Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Ίσαρης Αλέξανδρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Ίσαρης Αλέξανδρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2025

Αλέξανδρος Ίσαρης - Το όνειρο

    

Είδα

Καθώς ξημέρωνε τους δυο τους να παλεύουν

Μα ήμουν σίγουρος πως ήταν πεθαμένοι.

Τα σώματά τους ίδρωναν απ’ την προσπάθεια

Γιατί δεν ήξεραν    Πώς να νικήσουν.

Γλιστρούσε ο ήλιος στάζοντας βλέννες.

Το πλήθος κραύγαζε.

Νίκη στο Στέφανο!

Νίκη στο Στέφανο!

Νίκη στον ξανθομάλλη!


Εγώ πετούσα και τους έβλεπα από ψηλά.

Τα δάχτυλά τους στρεβλωμένα κι οι σάρκες

Ιδρωμένες.      Μύριζαν αρσενικό.

Εύκαμπτες μάζες που τεντώνονταν

Μέσα στον άνεμο και στόματα νωπά.

Το ένα μέτωπο πάνω απ’ τ’ άλλο- άλλοτε κολλητά

Σκόνη σηκώθηκε λευκή

Είδα τα ούλα τους, τα δόντια που κροτάλιζαν

Νίκη σ’ αυτόν με την ελιά!


Ο Στέφανος καρφώθηκε βαριανασαίνοντας ˙

Φωτίστηκε.

Η μέση του ρουφήχτηκε κι έφτυσε φως.

Μάτια διαμπερή, ηλεκτρικά

Μαύρα σταφύλια, αρπιστές

Και γυάλινοι τραγουδιστές


Αχ Στέφανε!

Αχ Στέφανε!

Το ένα χέρι στη μασχάλη

Το άλλο σαν φτερούγα

Ή σαν πουλί˙

Τον φίλησε στο στόμα. Τα δυο αγάλματα έμειναν μόνα τους


Στην Πλατεία

Ερημιά.


 Οι Τριστάνοι


Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024

Αλέξανδρος Ίσαρης - Τι όμορφη που είναι αυτή η μοναξιά!


Τι όμορφη που είναι αυτή η μοναξιά!

Γαλάζια στις άκρες και σκοτεινή στην καρδιά

Κατεβαίνει απ’ τα βουνά γρατσουνώντας το πρόσωπο 

Και βυθίζεται στη θάλασσα με μάτια πικραμύγδαλα.

Μυρίζει δειλινό, τώρα που τα ηλιοτρόπια γέρνουν σκεφτικά

Κι όταν με δαγκώνει, το αίμα στέκεται αναποφάσιστο στις φλέβες.


Τι όμορφη που είναι αυτή η μοναξιά!

Απαλή σαν δέρμα κόρης και σαν στέρνο αγοριού

Στο σώμα μου τυλίγεται γλυκός μανδύας ανυπόφορος

Τη μασουλώ αργά αργά, την τρώω ή τη φτύνω

Ανάλογα με τ’ άλογα που τρέχουν στο μυαλό.

Καρδιοχτυπώ και λέω, έλα.


Τι όμορφη που είναι αυτή η μοναξιά!

Η γνώριμη, ο σύντροφος, ο αδελφός μου

Η σύζυγος, το πέπλο, η κλίνη μου,

Εκείνη που σώζει από την απουσία

Αυτή που έρχεται μες σε καΐκι πένθιμο

Μέσα σε άμαξα γεμάτη πασχαλιές.



από τη συλλογή  Οι ελεγείες της απουσίας, στον συγκεντρωτικό τόμο Εγώ ένας ξένος. Ποιήματα 1967-2011, Κίχλη 2013

Τρίτη 20 Αυγούστου 2024

Αλέξανδρος Ίσαρης- Τήνος 2013


Βάδιζα σε παραλία άγρυπνη
Όπου η σελήνη αιμορραγούσε και δεν άκουγες παρά
Το κλάμα του Μοναχικού πάνω στην πέτρα.
Η θάλασσα τραβιόταν κι έφευγε μακριά
Μα όταν γύριζε έπεφτε στ’ άσπρα σπίτια
Και τα ’σφιγγε ανυπόμονα.
Μπήκαμε σε μια βάρκα εγώ και ο φίλος
Που κρατούσε το φεγγάρι αγκαλιά.
Φεγγάρι σάρκινο που άνοιγε και έκλεινε τα μάτια
Σαν όνειρο που πάει να σπάσει.
Τα σύννεφα έρχονταν απ’ το βορρά
Απ’ τον Πλανήτη που αναβόσβηνε αιώνες τώρα.
Τήνος, φεγγάρι της καρδιάς
Γλυκόπικρο λαχάνιασμα πίσω από τοίχο γκρίζο
Τότε που μπήκα μέσα σου κι εσύ γελούσες.
Γεμάτο το κορμί σου με φύκια ερωτικά
Με δάγκωσες με λύσσα κι ο φαλλός μου υψωνόταν
Κοντάρι καλοκαιρινό με δόντια δράκαινας.
«Άκου» σου είπα. «Έτσι θρηνούνε οι Μοναχικοί».
Μα εσύ κοιτούσες το νησί που έλαμπε στο ψέμα.

Πήγα στην άκρη του γιαλού όπου η σελήνη έτρεχε
Στις πλαγιαστές τις πέτρες
Με τις βαθιές σπηλιές να παιανίζουν τους αιώνες.
Χιλιάδες και χιλιάδες πέρασαν από δω
Άλλοτε βογκώντας και άλλοτε έκθαμβοι κοιτώντας
Αυτούς που άπλωναν φτερά πάνω από τα νερά.
Το φως του φεγγαριού μύριζε θειάφι.
 
