ήταν μοναχικές πορείες
διαμαρτυρίας
με βροχή δακρυγόνων να πέφτει
έξω απ' την πρεσβεία
του χρόνου.
Μέσα στα όνειρα σε ψάχνω
κάθε βραδιά που ξενυχτάω
μεσ' στον πικρό καφέ που φτιάχνω
κάθε πρωί όταν ξυπνάω.
Στης διαδήλωσης τους ήχους
και στους αγώνες για το δίκιο
σ' όλους τους άγραφούς μου στίχους
που στο γραφτό μου ρίχνουν ίσκιο.
Τώρα που η ποίηση γιορτάζει
την εικοστή πρώτη Μαρτίου
η Άνοιξη με κατασπαράζει
στην μέση άδειου δωματίου.
Τώρα ο καθένας σε διαβάζει
σε λέξεις που 'σπασα κομμάτια
κι όποιος στα μάτια με κοιτάζει
κοιτά τ' ανίδωτά σου μάτια.
Λιγόστεψαν τα πράγματα
Που μπορείς να κάνεις λέξεις
Βουβά τα νοήματα
Σε κοιτούν στα μάτια
Αποκοιμιέσαι
Πάνω στο δέρμα σου
Μα όλα σου τα όνειρα
Κάνουν διακοπές
Στα μάτια της.
Α, τι άτι ατίθασο
Το καλοκαίρι...
Το βράδυ που το ξύλινο άλογο
μπήκε στην Τροία
η Ελένη λεν πως το γυρόφερνε
μιμούνταν τις φωνές των γυναικών τους
την Πηνελόπη την Κλυταιμνήστρα
κι άναβε μέσα τους τον πόθο
όμως σιωπούσαν όλοι τους
κι ας ήταν που κι η σελήνη τρύπωνε
από τις χαραμάδες
φωτιά κατέτρωγε τα σπλάχνα τους
τον δούρειο ίππο της καρδιάς τους
κι ίσως τους πρόδιδε ο καπνός
αν δεν μουσκεύανε το ξύλο
με τα δάκρυά τους
αθόρυβα έσταζαν σταγόνες
τρυπώντας την κοιλιά του αλόγου
μέχρι που θ' άνοιγε
να ξεχυθεί ο χείμαρρος
των σπαθιών
και να πνιγεί η Τροία
μέσα στο ίδιο της το αίμα.
Πάμε να κυλιστούμε
Στα φεγγάρια που μας έσβησαν
Στους ήλιους που μας πάγωσαν
Στα λιβάδια που μας ξερίζωσαν
Στις πέτρες που μας μαλάκωσαν
Στα ποιήματα που μας σκλήρυναν
Στις μουσικές που μας φίμωσαν
Στους έρωτες που σκοτώσαμε
Για να πεθάνουμε μόνοι
Για όσα μαζί ζήσαμε χώρια...
Των εξετάσεων
Η ποίησις
δεν παρευρίσκεται στις συνευρέσεις των ποιητών
δε συναγελάζεται με οιηματίες
στα καφέ των βιβλιοπωλείων
δεν περιφέρει τρεκλίζοντας το ποτήρι της
από παρέα σε παρέα
δεν πετά τη σκούφια της
γι’ αποδοχής χαμόγελα
δεν πιάνουν πάνω της βέλη φαρμακερά
δεν ξεκινά απ’ τη δοκιμή του μικρόφωνου
δεν τελειώνει σ’ απαλά παλαμάκια
δε σηκώνει τηλεφωνήματα διευθετήσεων
δεν εξυψώνεται από βάθρα ομιλητών
δεν καμπουριάζει για επίκυψη ξεσκονίσματος
δε γονατίζει μπροστά στον ύψιστο κριτή
Η ποίησις
δε φλερτάρει με τα φλας
δε συνθλίβεται σε θλιβερά κάδρα
δεν απαθανατίζεται σε άψυχα χαμόγελα
δεν ποζάρει μιας κι είναι σκιογενής
Η ποίησις
δε λογαριάζει τα νούμερα του κοινού της
δε λογαριάζεται με αριθμημένα αντίτυπα
δεν υπογράφεται με συλλεκτικές πένες
δε μοιράζεται με αφειδείς αφιερώσεις
δεν αναγγέλλεται εν είδει κηδειοσήμου
δεν απαγγέλλεται από συγκαμένους συγκινηματίες
δεν ανατριχιάζει φολιδωτούς αναγνώστες
δεν εκτοξεύεται από γραφείο για να πετύχει κρεβάτι
Η ποίησις
δεν ευκαιρεί γι’ άκαιρες συναντήσεις
δεν προσφέρεται σε τιμή ευκαιρίας
δεν αγοράζεται με ευρώ
δε χαλιέται σε ψιλά
δεν πουλιέται σε πουλημένους
Η ποίησις
παρουσιάζεται εκεί που
δεν
την περιμένεις.
Πηγή: Χρονοθύελλα 2012
Χειµωνιάτικο δειλινό χαµηλωµένο στη θλίψη· µεθυσµένο παραµυθάκι που τρεκλίζοντας χάνεται στο χιόνι· κι εκείνος ο άγγελος που δεν πιστέψαµε και κρεµάστηκε από ένα κλωνί χριστουγεννιάτικου δέντρου· µόνο, τις νύχτες που σε συλλογιόµουν, γέµιζε το δωµάτιο από τους ίσκιους των φτερών του που ανοίγανε σιγά-σιγά.
(Από την ποιητική συλλογή ΜΑΥΡΟ ΣΑΝ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΧΙΟΝΙΟΥ, 1992)