Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2.2.1. Zola Émile. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2.2.1. Zola Émile. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2021

Émile Zola-Κατηγορώ (απόσπασμα)

 «Κατηγορώ τον αντισυνταγματάρχη Πατύ ντε Κλαμ, γιατί υπήρξε ο σατανικός δράστης της δικαστικής πλάνης...

 Κατηγορώ τον στρατηγό Μερσιέ γιατί, το λιγότερο από πνευματική ανεπάρκεια, έγινε συνένοχος του μεγαλύτερου ανομήματος του αιώνα...

 Κατηγορώ τον στρατηγό Μπιγιό, γιατί είχε στα χέρια του αναμφισβήτητες αποδείξεις της αθωότητας του Ντρέιφους και τις έπνιξε...

Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Μπουαντέφρ και τον στρατηγό Γκονζ, γιατί υπήρξαν συνένοχοι του ίδιου εγκλήματος...

 Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Πελλιέ και τον ταγματάρχη Ραβαρί, γιατί έκαμαν μια εγκληματική προανάκριση, με την πιο τερατώδη μεροληψία...

 Κατηγορώ τους τρεις γραφολόγους Μπελόμ, Βαρινιάρ και Γουάρ, γιατί συντάξανε ψεύτικες εκθέσεις απατεώνων...

 Κατηγορώ το υπουργείο Στρατιωτικών και το Επιτελείο, γιατί έκαμαν στις εφημερίδες ιδιαίτερα στην «Αστραπή» και στην «Ηχώ των Παρισίων», μια βδελυρή και απαράδεκτη εκστρατεία για να παραπλανήσουν τη κοινή γνώμη...

 Κατηγορώ, τέλος, το πρώτο Στρατοδικείο γιατί παραβίασε το δίκαιο...»

 Εμίλ Ζολά

......................................................................................................................................................................

Ήταν 13 Ιανουαρίου 1898 όταν στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας «L' Aurore» δημοσιεύεται η ανοιχτή επιστολή του Εμίλ Ζολά προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σχετικά με την υπόθεση Ντρέιφους, μία δικαστική πλάνη που συντάραξε τη Γαλλία και χώρισε τη χώρα σε δύο στρατόπεδα. Την ημέρα που δημοσιεύεται το «Κατηγορώ» του Εμίλ Ζολά, η εφημερίδα «L' Aurore» γίνεται ανάρπαστη πουλώντας 300.000 αντίτυπα αντί των 30.000 που συνήθως πουλούσε.

Στο περίφημο «Κατηγορώ», που έμεινε στην ιστορία ως υπέρτατη πολιτική πράξη υπέρ της δικαιοσύνης, ο Ζολά καταγγέλλει όλους όσοι συμμετείχαν στη λανθασμένη καταδίκη σε ισόβια κάθειρξη και πλήρη απομόνωση στην εξορία, του εβραϊκής καταγωγής, γάλλου λοχαγού του πυροβολικού, Άλφρεντ Ντρέιφους, με την κατηγορία της προδοσίας. Το «Κατηγορώ» του Ζολά οδήγησε τη δίκη σε αναψηλάφηση και τον ίδιο στη φυλακή, με τη κατηγορία της συκοφαντίας.

Η υπόθεση οδηγήθηκε στο εφετείο παρά τις αντιδράσεις του Υπουργείου Στρατιωτικών. Ακολούθησαν ταραχές ανάμεσα στους υποστηρικτές και τους πολέμιους του Ντρέιφους που οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης. Ο Ντρέιφους θα καταφέρει να σβήσει πλήρως τις αμφιβολίες για την αθωότητα του το 1906 μετά από συνεχείς δικαστικές διαμάχες. Η υπόθεση δεν θα ξεχαστεί. Το «κατηγορώ» του Εμίλ Ζολά, μία ανιδιοτελής πράξη και παράλληλα ένα σπουδαίο κείμενο την κρατάει ζωντανή...


