Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2.1.1. Λασκαράτος Ανδρέας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2.1.1. Λασκαράτος Ανδρέας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Ανδρέας Λασκαράτος - Ο Κακός μαθητής

 

Εξαιρώ τον μαθητήν του Πανεπιστημίου. Τούτος υποθέτεται ενήλικος, και θαν έχει ακολούθως άλλη γνώση, άλλη διαγωγή. Εννοώ δε τον μαθητήν των κατωτέρων εχπαιδευτηρίων.

Τούτος, ως επί το πλείστον, δεν εννοεί και δεν εχτιμά την αξίαν της μαθήσεως. Πηγαίνει στο σχολείον, επειδή εσυνήθισε έως από νήπιο να πηγαίνει· επειδή οι γονείς του τόνε θέλουνε να εξακολουθεί να πηγαίνει, και επειδή βλέπει που και τ' άλλα παιδιά πηγαίνουνε· αλλά στο σχολείον του γυρεύει κάθε άλλο, παρά να μάθει.

Η κλάση* δι' αυτόν είναι ένα είδος συνεταιρισμού, όπου εντός ολίγου και αυτός συνεταιρίζεται*. Και επειδή σ' εκείνην την ηλικία τα αισθήματα και τα φρονήματα λίγο διαφέρουν μεταξύ των συμμαθητών, δεν θ' αργήσουνε συμφωνούντες να εύρουνε πως οι εορτές, και κάθε άλλο που ελευθερώνει από την αηδία του μαθήματος, είναι ευτύχημα, και να συνομόνονται*, διά να υποχρεώνουνε τους καθηγητάς να εορτάζουνε.

Δεν φθάνει. Εντός του σχολαστικού* χρόνου τα εχπαιδευτήρια έχουνε διακοπές, κάποτε από πολλές ημέρες, και το καλοκαίρι μίαν από μήνες. O δε τοιούτος μαθητής, σ' όλες όσες διακοπές, δεν ανοίγει ποτέ βιβλίο.

Παρομοίως όταν ξημερώνει εορτή, δεν πιάνει μήτε τότε βιβλίο. Και πραγματικώς, τι νόημα ήθελ' έχει η σπουδή του εκείνην την βραδιά, αφού σκοπός της σπουδής του δεν είναι η προκοπή του, αλλά το να μπορέσει να πει το μάθημα, και μάθημα την ακόλουθην ημέρα δεν είναι; 

Επειδή δε, πηγαίνοντας εις το σχολείον, μόνος του σκοπός είναι να πει το μάθημα και αν δυνατόν να περάσει, κάθε απάτη προς τον καθηγητήν του είναι χρήσιμη, και τη μεταχειρίζεται προθύμως.

Εις δε τες προετοιμασίες του διά τες εξέτασες της χρονιάς, ο κακός μαθητής, αντί να βαλθεί να συνάξει με τον νουν του όλες τες γνώσες, οπού εις τον σχολαστικόν χρόνον απόχτησε, και ναν τες οικειοποιήσει στον εαυτόν του διά της επανειλημμένης μελέτης, ετοιμάζει μόνον καλά κακά τα μέρη εκείνα, που σε κάθε βιβλίο νομίζει πιθανόν να εξετασθεί· και καλεί διά την στιγμήν της εξετάσεως μαθητάδες φίλους του, οι οποίοι στεκόμενοι οπίσωθέ του τον βοηθούν κρυφά στες απόκρισες.

Με τούτον τον τρόπον ο τοιούτος μαθητής ελπίζει να περάσει. Αν δε αποτύχει,… οι καθηγηταί τον αδικήσανε!

Αλλ' ο τοιούτος μαθητής αξαίνει* αμαθής. Και όταν εις ανδρικήν ηλικίαν, είναι ανίκανος και ανάξιος διά κάθε εργασίαν. Συγκαταλογίζεται* με τους χυδαίους* και δεν έχει να προσμείνει παρά την αψηφισίαν* των συμπολιτών του.

Α. Λασκαράτος, Ιδού ο άνθρωπος, Ερμής

*κλάση: τάξη *συνεταιρίζεται: συνεργάζεται με άλλους *συνομόνονται: συνωμοτούν *σχολαστικός: σχολικός, ιδιωματική λέξη *αξαίνει: μεγαλώνει *συγκαταλογίζεται: συναριθμάται *χυδαίοι: εδώ οι αγράμματοι, ανυπόληπτοι *αψηφισία: περιφρόνηση, ανυποληψία

Ανδρέας Λασκαράτος - Ο Καλός μαθητής

 Ο καλός μαθητής, και εννοώ επιμελής μαθητής, είναι εκείνος οπού σπουδάζει, όχι διά να ξέρει να

πει το μάθημα, αλλά διά να αποχτήσει μάθησην. Μαθηταί δε τοιούτοι δυστυχώς είναι λίγοι.

Ο καλός τούτος μαθητής, αντίθετον του κακού μαθητή, θεωρεί κάθε μάθημα ως μερίδα

πνευματικής θροφής, την οποίαν προσπαθεί ν’ αφομοιώσει με την ψυχή του. Δεν τόνε δικάει* να

το μάθει· αλλ’ αφού το μάθη, το εξετάζει σαν ανατόμος εις όλα του τα μέρη, ποριζόμενος από αυτό

την όσο περισσότερην ωφέλειαν.

