
μαστιγωμένη διαγώνια στην κοιλιά.
Πόνος, πόνος και μυρωδιά θανάτου.
Πόση ζωή ξοδεύτηκε για ένα ψίχουλο!
Ούτε καν οι Κινέζοι μπόρεσαν ν’ αναπλάσουν
τον εγκέφαλο, τα ματάκια, τη σβελτάδα της.
Γιατί να χαλούμε αυτό που ευχαρίστως θ’ αγαπούσαμε;
Κρίμα κι άδικο, μόνο να ζήσει ήθελε.
Τα βάζω με τον εαυτό μου καθώς ελευθερώνω το κορμάκι της
απ’ το βαρύ ελατήριο και το σπρώχνω
έξω στο χαντάκι που,
όπως και η ζωή,
καταδέχεται τα πάντα.

Ντέσμοντ Ήγκαν (1936)


Μύθευμα


Μια φορά κι έναν καιρό
ήταν ένας λύκος μοναξιασμένος,
πιο μοναξιασμένος κι απ’ τους αγγέλους.
Έτυχε να βρεθεί σε ένα χωριό,
κι εκεί ερωτεύτηκε το πρώτο σπίτι που είδε.
Αγάπησε μεμιάς τους τοίχους του,
τα χάδια που είχαν ακουμπήσει πάνω του οι χτίστες.
Μα τo παράθυρo τού έκοψε τη φόρα.
Μέσα στην κάμαρα, κάθονταν κάτι άνθρωποι.
Αν εξαιρέσεις τον Θεό, ποτέ κανείς
δεν τους βρήκε τόσο όμορφους
όσο αυτό το καλοκάγαθο θηρίο.
Περίμενε να νυχτώσει για να μπει.
Σταμάτησε στη μέση της κάμαρας
κι έμεινε εκεί ασάλευτος.
Όλη νύχτα στεκόταν όρθιος, με μάτια διάπλατα,
όρθιος ως το χάραμα που μπήκαν και τον σκότωσαν στο ξύλο.


Γιάνος Πιλίνσκι (1921-1981)



Μετάφραση: Δέσποινα Πυρκεττή

Αναδημοσίευση από: https://www.poiein.gr/2022/09/28/%CF%84%CE%BF-%CF%88%CE%AC%CF%81%CE%B9-%CE%B7-%CE%BC%CF%85%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%AE-%CE%BF-%CE%BB%CF%8D%CE%BA%CE%BF%CF%82-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CE%B3%CE%BD%CF%89%CF%83%CE%B7-bis/?fbclid=IwY2xjawMo3SRleHRuA2FlbQIxMABicmlkETEzR1FFblhEV1JpR2J4OE5hAR4nker4sY8NE-msXV253NBqPW8aC5VoOFdi8R_HuZfKhY9IzLIB_Lr4FgPr4A_aem_bswsIqEA8jZvKqOjfVOXsw

Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2020

Elisabeth Bishop-Close close

Close, close all night
the lovers keep.
They turn together
in their sleep,

Close as two pages
in a book
that read each other
in the dark.

Each knows all
the other knows,
learned by heart
from head to toes.

Πηγή:https://www.goodreads.com/quotes/732045-close-close-all-night-the-lovers-keep-they-turn-together

Elisabeth Bishop-Αγρύπνια



Η σελήνη στης συρταριέρας τον καθρέφτη
φαίνεται ένα εκατομμύριο μίλια μακριά
(και μάλλον με περηφάνια, για την ίδια,
μα αυτή ποτέ, ποτέ δεν χαμογελά)
κατά πολύ πέρα από τον ύπνο, ή
μάλλον είναι μια ημερήσια κοιμωμένη. 

Από το Σύμπαν εγκαταλελειμμένη
θα του έλεγε να πάει στο διάολο,
και θα έβρισκε ένα σώμα νερού,
ή ένα καθρέφτη, όπου πάνω του να κατοικήσει.
Έτσι περιβάλλεται με φροντίδα μ’ έναν ιστό
και τον πετάει στο πηγάδι 

μέσα σ’ αυτόν τον ανεστραμμένο κόσμο
όπου το αριστερά είναι πάντα δεξιά,
όπου οι σκιές είναι πραγματικά το υλικό σώμα,
όπου οι ουρανοί είναι επιφανειακοί όπως η θάλασσα
είναι τώρα βαθιά, και μ’ αγαπάς.