Τήνος, των αναμνήσεων πληγή 
Πένθος της όρασης 
Σαράκι της αποθυμιάς
 Αέρας δυνατός και κοσμοχαλασιά 
Ματαιωμένος έρωτας 
Άρια που έσβησε μέσα σε ποδοβολητά.

(Από το Ημερολόγιο της Εταιρείας Συγγραφέων 2016 με θέμα το Φεγγάρι)

Πηγή : Andro.gr [ https://www.andro.gr/empneusi/oi-poiites-mas-gia-to-feggari-sta-nisia/4/ ]


Πέμπτη 4 Απριλίου 2024

Αλέξανδρος Ίσαρης - Μέσα στο χώμα καληνύχτα

 Ναι, θα επιστρέψω στο σκοτάδι όπως κι εσύ.
Όμως ως τότε θέλω να γευτώ τα χρώματα
Που βγαίνουν από τ’ άνθη
Όταν το σώμα σφίγγεται για να μη σπάσει.
Θέλω ν’ ανοίξω τα φυλλώματα
Και να ριχτώ στη θάλασσα του στήθους σου
Γλείφοντας και ρουφώντας.
Θέλω να γίνω το κουκούτσι σου
Να τυλιχτείς σαν αύρα γύρω απ’ τη ζωή μου
Να λύσεις τα φιλιά τα κλειδωμένα
Και θέλω να με πάρεις στη μεγάλη προκυμαία.
Θέλω να βγω απ’ τον κλοιό σου
Για να ξανάρθω πέτρινος στην τρυφερή πληγή σου.
Να κλέψω τα λειψά σου όνειρα
Ν’ ακούσω την ορμή σου
Λίγο πριν σκοτεινιάσει
Πριν κλείσει η πόρτα
Και ψιθυρίσω μέσα στο χώμα καληνύχτα.

Αλέξανδρος Ίσαρης, Θα επιστρέψω φωτεινός, 2000.

Πηγή: https://ifigeneiasiafaka.com/2014/08/23/15136/

Σάββατο 30 Μαρτίου 2024

Αλέξανδρος Ίσαρης - Ποιήματα

 ΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟ ΘΕΡΟΣ

Καθώς τραβούσαν το νύχι του δείχτη
Καθώς περνούσαν το σύρμα
Μέσ’ απ’ το λαιμό
Κι ύστερα πάνω από τη γλώσσα
Καθώς κατέβαινε ο υπόγειος
Στον Πειραιά γεμάτος πτώματα
Γελαστά κι ακρωτηριασμένα
Καθώς αναχωρούσες με δεμένες κινήσεις
Για τις νυχτερίδες και τα σαυροειδή
Για το νησί με τους μανδραγόρες.

ΟΤΑΝ ΕΚΕΙΝΗ
Όταν εκείνη ήρθε στον ύπνο μου
Το μαξιλάρι ήταν μούσκεμα
Και το μισό μου πρόσωπο
Σε αποσύνθεση κάτω απ’ το δυνατό
Φως του πορτατίφ.
Το σώμα της με σκέπασε ολόκληρο
Κι έτσι εισχώρησε βαθύ σκοτάδι
Στο μυαλό μου   ένα τραύμα
Διαμπερές που ξερνάει ακρίδες.

Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ
Βουτούσα κάθε τόσο
Γάζες καθαρές
Μέσα στην τρύπα
Πάνω απ’ το μάτι
Κι ύστερα στράγγιζα
Με τα δυο μου
Χέρια τα όνειρα
Ξανά και ξανά
Ώσπου κοιμήθηκα
Εξουθενωμένος.

ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΑ
Έλιωσα πάνω στην πέτρα τόσα χρόνια·
Εγώ κι αυτή γίναμε ένα.
Μονάχα το σπυρί που κουβαλώ
Ζητάει και βγαίνει στον ήλιο
Και φωνάζει.
Λίγο να τ’ ακουμπήσω σχίζεται·
Απ’ τις ρωγμές του ξεπετάγονται ερπετά
Αίματα και φλέβες ανοιχτές.
Μόνος πάνω στην πέτρα.
Δίπλα στη θάλασσα κι από μακριά
Φωνές ανθρώπων και βάρκες
Κι ομιλίες σαν μουρμουρητά.

Όμιλος Φίλων Θαλάσσης

ΕΝΔΕΚΑ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΣΟΡΡΟΠΙΣΤΗ
2.
Οι άνθρωποι που παρακολουθούν τους πειραματισμούς και την αντοχή του, παραμένουν αμέτοχοι. Ο ισορροπιστής, καθώς τους βλέπει από ύψος πάνω απ’ το κανονικό, δεν ξεχωρίζει το επάγγελμα και την ταξική τους προέλευση. τον ενδιαφέρει κυρίως η ματαίωση της πτώσης του και ο πιθανός ακρωτηριασμός. οι πιο πολλοί δεν σηκώνουν καν το κεφάλι για να παρακολουθήσουν τις πορείες του ισορροπιστή.

Ο Ισορροπιστής

[ ΠΕΤΡΕΣ ΘΡΥΜΜΑΤΙΣΜΕΝΕΣ ]
Πέτρες θρυμματισμένες·    Στο μυαλό μου
Ένας πάταγος.    ΧΛΟΥΠ!
Η Μονεμβάσια ξύπνησε και με πονά.
Πώς να την αγνοήσω;
Πώς να σκοτώσω τα εφτάψυχα μάτια της;

Τα ψευδώνυμα

[ ΗΤΑΝ ΕΡΩΤΟΛΗΠΤΟΣ ]
Ήταν ερωτόληπτος.
Αυτοτραυματίστηκε και κρεμάστηκε στο
Δέντρο του Κόσμου. Επί τριάντα χρόνια
έμεινε καθισμένος    χωρίς να μπορεί
να σηκωθεί. Με το ένα κοίταζε, με το
άλλο έκρινε και με το τρίτο καταβρόχθιζε
τα πουλιά, τις γυναίκες, τους δούλους
τις φωτιές και το σκοτάδι.
Αγαπούσε το Φως.

Μυθογραφία

AND MY ENDING IS DESPAIR
AND
 MY ENDING IS DESPAIR
Καθώς περνούν τα χρόνια αναρωτιέμαι ποιος
Να ’μαι τάχα. Ο Λάζαρος που ήξερα;
Η έκλειψη που γύρισε; Ο φόβος που στέρεψε;
Η πρώην της ψυχής μου σημαία;
Ή το ρολόι με τα δράματα;
Στέκομαι στο παράθυρο Θερμόαιμος –
Αναιμικός και συνεχίζω.

Υπέρμαχοι του ρομαντισμού ενωθείτε.
Η μέρα έφτασε.
Ζήτωσαν οι απεγνωσμένοι!

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
Θέλω να γράψω ένα βιβλίο για τους Τριστάνους, το λαό των λυπημένων, που σκορπίστηκε μετά τον πρώτο μεγάλο πόλεμο στα τέσσερα σημεία της γης. Η χώρα τους μοιράστηκε στα δυο και κατοικήθηκε από βάρβαρες φυλές, αλλά τους συναντάς σχεδόν παντού. Αναγνωρίζονται από τα βόρεια χαρακτηριστικά τους, την κυματιστή κόμμωση, και κυρίως από μια κίνηση του ώμου που κάνουν όταν δυσφορούν, και την τριστάνικη διάλεκτο που δεν απέβαλαν ποτέ. Πολλοί απ’ αυτούς ασχολήθηκαν με τις τέχνες ή κυριάρχησαν σαν μορφές μυθιστορημάτων, θεατρικών έργων ή ποιητικών συνθέσεων. Αναφέρω τον Βέρθερο, τον Γκέοργκ Τρακλ, τον Αντονέν Αρτό, τον Γαβριήλ Φορέ, την Σύλβια Πλαθ, τον Σάμιουελ Μπέκετ, τον Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε, την Μαργαρίτα Γκοτιέ, τον Άντον Τσέχοφ, τον Γεώργιο Βιζυηνό, την Έμιλυ Μπροντέ, τον Αντρέι Ταρκόφσκι, τον Χάινριχ φον Κλάιστ, τον Πάουλ Τσέλαν και τον πρίγκιπα Μίσκιν.

8 Δεκεμβρίου 1980

Τριστάνοι

ΑΖΡΑΕΛ – [ΘΑ Μ’ ΑΡΕΣΕ…]
Θα μ’ άρεσε να στέκομαι κοντά στη θάλασσα
Να τρώω γλυκό κεράσι
Μασώντας τα χείλη σου σκιά
Αιμάτινη σχισμή, σάρκα αέρινη της πλησμονής.

Πάει κι αυτός ο χρόνος
Άντε να τελειώνουμε
Στέρεψε το πηγάδι
Το χώμα ακούει από μακριά
Τις σιγανές πατημασιές.
Ερχόμαστε, ερχόμαστε
Γυμνοί και στολισμένοι μπιχλιμπίδια
παραδινόμαστε
Τέλειωσε ο πόλεμος
Ανακωχή.

Πηγή Χαρίτων

ΠΗΓΗ: Αλέξανδρος Ίσαρης «Οι Τριστάνοι», ποιήματα 1966-1992, Αθήνα, 1992

Αναδημοσίευση από: https://exitirion.wordpress.com/2022/02/26/alexandros-isaris/

Αλέξανδρος Ίσαρης - Ποιήματα

Ανταύγειες

Σαν άνεμος βουίζει καθώς τρέχει ο χρόνος
Και τα μαλλιά σου κυματίζουν και τυφλώνουν.
Κάποια παράσταση θα παίζεται εκεί ψηλά.
Με μάσκες και κύμβαλα ουρανομήκη
Μιλάνε οι θεοί που παρασταίνουνε σφαγές
Σε φωταψίες σκοτεινού φωτός.

Τη μουσική τους δεν μπορείς να την ακούσεις
Όμως κάποιες ανταύγειες την ώρα του έρωτα
Στο όνειρο
Σαν ξεψυχάς
Ή όταν φτιάχνεις είδωλα με το χρωστήρα
Μπορείς να δεις.

Μια μυρωδιά την ώρα που βραδιάζει
Ή άγγιγμα απατηλό στον ώμο
Η αλλαγή της θάλασσας καθώς αποτραβιέται
Από τα μάτια η σκόνη της ερήμου
Του άλλου οι σταλαγματιές μες στο δικό σου δάκρυ.
Όλα θυμίζουν το αόρατο μιας θαλπωρής
Που κάποτε ξεσπά και μας τυφλώνει.

~

              Το όνειρο

Είδα
Καθώς ξημέρωνε τους δυο τους να παλεύουν
Μα ήμουν σίγουρος πως ήταν πεθαμένοι.
Τα σώματά τους ίδρωναν απ’ την προσπάθεια
Γιατί δεν ήξεραν    Πώς να νικήσουν.
Γλιστρούσε ο ήλιος στάζοντας βλέννες.
Το πλήθος κραύγαζε.
Νίκη στο Στέφανο!
Νίκη στο Στέφανο!
Νίκη στον ξανθομάλλη!

Εγώ πετούσα και τους έβλεπα από ψηλά.
Τα δάχτυλά τους στρεβλωμένα κι οι σάρκες
Ιδρωμένες.      Μύριζαν αρσενικό.
Εύκαμπτες μάζες που τεντώνονταν
Μέσα στον άνεμο και στόματα νωπά.
Το ένα μέτωπο πάνω απ’ τ’ άλλο- άλλοτε κολλητά
Σκόνη σηκώθηκε λευκή
Είδα τα ούλα τους, τα δόντια που κροτάλιζαν
Νίκη σ’ αυτόν με την ελιά!

Ο Στέφανος καρφώθηκε βαριανασαίνοντας ˙
Φωτίστηκε.
Η μέση του ρουφήχτηκε κι έφτυσε φως.
Μάτια διαμπερή, ηλεκτρικά
Μαύρα σταφύλια, αρπιστές
Και γυάλινοι τραγουδιστές

Αχ Στέφανε!
Αχ Στέφανε!
Το ένα χέρι στη μασχάλη
Το άλλο σαν φτερούγα
Ή σαν πουλί˙
Τον φίλησε στο στόμα. Τα δυο αγάλματα έμειναν μόνα τους

Στην Πλατεία
Ερημιά.

 Οι Τριστάνοι


~

Θα επιστρέψω φωτεινός

Φόρεσα κατάσαρκα τη θάλασσα
Ώσπου ήρθε το Μέγα Μάτι
Πίσω από τις κουρτίνες
Και το μυαλό διάφανο σαν ζελατίνα

Φρέσκα τα μάγουλα του Έρωτα
Με πλοίο φάντασμα
Κάναμε το γύρο του νησιού
Θρηνώντας για το ναυάγιο.
Ο Ορφέας έμεινε στο ποτάμι
Να τραγουδάει ανένδοτος μέσα στη νύχτα.
Γύψινα τα μαλλιά του
Τα χείλη του γλυκά σαν μούρα
Κι από τη μια τρύπα στο κεφάλι
Να τρέχει μαύρο αίμα.

Θα επιστρέψω φωτεινός, 2000 (Περιοδικό Μανδραγόρας, τεύχος 48)

~

Μετά τη δύση

Ο θάνατος σιγοσφυρίζει μες στη λύπη μου
Στα μέλη μου απλώνεται σαν μελανιά
Σκουλήκι που σκαρφαλώνει στην
Καρδιά μου.
Το μακρινό τοπίο βούλιαξε στην ομίχλη
Κρύφτηκαν τα παγώνια
Παγωνιά.

Τον άντεξα χρόνια πολλά
Σε θάλασσες με χρώματα ασταθή
Σαν την ηχώ της ερημιάς
Σαν την ελπίδα που αργοκαίει.
Πατούσε στις μύτες των ποδιών
Λέγοντας προσευχές και μαγικά
Η μάνα μου που πήγαινε ξοπίσω του.

Οι έρωτες των εύκρατων μηνών
Χώμα στο άδειο στρώμα μου
Ρίζες πολύσαρκες ανάμεσα
Στις πέτρες της ψυχής.
’ριες αλληλούια αγγέλων
Κάτω από θόλους διάφανους
Ένας φαλλός σαν από λίμνη αίματος.

Τα σύννεφα μπαινόβγαιναν στην κάμαρα
Οι μνήμες ξαπλωμένες
Κι ανάσκελα μετρούσα τις πληγές
94 82 82 77 76 75 73 68
Τίποτα στη στεριά.
Να τραβηχτούν τα κύματα περίμενα
Να σκύψω να κοιτάξω
Τον κάμπο με τα όνειρα
’σπρα κελύφη, όστρακα
Κούρους, χελώνες, απολιθώματα φιλιών
Μέδουσες και μουσικά κουτιά.

Θαρρώ πως μόνο έτσι:
Το φως με λάσπη πλάθοντας
Τη δύση ανάστροφα θωρώντας
Βάζοντας το κορμί μου
Ενέχυρο στον ουρανό
Θ’ αποστηθίσω το λίγο που απόμεινε.

Κι όταν τα πόδια μας γυμνά
Στη μαύρη θάλασσα θα μπουν
Θα μας ρωτήσουν: Πέστε μας, αγαπήσατε;
Κι εμείς θλιμμένοι όσο ποτέ
Με το κεφάλι μας σκυφτό
Με μάγουλα να καίνε
Θα ψιθυρίσουμε
Ω ναι, πολύ, πολύ!

Όλο θυμάμαι
Πέρσι θυμάμαι
Πριν δέκα χρόνια δώδεκα
Ψηλή φιγούρα στη βροχή
Το λόφο θυμάμαι και το τρένο
Την πλάτη που γυάλιζε στο φως
Τα καστανά μαλλιά στο πάρκο
Τη νύχτα της γιορτής
Την ευωδιά της σκοτεινής μασχάλης
Τις λέξεις θρύψαλα στ’ αυτί
Τα κρίνα μες στην παγωνιά
Το πρώτο χιόνι
Το εκατοστό φιλί
Όλο θυμάμαι
Τίποτα δεν θυμάμαι.
Σαν από ύπνο αναδύεσαι
Με πλατύφυλλη αγκαλιά
Και η μορφή σου δυσανάγνωστη.
Ρόδινα σάλια με μολύβια αναμνήσεων
Σπέρματα σπασμοί σε φόντο χάλκινο
Σφαδάζεις από φως. Βραδιάζει.

