Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Γιαννάκη Ειρήνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Γιαννάκη Ειρήνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2025

Ειρήνη Γιαννάκη - Επισκέπτης


Τη μέρα που ‘ρθε ο θάνατος στο σπίτι
είχαμε σφαλιστές τις γρίλιες
τα παράθυρα σφιχτά μανταλωμένα,
μα κύριος αυτός
πονηριές δεν καταδέχτηκε,
χτύπησε το κουδούνι
σαν καθυστερημένος μουσαφίρης·
ήξερε πως τουλάχιστον ένας από μας
θα τον καλοδεχτεί.
Και το σκοτάδι έχωνε το σπίτι
έφραζε τα περάσματα
ούτε μία χαραμάδα, ούτε μία δίοδος,
ήταν το προμάντεμα∙
το άλλο ήταν τα γέλια
μα τι γέλια ήταν αυτά
το πρωί της ίδιας μέρας∙
μας κόψαν την ανάσα
λυθήκαμε.
Τη μέρα που ‘ρθε ο θάνατος στο σπίτι
πόσο γελάσαμε.

Δόξα Έβρου, Κάπα Εκδοτική, 2024

Απ' τον Χαρτοκόπτη του Γ. Χ. Θεοχάρη

Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024

Ειρήνη Γιαννάκη - Υποβρύχιο



Σ’ αυτούς που αρπάξανε μια ρίμα για αγκωνάρι
σ’ αυτούς που μπήκανε έτοιμοι σε ένα τραγούδι
για σωτήρια λέμβο
σ’ αυτούς που για μια κάποια τρυφερότητα
στα κόκαλα
δεν είδαν θάλασσα για χρόνια
γιατί ήταν βέβαιοι
πως το τέλος του γνωστού κόσμου είναι κάπου
στην Κυψέλη
σ’ αυτούς που έκαναν νεύμα σε μια κορδέλα φανταιζί
που βλέπανε μονάχα αυτοί πάνω απ’ το κεφάλι
ίσαμε που ήρθε ένας στίχος απ’ τη γη
και τους νεκρανάστησε και πάλι
σ’ αυτούς που χάρισαν μια λέξη από στήθους
κι υπογράψανε με κόκκινη μελάνη
σ’ αυτούς που ξέρανε πως άνοιξη είναι το πρελούδιο
και το μοτίβο επανέρχεται
με άσπρα πανιά πλησίστια
στο λιμάνι.


Σ’ αυτούς·
η ζωή πριν πει την τελευταία της κουβέντα
τραγουδάει Τσιτσάνη.


Ειρήνη Γιαννάκη, Η αλφαβήτα των πραγμάτων, εκδόσεις Μελάνι, 2017.

Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2024

Ειρήνη Γιαννάκη - Σημαιάκια


Είδα τη Συγγρού σε όνειρο
κι ήμουνα ακριβώς στο μέσον
γύρω ερημιά
ούτε πεζοί ούτε τροχοφόρα
απ’ τη μια η θάλασσα να λαμπυρίζει
κι απ’ την άλλη οι Στύλοι να ‘χουν τυλιχτεί στις φλόγες·
το ‘νιωσα ολοκάθαρα
πως ήμουνα στη μέση της Συγγρού και μου ‘γνεφε
η θάλασσα
σιγομουρμουρώντας
οι λέξεις είναι έρωτας
και αρμυρό το νάμα

Έβγαλα τότε μια φωνή
του κάκου αφού δεν μ’ άκουγε κανείς
η ελληνικότητά σας είναι μια κουρελού ουρά
από σημαιάκια
που κάποτε αμολάγατε καμαρωτή καλούμπα
μα τώρα τηνε πήρανε παιδιά για να γεμίζουνε
αχτίνες ποδηλάτου

Άλληνε μια φορά την ξαναείδα
γιρλάντα στο ετοιμόρροπο σανίδι
στην επαρχία σε μια Γκόλφω αφτιασίδωτη
που έτρωγε τις ρίζες της
και απάνω στο μεθύσι της παραφροσύνης της
φώναζε
οι λέξεις είναι έρωτας
και γιατρικό το θάμα

Ξύπνησα και ήμουνα ξανά στο πατρικό
κι η γυναίκα που συγύριζε το σπίτι
να σαλεύει κάτι είδε στον σκοροφαγωμένο Παλαμά
η άνοιξη η άγρια που χίμηξε απ’ τον φεγγίτη
φύσηξε πνοή στη βιβλιοθήκη
τότε η γυναίκα γύρισε και μας ψιθύρισε
οι λέξεις είναι έρωτας
-άλλο και τούτο-
το πράμα
είναι
θάμα.

Ειρήνη Γιαννάκη, Η αλφαβήτα των πραγμάτων