Elisabeth Bishop ( 8 Φεβρουαρίου 1911 – 6 Οκτωβρίου 1979)

Μετάφραση: Γιώργος Παναγιωτίδης

Πηγή:http://entefktirio.blogspot.com/2017/10/8-1911-6-1979.html

Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019

Elizabeth Bishop - Μια τέχνη

Μία τέχνη
Η τέχνη του χαμού δεν είναι δύσκολο να μαθευτεί
Τόσα πολλά πράγματα φαίνονται προσηλωμένα
στο να χαθούν
που ο χαμός τους δεν είναι καταστροφή.
Χάνεις κάτι κάθε μέρα. Πέρα από την ταραχή
σαν χάσεις τα κλειδιά σου,
άσχημα η ώρα πάει στα χαμένα.
Η τέχνη του χαμού δεν είναι δύσκολο να μαθευτεί.
Ασκήσου λοιπόν να χάνεις πιο γρήγορα
να χάνεις πιο πολύ:
τόπους και πρόσωπα και όπου προόριζες για σένα
να ταξιδέψεις.
Τίποτα από αυτά δεν θα φέρει την καταστροφή.
Έχασα τη φροντίδα της μητέρας μου. Και κοίτα! Το τελευταίο ή
προτελευταίο χάθηκε από τρία σπίτια μου αγαπημένα.
Η τέχνη του χαμού δεν είναι δύσκολο να μαθευτεί.
Έχασα δύο πόλεις, αξιαγάπητες. Και πιο πολύ
κάποιους κόσμους που ανήκα.
Δύο ποτάμια, μια ήπειρο.
Μου έλειψαν μα δεν ήταν καταστροφή.
Ακόμα χάνοντας εσένα
-τη φωνή που αστειευόταν, ένα νεύμα
που αγαπώ-
δεν πρόκειται να πω ψέμα.
Είναι προφανές
Η τέχνη του χαμού δεν είναι δύσκολο να μαθευτεί
μολονότι μπορεί να μοιάζει σαν
-γράψε το!-
σαν καταστροφή.
Μετάφραση: Γιώργος Παναγιωτίδης


......................................................................................................................................................
Μια τέχνη

Η τέχνη της απώλειας δεν είν’ έργο βαρύ·
τόσα και τόσα γύρω σου τραβούν προς τον χαμό,
ώστε όταν χάνονται δεν λες πως είν’ καταστροφή.

Χάνε κάθε μια μέρα κάτι. Δέξου την ταραχή
για τα χαμένα σου κλειδιά, τον άπραγο καιρό.
Η τέχνη της απώλειας δεν είν’ έργο βαρύ.

Κι ασκήσου, χάνε γρήγορα, χάνε όλο πιο πολύ:
τόπους, κι ονόματα, τον δρόμο σου, τον προορισμό.
Τίποτα, τίποτα απ’ αυτά δεν είν’ καταστροφή.

Κι εγώ έχω χάσει το ρολόι της μαμάς. Κι εγώ έχω δει
ένα ένα όλα να χάνονται τα σπίτια που αγαπώ.
Η τέχνη της απώλειας δεν είν’ έργο βαρύ.

Έχασα πόλεις που αγαπούσα δυο. Κι ακόμη πιο πολύ:
τους κόσμους που είχα, δυο ποτάμια, μια ήπειρο.
Μου λείπουν, μα δεν έφεραν και την καταστροφή.

– Κι εσένα ακόμη χάνοντας (το γέλιο, τη φωνή,
τα χέρια σου που λάτρεψα), ψεύτρα δεν βγήκα εγώ.
Η τέχνη της απώλειας δεν είν’ έργο βαρύ
κι ας μοιάζει σαν ( γ ρ ά ψ ’ το λοιπόν! ) σαν την καταστροφή.

Elizabeth Bishop (8 Φεβρουαρίου 1911 – 6 Οκτωβρίου 1979)

Μετάφραση: Κώστας Κουτσουρέλης

Μια τέχνη
Η τέχνη της απώλειας δεν είναι δύσκολο να κατακτηθεί-
τόσα πολλά πράγματα δείχνουν να έχουν την πρόθεση
να χαθούν, ώστε η απώλειά τους να μην αποτελεί καταστροφή.
Χάστε κάτι κάθε μέρα. Αποδεχτείτε την ταραχή
απ' τα χαμένα κλειδιά της πόρτας, την ώρα που ξοδεύτηκε άσχημα.
Η τέχνη της απώλειας δεν είναι δύσκολο να κατακτηθεί.
Στη συνέχεια, εξασκηθείτε στο να χάνετε περισσότερα,
να χάνετε πιο γρήγορα: τόπους και ονόματα, και πού σκοπεύατε
να ταξιδέψετε. Κανένα από αυτά δεν θα φέρει την καταστροφή.
Έχασα το ρολόι της μητέρας μου. Και κοίτα! Το τελευταίο μου, ή
προτελευταίο, από τα τρία αγαπημένα μου σπίτια χάθηκε.
Η τέχνη της απώλειας δεν είναι δύσκολο να κατακτηθεί.
Έχασα δύο πόλεις, υπέροχες. Και, πιο μεγάλες,
κάποια βασίλεια που μου ανήκαν, δύο ποτάμια, μια ήπειρο.
Μου λείπουν, αλλά δεν ήταν καταστροφή.
-Ακόμα και αν σε έχανα (η φωνή που αστειεύεται, μια χειρονομία
Που αγαπώ) δεν θα ΄λεγα ψέματα. Είναι προφανές,
η τέχνη της απώλειας δεν είναι πολύ δύσκολο να κατακτηθεί,
αν και μπορεί να μοιάζει (Γράψτε το!) με καταστροφή.)
μετάφραση: Κώστας Λάνταβος