Ρυάκι, ρυάκι, ρυάκι
Θα τρέξει το νερό
Θα ‘ρθει ο Χρόνος
Θα φτάσουμε στο πέλαγος
Και με τ’ αδέρφια μας
Τις πεταλούδες, τις γαζέλες και τους Κένταυρους
Τις σαύρες, τους αϊτούς, τις βιολέτες
Θα γίνουμε σταγόνες δίχως μνήμη.

Μα λίγο πριν
Γυμνοί πίσω από τον τοίχο θα σταθούμε
Κι όταν θα μας ρωτήσουν
Αγαπήσατε;
Εμείς θλιμμένοι όσο ποτέ
Γέρνοντας το κεφάλι
Θα πούμε ναι
Πολύ
Πολύ!

~

Όταν εκείνη

Όταν εκείνη ήρθε στον ύπνο μου
Το μαξιλάρι ήταν μούσκεμα
Και το μισό μου πρόσωπο
Σε αποσύνθεση κάτω από το δυνατό
Φως του πορτατίφ.
Το σώμα της με σκέπασε ολόκληρο
Κι έτσι εισχώρησε βαθύ σκοτάδι
Στο μυαλό μου, ένα τραύμα
Διαμπερές που ξερνάει ακρίδες.

~

Κλινική Ησυχία

Αυτές οι μέρες που θα ‘ρθουν
Θα ‘ναι ακίνητες
Σαν παράλυτες
Μέσα σ’ ένα καροτσάκι∙
Θα ‘χουν κέρινα χέρια
Μάτια από πλαστικό∙

Μιά καρδιά να χτυπάει
Με τονωτικά.


Όμιλος φίλων θαλάσσης

~

             Κομμαγηνή

.

…Να δίνεις το πρόσωπό σου στη φωτιά
Ν’ αγκαλιάζεις τους αγγέλους που
Πέφτουν απ’ την οροφή που υποχώρησε

Να πιπιλίζεις τα όνειρα
Να φιλάς τα μάρμαρα, τα μαχαίρια
Στην άκρη του σχοινιού
Πριν πέσεις στο κενό
Να φωνάζεις φωνές ανομολόγητες.
Ν’ απλώνεις το μάγουλό σου στον Ιούδα που

Έφτασε με το τραίνο απ’ την Κομμαγηνή
Ψιθυρίζοντας είναι ώρα
Είναι ώρα
Μην καθυστερείς.


Όμιλος φίλων θαλάσσης

~

Το ποίημα της Πλυτώς

Σιωπή είναι ένας πόνος που αρχίζει
Από το στήθος
σαν μοναξιά.
Το μεσημέρι κιτρινίζει
Ρημάζει το δέρμα μου
Μπαίνει μες στο μυαλό.
Σκόνη σηκώνεται, τα τζάμια στάζουν
Η προσπάθεια αιμορραγεί.
Στηρίξου πάνω μου – είπα στον καθρέφτη.
Θα σε κρατήσω.


Πηγή: https://elculture.gr/alexandros-isaris-siopi-einai-enas-ponos-pou-archizei-apo-to-stithos-san-monaxia/

Δευτέρα 8 Μαΐου 2023

Αλέξανδρος Ίσαρης - Johann Sebastian Bach


Καθισμένος στα χέρια του Θεού
Αφουγκράζεται τους κραδασμούς του στερεώματος
Και χτίζει ναούς καθεδρικούς
Διώχνοντας τη ματαιότητα του κόσμου.
Τόξα περίτεχνα μπαίνουν στο αυτί
Κι αλαβάστρινοι κανόνες στηρίζουν
Τα τόξα της αναμονής.
Πλήθη μαστίζονται από φόβο
Μα όταν τ’ αγγίζει
Στρέφονται προς τα μέσα και χαμογελούν.
Βαδίζουν σε κήπους από κρύσταλλο
Ή πάνω στο βυθό μιας φυτικής γαλήνης.
Άγγελοι αγκαλιάζοντας μικρά παιδιά
Φιλιούνται στη βροχή του Δόξα εν υψίστοις.
Αγάλματα βουλιάζουν στο νερό
Και πολιτείες αναδύονται
Μέσ’ από ορατόρια πολύτιμων βλεμμάτων.
Έγχορδα όνειρα σώματα στιλπνά
Φυτρώνουν έντρομα στο θάμβος του μεσημεριού.
Εκείνος πλέκει μουσική
Συμπλέει με τους ζωντανούς
Καβάλα σε απαστράπτοντα πνευστά
Χτυπώντας με μακρύ σπαθί το χρόνο.
Αλέξανδρος Ίσαρης ( 1941 -2022)

Θα επιστρέψω φωτεινός [Ποιήματα 1993-1999]

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2023

Αλέξανδρος Ίσαρης - Θυμάσαι Ρεγκίνα;


Τις νύχτες πλάγιαζα νωρίς Τριστάνε μου
Και σε ονειρευόμουν. Οι δρόμοι πλήγωναν
Τα βήματά μου και σε σκεφτόμουν.
Χιόνιζε στο δωμάτιο, το σώμα έπεφτε
Σαν πυρετός.
Το ξέρω πως θα ξυπνήσω αν ανοίξω
Την πόρτα αυτή.Τυλίγομαι με χρώματα
Ακούω τα φαντάσματα
Βλέπω το βράχο να επιπλέει
Στο κεφάλι μου
Που μόλις τον χωρά.
Τη θάλασσα να με παιδεύει.
Κι ο ποιητής;
Έσκασε μέσα σ' έν' αυτοκίνητο -
Άνοιξε, γέμισε καπνούς. Φούσκωσαν τα ποιήματα
Τον εκδικήθηκαν.
Η ποίηση είναι μνησίκακη.
Θυμάσαι που σου τό 'λεγα Ρεγκίνα;

Οι παρενέργειες της σιωπής, Ύψιλον 1984

Τρίτη 9 Αυγούστου 2022

Αλέξανδρος Ίσαρης - Ανταύγειες


Σαν άνεμος βουίζει καθώς τρέχει ο χρόνος
Και τα μαλλιά σου κυματίζουν και τυφλώνουν.
Κάποια παράσταση θα παίζεται εκεί ψηλά.
Με μάσκες και κύμβαλα ουρανομήκη
Μιλάνε οι θεοί που παρασταίνουνε σφαγές
Σε φωταψίες σκοτεινού φωτός.

