Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Καρσαμπά Κυριακή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Καρσαμπά Κυριακή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 23 Αυγούστου 2025

Κυριακή Καρσαμπά - Δύο ποιήματα

 Τι ωραία που πεθάναμε

Γλυκά-γλυκά κι ανυποψίαστα

Ζεστοί νεκροί

Σ' ευρύχωρους τάφους...

Σε πολυθρόνες ξαπλωτές.

Σε λάκκους κρεβατιών δήθεν ερωτικών.

Σε δείπνα κοσμικά.

Με λόγια-λόγια ατελείωτα.

Με λόγια περιττά.

(Τι βόμβος!)

............................................................................................................................

Περί κυκλοθυμίας

Το δέντρο ξάφνου σείστηκε

Εμβρόντητο

Απ' τα χαστούκια ενός θυμωμένου ανέμου.

Κυκλοθυμικός εραστής ο Άνεμος.

Από τα ψιθυρίσματα και τ' απαλά του χάδια,

Μπορεί και στο έγκλημα να φτάσει.

Και να το ξεριζώσει.

Πηγή: Επίπεδα ''Αλήθειας'', Επιλογή κειμένων και φιλολογική επιμέλεια: Μαρία Παρ. Σταθέα, Αθήνα: Εκδόσεις Φιλιππότη 2023.

Σάββατο 3 Αυγούστου 2024

Κυριακή Καρσαμπά - Ατελέσφορη δίψα


Πώς γίνεται όλο να πίνουμε
και πάντα να διψάμε...

Θα φύγω αξεδίψαστη
από Μάτια
που αναζητάω πάντα σαν πηγές
Από μεγάλες Λέξεις
που πάντα αποδεικνύονται
σιωπές συγκαλυμμένες

Από Στιγμές που όλο πεθαίνουν
κι ανασταίνονται - δήθεν αλλιώτικες -
κι ανοίγομαι διαρκώς στο αίνιγμά τους.
Θα φύγω αξεδίψαστη από χρώματα και εικόνες,
από ουρανό, θάλασσα και πλαγιές,
από βροχές κι ανέμους
και ήλιους και φεγγάρια,
που εναλλάσσονται αδιάκοπα.

Θα φύγω αξεδίψαστη απ' αυτή
τη γλυκιά πλάνη την επίγεια.
Κι αν είναι αυτή η δίψα να σβηστεί,
ξέρω…. Θα 'ναι αλλού
στον κόσμο με το ήσυχο Φως,
το άλλο νερό το διάφανο
το πριν τη δίψα...

Κυριακή Καρσαμπά (Καλαμάτα, 14/02/1946 - Αθήνα, 04/08/2023)
Πηγή: Επίπεδα ''αλήθειας'', Εκδόσεις Φιλιππότη, 2023.

Δευτέρα 8 Ιουλίου 2024

Κυριακή Καρσαμπά - Ποιήματα


Οι γέροντες
Κάθοντ’ οι γέροντες ήσυχα
στη γωνιά
κι από αόρατο παράθυρο
κοιτάνε πέρα
κι αφουγκράζονται .
Μάτια, χαμηλωμένα φώτα .
Χέρια, φτερούγες που διπλώσανε.
Γλυκά -γλυκά ησυχάζουν.
Το δώσανε ό ,τι είχανε να δώσουν.
Το γέλιο και το κλάμα κόπασαν.
Στέκουν εκεί, σαν τ’ άνθη
πάνω στο φυτό
που τα ’χουν δώσει όλα:
την ομορφιά, το άρωμα, τη γύρη.
Αποσύρονται..
…………………………………………………………
Το δώσανε ό, τι είχαν.
Τώρα λίγα μονάχα μένουν και μεστά.
Χάδια στα κεφάλια των παιδιών.
Λιγόλογες κουβέντες, σφαιρικές
- αυτό το απόσταγμα!-
Κι η θλίψη τους μεταλλαγμένη
σε χαμηλόφωνο τραγούδι ή νανούρισμα.
Οι γέροντες… Καθένας τους
ένα βιβλίο, που σχεδόν έχει γραφτεί.
Ακόμα έρχονται
Έρχονται οι μανάδες κάποια πρωινά
επίσκεψη στα παιδιά τους τα θλιμμένα,
περνούν μέσα απ’ το τζάμι
φιγούρες άχρονες,
ανοίγουν τις κουρτίνες,
τους πάνε πρωινό,
τ’ αγγίζουν στα μαλλιά.
Έτσι κι εγώ μικρό κορίτσι
σε όνειρο αυγινό
που απότομα την πόρτα κλείνει
όταν τα βλέφαρα σκιρτούν
στην πρώτη του ήλιου αχτίδα.
Και νά’ μαι πάλι εδώ, όχι κορίτσι πια
αλλά με άσπρα μαλλιά,
ολόιδια με τα δικά σου, μητέρα,
όταν στην ηλικία μου έφυγες για πέρα.
Δεν είμαστε πια μάνα με παιδί,
δίδυμες αδελφές είμαστε τώρα
που την ψυχή η μια της άλλης ακουμπά
εσύ από καιρό μες στην ανωνυμία
κι εγώ με το όνομά μου όλο και πιο αχνό
καθώς τα χρέη μου αποπλήρωσα
κι από την άλλη όχθη μου γνέφει
γαλακτερή ομίχλη
η αγάπη του Κόσμου αμίλητη.
Οι γέροντες
Οι γέροντες είναι δυο ειδών.
Αυτοί που η ματιά τους πάγωσε
σαν να μην έζησαν ποτέ. Έζησαν;
Κι εκείνοι που η ματιά τους γλύκανε
και οι ρυτίδες τους ιστορούνε
το πάθος με το οποίο διασχίσανε τον κόσμο.
Ακόμα ηχούν πάνω τους
όλα τα τραγούδια της ζωής
καθώς γλιστράνε ήσυχα σαν βάρκες
σε θάλασσα όπου κόπασε το κύμα.
[άτιτλο]
Συχνά στη μοναξιά μου
την ήρεμη εσωστρέφεια των δέντρων αναγνώρισα
και την περήφανη αυτάρκεια των βράχων.

