Τού ‘λεγαν πως μεγάλωσε πια,
πως πρέπει να προσγειωθεί,
να πατήσει γερά τα πόδια του στη γη,
να πάψει να πετά στα σύννεφα οικτρός αιθεροβάμων.
Αυτός επέμενε να γλυστρά πίσω από τα όνειρα,
κλαίγοντας κάτω από διάφανα καλύμματα στίχων.
Απορούσε με τους άλλους που δεν ένιωσαν
ή που μπορεί ακόμα να ξεχάσαν
εκείνη την ανείπωτη χαρά
να σε πετούν ψηλά τα μπράτσα του πατέρα,
να μένεις μετέωρος στις κορυφές των δέντρων και των βουνών,
ψηλά να στροβιλίζεσαι στου λούνα παρκ τη Ρόδα.
Για τέτοια ανείπωτη χαρά
έπρεπε τώρα πια μεγάλος να λυπάται.
Πηγή: Πληγές χωρίς αίμα, Διογένης: Αθήνα 1992.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου