Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Φραντζή Άντεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Φραντζή Άντεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 16 Ιουνίου 2025

Παναγιώτης Ιωαννίδης - Ελάχιστο ανθολόγιο κι ακόμα λιγότερα λόγια για την ποίηση της Άντειας Φραντζή

 Η ποίηση της Άντειας Φραντζή κινήθηκε ανάμεσα στον υψηλό μοντερνισμό και στο λυρικό παίγνιο. Ο υψηλός μοντερνισμός (όπως τον υπηρέτησαν, φερειπείν, οι μεγάλες Ελληνίδες ποιήτριες Ελένη Βακαλό (1921-2001) και Μαντώ Αραβαντινού (1926-1998), με το έργο των οποίων η Φραντζή είχε ασχοληθεί και ως φιλόλογος) ήταν ένα ύφος ήδη ‘ντεμοντέ’ και καταφρονημένο από την ‘γενιά του 1970’ στην οποία βιβλιογραφικώς εντάσσεται η Φραντζή. Ομοίως και τα παίγνια λυρισμού (είδος που θα ‘επανανομιμοποιούνταν’ σε κατοπινές δεκαετίες): είτε με την σποραδική χρήση μέτρου και ομοιοκαταληξίας, είτε με την υιοθέτηση παραδοσιακών, ‘κλειστών’ ποιητικών μορφών, όπως το σονέτο – πόσο μάλλον η στεφάνη σονέτων (Στεφάνι, 1993).

Όσο ξηρά θελκτική είναι η μοντερνιστική αυστηρότητα κάποιων ποιημάτων της Φραντζή, άλλο τόσο γοητεύει η παιδικότητα, η αγνή χάρη, η καθαρότητα των λυρικών παιγνίων της. Η Φραντζή δεν μεγαληγορεί όταν είναι σοβαρή – και δεν ακκίζεται όταν παίζει. Αυτή η δίκοπη διαύγεια είναι, νομίζω, βασική αρετή της ποίησής της. (Ο «στιμμένος από ζουμιά» –για να μνημονεύσω την εντολή του αείμνηστου Βασίλη Διοσκουρίδη– αλλά παραμένων χυμώδης και μεστός χειρισμός της σωματικότητας, είναι μια άλλη αρετή της.)

Το ότι η ποίησή της δεν συζητήθηκε επαρκώς –αν δεν σφάλλω– όσο η ποιήτρια ζούσε, είναι ένα από τα ουκ ολίγα σκάνδαλα αποσιώπησης γυναικείων, κυρίως, φωνών της νεοελληνικής ποίησης. Εύχομαι το ποιητικό μνημόσυνο του οποίου μικρό τμήμα αποτελεί το παρόν κείμενο, να ξανανοίξει την συζήτηση για την ποιήτρια Άντεια Φραντζή όπως της αξίζει.

Στο ελάχιστο ανθολόγιο που ακολουθεί, διάλεξα ένα ποίημα από καθένα από εννέα ποιητικά βιβλία της – το δε ‘σονέτο’ που «εκπροσωπεί» το προτελευταίο βιβλίο της, 7 νυχτερινά σονέτα + 1 στροφή (2012), έχει συντεθεί από τετράστιχα και τρίστιχα τεσσάρων εκ των σονέτων του βιβλίου. Μοναδικό κριτήριο, ο προσωπικός μου θαυμασμός. Πιστεύω, ωστόσο, ότι, παραταύτα, λάμπει όλο το φάσμα των ποιητικών τρόπων και επιτευγμάτων της Άντειας Φραντζή.


Ελάχιστο ανθολόγιο κι ακόμα λιγότερα λόγια για την ποίηση της Άντειας Φραντζή
ΧΑΡΤΗΣ 78 {ΙΟΥΝΙΟΣ 2025}
Αφιέρωμα: Άντεια Φραντζή

Ας αρχίσουμε με ένα ποίημα από το Μετά τη σιωπή (1975), τίτλο που μ’ αρέσει να διαβάζω ως σε πρωθύστερο διάλογο με τον κατοπινότερο επίτιτλο στα άπαντα της Βακαλό: «Πριν από το λυρισμό». Κι αν ενδεχομένως, κατά τόπους, ακούγεται ακόμα μια κάποια σεφερική ‘καταγωγή’, πόσο ωραία χωνεμένη είναι αυτή, και πόσο απογυμνωμένη απ’ οποιονδήποτε εγωτικό αυτο-οικτιρμό:


Στάση [αποσπ.]