Ave Art Poetique Κι ίσως γράφοντας ποιήματα να χτίζουμε ένα ανθεκτικό κενοτάφιο.
[άτιτλο] Ποιος κάθισε ν' ακούσει ένα ποίημα, απ' αυτά που γράφει κάθε μέρα, ένα ρυάκι, μια λεύκα, ένα αηδόνι;

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2024

Κυριακή Καρσαμπά - Ποιήματα

  ΠΟΙΗΜΑΤΑ


Γράφω …Απεγνωσμένη προσπάθεια
για τους καιρούς που δεν θα ’χω φωνή!
Μιλάω στο μέλλον…Είναι κανείς εκεί;



Το δείπνο

Γιατί τι άλλο είναι ο ποιητής, παρά ένα μεγάλο παιδί
με ονειροπόλα μάτια,
που αφήνει να περνάνε μέσα απ’ τις χούφτες του
ποτάμια από νερό βροχής,
για να μαζέψει λίγες σταγόνες κρύσταλλο
για τους διαβάτες…
που ανοίγει ορθάνοιχτη την πόρτα της ψυχής,
να μπουν και να δειπνήσουνε μαζί του
ένα δείπνο μυστικό, αθέατο,
στην άλλη πλευρά, εκεί που εκβάλλει ο λόγος...στη σιωπή!



Τρυφερή μοναξιά

Τα δώσαμε όλα στην αγάπη!
Και τί κερδίσαμε λοιπόν;
Μα λίγο είναι
να μπορείς ακόμα να δακρύζεις
με του αηδονιού την έκσταση,
να μπαίνεις έκθαμβος τα βράδια
στον κήπο με τις λέξεις;



Τα όνειρα

Αλήθεια, μας εμπαίζουνε τα όνειρα,
ή μας κρατούνε συντροφιά
εξοικειώνοντάς μας με το ανέφικτο;



Νυχτώνει

Το καλοκαίρι έχει προ πολλού τελειώσει.
Έκλεισε το κεφάλαιο της φωτιάς.
Κι ενώ η ψύχρα πλησιάζει αμείλικτη
ακόμα αναζητάω το αναιμικό ηλιόφωτο.
Τα γνώριμα ιδιωτικά νερά
δεν έπαψαν να με καλούν να κολυμπήσω…

Μα τελικά από άλλο δρόμο συναντιέμαι
με την προσωπική μου έκσταση!
Σαν παίρνει να βραδιάζει
κοσκινίζοντας λέξεις γράφω ποιήματα
άλαλη μένοντας απ’ το βάθος που μας κατοικεί.
Τα πρωινά μηρυκάζω την επανάληψη
και μόνο το πότισμα των λουλουδιών με θέλγει.

Α! Τα λουλούδια! Έκπαγλες συμμετρίες!
Με το άνοιγμα των πετάλων τους
μυστήριο το θαύμα ξετυλίγεται
ανασταίνω το Λάζαρο απ’ τον τάφο του
ακουμπώ τα πονεμένα μέλη μου και γιατρεύονται.

Νυχτώνει… μα δεν σταμάτησαν τα μαγικά πουλιά!
Σε αθέατους κήπους
με τα φτερά τους πότε –πότε φτερουγίζω!

Εδώ στο τέλος των καιρών
η μουσική, δεν σε εγκαταλείπει.
Αυτή η ευγενής, μέσα στο αίμα, μουσική.



Η αθανασία

Γράψε το όνομά σου εδώ μου είπε η αθανασία!
Και μου ’ δωσε
για πένα το ράμφος ενός χελιδονιού
και για χαρτί ένα σύννεφο



Τα πουλιά

Πάτησαν σε βουνοκορφές απάτητες.
Έγραψαν κύκλους.
Αμέτρητα γεωμετρικά σχήματα στον αέρα.
Κανένα ίχνος πίσω τους.
Κανένα χειροκρότημα.
Καμιά υστεροφημία.

Τι ευγενής ράτσα τα πουλιά!



Οι τρίλιες

Ακούω τις τρίλιες ενός πουλιού
φυλακισμένου σε κλουβί.
Τι θαύμα ένα πουλί!
Πώς είναι τόσο ψυχωμένο
μέσα στο κελί του!



Η νύχτα

Η πόλη βυθίστηκε στο παρήγορο σκοτάδι.
Κοιμάται ανυποψίαστη κι αθώα.
Για σήμερα σφράγισε τ’ αυτιά της.
Σφράγισε και τα χείλη της στα ψεύδη.
Αύριο πάλι η αυγή θα ξυπνήσει νέες φροντίδες,
θα προμηθεύσει νέες μάσκες για την παράσταση.



Μερικοί βλέπουν τη ζωή σαν φυλακή
μα εγώ ξεφεύγω.
Είναι που αποφάσισα να εκτίσω τη ζωή μου
στο τεράστιο κελί του στοχασμού.



Μιλάμε για αδικία;

Μιλάμε εμείς για αδικία;
Μα τότε τί να πουν τα δέντρα
σ' ένα δάσος που καίγεται;
Τι να πουν τα πουλιά που τουφεκίζονται;
Τι να πουν τ' απορημένα παιδικά μάτια
που έκλεισαν πριν καλά-καλά ανοίξουν;



Η ματαιότητα

Στο τέλος …
σαν τη Σαλώμη προβάλλει 
η ματαιότητα!
Κρυμμένη ήταν πίσω από μια γωνιά,
χορεύει το σαγηνευτικό χορό της 
ρίχνοντας τα πέπλα ένα- ένα, 
ώσπου αποκαλύπτεται γυμνή!
Ζητάει την κεφαλή σου επί πίνακι!
Μα συ δε θα τη δώσεις…
κι έτσι μ’ ολοφάνερη τη ματαιότητά της
πάλι η ζωή έχει λόγο να τη ζεις.



Μεγάλη εβδομάδα

Βρέχει και φέτος όπως κάθε χρόνο
Χριστέ μου στην ψυχή μου,
Μεγάλη εβδομάδα και κατ’ έθιμον
πάντα οι άνθρωποι σε θυμούνται…
Όμως, θα ήθελα να σου πω
πως τα δικά μου μάτια
όλο το χρόνο τρέχουν τα δάκρυά σου…
Κι ας ήταν
να μην περίμενα μόνο μια μέρα
την Ανάστασή σου να χαρώ.



