Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Breton André. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Breton André. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2024

André Breton - Ελεύθερη ένωση


Η γυναίκα μου με μαλλιά φωτιάς από ξύλα
Η γυναίκα μου με σκέψεις αστραπών της ζέστης
Με μέση κλεψύδρας
Η γυναίκα μου με μέση σβίδρας ανάμεσα στα δόντια της τίγρης
Η γυναίκα μου με στόμα κονκάρδας και ανθοδέσμης άστρων
μικρότερου μεγέθους
Με δόντια αποτυπώματα άσπρου ποντικιού πάνω στην άσπρη γη
Με γλώσσα κεχριμπαριού και γυαλιού τριμμένου
Με γλώσσα μαχαιρωμένου αντίδωρου
Με γλώσσα κούκλας που ανοιγοκλείνει τα μάτια της
Με γλώσσα πέτρας απίστευτης
Η γυναίκα μου με ματόκλαδα όρθιες γραμμούλες παιδικής
γραφής
Με φρύδια περίγυρου φωλιάς χελιδονιού
Η γυναίκα μου με κροτάφους σχιστόλιθου στέγης θερμοκηπίου
Κι άχνας στα παράθυρα
Η γυναίκα μου με ώμους σαμπάνιας
Και κρήνης με κεφάλια δελφινιών κάτω από τον πάγο
Η γυναίκα μου με καρπούς χεριών από σπίρτα
Η γυναίκα μου με δάχτυλα τύχης και καρδιάς άσσου κούπα
Με δάχτυλα θερισμένου σταχυού
Η γυναίκα μου με μασχάλες τριχώματος του κουναβιού και
καρπών οξιάς
Της νύχτας του Αϊ-Γιαννιού
Της αγριομυρτιάς και φωλιάς σκαλαριών
Με μπράτσα του αφρού της θάλασσας και του υδροφράγματος
Και μίγματος σταριού και μύλου
Η γυναίκα μου με γάμπες βεγγαλικού
Με κινήσεις ωρολογιακές κι απελπισίας
Η γυναίκα μου με γάμπες από μεδούλι της ακτέας
Η γυναίκα μου με πόδια αρχικά ονομάτων
Με πόδια εσμού κλειδιών με πόδια καλφάδων που πίνουν
Η γυναίκα μου με λαιμό μαργαριταριού αλεσμένου κριθαριού
Η γυναίκα μου με λαιμό χρυσής κοιλάδας
Και συναντήσεων μέσα στην ίδια την κοίτη του χειμάρρου
Με στήθια της νύχτας
Η γυναίκα μου με στήθια θαλασσινής φωλιάς του τυφλοπόντικα
Η γυναίκα μου με στήθια χοάνης για ρουμπίνια
Με στήθια φάσματος του ρόδου κάτω απ’ τη δροσιά
Η γυναίκα μου με κοιλιά βεντάλιας των ημερών όταν ξεδιπλώνεται
Με κοιλιά γιγάντιο νύχι γαμψό
Η γυναίκα μου με ράχη πουλιού που φεύγει κατακόρυφα
Με πλάτη υδραργύρου
Με πλάτη φωτός
Με σβέρκο πέτρας στρογγυλεμένης και κιμωλίας βρεμένης
Και πεσίματος του ποτηριού που μόλις ήπιαμε
Η γυναίκα μου με γοφούς μικρού πλοίου
Η γυναίκα μου με γοφούς πολυελαίου και με φτερά σαΐτας
Και με μίσχους φτερών άσπρου παγωνιού
Και ζυγαριάς ανευαίσθητης
Η γυναίκα μου με γλουτούς από αμμόπετρα και αμίαντο
Η γυναίκα μου με γλουτούς ράχης του κύκνου
Η γυναίκα μου με γλουτούς της άνοιξης
Με αιδοίο γλαδιόλας
Η γυναίκα μου με αιδοίο φλέβας χρυσού κι ορνιθόρυγχου
Η γυναίκα μου με αιδοίο φύκια και καραμέλες του παλιού καιρού
Η γυναίκα μου με αιδοίο καθρέφτη
Η γυναίκα μου με τα μάτια της γεμάτα δάκρυα
Με μάτια μενεξεδιάς πανοπλίας και μαγνητισμένης βελόνας
Η γυναίκα μου με μάτια σαβάνας
Η γυναίκα μου με μάτια νερού για να πίνεις στη φυλακή
Η γυναίκα μου με μάτια του ξύλου πάντα κάτω από τον πέλεκυ
Με μάτια στο ύψος του νερού στο ύψος του αέρα της γης και της φωτιάς
 
Μετάφραση: Νάνος  Βαλαωρίτης
Πηγή : Andro.gr [ https://www.andro.gr/empneusi/andre-breton-woman-poems/ ]