1.

Ο καιρός φούσκωσε τις μασχάλες μας
άναψε τις φωτιές του
και τις έσβησε
έριξε τα δίχτυα του
και τα μάζεψε·
οι πέτρες
ρυτιδώσανε την αναμονή.

            2.

Γυμνή αφή των δέντρων – καλοκαίρι·
το χέρι σου παλάμη απλωμένη
στεγνώνει και στεγνώνει τον ιδρώτα.
Χωρίς φωνή – σπάραχνα ψαριού ξερά
κι ένα σταμνί επάνω στο περβάζι
μονάχο λογαριάζει τον καημό του.

Αιώνες πατημένο χώμα γύρω
παρέλαση σκιών πια πεθαμένων
πομπές νεκρών – μεμβράνες πουλιών·
ο θεός σου πεταμένος
με μια εικόνα μέδουσας στα μάτια.

Από το ‘ποίημα θανάτου’ που είναι συνολικά το βιβλίο Η περιπέτεια μιας περιγραφής (1978), ένα ποίημα όπου σαν να ‘συναντώνται’ η Βακαλό με τον Σαχτούρη – με ευτυχώς κατεβασμένους όμως τους τόνους του δεύτερου:


Με το κλαδευτήρι

Μέρα τη μέρα βλέπω
τα πόδια μου να φουσκώνουν
έτοιμα να βλαστήσουν·
χυμοί υποκίτρινοι
ανεβαίνουν
κατά τη μέθοδο τη γνωστή
των συγκοινωνούντων δοχείων.

Μια ρίζα εδράζεται στο στέρνο μου
απλώνει τα πλοκάμια της
αναρριχάται ώς τον οισοφάγο μου·
εκεί καραδοκώ και πάλι εγώ
με το κλαδευτήρι
μεταμφιεσμένη σε κηπουρό.

Από την Μεταποίηση υλικών (1978), ένα ποίημα που εύχομαι να εξηγεί γιατί στο εισαγωγικό μου σημείωμα αναφέρθηκα στον «χειρισμό της σωματικότητας», και όχι απλώς του «σώματος»:


Μεταμορφώσεις [απόσπ.]

                        3.

Να τη λοιπόν η νυχτερινή ευδαιμονία
η ώρα που μιλάει ο τοίχος με το φεγγάρι·
το σεντόνι πονάει ακόμα
απλωμένο ανασαίνει.

Από την Μεταγραφή ημερολογίου (1984) :

Η ευλογία [απόσπ.]

Ευλογημένη η μουσική
το ποδήλατο και όλα τα πηγάδια
όπου μέσα τους καθρεφτίζεται η κυρά-Φροσύνη.
Και να κουρδίσουμε όλα τα μοναχικά βιολιά
να είναι το μακρόσυρτο θρηνητικό ατελείωτο
ν’ αργήσει ο θάνατος
να εκτελέσει το δικό του μέρος.
Όπως ατελείωτη είναι η πίστη
η βαρβαρότητα και η γνώση.

[…]

Από το Σχεδόν αίνιγμα (1987) :

δ.

Καίρια ρωγμή ώρας καλοκαιρινής
όπου γέρνει ο ώμος της νύχτας
και πέφτει καταγής η τσάντα
με όλα τα όνειρα.