Οι εορτές δεν είναι δι’ αυτόν αφορμές να διασκεδάζει· αλλά ευκαιρίες να καταγίνεται ελευθέρως

και ανεμποδίστως εις τη σπουδή του. Μένει αμέτοχος εις τον συνεταιρισμόν της κλάσεως. Γυρεύει

τη δουλειά του, δηλαδή τη σπουδή του· και αδιαφορεί εις τες εορτές, επειδή αυτός τες κάμνει

σπουδάσιμες.

Ο τοιούτος επιμελής μαθητής είναι πάντα έτοιμος να δεχθεί εξέτασες. Και όμως εις τες γενικές

εξέτασες του σχολαστικού χρόνου αφιερώνεται στη σπουδή, και σπουδάζει ακαταπαύστως διά να

ταχτοποιήσει στο πνεύμα του τες γνώσες οπού έλαβε μέσα στο χρόνο· να κάμει με αυτές, εις κάθε

κλάδον μαθήσεως, ένα σύνολο ταχτοποιημένο· το οποίον θέλει είναι η ωφέλεια που του επρόκυψε

από τους κόπους του της χρονιάς εκείνης, και μέρος της περαιτέρω του μορφώσεως, και

της μελλούσης προκοπής του.

Ο μαθητής τούτος, όταν εις ανδρικήν ηλικίαν, θέλει έχει προκοπήν, ικανότητα, ημπόρεσην· και

θέλει είναι ποθητός και επιζήτητος εις όλα τα μέρη· ώστε και να μπορεί να ζει, αν του χρειασθεί, με

την προκοπήν του. Επειδή, «όποιος ξέρει, μπορεί».


Ανδρέας Λασκαράτος, Ιδού ο άνθρωπος, ειδική έκδοση για τη βιβλιοθήκη της Νεοελληνικής

Γραμματείας Το Βήμα, εκδόσεις Πελεκάνος, Αθήνα, 2009


* δεν τόνε δικάει (επτανησιακό ιδίωμα) : δεν του αρκεί


Τρίτη 26 Απριλίου 2022

Ανδρέας Λασκαράτος-Τα Μυστήρια της Κεφαλλονιάς (απόσπασμα)

 [...] Στέκω, Πανιερώτατε, και παρατηρώ που οι χριστιανοί σήμερα έχουνε στην πουσνάρα τους τριώ λογώνε θρησκείες. Μία που τήνε λένε και δεν τήνε κάνουνε. Μία που τήνε κάνουνε και δεν τήνε λένε. Και μία που και τήνε λένε και τήνε κάνουνε.

   Η πρώτη είναι η θρησκεία του Χριστού, η δεύτερη του Διαόλου, η τρίτη τση Κοιλιάς...

Η κοιλιά για τον χριστιανόνε είναι μια θεότητα της οποίας χρεωστήται μία λατρεία ξεχωριστή. Και, πρέπει να το πούμε εις έπαινόν του, ο χριστιανός εδώ δεν υποκρίνεται άλλα τήνε λατρεύη με αληθοσύνη, και με το ημερολόγιον εις το χέρι. Το ημερολόγιον της κοιλιάς του χριστιανού σύγκειται από πάσχατα και αρτσιβούρτσια!(…)

 Η κοιλιά γεμίζει με χοίριο, με πουτρίδα, με γάλα, με πήτα, με καπόνι εκείνος, οπού την έχει μεθάει, χορέβει, χαίρεται, και πανηγυρίζει τη χάρη της η οποία με τόσην θρησκευτικήν όρεξην εδέχθηκε τα βρασμένα, τα ψημένα, τα σοφι-γάδα!…, στο ύστερο κάνει τον σταυρό του, ρεύεται, και ιδού έκαμε το κατά δύναμην για τη θεότητα!(…)

   Μόνον επιθυμούσα να κανονισθή καλήτερα της θρησκείας η κοιλιά, έχει στον εαυτό της ένα ριζικό ελάττωμα. Η μαγειρευτικότατη τούτη θρησκεία αφορά μόνον το έμβασμα των φαγητών στην Κοιλιά, και φαίνεται να παραβλέπη διόλου το έβγαλμα τους! Τούτο μου εφάνηκε πάντα παράλογο. Ειλικρινώς σου εξομολογούμαι, Πανιερώτατε, δεν ηβλέπω να έχη λιγότερη σχέση με τη θρησκεία το έβγαλμα από το έμπασμα του φαγητού στην Κοιλιά. Ούτε που ήθελε νομισθώ αιρετικός δια τούτο, επειδή ο Χριστός ο ίδιος εσημείωσε κι εκείνος την ίδια σχέση στο πράμμα όταν είπε "Παν το εισπορεβόμενον εις το στόμα, την κοιλίαν χωρεί, και εις αφε-δρώνα εκβάλλεται".

   Η Λαμπρή είναι η ημέρα που στεφανώνει τον απερασμένον αγώνα του χριστιανού· ανταμοίβει την αφεδρωνική του θυσία με αφεδρωνικήν αμοιβήν. Σήμερα η χριστιανική κοιλιά ανοίγεται εις όλα τα ξίγγια των μαγγελιώνε… Τα βρασμένα τα ψημένα, τα σοφιγάδα, ξαναγένονται πάλε δικά της…

Έπειτα από δύο μηνώνε φόρο, η κοιλιά θα πηδήση μέσα στη μέση τση απλάδενας. Ο χριστιανός τρώει και χορταίνει, και αφού χόρταση ξακολουθάει ακόμη να τρώη…γιατί σήμερα είναι Πάσκα… Πάσκα το τερπνό… Πάσκα το παχύτατο… ]*

Πηγή: Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς, Εκδ. Μαρή, Αθήναι, 1856

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022

Ανδράς Λασκαράτος-Ο λογιώτατος


Ο λογιωτατισμός είναι χαραχτήρας κ΄ εκείνος. Δεν είναι βέβαια φυσικός χαραχτήραςּ·είναι τεχνητός, και μόνον στερεωμένος εις το πνεύμα του λογιώτατου δια πολυχρονίου προσπαθείας και κόπου. Συνίσταται δε ο περίεργος τούτος χαραχτήρας εις το εκούσιο προσπαθησμένο σκότισμα και στρέβλωμα της εκφράσεως των ιδεών του.

Ο λογιώτατος από τρυφερό ακόμη παιδάκι, βαλμένο υπό τη διεύθυνση λογιώτατου παιδαγωγού, εχρειάσθηκε ν΄ αρχίση να ξεμαθαίνη τη γλώσσα που έως τότε είχε μάθει από τη μάνα του, δια να βάλη στη θέση της και να μεταχειρίζεται άλλη γλώσσα λογιωτατίστικη. Εχρειάσθηκε να εξαλείψη από το πνεύμα του τα φυσικά χυτήρια της γλώσσας του έθνους του, δια να σκαλίση εκεί τεχνητά άλλα, μπερδεμένα και αφύσικα.

Ημπόρεσε όμως ναν το κατορθώσηּ·επειδή αγωνίσθηκε σε τούτο το έργον από την πρώτη μέρα που τον επήγανε εις το στρεβλωτήριον του παιδαγωγού λογιώτατου, έως την ύστερη που έμεινε εις το γυμνάσιον. Οι κόποι του σ΄ εκείνα τα εκστρεβλωτήρια εσταθήκανε μεγάλοι και πολυχρόνιοι, μα τέλος πάντων εκατόρθωσε το σκοπούμενό του, και τώρα μπορεί να γράψη σε γλώσσα γαϊτανόπλεχτη και δυσκολονόητη. Ημπορεί να συγγράψη σε τρόπο που το έθνος ναν τον εννοήση ως έγγιστα, αλλ΄ όχι και να ιδή ευθύς-ευθύς τη διάνοιά τουּ·πράγμα που ήθελε τον καταβιβάσει έως εις τους αλογιωτατώτερους χυδαίους.

Έτσι, από τα υστερόγονα τούτα χυτήρια του πνεύματός του σήμερα βγαίνουνε τα – «προς την δια των της αφροδισίας ηδονής δελεάτων και προαγωγής απογύμνωσην» – «το ένεκα της υπό του πρώην διευθυντού της αστυνομίας κυρίου Βρατσάλη προσβολής του Μαλαβάζη ζήτημα» – τα «δια της κατά των προ της Ποδγορίτσας και Σουντς προσβολής», – τα «επί τη προς την ευρωπαϊκήν ετυμηγορίαν επιδειχθείση υπό της Αγγλίας περιφρονήσει»... κλ. κλ. όσα τέτοια.

Εννοείται δε ότι δια να καταλάβης τα γαϊτανόπλεχτα τούτα, πρέπει να ξεπλέξης το γαϊτάνι! Έτσι ο λογιώτατος διακρίνεται εις το έθνος δια το προκομμένο στρέβλωμα της εκφράσεως των ιδεών του!...

Υπόθεσέ τον τώρα τον λογιώτατον σε κυβερνητική κάποια θέση. Υπόθεσέ τον νομάρχην. Του πας μιαν αναφορά δια σπουδαίαν υπόθεσήν σου; Την ξετάζει προσεχτικά, σημειώνοντάς σου τες ανορθογραφίες, και ζητώντας να εύρη την παραγωγήν κάποιων λέξεων οπού δεν τες άκουσε στον τόπο του. Καμωμένη τούτη η εργασία, μόνη ενδιαφέρουσα δι΄ αυτόν, το σπουδαιότερο της υποθέσεώς σου έγινε!...

Υπόθεσέ τον ποιητή. Αν η συλλαβές, μετρημένες απάνου στα δάχτυλα, ήναι σωστές, η στιχουργία πηαίνει καλά. Αν εις το κείμενον ήναι λέξεις αισχυλικές, και δημοσθενική σύνταξη, η ποίηση είναι λαμπρή. Το όλον... σε πρώτο Οικονόμειον Διαγώνισμα βραβεύεται!...