Τη μουσική τους δεν μπορείς να την ακούσεις
Όμως κάποιες ανταύγειες την ώρα του έρωτα
Στο όνειρο
Σαν ξεψυχάς
Ή όταν φτιάχνεις είδωλα με το χρωστήρα
Μπορείς να δεις.

Μια μυρωδιά την ώρα που βραδιάζει
Ή άγγιγμα απατηλό στον ώμο
Η αλλαγή της θάλασσας καθώς αποτραβιέται
Από τα μάτια η σκόνη της ερήμου
Του άλλου οι σταλαγματιές μες στο δικό σου δάκρυ.
Όλα θυμίζουν το αόρατο μιας θαλπωρής
Που κάποτε ξεσπά και μας τυφλώνει.


Θα επιστρέψω φωτεινός: Ποιήματα 1993-1999,  (2000)

Κυριακή 1 Μαΐου 2022

Αλέξανδρος Ίσαρης-Κ. Π. Καβάφης



Ά, να, ήρθες πάλι εσύ με την αόριστη γοητεία
Μέσα στον ύπνο μου ολοζώντανος
Για να ταράξεις αυτή την ξεχασμένη μνήμη.
Το πρόσωπό σου κομμάτι ωχρό
Μέσα στο μωβ της νύχτας και τα δάχτυλα πάνω στο πρόσωπό μου.
Στεκόμασταν ανάμεσα σε γη και ουρανό
Κι ήταν τα σύννεφα βαριά
Φοβόμουν πως θα βρέξει
Πως δεν θα δυνηθώ να σε κρατήσω.

Όμως το ρολόι χτύπησε μεσάνυχτα
Και μπήκαμε στο καφενείο που πηγαίναμε μαζί.
Με τύλιξε η ευωδία των σωμάτων
Και με τη θέρμη των για μια στιγμή έρχονταν
Αισθήματα, λέξεις, αγγίγματα στην πλάτη
Στους γοφούς, στα στήθη τα ιδρωμένα
Βλέμματα που έλαμπαν στους καθρέφτες.
“Φαίνεσαι κουρασμένος” παρατήρησα, κι έγειρε στο πλάι.
“Υπέφερα πολύ”, απάντησε. “Αυτό ουδείς το ενθυμείται”.

Οι πρώτες σταγόνες τρύπησαν τη μορφή του
Που έλιωσε στην υγρασία.
Ο αέρας σκόρπισε τη φωνή του
Κι έμεινε μόνο το ψεύδισμα πάνω στο νερό.
“Επέστρεφε”, ψιθύρισα, “επέστρεφε και παίρνε με
Αγαπημένε ποιητή. Δεν ξέρω τι να κάνω
Σ’ αυτή την ερημιά
Όπου μόνο η θάλασσα ακούγεται
Ό άνεμος και τα πουλιά
Που με περιτριγυρίζουν.
Επέστρεφε και παίρνε με
Όταν το σώμα ενθυμείται
Και η ψυχή επιθυμεί
Του μνήματος τη θεία ησυχία.

Ο κόσμος βούλιαξε στο πένθος
Μαύρα κοράκια σπρώχνονται
Στην πόρτα του αιώνα.
Επέστρεφε και παίρνε με
Εσύ ξέρεις τι θα πει ορφάνια.


Θα επιστρέψω φωτεινός

Ποιήματα 1993 - 1999, εκδ. Άγρα, 2000

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2022

Αλέξανδρος Ίσαρης--Ημερολόγιο


Θέλω να γράψω ένα βιβλίο για τους Τριστάνους, τον λαό των λυπημένων, που σκορπίστηκε μετά τον πρώτο μεγάλο πόλεμο στα τέσσερα σημεία της γης. Η χώρα τους μοιράστηκε στα δυο και κατοικήθηκε από βάρβαρες φυλές, αλλά τους συναντάς σχεδόν παντού. Αναγνωρίζονται από τα βόρεια χαρακτηριστικά τους, την κυματιστή κόμμωση, και κυρίως από μια κίνηση του ώμου κάνουν όταν δυσφορούν, και την τριστάνικη διάλεκτο που δεν απέβαλαν ποτέ. Πολλοί απ’ αυτούς ασχολήθηκαν με τις τέχνες ή κυριάρχησαν σα μορφές μυθιστορημάτων, θεατρικών έργων ή ποιητικών συνθέσεων. Αναφέρω τον Βέρθερο, τον Γκέοργκ Τρακλ, τον Αντονέν Αρτό, τον Γαβριήλ Φορέ, την Σύλβια Πλαθ, τον Σάμιουελ Μπέκετ, τον Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε, την Μαργαρίτα Γκοτιέ, τον Άντον Τσέχοφ, τον Γεώργιο Βιζυηνό, την Έμιλι Μπροντέ, τον Αντρέι Ταρκόφσκι, τον Χάινριχ φον Κλάιστ, τον Πάουλ Τσέλαν και τον πρίγκιπα Μίσκιν.
8 Δεκεμβρίου 1980
Από τη συλλογή Οι Τριστάνοι (1992)

Αντλήθηκε από το προφίλ του Σπύρου Αντωνόπουλου

Αλέξανδρος Ίσαρης-Δύσκολος χρόνος


Η Αντιγόνη γέμισε εκζέματα∙

Δεν προλαβαίνω τις κομπρέσες

Και το κεφάλι της μούσκεμα στον πυρετό.

