Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Στογιαννίδης Γιώργος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Στογιαννίδης Γιώργος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2025

Γ. Ξ. Στογιαννίδης - Εξευτελισμός


Στην αρχή ήταν λέξεις
(σκόρπιες, ανυπάκουες, άτακτες
δίχως νόημα).
Είπε να τα παρατήσει.
Όμως με την επιμονή τον καιρό
άλλαξαν.
Τώρα κάνουν τα θελήματά του
φιλούν το χέρι του, λένε «ναι»
τολμά να παίξει κι αυτό το κεφάλι του
ακόμη.
Θεέ μου τι εξευτελισμός…


Γ. Ξ. Στογιαννίδης ( 1912 -1994 )

Πηγή: « Εν μέσω αλαλαζόντων»

Εκδόσεις: ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ- ΘΕΣΣΑΛΟΝΊΚΗ 1991

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2024

Γ. Ξ. Στογιαννίδης - Ποιήματα

 Η ΚΟΜΗ ΤΗΣ ΒΕΡΕΝΙΚΗΣ

Τι θέλουμε κι ενοχλούμε τους ένοικους
τούτη την ώρα με την παλιά μουσική;
Μπορεί να κοιμούνται ή ν' απολαμβάνουν τη λίγη δροσιά
πίνοντας τον απογευματινό τους καφέ.
Άνθρωποι καλοί, πρακτικοί λατρεύουνε τις κερδισμένες
συνήθειες
τα καλά φαγητά, τις γυναίκες.
Ωστόσο δεν το καταλαβαίνουμε,
ψάχνουμε σε υπόγεια, φροντίζουμε την παλιά μας ντουλάπα
ξεσηκώνουμε τους νεκρούς.
Είναι καιρός που η Βερενίκη έκοψε τα μαλλιά της
άλλαξε όνομα, χορεύει σ' ένα κέντρο νυχτερινό.
Μετά το νούμερό της επισκέπτεται τους πελάτες
πίνει ουίσκι ή βερμούτ χαμογελά ψεύτικα.
Η παλιά μουσική δε χρειάζεται πια...
*
ΤΟ ΞΥΛΙΝΟ ΠΟΥΛΙ
Δεν μπορεί να θυμηθεί τη μουσική της τελευταίας βροχής.
Οι υπηρέτες σβήσαν τις λάμπες στον πύργο
και πήγαν να κοιμηθούν στους κοιτώνες.
Μην κλαις.
Οι φθινοπωρινοί καρποί στα ράφια κουράστηκαν.
Όλη τη νύχτα μιλούσαν για σένα.
Είχαν ένα χρώμα ζεστό
σαν την πρώτη μέρα της συναντήσεώς μας.
Γελούσαν οι χυμοί μέσα στα μάτια,
το στόμα σαν από ζάχαρη γλυκό.
Ξύπνα, ξύπνα,
θα 'θελα να σου μιλήσω για το ξύλινο πουλί
που ονειρεύτηκε να πετάξει στο δάσος,
για τη μοναξιά τ' ουρανού
που 'ναι η ίδια παντού.
Άκου
στην ξεχασμένη καρδιά μου χιονίζει.
*
ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ
Όπως στον έρωτα
Απλά και με ένταση
τα άλλα για τους δυστυχισμένους
Γ. ΓΕΡΑΛΗΣ
Το βρήκα ανάμεσα σ' άλλα λησμονημένα χαρτιά.
Ένα ποίημα, στίχοι μισοί, εγκαταλειμμένοι
γραμμένοι πριν είκοσι χρόνια ακριβώς
( μπορείς να μοιράζεις συνεχώς την ψυχή σου; )
Όμως δεν είναι το ποίημα που με απασχολεί
τα είκοσι χρόνια που χάθηκαν σκέπτομαι
τούτο το βάραθρο με τρομάζει.
Δεν ήξερα τότε τι έχανα, όταν
με φαντασίες και λέξεις βασανιζόμουν.
Θα 'θελα να φωνάξω εκείνο το απελπισμένο:
" Στήτω ο ήλιος κατά Γαβαών "
αυτό είναι νίκη
" τα άλλα " όπως λέει κι ο Ποιητής " για τους δυστυχισμένους ".
*
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΕΥΡΥΔΙΚΗΣ
ΙΙ
Ήταν ένα μικρό ξεχασμένο ρολόι
- πώς βρέθηκε;
κάτι σαν την αγάπη να πούμε
σαν τον καθρέφτη που φανερώνει το άλλο σου πρόσωπο,
κι εσύ το σκαλίζεις το βάζεις στο αυτί σου
" χτυπά; " λες, δεν το πιστεύεις
" εύρηκα " πας να φωνάξεις
κι αναστατώνεις τους διαδρόμους της φυλακής σου.
*
ΧΙΧ
( κούραση )
Τόσο πολύ σε σκέπτομαι
που θα 'χεις κουραστεί.
*
ΤΟ ΧΤΥΠΗΜΑ
" Θα πρέπει να χτύπησε εδώ " είπε
κι έδειξε εκεί όπου άλλοτε ήταν το εκκρεμές
χωρίς να υπάρχει τίποτε το συγκεκριμένο στον τοίχο.
Άλλωστε ο ζωγράφος είχε πεθάνει
και τα χρώματά του
δεν άντεξαν μέσα σε τόση σιωπή.
Τρύπωσαν ανάμεσα στα δέντρα
κι απολαμβάνουν τώρα τον ανοιξιάτικο ουρανό.
Ποιος να χτύπησε άραγε;
*
ΜΕΣΑ ΑΠ' ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ
Από μέσα είναι το ποίημα.
Ακούγεται όπως το τρίξιμο της σκάλας
του ξύλου που καίγεται
συγγενεύει με το ξεχασμένο ψωμί στο ντουλάπι
ή μ' αυτόν που λείπει και μας κλέβει τον ύπνο.
Φύλαξα το απόκομμα του εισιτηρίου
εκείνο του κινηματογράφου
ή του λεωφορείου
κράτησα όλη τη λιακάδα του περιπάτου που δεν έκανα
μοσχοβολά το άδειο που με κατακλύζει.
Γ. Ξ. Στογιαννίδης
Επί συνόλου
( 1949 - 1981 )
Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις
Απρίλιος 1986

Αντλήθηκαν απ' το πρωί του Γιώργου Αλπογιάννη

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2024

Γ. Ξ. Στογιαννίδης - Ο άνεμος


Ο άνεμος κρατά στ' άσπρα κωδωνοστάσια
μιαν αγκαλιά κορίτσια
που κρούουν τα μεσάνυχτα
τις καμπανούλες του έαρος.
Ο άνεμος από φιλί και θάλασσα κορδέλα
σκήνωσε με στο σώμα μου
σκήνωσε μες στο φως
κα ψιχαλίζει.
Μες στα προσεχτικά τετράδιά μου
γράφω για τους αστερισμούς
για τον Κριό και για τον Ταύρο
για το παιδί που ξημερώνεται άντρας
μ' ένα στιλπνό στιλέτο παίζοντας
στον ύπνο.
(Ο άνεμος κρατά μες στις τριανταφυλλιές
τους σγουρούς πλόκαμους της νύχτας).
Κερί ξανθό μοσχοβολά
στο γυμνό γόνατο της λύπης
στην πέτρα που ονειροπολώ
τα δώρα της Αρήτης.

Περιοδικό Σκαραβαίος, τ. 3-4, Ιούνης - Ιούλης 1950.

Αναδημοσίευση απ' τον Χαρτοκόπτη του Γ. Χ. Θεοχάρη

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024

Γιώργος Στογιαννίδης - [XI]


Γ. Ξ. Στογιαννίδης, Περιστέρια στο φως ποιήματα  (β' έκδ. Μπαρμπουνάκης / 1981)

Αναδημοσίευση απ' το προφίλ του Γιάννη Βιτσαρά. 

Ηλεκτρονικός σύνδεσμος: https://www.facebook.com/profile.php?id=100046636266014

Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2023

Γ. Ξ. Στογιαννίδης - Δύο ποιήματα


Τόσο πολὺ σὲ σκέπτομαι

ποὺ θά ’χεις κουραστεῖ.

