Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.3. ΤΕΧΝΗ-ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.3. ΤΕΧΝΗ-ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 31 Μαΐου 2025

Θεοφάνης Χ. Ζβες - Τέχνη

 Τέχνη

Η τέχνη δίνει μορφή στο πιο βαθύ,
στο πιο ασαφές μας πρόσωπο.
Και ίσως η ομορφιά δεν είναι
παρά η ανάμνηση της αλήθειας
από έναν άλλο κόσμο που έχουμε λησμονήσει.
Ένα φωτεινό σινιάλο χειρονομεί και πνίγεται.
Η αιώρα του χρόνου
σε μεγάλες αργές κινήσεις αιωνιότητας.
Όλα είναι ολόκληρα
εκεί που η ψυχή μας είναι ακέραιη.

Από τη συγκεντρωτική έκδοση Θεοφάνης Χ. Ζβες: Ποιήματα (2011)

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2025

Οδυσσέας Ελύτης - Ένα γράμμα για τη σύγχρονη τέχνη (απόσπασμα)

 


Αγαπητέ μου κ. Παπανούτσο,

Θα ήτανε περιττό ίσως να τονίσω με πόση ανυπομονησία περίμενα τις διαλέξεις σας και με πόσο ενδιαφέρον τις παρακολούθησα μαζί με πολλούς άλλους φίλους της νέας τέχνης, που δεν έχουν συχνά την ευκαιρία στον τόπο μας ν’ ακούσουνε για ζητήματα που θεωρούνε πολύ ζωτικά και που, νομίζουν, θα ήταν ευχής έργον αν μπορούσανε να διαδοθούνε σ’ ένα κοινό πλατύτερο. Δυστυχώς — και παίρνω αμέσως το θάρρος να σας το πω — ούτε οι φίλοι μου ούτε, πολύ περισσότερο, εγώ, που έμενα πάντοτε με την εντύπωση μερικών ωραίων μας συζητήσεων από το περασμένο καλοκαίρι, δε μείναμε ικανοποιημένοι. Και δε μείναμε ικανοποιημένοι, όχι τόσο για άλλους λόγους, όσο γιατί βρήκαμε πως έλειπε γενικά από την ομιλία σας η αγάπη και γιατί, ακριβώς, νομίζουμε πως μια πράξη που δεν ξεκινάει από την αγάπη ή, έστω, το μίσος είναι κατά βάθος ανώφελη.[…]

Αλλά εγώ είμαι ένας άνθρωπος που αγαπώ τη ζωγραφική όσο και την ποίηση, που παρακολουθώ τη ζωγραφική όσο και την ποίηση, και δε βλέπω καθόλου να περνάνε κρίση• μήτε να κινδυνεύουν να γκρεμιστούν σε κανένα χάος, εξόν κι αν είναι το χάος του ακαδημαϊσμού που, σαν από κατάρα, έχει ανοίξει και στον τόπο μας ένα μόνιμο λάκκο για τις αδύναμες ψυχές. Γι’ αυτό επιμένω στο συμπέρασμά σας, το καταδικαστικό, επιμένω σα σε μια διαμαρτυρία που — πάρτε την όπως θέλετε — από τη μια της όψη είναι παράπονο κι από την άλλη κατηγορία. Ξέρω πολλούς που συμφωνούν μαζί μου και θα ΄θελα σαν από το στόμα όλων να μιλήσω, να μιλήσουμε μαζί, και να σας πούμε ότι, καθώς λέει ο λαός, «κάνατε ένα καλό και το ρίξατε στο γιαλό».

Μιλήσατε για τις νέες τάσεις, άριστα πληροφορημένος, σε ύφος, θα έλεγα, κάπως περιληπτικό• μας αναφέρατε, π.χ., κυβιστές σαν τον Βraque, τον Leger ή τον Juan Gris, χωρίς να τονίσετε καθόλου την τεράστια σημασία που είχε για την εξέλιξη της Τέχνης η παραγωγή τους, ή για τούς υπερρεαλιστές, τον Μax Ernst  τον Joan Miro, τον Arp ( τον Salvador Dali και τον Giorgio de Chirico δεν τους άκουσα καθόλου, μήπως έχω λάθος;), χωρίς να μπείτε καθόλου στον τρόπο της εργασίας τους και στους συγκεκριμένους σκοπούς που επιδιώκουν, και καταλήξατε να χαρακτηρίσετε τον κολοσσό αυτόν πού λέγεται Picasso και που, γι’ αυτόν, κάθε άνθρωπος, σ’ οποιοδήποτε έθνος και αν ανήκει, δίκαια υπερηφανεύεται, καταλήξατε, λέω, να χαρακτηρίσετε τον Picasso  σαν αδύναμο και ασταθή, παίρνοντας για επιχείρημα τα διαδοχικά στάδια που η μεγαλοφυΐα του δρασκέλισε, θέλοντας έμπρακτα να υποδηλώσει ότι δεν υπάρχει τέλος στις αναζητήσεις ενός αληθινά δυναμικού και ζωντανού καλλιτέχνη. Αυτό είναι το μυστικό που κάνει τον Picasso να μην αποστεώνεται, αυτή είναι η αρετή του. Και σεις κατακρίνετε ίσα-ίσα την αρετή του αυτή, απογοητεύεστε γιατί ολόκληρη η νέα τέχνη δε σας δίνει κανένα τέλος (σάμπως θάτανε  τόσο κουτή να υπογράψει την καταδίκη της), και την ξεγράφετε, γιατί δε σας οδήγησε σε μια νέα ισορροπία. Αλλά, προς Θεού, με το να γίνεστε ζηλωτής της ισορροπίας, ύστερ’ από τη μελέτη του μυστικού των συγχρόνων καλλιτεχνών, δεν είναι σαν να ομολογείτε πως δεν μπήκατε καθόλου στο μυστικό τους;

[…] Δε θέλω όμως να επεκταθώ εδωπέρα σε θέματα πιο ειδικά και σε προσωπικές απόψεις. Θέλω μονάχα ν’ αναλάβω για μια στιγμή την ολοκληρωτική αλλά και νόμιμη υπεράσπιση της νέας τέχνης, έτσι όπως μας παρουσιάζεται, κορεσμένη από αντιφάσεις αλλά και κορεσμένη από ζωή, ακαταστάλακτη και σπασμωδική, αλλά όχι νεκρή, όχι αδιάφορη, όχι ανώφελη. Και για να γίνω σαφέστερος: θέλω ν’ αναλάβω την υπεράσπιση του γενικότερου πνεύματος που χαρακτηρίζει την τεχνοτροπία των μοντέρνων καλλιτεχνών, του καθαρά δημιουργικού πνεύματος που έσωσε την τέχνη από το θάνατο σε ολόκληρο το διάστημα της παράδοξης αυτής μεσοπολεμικής εικοσαετίας, και κράτησε το προνόμιο της γνήσιας έκφρασης μονάχα — τι μεγάλη τιμή — για τον εαυτό της.