Υπόθεσέ τονε κήρυκα σε πλειστηριασμό. Μαθαίνει θροπάρι και το φωνάζει. Οι άνθρωποι τρέχουνε. Ήθελε νομίσεις πως εννοούν τι λέει!... Εννοούν μόνον ότι είναι πλειστηριασμός.

Εξέτασέ τονε σ΄ όλες του τες φάσες τον λογιώτατον. Κρίνε τόνε στο σύνολό τουּ·και θέλει τον εύρεις να ήναι η στασιμότης καμωμένη σώμαּ·και η καταδίκη του ελληνικού έθνους.

Ο νους του λογιώτατου έπαθε στην εχπαίδευσήν του ό,τι έπαθε και το πόδι το κινέζικο στο σιδερένιο παπούτσι.-


Πηγή: Ανδρέας Λασκαράτος, Ιδού ο Άνθρωπος, Εκδόσεις Πάπυρος, σειρά Βίπερ, αριθμός σειράς 87, σελίδες 149-151.

http://www.sarantakos.com/

Ανδρέας Λασκαράτος-Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς [απόσπασμα]


Τίποτις πουλιό ενάρετο από τες θυσίες ενός γονή, για να πανδρέψει τη θυγατέρα του· μα κάθε αρετή έχει και τα όριά της, περασμένα τα οποία η αρετή εκείνη χάνει το χαρακτήρα της, και βαθμηδόν προχωρώντας γένεται έγκλημα. Ο Κεφαλονίτης εις τες θυσίες οπού κάνει για να παντρέψει τη θυγατέρα του προσθέτει και τη θυσία της θυγατέρας του· επειδή θυσιάζει τη θυγατέρα του την ίδια εις την απόφαση τού να την υπανδρέψει!

Το προικιό είναι η αιτία της θυσίας. Ένα προικιό είναι απαραίτητο, ένα προικιό πρέπει να υπάρξει, επειδή τούτο είν’ εκείνο που στην Κεφαλονιά κάνει τον κύριο σκοπό του γάμου· οι γονείς ως επί το πλείστον δεν ημπορούνε ναν το δώσουνε χωρίς μεγάλες θυσίες. Βαλμένοι ανάμεσα στο Πρέπει και την αδυναμίαν της εκτελέσεως, νομίζουνε ναν τους είναι συγχωρημένο ν’ απανωτιάσουνε το προικιό, λείποντες από τα χρέη τους τα πλέον ιερά με τες θυγατέρες τους.

Έτσι, ο γονής αρνείται κάθε έξοδο δια την ανατροφήν της κόρης του· κάθε έξοδο δια την ψυχαγωγίαν της· κάθε έξοδο δια την ευπρέπειαν των φορεμάτων της. Η θροφή της είναι από τες φθηνότερες· και ο γιατρός δεν έρχεται ποτέ στην αρχή της αρρώστιας της!... Μα δε φθάνει· ετούτη έχει χρέος να δουλέψει το σπίτι!... και ο γονής οικονομάει κι εδώθε το έξοδο της δούλας, κάνοντας δούλα τη θυγατέρα του, δια να προσθέσει στο προικιό της και τούτηνε την οικονομία!

Οι ελεεινές τούτες οικονομίες, οι οποίες δια να γενούνε τάλαρα εζουπήξανε τες ψυχικές δύναμες του παιδιού μας, μαζώνουνται όμως εις το ύστερο, και κάνουν’ ένα ποσόν, αρκετό να κινήσει την κερδοσκοπία ενός γαμπρού. Ο γαμπρός μας έρχεται τότε και παίρνει τα αργύρια εκείνα, τιμή της ψυχοχτονίας οπού ο γονής έκαμε εις τη θυγατέρα του, και τα οποία παρασταίνουνε στο γαμπρό την αξία της ανθρωπιάς οπού ήθελ’ έχει η γυναίκα του, αν ήθελε ξοδευθούνε σ’ εδαύτη!

Έτσι, το θηλυκό τούτο το αδικημένο ξαναρχίζει ως και στο σπίτι του ανδρός της την παλιά της τέχνη, και βάνεται κι εκεί να κάμει τη δούλα!..

Προς τι λοιπόν η παντρειά της; Προς τι οι τόσες θυσίες; Προς τι η απανθρωπία των γονέων;

«Ναι, ήθελε μου πούνε οι γονείς, αλλ’ αν δεν κάμομε έτσι, οι θυγατέρες μας, μένουν ανύπανδρες· επειδή ο μόνος όρος οπού μας βάνουνε οι γαμπροί είναι τα χρήματα, και όποια δεν έχει χρήματα δεν ‘πανδρεύεται.

Όταν ήθελε ανασταίνομε γουρούνια για πούλημα, ήθελ’ είναι λογικό το φοβέρισμα και ο φόβος. Ο πουλητής, τω όντι, πρέπει να κοιτάει την ευχαρίστηση του αγοραστή. Και τότες, αν ο αγοραστής ήθελ’ έχει χρεία για γουρούνια παχιά, παχιά έπρεπε να ‘ναι τα γουρούνια μας· αν ήθελε τα χρειάζεται μεγάλα, μεγάλα· και αν, για μία περίσταση εξαιρετική, ήθελε τα χρειάζεται στραβά και κουτσά, τα γουρούνια μας έπρεπε να ‘ναι στραβά και κουτσά. Πραγματικώς, η αρρώστια του σκοτιού δίνει περσότερη τιμή εις τες χήνες· και όποιος έχει χήνες για πούλημα κάνει καλά ναν τους προμηθεύει την αρρώστια εκείνη· το ευνούχισμα περσότερη τιμή στους κοκόρους· και όσοι ανασταίνουνε κοκόρους για δόσιμο κάνουν καλά ναν τους καπονίζουνε, κτλ. Τέτοια είναι η φύση και οι όροι του εμπορίου.