Πηγή: Το Συρτάρι

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2020

Εμίλ Ζολά-Τι ονειρεύονται οι φτωχές κοπέλες (απόσπασμα)

 

Εργάστηκε δώδεκα ολόκληρες ώρες γιὰ νὰ βγά­λει δε­κα­πέ­ντε λε­πτά. Τὸ βρά­δυ ἐπι­στρέ­φει στὴν τρώ­γλη της, ἀκο­λου­θώ­ντας τ’ ἄσπρα ἀπὸ τὸν πά­γο πε­ζο­δρό­μια, τουρ­του­ρί­ζο­ντας τυ­λιγ­μέ­νη μὲ τὸ λε­πτὸ μαῦρο σά­λι της, ἀδύ­να­τη καὶ βιαστι­κή, μ’ ἐκεί­νη τὴ φο­βι­σμέ­νη βια­σύ­νη τῶν κα­κό­μοι­ρων ἀδέ­σποτων ζώ­ων.

Κι ἐπειδὴ τὸ στο­μά­χι της δια­μαρ­τύ­ρε­ται λι­μα­σμέ­νο, ἀγο­ρά­ζει τὸ ὑπό­λειμ­μα ἑνὸς φτη­νοῦ ἀλλα­ντι­κοῦ, ποὺ τὸ παίρ­νει μαζί της τυ­λιγ­μέ­νο σ’ ἕνα σκι­σμέ­νο φύλ­λο ἐφη­με­ρί­δας.

Κι ἔπει­τα ἀνε­βαί­νει ξε­πνο­η­μέ­νη τοὺς ἕξι ὀρό­φους της.

Ἐκεῖ ψη­λά, ἡ σο­φίτα της εἶναι πα­ντέ­ρη­μη. Ἕνα κομ­μά­τι κερὶ φω­τί­ζει αὐτὴν τὴν ἐξα­θλί­ω­ση. Φω­τιὰ δὲν ὑπάρ­χει. Ὁ ἄνε­μος περ­νά­ει κά­τω ἀπ’ τὴν πόρ­τα μὲ τέ­τοια ὁρμὴ ποὺ κά­νει τὴ φλό­γα τοῦ κε­ριοῦ νὰ τρε­μο­παί­ζει. Ἕνα κρε­βά­τι, ἕνα τρα­πέ­ζι, μί­α κα­ρέ­κλα. Κά­νει τό­σο κρύ­ο ποὺ τὸ νερὸ στὸ κου­μά­ρι ἔχει πα­γώ­σει.

Βιά­ζε­ται· ἴσως ζε­στα­θεῖ λι­γά­κι στὸ κρε­βάτι της, κά­τω ἀπὸ τὸν μπό­γο τῶν ρού­χων της ποὺ στοι­βά­ζει κά­θε βρά­δυ στὰ πό­δια της. Κά­θι­σε ζω­ηρὰ στὸ μι­κρὸ τρα­πέ­ζι της, πῆρε ἕνα κομ­μά­τι ψωμὶ ἀπὸ ἕνα ντου­λά­πι καὶ τρώ­ει τὸ ἀλλα­ντι­κό της μὲ τὸν λαί­μαρ­γο κι ἀδιά­φο­ρο τρό­πο τῶν λι­μασμέ­νων. Ὅταν τὴν πιά­νει δί­ψα, ἀνα­γκά­ζε­ται νὰ σπά­σει τὸν πάγο στὸ κου­μά­ρι.

Εἶναι ἕνα κο­ρί­τσι τὸ πολὺ δε­κα­ο­κτὼ χρονῶν. Γιὰ νὰ κρυώ­νει λι­γό­τε­ρο, δὲν ἔβγα­λε τὸ σά­λι της οὔτε τὸν σκοῦφο της. Τρώ­ει στὸ σπί­τι της ντυ­μέ­νη ὅπως γιὰ τὸν δρό­μο καὶ κρύ­βει πό­τε πό­τε τὰ μπλάβα ἀπὸ τὸ κρύ­ο χέ­ρια της. Ἂν μπο­ροῦσε νὰ χα­μο­γε­λά­σει, θὰ γι­νό­ταν γοη­τευ­τι­κή· τὰ λε­πτε­πί­λε­πτα χεί­λη της, τ’ ἁπα­λοῦ γκρί­ζου χρώ­μα­τος μά­τια της θὰ εἶχαν ὑπέ­ρο­χη γλυ­κύ­τη­τα. Ὅμως τὰ βά­σα­να τὴν ἔχουν κά­νει νὰ σφίγ­γει τὰ χεί­λη της κι ἔχουν σκιά­σει καὶ σκλη­ρύ­νει τὸ βλέμ­μα της. Φο­ρά­ει τὸ ἄκα­μπτο κι ἀπει­λη­τικὸ προ­σω­πεῖο τῶν ἐξα­θλιω­μέ­νων.

