Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Eliot T.S.(Thomas Stearns). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Eliot T.S.(Thomas Stearns). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 19 Απριλίου 2025

Τ. S. Eliot - Τετάρτη της Σποδού (μέρος Ι)

 Αφού δεν ελπίζω να ξαναγυρίσω

Αφού δεν ελπίζω

Αφού δεν ελπίζω να γυρίσω

Του ενός το χάρισμα ποθώντας και τις προοπτικές του άλλου

      αποζητώντας*

Πλέον δεν προσπαθώ για τέτοια πράγματα να προσπαθώ

(Ο γερασμένος αετός γιατί ν’ απλώνει τα φτερά;)

Γιατί να πενθώ

Της συνήθους εξουσίας τη χαμένη δύναμη;

Αφού δεν ελπίζω να ξαναγνωρίσω

Την εύθραυστη δόξα της θετικής στιγμής

Αφού δε νομίζω

Αφού γνωρίζω πως δε θα γνωρίσω

Τη μόνη αληθινή πρόσκαιρη δύναμη

Αφού δε δύναμαι να πιω

Εκεί που ανθίζουν δέντρα και ρυάκια κελαρύζουν, εφόσον

       τίποτα δε γίνεται ξανά

Αφού γνωρίζω πως ο χρόνος είναι πάντα χρόνος

Κι ο χώρος είναι χώρος πάντοτε και μόνο χώρος

Κι ο,τι είναι παρόν είναι παρόν μόνο για μια στιγμή στο χρόνο

Και μοναχά για ένα σημείο στο χώρο

Αγάλλομαι την ευλογημένη όψη

Και απαρνούμαι τη φωνή

Αφού δεν μπορώ να ελπίζω ότι θα ξαναγυρίσω

Αγάλλομαι συνεπώς έχοντας να δημιουργήσω κάτι

Που ν’ αγάλλομαι γι’ αυτό

Και δέομαι στον Θεό έλεος να μας δείξει

Και δέομαι να μπορέσω να ξεχάσω

Αυτά τα θέματα που με τον εαυτό μου συζητώ τόσο πολύ

Τόσο πολύ εξηγώ

Αφού δεν ελπίζω να ξαναγυρίσω

Ας απολογηθούν τα λόγια τούτα

Για να μην ξαναγίνει πάλι ό,τι έγινε

Κι είθε η Κρίση να μην πέσει πάνω μας πολύ βαριά

Αφού οι φτερούγες τούτες δεν είναι πια φτερούγες να πετούν

Μα μερικά φτερά που δέρνουν τον αέρα

Τον εντελώς πλέον στεγνό και λιγοστόν αέρα

Πιο λιγοστό και πιο στεγνό κι από τη βούληση

Δίδαξέ μας να μεριμνούμε και να μη μεριμνούμε

Δίδαξέ μας γαλήνιοι να μένουμε.

Δεήσου για μας τους αμαρτωλούς τώρα και την ώρα του

     θανάτου μας

Δεήσου για μας τώρα και την ώρα του θανάτου μας**

Σημ.*: Ο Έλιοτ αντλεί τον συγκεκριμένο στίχο από το Σονέτο ΧΧΙΧ του Σαίξπηρ («desiring this man’s art and that man’s scope»), αντικαθιστώντας ωστόσο το «art» με το «gift».

Σημ.**: Το συγκεκριμένο δίστιχο αντλείται από την τελευταία στροφή της προσευχής των καθολικών Ave Maria: «Ora, ora pro nobis peccatoribus / Nunc et in hora mortis / Et in hora mortis nostrae»


Πηγή: Tα Ποιήματα, μτφ. Παυλίνα Παμπούδη, εκδ. «Printa», δ’ έκδοση αναθεωρημένη, 2024

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2024

T. S. Eliot - Το παλάτι της Κίρκης


Γύρω απ’ το συντριβάνι της που τρέχει

με τη φωνή ανθρώπου που πονεί

είναι λουλούδια που κανείς δεν έχει

ξαναδεί. Με μυρωδιά σιχαμερή

και πέταλα που στάζουν φαρμάκι.

Φυτρώνουν απ’ τα μέλη των νεκρών.

Ποτέ να μην ξανάρθουμε εδώ.


Πάνθηρες λιάζονται στη βρύση.

Το δάσος σκοτεινιάζει πιο πέρα.

Στις σκάλες του κήπου στριφογυρίζει

ο πύθωνας. Παγώνια περπατούν

αργά κι επίσημα. Και μας κοιτούν

Με μάτια ανθρώπων που είχαμε γνωρίσει




Μετάφραση: Νάσος Βαγενάς.

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Λέξη», τχ. 43, Μάρτης – Απρίλης 1985, σελ. 254.


Αναδημοσίευση από το ιστολόγιο: Αλωνάκι της Ποίησης

T. S. Eliot - Μάτια που τελευταία είδα σε δάκρυα


Μάτια που μόλις κοίταξα σε δάκρυα

Του χωρισμού

Στ’ ονειρικό βασίλειο του θανάτου

Η χρυσή οπτασία ξαναπροβάλλει

Βλέπω τα μάτια μα όχι τα δάκρυα

Του οδυρμού.


Αυτός είν’ ο δικός μου οδυρμός

Μάτια που δεν θα δω και πάλι

Μάτια της κρίσης

Μάτια που δεν θα δω παρά

Στη θύρα του θανάτου, άλλο βασίλειο

Που όμως αυτό

Τα μάτια συνεχίζουν λίγο, ενώ

Λίγο ακόμη, δάκρυα συνεχίζουν

Και μας χωρίζουν


Πηγή: Έλιοτ: Άπαντα τα ποιήματα, Μετάφραση:Αριστοτέλης Νικολαΐδης, Αθήνα: Κέδρος 2008. 

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2024

Τ.S. Eliot - Burnt Norton [V]


Λέξεις κινούνται, μουσική κινείται

Μόνο μέσα στο χρόνο· αλλά μπορεί μονάχα να πεθάνει

Αυτό που μόνο ζει. Λέξεις, μετά την ομιλία,

Πλησιάζουν τη σιωπή. Μόνο μέσα απ’ τη μορφή, το σχέδιο,

Μπορούν οι λέξεις ή η μουσική να πλησιάσουν

Την ακινησία, όπως ένα βάζο κινέζικο ακίνητο

Κινείται στην ακινησία του αέναα.

Όχι η ακινησία του βιολιού, όσο διαρκεί η νότα,

Όχι μόνο εκείνο, αλλά η συνύπαρξη,

Ή ας πούμε ότι το τέλος προηγείται της αρχής,

Και το τέλος και η αρχή βρίσκονταν πάντοτε εκεί

Πριν από την αρχή και έπειτα απ’ το τέλος.

Και όλα πάντοτε είναι τώρα. Λέξεις παραμορφώνονται,

Κάποτε ρηγματώνονται και σπάζουν, απ το φορτίο,

Και την ένταση, παραπατούν, γλιστράνε, αφανίζονται,

Φθείρονται απ’ την ανακρίβεια, δεν στέκονται στη θέση τους,

Δεν θα σταθούν ακίνητες. Φωνές στριγγλίζοντας

Επιτιμώντας, λοιδορώντας, ή απλά και μόνο φλυαρώντας,

Πάντοτε επιτίθενται εναντίον τους. Ο Λόγος μες στην έρημο

Προσβάλλεται περισσότερο από τις φωνές του πειρασμού,

Τη σκιά που κλαίει στον νεκρικό χορό,

Τον θορυβώδη θρήνο της απαρηγόρητης χίμαιρας


Η λεπτομέρεια του σχεδίου είναι κίνηση,

Όπως και στην εικόνα των δέκα σκαλοπατιών.

Η επιθυμία η ίδια είναι κίνηση

Η ίδια όχι επιθυμητή·

Η ίδια η αγάπη είναι ακίνητη,

Μόνο η αιτία και το τέλος της κίνησης,

Άχρονη, και χωρίς επιθυμία

Μονάχα στην προοπτική του χρόνου

Αιχμάλωτη σε μια μορφή περιορισμού

Ανάμεσα στο είναι και μη είναι.

Ξαφνικά σε μια δέσμη ηλιόφωτος

Ενώ κινείται ακόμα η σκόνη

Πετάγεται το κρυμμένο γέλιο

Των παιδιών από την φυλλωσιά

Γρήγορο τώρα, εδώ, τώρα, πάντοτε–

Γελοίος ο σπαταλημένος άθλιος χρόνος

που ανακλαδίζεται πριν και μετά.


Tέσσερα κουαρτέτα, Μετάφραση: Τάκης Κουφόπουλος

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2024

T. S. Eliot, "Ποιήματα του Άριελ"




Marina


Quis hic locus, quae
regio, quae mundi plaga?


Τι θάλασσες, τι ακτές, τι γκρίζοι βράχοι και τι νήσοι
Τι νερό παφλάζοντας την πλώρη
Και οσμή του πεύκου και η κίχλη απ’ την ομίχλη ψαλμωδώντας
Τι είδωλα ξαναγυρνούν
Ω κόρη μου.

Αυτοί που ακόνιζαν το δόντι του σκύλου, σημαίνοντας
Θάνατο
Αυτοί που αστράπτουν απ την δόξα του κεκράχτη, σημαίνοντας
Θάνατο
Αυτοί που στέκονται στον σταύλο της αυτάρκειας, σημαίνοντας
Θάνατο
Αυτοί που υποφέρουν την έκσταση των ζώων, σημαίνοντας
Θάνατο

Έγιναν επουσιώδεις, ανάχθηκαν στον άνεμο,
Ένα χνώτο πεύκου και η δασολάλητη ομίχλη
Μ’ αυτή την χάρη, διαλύθηκαν κατάλληλα.

Τι πρόσωπο είν’ αυτό, πιο λίγο φωτεινό και φωτεινότερο
Κι ο παλμός στο χέρι, πιο λίγο δυνατός και δυνατότερος
Δοσμένο ή δάνειο; απώτερο από τ’ άστρα κι εγγύτερο απ’ το
   μάτι

Ψίθυροι και χαμόγελα μεταξύ φύλλων κι ανυπόμονων ποδιών
Υπό τον ύπνο, που όλα τα νερά έκβάλλουν.
Μποπρέσο σκασμένο από πάγο, σκασμένη από κάψα μπογιά.
Έκανα τούτο, ξέχασα
Και θυμούμαι.
Η αρματωσιά δειλή και σάπιο καραβόπανο
Μεταξύ ενός Ιουνίου κι ενός άλλου Σεπτεμβρίου.
Έκανα τούτο, ανήξερα, μισοσυνειδητός, αγνώριστος, δικό μου.
Το πίσω πέτσωμα διαρρέει, θέλουν στούπωμα οι αρμοί.
Αυτό το σχήμα, το πρόσωπο, η ζωή
Ζώντας να ζεις σ’ έναν κόσμο χρόνου πέραν μου· ας
Αποσύρω την ζωή μου για ζωή, την λαλιά μου για το αλάλητο,
Το ξυπνημένο, χείλη χωρισμένα, την ελπίδα, τα νέα πλεούμενα.

Τι θάλασσες, τι ακτές, τι γρανιτώδεις νήσοι προς τα ξύλα μου
Και η κίχλη απ’ την ομίχλη προσκαλώντας
Κόρη μου.





Η καλλιέργεια των Χριστουγεννιάτικων
Δέντρων


Για τα Χριστούγεννα υπάρχουν άφθονες διαθέσεις,
Μερικές μπορούμε να τις αψηφήσουμε:
Την μουδιασμένη, την κοινωνική, την ισχυρώς εμπορική,
Την θορυβώδη (όπου οι ταβέρνες λειτουργούν ως τα μεσάνυχτα)
Την παιδική − όχι εκείνη του παιδιού
Όταν είναι άστρο το κερί, κι ο χρυσωμένος άγγελος
Απλώνοντας πτερά στην κορυφή του δέντρου
Δεν είναι απλώς διακόσμηση, μα ο άγγελος.
Θαυμάζει το παιδί το Χριστουγεννιάτικο Δέντρο:
Αφήστε το να συνεχίζει με πνεύμα θαυμασμού
Την Εορτή σαν γεγονός, όχι δεκτή σαν πρόσχημα·
Ώστε η λάμπουσα έκσταση, η έκπληξη
Από το πρωτοθυμημένο Χριστουγεννιάτικο Δέντρο,
Ώστε οι εκπλήξεις να γοητεύονται με νέες προσκτήσεις
(Η καθεμιά με την δική της ερεθιστική ευωδιά),
Την προσδοκία της χήνας ή του διάνου
Το προσδοκούμενο δέος στην εμφάνισή τους,
Ώστε το σέβας και η χαρά
Να μην λησμονηθούν στην ύστερη εμπειρία,
Την γνώση του θανάτου, την συνείδηση της πτώσης,
Ή την ευλάβεια του προσύλητου
Που μπορεί να χρωματίζεται από έπαρση
Δυσάρεστη προς τον Θεό και ασεβή προς τα παιδιά
(Κι εδώ μ’ ευγνωμοσύνη αναπολώ επίσης
Τα κάλαντα της Αγίας Λουκίας και το στέμμα της από φωτιά):
Ώστε πριν από το τέλος, στα ογδοηκοστά Χριστούγεννα
(Δια «ογδοηκοστού» εννοώντας οποιοδήποτε είναι το τελευταίο)
Οι αθροισμένες μνήμες μιας συγκίνησης ετήσιας
Ίσως συγκεντρωθούν σε μια χαρά μεγάλη
Που θα είν’ επίσης ένας μέγας φόβος, όπως επ’ ευκαιρία
Ο φόβος έρχεται σε καθεμιά ψυχή:
Διότι η αρχή θα μας θυμίζει το τέλος
Και η πρώτη παρουσία την δευτέρα παρουσία.





Από το βιβλίο, «Τ.Σ. Έλιοτ - Άπαντα τα ποιήματα»,
Ελληνική μεταγλώττιση - εισαγωγή: Αριστοτέλης Νικολαΐδης, εκδ. Κέδρος, 4η έκδοση,
 1992.

Πηγή:https://ppirinas.blogspot.com/2019/01/t-s-eliot.html

T. S. Eliot - Οι κούφιοι άνθρωποι

 


                                                             Ωχρά Σπειροχαίτη - Οι κούφιοι άνθρωποι



                                      Μια πεντάρα για τον Γέρο Τύπο

I

Είμαστε οι κούφιοι άνθρωποι
Είμαστε οι βαλσαμωμένοι άνθρωποι
Σκύβοντας μαζί
Κεφαλοκαύκι γεμισμένο άχυρο. Αλίμονο!
Οι στεγνές φωνές μας, όταν
Ψιθυρίζουμε μαζί
Είναι ήσυχες κι ανόητες
Σαν άνεμος σε ξερό χορτάρι
Ή πόδια ποντικών σε σπασμένο γυαλί
Στο ξερό μας κελάρι.

Σχήμα χωρίς μορφή, σκιά χωρίς χρώμα
Παραλυμένη δύναμη, χειρονομία χωρίς κίνηση·

Αυτοί που πέρασαν
Με ολόισια μάτια, στου θανάτου τ’ άλλο Βασίλειο
Μας θυμούνται – αν καθόλου – όχι ως χαμένες
Βίαιες ψυχές, μα μοναχά
Ως κούφιους ανθρώπους
Τους βαλσαμωμένους ανθρώπους.



II

Μάτια δεν τολμώ να δω στα όνειρα
Στου θάνατου τ’ ονειρικό βασίλειο
Αυτά δεν εμφανίζονται:
Εκεί, τα μάτια είναι
Ηλιόφως σε μια σπασμένη κολόνα
Εκεί, είν’ ένα δέντρο χορεύοντας
Και φωνές είναι
Στου ανέμου το τραγούδισμα
Πιο μακρινές και πιο τελεστικές
Από ένα μαραμένο αστέρι.

Ας είμαι όχι εγγύτερα
Στου θάνατου το ονειρικό βασίλειο
Ας φορέσω επίσης
Τόσο φρόνιμες μεταμφιέσεις
Αρουραίου τρίχωμα, κοράκου δέρμα, κουρελούδες
Σ’ έναν αγρό
Φερόμενος όπως φέρεται ο άνεμος
Όχι εγγύτερα–

Όχι αυτή την τελική συνάντηση
Στου λυκόφωτος το βασίλειο



III

Αυτή είναι η νεκρή χώρα
Αυτή είναι του κάκτου η χώρα
Εδώ τα πέτρινα είδωλα
Σηκώνονται, εδώ λαμβάνουν
Την ικεσία ενός χεριού νεκρού ανθρώπου
Κάτω από το σπίθισμα σβησμένου άστρου.

Αυτό είναι σαν αυτό
Στου θανάτου το άλλο βασίλειο
Ξυπνώντας μόνοι
Στην ώρα που είμαστε
Τρέμοντας με τρυφερότητα
Χείλη που θα φιλούσαν
Κάνουν προσευχές σε τσακισμένες πέτρες



IV

Τα μάτια δεν είναι εδώ
Δεν είναι μάτια εδώ
Στην κοιλάδα των άστρων που πεθαίνουν
Στην κούφια κοιλάδα
Το σπασμένο σαγόνι των χαμένων βασιλείων μας
Σ’ αυτό τον έσχατο απ’ τους τόπους συναντήσεων
Ψηλαφούμε μαζί
Κι αποφεύγουμε ομιλία
Μαζεμένοι στην όχθη του πρησμένου ποταμού

Αόμματοι, αν δεν
Τα μάτια μας ξαναφανούν
Όπως το αέναο άστρο
Του πολύφυλλου ρόδου
Στου θανάτου το λυκοφωτικό βασίλειο
Η ελπίδα μόνο
Των κενών ανθρώπων.



V

Εδώ πάμε γύρω απ’ την φραγκοσυκιά
Φραγκοσυκιά, φραγκοσυκιά
Εδώ πάμε γύρω απ’ την φραγκοσυκιά
Στις πέντε το πρωί

Μεταξύ ιδέας
Kαι πραγματικότητας
Μεταξύ κίνησης
Kαι δράσης
Πέφτει η Σκιά

                Διότι δικό σου είναι το Βασίλειο

Μεταξύ αντίληψης
Kαι δημιουργίας
Μεταξύ κίνησης
Kαι απάντησης
Πέφτει η Σκιά

                Η ζωή είναι πολύ μακριά

Μεταξύ πόθου
Kαι σπασμού
Μεταξύ δύναμης
Kαι ύπαρξης
Μεταξύ ουσίας
Kαι πτώσης
Πέφτει η Σκιά

                Διότι δικό σου είναι το Βασίλειο

Διότι Δική σου είναι
Ζωή είναι
Διότι Δική σου είναι η

Αυτός είναι ο τρόπος που ο κόσμος τελειώνει
Αυτός είναι ο τρόπος που ο κόσμος τελειώνει
Αυτός είναι ο τρόπος που ο κόσμος τελειώνει
Όχι μ’ ένα πάταγο αλλά μ’ ένα λυγμό.




Από το βιβλίο «Τ. Σ. ΈΛΙΟΤ, ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ»,
Ελληνική μεταγλώττιση - εισαγωγή: Αριστοτέλης Νικολαΐδης.
Εκδ. Κέδρος, δ΄ έκδοση.

Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2023

T.S.Eliot -- Σκέψεις για τον ελεύθερο στίχο

 Mια κυρία, γνωστή στον μικρό κύκλο της για την ακρίβεια των πληροφοριών της σχετικά με τις τελευταίες εξελίξεις στον χώρο της λογοτεχνίας, μου παραπονείται για μιαν απάθεια στην οποία ολονέν και περισσότερο βυθίζεται. «Αφότου ήρθαν οι Ρώσοι, δεν μπορώ να διαβάσω τίποτε άλλο. Τέλειωσα τον Ντοστογιέφσκι και τώρα δεν ξέρω τι να κάνω.» Παρατήρησα ότι ο μεγάλος Ρώσος ήταν θαυμαστής του Ντίκενς και είπα ότι θα μπορούσε να διαπιστώσει ότι και αυτός ο συγγραφέας είναι αναγνώσιμος. «Αλλά ο Ντίκενς είναι αισθηματίας, ο Ντοστογιέφσκι είναι ρεαλιστής.» Σκέφτηκα τους έρωτες της Σόνιας και του Ρασκόλνικωφ αλλά δεν θέλησα να επιμείνω· της πρότεινα όμως να διαβάσει το Ποτέ δεν είναι αργά να επανορθώσουμε του Τσαρλς Ρηντ.(1) «Αλλά οι βικτωριανοί δεν διαβάζονται πια με τίποτα!». Και ενώ αποσπούσα ένα-ένα τα πλεονεκτήματα της άποψης ότι ο Ντοστογιέφσκι είναι χριστιανός, ενώ ο Τσαρλς Ρηντ είναι απλά και μόνο ευσεβής, η κυρία πρόσθεσε ότι δεν μπορούσε πια να διαβάσει ποιήματα που δεν ήταν γραμμένα σε ελεύθερο στίχο.