Το κενό

Συχνά όταν βρίσκομαι στο κενό
ζωγραφίζω με τη σκέψη μου μια σκάλα
και κατεβαίνω
Εδώ αισθάνομαι πιο ασφαλής.
Ο ουρανός μού γνέφει πως θα με περιμένει



Τabula rasa

Τι ταξίδι κι αυτό!
Να σου έχει σβηστεί η μνήμη
του τόπου εκκίνησης
και του τόπου προορισμού!



Τα αγίνωτα φρούτα

Α, η αειθαλής μελαγχολία των ανέγγιχτων ανθρώπων!
Είναι τ’ αγίνωτα φρούτα που δε γλύκαναν!
Ζωές που ξετυλίγονται δισταχτικά, σαν νήματα
σε αργοκίνητη ανέμη.



Ο μύθος

Ανοίγω ξανανοίγω πόρτες.
Μην είναι αυτή η τελευταία;
Κάνω πως δε γνωρίζω.
Συνεχίζω να ερευνώ.
Βλέπετε, ο μύθος του ερευνητή
είναι ο δικός μου μύθος.



Το πιο δικό μας πρόσωπο είναι το λυπημένο.
Πώς ν’ αγαπήσεις τη φθορά;



Να λειαίνεις την πέτρα της απουσίας.
Κι έπειτα να την βυθίζεις
στο γόνιμο νερό της σιωπής.
Ίσως εκεί βλαστήσει φως



Στην ηλικία των δώδεκα
μού φόρεσαν κοινωνικά γυαλιά.
Κι έχασα την παιδική μου όραση!



Σιγά-σιγά η μάσκα απορρόφησε το πρόσωπο
κι άλλη ζωή δεν έχει…
Τον ψάχνω, μα δεν είναι πουθενά για να μιλήσω.



Με ποιόν ν’ αντιδικήσω,
όταν τους βλέπω όλους μέσα μου;



Πού να ’ξερες!
Για τα ελαττώματά σου σ’ αγαπώ.
Οι αρετές είναι ανιαρές κι ας τις υμνούμε!



Ποιος κάθισε ν’ ακούσει ένα ποίημα, απ’ αυτά
που γράφει κάθε μέρα, ένα ρυάκι, μια λεύκα, ένα αηδόνι;



Το κάδρο

Το λάτρευα εκείνο το κάδρο.
Μου ήταν από πάντοτε πολύτιμο.
Εκείνο το παράθυρο που έβλεπε τη θάλασσα.
Κι ο κλέφτης χρόνος το σεβάστηκε.
Τα πήρε σχεδόν όλα
μα εκείνο μού το άφησε.



Λιγομίλητες σταγόνες

Μα πως να ομολογήσεις
ότι ζήσαμε το μέγιστο δίπλα
σε κάποιον αγράμματο γέροντα
ακούγοντας λιγομίλητες σταγόνες
να πέφτουν απ’ το γείσο
του φτωχικού του υπόστεγου 
και το μηδαμινό
δίπλα σε επαΐοντες, γνώστες
κι αφεντικά του κόσμου αυτού;



Εκατομμύρια βήματα ο καθένας!
Μα τελικά προχωρήσαμε;



Είναι φορές που απλώνω την ψυχή μου στο άπειρο
λες κι αναπνέω με τους πνεύμονες του Θεού!



Πιο πολύ κι απ’ τις νίκες, τις ήττες μου αγάπησα.
Μ’ έφερναν πάντα πιο κοντά στην αλήθεια μου.



Θάνατος έρωτας

Βουλιάζουμε στο δείλι μαγεμένοι!
Είμαστε ερωτευμένοι με το θάνατο,
μα δεν το ομολογούμε!
Κι ίσως ο θάνατός μας να είναι η πιο βαθιά,
η πιο απεγνωσμένη ερωτική πράξη.
Η ζωή κι ο θάνατος να χάνονται μαζί
αγκαλιασμένοι σε μια κορύφωση
που καταργεί για πάντα τη ροή!



Τώρα πια

Τώρα πια δεν περιμένω τίποτα.
Αφουγκράζομαι.
Και η Ζωή έρχεται με χιλιάδες πρόσωπα:
Σαν Φύση, σαν άνθρωπος, σαν ζώο, σαν πουλί,
σαν μυρωδιά, σαν ήλιος, σαν βροχή.
Σαν είδηση, σαν κλάμα, σαν χαμόγελο,
σαν ξαφνικός θεός που λάμπει
μέσα στα μάτια ενός άγνωστου,
σαν δήμιος, σαν έλεος απρόσμενο,
σαν κάτι που εκτιμάς κι ωστόσο χάνεται
και δε μπορείς να εξηγήσεις γιατί,
σαν πόνος για σένα τον συνταξιδευτή,
αγαπημένε μου μικρέ- μεγάλε άνθρωπε,
σαν Αγάπη, σαν Σιωπή



Η σκάλα

Κάπου η σκάλα καταρρέει
αφού δεν χρειάζεται πια άλλο,
όταν το πάνω και το κάτω
αποκαλύπτεται ότι είναι ένα.



Με το μανίκι μου τα δάκρυα της θλίψης μου σκουπίζω
κι έκπληκτη βλέπω πάνω του να φυτρώνουνε κρινάκια!



Μυστικοί διάλογοι

Τώρα δεν παίζει πια μαζί μου όπως παλιά
που ένοιωθα παιγνίδι στα χέρια Του.
Τώρα έχω μεγαλώσει πια.
Άλλαξε συνήθειες κι ο Θεός.
Χρειάζεται συντρόφους
και μου μιλάει τα μυστικά του.


Ο Θεός

Σαν τη γενειάδα του θεού
σε παλαιές εικόνες
αυτός ο καταρράχτης .
Ήχος βαθύς και μακρινός.
Γεμίζεις δέος.
Μα τον θεό εγώ τον βλέπω προσιτό
εκεί που καταλήγει το νερό,
στις όχθες ήρεμων ρυακιών
όπου θροΐζουν λυγαριές και καλαμιές
και πίνουν τα πουλιά αιωνιότητα.