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

André Breton - Eλεύθερη ένωση



Η γυναίκα μου με μαλλιά φωτιάς από ξύλα

Η γυναίκα μου με σκέψεις αστραπών της ζέστης

Με μέση κλεψύδρας

Η γυναίκα μου με μέση σβίδρας ανάμεσα στα δόντια της τίγρης

Η γυναίκα μου με στόμα κονκάρδας και ανθοδέσμης άστρων

μικρότερου μεγέθους

Με δόντια αποτυπώματα άσπρου ποντικιού πάνω στην άσπρη γη

Με γλώσσα κεχριμπαριού και γυαλιού τριμμένου

Με γλώσσα μαχαιρωμένου αντίδωρου

Με γλώσσα κούκλας που ανοιγοκλείνει τα μάτια της

Με γλώσσα πέτρας απίστευτης

Η γυναίκα μου με ματόκλαδα όρθιες γραμμούλες παιδικής γραφής

Με φρύδια περίγυρου φωλιάς χελιδονιού

Η γυναίκα μου με κροτάφους σχιστόλιθου στέγης θερμοκηπίου

Κι άχνας στα παράθυρα

Η γυναίκα μου με ώμους σαμπάνιας

Και κρήνης με κεφάλια δελφινιών κάτω από τον πάγο

Η γυναίκα μου με καρπούς χεριών από σπίρτα

Η γυναίκα μου με δάχτυλα τύχης και καρδιάς άσσου κούπα

Με δάχτυλα θερισμένου σταχυού

Η γυναίκα μου με μασχάλες τριχώματος του κουναβιού και καρπών οξιάς

Της νύχτας του Αϊ-Γιαννιού

Της αγριομυρτιάς και φωλιάς σκαλαριών

Με μπράτσα του αφρού της θάλασσας και του υδροφράγματος

Και μείγματος σταριού και μύλου

Η γυναίκα μου με γάμπες βεγγαλικού

Με κινήσεις ωρολογιακές κι απελπισίας

Η γυναίκα μου με γάμπες από μεδούλι της ακτέας

Η γυναίκα μου με πόδια αρχικά ονομάτων

Με πόδια εσμού κλειδιών με πόδια καλφάδων που πίνουν

Η γυναίκα μου με λαιμό μαργαριταριού αλεσμένου κριθαριού

Η γυναίκα μου με λαιμό χρυσής κοιλάδας

Και συναντήσεων μέσα στην ίδια την κοίτη του χειμάρρου

Με στήθια της νύχτας

Η γυναίκα μου με στήθια θαλασσινής φωλιάς του τυφλοπόντικα

Η γυναίκα μου με στήθια χοάνης για ρουμπίνια

Με στήθια φάσματος του ρόδου κάτω απ’ τη δροσιά

Η γυναίκα μου με κοιλιά βεντάλιας των ημερών όταν ξεδιπλώνεται

Με κοιλιά γιγάντιο νύχι γαμψό

Η γυναίκα μου με ράχη πουλιού που φεύγει κατακόρυφα

Με πλάτη υδράργυρου

Με πλάτη φωτός

Με σβέρκο πέτρας στρογγυλεμένης και κιμωλίας βρεμένης

Και πεσίματος του ποτηριού που μόλις ήπιαμε

Η γυναίκα μου με γοφούς μικρού πλοίου

Η γυναίκα μου με γοφούς πολυελαίου και με φτερά σαΐτας

Και με μίσχους φτερών άσπρου παγονιού

Και ζυγαριάς ανευαίσθητης

Η γυναίκα μου με γλουτούς από αμμόπετρα και αμίαντο

Η γυναίκα μου με γλουτούς ράχης του κύκνου

Η γυναίκα μου με γλουτούς της άνοιξης

Με αιδοίο γλαδιόλας

Η γυναίκα μου με αιδοίο φλέβας χρυσού κι ορνιθορύγχου

Η γυναίκα μου με αιδοίο φύκια και καραμέλες του παλιού καιρού

Η γυναίκα μου με αιδοίο καθρέφτη

Η γυναίκα μου με τα μάτια της γεμάτα δάκρυα

Με μάτια μενεξεδιάς πανοπλίας και μαγνητισμένης βελόνας

Η γυναίκα μου με μάτια σαβάνας

Η γυναίκα μου με μάτια νερού για να πίνεις στη φυλακή

Η γυναίκα μου με μάτια του ξύλου πάντα κάτω από τον πέλεκυ

Με μάτια στο ύψος του νερού στο ύψος του αέρα της γης και της φωτιάς.


Μετάφραση: Νάνος Βαλαωρίτης
Πηγή: στον
τόμο: . . . δεν άνθησαν ματαίως. Ανθολογία υπερρεαλισμού, (επιμ. Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου), Αθήνα, εκδ. Νεφέλη, 1980, σσ. 278-280.

Σάββατο 20 Μαΐου 2023

André Breton - Ηλιοτρόπιο


Ἡ ταξιδιώτισσα ποὺ διασχίζει τὸ κτίριο τῆς Λαϊκῆς Ἀγορᾶς μὲ τὸ ποὺ πέφτει τὸ καλοκαίρι
Περπατώντας στὰ νύχια τῶν ποδιῶν της
Ἡ ἀπελπισία ἐκύλαγε στὸν οὐρανὸ τὰ μεγάλα καὶ τόσο ὄμορφα ζιγκιβέρια της
Καὶ μέσα στὴν τσάντα της ὑπῆρχε τ᾽ ὄνειρό μου τὸ φιαλίδιο ἐκεῖνο μὲ τ᾽ ἅλατα
Ποὺ μόνο τοῦ Θεοῦ ἡ ἀνάδοχος ἔχει μυρίσει
Τὸ ζαβλάκωμα ξεδιπλωνόταν σὰν τὸν ἀχνὸ
Πάνω στὸ σκυλὶ ποὺ καπνίζει
Ἢ ἐρχόταν νὰ ἐλέγξει τὰ ὑπὲρ καὶ τὰ κατά
Ἡ νεαρὴ γυναίκα τὴν ὁποία οὐδεὶς μποροῦσε νὰ τὴ δεῖ εἰμὴ μόνον κακοτρόπως καὶ πλαγίως
Εἶχα ἄραγε ἐγὼ σχέσεις μὲ τὴν πρέσβειρα τοῦ νίτρου
Ἢ τῆς λευκῆς καμπύλης ἐπάνω σὲ μαῦρο φόντο ποὺ τὸ ἀποκαλοῦμε στοχασμὸ
Τὰ λαμπιόνια ἄναβαν σιγὰ-σιγὰ στὶς καστανιὲς
Ἡ Ἄνευ Ἴσκιου Κυρία γονάτισε στῆς Συναλλαγῆς τὴ γέφυρα
Στὴν ὁδὸ Ζὶ-λὲ-Κὲρ τὰ γραμματόσημα δὲν ἦσαν πλέον τὰ ἴδια
Τῶν νυχτῶν οἱ ὑποσχέσεις εἶχαν ἐπὶ τέλους κρατηθεῖ
Τὰ ταχυδρομικὰ περιστέρια οἱ χάριν συνδρομῆς ἀσπασμοὶ
Ἔβρισκαν περιποίηση στὰ στήθη τῆς ὄμορφης ἄγνωστης
Ἀφοῦ εἶχαν πρῶτα τοξευθεῖ κάτω ἀπ᾽ τὰ κρέπια τῶν τέλειων σημασιῶν
Κανονικὴ ἄγροικία εὐδοκιμοῦσε στοῦ Παρισιοῦ τὴ μέση
Καὶ τὰ παράθυρά της ἔβλεπαν στὸν Γαλαξία
Ἀλλὰ κανεὶς δὲν τὴν ἐκατοικοῦσε ἀκὀμα ἐξ αἰτίας αὐτῶν ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ᾽ρθοῦνε
Αὐτῶν ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ᾽ρθοῦνε καὶ ποὺ ξέρουμε ὅτι εἶναι πιὸ ἀφοσιωμένοι ἀπ᾽ ὅλους τοὺς ἐπανερχόμενους
Διότι οἱ πρῶτοι ὅπως καὶ τούτη ἡ γυναίκα ἐπιδεικνύουν διάθεση νὰ κολυμπήσουν
Καὶ μὲς στὸν ἔρωτα μπαίνει ἔτσι καὶ κάτι ἀπ᾽ τὴν οὐσία τους
Ἡ ὁποία καὶ τοὺς ἐσωτερικεύει
Δὲν εἶμαι ἐγὼ παιχνίδι καμιᾶς αἰσθητήριας ἐξουσίας
Κι ὡστόσο ὁ Γρύλος ποὺ τραγούδαγε μὲς στῆς τέφρας τὴν κόμη
Ἕνα βραδάκι κοντὰ στὸ ἄγαλμα τοῦ Ἐτιέν Μαρσὲλ
Μοῦ ἔριξε μιὰ ματιὰ μὲ νόημα
Ὁ Μπρετὸν περνάει εἶπε.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2022