Κοι­τά­ζει ἀπλανῶς μπρο­στά της, μὲ τὸ μυα­λό της κε­νό, τρώ­γοντας σὰν ζῶο ποὺ βιά­ζε­ται. Ὕστε­ρα τὸ βλέμ­μα της πέ­φτει στὸ λι­γδια­σμέ­νο φύλ­λο τῆς ἐφη­με­ρί­δας ποὺ τῆς χρη­σι­μεύ­ει γιὰ πιά­το. Ἀρχί­ζει νὰ δια­βά­ζει καὶ ξε­χνά­ει νὰ τε­λειώ­σει τὴν μπου­κιά της.

Δό­θη­κε χο­ρο­ε­σπε­ρί­δα στὰ ἀνά­κτο­ρα τοῦ Κε­ρα­μει­κοῦ καὶ κα­τα­να­λώ­θη­κε, ὅπως πλη­ρο­φο­ρεῖται, τερά­στια πο­σό­τη­τα οἴ­νου κι ἐδε­σμά­των: ἐννέ­α χι­λιά­δες μπου­κά­λες κα­μπα­νί­τη, τρεῖς χι­λιά­δες γλυ­κί­σμα­τα, ἑξα­κό­σια κιλὰ κρέ­ας καὶ τὰ ρέ­στα. Χα­μο­γε­λά­ει πα­ρά­ξε­να καὶ σκέ­φτε­ται πὼς οἱ ἄνθρω­ποι αὐτοὶ θὰ πρέ­πει νὰ εἶναι τε­τρά­πα­χοι.

Ὅμως, ἐπειδὴ εἶναι γυ­ναίκα, χα­σο­με­ρά­ει πε­ρισ­σό­τε­ρο στὶς πε­ρι­γρα­φὲς τῶν βραδι­νῶν φο­ρε­μά­των. Δια­βά­ζει λοι­πόν:

«Ἡ κυ­ρί­α Ντὲ Μετ­τερ­νίκ: λευκὴ ἐσθή­τα, μὲ σκού­ρα μὸβ ζώ­νη. Ἕνα ἀδα­μα­ντο­ποί­κιλ­το πε­ρι­δέ­ραιο στή­ρι­ζε ἕνα χα­ρι­τω­μέ­νο σύμ­φυρ­μα ἀπὸ μαρ­γα­ρι­τάρια καὶ δια­μά­ντια.»

Τὸ πρό­σω­πό της σκλή­ρυ­νε κι ἄλλο. Για­τί οἱ ἄλλες νὰ ἔχουν διαμα­ντέ­νια πε­ρι­δέ­ραια τὴ στιγ­μὴ ποὺ αὐτὴ δὲν ἔχει κὰν ἕνα ζε­στὸ φό­ρε­μα νὰ βά­λει; Ὅμως συ­νε­χί­ζει:

«Ἡ αὐτο­κρά­τει­ρα μὲ ἐσθή­τα ἁπα­λοῦ πρά­σι­νου χρώ­μα­τος, κα­λυμ­μέ­νη ἀπὸ τὴ μέ­ση καὶ κάτω ἀπὸ λευκὸ φου­σκωτὸ τού­λι, ἀργυ­ροΰφα­ντο, γαρ­νι­ρι­σμέ­νη στὸν πο­δό­γυ­ρο καὶ στὸ μποῦστο μὲ γού­να ζι­μπε­λί­νας. Στὰ μαλ­λιά της λευκὰ ἄνθη ἀγρά­μπε­λης κι ἕνα ἁπλὸ δια­μα­ντένιο διά­δη­μα. Γύ­ρω ἀπὸ τὸ λαι­μό, μαύ­ρη βε­λού­δι­νη κορ­δέ­λα, δια­κο­σμη­μέ­νη μὲ μαι­άν­δρους ἀ­πὸ ὑπέ­ρο­χα δια­μά­ντια.»