*

Περίεργο,

εἶχα πεῖ πὼς δὲ θὰ ξυπνοῦσα ποτέ·

πῶς βρέθηκαν τόσα ξυπνητήρια στὸν ὕπνο μου;

Δευτέρα 17 Ιουλίου 2023

Γ. Ξ. Στογιαννίδης - Κρυφτό


Σα να παίζαμε κρυφτό μες στο φως

ξαφνικά σ' έχασα

και δε σ' ακούγω βαθιά στον εαυτό σου κρυμμένος

μη τολμώντας ν’ανοίξεις μια τρύπα, να φανερωθείς

κάνοντας την επικοινωνία μας δύσκολη,

σα να ντρέπεσαι η να φοβάσαι, δεν ξέρω,

να σου κλέψαν τα ρούχα χωρίς να φωνάξεις στους κλέφτες.

Τώρα θα περιμένεις η νύχτα να σε σώσει,

στα σκοτεινά ψηλαφώντας να βρείς την ψυχή σου.


Δειλέ,

αγαπούσες τον Καίσαρα, όχι τα όνειρα.



Πηγή: Από Σπύρου Κοκκίνη 6η εκδ,«Ανθολογία Νεοελληνικής Ποίησης», Εκδ. Ι.Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α.Ε., Αθήναι 2000.


Γιώργος Στογιαννίδης - Το ποίημα

 Το ποίημα


Δεν ξέρω πώς να μπαλώσω τούτο το ποίημα
έτσι ξεσκισμένο που είναι.
Νύχτες τώρα παιδεύομαι
μπερδεύομαι με τις λέξεις,
ύστερα είναι εκείνος ο πόνος, επίμονος,
το λίγο φως
που δυσκολεύει να δω το πρόσωπό σου
καταφαγωμένο σαν
από ανακομιδή.
Τόσα χρόνια δεν έλιωσε ακόμη
με κυνηγά βγαίνει ψηλά πάνω απ’ τη θέλησή μου
κάποτε χάνεται
όμως δεν κλείνω μάτι τη νύχτα
ώσπου να πέσω πτώμα.

Τότε καταλαβαίνω γιατί έχουν στραβώσει τα όνειρα
μέσα μου
σκουντουφλούν ξοφλημένα
γιατί μπάζει νερά το μαύρο μου χάλι
βαθαίνει η άβυσσος.

Δε θυμάμαι πότε άρχισα
μου διαφεύγουν οι ημερομηνίες
μένει μόνο εκείνο το καρφί στη θύμησή μου
και δεν τελειώνει τούτο το ποίημα
δεν τελειώνει.

II.

Το ποίημα είναι το ποτάμι
δε σταματά
συνεχίζεται μέσα σου.

III.

Τα ποιήματα μέρα τη μέρα πληθαίνουν
μας κόβουν την αναπνοή
γίνονται εφιάλτες τις νύχτες
κυκλοφορούν ανάμεσά μας
φαντάσματα.

Αν δεν πεθάνουμε θα μας πνίξουν.

***

Το θηρίο

Ήσυχα που είναι εδώ. Τίποτε
απ’ την απειλή του κόσμου δε φτάνει. Κι ας
σκοτώνονται οι άνθρωποι. Τίποτε
δεν ακούγω και κανένα δεν βλέπω. Α
είναι ωραία∙ δεν ξέρω αν είμαι άνθρωπος
ή θηρίο.

Χαίρομαι την πληρότητά μου μονάχος!


[από τη συλλογή Στις προσβάσεις του ύπνου
Σκαπτή Ύλη, Θεσσαλονίκη, 1976

Πηγή: http://apotypoma.blogspot.com/ 

Γιώργος Στογιαννίδης - Γυμνός


Λίγο πιο πριν μέσα στο λεωφορείο

άγγιζα πληγές ανοιχτές

και το σώμα μου ασήκωτο ένοιωθα

τόσο που στη στάση ξεχάστηκα, σα

νά' μουν έξω απ' τ' όχημα.

'Ακουγα μουσική απ' το δρόμο

ή κρυφαπάγγελνα ποιήματα μέσα μου

μισοχαμένος μισοϋπαρκτός,

καλά καλά δεν ήξερα τι ήμουν.

'Οταν ο εισπράκτωρ φώναξε τέρμα

ντράπηκα

σα να μ' είχε πιάσει γυμνό!


(Από τη συλλογή Στις προσβάσεις του ύπνου, 1976)

Γ. Ξ. Στογιαννίδης - Σκηνικό


Έσκυψε
και τη φίλησε
κι άκουσε ν’ αναβλύζει μέσα του
δροσερό το νερό.
Σιγά σιγά
μετατοπιζόταν στα ενδότερα.
Κάθισε
στη σκιά
εκεί που το σκοτεινό καφέ
είχε μια γεύση πικρή.
Ο ουρανός
ένα γαλάζιο κατά τον ποιητή.
Ενότητα «Αγριοφράουλες», στη συλλογή Εν μέσω αλαλαζόντων, 1991.

Γ. Ξ. Στογιαννίδης - Υστερόγραφο


Τότε, σκέφτηκε να την πει καλοκαίρι.
Γιατί τα καλοκαίρια ανατέλλουν χαρούμενα
κι είναι έμπιστα και δροσερά.

Σε λογαριάζουν δικό τους
και βγάζουν το καπέλο τους
μόλις σε ιδούν.

Εγώ, δεν έχω καπέλο,
έχω όμως μια μικρή πέτρα
στο δάχτυλό μου
που με συγκινεί,
όπως ένα φωτισμένο παράθυρο.

Άκουσε,
αγαπώ τα πράσινα δέντρα
αγαπώ τα νερά σου
αγαπώ την ψυχή σου.
Γι’ αυτό βγαίνω τη νύχτα
να σε συναντήσω.
Κουβαλώ τα χαρακτηριστικά σου
παντού.
Οι άνθρωποι πρέπει να σε καταλαβαίνουν
όταν σηκώνουν το βλέμμα τους
και σ’ ανασαίνουν βαθιά.

Αλλιώς,
είναι πράγματα περιττά
οι ποιήσεις
και τα αισθήματα.

Πηγή: ελληνική ανθολογία της νέας ποιήσεως (εκδ. Άγκυρα, 1974)

Δευτέρα 17 Απριλίου 2023

Γιώργος Στογιαννίδης - Το ποίημα



Δεν ξέρω πώς να μπαλώσω τούτο το ποίημα
έτσι ξεσκισμένο που είναι:
Νύχτες τώρα παιδεύομαι
μπερδεύομαι με τις λέξεις,
ύστερα είναι εκείνος ο πόνος, επίμονος,
το λίγο φως
που δυσκολεύει να δω το πρόσωπό σου
καταφαγωμένο σαν
από ανακομιδή.
Τόσα χρόνια δεν έλιωσε ακόμη
με κυνηγά βγαίνει ψηλά πάνω απ’ τη θέλησή μου
κάποτε χάνεται
όμως δεν κλείνω μάτι τη νύχτα
ώσπου να πέσω πτώμα.
Τότε καταλαβαίνω γιατί έχουν στραβώσει τα όνειρα
μέσα μου
σκουντουφλούν ξοφλημένα
γιατί μπάζει νερά το μαύρο μου χάλι
βαθαίνει η άβυσσος.
Δε θυμάμαι πότε άρχισα
μου διαφεύγουν οι ημερομηνίες
μένει μόνο εκείνο το καρφί στη θύμησή μου
και δεν τελειώνει τούτο το ποίημα
δεν τελειώνει.
Το ποίημα είναι το ποτάμι
δε σταματά
συνεχίζεται μέσα σου.

Γιώργος. Ξ. Στογιαννίδης ( 1912 -1994 )
Από τη συλλογή Στις προσβάσεις του ύπνου (1976)

Πέμπτη 30 Μαρτίου 2023

Γ. Ξ. Στογιαννίδης - Τα παιδιά μας



Κάποτε τα παιδιά μας ξυπνούσαν νωρίς
και τραγουδούσαν τραγούδια του Μάη.
Τώρα τα παιδιά μας μεγάλωσαν
ξυπνούν το πρωί και δεν τραγουδούν.
Τα παιδιά μας είναι σαν τα άλλα παιδιά
που δεν έχουν τίποτα να πουν.

Τα λόγια τους λιγοστά
κι η μοναξιά θηρίο!

 Εν μέσω αλαλαζόντων, 1991

Δευτέρα 13 Μαρτίου 2023

Γιώργος Στογιαννίδης - Το ποίημα


Ξανακοίταξα για μιαν ακόμα φορά το νερό:
Βυθός ρηχός, πράσινες φαγωμένες πέτρες,
ήμερα ψάρια που τρώνε απ' τα χέρια ψίχουλα της
αγάπης.
Θεέ μου, τα νερά καθαρά ξυπνούσαν μες στην
καλοκαιρινή φορεσιά τους
σα να τα συναντούσα το άλλο πρωί.
Έσκυψα και τα ξανακοίταξα
και το ποίημα ανάβλυσε δροσερό.
Τούτο το ποίημα,
που ακόμα τρέμει
σαν τη μαγεμένη ψυχή του καιρού.

από την ανθολόγηση του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου για το περιοδικό Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1999.

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2023

Γιώργος Στογιαννίδης - Αυτό που δεν είναι τίποτα



Όπως την άνοιξη
όταν το πρωινό είναι ανάλαφρο
κι οι λεύκες θροϊζουν με τα πρώτα τους φύλλα.
Τότε που λές: πάλι θα γίνω πούπουλο στον ουρανό
ή ένα ποίημα
ένα φύλλο συκής να μη ντρέπεσαι.
Κι ύστερα:
Όχι δεν είναι τίποτα δεν είναι τίποτα
ίσως ο αέρας
ή αυτό που λέμε αγάπη ή ξύπνημα
ένας κόμπος γλυκός στο λαιμό που σε πνίγει.

Περιγραφή ακινήτου, ΑΣΕ, Θεσσαλονίκη, 1983

Αναδημοσίευση απ' τον Χαρτοκόπτη του Γ. Χ. Θεοχάρη

Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2022

Γιώργος Στογιαννίδης - Οι υπομνήσεις


Συχνά μελαγχολεί
καθώς η μνήμη του με έκδηλη ενοχή
ανασκαλεύει συμβάντα της ζωής του
ταραχές και ντροπές που ντρέπεται
θάνατοι (προπαντός θάνατοι).
Όμως εκείνες οι χρονολογίες
έχουν πιο πολλά να του πουν.
Όχι δεν είναι το ποίημα
με τις προσθήκες ή τις αφαιρέσεις
τα πολλά σημάδια που φέρνει επάνω του
αλλά οι υπομνήσεις που το συνοδεύουν
(γράφτηκε λ.χ. στις τόσες του μηνός
του μακαρίου έτους...)
Καταλαβαίνετε τι θέλω να πω
καταλαβαίνετε...

Εν μέσω αλαλαζόντων, Παρατηρητής 1991

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2022

Γιώργος Στογιαννίδης - Ομορφιά


Καμαρώνει το νέο κορίτσι
με το σφικτό σώμα τυλιγμένο στη σινδόνη
του κύματος.
Το βλέμμα του συνηθισμένο σ' ολισθήσεις κρυφές
συστέλλεται, δεν τολμά να φανερωθεί,
χορταριασμένο, χωρίς εξάρσεις και άλματα.
Με την τόλμη του εκείνο, πιο ψηλά,
βγαλμένο κοχύλι απ' τη θάλασσα μόλις,
κατρακυλά γελαστό στις αισθήσεις του
αναστατώνοντας τους μαιάνδρους του φύλου του.

Πηγή: Ο Εξώστης και τα πράγματα, Θεσσαλονίκη 1964

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2022

Γιώργος Στογιαννίδης - Τα καρφιά


Απ' τον φεγγίτη
η νύχτα έπεφτε άδικα
ενώ περίμενε να ξημερώσει.
Μονάχα μέσα
-πολύ μέσα-
άκουγε την Άννα να τραγουδά
κι οι φονιάδες του ύπνου αραίωναν.
Θυμήθηκε τότε
εκείνη την άδεια "μετά δημοσίων θεαμάτων"
κι άρχισε να ψάχνει τις τσέπες του.
Έβγαλε μια φούχτα καρφιά...