Τρέχει το νερό στο ρυάκι μουρμουρίζοντας:
«Γίνε σαν και μένα»… «Γίνε σαν και μένα»…
Δεν έχει ανάσα στα πηγάδια και στις λίμνες το νερό.



Ιερογαμία

Δεν ξέρω αν είναι ο άνεμος
που μ’ έσπρωξε ως εδώ
ή τα σημάδια που ακολούθησαν
δειλά τα βήματά μου.
Στη μυστική εκκλησία της καρδιάς
αθόρυβα οι Αρχάγγελοι
σταυρώνουν κρίνα και σπαθιά
σ’ αιώνια τελετουργία γάμου.



Τα ανείπωτα 1984

Έλα να μιλήσουμε σιγανά,
εμείς που αγγίξαμε
τη φόδρα του κορμιού μας.
Το άδειο, το κενό υπομένοντας,
το μέσα τίποτα, ίδιο με το Μεγάλο Τίποτα.
Και πώς να πούμε τα ανείπωτα, 
πώς χάραξε η πρώτη αχτίνα
από το θείο σκοτάδι,
το θαύμα της ηλιογένειας;



Όταν βραδιάζει

Όταν βραδιάζει
μπαίνει στην κάμαρα το Άγνωστο
με ανάλαφρες πατούσες
και δίπλα σου πλαγιάζει.

Είναι η νύχτα εξοικείωση γλυκιά 
μ’ εκείνο που φοβάσαι.
Μα πριν παραδοθείς
ο νους φροντίζει και στήνει γέφυρες
για νέα συνάντηση με το φως.

Κι ανοίγει πάλι το παράθυρο στον ήλιο.

Ο χρόνος καίγεται, καίγεται
σαν χαρτί.
Κανένας σπλαχνικός άνεμος
τη στάχτη του δε λέει να σκορπίσει
προτού το Άγνωστο 
σε μια μοιραία συνάντηση, μαζί του να σε πάρει.

Υπάρχει άραγε πέρασμα γυρισμού 
απ’ τη Μεγάλη Νύχτα;

Αριάδνες και μίτους
δε συναντάς
παρά στα παραμύθια.*

*Υποσημείωση: Η εναλλακτική απάντηση: Αριάδνες και μίτους δεν συναντάς μόνο στα παραμύθια,αλλάζει βέβαια το νόημα του τέλους του ποιήματος , αλλά το αφήνω στην διακριτική ευχέρεια του αναγνώστη.



Απογειώσεις

Εκεί που πάω πότε- πότε,
δεν ανοίγω καγκελόπορτα του κήπου.
Δεν έχει σπίτι, ούτε οικοδεσπότη
να με υποδεχτεί.
Ούτε έχω πόδια
να σκουπίσω τα παπούτσια στο χαλάκι.

Ακούω μόνο μουσική
και φτερουγίσματα αγγέλων!
Μα αν απότομα στρέψω
το βλέμμα για να δω,
προσγειώνομαι και πάλι στο δωμάτιο.
Και βλέπω τις κουρτίνες 
να χτυπούνε στον αέρα
σαν τα φτερά τεράστιων πουλιών 
απεγνωσμένα να ζητούν ελευθερία!



Το Άγιο Δισκοπότηρο

Και μόνο αν τιμήσεις το σώμα 
προσεγγίζεις το θαύμα το ανέφικτο.
Αρώματα ξαφνικά σε ζώνουν από παντού
γεμίζοντας το διάστημα από γη σε ουρανό.
Κι όλα τα πράγματα λούζονται
στο δικό τους εξαίσιο φως,
το αθέατο ως τώρα,
καθρεφτίζοντας το αίμα
που αφυπνίστηκε ακτινοβολώντας
μέσα απ’ το Άγιο Δισκοπότηρο



Ο αιώνια ερχόμενος

Απ’ το παράθυρο
το δρόμο αγναντεύω.
Κι Εσύ από μακριά όλο έρχεσαι.
Μικρή φιγούρα.
Ποτέ δε μεγαλώνεις.

Δεν είναι δα και τόσο μακριά αυτό το βάθος.
Είναι τόσο κοντά που με κάνει να ελπίζω.
Και βάζω τη μουσική υποδοχής να παίζει.
Κι ανοίγω φώτα και στην πόρτα αδημονώ
το χτύπημα ν’ ακούσω.

Ακούω καμιά φορά
το ελαφρό πράο χεράκι του ανέμου
και ξεγελιέμαι.
Μήπως σαν κύμα σιωπηλό
έρχεσαι και πάλι φεύγεις;

Κύριε, κουράστηκα απ’ τους ανθρώπους…
Η σχέση μου μαζί τους είναι τόσο εύθραυστη.

Θα ’θελα σαν Εγώ-Εσύ να έρθεις.
Σαν Εαυτός σε σχέση ακατάλυτη!

Ξέρω, θα έρθεις.
Αλλά θα είναι για να μείνεις;
Ή για να με συντρίψεις;



Κανείς δε μιλάει για την έπαρση της Φύσης.
Καταιγίδες, κεραυνοί, σεισμοί και παγετώνες.
Μα είναι βλέπεις, που με το ένα χέρι μάς χτυπά
και με το άλλο μάς ανοίγει σαν βεντάλια
την ομορφιά μιας Άνοιξης!



Άνθισε στο παράθυρο το δεντρολίβανο.
Μικρές τούφες λουλακί.



Στο ψιθύρισμα των ανοιξιάτικων φύλλων
ριγώ που ξαναστήνεται η ζωή
κι ας ξέρω ότι εγώ δεν είμαι δέντρο.



Ήρθαμε 2011

Δίχως περιττές αποσκευές
ήρθαμε πια στο δικό μας σπίτι. 
Δεν έχει θεμέλια το σπίτι αυτό
καράβι είναι 
ένα μικρό καράβι που ταξιδεύει.
Χωρίς καν χάρτες και πυξίδες.
Το αγέρι εδώ είναι καθαρό
η ανάσα αβίαστα συμβαίνει.

Και είναι ήρεμα.