Απ’ το Στεφάνι (1993), όπου επιστρατεύεται η στενόχωρη φόρμα του σονέτου (και μάλιστα μ’ άλλο ένα στρίψιμο της μαστορικής βίδας: την συγκρότηση μιας «στεφάνης» έντεκα σονέτων, όπου καθένα αρχίζει με τον τελευταίο στίχο του προηγούμενου – και το πρώτο, με τον τελευταίο του ενδέκατου), για να δεχθεί, συγκρατώντας τον, τον πόνο μιας ασύλληπτης απώλειας:

Ι

Καθώς μικρή σιωπή, ψίχουλο ψέμα,
απ’ τα λειψά φιλιά γέρνουν τα στήθια,
λυπήσου με, φωνή, ξερή αλήθεια
και δες τον θαυμασμό· κρύβει το αίμα,

σέρνει στο φως νεκρό αθώο βρέφος·
δεν έχει πια νερό, πικρή σταγόνα·
ο στήμονας στεγνός μισόν αιώνα
τα πέταλα σκορπά μέσα στο νέφος.

Αν είναι εδώ κορμί μέσα στο σκότος,
αν είναι η μοναξιά της κολυμπήθρας,
ώθησε δυνατά μες στης τσουλήθρας

τα γλιστερά υγρά· κατηφορίζουν
τα μάτια σου σιγά και φωσφορίζουν,
στην άκρη του γκρεμνού ξερός ο κρότος.

Κι ένα πεζόμορφο ποίημα από την Τελετή στο κύμα (2002), με αμείωτη την χαρακτηριστική μουσικότητα της Φραντζή – το ενδιαφέρον και την προσοχή τόσο στους φθόγγους όσο και στον ρυθμό:


Τελετή στο κύμα [απόσπ.]

                        3.

Ξύπνησα και καθώς ο ήλιος διαπερνούσε τη σκούρα κουρτίνα άκουσα τους ψιθύρους που τριγύριζαν το σώμα μου και το ψηλαφούσαν ανακριτικά. Λιγοστοί εραστές με το βλέμμα τους δυσδιάκριτο, παρ’ όλα αυτά εκεί. Αγνοούσα τις κινήσεις σου που έρχονταν κύματα κύματα και μ’ άφηναν έκθετη σ’ όλους τους φόβους και τις ηδονές. Μετά αποχωρούσαν οι στρατιώτες κι έμεναν μόνον ένας ιππέας, δύο πύργοι και η βασίλισσα. Συνέχισα να παίζω ώς την πλήρη εξάντληση. Εσύ να με παρατηρείς με το χρονόμετρο στα χείλη σου και τη γλώσσα εκκρεμές. Μετά μου έδωσες λίγο νερό να πιω και πήρες σιγά σιγά την κατηφόρα με τους πύργους αφύλαχτους. Βυζαίνω το μαξιλάρι, σφίγγω την κουβέρτα, αγγίζω το στρώμα και τυλίγομαι στο σεντόνι. Κατηφορίζω κι εγώ να σε βρω. Βουτώ τα πόδια στο νερό, προσεχτικά να περάσω το ποτάμι ώς εκεί που βγαίνει η βαρκούλα. Εσύ μου κρατάς το χέρι και μου λες να ησυχάσω. Ο κόσμος γίνεται η τελετή στο κύμα.


Από τα Φευγαλέα (2010) :

Tης σιωπής

Μετά ή πριν τη σιωπή
πάλι σιωπή ήσυχος τόνος
ίσως άηχος βόγκος δάκρυα
κυλούν προς τα μέσα
χέρια να σφίγγονται και
στήθος που κρύβει
την έσχατη ανάσα.

Ναι. Της σιωπής
το κύμα σωπαίνει
το ανάγνωσμα ανοίγει
τρύπα στη γη.
Να κρυφτεί.

Από τα 7 νυχτερινά σονέτα + 1 στροφή (2012) :

Στου γάμου την ημέρα έλα, φως μου
στην αγκαλιά – μες στην αθώα μέρα
να πούμε στην αυγή μια καλημέρα.
Να ‘ναι ξανά η ανάσταση του κόσμου.

Στο στόχαστρο της νύχτας η ματιά μου
χαράζει την ανάσα μου στα δυο:
στη θάλασσα τα κύματα κοιτώ
στα δάχτυλα κρατώ ζέστα της άμμου.

Στη θάλασσα ακουμπώ μια προσευχή
να σκάσει μες στο νου σαν θρυαλλίδα
φιτίλι να καεί απ’ την αρχή.

Για ν’ ακουστεί ξανά το άσμα
να ροβολήσουν πέτρες εν-δυο-τρία
ν΄αγκαλιαστεί και πάλι με το χάλασμα.

[ Οι στροφές προέρχονται από τα εξής σονέτα: α’ – «VI», α΄ στρ.· β΄ – «ΙΙ», α΄ στρ.· γ΄ – «ΙΙΙ», γ΄ στρ.· δ΄ – «IV», δ΄ στρ.. ]

Τέλος, από το Στιχάρι (2014) :


Δίχως μου

Δεν είναι ώρα –
τώρα ξέρω στον ύπνο μου
είναι βράδυ κι εσύ λες
αγάπη και φεύγεις.

Βλέπω φως
στον καθρέφτη εκεί μέσα εσύ
βλέπω το χέρι να ψαύει
το σκοτεινό δίχως σου
δίχως μου, ναι.

Καλοκαίρι που λείπει
λέξη στα πλήκτρα
ξεκούρδιστη.
Δίχως μου λείπει.


Πηγή:https://www.hartismag.gr/hartis-78/afierwma/elakhisto-anthologhio-ki-akoma-lighotera-loghia-ghia-tin-poiisi-tis-anteias-frantzi?fbclid=IwY2xjawK8xnhleHRuA2FlbQIxMABicmlkETFTUFN1cmhiV0tTVzBjcnF2AR5izlkHwzG_qa3WwC_WN7dE2BToLhLsfoqOjDHhRJlnJqajlfW0vXtwvFIYsw_aem_iwslHmdYTZ325Fm6DO45gA 

Δευτέρα 3 Ιουνίου 2024

Άντεια Φραντζή - Επίμετρο


Αυτό το κόμμα ξέρει καλά πόσο με βασάνισε

ξέρει όμως επίσης καλά πως ετοιμάζεται

η αντικατάστασή του με τελεία

γι’ αυτό ίσως ζαρώνει - καμπουριάζει•

ελπίζει κι αυτό στη μεταμόρφωση.

[Άντεια Φραντζή, Μεταποίηση υλικών, εκδ. Μπακουνάκης, Θεσσαλονίκη 1982, σ. 39]

Κυριακή 2 Ιουνίου 2024

Άντεια Φραντζή - Το ποίημα της αγάπης και της ραγισμένης


Α'
Αυτό το ποίημα κύλησε
Σαν πέτρα κύλησε
Απ'την καρδιά μου πέρα
Μετά ξαναγύρισε, στάθηκε
Στην καρδιά μου.
Τώρα πρέπει να διαλέξω
Την πέτρα ή την καρδιά μου;
Β'
Όσα βλέπω πάνω στο γυαλί
Μισοσβησμένα σχήματα
Μέσα στο χρόνο της παλιάς κορνίζας
Το πρόσωπο με τα πρησμένα μάτια
Κι εσύ να διορθώνεις την εικόνα
Πότε με χρώμα
Πότε με μια κίνηση ελαφριά
Του αέρα πίσω απ'την κουρτίνα.
Το γυαλί που μας χωρίζει
’θραυστο σαν τον θάνατο
Το χέρι να περνά
Μέσα απ'το γυαλί
Μιας αγάπης θρυμματισμένης.
Ανοίγω το παράθυρο
Το μαύρο πουλί να χτυπά
Τα φτερά του
Να φεύγει.
Το γυαλί που πάντα μας χωρίζει
-Σαν τη θάλασσα απλώνεται
Χαϊδεύει τα σπασμένα γυαλιά
Ματώνει-
Της αγάπης είναι.
Γ'
Το πρόσωπό μου κινήθηκε προς εσένα
Το φως του ήλιου τάνυσε
Το βέλος της αγάπης
Τότε ήταν που σκοτείνιασε
Κι έγινε βαθύ μωβ
Νύχτα που έπληξε τα σπαρτά
Πάγωσε το νερό κι η καρδιά
Σπαρτάρισε μέσα στο στόμα μου
Και είπε:
Δεν είμαι χωρίς να είναι
Εσύ μέσα στην κιβωτό
Της μέρας και της νύχτας.
Δεν είμαι χωρίς να είναι
Εγώ μέσα στην κιβωτό
Της θάλασσας και των σπλάχνων.
Δεν είμαι χωρίς να είναι
Φως μες στο σκοτάδι
Της ραγισμένης.
Δ'
Αυτό το ποίημα που κύλησε
Σαν πέτρα κύλησε
Δε θα μπορούσε να γραφεί
Στάθηκε στην καρδιά μου
Περιμένει να διαλέξω.
Το ποίημα ή την καρδιά μου.
Άντεια Φραντζή (1945/ 31 -5-2024)