Πηγή: Γιώργος Στογιαννίδης (1912-1994), από την ανθολόγηση του Πρόδρομου Χ. Μάρκογλου, στις εκδόσεις Παρατηρητής, 1999.

Αναδημοσίευση από τον Χαρτοκόπτη του Γιώργου Θεοχάρη.

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2022

Γ. Ξ. Στογιαννίδης - Το σώμα μου


Υπάρχω και σήμερα,
αναπνέω μ' όλα τα φύλλα του σώματός μου,
το σώμα μου ανοιγμένο παράθυρο αισθάνεται,
χαίρεται την έκφρασή του.
Το σώμα μου κήπος που τον περιρρέουν νερά.
Ωραίο σώμα μου ζωντανό.
Πώς μπορώ να το φανταστώ φάντασμα παγερό,
θήκη νεκρή πεθαμένων πουλιών,
όταν οι γαλαξίες θα σημαίνουν την άνοιξη
κι ο ουρανός μέσα σε τόσους νεκρούς
αδιάφορος θά 'ναι;

Ξύλινο πουλί, 1960

Πηγή: Γ. Ξ. Στογιαννίδης 1949-1991, Παρατηρητής 1999, Ανθολόγιο ποιημάτων από τον Πρόδρομο Χ. Μάρκογλου.

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2022

Γ.Ξ. Στογιαννίδης - Χωρίς συνέχεια


Μπορεί νά 'χεις φύγει
κουρασμένη απ' τη μοναξιά και τις αναμνήσεις.
(Τώρα πια το καταλαβαίνω.)
Πεθαμένη βέβαια από καιρό μες στη μνήμη μου ζεις,
όμως όταν φύγω κι εγώ θά 'ναι σα να μην υπήρξες ποτέ.
Αυτό με τρομάζει μητέρα!

από τη συλλογή Περίπτερο, Θεσσαλονίκη 1973

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2022

Γ. Ξ. Στογιαννίδης-Κάποτε

Κάποτε,
ανάμεσα στη δική μου και τη δική σου σιωπή
έρχεται να τρυπώσει ένας κίνδυνος.

Φοβάμαι τότε πολύ, φοβάμαι για σένα.
Όταν έφυγα δεν είχαμε πει καλημέρα
δεν είχαμε αλλάξει την πρώτη μας λέξη.
Είναι πολύ σκοτεινά σαν δεν ακούς το χτυποκάρδι του άλλου.

Κι όμως, σ’ αναπολώ, πρόσωπο μακρινό.
Σε φορώ, σαν ένα βλέμμα ζεστό.
Αγαπώ τα δικά σου τα πράγματα, τραγουδώ με τη δική σου φωνή
στέκομαι να εγκαρδιωθώ τη θάλασσα που κοιτάς.

Σε φορώ κρεμασμένο φυλαχτό της ελπίδας.

Από δω μπορώ να ονειρεύομαι.
Είναι ένας τόπος πολύ μακρινός, που δεν μπορείς να υποπτευθείς.

Φυσά∙ φοβάμαι πως έχουν πεθάνει πολλά πράγματα έξω.
Τα δάχτυλά μου κρυώνουν καθώς τ’ απομονώνω από κοντά σου.

Οι άνθρωποι έχουν αλλάξει τα παλιά τους φερσίματα,
βρήκαν καινούριους αριθμούς,
κινούνται στην ευρυχωρία της άρνησής των.

Κάθε τόσο ακουμπώ στο περβάζι σου,
είναι ακόμα ζεστά στην καρδιά σου.
Μπορώ να ξαναβρώ στον καθρέφτη το πρόσωπό μου
το πρόσωπό σου,
σαν μια μουσική που ξανάρχεται πάντα.

Από τη συλλογή Εαρινά εγκώμια (1956)

Πηγή: https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=8462.msg782093#msg782093