André Breton- Πόλεμος



Κοιτάζω το Τέρας που γλείφετα
Για να μπερδευτεί όσο μπορεί με ό,τι είναι γύρω του
Τα μάτια του χρώμα φουρτούνας
Ξάφνου είναι βαλτονέρια που σκεπάζονται με βρώμικα
ρούχα με σκουπίδια.
Βαλτονέρια που πάντα σταματάνε τον άνθρωπο
Βαλτονέρια με μια μικρή πλατεία Όπερας μες την κοιλιά
τους
Ο φωσφορισμός είναι το κλειδί για τα μάτια του Κτήνους
Που γλείφεται
Κι η γλώσσα του
Τοξεμένη ποιος ξέρει από πριν πού
Είναι ένα σταυροδρόμι από καμίνια
Από κάτω ατενίζω τον ουρανίσκο του
Σαν από λάμπες μέσα σε σάκους
Και κάτω απ’ το θόλο σε γαλάζιο βασιλικό χρώμα
Τόξα χρυσαφιά ξεφτισμένα προοπτικά το ‘να μέσα στ’ άλλο
Ενώ τρέχει η πνοή της γενίκευσης στο άπειρο εκείνου του πανά-
θλιου γυμνόστηθου παλιάτσου σαν κι αυτούς που βγαίνουν
στις πλατείες καταπίνοντας δαυλιά αναμμένα με πετρέλαιο
κάτω από μια ψιλή βροχή πεντάρες.
Τα σπυριά του Κτήνους λάμπουν εκατόμβες παλικαριών για να
χορτάσει ο Αριθμός
Με τα πλευρά να τα φυλάνε αστραφτερά λέπια στρατοί
Φουσκωτοί κι ο καθένας τους περιστρέφεται μια χαρά πάνω στη
στρόφιγγά του
Μ’ όλη τους την αλληλεξάρτηση σαν τα κοκόρια που βρίζονται
την αυγή από κοπρώνα σε κοπρώνα
Αγγίζουμε τη ρωγμή της συνείδησης κι όμως μερικοί συνεχίζουν
να λένε πως η μέρα θ’ ανατείλει
Η πόρτα ήθελα να πω το Τέρας γλείφεται κάτω απ’ τη
φτερούγα
Και βλέπεις τάχα από γέλιο να χτυπιούνται από σπασμούς κλέ-
φτες βαθιά σε μια ταβέρνα
Ο αντικατοπτρισμός που μ’ αυτόν είχαν φτιάξει την καλοσύνη
διαλογίζεται
Είναι ένα κοίτασμα υδραργύρου
Θα μπορούσες να το γλύψεις μονομιάς
Νόμισα πως το Κτήνος στρεφόταν σε μένα είδα ξανά τη βρωμιά
της αστραπής
Πόσο είναι άσπρο στις μεμβράνες του μες στην σβελτάδα των δα-
σών από σημύδες όπου στήνεται η ενέδρα
Μες στα ξάρτια των καραβιών του που στην πλώρα τους βουτά μια
γυναίκα με την κούραση του έρωτα να τη στολίζει πράσινη
μάσκα
Μάταιος συναγερμός το Κτήνος κρατά τα νύχια του διεγερτική
στεφάνη γύρω από τα στήθη
Προσπαθώ να μην παραπατώ φανερά όταν κουνά την ουρά του
Που είναι σημαδεμένη άμαξα και καμτσικιά
Μες στην πνιγερή οσμή της κικινδέλης
Απ’ το φορείο το βρωμισμένο με μαύρο αίμα και με χρυσάφι προς
το φεγγάρι
Ακονίζει ένα του κέρατο στο ενθουσιασμένο δέντρο των αιτιάσεων
κουλουριάζεται με φοβερή νωχέλια κολακευμένο
Το Κτήνος γλύφει το όργανό του δεν είπα τίποτα

μετφρ. Γιώργος Σπανός,  εκδ. Πλέθρον,1983

Πηγή: http://www.poiein.gr/2022/02/25/andre-breton-%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF%CF%82-%CE%BC%CE%B5%CF%84%CF%86%CF%81-%CE%B3%CE%B9%CF%8E%CF%81%CE%B3%CE%BF%CF%82-%CF%83%CF%80%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82-%CE%B5%CE%BA/?fbclid=IwAR1DozHvqHVl5YWU-UaUJIS1Uj2hh3Tc8_28-oti-ZIMbJlLtRuukl19UKk

Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2021

André Breton-[Πάντα για πρώτη φορά]


Πάντα για πρώτη φορά
Μετά βίας σε γνωρίζω εξ όψεως
Επιστρέφεις εκείνη την ώρα της νύχτας σε ένα σπίτι
πλάγια απ’ το παράθυρό μου
Σπίτι ολάκερα φανταστικό
Είναι εκεί που από δευτερόλεπτο σε δευτερόλεπτο
Μέσα στο απαράβατο σκοτάδι
Περιμένω να συμβεί μία φορά ακόμα το συναρπαστικό ρήγμα
Το ρήγμα το μοναδικό
Στην πρόσοψη και στην καρδιά μου
Όσο πιο κοντά σου έρχομαι
Στην πραγματικότητα
Όσο περισσότερο το κλειδί τραγουδά στην πόρτα του άγνωστου δωματίου
Όπου μου φανερώνεσαι μονάχη
Στην αρχή ενώνεσαι ακέραιη με τη φωτεινή
Τη φευγαλέα γωνία μιας κουρτίνας
Είναι χωράφι γιασεμιών που ατένισα χαράματα
σε ένα δρόμο στα περίχωρα της Grasse
Με το διαγώνιο ράπισμα των κοριτσιών ενώ συλλέγουν
Πίσω τους τα σκοτεινά να πέφτουνε φτερά των γυμνωμένων φυτών
Μπροστά τους η πλατεία εκτυφλωτικού φωτός
Η αυλαία αόρατα ανεβασμένη
Σ’ έναν παροξυσμό τα άνθη συρρέουν όλα μέσα
Είσαι εσύ σε πάλη ενάντια στην ώρα εκείνη την τόσο μακριά ποτέ
αρκετά θολή μέχρι τον ύπνο
Εσύ σαν να μπορούσες να ‘σαι
Η ίδια παρά τ’ ότι εγώ δε θα σε συναντήσω ίσως
ποτέ
Κάνεις να φαίνεται σα να μην ξέρεις πως σε παρακολουθώ
Με τρόπο θαυμαστό δεν είμαι πλέον σίγουρος ότι το ξέρεις
Η απραξία σου μου φέρνει δάκρυα στα μάτια
Ένα σμήνος ερμηνείες περιβάλλει την κάθε σου χειρονομία
Είναι ετούτο ένα κυνήγι του μελιού
Είναι καρέκλες κουνιστές του καταστρώματος είναι κλαδιά
που κινδυνεύεις να σε γδάρουν μες στο δάσος
Είναι σε μια βιτρίνα της οδού Notre-Dame-de-Lorette
Δυο σταυρωμένες γάμπες όμορφες πιασμένες με ψηλές κάλτσες
Που ξεχειλώνουν στην καρδιά ενός μεγάλου άσπρου τριφυλλιού
Είναι μια μεταξένια σκάλα που ξεδιπλώνεται πάνω από τον κισσό
Είναι
Τι άλλο από την κλίση μου πάνω από τον γκρεμό και από την δική σου απουσία
Βρήκα το μυστικό κλειδί
Του να σε αγαπώ
Πάντα για πρώτη φορά

[Μετάφραση: Μαρία Θεοφιλάκου]

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

Andre Breton-Εγώ είμαι ανοίξτε


Τα τετράγωνα του αέρος σπάζουν με τη σειρά τους

Από καιρό πια δεν υπάρχουν καθρέφτες

Και οι γυναίκες καμώνονται μέρα και νύχτα πως δεν είναι τόσο ωραίες

Όταν πλησιάζουν τα πουλιά που πρόκειται να καθίσουν στον ώμο τους

Γέρνουν πίσω το κεφάλι απαλά χωρίς να κλείσουν τα μάτια

Το παρκέτο και τα έπιπλα στάζουν αίμα

Μια αράχνη στέκει στο κυανό της δίχτυ επάνω σ’ ένα άδειο πτώμα

Παιδιά κρατώντας ένα φανάρι προχωρούν μέσα στα άλση

Ζητούν από τα φύλλα τον ίσκιο των λιμνών

Μα οι σιωπηλές λίμνες ασκούν μεγάλη έλξη


Τώρα πια δεν φαίνεται στην επιφάνεια παρά ένα μικρό φανάρι που χαμηλώνει

Στις τρεις πόρτες του σπιτιού είναι καρφωμένες τρεις άσπρες κουκουβάγιες

Την ανάμνησιν των ερώτων της ώρας

Η άκρη των φτερών τους είναι χρυσωμένη σαν τις χάρτινες κορόνες

που πέφτουν στροβιλιζόμενες από τα νεκρά δένδρα

Η φωνή αυτών των μελετών βάζει γαϊδουράγκαθα στα χείλη

Κάτω από το χιόνι το αλεξικέραυνο γοητεύει τα γεράκια.



Andre Breton (Μτφ: Ανδρέας Εμπειρίκος)

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020

Andre Breton & Paul Eluard -Προπατορική κρίση

Lost Bodies-Λήστεψε τον ήχο


Δώσε το χέρι σου στους άλλους για να το φυλάξουν.
Βάλε την τάξη στη θέση της, ανακάτεψε τις πέτρες του δρόμου.
Σχημάτισε τα μάτια σου κλείνοντάς τα.
Κάνε από τα χάδια σου, χάδια για τα χάδια σου.
Λήστεψε τον ήχο από το νόημά του.
Μάθε να περιμένεις με τα πόδια μπροστά σου.
Γίνε ο καθρέφτης της πέτρας που εφαρμόζει μέσα στο καινούργιο τζάμι.
Κάνε μου τη χάρη να μπεις και να φύγεις πατώντας στις μύτες των ποδιών σου.
Χωρίς να ενδώσεις φαντάσου χελιδόνια.
Κοίταξε από κοντά αυτά τα δύο σπίτια : στο ένα είσαι νεκρός και στο άλλο είσαι νεκρός.
Τρώγε πουλιά μόνο σε κατάσταση φύλλου.
Χτύπα την πόρτα και φώναξε: «Έλα μέσα» - και μην μπαίνεις μέσα.

Music & video by Lost Bodies
Στίχοι: Μπρετόν & Έλυαρ απο το βιβλίο τους "Άμωμη σύλληψη" (Le Immaculee Conception) το ποίημα λέγεται "Προπατορική κρίση". Ο Σπύρος Μειμάρης έστησε μια τρολιά στη δεκαετία του 70 μεταφράζοντας το ποίημα και παρουσιάζοντάς το σαν δικό του στο περιοδικό "Panterma" για να δει τις αντιδράσεις των κριτικών. Με απόλυτο σεβασμό σε αυτή τη τρολιά το ποίημα ανήκει και στον Σπύρο.