Υποτίθεται ότι υπάρχει ελεύθερος στίχος. Υποτίθεται ότι ο ελεύθερος στίχος είναι σχολή· ότι διαθέτει ορισμένες θεωρίες· ότι η ομάδα ή οι ομάδες των θεωρητικών του είτε θα κάνουν τη μεγάλη τομή στην ποίηση είτε θα την εξαχρειώσουν, εφόσον η επίθεσή τους στο ιαμβικό πεντάμετρο αποβεί επιτυχής. Δεν υπάρχει ελεύθερος στίχος και είναι καιρός αυτό το παράλογο μύθευμα να ακολουθήσει το elan vital και τους ογδόντα χιλιάδες Ρώσους στη λήθη.
Όταν μια καλλιτεχνική θεωρία μείνει στα αζήτητα, συνήθως διαπιστώνουμε ότι τέχνη μιας δεκάρας αγοράστηκε με διαφημίσεις εκατομμυρίων. Η θεωρία που πούλησε τα εμπορεύματα μπορεί να αποδείχτηκε κίβδηλη ή μπορεί να ήταν συγκεχυμένη και ανεπίδεκτη αποσαφήνισης ή μπορεί απλώς να μην υπήρξε ποτέ. Μια μυθική επανάσταση θα έχει συντελεστεί και θα έχει δώσει λίγα καλλιτεχνικά έργα τα οποία ίσως θα ήταν ακόμη καλύτερα αν δεν είχαν κολλήσει πάνω τους στανικά διά- φορες επαναστατικές θεωρίες. Στις νεότερες κοινωνίες οι επαναστάσεις αυτές είναι σχεδόν αναπόφευκτες. Ένας καλλιτέχνης βρίσκει τυχαία μια μέθοδο που είναι νέα με την έννοια ότι διαφέρει ουσιαστικά από αυτές των δευτέρας διαλογής συγχρόνων ομοτέχνων του και διαφέρει σε όλα εκτός από τα ουσιώδη από τις μεθόδους των μεγάλων προκατόχων του. Η καινοτομία συναντά την αδιαφορία· η αδιαφορία προκαλεί την επιθετικότητα· η επιθετικότητα απαιτεί μια θεωρία. Σε μια ιδανική κοινωνία θα μπορούσαμε να φανταστούμε το καλό Νέο να προκύπτει αβίαστα από το καλό Παλαιό, χωρίς την ανάγκη πολεμικής και θεωρίας· αυτή θα ήταν μια κοινωνία με ζώσα παράδοση. Σε μια κοινωνία που σέρνεται, όπως είναι οι πραγματικές κοινωνίες, η παράδοση καταντά πρόληψη και το βίαιο ερέθισμα της καινοτομίας είναι αδήριτη ανάγκη. Αυτό είναι κακό για τον καλλιτέχνη και τη σχολή του διότι είναι ενδεχόμενο να περιχαρακωθούν από τη θεωρία τους και να περιοριστούν από την πολεμική τους· αλλά ο καλλιτέχνης μπορεί πάντα στα γηρατειά του να παρηγορείται για τα λάθη του με τη σκέψη ότι αν δεν ήταν μαχητικός, δεν θα είχε κατορθώσει τίποτα.
Ο ελεύθερος στίχος δεν έχει καν την πρόφαση της πολεμικής· είναι μια κραυγή ελευθερίας, και στην τέχνη δεν υπάρχει ελευθερία. Και καθώς ο αποκαλούμενος ελεύθερος στίχος μπορεί να είναι καλός μεν αλλά όχι ελεύθερος, θα τον υπερασπιζόταν κανείς καλύτερα με ένα άλλο σύνθημα. Κάποιοι συγκεκριμένοι τύποι ελεύθερου στίχου στηρίζονται στην επιλογή του περιεχομένου ή στη μέθοδο χειρισμού του περιεχομένου. Δεν μου διαφεύγει ότι πολλοί από εκείνους που χρησιμοποιούν ελεύθερο στίχο έχουν εισαγάγει τέτοιους νεωτερισμούς -και ότι η καινοτομία της επιλογής και χειρισμού του υλικού έχει μπερδευτεί –αν όχι στο μυαλό τους, στο μυαλό των αναγνωστών τους με την καινοτομία στη μορφή. Αλλά εδώ δεν θα ασχοληθώ με τον Εικονισμό, μια θεωρία που αφορά τη χρήση του υλικού· θα ασχοληθώ μόνον με τη θεωρία της στιχουργικής μορφής την οποία ακολουθεί ο Εικονισμός. Αν ο ελεύθερος στίχος είναι μια γνήσια στιχουργική μορφή, θα έχει έναν θετικό ορισμό. Αλλά εγώ μόνο αρνητικά μπορώ να τον ορίσω: (1) απουσία σχεδίου, (2) απουσία ομοιοκαταληξίας, (3) απουσία μέτρου. Με την τρίτη από αυτές τις ιδιότητες ξεμπερδεύουμε εύκολα. Δεν μπορώ να φανταστώ τι είδους στίχος θα ήταν αυτός που δεν θα είχε κανένα απολύτως μέτρο. Ακόμη και στις στήλες των λαϊκών αμερικανικών περιοδικών που έχουν παραδοθεί σήμερα στον ελεύθερο στίχο, δημοσιεύονται συ- χνά στίχοι που επιδέχονται προσωδιακή ανάλυση.
Οποιοσδήποτε στίχος μπορεί να διαιρεθεί σε πόδες και τόνους. Τα απλούστερα μέτρα είναι η επανάληψη ενός συνδυασμού, ίσως μιας μακράς και μιας βραχείας συλλαβής, ή μιας βραχείας και μιας μακράς συλλαβής, που επαναλαμβάνεται πέντε φορές. Ωστόσο, δεν υπάρχει κανένας λόγος γιατί, μέσα σε έναν στίχο, θα έπρεπε να υπάρχει οποιαδήποτε επανάληψη· γιατί δεν θα έπρεπε να υπάρχουν στίχοι (όπως πράγματι υπάρχουν) που να διαιρούνται μόνο σε πόδες διαφορετικών τύπων. Πώς μπορεί η γραμματική άσκηση προσωδιακού συλλαβισμού να κάνει έναν τέτοιο στίχο πιο κατανοητό; Μόνο απομονώνοντας στοιχεία που απαντούν σε άλλους στίχους, και μοναδικός στόχος εδώ είναιη παραγωγή παρόμοιου αποτελέσματος κάπου αλλού. Αλλά η επανάληψη του αποτελέσματος είναι ζήτημα σχεδίου.
Ο προσωδιακός συλλαβισμός δεν μας λέει πολλά πράγματα. Πιθανότατα, δεν κερδίζει κανείς πολλά από ένα περίτεχνο προσωδιακό σύστημα, από τα πολύπλοκα αρχαιότροπα μέτρα του Σουίνμπερν. Με τον Σουίνμπερν, άπαξ και το τέχνασμα γίνει αντιληπτό και εκτιμηθεί η ευρυμάθεια, η εντύπωση ξεθωριάζει. Όταν η έκπληξη, που οφείλεται στο ότι αυτά τα μέτρα δεν είναι οικεία στο αγγλικό αυτί, περάσει και κατανοηθεί, σταματάει κανείς να γυρεύει αυτό που δεν πρόκειται να το βρει στον Σουίνμπερν, τον ανεξήγητο στίχο με τη μουσική που δεν μπορεί ποτέ να ανακτηθεί με άλλες λέξεις. Ο Σουίνμπερν είναι μάστορας στην τεχνική του, πράγμα πολύ σημαντικό, αλλά δεν είναι τόσο μάστορας ώστε να παίρνει ενίοτε ελευθερίες, που είναι το παν. Αν στα μέτρα του Σουίνμπερν υπάρχει κάτι κρυμμένο που είναι ελπιδοφόρο για την αγγλική ποίηση, πιθανότατα βρίσκεται πολύ πέρα από τα συγκεκριμένα μέτρα του ποιητή. Αλλά οι πιο ενδιαφέροντες στίχοι που γράφτηκαν στη γλώσσα μας, γράφτηκαν είτε παίρνοντας ένα απλό μέτρο, όπως το ιαμβικό πεντάμετρο, και παρεκκλίνοντας συνεχώς από αυτό, είτε χωρίς συγκεκριμένο μέτροαλλά προσεγγίζοντας συνεχώς μια πολύ απλή μορφή του. Αυτή η αντίθεση μεταξύ σταθερότητας και ρευστότητας, αυτή η αδιόρατη διαφυγή από τη μονοτονία είναι η καθαυτή ζωή του στίχου.
Έχω στον νου μου δύο αποσπάσματα σύγχρονης ποίησης που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ελευθερόστιχα. Τα παραθέτω και τα δύο για να δειχθεί η ομορφιά τους:

Once, in finesse of fiddles found I ecstasy,
In the flash of gold heels on the hard pavement.
Now see I
That warmth’s the very stuff of poesy.
Oh, God, make small
The old star-eaten blanket of the sky,
That I may fold it round me and in comfort lie.(2)

Αυτό είναι ένα πλήρες ποίημα. Το επόμενο είναι μέρος εκτενέστερου ποιήματος:

There shut up in his castle, Tairiran’s,
She who had got nor ears nor tongue save in her
hands,
Gone – ah, gone – untouched, unreachable!
She who could never live save through one person,
She who could never speak save to one person,
And all the rest of her a shifting change,
A broken bundle of mirrors… ! (3)

Είναι φανερό ότι η γοητεία αυτών των στίχων δεν θα ήταν εφικτή χωρίς τη συνεχή υποβολή και την επιτήδεια αποφυγή του ιαμβικού πενταμέτρου. Στις αρχές του δέκατου έβδομου αιώνα, και ιδιαίτερα στους στίχους του Τζων Γουέμπστερ4 (που από ορισμένες απόψεις ήταν πιο δεξιοτέχνης από τον Σαίξπηρ), βρίσκει κανείς την ίδια σταθερή αποφυγή και αναγνώριση της κανονικότητας. Ο Γουέμπστερ είναι πολύ πιο ελεύθερος από τον Σαίξπηρ· το ότι το μειονέκτημά του δεν είναι ατημελησία αποδεικνύεται από το γεγονός ότι, συχνά σε στιγμές υψηλής έντασης, οι στίχοι του αποκτούν αυτήν την ελευθερία. Δεν αρνούμαι το ότι υπάρχει και απερισκεψία, αλλά η μη κανονικότητα της απερισκεψίας μπορεί αμέσως να ανιχνευθεί από τη μη κανονικότητα της περίσκεψης. (Στον Λευκό διάβολο, ο Μπρατσιάνο μπροστά στον θάνατο και η Κορνηλία τρελή, σπάζουν σκόπιμα τα δεσμά του πενταμέτρου.)

I recover, like a spent taper, for a flash
And instantly go out.5
Cover her face; mine eyes dazzle; she died young.(6)
You have cause to love me, I did enter you in my
heart
Before you would vouchsafe to call for the keys.(7)
This is a vain poetry; but I pray you tell me
If there were proposed me, wisdom, riches, and
beauty,
In three several young men, which should I choose?(8)

Αυτοί δεν είναι αφρόντιστοι στίχοι. Η μη κανονικότητα εντείνεται ακόμη περισσότερο από τη χρήση μικρών στίχων και το σπάσιμο των στίχων στους διαλόγους, πράγμα που μεταβάλλει τις ποσότητες. Και υπάρχουν πολλοί στίχοι στα δραματικά έργα αυτής της εποχής που καταστρέφονται από τον κανονικό τονισμό.

I loved this woman in spite of my heart. (9)
(The Changeling10)
I would have these herbs grow up in his grave.(11)
(Ο λευκός διάβολος)
Whether the spirit of greatness or of woman…(12)
(Η δούκισσα του Μάλφι)

Η γενική μομφή της παρακμής δεν μπορεί να διατυπωθεί. Ο Τέρνερ και ο Σίρλεϋ,13 οι οποίοι πιστεύω ότι μπορούμε να πούμε πως έφτασαν στο τελευταίο σκαλοπάτι της παρακμής, έχουν πολύ πιο κανονικό μετρικό σχέδιο από τον Γουέμπστερ και τον Μίντλτον. Ο Τέρνερ δεν θα διστάσει, προκειμένου ο ίαμβος να είναι άψογος, να κόψει μια πρόθεση, και στην Τραγωδία του άθεου αφήνει ένα τελικό “of” σε δυο στίχους από τους πέντε. Συνεπώς, μπορούμε να διατυπώσουμε την εξής πρόταση: το φάντασμα ενός απλού μέτρου πρέπει να κρύβεται πίσω ακόμη και από τον πιο «ελεύθερο» στίχο· για να προελαύνει απειλητικά όταν κουτουλάμε και να υποχωρεί όταν ξυπνάμε. Ή, η ελευθερία είναι πραγματική ελευθερία μόνον όταν παρουσιάζεται έναντι ενός τεχνητού περιορισμού. Το ότι δεν έχει γίνει αντιληπτή η απλή αλή- θεια ότι κάποιος τεχνητός περιορισμός είναι αναγκαίος, με εξαίρεση στιγμές πρώτης έντασης, είναι, πιστεύω, κεφαλαιώδες σφάλμα, σφάλμα στο οποίο έχει υποπέσει ακόμη και ένας τόσο ταλαντούχος ποιητής όπως ο κ. Έντγκαρ Λη Μάστερς.(14) H Spoon River Anthology δεν είναι υλικό πρώτης έντασης· είναι ποιήματα στοχαστικά, όχι άμεσα· ο συγγραφέας είναι μάλλον ηθικολόγος παρά παρατηρητής. Το υλικό του είναι τόσο κοντά στο υλικό του Κραμπ (15) ώστε διερωτάται κανείς γιατί χρησιμοποίησε διαφορετική φόρμα. Ο Κραμπ είναι, σε γενικές γραμμές, πιο έντονος· είναι κοφτερός, άμεσος, αδυσώπητος. Το υλικό του είναι πεζολογικό, όχι με την έννοια ότι θα εκφραζόταν καλύτερα με πεζό λόγο, αλλά με την έννοια ότι απαιτεί έναν απλό και μάλλον αυστηρό στιχουργικό τύπο· αυτόν τον τύπο ο Κραμπ τον έδωσε. Ο κ. Μάστερς χρειάζεται μια πιο αυστηρή στιχουργική μορφή απ’ όσο οι δύο σύγχρονοι ποιητές στους οποίους αναφερθήκαμε παραπάνω, και τα επιτάφιά του πάσχουν από αυτήν την έλλειψη.
Αυτά ως προς το μέτρο. Δεν υπάρχει απόδραση από το μέτρο· υπάρχει μόνο δεξιοτεχνία. Αλλά ενώ προφανώς υπάρχει απόδραση από την ομοιοκαταληξία, οι ποιητές του ελεύθερου στίχου δεν είναι οι πρώτοι που απέδρασαν από το σπήλαιο.