Το χτήμα στο χωριό και το μαγαζί

Και τον αέρα, όλα τα δώσαμε μισοτιμής.

Ο Θόδωρος στη φυλακή και η Ξανθίππη

Χώρισε κι έφυγε για την Μπεγκάζη.

Εσένα πάω να σε ξεχάσω. Πώς περπατούσες

Πώς έκλεινες τα χέρια σου

Πώς τ’ άνοιγες.


Δύσκολος χρόνος ο φετινός.

Η Αντιγόνη γέμισε εκζέματα.

Κι οι πιστωτές έσπασαν τα τηλέφωνα.


Από τη συλλογή Όμιλος Φίλων Θαλάσσης – Ο Ισορροπιστής (1976). 


Αντλήθηκε από το προφίλ του Σπύρου Αντωνόπουλου

Αλέξανδρος Ίσαρης--Μετά τη Δύση

 
 
Ο θάνατος σιγοσφυρίζει μες στη λύπη μου
Στα μέλη μου απλώνεται σαν μελανιά
Σκουλήκι που σκαρφαλώνει στην
Καρδιά μου.
Το μακρινό τοπίο βούλιαξε στην ομίχλη
Κρύφτηκαν τα παγώνια
Παγωνιά.
 
Τον άντεξα χρόνια πολλά
Σε θάλασσες με χρώματα ασταθή
Σαν την ηχώ της ερημιάς
Σαν την ελπίδα που αργοκαίει.
Πατούσε στις μύτες των ποδιών
Λέγοντας προσευχές και μαγικά
Η μάνα μου που πήγαινε ξοπίσω του.
 
Οι έρωτες των εύκρατων μηνών
Χώμα στο άδειο στρώμα του
Ρίζες πολύσαρκες ανάμεσα
Στις πέτρες της ψυχής.
Άριες αλληλούια αγγέλων
Κάτω από θόλους διάφανους
Ένας φαλλός σαν από λίμνη αίματος.
 
Τα σύννεφα μπαινόβγαιναν στην κάμαρα
Οι μνήμες ξαπλωμένες
Κι ανάσκελα μετρούσα τις πληγές:
94 82 82 77 76 75 73 68
Τίποτα στη στεριά.
Να τραβηχτούν τα κύματα περίμενα
Να σκύψω να κοιτάξω
Τον κάμπο με τα όνειρα
Άσπρα κελύφη, όστρακα
Κούρους, χελώνες, απολιθώματα φιλιών
Μέδουσες και μουσικά κουτιά.
 
Θαρρώ πως μόνο έτσι:
Το φως με λάσπη πλάθοντας
Τη δύση ανάστροφα θωρώντας
Βάζοντας το κορμί μου
Ενέχυρο στον ουρανό
Θ' αποστηθίσω το λίγο που απόμεινε.
 
Κι όταν τα πόδια μας γυμνά
Στη μαύρη θάλασσα θα μπουν
Θα μας ρωτήσουν: Πέστε μας, αγαπήσατε;
Κι εμείς θλιμμένοι όσο ποτέ
Με το κεφάλι μας σκυφτό
Με μάγουλα να καίνε
Θα ψιθυρίσουμε
Ω ναι, πολύ, πολύ!
 
Όλο θυμάμαι
Πέρσυ θυμάμαι
Πριν δέκα χρόνια δώδεκα
Ψηλή βροχή
Το λόφο θυμάμαι και το τρένο
Την πλάτη που γυάλιζε στο φως
Τα καστανά μαλλιά στο πάρκο
Την νύχτα της γιορτής
Την ευωδιά της σκοτεινής μασχάλης
Τις λέξεις θρύψαλα στ' αυτί
Τα κρίνα μες στην παγωνιά
Το πρώτο χιόνι
Το εκατοστό φιλί
Όλο θυμάμαι
Τίποτα δεν θυμάμαι.
Σαν από ύπνο αναδύεσαι
Με πλατύφυλλη αγκαλιά
Και η μορφή σου δυσανάγνωστη.
Ρόδινα σάλια με μολύβια αναμνήσεων
Σπέρματα σπασμοί σε φόντο χάλκινο
Σφαδάζεις από φως. Βραδιάζει.
 
Ρυάκι, ρυάκι, ρυάκι
Θα τρέξει το νερό
Θα έρθει ο Χρόνος
Θα φτάσουμε στο πέλαγος
Και με τ' αδέρφια μας
Τις πεταλούδες, τις γαζέλες και τους Κένταυρους
Τις σαύρες, τους αϊτούς, τις βιολέτες
Θα γίνουμε σταγόνες δίχως μνήμη.
 
Μα λίγο πριν
Γυμνοί πίσω από τον τοίχο θα σταθούμε
Κι όταν θα μας ρωτήσουν
Αγαπήσατε;
Εμείς θλιμμένοι όσο ποτέ
Γέρνοντας το κεφάλι
Θα πούμε ναι
Πολύ
Πολύ!