Πα­ντοῦ δια­μά­ντια, καὶ μά­λι­στα στὴν πε­ρί­πτω­ση αὐ­τὴ δια­μά­ντια γιὰ νὰ πλου­τί­σουν ἑκατὸ οἰκο­γέ­νειες. Ἡ κο­πέ­λα ἔπα­ψε νὰ δια­βά­ζει. Ἔχει γεί­ρει πρὸς τὰ πί­σω στὴν κα­ρέ­κλα της καὶ συλλο­γί­ζε­ται.

Σκέ­ψεις κακὲς περ­νοῦν ἀπὸ τὰ γκρί­ζα μά­τια της. Δὲν αἰσθά­νε­ται πιὰ τὸ κρύ­ο, εἶναι ὁλό­τελα δο­σμέ­νη στὸν πει­ρα­σμὸ τοῦ κα­κοῦ.

Κι ὅταν συ­νέρ­χε­ται ἀπ’ τὴν ὀνει­ρο­πό­λη­σή της, ἕνα δυ­νατὸ ρί­γος τὴ δια­περνᾶ· καὶ φέρ­νο­ντας ἕνα γύ­ρο τὴν τρώ­γλη της μὲ τὸ βλέμ­μα της, ψι­θυ­ρί­ζει:

«Πρὸς τί λοι­πόν…; Πρὸς τί νὰ δου­λεύ­ω; Θέ­λω νά ‘χω δια­μά­ντια.»

Αὔριο θὰ τά ‘χει.

Εμίλ Ζολά, Οι ώμοι της Μαρκησίας, μτφρ. Φοιβος Ι.Πιομπίνος, Ίκαρος, Αθήνα, 2012,

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2020

Émile Zola-Νανά (απόσπασμα)

 


Τότε, ύψωσε το βλέμμα. Η Νανά είχε απορροφηθεί θαυμάζοντας το είδωλό της. Λύγιζε το λαιμό της, για να κοιτάξει προσεκτικά στον καθρέφτη ένα μικρό καφετί σημάδι που είχε πάνω απ' τον δεξιό γοφό· και το άγγιζε με την άκρη των δακτύλων, το πίεζε σκύβοντας ακόμα περισσότερο, βρίσκοντας το μάλλον αστείο και χαριτωμένο, εκεί που ήταν. Έπειτα, εξέτασε και άλλα σημεία του σώματός της, διασκεδάζοντας με αυτό που έκανε, έχοντας την διεστραμμένη αυτή περιέργεια του μικρού παιδιού. Η θέα του κορμιού της τής έκανε πάντοτε μεγάλη εντύπωση: είχε το ίδιο αυτό έκπληκτο και εκστατικό ύφος του κοριτσιού που ανακαλύπτει την εφηβεία της. Άπλωσε αργά τα χέρια για να ξεδιπλώσει όλο της τον κορμό της παχουλής Αφροδίτης, λύγισε τη μέση, κοιτάχτηκε από μπρος κι από πίσω, στάθηκε ιδιαίτερα στο περίγραμμα του στήθους της, στις ανοιχτές καμπύλες των γοφών της. Και κατέληξε να βρίσκει ευχαρίστηση σ' ένα περίεργο παιχνίδι: με τα γόνατά της ανοιχτά κουνούσε δεξιά αριστερά τη μέση της, με το συνεχόμενο λίκνισμα της ανατολίτισσας που χορεύει το χορό της κοιλιάς. 

Émile  Zola ( Παρίσι 2 Απριλίου 1840 – 29 Σεπτεμβρίου 1902)

Πηγή: Εμίλ Ζολά, Νανά, Μετάφραση: Κυριακή Χρα. Αθήνα: Χ.Κ. Τεγόπουλος Α.Ε. 2007, σ.175.