Πλέει το σκάφος, λες, μόνο του.
Ακόμα κι αν αλλάζει ο καιρός, 
άκοπα το ταξίδι συνεχίζει.
Ξέρει καλά το αγέρι
σε ποιον απάγκιο όρμο να σε πάει.
Καμιά φορά
το βλέμμα γυρίζει προς τα πίσω.
Εκεί που ο έρωτας φάνταζε λύτρωση
και τα βιβλία γνώση.
Παλιές συνήθειες,
ταραχές, ελπίδες, ψευδαισθήσεις.
Άσε λοιπόν τον άνεμο να σε πάει όπου σε πάει…

Έτσι είναι ήρεμα.



Δισύλλαβες λεξούλες φτερωτές οι πεταλούδες.
Γράφουν ποιήματα ανάμεσα στα φύλλα.

Τα διαβάζεις;



Η ζωή είναι μια ατέλειωτη
προσαρμογή στην απώλεια.
Τα δέντρα το ’μαθαν καλά.
Φυλλοροούν αγόγγυστα.



Ο πέτρινος τοίχος πάλιωσε,
μα αντλεί ακόμα ευτυχία
παίζοντας με τη σκιά
του διπλανού του δέντρου.



Κοίτα…
Περπατάμε δίπλα σε ένα ηφαίστειο
μα δε σκεφτόμαστε τη λάβα.
Χαζεύουμε δήθεν ανύποπτοι
τ’ αγριολούλουδα στις πλαγιές
δίπλα στον κρατήρα.



Γεμίζουμε αδειάζουμε σαν το φεγγάρι.
Δεν μπορείς για πολύ να ευτυχείς.
Δεν μπορείς για πολύ να δυστυχείς.
Αυτό που θέλει η Ζωή είναι απλά να ζεις.



Το κυκλάμινο του χειμώνα

Μια πεταλούδα κρατημένη από κλωστή,
το ευάλωτο κυκλάμινο.
Μα μέσα κι απ’ το χιόνι ξεφυτρώνει
με πείσμα το χειμώνα ν’ αντικρίσει.

Κι ολόκληρο είναι ένα κεφάλι
ταπεινό, γερμένο,
που υποκλίνεται στην κάτασπρη

αγνότητα της Φύσης

Σχεδόν γυμνή σαν την Αλήθεια, 2018.

Πηγή: https://homouniversalisgr.blogspot.com/2019/09/blog-post_13.html

Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2023

Κυριακή Καρσαμπά - Στάζουν τα μάτια τ’ ουρανού


Και ήρθε το φθινόπωρο.
Μέσα στην εύθραυστη ομορφιά του.
Μακριά από την κραυγαλέα
έπαρση της άνοιξης,
την ήρεμη βεβαιότητα του θέρους.
Αρχίζει μια μικρή ανασφάλεια.
Μια υποψία για τη φθορά
που θα ’ρθει το χειμώνα.
Όλο και πιο πολύ
στάζουν τα μάτια τ’ ουρανού
γλυκιά μελαγχολία!!
Έχετε προσέξει πως πάντα
τα πρόσωπα τα όμορφα
αποπνέουν μια κάποια θλίψη;
Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθεια, 2018
 Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθεια, εκδ. ΑΩ, 2018

Κυριακή 6 Αυγούστου 2023

Κυριακή Καρσαμπά - 14 μικρά και λυπημένα


Μου πήρε τα μισά μου χρόνια
για ν’ αγαπήσω τη ζωή.
Στα άλλα μισά μου, προσπαθώ
ν’ αποδεχτώ το θάνατο.
Τότε, θυμάμαι,
πολλά πράγματα με ταπείνωναν.
Τώρα ποια ταπείνωση;
Έμαθα το μεγάλο μυστικό.
Να ’μαι παρούσα-απούσα δίπλα τους.
Μη με πιέζεις τόσο πολύ
να φέγγω εγώ
ενώ εσύ αφήνεσαι να σκοτεινιάζεις.
Δε θέλω να είμαι Αγία.
Καταλαβαίνεις;
Θέλω να είμαι άνθρωπος,
θέλω να είσαι άνθρωπος!
Κοιτάζω…
τα χνάρια του χρόνου
χαραγμένα πάνω σου ..
Έχει μια θλίψη λεπτή
η μαραμένη ομορφιά!
Όμως την Ομορφιά που σβήνει
δεν την μοιρολογούμε!
Υπήρξε και έλαμψε.
Κι όπως όταν κοιτάζουμε τη Δύση τρυφερά,
απλά την αποχαιρετούμε.
Νανουρίζουμε τη δυστυχία μας
γράφοντας ποιήματα.
Μα εκείνη καταφέρνει μόνο
να λαγοκοιμάται!
Κουκίδες μες στην άβυσσο
και δεν νοιώθουμε ίλιγγο .
Αυτό δεν είναι θαύμα;
Βλέπεις, είναι σωτήριο πράγμα
η έλλειψη επίγνωσης.
Έρχονται όμως στιγμές
που αυτή η γνώση γίνεται
βαριά κι ασήκωτη στους ώμους μας!
Μα εγώ τον άλλο τον καρτερώ
να έρθει στη σιωπή μου.
Εκεί, που χωρίς καλύπτρες,
μέσα στην άλλη μου ζωή,
στην ιερή μου ησυχία
ακόμα περιμένω.
Κι αν ήταν αυτά που επιθυμήσαμε να τα έχουμε,
θα έπρεπε να μας έχουν χαριστεί εκατό ζωές!
Η ζωή μερικές φορές μου φάνηκε
σαν απάνθρωπο βασανιστήριο
όπου τεντώνεις ένα παιδί
να φτάσει δια της βίας στο μπόι του ενήλικα..
Η ποίηση, όπως κι ο έρωτας
ζητάει να τα χάσεις όλα,
για να σε φέρει στη μεγάλη εκστατική σιγή.
Κι αν είναι να φωτίσει κανείς κάποιους,
πρέπει να αυτοπυρποληθεί
μπροστά στα μάτια τους.
ΟΙ αθώοι κουβαλάνε
στην καρδιά τους ένα λυγμό
κι ένα παράπονο, ένα γιατί…
για το άδικο του κόσμου.
Υπάρχουν ώρες που ούτε η ποίηση
είναι ικανή να με παρηγορήσει.
Η ψυχή, αν και περίλυπη όμως
μπορεί να σκύβει το κεφάλι
μπροστά στο ακατανόητο!
Όμως κορίτσια κι αγόρια Απριλιάτικα
πάντα θ’ αναρριχώνται στις πλαγιές της Άνοιξής τους
για ν’ αγναντέψουν ευοίωνους μελλούμενους καιρούς!