Τελετή στο κύμα

Σάββατο 1 Ιουνίου 2024

Αντεία Φραντζή - Ποιήματα

 «Άμε χάσου ξερή φιλολογία»

Λ. Μαβίλης

Ξέμαθα να γράφω στίχους
Μόνο μηνύματα στους τοίχους
Κι αυτά χλευάζουν τον καιρό
Ρίχνω λοιπόν τους νέους ήχους
Μες στο παμπάλαιο νερό.

Τελετή στο κύμα, Αθήνα, Νεφέλη, 2002, σ.14.
*
Η ΜΙΚΡΗ ΑΡΑΧΝΗ

Τώρα μπορώ να κόψω τη λέξη
Νʼ αρθρώσω το νερό νεράκι
Νʼ αφεθώ στο ξύπνημα
Απʼ το θόρυβο της μικρής αράχνης.

Τώρα μπορώ να κόψω το νερό
Νʼ αρθρώσω το θόρυβο
Νʼ αφεθώ μικρή αράχνη
Μέσα στο ξύπνημα της λέξης.

Νʼ αρθρώσω το θόρυβο
Να κόψω τη λέξη:
Μικρή αράχνη νεράκι.

Νʼ αφεθώ στο ξύπνημα·
Λέξη από το θόρυβο
Νερό απʼ το νεράκι.

(Ωστόσο οι μέρες φεύγουν
Τα δάκρυα τρέχουν
Και το νερό νεράκι.)

Τελετή στο κύμα, Αθήνα, Νεφέλη, 2002, σ.32.


*
ΚΑΡΥΑΤΙΔΑ

Καλοκαιρινό το βράδυ
Στεγανό διαμέρισμα
Τσιμέντο και σίδερα
Κατοικώ·
Κρατώ
Πλίνθος ωμός
Παράταιρος, τούτη τη στέγη.
Τα χέρια μου ξύλινα
Υποστυλώματα και καμπουριάζω.
(Φλέβες πράσινες
Αίμα χορταριασμένo
Ανάβει τις λάμπες)
Κυοφορώ ενδεχόμενη
Κατεδάφιση ή πυρκαγιά.

[χφ σημ. «Σήμερα που πήρα το κακέκτυπο, θα ʽθελα να ʽχα γράψει μόνο ωραία άσπρα συνθήματα», 11.10.1978]
Η περιπέτεια μιας περιγραφής, Θεσσαλονίκη, Εγνατία/Τραμ, 1978, σ.43

*
ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ

Στη μήτρα σου Αριάδνη
ανασαίνω κρόκου λουλούδια
απʼ τον αφαλό σου δεμένη
μπρος στο λαβύρινθό μου
Ελένη, Ραάβ, Πασιφάη – αδελφές μου·
άγνωστο κατακτητή
μπρος στο παράθυρό μου
κοντανασαίνοντας
περιμένω – κεφαλοδεμένη·
κι απλώνω τα σπλάχνα μου,
πού ʽναι ο Θησέας, ο Πάρις Αλέξανδρος
πού ʽνα ο Διόνυσος;
Εφτά ήλιοι κι εφτά φεγγάρια
Πέρασαν χωρίς να φανεί
«κι αν στείλω μήλο σέπεται…»

Μεταποίηση υλικών, Θεσσαλονίκη, Μπαρμπουνάκης,1982, σ. 29.
*
Η ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ

Κατάλαβα κάπως αργά
τι σήμαιναν οι κίτρινες και κόκκινες κηλίδες
που έβλεπα από μικρή εγχάρακτες στο στήθος μου.
Τώρα που τα γονίδια άρχισαν να γερνούν
και οι κηλίδες να σκουραίνουν
τα φτερά της να τσουρουφλίζονται τις νύχτες
στο φως της λάμπας
κι η πεταλούδα να μην μπορεί πια να πετάξει.