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2019

André Breton-Ελεύθερη ένωση

L'union libre

Ma femme à la chevelure de feu de bois
Aux pensées d’éclairs de chaleur
A la taille de sablier
Ma femme à la taille de loutre entre les dents du tigre
Ma femme à la bouche de cocarde et de bouquet d’étoiles de dernière grandeur
Aux dents d’empreintes de souris blanche sur la terre blanche
A la langue d’ambre et de verre frottés
Ma femme à la langue d’hostie poignardée
A la langue de poupée qui ouvre et ferme les yeux
A la langue de pierre incroyable
Ma femme aux cils de bâtons d’écriture d’enfant
Aux sourcils de bord de nid d’hirondelle
Ma femme aux tempes d’ardoise de toit de serre
Et de buée aux vitres
Ma femme aux épaules de champagne
Et de fontaine à têtes de dauphins sous la glace
Ma femme aux poignets d’allumettes
Ma femme aux doigts de hasard et d’as de coeur
Aux doigts de foin coupé
Ma femme aux aisselles de martre et de fênes
De nuit de la Saint-Jean
De troène et de nid de scalares
Aux bras d’écume de mer et d’écluse
Et de mélange du blé et du moulin
Ma femme aux jambes de fusée
Aux mouvements d’horlogerie et de désespoir
Ma femme aux mollets de moelle de sureau
Ma femme aux pieds d’initiales
Aux pieds de trousseaux de clés aux pieds de calfats qui boivent
Ma femme au cou d’orge imperlé
Ma femme à la gorge de Val d’or
De rendez-vous dans le lit même du torrent
Aux seins de nuit
Ma femme aux seins de taupinière marine
Ma femme aux seins de creuset du rubis
Aux seins de spectre de la rose sous la rosée
Ma femme au ventre de dépliement d’éventail des jours
Au ventre de griffe géante
Ma femme au dos d’oiseau qui fuit vertical
Au dos de vif-argent
Au dos de lumière
A la nuque de pierre roulée et de craie mouillée
Et de chute d’un verre dans lequel on vient de boire
Ma femme aux hanches de nacelle
Aux hanches de lustre et de pennes de flèche
Et de tiges de plumes de paon blanc
De balance insensible
Ma femme aux fesses de grès et d’amiante
Ma femme aux fesses de dos de cygne
Ma femme aux fesses de printemps
Au sexe de glaïeul
Ma femme au sexe de placer et d’ornithorynque
Ma femme au sexe d’algue et de bonbons anciens
Ma femme au sexe de miroir
Ma femme aux yeux pleins de larmes
Aux yeux de panoplie violette et d’aiguille aimantée
Ma femme aux yeux de savane
Ma femme aux yeux d’eau pour boire en prison
Ma femme aux yeux de bois toujours sous la hache
Aux yeux de niveau d’eau de niveau d’air de terre et de feu.
......................................................................................................................................................................

Ελεύθερη ένωση

Η γυναίκα μου με μαλλιά φωτιάς από ξύλα
Η γυναίκα μου με σκέψεις αστραπών της ζέστης
Με μέση κλεψύδρας
Η γυναίκα μου με μέση σβίδρας ανάμεσα στα δόντια της τίγρης
Η γυναίκα μου με στόμα κονκάρδας και ανθοδέσμης άστρων
μικρότερου μεγέθους
Με δόντια αποτυπώματα άσπρου ποντικιού πάνω στην άσπρη γη
Με γλώσσα κεχριμπαριού και γυαλιού τριμμένου
Με γλώσσα μαχαιρωμένου αντίδωρου
Με γλώσσα κούκλας που ανοιγοκλείνει τα μάτια της
Με γλώσσα πέτρας απίστευτης
Η γυναίκα μου με ματόκλαδα όρθιες γραμμούλες παιδικής
γραφής
Με φρύδια περίγυρου φωλιάς χελιδονιού
Η γυναίκα μου με κροτάφους σχιστόλιθου στέγης θερμοκηπίου
Κι άχνας στα παράθυρα

Η γυναίκα μου με ώμους σαμπάνιας
Και κρήνης με κεφάλια δελφινιών κάτω από τον πάγο
Η γυναίκα μου με καρπούς χεριών από σπίρτα
Η γυναίκα μου με δάχτυλα τύχης και καρδιάς άσσου κούπα
Με δάχτυλα θερισμένου σταχυού
Η γυναίκα μου με μασχάλες τριχώματος του κουναβιού και
καρπών οξιάς
Της νύχτας του Αϊ-Γιαννιού
Της αγριομυρτιάς και φωλιάς σκαλαριών
Με μπράτσα του αφρού της θάλασσας και του υδροφράγματος
Και μίγματος σταριού και μύλου
Η γυναίκα μου με γάμπες βεγγαλικού
Με κινήσεις ωρολογιακές κι απελπισίας
Η γυναίκα μου με γάμπες από μεδούλι της ακτέας
Η γυναίκα μου με πόδια αρχικά ονομάτων
Με πόδια εσμού κλειδιών με πόδια καλφάδων που πίνουν

Η γυναίκα μου με λαιμό μαργαριταριού αλεσμένου κριθαριού
Η γυναίκα μου με λαιμό χρυσής κοιλάδας
Και συναντήσεων μέσα στην ίδια την κοίτη του χειμάρρου
Με στήθια της νύχτας
Η γυναίκα μου με στήθια θαλασσινής φωλιάς του τυφλοπόντικα
Η γυναίκα μου με στήθια χοάνης για ρουμπίνια
Με στήθια φάσματος του ρόδου κάτω απ’ τη δροσιά
Η γυναίκα μου με κοιλιά βεντάλιας των ημερών όταν ξεδιπλώνεται
Με κοιλιά γιγάντιο νύχι γαμψό
Η γυναίκα μου με ράχη πουλιού που φεύγει κατακόρυφα
Με πλάτη υδραργύρου
Με πλάτη φωτός
Με σβέρκο πέτρας στρογγυλεμένης και κιμωλίας βρεμένης
Και πεσίματος του ποτηριού που μόλις ήπιαμε
Η γυναίκα μου με γοφούς μικρού πλοίου
Η γυναίκα μου με γοφούς πολυελαίου και με φτερά σαΐτας
Και με μίσχους φτερών άσπρου παγωνιού
Και ζυγαριάς ανευαίσθητης
Η γυναίκα μου με γλουτούς από αμμόπετρα και αμίαντο
Η γυναίκα μου με γλουτούς ράχης του κύκνου
Η γυναίκα μου με γλουτούς της άνοιξης
Με αιδοίο γλαδιόλας
Η γυναίκα μου με αιδοίο φλέβας χρυσού κι ορνιθόρυγχου
Η γυναίκα μου με αιδοίο φύκια και καραμέλες του παλιού καιρού
Η γυναίκα μου με αιδοίο καθρέφτη
Η γυναίκα μου με τα μάτια της γεμάτα δάκρυα
Με μάτια μενεξεδιάς πανοπλίας και μαγνητισμένης βελόνας
Η γυναίκα μου με μάτια σαβάνας
Η γυναίκα μου με μάτια νερού για να πίνεις στη φυλακή
Η γυναίκα μου με μάτια του ξύλου πάντα κάτω από τον πέλεκυ
Με μάτια στο ύψος του νερού στο ύψος του αέρα της γης και της φωτιάς
Μετάφραση : Νάνος Βαλαωρίτης

..................................................................
Ο Ελεύθερος Γάμος