Κυριακή Καρσαμπά - Στάζουν τα μάτια τ' ουρανού


Και ήρθε το φθινόπωρο.
Μέσα στην εύθραυστη ομορφιά του.
Μακριά από την κραυγαλέα
έπαρση της άνοιξης,
την ήρεμη βεβαιότητα του θέρους.
Αρχίζει μια μικρή ανασφάλεια.
Μια υποψία για τη φθορά
που θα ’ρθει το χειμώνα.
Όλο και πιο πολύ
στάζουν τα μάτια τ’ ουρανού
γλυκιά μελαγχολία!
Έχετε προσέξει πως πάντα
τα πρόσωπα τα όμορφα
αποπνέουν μια κάποια θλίψη;

Σάββατο 5 Αυγούστου 2023

Κυριακή Καρσαμπά - Ολιγόστιχα



Σίγουρα υπάρχει μια ομίχλη ανάμεσά μας.
Κι εγώ βγήκα να μιλήσω να σ’ αγγίξω.
Oλοένα έρχομαι κι έρχεσαι
μα να σ’ αγγίξω δεν μπορώ
γιατί δεν πλησιάζεις αρκετά
εκεί όπου η ομίχλη διαλύεται
και γίνεται ολοφάνερο
πως και οι δυο ανασαίνουμε τον ίδιο αέρα!
.......................................................................
Όταν ο αέρας με διάφανες μεταξωτές κλωστές
τυλίγει τους ανθρώπους
αυτός που διαχωρίζει τον εαυτό του πληγώνει
μα πιο πολύ πληγώνεται.
...........................................................................
Βγήκα κι ανοίχτηκα στον κόσμο!
Σ’ αυτούς που τόσο αγάπησα!
Δεν έχω άλλη απάντηση για τη ζωή,
την παρουσία μου μόνο!
..............................................................................
Ονειροπόλος κωπηλάτης ο άνθρωπος
κωπηλατεί αιώνια προς την βέβαιη αβεβαιότητα!
.................................................................................
Είναι απόβραδο πια
μα η κωπηλασία επιμένει.
Όλο και πιο ανώδυνα.
Η θάλασσα πιό ήσυχη.
Ο ουρανός μου
μένει πάντα αδειανός.
Γαλανή σιωπή.

Κυριακή Καρσαμπά - Ύπαρξη


Και μόνο όταν με ξέχασαν

- πόσο στα αλήθεια το φοβόμουν!-

δοκίμασα 

χωρίς καμιάν εξάρτηση 

απ' την ανάγκη θορύβου, 

τι είναι πραγματικά να υπάρχεις βαθιά και σιωπηλά. 

Μικρή γνωριμία μ' αυτό που λέμε θάνατο 

που όταν τον δεις από τη μέσα μεριά 

μοιάζει να είναι 

μία πιο έντονη αυτοτελής ζωή.


συλλογή Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθεια, εκδόσεις Άλφα Ωμέγα - 2018. 

Κυριακή Καρσαμπά - Λιγομίλητες σταγόνες


Μα πως να ομολογήσεις

ότι ζήσαμε το μέγιστο δίπλα

σε κάποιον αγράμματο γέροντα

ακούγοντας λιγομίλητες σταγόνες

να πέφτουν απ’ το γείσο 

του φτωχικού του υπόστεγου 

και το μηδαμινό

δίπλα σε επαῒοντες, γνώστες

κι αφεντικά του κόσμου αυτού;


Πηγή: Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθεια, 2018

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2022

Κυριακή Καρσαμπά - Ποιήματα

 

 Μη νομίσετε 

ότι στα ποιήματά μου με συναντάτε

εκεί όπου μιλάω στο πρώτο πρόσωπο.

Συχνά κρυμμένη είμαι σε μια γωνιά,

γλιστράω στις παύσεις, στ΄αποσιωπητικά...

και ψιθυρίζω λέξεις δυσανάγνωστες.

 

 

~~~

 

 

Ο ήχος της σιωπής

 

Γέμισε τον κόσμο με λέξεις:

Χαμηλόφωνες, ηχηρές, 

θλιμμένες, χαρούμενες, 

επαναστατικές, ειρηνικές,

άγριες, τρυφερές, ερωτικές,

γήινες, ουράνιες.

 

Κι ύστερα αποσύρθηκε

στα ενδότερα

ν' ακούσει τον απόηχο.

 

Μα τι περίεργο, 

άκουσε τον ήχο της Σιωπής! 



~~~



Τρυφερή μοναξιά

 

Τα δώσαμε όλα στην αγάπη!

Και τι κερδίσαμε λοιπόν;

Μα λίγο είναι 

να μπορείς να δακρύζεις

με του αηδονιού την έκσταση,

να μπαίνεις έκθαμβος τα βράδια

στον κήπο με τις λέξεις;

 

 

~~~ 



Γράφω ποιήματα 


Γράφω ποιήματα σημαίνει:

κάθομαι εδώ κι ενώ ο χρόνος

με κυνικές γκριμάτσες

μου γνέφει θυμίζοντας

τον τελικό αφανισμό μου

μηχανεύομαι ύμνους,

φωταγωγώ την άβυσσο

μ' ελπιδοφόρους πυρσούς.

Στην εμμονή του

να ζωγραφίζει βέλη

με κατεύθυνση το χώμα

του απαντώ με βλέμματα

που στοχεύουν καρτερικά 

τον αχανή ουρανό!

 

 

~~~

 

 

Tabula rasa

 

Τι ταξίδι κι αυτό!

Να σου έχει σβηστεί η μνήμη

του τόπου εκκίνησης

και του τόπου προορισμού! 



~~~



Οι ευλογίες


Όμως το φως δε μας έλειψε

σε τούτη τη ζωή.

Την ευλογία του την είχαμε συχνά.

Μερικές φορές μάλιστα ήταν

τόσο δυνατό που έμοιαζε κατάρα!

Την ευλογία του σκοταδιού

δεν καταλάβαμε ακόμα.