Αγαπητέ κ. Παπανούτσο, μας χωρίζουνε αρκετά χρόνια και δεν ειμ’ εγώ εκείνος, που, προκειμένου να σας μιλήσει, θ’ άφηνε κατά μέρος το σεβασμό. Θα ήθελα όμως να διαπιστώσω τη μεγάλη διαφορά νοοτροπίας που μας χωρίζει και που με ρίχνει τώρα στον κίνδυνο να κατηγορηθώ σα νέος που βιάζεται να κάνει το σπουδαίο ή το σοφό, ενώ, απλούστατα, βιάζεται να μιλήσει στο όνομα μιας αισιοδοξίας που, παρά τη διάχυτη γύρω απορία, υπάρχει κι εγκυμονείται βαθιά στα σπλάχνα του αποτρόπαιου σημερινού πολέμου, υπάρχει και ταξιδεύει στα στήθια των αντάξιων της εποχής τους νέων όλου του κόσμου. Όταν έρθει η μέρα που θα μπει επιτέλους μια νέα τάξη στον υλικό κόσμο, θα μπορέσουμε κι εμείς να εκφραστούμε καλύτερα, προπάντων πειραματικότερα.  Αλλά τότε — το πιστεύουμε — θα ΄χουμε κι ανθρώπους που θα μπορούνε να μας κρίνουν με νέα κριτήρια, καλύτερα και πειραματικότερα. Κι αυτό δε θα ΄ναι πια μια κριτική από ύψους, αλλά μια συνεργασία που θα δώσει καρπούς ικανούς ν’ απελπίσουν την ανυπαρξία και το κενό — ν’ απελπίσουν την ήττα και το θάνατο.

Οδυσσέας  Ελύτης, Ανοιχτά Χαρτιά, 1940


Πηγή:http://politropi.greek-language.gr/keimeno/gramma-gia-texni/

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2025

Νίκος Εγγονόπουλος - Η νέα Λάουρα

 

οι τεράστιοι θησαυροί
— για τους οποίους τόσα θρυλούνται —
της πτωχής
περιγιαλούς
κόρης
είναι
τα μόνα
χείλη της
τα μόνα
ηδύγευστα χείλη της

πόσο μου λείπουν και πόσο τα νοσταλγώ
— και τα δοξάζω —
σα βρίσκομαι μακρυά
να περιπλανιέμαι
σε τούτα τ’ άχαρα
τ’ απίστευτα ταξείδια
που κάθε τόσο
επιχειρώ

κι’ όμως πόσο τα χαίρομαι
— και τα δοξάζω —
σα βρίσκομαι
κοντά
της

είναι   η   ζ ω ή

βγαίνει και παίρνει γύρα
σοκάκια
και μαχαλάδες
και με λυγμούς
με φωνάζει
και με ζητά

έλα
μην κάνεις έτσι
είμαστε Έλληνες
συ είσαι
— τι θαύμα! —
μια κόρη
Ελληνίς

όταν κοιμούμαι
τα λουλούδια της αμασχάλης σου
έρχονται
και μου θωπεύουν
όλο το κορμί
και σαν ζωγραφίζω
τότε
έρχονται
τα μάτια σου
τα ωραία
στην άκρια του χρωστήρα μου
και σεργιανίζουν
πάνω
σ’ όλη την επιφάνεια
του μουσαμά

για να ξέρης:
σ’ έχω κάνει αθάνατη

Ελευσίς (1948)

Ποιήματα, Αθήνα, Ίκαρος, 2004

 

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2025

Λευτέρης Ξανθόπουλος - Η στερεομετρία του Λεονάρντο

 Όταν ο Λεονάρντο ντα Βίντσι συνάντησε στο δρόμο του
μία κυρία με βέλο που έμοιαζε πολύ με την Παναγία 
και του είπε σας βλέπω κάθε βράδυ στον ύπνο μου
δεν κατάλαβε ο Λεονάρντο εκείνη ακριβώς τη στιγμή
πως η συγκεκριμένη κυρία ήταν όντως η Παναγία

οι εχθροί και οι φίλοι μου, Γαβριηλίδης, 2014

Απ' τον Χαρτοκόπτη του Γ. Χ. Θεοχάρη

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2025

Γιάννης Νεγρεπόντης - Ανδριάντες



Πέντ’ έξι εργάτες ήρθαν το πρωί
νομίσαμε για την πλατεία
μα ήταν για τον ανδριάντα
που είχαν έλθει.

(Πότε εκείνες οι παράτες
οι λόγοι- ο εμετικός αυτός βερμπαλισμός
η επισημότης- σα να ‘ τανε χτες…)

Ως το μεσημέρι το βάθρο μόνο
χωρίς σκοπό και δίχως σημασία
αν η ματαιότητα σιωπηλά κι αθόρυβα
δε ‘ρχοταν να στηθεί
και με το σαρδόνιο της γέλιο
τις πιο απίθανες μοναχικές μας ώρες
να μας ανησυχεί.