Η γυναίκα μου με τα μαλλιά της φωτιάς του ξύλου
Με σκέψεις των αστραπών της ζεστασιάς
Με τη μέση της κλεψύδρας
Η γυναίκα μου με τη σιλουέτα της ενυδρίδας μέσα στης τίγρης τα δόντια
Η γυναίκα μου με κονκάρδα το στόμα της και με το μπουκέτο
των άστρων του τελευταίου μεγαλείου
Με δόντια αποτυπώματα του λευκού ποντικού πάνω στην άσπρη γη
Mε την κεχριμπαρένια γλώσσα την καθαρισμένη
Η γυναίκα μου με τη γλώσσα της μαχαιρωμένης όστιας
Με τη γλώσσα της κούκλας που ανοίγει και κλείνει τα μάτια
Με τη γλώσσα της πέτρας της απίστευτης
Η γυναίκα μου στα βλέφαρά της κοντύλια των μικρών παιδιών
Στα φρύδια της η άκρη της χελιδονοφωλιάς
Η γυναίκα μου στους κροτάφους της οι σχιστόλιθοι σκεπής θερμοκηπίου
Και με τους αχνούς στα τζάμια
H γυναίκα μου με τους ώμους της σαμπάνιας
Και με σιντριβάνι από κεφάλια δελφινιών που ζουν κάτω απ’ τον πάγο
Η γυναίκα μου με τους καρπούς σαν τα σπίρτα
Η γυναίκα μου με τα δάχτυλα του τυχαίου και του άσσου κούπα
Με τα δάχτυλα του κομμένου χόρτου
Η γυναίκα μου με τις μασχάλες των αλεπούδων της νύχτας του Άη Γιάννη
Με μπράτσα απ’ τον αφρό της θάλασσας και του υδατοφράκτη
Και με το ανακάτωμα του σταριού και του μύλου
Η γυναίκα μου με τις γάμπες σα ρουκέτα
Με κινήσεις ρολογιού κι απελπισίας
Η γυναίκα μου με κνήμες απ’ το μεδούλι του κουφόξυλου
Η γυναίκα μου με πόδια γράμματα κεφαλαία
Με πόδια αρμαθιά κλειδιά στο πόδια των πιωμένων καλφάδων
Η γυναίκα μου με μαργαριταρένιο κριθάρι στο λαιμό
Η γυναίκα μου με χρυσή κοιλάδα στήθος
Το ραντεβού μέσα στην ίδια την κοίτη του χειμάρρου
Στα στήθια της νύχτας
Η γυναίκα μου με στήθια θαλασσινά καλύβια
Η γυναίκα μου με στήθια όρυγμα ρουμπινιών
Με τα στήθια φάντασμα του τριαντάφυλλου κάτω απ’ την τριανταφυλλιά
Η γυναίκα μου με την κοιλιά ξεδίπλωμα της βεντάλιας των ημερών
Με την κοιλιά γαμψό νύχι γιγάντιο
Η γυναίκα μου με την πλάτη του πουλιού που δραπετεύει κάθετα
Με την πλάτη του ζωηρού ασημιού
Με την πλάτη του φωτός
Με σβέρκο από τυλιγμένη πέτρα και βρεγμένη κιμωλία
Και το πέσιμο ενός ποτηριού απ’ όπου μόλις ήπιαμε
Η γυναίκα μου με τους γοφούς της βάρκας
Με τους γοφούς της γυαλάδας και τις φτερούγες του βέλους
Και από κοτσάνια φτερών του άσπρου παγωνιού
Της ζυγαριάς της άσπλαχνης
Η γυναίκα μου με τα οπίσθια από κεραμικό και από αμίαντο
Η γυναίκα μου με τα οπίσθια από την πλάτη του κύκνου
Η γυναίκα μου με τα οπίσθια της άνοιξης
Με το σεξ της γλαδιόλας
Η γυναίκα μου με το σεξ της διευθέτησης και του ορνιθόρρυγχου
Η γυναίκα μου με το σεξ από φύκια και από αρχαίες καραμέλες
Η γυναίκα μου με το σεξ του καθρέφτη
Η γυναίκα μου με τα μάτια με δάκρυα γεμάτα
Με τα μάτια μενεξεδιάς πανοπλίας και μαγνητισμένης βελόνας
Η γυναίκα μου με μάτια της σαβάνας
Η γυναίκα μου με μάτια νερό να το πιείς στην φυλακή
Η γυναίκα μου με μάτια δάσος συνέχεια κάτω απ’ το τσεκούρι
Με μάτια της στάθμης του νερού της στάθμης του αέρα της γης και της φωτιάς

(μετφρ.-σημείωμα: Κώστας Ριτσώνης)

Τρίτη 7 Μαΐου 2019

ANDRÉ BRETON -Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟΣ ΔΙΑΝΟΜΕΑΣ ΣΕΒΑΛ

Αποτέλεσμα εικόνας για βρετον
Εμείς τα πουλιά που πάντα τα μαγεύεις απ’ τα ύψη ετούτων των καλλιθεών
Και που κάθε νύχτα φτιάχνουμε ένα μόνο ανθισμένο κλαδί απ’ τους ώμους
σου ώσμε τα μπράτσα της ζωντανής σου χειράμαξας
Που τους σηκώνουμε πιο ζωηρούς κι απ’ τους σπινθήρες του περικαρπίου σου
Εμείς είμαστε οι στεναγμοί του γυάλινου αγάλματος που ανασηκώνεται στον
έναν του αγκώνα οσάκις ο άντρας γέρνει να τον πάρει λιγάκι
Και απαυγάζοντα ανοίγματα χαίνουν στην κλίνη του
Ανοίγματα απ’ όπου διακρίνεις ελάφια σε ξέφωτα με τα κέρατά τους
κοράλλινα
Και γυναίκες γυμνές στο μύχιο κάποιων ορυχείων βάθος
Εσύ τότε θυμάσαι ότι σηκώθηκες ευθύς και κατήλθες
Απ’ το τραίνο
Χωρίς ούτε καν βλέμμα να ρίξεις στη λοκομοτίβα βορά στις τεράστιες ρίζες
των βαρομέτρων
Που θρηνεί μέσα στο παρθένο δάσος για όλους τους σκοτωμένους της
ατμολέβητες
Με τα φουγάρα της να καπνίζουν υάκινθους και ν’ αλλάζουν πουκάμισα
σάμπως ίδια γαλάζια φίδια
Εμείς τότε εμείς προλαβαίνουμε τα φυτά όλα εκείνα που σε
μεταμορφώσεις υπόκεινται
Σινιάλα κάθε νύχτα κάνοντας από τον άνδρα αντιληπτά το κατά δύναμιν
μόνο
Ενώ το σπίτι του αυτουνού καταρρέει κι εκείνος στέκεται εμβρόντητος
μπροστά στις μοναδικές του συναρμόσεις
Το κρεβάτι του ψάχνοντας με τον διάδρομο και τη σκάλα
Η σκάλα διακλαδίζεται τείνουσα εις το άπειρον
Σε βάζει σ’ ένα περβάζι που ’ναι πόρτα μυλόπετρας
Και ξαφνικά εντελώς διαπλατύνεται και γίνεται δημόσια πλατεία
Είναι καμωμένη από κύκνων ραχοκοκκαλιές μ’ ένα φτερό για κουπαστή
απλωτό
Περί τον άξονά της στρέφεται λες και ποθεί να δαγκωθεί
Όμως όχι όχι αρκείται παίρνοντάς μας τώρα καταπόδι ν’ ανοίγει όλα
τα βήματα κι όλα της τα σκαλοπάτια
Σαν νά ’ν’ συρτάρια
Συρτάρια σάρκινα με πόμολα από τρίχες ανθρώπινης κόμης
Αυτή την ώρα οπού χιλιάδες παπιά της Βωκανσόν ισιάζουν τα φτερά τους
Χωρίς να γυρίσεις έπιασες το μυστρί που ’χεις για να φτιάχνεις στήθη
Εμείς σου χαμογελάσαμε κι εσύ μας είχες πιάσει απ’ τη μέση
Κι εμείς μετά παίρναμε όποια πόζα ήθελες εσύ
Ασάλευτοι κάτω από τα βλέφαρά μας εσαεί και όπως στη γυναίκα αρέσει
να βλέπει τον άντρα
Ύστερα από τη γενετήσια πράξη

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019

André Breton -Τα γραπτά φεύγουν


Το ατλάζι των φύλλων που γυρίζει κανείς στα βιβλία σχηματίζει
μια γυναίκα τόσο ωραία
που όταν δεν διαβάζει κανείς την ατενίζει με λύπη
χωρίς να τολμά να της μιλήσει χωρίς να τολμά να της πει πως
είναι τόσο ωραία
που αυτό που πρόκειται να μάθουμε δεν έχει τιμή
Αυτή η γυναίκα περνά ανεπαισθήτως μέσα σε θρόισμα λουλουδιών
καμιά φορά στρέφεται μέσα στις τυπωμένες εποχές
και ζητά την ώρα ή καμώνεται πως κοιτάζει τα κοσμήματα
κατάματα
όπως δεν κάνουν τ' αληθινά πλάσματα
Και ο κόσμος πεθαίνει ένα ρήγμα δημιουργείται στα δακτυλίδια
του αέρος
ένα σχίσμα στην θέση της καρδιάς
Οι πρωινές εφημερίδες φέρνουν αοιδούς των οποίων η φωνή έχει
το χρώμα της άμμου πάνω σε ακτές απαλές και κινδυνώδεις
και καμιά φορά οι βραδινές αφήνουν να περάσουν κάτι πολύ νέα
κοριτσάκια που οδηγούν θηρία αλυσοδεμένα
Μα το πιο ωραίο είναι στα ενδιάμεσα διαστήματα ορισμένων
γραμμάτων
όπου χέρια πιο λευκά από το κέρας των αστεριών το μεσημέρι
αφανίζουν μια φωλιά λευκών χελιδονιών
για να βρέχει πάντοτε

Τόσο χαμηλά τόσο χαμηλά που τα φτερά δεν μπορούνε πια να
σμίξουν
Χέρια απ' όπου ανεβαίνει κανείς σε μπράτσα τόσο ελαφρά που η άχνα
των λιβαδιών στα χαριτωμένα της κυματιστά περιπλέγματα πάνω
από τις λίμνες είναι ο ατελής τους καθρέφτης
μπράτσα που δεν εναρθρώνονται με τίποτε άλλο παρά με τον
εξαιρετικό κίνδυνο ενός σώματος καμωμένου νια τον έρωτα
του οποίου η κοιλιά καλεί τους στεναγμούς που ξέφυγαν από
θάμνους γιομάτους πέπλους
και που δεν έχει τίποτε το εγκόσμιο εκτός από την αχανή παγωμένη
αλήθεια των ελκήθρων των βλεμμάτων επί της κατάλευκης
εκτάσεως
αυτού που δεν θα ξαναδώ πια
εξαιτίας ενός θαυμαστού ματόδεσμου
που φορώ στο παιχνίδι της τυφλόμυγας των τραυμάτων

μτφρ. Ανδρέας Εμπειρίκος (1901-1975)

Πηγή: http://aforesmos.blogspot.com/2015/02/blog-post_4.html

Αντρέ Μπρετόν - Φασματικές στάσεις



Δεν δίνω καμιά σημασία στη ζωή
Δεν καρφώνω την παραμικρή πεταλούδα ζωής στη σημασία.
Δεν σημαίνω για τη ζωή.
Μα τα κλαριά του αλατιού τα λευκά κλαριά
Όλες οι φυσαλίδες από σκιά
Και οι θαλάσσιες ανεμώνες
Κατεβαίνουν και αναπνέουν στο εσωτερικό της σκέψης μου
Έρχονται δάκρυα που δεν χύνω
Βήματα που δεν κάνω που είναι δυο φορές βήματα
Και που τα θυμάται ο άλλος στην ώρα της παλίρροιας
Τα σύρματα είναι στο μέσα μέρος του κλουβιού
Και τα πουλιά έρχονται από πολύ ψηλά να κελαϊδήσουν μπροστά
σ’ αυτά τα σύρματα
Ένας υπόγειος διάδρομος σμίγει όλα τ’ αρώματα
Μια μέρα μια γυναίκα μπήκε μέσα
Αυτή η γυναίκα έγινε τόσο στιλπνή που δε μπόρεσα να την δω
Με τα μάτια που δεν είδαν εμέ τον ίδιο να καίγεται
Είχα ήδη αυτή την ηλικία που έχω
Και επαγρυπνούσα στον εαυτό μου στη σκέψη μου σαν
νυχτοφύλακας σε μια πελώρια φάμπρικα
Μόνος φύλακας
Η πλατεία εμάγευε πάντοτε τους ίδιους τροχιοδρόμους
Οι γύψινες μορφές δεν είχαν χάσει τίποτε από
την έκφρασή τους
Δαγκάναν το σύκο του χαμόγελου
Ξέρω μια στόφα σε μια πολιτεία εξαφανισμένη
Αν μου άρεζε να εμφανισθώ μπροστά σας ντυμένος με
αυτήν τη στόφα
Θα νομίζατε πως πλησιάζει το τέλος σας
Καθώς και το δικό μου
Στο τέλος τα συντριβάνια θα καταλάβαιναν πως δεν πρέπει
να λέμε Συντριβάνι
Τους λύκους τους προσελκύουν με καθρέφτες από χιόνι
Έχω μια βάρκα χυμένη απ’ όλα τα κλίματα
Παρασύρομαι από ένα παγόβουνο με φλογάτα δόντια
Κόβω και τσακίζω το ξύλο του δέντρου που θά ’ναι
πάντα πράσινο
Ένας μουσικός μπλέκεται στις χορδές του οργάνου του
Το Μαύρο Περίπτερο της εποχής καμιάς παιδικής ιστορίας
Πλησιάζει ένα σκάφος που δεν είναι παρά το φάντασμα
του ιδικού του
Ίσως να υπάρχει μια λαβή σε αυτό το ξίφος
Μα σε αυτή τη λαβή υπάρχει ήδη μια μονομαχία
Που κατά τη διάρκειά της αφοπλίζονται οι δύο αντίπαλοι