~~~

 

 

Αν είναι κάτι που έμαθα καλά

είναι το πόσο κοντά βρίσκονται

μέσα στον ίδιο άνθρωπο

η δύναμη και η αδυναμία!

 

 

~~~

 

 

Και βρίσκονται ξαφνικά χίλιοι φίλοι στη λύπη σου.

Κανένας στη χαρά σου.

 

 

~~~

 

 

Που να 'ξερα τότε ότι εκείνος ο αφόρητος πόνος

θα ΄ταν η αιτία για τις κατοπινές επιδόσεις μου στην αντοχή!

 

 

~~~

 

 

Οι αγαπημένοι μου

 

Οι αγαπημένοι μου έφυγαν.

Γλίστρησαν από μια σχισμή του χρόνου.

Μέσα στο φως κοιμούνται

δίχως πρόσωπο, οδύνη, δάκρυα, φθορά.

Κοιμούνται - καμιά ρυτίδα- σαν παιδιά

οι αγαπημένοι μου...

 

Δίχως έγνοια καμιά. 

 

 

~~~

 

 

Τώρα πια

δεν κρατάει πολύ η λύπη μου,

αλλά ούτε και η χαρά μου!

Κι ούτε που ξέρω αν πρέπει

να λυπηθώ ή να χαρώ γι' αυτό.

 

 

~~~

 

 

Ύπαρξη 

 

Και μόνο όταν με ξέχασαν

-πόσο στ' αλήθεια το φοβόμουν!-

δοκίμασα

χωρίς καμιάν εξάρτηση

απ' την ανάγκη θορύβου,

τι είναι πραγματικά να υπάρχεις

βαθιά και σιωπηλά.

Μικρή γνωριμία μ' αυτό που λέμε θάνατο

που όταν τον δεις από τη μέσα μεριά

μοιάζει να είναι

μια πιο έντονη αυτοτελής ζωή. 

 

 

~~~

 

 

Ο αιώνια ερχόμενος


Απ' το παράθυρο 

το δρόμο αγναντεύω.

Κι Εσύ από μακριά όλο έρχεσαι.

Μικρή φιγούρα.

Ποτέ δε μεγαλώνεις.


Δεν είναι δα και τόσο μακριά αυτό το βάθος.

Είναι τόσο κοντά που με κάνει να ελπίζω.

Και βάζω τη μουσική υποδοχής να παίζει.

Κι ανοίγω φώτα και στην πόρτα αδημονώ

το χτύπημα ν' ακούσω.


Ακούω καμιά φορά

το ελαφρό πράο χεράκι του ανέμου

και ξεγελιέμαι.

Μήπως σαν κύμα σιωπηλό

έρχεσαι και πάλι φεύγεις;


Κύριε, κουράστηκα απ' τους ανθρώπους...

Η σχέση μου μαζί του είναι τόσο εύθραυστη.


Θα 'θελα σαν Εγώ-Εσύ να έρθεις.

Σαν Εαυτός σε σχέση ακατάλυτη!


Ξέρω, θα έρθεις.

Αλλά θα είναι για να μείνεις;

Ή για να με συντρίψεις;

 

 

                 Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθειαΑΩ Εκδόσεις


Πέμπτη 7 Ιουλίου 2022

Κυριακή Καρσαμπά-Τα ανείπωτα


Έλα να μιλήσουμε σιγανά,

εμείς που αγγίξαμε

τη φόδρα του κορμιού μας.

Το άδειο, το κενό υπομένοντας,

το μέσα τίποτα, ίδιο με το Μεγάλο Τίποτα.

Και πώς να πούμε τα ανείπωτα, 

πώς χάραξε η πρώτη αχτίνα

από το θείο σκοτάδι,

το θαύμα της ηλιογένειας;


 1984


Τρίτη 7 Ιουνίου 2022

Κυριακή Καρσαμπά-Ζεν Ποίηση


Κόπασε η βροχή. Μυρίζει νοτισμένο χώμα.

Αυτό δεν το περίμενα. Βγήκε ο ήλιος 

να παίξει με τις κρυστάλλινες μπίλιες στα κλαδιά.

Το σπίτι μου ευλογία των θεών.

Στην ανατολή ο ίσκιος του βουνού 

στη δύση ο ψίθυρος της θάλασσας.

Κι ο ήλιος κάθε μέρα τι ευτυχία

περνάει πάνω από τη στέγη μου.

Δισύλλαβες λεξούλες φτερωτές 

οι πεταλούδες. 

Γράφουν ποιήματα ανάμεσα στα φύλλα.

Τα διαβάζεις;

Πανσέληνος του Αυγούστου

κι εγώ στο περβάζι, ανύσταχτη!

Άγνωστο χέρι που μου χαϊδεύεις τις βραδιές το μέτωπό μου

είσαι άραγε το ίδιο που τόσο πολύ με πόνεσες;

Με το μανίκι μου τα δάκρυα της θλίψης μου σκουπίζω

κι έκπληκτη βλέπω πάνω του να φυτρώνουνε κρινάκια!

Μεσάνυχτα κι η πόρτα μου χτυπάει.

Ανοίγω κι αντικρίζω την αιώνια Ανατολή!

Αθέατα τα χέρια που άλλοτε  μ’ άγγιξαν με στοργή

βρίσκονται πάντα εδώ την ώρα που πλαγιάζω. ⁕

Μια δροσοστάλα πέφτοντας μπροστά μου από ένα φύλλο

Έφτασε να με ξεπλύνει ολόκληρη απ’ τη θλίψη!

Άνθισε στο παράθυρο το δεντρολίβανο.

Μικρές τούφες λουλακί!

Η ζωή είναι μια ατέλειωτη προσαρμογή στην απώλεια.

Τα δέντρα το ’μαθαν καλά. Φυλλοροούν αγόγγυστα

Και η καλοκαιρινή νυχτερινή μου έκσταση 

Το άρωμα του γιασεμιού.


Σχεδόν γυμνή σαν την αλήθεια, 2018.


Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2022

Κυριακή Καρσαμπά-[άτιτλο]



Όσα ποιήματα έγραψε
πραγματικά…
τα έγραψε
χωρίς μελάνι και χαρτί!
Με την κίνηση, το βλέμμα,
την παρουσία του όλη!
Αυτά ήταν αληθινά ποιήματα
μα… τόσο φευγαλέα.
Ποιήματα αφανή
για λίγους αναγνώστες!