Γιάννης Νεγρεπόντης ( 1930 – 1991 )
Πηγή: Καθημαγμένοι, Εκδόσεις: Γκόνης- Αθήνα 1960

Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2025

Νίκος Καββαδίας - Στίχοι για τη ζωγραφική σου


                                      La main de l’ homme est dans la
                                       pierre et tire un Aigle de sa nuit
                                                                         S. J. Perse


Παλεύουν, λευτερώνονται, σκλαβώνονται και
πάντα παλεύουν. Τα χέρια. Αναστρέφει o
Τροχός την εισβολή. Γίνεται άρμα. Λυτρώνεται
το νερό από το φράγμα και γράφει Μαιάνδρους
ακόμα και στα ποτάμια των Αντιπόδων.
Ρυτιδώνεται η μούχλα που σκεπάζει την υποψία
στο Υδραγωγείο των Μυκηνών. Στη Βύβλο, η ώρα
ονειρεύεται. Οι ακραίοι φρουροί, όταν συναντώνται
συνεργούν. Δε μας τρομάζουν. Ο ένας, ο μοναχός
είναι του φόβου. Μινώταυρος  και συλλογάται.

Το καράβι της Ουρ στενάζει πάνω στις πέτρινες
ρόδες του, καθώς λευτερώνεται από το λίκνο
του για το μεγάλο στεριανό ταξίδι και
κλυδωνίζεται μέσα σε δάση, πάνω σε βουνά,
αλλάζει χρώμα μπροστά σε κάθε ρεματιά,
ισκιώνει και ξαφνιάζει τον Ευφράτη, στολίζει
τον Τίγρη, ώσπου τινάζοντας
τα χρώματα και τα κάθε λογής φυτά, που το
σκεπάζουν, παγιδεύεται από τη θάλασσα, τις
πολλές θάλασσες. Τη μια.

Οι αυστηρές Αλετρίδες κινούν τους ξύλινους μοχλούς
των αρότρων, για να τα οδηγήσουν στα κράσπεδα
του Αταβύρου όπου τα μεγάλα λιθάρια θα παιδέψουν
το ξανθό σιτάρι για το αλεύρι του πρώτου ψωμιού
Άρτος, όχι για όλα τα στόματα.

Πού πρωτόδα τούτα τα δίχτυα; Ναί, θυμάμαι.
τα ξέμπλεκαν κοντοί νησιώτες. Λοξομάτηδες.
Όλοι μαζί τα τινάζαν, τα πετούσαν τ’ αψήλου
και τ’ άφηναν να πέσουν καταγής. Το
ίδιο είδα να κάνουν και σε κεφαλλονίτικα ψαροχώρια.
Στο Φισκάρδο. Στην Άσσο. Λυπήσου εκείνους που
δεν ονειρεύονται.
Τούτα τα δίχτυα δεν είναι δύσκολο να τα
νετάρεις. Με λίγη γνώση. Ένα ψίχουλο.
Φτάνει να ξέρεις να μετράς τα δάχτυλά σου,
ξαναρχίζοντας από τα τελευταία στα πρώτα.
Και πίστη. Ένα κλωνί.




Πηγή: Νίκος Καββαδίας - Το ημερολόγιο ενός τιμονιέρη, εκδ. Αγρα, 2005.
(Το ποίημα παρατίθεται όπως γράφτηκε επάνω στην πρόσκληση της έκθεσης ζωγραφικής της Σόνιας Κυπαρίσση, στις 6/3/1971. (σελ. 139 του βιβλίου).