The boughs of the trees
Are twisted
By many bafflings;
Twisted are
The small-leafed boughs,
But the shadow of them
Is not the shadow of the mast head
Nor of the torn sails.16
When the white dawn first
Through the rough fir-planks
Of my hut, by the chestnuts,
Up at the valley-head,
Came breaking, Goddess,
I sprang up, I threw round me
My dappled fawn-skin…(17)

Εκτός από την πιο ανθρώπινη αίσθηση στο δεύτε- ρο από αυτά τα αποσπάσματα, ο βιαστικός παρατηρητής δύσκολα θα αντιληφθεί ότι το πρώτο είναι ενός σύγχρονου ποιητή, και το δεύτερο του Μάθιου Άρνολντ. Δεν υποτιμώ τις προσπάθειες των νεότερων ποιητών να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες του ανομοιοκατάληκτου στίχου. Αποδεικνύουν τη δύναμη ενός Κινήματος, τη χρησιμότητα μιας Θεωρίας.

 

Αυτό που ούτε ο Μπλέηκ ούτε ο Άρνολντ μπόρεσαν να καταφέρουν μόνοι τους, γίνεται στην εποχή μας. Ο “blank verse”, το ανομοιοκατάληκτο ιαμβικό πεντάμετρο, είναι ο μόνος αποδεκτός ανομοιοκατάληκτος στίχος στα αγγλικά. Το αγγλικό αυτί είναι (ή ήταν) πιο ευαίσθητο στη μουσική του στίχου και λιγότερο εξαρτημένο από την επανάληψη των ίδιων ήχων σε αυτό το μέτρο απ’ όσο σε οποιοδήποτε άλλο. Δεν γίνεται σταυροφορία εναντίον της ομοιοκαταληξίας. Αλλά είναι πιθανόν η υπερβολική έκθεση στην ομοιοκαταληξία να σκλήρυνε το σύγχρονο αυτί. Η απόρριψη της ομοιοκαταληξίας δεν είναι φυγή προς την ευκολία· αντιθέτως, επιβάλλει μια μεγαλύτερη δοκιμασία στη γλώσσα. Όταν η καθησυχαστική ηχώ της ομοιοκαταληξίας εκλείψει, η επιτυχία ή αποτυχία στην επιλογή των λέξεων, στη δομή της πρότασης, στη διάταξη του λόγου, γίνεται αμέσως πιο αισθητή. Όταν εκλείψει η ομοιοκαταληξία, ο ποιητής αμέσως παραδίδεται στους κανόνες του πεζού λόγου. Όταν εκλείψει η ομοιοκαταληξία, πολλή αιθέρια μουσική ακούγεται ξαφνικά από τη λέξη, μια μουσική που ως τότε τιτίβιζε απαρατήρητη στο αναπεπταμένο πεδίο του πεζού λόγου. Και αν απαγορευτεί η ομοιοκαταληξία, πολλοί βασιλιάδες θα μείνουν χωρίς γένια.
Και αυτή η απελευθέρωση από την ομοιοκαταληξία θα μπορούσε κάλλιστα να είναι η απελευθέ- ρωση της ομοιοκαταληξίας. Απελευθερωμένη από την επίπονη φροντίδα να στηρίζει χωλούς στίχους, θα μπορούσε να εφαρμοστεί με καλύτερα αποτελέσματα εκεί που είναι περισσότερο αναγκαία. Υπάρχουν συχνά σημεία σε ένα ανομοιοκατάληκτο ποίημα όπου η ομοιοκαταληξία χρειάζεται για να προκαλέσει μια εξαιρετική εντύπωση, μια αιφνίδια συμπύκνωση, μια ένταση, ή μια ξαφνική αλλαγή διάθεσης. Αλλά είναι βέβαιο ότι ο τυπικός ομοιοκατάληκτος στίχος δεν θα χάσει τη θέση του. Το μόνο που χρειαζόμαστε είναι να εμφανιστεί ένας σατιρικός ποιητής το σπανιότερο είδος μεγαλοφυούς– για να αποδείξει ότι το ομοιοκατάληκτο δίστιχο (“heroic couplet”) δεν έχει χάσει την αιχμηρότητά του από τον καιρό που το θεσμοθέτησαν ο Πόουπ και ο Ντράιντεν. Ως προς το σονέτο, δεν είμαι τόσο βέβαιος. Αλλά η παρακμή των περίτεχνων μορφών δεν έχει να κάνει με την εμφάνιση του ελεύθερου στίχου. Είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα. Μόνο σε μια συνεκτική και ομοιογενή κοινωνία, όπου πολλοί άνθρωποι επεξεργάζονται τα ίδια προβλήματα, μια κοινωνία όπως αυτές που παρήγαγαν το ελληνικό χορικό, το ελισαβετιανό λυρικό ποίημα και την καντσόνα των Τροβαδούρων, η ανάπτυξη τέτοιων μορφών μπορεί να φτάσει την τελειότητα. Και ως προς τον ελεύθερο στίχο, συμπεραίνουμε ότι δεν ορίζεται από την απουσία σχεδίου ή ομοιοκαταληξίας, εφόσον και άλλου είδους στίχοι υπάρχουν χωρίς αυτά· δεν ορίζεται από την ανυπαρξία μέτρου, εφόσον ακόμη και ο χειρότερος στίχος μπορεί να μετρηθεί· και συμπεραίνουμε ότι η διάκριση μεταξύ Συντηρητικού Στίχου και ελεύθερου στίχου δεν υφίσταται, διότι υπάρχει μόνον καλός στίχος, κακός στίχος, και το χάος.

____________________________________
1. Charles Reade (1814-1884). Άγγλος μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και δημοσιογράφος. Το μυθιστόρημά του It is Never too Late to Mend (1856) τον έκανε διάσημο. Θέμα του είναι οι άθλιες συνθήκες των φυλακών και η αναμόρφωσή τους.
2. Το ποίημα (“The Embankment”) είναι του Άγγλου κριτικού και ποιητή Thomas Ernest Hulme, που γεννήθηκε το 1883 και σκοτώθηκε στη Φλάνδρα το 1917. Ο Χιουμ ήταν θεωρητικός του αγγλικού μοντερνισμού και ομοϊδεάτης σε πολλά του Έλιοτ. Ο Έλιοτ τον έχει χαρακτηρίσει ως«κλασικό, αντιδραστικό και επαναστατικό, στους αντίποδες του εκκεντρικού, ανεκτικού και δημοκρατικού διανοούμενου στα τέλη του 19ου αιώνα». Παρατίθεται μια κατά λέξη μετάφραση του ποιήματος του Χιουμ:
Κάποτε, στην αβρότητα βιολιών την έκσταση βρήκα,
Στη λάμψη χρυσών τακουνιών στο σκληρό πεζοδρόμιο.
Βλέπω τώρα
Ότι η ζεστασιά είναι η ίδια η ουσία της ποίησης.
Θεέ μου, μίκρυνε
Την παλιά αστροφαγωμένη κουβέρτα του ουρανού
Να την τυλίξω γύρω μου και να χουζουρέψω.
3. Το απόσπασμα είναι από το ποίημα του Ezra Pound “Near Perigord” (από τη συλλογή Lustra, 1916). Σε μετάφραση:
Εκεί, κλεισμένη στο κάστρο του, του Ταϊριράν,
Αυτή που δεν έχει ούτε αυτιά ούτε γλώσσα παρά μόνο στα
χέρια της,
Χάθηκε –α, χάθηκε– ανέγγιχτη, απρόσιτη!
Αυτή που δεν θα μπορούσε να ζήσει παρά μόνο μέσ’ από
ένα πρόσωπο,
Αυτή που δεν θα μπορούσε να μιλήσει παρά μόνο σε ένα
πρόσωπο,
Και όλα τα άλλα μια διαφεύγουσα αλλαγή,
Ένα σπασμένο δεμάτι από καθρέφτες…!
4 John Webster (π.1580-π.1634). Άγγλος θεατρικός συγγραφέας, νεότερος κατά δεκαπέντε χρόνια του Σαίξπηρ. Κυριότερα έργα του: The Duchessof Malfi  (Η δούκισσα του Μάλφι) και The White Devil (Ο λευκός διάβολος).
Ζωντανεύω, σαν κερί που έχει λιώσει, για μια στιγμή Κι αμέσως σβήνω. (Ο λευκός διάβολος, πράξη πέμπτη, σκηνή έκτη, στ.262-263.)
Σκεπάστε το πρόσωπό της· τα μάτια μου θαμπώνουν· πέθανε νέα. (Η δούκισσα του Μάλφι, πράξη τέταρτη, σκηνή πρώτη, στ. 266.)
Έχεις λόγο να με αγαπάς, σε έβαλα στην καρδιά μου Προτού καταδεχτείς να ζητήσεις τα κλειδιά. (Η δούκισσα του Μάλφι, πράξη τρίτη, σκηνή δεύτερη, στ. 61-62.)
Αυτά είναι κούφια λόγια· αλλά πες μου σε παρακαλώ Αν μου πρότειναν σοφία, πλούτη και ομορφιά, Τρεις διαφορετικοί νεαροί, τι θα διάλεγα;(Η δούκισσα του Μάλφι, πράξη τρίτη, σκηνή δεύτερη, στ. 33-36.)
Αγάπησα αυτή τη γυναίκα, εις μάτην της καρδιάς μου.
10 Έργο των Thomas Middleton (1580-1627) και William Rowley (1585-1626).
11 Θα ’θελα αυτά τα βότανα να φυτρώσουν στον τάφο του.
12 Είτε το πνεύμα του μεγαλείου είτε της γυναίκας…
13 Cyril Tourneur (1575-1626), James Shirley (1596-1666). Άγγλοι θεατρικοί συγγραφείς, εκπρόσωποι της καλουμένης «Τραγωδίας της Εκδίκησης» (“Revenge Tragedy”).
14 Edgar Lee Masters (1868-1950). Αμερικανός ποιητής, γνωστός από το έργο του Spoon River Anthology (1915), που περιλαμβάνει ελευθερόστιχα μικρά ποιήματα-επιτάφια, το καθένα για ένα κάτοικο της φανταστικής πόλης Spoon River.
15 George Crabbe (1754-1832). Άγγλος ποιητής.
16. Τα κλαδιά των δέντρων
Έχουν στραβώσει
Από πολλούς ενάντιους αέρηδες·
Στριμμένοι είναι
Οι κλώνοι με τα μικρά φύλλα.
Όμως η σκιά τους
Δεν είναι η σκιά του άρμπουρου
Ούτε των σχισμένων άρμενων.
[Από το ποίημα “Hermes of the Ways” της Αμερικανίδας ποιήτριας Hilda Doolittle (1886-1961).]
17 Όταν η λευκή αυγή
Μέσα από τα τραχιά ελάτινα μαδέρια
Της καλύβας μου, δίπλα στις καστανιές,
Ψηλά στην κορφή της λαγκαδιάς,
Χάραξε, Θεά,
Πετάχτηκα, έριξα πάνω μου
Την παρδαλή κάπα μου…
[Από το ποίημα “The Strayed Reveller” του Άγγλου ποιητή Matthew Arnold (1822-1888).]

***

Το Παρόν κείμενο -Το πρώτο κεφάλαιο
του βιβλίου του
T.S.Eliot , «Οι Φωνές της Ποίησης»
διατίθεται ελεύθερα από
την ιστοσελίδα του

Αναδημοσίευση από: https://staxtes2003.com

Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2023

T.S.Eliot, East Coker (απόσπασμα)

 Για να φτάσεις σε κάτι που δεν ξέρεις

Πρέπει να πας από ένα δρόμο που είναι ο δρόμος της άγνοιας.

Για να 'χεις ό,τι δεν κατέχεις

Πρέπει να πας από το δρόμο της αλλοτρίωσης.

Για να φτάσεις σ’ αυτό που δεν είσαι

Πρέπει να πας μες απ' το δρόμο όπου δεν είσαι.

Κι ό,τι δεν γνωρίζεις είναι το μόνο που γνωρίζεις

Κι ό,τι σου ανήκει είναι αυτό που δε σου ανήκει

Κι όπου βρίσκεσαι είναι εκεί όπου δεν βρίσκεσαι.


 Τέσσερα Κουαρτέτα, μτφ. Κλείτος Κύρου.

Πέμπτη 13 Ιουλίου 2023

T. S. Eliot - Η Έρημη Χώρα (απόσπασμα)



Ποιός είναι ο τρίτος που βαδίζει πάντα πλάι σου;
Όταν μετρώ, υπάρχουμε μόνο εσύ κι εγώ
Μα όταν κοιτάζω εμπρός στον άσπρο δρόμο
Υπάρχει πάντα κάποιος άλλος που βαδίζει πλάι σου
Γλιστρώντας τυλιγμένος σε μια σκούρα κάπα, κουκουλωμένος
Δεν ξέρω αν είναι άντρας ή γυναίκα
-Μα αυτός εκεί, απ' τ' άλλο πλάι σου, ποιός είναι;
Ποιος είναι αυτός ο ήχος ψηλά στον αέρα
Μουρμουρητό μητρικού θρήνου
Ποιες είναι αυτές οι ορδές που συνωστίζονται κουκουλωμένες
Σ' απέραντες πεδιάδες, σκοντάφτοντας στη ραγισμένη γη
Ζωσμένες απ' τον χαμηλό ορίζοντα μονάχα
Ποια είναι η πόλη πέρα απ' τα βουνά
Διασπάται, μετασχηματίζεται, εκρήγνυται μες στον μενεξεδένιο
αέρα
Πύργοι που πέφτουν
Ιερουσαλήμ, Αθήνα, Αλεξάνδρεια
Βιέννη, Λονδίνο
Εξωπραγματικές
[απόσπασμα από το έργο του T.S. Eliot « Η Έρημη Χώρα», σε μετάφραση της Παυλίνας Παμπούδη, από τις εκδόσεις Printa/Ροές]

Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2023

Τ.Σ.Έλιοτ, Burnt Norton [Ι]



τού λόγου δ` εόντος ξυνού ζώουσιν οι πολλοί ως ιδίαν έχοντες φρόνησιν.(Ι. σ.77 Απόσπ. 2.)
[Γι᾽ αυτό είναι αναγκαίο να ακολουθούμε το κοινό· αλλά, παρόλο που ο Λόγος είναι κοινός, οι πολλοί ζουν σαν να είχαν δική τους αντίληψη.]
οδός άνω κάτω μία και ωυτή. (Ι. σ.89 Αποσπ. 60.)
Diels: Τα Αποσπάσματα των Προσωκρατικων (Ηράκλειτος)
Ι

Ο τωρινός χρόνος κι ο περασμένος χρόνος
Είναι ίσως καί οι δύο παρόντες στό μελλούμενο χρόνο,
Κι ο μελλούμενος χρόνος περιέχεται στόν περασμένο χρόνο.
Αν όλος ο χρόνος είναι αιώνια παρών
Όλος ο χρόνος δέν μπορεί νά εξαγοραστεί.
Αυτό πού θά μπορούσε να 'ταν είναι μιά αφαίρεση
Πού παραμένει μιά μόνιμη δυνατότητα
Μόνο σ' ενα κόσμο ρεμβασμού.
Αυτό πού θά μπορούσε να 'ταν κι αυτό πού ήταν
Σημαδεύουν σ' ενα τέρμα, πού είναι πάντα τωρίνο.
Πατημασιές αντηχούν μες στο μνημονικό
Κάτω στο δρόμακι που δεν ακολουθήσαμε
Κατά την πόρτα που πότε δεν ανοίξαμε
Προς τη μεριά του ροδόκηπου. Τα λόγια μου έτσι
Αντηχούν μες στο μυαλό σου.
Όμως για ποιό λόγο
Ταράζοντας τη σκόνη σε μια κούπα ροδόφυλλα
Δεν ξέρω.
Άλλοι αντίλαλοι
Κατοικούν στον κήπο. Θ' ακολουθήσουμε;
Γρήγορα, είπε το πουλί, βρέστε τους,βρέστε τους,
Πίσω απ' τη γωνία. Μέσα απο τήν πρώτη πύλη,
Στόν πρώτο μας κόσμο, θ'ακολουθήσουμε
Το ξεγέλασμα τησ τσίχλας; Στον πρώτο μας κόσμο.
Βρίσκονταν εκει, αξιοπρεπείς, αθέατοι,
Κινούνταν αβίαστα, πάνω απο τα πεθαμένα φύλλα,
Στη ζέστη του φθινόπωρου, στον παλλόμενο αέρα,
Και λάλησε το πουλί, δίνοντας απόκριση
Στην ανήκουστη μουσική την κρυμένη στους θάμνους,
Και διάβηκε η αθώρητη αχτίδα του ματιού, γιατί τα ρόδα
Είχαν την όψη λουλουδιών που τα κοιτάζουν.
Βρίσκονταν εκει σαν καλεσμένοι μας, δεκτοί και δεχόμενοι.
Ετσι κινήσαμε, κι αυτοί μαζί, μ' ενα σχέδιο τυπικό,
Μες απ΄την έρημη δεντροστοιχία, στων πυξαριών τον κύκλο,
Για να ρίξουμε το βλέμμα μες στη στραγγισμένη στέρνα.
Η στέρνα στεγνή, τσιμέντο στέγνο, με άκρες καφετιές,
Κι η στέρνα γέμισε νερό απ' το λιόφωτο,
Κι ορθώθηκε ο λωτός, ήσυχα, ήσυχα,
'Αστραψε η επιφάνεια απ' άκρη σ' άκρη απ' την καρδιά του φωτός,
Κι αυτοί ηταν πίσω μας ως καθρεφτίζονταν στη στέρνα.
Τότε διάβηκε ενα σύννεφο κι άδειασε η στέρνα.
Φύγετε, λαλήσε το πούλι, γιατί στις φυλλωσιές παιδιά φωλιάζαν,
Κρυμένα μ' έξαψη, συγκρατώντας τα γέλια.
Φύγετε, φύγετε, φύγετε, λάλησε το πουλί: οι άνθρωποι
Δεν μπορούν ν' αντέξουν πολλή πραγματικότητα.
Ο χρόνος ο περασμενός κι ο μελλούμενος χρόνος
Αυτός που θα μπορούσε να' ταν κι αυτός που ηταν
Σημαδεύουν σ' ενα τέρμα που ειναι πάντα τωρινο

(ΑΠΟ ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΚΟΥΑΡΤΕΤΑ, μετάφραση: Κλείτος Κύρου)

Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2022

Τ.S. Eliot -Περί Ποιήσεως

" Η μεγάλη ποίηση βρίσκεται επέκεινα του χρόνου" 

"Στη μεγάλη ποίηση υπάρχει πάντα μια υπόνοια ότι πίσω της βρίσκεται κάτι μη προσωπικό, κάτι σε σχέση με το οποίο ο συγγραφέας δεν είναι παρά το μέσο, και μάλιστα όχι πάντα το αγνότερο".

" Η κριτική μας βοηθάει να συμπεράνουμε τι είναι μόνιμο ή αιώνιο στην ποίηση,και τι είναι απλώς η έκφραση του πνεύματος της εποχής.Ανακαλύπτοντας το τι , το πως και το γιατί αλλάζει,, μπορεί να μας δώσει τη δυνατότητα να συλλάβουμε το τι δεν αλλάζει".

"Ο ποιητής ασχολείται με τα όρια της συνείδησης , πέραν των οποίων οι λέξεις δεν μπορούν να πάνε, αλλά το νόημα εξακολουθεί να υπάρχει".

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2022

T. S. Eliot - Τέσσερα Κουαρτέτα [IV]


Δέσποινα, που το ιερό σου ίσταται στο ακρωτήρι
Προσεύχου για όλους που είναι στα καράβια, εκείνους
Που η δουλειά τους είναι με τα ψάρια κι
Εκείνους που αφορούν οι νόμιμες δοσοληψίες
Κι εκείνους που τους κατευθύνουν.

     Πες ξανά μια προσευχή προς χάρη αυτών των
Γυναικών που έχουν δει τους γιούς των ή άνδρες
Να βάζουν μπρός, χωρίς επιστροφή:
Figlia del tuo figlio,
Βασίλισσα των Ουρανών.

     Επίσης προσευχήσου για όσους ήταν στα καράβια και
Τέλειωσαν το ταξίδι τους στην άμμο, στης θάλασσας τα χείλη
Ή στο ζοφερό λαρύγγι που δεν απορρίπτει
Ή όπου να τους φθάσει δεν μπορεί ο ήχος της θαλασσινής
     καμπάνας
Αέναος άγγελος.

Τ. Σ. ΕΛΙΟΤ, ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ-ΕΙΣΑΓΩΓΗ: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Β΄ ΈΚΔΟΣΗ, εκδ. Κέδρος 1984, σ.235