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2022

Κυριακή Καρσαμπά-7 Ολιγόστιχα Ποιήματα

 Συγκάτοικος με τα πουλιά, τους Άγιους, τη χλόη,

τους καρχαρίες, τα φρικιά, σε τούτο τον πλανήτη.

……………………………………………………

Ώρα του δειλινού, δικαιοσύνης ώρα!

Και το τοπίο με περιέχει όπως περιέχει

τα πουλιά, τα έντομα, τις βρόχινες σταγόνες

τα φύλλα, τα κλαδιά.

……………………………………………………

Κοίτα …

Περπατάμε δίπλα σε ένα ηφαίστειο

μα δε σκεφτόμαστε τη λάβα…

Χαζεύουμε δήθεν ανύποπτοι

τ’ αγριολούλουδα στις πλαγιές

πλάι στον κρατήρα!

……………………………………………………

Ο πέτρινος τοίχος πάλιωσε,

μα αντλεί ακόμα ευτυχία 

παίζοντας με τη σκιά 

του διπλανού του δέντρου.

.......................................................................................

Αθέατα τα χέρια που άλλοτε μ’ άγγιξαν με στοργή

βρίσκονται πάντα εδώ την ώρα που πλαγιάζω!

………………………………………………………..

Και φεύγει η δική μας η ζωή

μα η ΖΩΗ όλο εδώ είναι πάλι

να ξεφυλλίζει σελίδες ημερολογίων!

………………………………………………………,,

Αλήθεια, μας εμπαίζουνε τα όνειρα

ή μας κρατούνε συντροφιά

εξοικειώνοντάς μας με το ανέφικτο;

……………………………………………………….

 ΣΧΕΔΟΝ ΓΥΜΝΗ ΣΑΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ

Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2021

Κυριακή Καρσαμπά-Εικασίες


Ένταση! Ένταση!
Αφήστε με να φύγω από δω λοιπόν.
Στην ησυχία θέλω ν’ απαγκιάσω!
Σαν κουρασμένος άνεμος που
όλη την πείρα του ταξιδιού του σέρνει.
Να μπω σε μια σπηλιά να κοιμηθώ!
Όμως γαλήνη, παρ’ ότι με χαϊδεύεις
με τρυφερά μικρά αγγίγματα φτερών
πλάγια, μαλακά και ύπουλα φέρνεις τον κορεσμό.
Πάλι την κίνηση ζητώ.
Στην κίνηση το αίμα μου αφυπνίζεται,
Οι αισθήσεις μου χορεύουν
η σκέψη μου πετάει σπίθες
κεντάει ποιήματα!
Και…
Κάπως έτσι είναι όταν το μυαλό εικάζει
ότι δεμένοι είμαστε σ’ αιώνια αιώρα,
μπαλάκια του πινκ πονγκ
που πηγαινοέρχονται
ανάμεσα απ’ τα χέρια της θεότητας.
Κ.Κ. 2014

Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2021

Κυριακή Καρσαμπά-Τα πουλιά


Πάτησαν σε βουνοκορφές απάτητες.
Έγραψαν κύκλους.
Αμέτρητα γεωμετρικά σχήματα στον αέρα.
Κανένα ίχνος πίσω τους.
Κανένα χειροκρότημα.
Καμιά υστεροφημία.
Τί ευγενής ράτσα τα πουλιά!

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2021

Κυριακή Καρσαμπά-Οι φίλοι...Αχ! Οι φίλοι



Μέσα στη φορεσιά της μοναξιάς τους
τυλίγονται ένας-ένας
και μακραίνουν
οι φίλοι μου...
Μπροστά σε μια θολή οθόνη
όλο και πιο θολή
σκιές, φαντάσματα διαβαίνουν.
Αστράφτουν πότε-πότε βλέμματα
αγγίγματα, κινήσεις,
φοβάμαι θα ξεχάσω τη φωνή τους
έτσι όπως στη δική μου μοναξιά
κι εγώ περιμαζεύομαι
ένα βήμα πιο κοντά
από κει όπου
εξ’ αρχής έχει αποφασίσει
ν΄ απαγκιάσει η ψυχή μου.

Κ.Κ. (Της στιγμής. 22.7.2018. Λίγο μετά το θάνατο της Γιώτας Αργυροπούλου στις 19/7/2018)

Παρασκευή 30 Απριλίου 2021

Κυριακή Καρσαμπά- Μεγάλη Εβδομάδα


Βρέχει και φέτος όπως κάθε χρόνο 

Χριστέ μου στην ψυχή μου.

Μεγάλη Εβδομάδα και κατ’ έθιμον

πάντα οι άνθρωποι σε θυμούνται…

Όμως, θα ήθελα να σου πω

πως τα δικά μου μάτια όλο το χρόνο

τρέχουν τα δάκρυά σου…

Κι ας ήταν 

να μην περίμενα μόνο μια μέρα

την Ανάστασή σου να χαρώ.


Πηγή: Κυριακή Καρσαμπά, Σχεδόν Γυμνή σαν την αλήθεια, Αθήνα: ΑΩ 2018, σ. 24.

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

Κυριακή Καρσαμπά-Υπόμνηση ολότητας

    Ρετζίκι 2013

Απέναντι το Δάσος 

-Μυστηριακός Ναός-

απόψε που βραδιάζει 

ειν’ έτοιμο για Εσπερινό .

Ο δεξιός ψάλτης τ’ αηδόνια 

κι ο αριστερός οι κότσιφες 

αρχίζουνε να ψάλλουν 

απ’ αναλόγιο που φωτίζει

ασημόλευκη πανσέληνος.

Και συ, στο μέσον της ιερουργίας

απόψε ξυπνητός 

της ολότητας το κάλλος

παρατηρείς

που αλίμονο από αύριο φθίνει

τρία τέταρτα και μισό και ένα τέταρτο….

Και πάλι όμως ολόκληρο θα γίνει

αρκεί να βγεις να δεις

και να δεχτείς το μήνυμα

που αιώνες τώρα

στέλνει η σελήνη.


Κυριακή Καρσαμπά