Αλλ’ όταν πρόκειται δια τα παιδιά μας, το πράμα αλλάζει. Τα παιδιά μας δεν πρέπει ναν τα μεταχειριζόμασθε ως πράγματα εμπορεύσιμα. Εμείς δεν πρέπει ν’ ανασταίνομε τα παιδιά μας για το κόμοδο ενός τρίτου. Εμείς πρέπει ν’ ανασταίνομε τα παιδιά μας για τον εαυτό τους. Ο γάμος είναι βέβαια ένα από τα συμβάντα τα πλέον αξιοσημείωτα, ίσως κιόλας το πλέον αξιοσημείωτο της ζωής τους· ακολούθως πρέπει πάντα να ‘χομε κατά νουν ως και τούτο στην ανατροφή που τους δίνουμε· λέω ακόμη περσότερο, λέω ότι πρέπει ναν τα αναθρέφομε διά τον γάμον αλλά καθόσον ο γάμος ημπορεί ναν τα ωφελήσει· καθόσον ο γάμος ημπορεί να καλυτερέψει ακόμη περσότερο την καλή θέση εις την οποία χρεωστούμε ναν τα βάλομε, διαμέσου μιας ανατροφής όσο ‘μπορούμε καλύτερης.

Και όμως δεν κάνουμ’ έτσι. Εμείς εξεναντίας θυσιάζουμε την ανατροφή, δηλαδή την ανθρωπιά των παιδιώνε μας, εις την ιδέα της υπανδρείας τους!...

Εμείς χτηνοποιούμε το παιδί μας, για να σωρέψομε τάλαρα, ναν τα δώσομε, μαζί με το παιδί μας το χτηνοποιημένο, εις όποιονε θέλει ναν τα πάρει και τα δύο!...

Θυσιάζοντες την ανθρωπιά στην ιδέα του γάμου, θυσιάζουμε εκείνο που δε δίνει καιρό, σ’ εκείνο που δίνει καιρό· εκείνο που αν δεν το κάμομ’ εμείς δε γένεται, εις άλλο που ‘μπορεί να γένει και χωρίς εμάς. Θυσιάζουμε το βέβαιο εις το αβέβαιο· το κύριον εις το εξαρτούμενο. Θυσιάζουμε τέλος πάντων το παιδί μας και τη συνείδησή μας εις την χτηνώδη φιλαργυρία ενός κερδοσκόπου αγνώστου!... και όλο τούτο γιατί; Γιατί έτσι εσυνηθίστηκε!...

Έτσι εσυνηθίστηκε!... Μα κάποτε οι συνήθειες έχουνε μιαν αιτία, και στην περίστασή μας αιτία είναι η καμία συμπάθεια μεταξύ θηλυκών και γονέων! Ένα θηλυκό παιδί ήθελε προτιμήσει να πεθάνει καλύτερα παρά να μείνει να περάσει τη ζωή του με τους γονέους του!... Ένας πατέρας, μία μάνα, ήθελε προτιμηθούνε κάθε άλλο δυστύχημα παρά ναν τους μείνει ένα θηλυκό στο σπίτι!...

Και γιατί πάλε τούτο;

Επειδή ένας κύκλος φαύλος προλήψεων κάνει το σύστημα των οικογενειών μας. Ο γονής, για να πανδρέψει τη θυγατέρα του, νομίζει ναν του είναι συγχωρημένο να ‘βγάλει το προικιό της έως μέσα από τα σπλάγχνα της. Ενώ το θηλυκό εκείνο το τυραννεμένο, το κακοβλεμμένο, το υβρισμένο, δεν βλέπει άλλο μέσος ελευθερώσεως από τη σκλαβιά του παρά το γάμο!... Έτσι, η τυραννία γένεται αιτία της απαιτήσεως της υπανδρείας, ενώ η απαίτηση τούτη γένεται πάλιν αιτία της τυραννίας!...

Εγώ πιστεύω ότι, αν εμεταχειριζόμεθα τες θυγατέρες μας με περσότερην αγάπη, το σπίτι μας ήθελε πάψει να είναι ωθηστικό για δαύτες. Τότες με το πνεύμα τους αναπτυγμένο καλύτερα, ήθελ’ έχουνε γνώριση και πείρα του κόσμου, κι ερχόμενη η ώρα της υπανδρείας τους, ήθελ’ έχουν υπομονή και γνώση διά να διαλέξουν το σύντροφό τους. Ήθελε δεχτούν εκείνον, οπού ήθελε κρίνουνε κατάλληλον να κάμει την ευδαιμονίαν τους, και ήθελε απορρίψουνε τον κερδοσκόπο που δεν ήθελε βλέπει σ’ εδαύτες παρά το προικιό τους...

πουλιό: περισσότερο, πια.
περασμένα: περιορισμένα.
κάνει τον κύριο σκοπό: θεωρείται κύριος σκοπός.
απανωτιάζω: τοποθετώ απανωτά, στιβάζω.
λείποντες από τα χρέη τους: παραλείποντας τις υποχρεώσεις τους.
εζουπήξανε: έλιωσαν, εξάντλησαν.
τιμή: το αντίτιμο.
όταν ήθελε ανασταίνομε: αν θα μεγαλώναμε.
σκότι, το: συκώτι.
δόσιμο: πούλημα.
καπονίζω (από το καπόνι): ευνουχίζω κόκορα για πάχυνση.
κόμοδο: (λ. ιταλ.) άνεση, ευκολία.
καθόσον: εφόσον, αν.
του είναι συγχωρημένο: του επιτρέπεται.
ωθηστικός: αποκρουστικός, μισητός.
γνώριση: γνώση.

ΚΝΛ, Α Γυμνασίου

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2022

Ανδρέας Λασκαράτος- «Ο καλόγηρος»



Ο μοναστηρισμός είναι μασονισμός. Ο καλόγηρος είναι μασόνος.
Μέσα στον περίβολο του μοναστηριού του, περιβάλλεται και τούτος τη μασονική καλογηροσύνη του, και γένεται μέλος ένορκον της μοναστηριακής εταιρίας. Ενδύνεται καθώς ενδύνονται οι συνεταίροι τουּ θρέφεται καθώς θρέφοντ’ εκείνοιּ·διάγει καθώς διάγουνּ·και πιστεύει όσα και όπως τα πιστεύουν και οι λοιποί συγκαλόγηροί του. Όροι όλοι τούτοι, χωρίς τους οποίους δεν ήθελ’ είναι δεχτός εις την μοναστηριακή λέσχη.
Ως μασονία, ο μοναστηρισμός έχει και τούτος το μυστικό του. Το μυστικό του καλογήρου είναι να εξασφαλίση δια βίου τη συντήρησή του, να ζήση εν σχετική ανέσει την όλην ζωήν τουּ·και, αν τα χαρτιά λένε αλήθεια, να αξιωθή έπειτα και τον ουράνιον παράδεισον.Είναι αληθινόν ότι η ζωή στα μοναστήρια μας είναι βρωμοζωή, ζωή χτηνώδης και αποτρόπαιηּ·αλλά και ο καλόγηρός μας είναι σχεδόν πάντοτε κ’ εκείνος της ύστερης κοινωνικής τάξεως. Ώστε, δια όση βρώμα και φτωχοφαγία μπορή να είναι στο μοναστήρι, ο νεοσύλλεχτος ευρίσκει εκει μέσα ανάλογον χορτασμόν, και ευλογημένην ξεγνοιασιά και αφροντισία. 
 Ευχαριστείται ο καλόγηρός μας εις την ζωοτροφίαν τουּ·επειδή, ως ο ίδιος ομολογεί, έχει πάντοτε ποικιλίαν φαγητών. Ποτέ δύο μέρες αράδα τα ίδια πράμματα. Αν εψές έφαε σκόρδο, σήμερα τρώει κρεμμύδι, αύριο πράσα, την άλλη αλιάδα, και την Κυριακή όσπριο.
 Όσοι από τούτους γραμματισμένοι, και ξέρουν να καππακίζουνε, διαβάζουνε τα συναξάρια, εις τα οποία καταγοητεύονται. Δι’ αυτούς, το άκρον άωτον των ανθρωπίνων ατενισμών ήθελ’ είναι να έχη κανείς μια μέρα ένα συναξάρι με θαύματα δικά του, και με τίτλον «Άγιος».
 Συμβαίνει δε κάποτε που κάποιος από τους δυστυχείς τούτους, κυριεύεται τόσον από την ιδέα της αγιωσύνης, οπού αθετεί την πραγματικήν του ύπαρξην, βγαίνει από τα σωστά του, και γίνεται παίγνιον της ιδέας του. Θέλει ν’ αγιάση, και το θέλει με απόφαση.
 Είναι τότε που ο πονηρός εχθρός των ανθρώπων, ο δοξομανής εκείνος αντίθεος, ο επισκεφτόμενος τας μονάς ως ο οικοκύρης τον ορνιθώνα του, εμπήκε ήδη στο κελί, και φυσάει στα μυαλά του καλόγηρου [...]. Και είναι τότε που υπό το βάρος της θρησκευτικής του φιλοδοξίας, το μπαίγνιο τούτο του πειρασμού γομπιάζει, καχεχτεί, σοβαρούται, και δίνει στον εαυτόν του αέρα ταπεινής μεγάλης ιδέας!...
 Οι απόγονοι μια μέρα θαν τον προσκυνήσουνε, προσφέροντες εις το λείψανόν του θυμιάματα, και πανηγυρίζοντες το όνομά του!...
  Ήδη βλέπει με την αρρωστημένη φαντασία του τες γυναικούλες του μέλλοντος να τρέχουνε στην καθέδρα του, ποια με κερί λαμπάδα, ποια με λάδι για το καντήλι του, ποια με λιβάνι, και ποια με άλλα.
 Άλλες πάλε να έρχωνται ξυπόλητες οχ τη χώρα, τάμμα κ’ εκείνο για το παιδί τους [...] Οι παπάδες ν’ ανοίγουν την ασημένια κάσα του, και επί πληρωμή ναν τόνε δείχνουνε σε προσκυνητάδες και προσκυνήτριες!...
 Κοντσά δουλειά ν’ αγιάση κανείς, και ν’ αξιωθή τιμές τέτοιες!
 Άμποτε τα κλείθρα τούτα της πονηρίας, της βλακείας, της αποχτηνώσεως, να μη φθάσουν τον σιμωτινόν εικοστόν αιώνα. Οι άνθρωποι τότε τα φιλοτιμώνται αλλέως. Και η γυναικούλες, νοημονέστερες απ’ ό, τι είναι σήμερα, να μεταχειρίζωνται καλήτερα τον καιρό τους, τα χρήματά τους, και την αθρωπιά τους.
 