Τώρα κάπως αργά
για να λάμψουν τα χρωματοσώματα
την πρώτη λάμψη τους·
κατάλαβα του στέρνου μου την πεταλούδα.

Μεταγραφή ημερολογίου, Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», 1984, σ. 39.

*

Στην κοιλιά μου εισχωρώ.
Με καταπίνει ο φάρυγγας
Και στο σάλιο μου μηρυκάζομαι.
Όλα τα όξινα και τα αλκαλικά
Επιστρατεύω. Τα ένζυμα λείπουν.
Αποβολή, είπαν, όλου του σώματος.
Το έμβρυο επέζησε.

Σχεδόν αίνιγμα, Αθήνα, Υάκινθος, 1987, σ. 35.

*

Καθώς πέφτει το φως κι η μέρα γέρνει
πεταλούδα λευκή σαν τη σπασμένη
του βίου μας φτερούγα είναι πεσμένη
στα σκαλοπάτια μου· και φωνή σέρνει:

σωρό τα σερπετά ρίχνει η μέρα
κι η νύχτα περπατά στα βήματά της,
φεγγάρι να κρατά το φόρεμά της,
παράνυφος στο γάμο του αγέρα.

Μητέρα καθιστή στης γης την πύλη,
νιώθεις την παγωνιά της άσπρης σκόνης,
στολίδια της αυγής, καθώς σηκώνεις

ψυχούλα δροσερή κεκοιμημένη·
κορμάκι τρυφερό σιωπή σωπαίνει,
το βρέφος που κρατάς άδειο κοχύλι.

Στεφάνι, Αθήνα, Κέδρος, 1993, σ. 11.

*

Πώς το ωραίο σου
πρόσωπο υπάρχει
στο φεγγάρι
μαζί με την ψυχή σου;

… Φευγαλέα
Ξύπνησε το ποίημα μέσα μου
κι ήταν γαλάζιο και φαιό
θα μπορούσα να το ζωγραφίσω
αν δεν άλλαζε συνεχώς σχήμα

Όπως το σύννεφο στον ουρανό
τρέχει και διαρκώς μεταμορφώνεται
το φευγαλέο ποίημα
διαγράφει τη μυστική τροχιά του
για μια στιγμή και μετά σβήνει.

… Το φίδι που κυλίστηκε στο χώμα
είναι κομμάτι απʼ το δικό μου σώμα
είναι το ποίημα στης απόγνωσης την άκρη
κει που ο μικρός θεός κρύβει το δάκρυ…

Φευγαλέα. Ποιήματα 1975-2010, Αθήνα, Ύψιλον/βιβλία, 2010, σ.175.

*
ΣΤΙΧΑΡΙ

Γυαλιστερό κι ωραίο το κουκούλι
Τι κρύβεται κει μέσα αγνοώ
Μʼ ένα ψαλίδι απαλά θα χειρουργήσω
Κλωστή κλωστή να φτιάξω το στιχάριον
Άσπρο νʼ αστράφτει με τον ήλιο
Μαύρο με το φως του φεγγαριού.

Κι ύστερα τίποτα – σιωπή
Αναμονή ως την κατάλληλη στιγμή
Η πεταλούδα σαν θα βγει
Να ʽναι ψυχή.

Στιχάρι, Αθήνα, Γαβριηλίδης, 2014, σ.15.

*

Μην πιστέψεις των ποιητών τη θλίψη
Είναι το δάκρυ του χλωμού ναρκίσσου
Το δέλεαρ για το κλεφτό φιλί σου
Είναι ορμή για τα μεγάλα ύψη.