Οι κουρτίνες που ποτέ δεν τραβήχτηκαν
Πλέουν στα παράθυρα των σπιτιών που θα κτισθούν
Τα κρεβάτια τα παλιωμένα απ’ όλα τα κρίνα γλιστρούν
κάτω απ’ τις λάμπες από δρόσο
Θα έλθει ένα βράδυ
Οι από φως χρυσίτες ακινητούν κάτω απ’ την κυανήν χλόη
Τα χέρια που δένουν και λύνουν τους κόμπους του έρωτος
Διατηρούν όλη τους τη διαφάνεια για όσους βλέπουν
Και βλέπουν τα φοινικόφυλλα επάνω στα χέρια
Τις κορώνες μέσα στα μάτια
Μα η ανδρικιά των κορωνών και των φοινικοφύλλων
Ανάβει μόλις ανάβει στα πιο βαθειά του δάσους
Εκεί που τα ελάφια σκύβοντας εγκατοπτρίζουνε τα χρόνια
Δεν ακούγεται παρά ένας αδύνατος χτύπος
Απ’ όπου βγαίνουν χίλιοι κρότοι πιο ελαφροί ή πιο υπόκωφοι
Και αυτός ο χτύπος διαιωνίζεται
Υπάρχουν φορέματα που δονούνται
Και η δόνησή τους συγχρονίζεται με αυτόν το χτύπο
Μα όταν θέλω να δω το πρόσωπο αυτών που τα φορούν
Μιά μεγάλη ομίχλη σηκώνεται από τη γη
Στο κάτω μέρος των καμπαναριών πίσω από τις πιο κομψές
δεξαμενές ζωής και πλούτου
Στα φαράγγια που σκοτεινιάζουν ανάμεσα σε δυό βουνά
Στη θάλασσα την ώρα που δροσίζει ο ήλιος
Τα πλάσματα που μου κάνουνε νόημα τα χωρίζουν άστρα
Και ως τόσο η άμαξα που σύρεται με καλπασμό
Παρασύρει ώς και τον τελευταίο μου δισταγμό
Που με προσμένει εκεί πέρα στην πολιτεία όπου
τα μπρούτζινα και τα πέτρινα αγάλματα αλλάξανε θέσεις
με τ΄ αγάλματα από κερί
Βαγιάνοι βαγιάνοι

(André Breton, 19 Φεβρουαρίου 1896 - 28 Σεπτεμβρίου 1966)
Μετάφραση: Ανδρέας Εμπειρίκος.
Από το βιβλίο: Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου «... δεν άνθισαν ματαίως – Ανθολογία Υπερρεαλισμού» Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1980, σελ. 274 -276





“Words have finished flirting. Now they are making love.” Α.Β. 

Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2019

André Breton, «Πάντα για πρώτη φορά»


Πάντα για πρώτη φορά
Μετά βίας σε γνωρίζω εξ όψεως
Επιστρέφεις εκείνη την ώρα της νύχτας σε ένα σπίτι
πλάγια απ' το παράθυρό μου
Σπίτι ολάκερα φανταστικό
Είναι εκεί που από δευτερόλεπτο σε δευτερόλεπτο
Μέσα στο απαράβατο σκοτάδι
Περιμένω να συμβεί μία φορά ακόμα το συναρπαστικό ρήγμα
Το ρήγμα το μοναδικό
Στην πρόσοψη και στην καρδιά μου
Όσο πιο κοντά σου έρχομαι
Στην πραγματικότητα
Όσο περισσότερο το κλειδί τραγουδά στην πόρτα του άγνωστου δωματίου
Όπου μου φανερώνεσαι μονάχη
Στην αρχή ενώνεσαι ακέραιη με τη φωτεινή
Τη φευγαλέα γωνία μιας κουρτίνας
Είναι χωράφι γιασεμιών που ατένισα χαράματα
σε ένα δρόμο στα περίχωρα της Grasse
Με το διαγώνιο ράπισμα των κοριτσιών ενώ συλλέγουν
Πίσω τους τα σκοτεινά να πέφτουνε φτερά των γυμνωμένων φυτών
Μπροστά τους η πλατεία εκτυφλωτικού φωτός
Η αυλαία αόρατα ανεβασμένη
Σ' έναν παροξυσμό τα άνθη συρρέουν όλα μέσα
Είσαι εσύ σε πάλη ενάντια στην ώρα εκείνη την τόσο μακριά ποτέ
αρκετά θολή μέχρι τον ύπνο
Εσύ σαν να μπορούσες να 'σαι
Η ίδια παρά τ' ότι εγώ δε θα σε συναντήσω ίσως
ποτέ
Κάνεις να φαίνεται σα να μην ξέρεις πως σε παρακολουθώ
Με τρόπο θαυμαστό δεν είμαι πλέον σίγουρος ότι το ξέρεις
Η απραξία σου μου φέρνει δάκρυα στα μάτια
Ένα σμήνος ερμηνείες περιβάλλει την κάθε σου χειρονομία
Είναι ετούτο ένα κυνήγι του μελιού
Είναι καρέκλες κουνιστές του καταστρώματος είναι κλαδιά
που κινδυνεύεις να σε γδάρουν μες στο δάσος
Είναι σε μια βιτρίνα της οδού Notre-Dame-de-Lorette
Δυο σταυρωμένες γάμπες όμορφες πιασμένες με ψηλές κάλτσες
Που ξεχειλώνουν στην καρδιά ενός μεγάλου άσπρου τριφυλλιού
Είναι μια μεταξένια σκάλα που ξεδιπλώνεται πάνω από τον κισσό
Είναι
Τι άλλο από την κλίση μου πάνω από τον γκρεμό και από την δική σου απουσία
Βρήκα το μυστικό
Του να σε αγαπώ
Πάντα για πρώτη φορά

André Breton ( 19 Φεβρουαρίου 1896 - 28 Σεπτεμβρίου 1966)
μετάφραση: Μαρία Θεοφιλάκου