Αναδημοσίευση από: https://ppirinas.blogspot.com/2013/05/blog-post_24.html

Σάββατο 11 Μαΐου 2024

Στέλιος Γεράνης - Άξιος ο μισθός σου Θεόφιλε


Μεγάλη ασκήμια αυτός ο κόσμος, Θεόφιλε

και σωστά μας τον έπλασες απελέκητο μέσα στις

ζωγραφιές σου.  Φτηνοδουλιά είν' ο άνθρωπος του Θεού

και μάλιστα της κακιάς ώρας.  Και να σκεφτείς

πως είχε τόσα πολύτιμα μέταλλα ο φιλάργυρος

κι από τσιγκουνιά μάς έπλασε με τις λάσπες.

Άξιος ο μισθός σου φτωχέ αδερφέ μου Θεόφιλε

που κατάργησες την προοπτική απ' τις λάσπες.

Τρίτη 29 Αυγούστου 2023

Κ. Π. Καβάφης - Η συνοδεία του Διονύσου


Ο Δάμων ο τεχνίτης (άλλον πιο ικανόστην Πελοπόννησο δεν έχει) εις παριανόμάρμαρο επεξεργάζεται την συνοδείατου Διονύσου. Ο θεός με θεσπεσία
δόξαν εμπρός, με δύναμι στο βάδισμά του.Ο Άκρατος πίσω. Στο πλάγι του Ακράτουη Μέθη χύνει στους Σατύρους το κρασίαπό αμφορέα που τον στέφουνε κισσοί.Κοντά των ο Ηδύοινος ο μαλθακός,
τα μάτια του μισοκλειστά, υπνωτικός.Και παρακάτω έρχοντ’ οι τραγουδισταίΜόλπος κι Ηδυμελής, κι ο Κώμος που ποτένα σβήσει δεν αφήνει της πορείας την σεπτήλαμπάδα που βαστά· και, σεμνοτάτη, η Τελετή.—
Αυτά ο Δάμων κάμνει. Και κοντά σ’ αυτάο λογισμός του κάθε τόσο μελετάτην αμοιβή του από των Συρακουσώντον βασιλέα, τρία τάλαντα, πολύ ποσόν.Με τ’ άλλα του τα χρήματα κι αυτά μαζί
σαν μπουν, ως εύπορος σπουδαία πια θα ζει,και θα μπορεί να πολιτεύεται — χαρά! —κι αυτός μες στην βουλή, κι αυτός στην αγορά.

[1903, 1907*]
[ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΑ, 1897-1933;] 

Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

Χλόη Κουτσουμπέλη-Τέχνη


Ποτέ δεν συμπάθησα
τα άψογα χαμόγελα
τις τέλειες οδοντοστοιχίες
τους σιδερωμένους άντρες
την τσάκιση στο παντελόνι
τα ανατομικά στρώματα
τα αναπαυτικά όνειρα
τα πούπουλα χήνας στην ομίχλη.
Γι’ αυτό και ζω σε ερειπωμένα σπίτια
Κάτι να χάσκει
κάτι να λείπει
κάτι να διαβρώνει την τελειότητα.
Γιατί τέχνη είναι πάντα η οροφή που λείπει.

Κλινικά απών (2014)

Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

Κ.Π. Καβάφης-Απολλώνιος ο Τυανεύς εν Ρόδω


Για την αρμόζουσα παίδευσι κι αγωγή
ο Απολλώνιος ομιλούσε μ’ έναν
νέον που έκτιζε πολυτελή
οικίαν εν Ρόδω. «Ἐγὼ δὲ ἐς ἱερὸν»
είπεν ο Τυανεύς στο τέλος «παρελθὼν
πολλῷ ἂν ἥδιον ἐν αὐτῷ μικρῷ
ὄντι ἄγαλμα ἐλέφαντός τε καὶ χρυσοῦ
ἴδοιμι ἢ ἐν μεγάλῳ κεραμεοῦν τε καὶ φαῦλον.»—


Το «κεραμεοῦν» και «φαῦλον»· το σιχαμερό:
που κιόλας μερικούς (χωρίς προπόνησι αρκετή)
αγυρτικώς εξαπατά. Το κεραμεοῦν και φαῦλον.

1925

Δευτέρα 11 Μαΐου 2020

Χρίστος Λάσκαρης-Βαν Γκογκ

Τους αγαπάω τους τρελούς,
μιλούν με το φεγγάρι·

ενώ εμείς κοιμόμαστε,
αυτοί κόβουν τις φλέβες τους

ή το αφτί τους
τρυφερά
και το προσφέρουνε.

Από τη συγκεντρωτική έκδοση: Χρίστος Λάσκαρης, Ποιήματα, Αθήνα: Γαβριηλίδης 2004.

Τρίτη 14 Απριλίου 2020

Vladimir Mayakovski-Τους προβολείς στήσε



Τους προβολείς στήσε
άπλετο φως στη ράμπα να πέφτει
η δράση να κυλάει
να παρασέρνεται στη δίνη.
Η τέχνη δεν πρέπει ν' αντανακλά
σαν τον καθρέφτη,
μα σαν φακός να μεγεθύνει.


Στίχοι: Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκη.
Μετάφραση: Άρης Αλεξάνδρου.

Πηγή:http://alonakitispoiisis.blogspot.com/search/label/%CE%9C%CE%91%CE%93%CE%99%CE%91%CE%9A%CE%9F%CE%A6%CE%A3%CE%9A%CE%97?updated-max=2018-04-23T17:48:00%2B03:00&max-results=20&start=12&by-date=false

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

Κ.Π. Καβάφης-Εκόμισα εις την Τέχνην


Κάθομαι και ρεμβάζω.   Επιθυμίες κ’ αισθήσεις
εκόμισα εις την Τέχνην—   κάτι μισοειδωμένα,
πρόσωπα ή γραμμές·   ερώτων ατελών
κάτι αβέβαιες μνήμες.   Aς αφεθώ σ’ αυτήν.
Ξέρει να σχηματίσει   Μορφήν της Καλλονής·
σχεδόν ανεπαισθήτως   τον βίον συμπληρούσα,
συνδυάζουσα εντυπώσεις,   συνδυάζουσα τες μέρες.


Επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδη. Τα Ποιήματα, Τ. Β’ 1919 - 1933, Ίκαρος 1963

Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019

Dylan Thomas-«Στην επιδέξια ή μελαγχολική μου τέχνη»

IN MY CRAFT OR SULLEN ART
In my craft or sullen art
Exercised in the still night
When only the moon rages
And the lovers lie abed
With all their griefs in their arms,
I labour by singing light
Not for ambition or bread
Or the strut and trade of charms
On the ivory stages
But for the common wages
of their most secret heart.
Not for the proud man apart
From the raging moon I write
On these spindrift pages
Nor for the towering dead
With their nightingales and psalms
But for the lovers, their arms
Round the griefs of the ages,
Who pay no praise or wages
Nor heed my craft or art.

«Στην επιδέξια ή μελαγχολική μου τέχνη»

Στην επιδέξια ή μελαγχολική μου τέχνη
Που ασκείται στην ήρεμη νύχτα
Όταν μόνον το φεγγάρι εξεγείρεται
Και οι εραστές κείτονται στα κρεβάτια
Με όλες τις θλίψεις μες στα χέρια τους
Εργάζομαι δίπλα σε φως μελωδικό
Όχι για δόξα ή ψωμί
Ή εγκώμια και ανταλλαγές φιλοφρονήσεων
Σε αλαβάστρινες σκηνές
Αλλά για τις κοινές απολαβές
Απ’ της καρδιάς τα τρίσβαθα.
Ούτε για τον περήφανο άνδρα ξεχωριστά
Απ’ το εξεγερμένο φεγγάρι επευφημώ
Πάνω σ’ αυτές τις τρικυμισμένες σελίδες
Ούτε για τους επώνυμους νεκρούς
Με τα αηδόνια τους και τους ψαλμούς τους
Αλλά μονάχα για τους εραστές, τα χέρια τους
Γύρω απ’ τις λύπες των καιρών
δεν επαινούν ούτε αμείβουν
Ούτε γνωρίζουν τη δεξιότητα ή την τέχνη μου.

Dylan Thomas( 1914-1953)
μετάφραση: Μαρία Αρχιμανδρίτου
............................................................................................................................

Με μαστοριά ή πονηριά
Με µαστοριά ή πονηριά,
στην ησυχία της νύχτας ασκηµένη,
όταν µονάχα το φεγγάρι πάνω ορµά
κι ειν’ οι εραστές κλινογερµένοι
µε τις πληγές τους αγκαλιά,
ανάβω φως µελωδικό κι όλο δουλεύω,
όχι για δόξα ή ψωµί,
εγκώµια, συναλλαγές
σε αλαβάστρινες σκηνές,
µα για κοινές απολαβές
που µυστικά η καρδιά τους µ’ ανασταίνει.
Για τους έντιµους πολίτες που δεν ξέρουν
φεγγάρι άγριο τι σηµαίνει, εγώ, δε γράφω
ατέλειωτα χαρτιά τρικυµισµένα,
ούτε για επώνυµους νεκρούς
µε αηδόνια και ψαλµούς,
παρά µόνο για εραστές,
γι’ αγκαλιές γεµάτες χρόνων τις πληγές,
Γι’ αυτούς που δε ζητούν απολαβές,
καν δεν γνωρίζουν την πονηριά µου ή μαστοριά.
Dylan Thomas (1914-1953)
Mετάφραση: Γιώργος Μπλάνας

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2019

Charles Baudelaire - O χαλασμός



La destruction
Sans cesse à mes côtés s’agite le Démon ;
Il nage autour de moi comme un air impalpable ;
Je l’avale et le sens qui brûle mon poumon
Et l’emplit d’un désir éternel et coupable.

Parfois il prend, sachant mon grand amour de l’Art,
La forme de la plus séduisante des femmes,
Et, sous de spécieux prétextes de cafard,
Accoutume ma lèvre à des philtres infâmes.

Il me conduit ainsi, loin du regard de Dieu,
Haletant et brisé de fatigue, au milieu
Des plaines de l’Ennui, profondes et désertes,

Et jette dans mes yeux pleins de confusion
Des vêtements souillés, des blessures ouvertes,
Et l’appareil sanglant de la Destruction !
Les fleurs du mal (1857)

http://poesie.webnet.fr/lesgrandsclassiques/poemes/charles_baudelaire/la_destruction.html



.........................................................................................................................
Ο Χαλασμός

Αργοσαλεύει ο Δαίμονας αδιάκοπα κοντά μου

και σαν αγέρας άπιαστος γύρω μου κολυμπά.

Τον καταπίνω, νιώθοντας να καίει τα σωθικά μου,

που μ΄άσβηστο κι αμαρτωλό πόθο τα πλημμυρά.



Ξέροντας πόσο η Τέχνη ΄ναι για μένα αγαπημένη,

παίρνει τη φόρμα κάποτε μαγεύτρας γυναικός.

Τα φιλτρα τα πιο βρωμερά να πίνω μου μαθαίνει,

τάχα το βάρος να ξεχνώ που φέρνει ο βαρεμός.



Έτσι με σέρνει μακριά απ΄του Θεού το μάτι,

σε κάμπους έρμους και βαθιούς, που Πλήξη’ ναι γεμάτοι,

λαχανιασμένο και βαρύ και κατακουρασμένο ·



και μπρος στα σαστισμένα μου τα μάτια μου πέτα

μονάχα ολάνοιχτες πληγές, φορέματα λερά

και τ ΄ όργανο του χαλάσμού το καταματωμένο.



Πηγή: Charles Baudelaire, Τα Άνθη του Κακού: Αθήνα Εκδόσεις Γράμματα 2009, Μετάφραση: Γιώργης Σημηριώτης, σελ. 203