7 Νυχτερινά σονέτα+1 στροφή,( εκτός εμπορίου), Αθήνα, Ενδυμίων, 2012, σ. 17 και Στιχάρι- Αθήνα, Γαβριηλίδης, 2014, σ. 37.


Πηγή: http://www.poiein.gr/2015/01/05/ioaea-onaioaeth-aieieuaei-dhieciuoui/

Άντεια Φραντζή- «της πατρίδας»


Η εκδρομή αυτή έχει ή δεν έχει τέλος;

Μην είναι μια συζήτηση που βούλιαξε στο έλος;


Τρία καράβια φάνηκαν κοντά στην «Ώρα»

Η Κλεοπάτρα, η Σεμίραμις κι η Θεοδώρα.


Στην πρύμνη ο κάπταιν Τζιμ από το Τζιμπουτί

Ο Μπολιβάρ στην πρώρα αγνοών αν κείται πού τι.


Οι τελευταίοι ποιητές πεθάναν όλοι

Ο συρφετός ακόλουθος στο λόγο του Μανόλη.


Είπε θα πάγω σ’ άλλη γη θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα

Την εκδρομή αυτή σ’ όλη τη γη τη χάλασα.


Κι όμως την είδα την ξανθούλα ψες αργά

Κι ούτε μονάχη ήτανε ούτε απ’ την ξενιτειά.


Μιλούσε τις σπασμένες λέξεις από γλώσσα ξένη

Κι ετοιμαζόταν να σαλπάρει ωσάν φαρμακωμένη.


Το καράβι δεν το λέγαν Α γωνία 9 37

Αλλ’ Agoni A Grèce στροφή φαρδιά πλατιά.


Στων Γραικών τα λαγόνια ω μαύρη ράχη των Ψαρών

Σκαρφάλωσαν οι κάνθαροι των νέων ποιητών.


Μην είν’ οι κάμποι, μην είναι τα ψηλά βουνά;


Από τη συλλογή Τελετή στο κύμα (2006)


[πηγή: Άντεια Φραντζή, Φευγαλέα. Ποιήματα 1975-2010, ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 2010, σ. 149]

Άντεια Φραντζή - Τρία ποιήματα




της καρδιάς


Μ' έκλεισαν μέσα στο στήθος μου
που ψάλλει αηδόνι
που τρέμει σπουργίιτι.

Ανοίγω τώρα το στήθος μου
μέσα απ' το στέρνο μου
μια πέτρα κατρακυλάει
χτυπά την καρδιά μου.

Το αηδόνι σπαθίζω
το σπουργίτι τσακίζω
η καρδιά μου κλωτσάει
σπαράζει..


της λύπης

στην Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ


Στη μεγάλη χώρα της λύπης
συνάντησα τη μάγισσα Λυπιού.
Κρατούσε στα χέρια της το μήλο
της αμαρτίας και φύτρωναν στους ώμους της τα φτερά της ελπίδας.

Η ποίηση έλαμπε στο πρόσωπό της
κι ένα φωτοστέφανο την τριγύριζε
και την έκανε αγνή ξανά.

Της λύπης η λάμψη
φώτιζε τόν δρόμο προς τον αγαπημένο μου
σημάδι βάζοντας την άμμο της θάλασσας
που γράφει και σβήνει
που ζει και πεθαίνει
ζωή στην άλλη ζωή
πέρα απ' τα κύματα.


της φυγής


Μαζεύω τώρα τα χαρτιά, τα βιβλία,
τα όνειρα δεν ξέρω πού να τ' ακουμπήσω.
Να τα κάψω θα μείνουν οι στάχτες τους
να στοιχειώνουν τις νύχτες μου.

Το φεγγάρι θ' ανοίγει τις σκόρπιες σελίδες θα φωτίζει τα όνειρα θα γίνουν άγνωστες όλες οι λέξεις.
Όποιο χαρτί και να σκίσω
όποιο βιβλίο και να σβήσω
'αρρητα όνειρα θα τριγυρίζουν φαντάσματα τις μέρες και τις νύχτες μου.

Θα με σκοτώσουν ή θα τα σκοτώσω.

