ΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟ ΘΕΡΟΣ
Καθώς τραβούσαν το νύχι του δείχτη
Καθώς περνούσαν το σύρμα
Μέσ’ απ’ το λαιμό
Κι ύστερα πάνω από τη γλώσσα
Καθώς κατέβαινε ο υπόγειος
Στον Πειραιά γεμάτος πτώματα
Γελαστά κι ακρωτηριασμένα
Καθώς αναχωρούσες με δεμένες κινήσεις
Για τις νυχτερίδες και τα σαυροειδή
Για το νησί με τους μανδραγόρες.
ΟΤΑΝ ΕΚΕΙΝΗ
Όταν εκείνη ήρθε στον ύπνο μου
Το μαξιλάρι ήταν μούσκεμα
Και το μισό μου πρόσωπο
Σε αποσύνθεση κάτω απ’ το δυνατό
Φως του πορτατίφ.
Το σώμα της με σκέπασε ολόκληρο
Κι έτσι εισχώρησε βαθύ σκοτάδι
Στο μυαλό μου ένα τραύμα
Διαμπερές που ξερνάει ακρίδες.
Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ
Βουτούσα κάθε τόσο
Γάζες καθαρές
Μέσα στην τρύπα
Πάνω απ’ το μάτι
Κι ύστερα στράγγιζα
Με τα δυο μου
Χέρια τα όνειρα
Ξανά και ξανά
Ώσπου κοιμήθηκα
Εξουθενωμένος.
ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΑ
Έλιωσα πάνω στην πέτρα τόσα χρόνια·
Εγώ κι αυτή γίναμε ένα.
Μονάχα το σπυρί που κουβαλώ
Ζητάει και βγαίνει στον ήλιο
Και φωνάζει.
Λίγο να τ’ ακουμπήσω σχίζεται·
Απ’ τις ρωγμές του ξεπετάγονται ερπετά
Αίματα και φλέβες ανοιχτές.
Μόνος πάνω στην πέτρα.
Δίπλα στη θάλασσα κι από μακριά
Φωνές ανθρώπων και βάρκες
Κι ομιλίες σαν μουρμουρητά.
—Όμιλος Φίλων Θαλάσσης
ΕΝΔΕΚΑ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΣΟΡΡΟΠΙΣΤΗ
2.
Οι άνθρωποι που παρακολουθούν τους πειραματισμούς και την αντοχή του, παραμένουν αμέτοχοι. Ο ισορροπιστής, καθώς τους βλέπει από ύψος πάνω απ’ το κανονικό, δεν ξεχωρίζει το επάγγελμα και την ταξική τους προέλευση. τον ενδιαφέρει κυρίως η ματαίωση της πτώσης του και ο πιθανός ακρωτηριασμός. οι πιο πολλοί δεν σηκώνουν καν το κεφάλι για να παρακολουθήσουν τις πορείες του ισορροπιστή.
—Ο Ισορροπιστής
[ ΠΕΤΡΕΣ ΘΡΥΜΜΑΤΙΣΜΕΝΕΣ ]
Πέτρες θρυμματισμένες· Στο μυαλό μου
Ένας πάταγος. ΧΛΟΥΠ!
Η Μονεμβάσια ξύπνησε και με πονά.
Πώς να την αγνοήσω;
Πώς να σκοτώσω τα εφτάψυχα μάτια της;
—Τα ψευδώνυμα
[ ΗΤΑΝ ΕΡΩΤΟΛΗΠΤΟΣ ]
Ήταν ερωτόληπτος.
Αυτοτραυματίστηκε και κρεμάστηκε στο
Δέντρο του Κόσμου. Επί τριάντα χρόνια
έμεινε καθισμένος χωρίς να μπορεί
να σηκωθεί. Με το ένα κοίταζε, με το
άλλο έκρινε και με το τρίτο καταβρόχθιζε
τα πουλιά, τις γυναίκες, τους δούλους
τις φωτιές και το σκοτάδι.
Αγαπούσε το Φως.
—Μυθογραφία
AND MY ENDING IS DESPAIR
AND MY ENDING IS DESPAIR
Καθώς περνούν τα χρόνια αναρωτιέμαι ποιος
Να ’μαι τάχα. Ο Λάζαρος που ήξερα;
Η έκλειψη που γύρισε; Ο φόβος που στέρεψε;
Η πρώην της ψυχής μου σημαία;
Ή το ρολόι με τα δράματα;
Στέκομαι στο παράθυρο Θερμόαιμος –
Αναιμικός και συνεχίζω.
Υπέρμαχοι του ρομαντισμού ενωθείτε.
Η μέρα έφτασε.
Ζήτωσαν οι απεγνωσμένοι!
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
Θέλω να γράψω ένα βιβλίο για τους Τριστάνους, το λαό των λυπημένων, που σκορπίστηκε μετά τον πρώτο μεγάλο πόλεμο στα τέσσερα σημεία της γης. Η χώρα τους μοιράστηκε στα δυο και κατοικήθηκε από βάρβαρες φυλές, αλλά τους συναντάς σχεδόν παντού. Αναγνωρίζονται από τα βόρεια χαρακτηριστικά τους, την κυματιστή κόμμωση, και κυρίως από μια κίνηση του ώμου που κάνουν όταν δυσφορούν, και την τριστάνικη διάλεκτο που δεν απέβαλαν ποτέ. Πολλοί απ’ αυτούς ασχολήθηκαν με τις τέχνες ή κυριάρχησαν σαν μορφές μυθιστορημάτων, θεατρικών έργων ή ποιητικών συνθέσεων. Αναφέρω τον Βέρθερο, τον Γκέοργκ Τρακλ, τον Αντονέν Αρτό, τον Γαβριήλ Φορέ, την Σύλβια Πλαθ, τον Σάμιουελ Μπέκετ, τον Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε, την Μαργαρίτα Γκοτιέ, τον Άντον Τσέχοφ, τον Γεώργιο Βιζυηνό, την Έμιλυ Μπροντέ, τον Αντρέι Ταρκόφσκι, τον Χάινριχ φον Κλάιστ, τον Πάουλ Τσέλαν και τον πρίγκιπα Μίσκιν.
8 Δεκεμβρίου 1980
—Τριστάνοι
ΑΖΡΑΕΛ – [ΘΑ Μ’ ΑΡΕΣΕ…]
Θα μ’ άρεσε να στέκομαι κοντά στη θάλασσα
Να τρώω γλυκό κεράσι
Μασώντας τα χείλη σου σκιά
Αιμάτινη σχισμή, σάρκα αέρινη της πλησμονής.
Πάει κι αυτός ο χρόνος
Άντε να τελειώνουμε
Στέρεψε το πηγάδι
Το χώμα ακούει από μακριά
Τις σιγανές πατημασιές.
Ερχόμαστε, ερχόμαστε
Γυμνοί και στολισμένοι μπιχλιμπίδια
παραδινόμαστε
Τέλειωσε ο πόλεμος
Ανακωχή.
—Πηγή Χαρίτων
ΠΗΓΗ: Αλέξανδρος Ίσαρης «Οι Τριστάνοι», ποιήματα 1966-1992, Αθήνα, 1992
Αναδημοσίευση από: https://exitirion.wordpress.com/2022/02/26/alexandros-isaris/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου