Νάνα Μούσχουρη- Μαύρος ταύρος μπήκε στον χορό
Από τον δίσκο: 'Οι μύθοι μιας γυναίκας' - 1988
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος Μουσική: Μάνος ΧατζηδάκιςΑπό τον δίσκο: 'Οι μύθοι μιας γυναίκας' - 1988
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος Μουσική: Μάνος ΧατζηδάκιςΔΕΝ ΠΑΙΖΕΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΤΙΜΩΡΗΤΑ με τις πονηρές δυνάμεις που κατοικούν αυτόν τον κόσμο. Η σκιά της φτερούγας ενός αγγέλου θα σημαδεύει πάντοτε τη ματιά των παραπλανημένων που ερωτοτροπούν με την άβυσσο. Αλλά η νύχτα, το αίμα, η σελήνη, το μοιραίο, οι μυστικές φωνές της γης, ο έρωτας, η αγνή καρδιά του ανθρώπου, η απέραντη γοητεία της ύλης, αυτά όλα που οι σοφοί ζήτησαν να καταπροδώσουν, αρπαγμένοι από μιαν ελάχιστα ελκυστική χίμαιρα, να στήσουνε κάπου-στο Κενό βέβαια-το αφηρημένο σχήμα της καθαρής ομορφιάς, έρχεται μέρα που ξαναπαίρνουν τη θέση τους, έτσι, απλά, πάνω στα χείλη, ενός Ανταλουζιάνου μελαψού που καλπάζει bronce y sueno μέσα στους φεγγαρόλουστους ελαιώνες της πατρίδας του.
ANOIXTA XAΡΤΙΑ
Μες τη μανόλια
Στον Federico Garcia Lorca
Όχι από τα κοφτερά κεραυνοβολήματα το χρώμα
αλλά από τους κατάξερους κάμπους, που λάμπουν χρυσαφένιοι
ανέκφραστοι από περιφρόνηση στη ζωή
τώρα ξεθωριασμένοι και παραμορφωμένοι από την πλήξη
Όχι από τις σπαρακτικές κραυγές ο ήχος
βρυχώμενος και αναιδής
αλλά από του φύλλου το ξετύλιγμα
που γυρεύει του γρύλου τη μίμηση.
Όχι η πηχτή δυσοσμία της ασφυξίας
αλλά από του άγουρου νέκταρ
των θεσπέσιων λεμονανθών και του φεγγαριού
που δειλά γδύνονται τη νύχτα.
Ούτε καν η φθορά από το σύρσιμο
αλλά τα χάδια που αντάλλαξαν οι νάρδοι
οι φτέρες που βρίθουν για να προστατεύουν
και οι γλιστερές δρύπες του κέδρου.
Όχι, η λάσπη των ασμάτων στο στόμα
αλλά χυμοί μυρτιάς και αγαύης
δάφνης αιθέρια έλαια και ψωμιού
αρώματα της ζωής και των στιγμών.
Όταν ανθίζει το φλογισμένο μενεξεδί
που βάφει το λευκό εκστατικό
μες τη μανόλια, σου μιλάω.
Αφουγκράσου τον χρόνο που προηγείται. (Στην Antonia Pozzi)
Μη ζητάς χρυσάνθεμα
τώρα που αγκαλιάζεις το αόρατο
τα τριαντάφυλλα πολιορκούν τη μοναξιά
η ανία διάτρητη από τ’ αγκάθια.
Όταν η μέρα βάφεται νύχτα
η ύπαιθρος παραστέκει
στα πιο σκληρά γεγονότα.
Πόσες νυχτοπεταλούδες θαμπώνουν τον αέρα
ενώ το λαμπρότερο αστέρι
άξαφνα σφίγγει τα δόντια του.
Φαντάζομαι τότε που γύρευες
τη θρεμμένη σάρκα του κενού
και ζούσες με βράχια κι αρνήσεις,
από όταν το αστρολούλουδο
σε μια λακκούβα νερό
σάπιζε μαδώντας αποκαμωμένο.
Κοιτάζω τις δυνατές σου ρίζες
που ανεμίζουν στου ανέμου τις δίνες,
αγκαλιάζεις τα γυρτά, τ’ απαγορευμένα κορμιά
και οι αγριόλιζες ακίνητες κοιτούν
σαστισμένες τους διακοπτόμενους κύκλους.
Μάχεσαι τα χαμένα μάτια
και τους εξουθενωμένους ώμους από φίλντισι
με το πιο βαθύ νοητό.
Αν για σένα μιλάς, εξομολογείσαι το πένθος
των ημερών που απαρνήθηκαν τη χαρά.
Το τίποτα διαισθάνεται το γκρι
αλλά φωτίζει εκπνοές της φυγής
όταν αυστηρή, εκπληρώνεις
την επιλογή της γης.
Παρειδωλία
Καθώς η βραδιά ταράζεται από καρδιοχτύπια και ξυλοκόπους
(F.G.Lorca, Ποιητής στη Νέα Υόρκη)
Αν η νύχτα επαληθευτεί
δεν ξέρω, o βαρύς ήχος
και οι στύλοι της πράσινης αγωνίας
που διακόπτει τη διαύγεια
όταν κάθεται στο θρόνο του σκοταδιού.
Προσπαθούσα να συλλάβω
ένα σχήμα, να δημιουργήσω μια γεωμετρία
με γωνίες αχνές και ευθείες σβησμένες
αλλά το άκακο έλατο που χορεύει,
τώρα πλέει σε μια θλιμμένη θάλασσα.
Αναγνωρίζω εκείνον που κάποιος
φαντάζεται ήδη έμπειρο
αλλά ακυρώνω εμένα τον ίδιο και
κραυγάζω στις ανόμοιες στιγμές.
Η ακρίδα που παρατηρώ επίμονη
δίχως τέλος εμφανίζεται κι εξαφανίζεται
πού είναι πάλι, όταν το ξέρω
πως υπάρχει και δεν υπάρχει;
Τα αστέρια είναι σύντροφοι νυχτοπεταλούδων,
μέδουσες της στεριάς και ριζώματα δάφνης
μέσα στη νύχτα που αναγγέλλει τον εαυτό της
και ανακαλύπτει ξανά τη χθεσινή αμφιβολία.
Μετάφραση: Κωνσταντίνος Μούσσας
Πηγή:https://www.fractalart.gr/sapere-aude-1/
Στίχοι: Πυθαγόρας
Μουσική: Απόστολος Καλδάρας
Δίσκος: Μέτοικος, 1971
Γιατί τον σκότωσαν γιατί
τον γελαστό τον ποιητή
αυγούλα στη Γρανάδα
αυτός εκένταγε φιλιά
αυτός ζωγράφιζε πουλιά
και κρίνα στην κοιλάδα
Το σούρουπο οι Παναγιές
θρηνούν στον ελαιώνα
και του κορμιού του οι πληγές
κατάρες είναι και ντροπές
στον εικοστό αιώνα
Γιατί τον σκότωσαν γιατί
τον γελαστό τον ποιητή
μες του Βηθνάρ το ρέμα
κι αυτός ακόμα γελαστός
παρακαλάει να 'ν' αυτός
το τελευταίο αίμα
Το σούρουπο οι Παναγιές
θρηνούν στον ελαιώνα
και του κορμιού του οι πληγές
κατάρες είναι και ντροπές
στον εικοστό αιώνα