Πηγή: https://www.poeticanet.gr/meta-dysi-a-683.html?category_id=201

Αλέξανδρος Ίσαρης-Μια φούχτα


Έτριβες το δέρμα μου προσεχτικά

Όλη τη νύχτα με το δέρμα σου

Ώσπου το δωμάτιο φωτίστηκε

Πήρε φωτιά η πολυκατοικία

Ούρλιαξε από το ξαφνικό κακό∙

Και το πρωί σε πήγαν στους

Χωροφύλακες, με μια φούχτα στάχτη

Στη φούχτα σου.


Πηγή: https://bookpress.gr/prodimosieuseis/poiimata/7286-alexandros-isaris-tryferotita

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2022

Αλέξανδρος Ίσαρης-Θα επιστρέψω φωτεινός ΙΙ


Έφτιαξα μια ζωή από πηλό
που ράγισε στα χέρια μου
λερώθηκε στα χέρια αλλωνών
μέχρι που κομματιάστηκε.
Ζωγράφισα τη μοναξιά
με βλέμμα τρομαγμένο ταξίδεψα
σε έρημα νησιά χωρίς φωνή 
αγάπησα φαντάσματα που σύρθηκαν
μαζί μου σε κρεβάτια ηδονικά
κι έπειτα πέταξαν από κοντά μου κρώζοντας.
Αρρώστησα σε κάτασπρα δωμάτια
κρατώντας το κορμί να μη σκορπίσει.
Έκλαψα από πόνο κι από στέρηση.
Πύργους ονειρεμένους έχτισα
μα η αρχιτεκτονική λειψή και χάλασαν
στον δεύτερο σεισμό δεν άντεξαν,
κρίθηκαν κατεδαφιστέοι.
Με βλέμμα άτονο την παγωνιά προσμένω.
Νοέμβριος και στο μυαλό μου βρέχει Καλοκαίρια.

Μα είμαι σίγουρος πως κάποτε
μέσα από του χωραφιού την πρωινή δροσιά
μέσα από τη λίμνη την ακύμαντη θα βγω
και θα επιστρέψω φωτεινός.

 Θα επιστρέψω φωτεινός (2000)

Συγκεντρωτική Έκδοση: Εγώ ένας ξένος: Ποιήματα (1967-2011), Κίχλη.

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020

Αλέξανδρος Ίσαρης-Πρέπει να βρω μια γλώσσα

Πρέπει να βρω μια γλώσσα
Που να ενώνει τα σύννεφα
Να χωρίζει τη θάλασσα
Να οξύνει τον πόνο
Για να μπορώ να σε κοιτάζω
Σκύβοντας και ρωτώντας
Ρουφώντας και παίζοντας
Περπατώντας στα τέσσερα.

Πρέπει να βρω μια γλώσσα
Που να ταιριάζει στις φωνές
Όταν θα δύουν οι αισθήσεις
Και θα ξυπνά το αίσθημα
Όταν θα βάζω το νύχι
Στις πληγές, το ακάνθινο στεφάνι
Στα μαλλιά μου.

Πρέπει να βρω μια γλώσσα πυρετού
Που να γεμίζει πύον
Θα γίνεται μπλε το πρωινό
Και τρυφερό το βράδυ.
Πρέπει να βρω μια γλώσσα
Που θα ’χει την πίκρα
Του πιο γλυκού φιλιού
Την αλαφράδα του πουλιού
Και το στυφό της γνώσης.

Πρέπει να βρω μια γλώσσα
Για να σου μιλήσω.

Από τη συλλογή Θα επιστρέψω φωτεινός [Ποιήματα 1993-1999] (2000) του Αλέξανδρου Ίσαρη

Κυριακή 5 Απριλίου 2020

Αλέξανδρος Ίσαρης - Αντρέι Ταρκόφσκι

Μια πόρτα ανοίγει και τον βλέπω μισοσκότεινο
Με μια βαθιά πληγή στο στήθος.
Το βλέμμα του δεσπόζει στο τοπίο
Που άλλοτε μαίνεται κι άλλοτε γαληνεύει.
Ανατριχιάζουνε οι καλαμιές από ανεπαίσθητο αέρα.
Τώρα τον βλέπω σαν καπνό
Πάνω από φουντωμένο δάσος.
Αντρέι, φωνάζω, Αντρέι! Πάει, απαντά
Χάνομαι, κάτι σαπίζει στο μυαλό.
Σαν περιστέρι κάθεται στη μέση της καρδιάς
Με συμφωνίες μακρινές και μια κλαγγή
Να εισχωρεί στα σωθικά μας.
Σφίγγονται οι ψυχές, μπαίνει ο σκύλος•
Οι προβολείς φωτίζουν το κενό.
Ένα τηλέφωνο χτυπά.
Πέταξαν εκείνα τα πουλιά;
Μόνο σημάδια έμειναν φωτιάς
Κι η μυρωδιά από νεκρούς αγίους.
Ψαλμοί και άγγελοι και αίμα ασπρόμαυρο
Ρέει μέσα από τα σώματα.
Τον νιώθω πίσω μου, τον άκουσα
Να ψιθυρίζει προσευχές
Μέσα σε υφάσματα χιονιού.

Ο κύκλος έκλεισε μ’ ένα λευκό σεντόνι ως το λαιμό
Σαν ευλογία.
Κι ήρθε ένας πόνος
Μια βροχή πάνω στο πτώμα.
Αντρέι, ψιθύρισα. Αντρέι!
Όμως αντί γι’ απάντηση
Άνοιξε με δύναμη η πόρτα.

[Από τη συγκεντρωτική έκδοση Εγώ ένας ξένος. Ποιήματα 1967-2011, Κίχλη, Αθήνα 2013.]