Ανδρέας Λασκαράτος,  Ιδού ο Άνθρωπος, Εκδόσεις Πάπυρος, σειρά Βίπερ, αριθμός σειράς 87, σελίδες 44-45.

Ανδρέας Λασκαράτος-Τα Μυστήρια της Κεφαλονιάς (Απόσπασμα)


«Δύστυχε λαέ! 

Οι κατεργαραίοι σ’ εμεθήσανε καθώς μεθούν τα μελίσια και τα βάνουνε στο καλάθι…

Σ’ εμεθήσανε και σ’ εκάμανε να πιστέψης πως κάτι είσαι! 

Δύστυχε λαέ! 

Ξέρεις τι είσαι;

Εκείνο που είναι όλοι οι λαοί, εκείνο που εσταθήκανε οι λαοί πάντα, είσαι, θέλεις δε θέλεις, το κλοτσοσκούφι εκεινώνε που τους βαστά η ψυχή τους να σε παίζουνε. 

Μπορεί να μη σ’ αρέση τούτη η αλήθεια, μα δέξου τη γιατί είναι αλήθεια. 

Είναι πικρία, μα κάνει καλό.

Εσύ έχεις παράπονα εναντίον εις εκείνους οπού έως τώρα σ’ εδιοικήσανε και τώρα εβγήκανε άλλοι, οι οποίοι λέγονται φίλοι σου, και σου ζητούνε να σε διοικήσουν εκείνοι, και συ κατά το συνηθισμένο, γιατί έτσι οι λαοί κάνουνε πάντα, έτρεξες εις εδαύτους και τους ακολούθησες…  

Μα ξέρεις πώς πιάνουνε τους ελέφαντας; 

Πηένουνε δώδεκα στο κυνήγι, οι έξι ντυμένοι μαύρα, και οι έξι άσπρα, όντες ο ελέφαντας πέσει στο λάκκο το διορισμένονε, τότες τρέχουνε οι έξι οι μαυροφόροι, και με ξύλα μεγάλα τόνε ραβδίζουνε. 

Αφού τόνε ραβδίσουνε καλά-καλά, τότες βγαίνουνε  οι ασπροφόροι, οι οποίοι καμόνουνται να διόχνουνε τους μαυροφορεμένους, χαϊδέβουνε τον ελέφαντα, του βάνουνε στο στόμα ζαχαροκούλουρα, και τότε βοηθούνε να έβγη από το λάκκο. 

Ο ελέφαντας τότες ακολουθάει μ’ εύγνωμοσύνη εκείνους όπου νομίζει ελευθεροτάδες του, κ’ ετούτοι τόνε φέρνουνε και τότε τόνε πουλούνε.

Άκουσες τώρα, λαέ, πως οι άνθρωποι πιάνουνε τα θηρία; Ίδες, ή δεν ίδες σε τούτην τη διήγηση την εικόνα σου;

Κανείς δεν είναι αξιοκαταφρόνητος, κανείς δεν είναι αξιογέλαστος έως ότου περιορίζεται μέσα εις τον κύκλον της ημπόρεσής του. 

Μα κανείς κηόλας δεν ημπορεί να λείψη την καταφρόνηση και την καταισχύνη, όντες υπερβαίνει τα όρια του.

 Εσύ λαέ, άφησες το τσαγγαρόσουβλο, το μηστρί, το βελόνι, το τσαπί, το πετραχίλι, το εργαστήρι σου, κ’ εμπήκες εις τα πολιτικά πράγματα.

Με τούτο που έκαμες σου φαίνεται πως επρόκοψες, πως αρχόντεψες, πως εκαλητέρεψες τον εαυτό σου… 

Άκουσε εξεναντίας τι έπαθες:

Έως ότου σ’ εβλέπαμε να καταγίνεσαι στο εργόχειρό σου, εθαυμάζαμε την επιτηδειότητά σου, και σ’ επαινούσαμε πως μέσα σε τόσο λίγον καιρό ετελειοποίησες την τέχνη σου. (Είναι τώρα λίγος καιρός όπου, -βγάνοντας την παπαδοσύνη- όλα τα επίλοιπα εργόχειρα εκαλητερέψανε). 

Όταν όμως ήλθες εις τον Καφφενέ να μιλήσεις πολιτικά πράγματα, δεν ίδαμε πουλιό σ’ εσένανε παρά ένα ψάρι, που έχασε τα νερά του, και δεν εστοχασθήκαμε πουλιό παρά πώς να σε πιάσωμε. 

Ο τρόπος όπουμεταχειρίζουμάσθε είναι ο πουλιό δελεαστικός δια εσέ, επειδή σε στέλνουμε κάθε βράδι στο σπίτι σου μετά την απόδιοξη τούν Ιγγλέζωνε και με την ένωσή σου με την Ελλάδα, ενώ εμείς εις το σπίτι το δικό μας γελούμε για την απλότητά σου και έχουμε «θέατρα» κάθε φορά που σου μιλούμε για τα πολιτικά δικαιώματα με τα οποία σε φουσκώνουμε!

Εσύ, Λαέ, δεν γνωρίζεις ούτε τες αληθινές σου χρείες, ούτε τες αντικρίζουσες θεραπείες των, αλλ’ ούτε τα πρόσωπα που ήθελ’ είναι κατάλληλα να ενεργήσουνε την καλητέρεψή σου. 

Επίστρεψε λοιπόν εις τες συνηθισμένες σου εργασίες εις τες οποίες εμείς δεν ημπορούμε να σε γελάσωμε και τες οποίες εχτελείς με περισσότερη τιμή, και με περισσότερο διάφορο.

 Απ’ όλο τούτο το πολιτικό παιγνίδι, τι σας έμειν’ εσάς; 

Η εντροπή.  Τι μας έμειν’ εμάς; 

Το επάγγελμα. 

Ο Τόπος, εδιαφόρεψε τίποτε; 

Τίποτα….

ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ, 1856

Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019

Ανδρέας Λασκαράτος-Έθνος – Νήπιον Χαραχτήρας-Εικόνα


Andreas Laskaratos.JPG

Έθνος – Νήπιον 
Χαραχτήρας-Εικόνα

Τα έθνη έχουνε κ’ εκείνα τη νηπιότητά τους. Αληθινόν ότι δεν γεννηώνται τώρα πλέον νέα έθνη· αλλά τα τυχόν πεπτωκότα και αναγεννούμενα, γεννηώνται νήπια· και φέρνουν εις τον εαυτόν τους τον χαραχτήρα όλον της νηπιότητος.
Τα ζητούνια τους είναι άστατα· η απαίτησές τους γελοίες· τα κινήματά του ανέμυαλα, ακροσφαλή, επικίνδυνα.
Ιδού το εδικό μας. ― Θέλει κ’ εκείνο Βασιλέα καθώς το νήπιο θέλει Κούρκλα. Για κάποσον καιρό το Βασιλέα του τόνε χαϊδεύει, τόνε χαίρεται, τόνε ναναρίζει στην αγκαλιά του· έπειτα τόνε βαρένεται, τόνε τσακίνει, και θέλει άλλον καινούριονε. Έτσι όλα τα νήπια.
Δεν φθάνει. ― Ο άνθρωπος είναι ζώο μιμητικό· και η νηπιακή ηλικία είναι η μιμητικώτερη στην ύπαρξη. Βλέπει όθεν οπού τα Μεγάλα Έθνη κάνουν κατάχτησες, και θέλει κ’ εκείνο κατάχτηση!... «Παιδί μου, δεν ’μπορείς, δεν ηξέρεις, ουδέ καν τον εαυτό σου να κυβερνήσης». Του κάκου τού τα λες, του κάκου τού σκέφτεσαι· το νήπιο δεν εννοεί, θέλει κατάχτηση, τη θέλει τη θέλει τη θέλει… και τρέχει, λέει, να δοξασθή, έστω και δια του θανάτου του!...(1). Τα μεγαλήτερά του αδέλφια-Έθνη, τρέχουν τότε ναν το λυτρώσουνε, κ’ εκείνο τα ’βρίζει, και τα λέει εχθρούς του… Έτσι όλα τα νήπια.
Εννοείται ότι αφού δουλειάση ταραττόμενο και αταχτώντας, θαν ησυχάση. Θαν υποστή για κάποσον καιρό την εξασθένιση που του έκαμε η τρέλα του. Μα είναι ανέμυαλο ’σαν όλα τα νήπια, και αφού αναλάβει ένα ’λίγο, θα ματαπιάση πάλε τα ίδια· έως ότου, ή βάνει γνώση, ή γκρεμίζεται από το βράχο.
.
1. Ιδέ ελληνικές εφημερίδες των 1885-86. «Δοξάσατε Κ. Δελιγιάννη το Έθνος, έστω και δια του θανάτου του» ! «Εμείς δεν έχουμε ανάγκην στρατηγών δια να πολεμήσωμεν!...» κλ. κλ. κλ.

Ανδρέας Λασκαράτος ( 1 Μαΐου 1811-24 Ιουλίου 1901)
Ιδού ο άνθρωπος ή ανθρώπινοι χαρακτήρες (1η έκδοση 1874), Αθήνα: Σμυρνιωτάκης, χ.χ.