Πηγή: https://www.poeticanet.gr/tria-poiimata-a-367.html?category_id=304

Άντεια Φραντζή - [άτιτλο]

Οι μοίρες λησμονούν τα κρίματά μου,
στον ύπνο ακουμπούν μέρες οδύνης,
τροφή μες στο βυθό της λησμοσύνης,
να κολυμπά νεκρό στα σωθικά μου

αγέννητο παιδί — μέσα στά μύρτα
ψήγματα φωτεινής ζωής αλέθει,
όνειρο μυστικό στο κενό γνέθει,
κρατάει το κουτί, καίει τα σπίρτα.

Δεν είναι ο ρυθμός κι η παρωδία
στιγμή του τραγουδιού αφανισμένη
της σκοτεινής πλευράς θρυμματισμένη

όψη και της ζωής ανούσια πόζα.
Είναι του σπαραγμού μοιραία πρόζα
της άκληρης ζωής παραμυθία.


Στεφάνι
, 1993

Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2023

Άντεια Φραντζή - Ο πόθος

 Ποιος πόθησε τι

σ' αυτή ή την άλλη ζωή

σ' αυτή ή την άλλη μάχη.

Μόνο στον ύπνο μου τότε

που ονειρεύτηκα τη ναυμαχία του Ναβαρίνου·

τα διαστημόπλοια γεμάτα θεούς

να παρατηρούν τη σφαγή.

Χωθήκαμε στα αντιπυρηνικά καταφύγια

εσύ το νου σου συνεχώς στο κορμί μου

ενώ ούτε φεγγάρι ούτε λουλούδι ούτε νερό

μόνο επτάηχα σαρκοβόρα

ερπετά μάς σφιχταγκάλιαζαν. 


Πηγή: Άντεια Φραντζή, Το έσω χάραγμα: 1975-2015, Εκδόσεις Sestina 2021.

Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2022

Άντεια Φραντζή-Στην πόλη μου


Πετάω πάνω απ’ την πόλη μου·
Μόλις χαράζει το φως της
Λιγοστοί διαβάτες κρατούνται απ’ το χέρι.
Tα λουλούδια εισβάλλουν στα βάζα.
Όσα μένουν στη γη ανοίγουν πελώρια
Τα μπουμπούκια σε άνθη.

Πετάω πάνω απ’ την πόλη μου
Με διάφανα φτερά
Προς τη στραφταλιστή θάλασσα.
Περνώ ξυστά πάνω απ’ το κύμα
Γνέφοντας στο κενό.
Ένα παιδί με το κουβαδάκι του γεμάτο νερό
Γεμίζει τη θάλασσα·
Ένα άλλο γκρεμίζει τους λόφους των σκουπιδιών.
Το τραπέζι στρωμένο υποδέχεται την οικογένεια
Κι ένας μουσικός οίστρος αγγίζει τα πηρούνια.

Όλα είναι θαυμαστά
Σ’ αυτό το ποίημα.

Tελετή στο κύμα, Aθήνα, Nεφέλη, 2006.

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2019

Άντεια Φραντζή - Το σώμα και η αμαρτία

Να αμαρτάνεις με τον πιο ενάρετο τρόπο
είπε
και εξαγνισμός να είναι η ακολασία σου.

Να περιστρέφεσαι πλανήτης
αστέρας η τιμωρία σου —
είπε
ο απλανής εγώ να παρατηρώ.

Έτσι
ατελεύτητη θα είναι η περιφορά σου
μα πάντα καινούρια,
ο χρόνος σου αιώνιος θα είναι
κι ανεπανάληπτος ο οργασμός σου
το σώμα σου θα είναι παρόν
μα η ψυχή σου μέλλον.

Να δοξαστεί το παρελθόν
κι η ιστορία να γίνει
επιτέλους
παραμύθι.

Άντεια Φραντζή(1945-)
Σχετική εικόνα

Από τη συλλογή Μεταγραφή ημερολογίου (1984)

[πηγή: Άντεια Φραντζή, Φευγαλέα. Ποιήματα 1975-2010, ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 2010, σ. 71]