Στην Θεανώ Κιούση
όταν πλαγιάζεις στις παρυφές του χρόνου
η μνήμη σου τρύπα το σώμα
όπως παγωμένες βελόνες
τρυπούν το νοητό σου κόσμο.
σαν κόσμημα ασημένιο
μέσα στην υγρασία της ηδονής
δίπλα στο περβάζι
ενός παραθύρου
που δεν αγγίζει ο ήλιος.
τη μεταμόρφωση της προσαρμογής
όπως ένα παιδί πηγαίνει πίσω από τη μητέρα του
και ο χρόνος γίνεται άφθαρτος
απροσδιόριστης αξίας
σαν ενόραση επίκτητη.