της πόρτας βλέπω να φουσκώνει
να στενεύει μονόφθαλμος
δεν ξέρω αν ξυπνάω σιγά-σιγά
ή αν βυθίζομαι στον ύπνο
βλέπω τους γείτονες σκιές
να κοπανάν τις πόρτες
—μόνο οι ντελιβεράδες
διατηρούν το χαμόγελο—
βλέπω διάδρομο τρελοκομείου
σιδερένια κελιά κλειδαριές
πτυσσόμενα γκλομπ
μένω σ’ αυτό το διάδρομο
ένας απλός άνθρωπος
που αποστρέφει το βλέμμα
—μήτε νεκρός μήτε ζωντανός—
δοκιμάζω τη γνώση
πέρα από τη συνείδηση
τη θέα της καμπίνας
του ασανσέρ λευκή σελίδα
να φέρει τη ζωή μου τούμπα
τον κόσμο ανάποδα
θα συνεχίσω να παίρνω μάτι
απ’ το ματάκι της κάσας
Ακαφάσωτος
✤
Υπόγεια διάβαση πεζών
πεζούς είδα τους φίλους μου
να κατεβαίνουν στο σκοτάδι
τον πόνο και τον τρόμο
να σφύζουν από ζωή
κι ο θάνατος να τους περικυκλώνει
να στρίβουν
δεξιά αριστερά
στον δικό τους δρόμο
ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό
ο καθένας κρεμασμένος
από ένα πολύχρωμο μπαλόνι
με τα ημίψηλα καπέλα τους
—χρέος του ξένου είναι βεβαίως
με την πόλη εντελώς να συντάσσεται—
στη διάβαση περπατώ ξυπόλυτος
μοιράζομαι το κρασί
με τους άστεγους
γυμνάζομαι
πριν πάρω κι εγώ το διάδρομο
της αναλήψεως.
Ασκεπής
✤
Λύπη ώρα Γκρίνουιτς
με επισκέπτεται
άλλοτε αρπακτικό
χαμηλών πτήσεων
κι άλλοτε ερπετό
με τη μύτη στο χώμα.
Αλλάζει πρόσωπα
δέρμα υπόσταση
η πρόχειρη λύπη
κοιμισμένη γάτα
σήμερα στη Λεβίδου
λεπίδι για δάκρυα.
Μια κλειστή βρύση
πιθάρια γλάστρες
αναιμικά φυτά
μια σκουριασμένη μοτό
κάτω από την κρεβατίνα.
Ξύπνησε η γάτα
τεντώθηκε η λύπη
έφυγε
έφυγα κι εγώ.
Αλεβίδωτος
Δεν έμεινα ποτέ εδώ
Αναδημοσίευση από: https://culturebook.gr/metafraseis-main/meta-poems/sotiris-pastakas-three-poems-from-the-book-i-ve-never-lived-here/