Τοῦ μπάρ τά φῶτα ἔσβυσαν. Σφαλνά τό μαγαζί
ἡ λεωφόρος ἔσβυσε μέσ' τήν παχειά τήν πάχνη,
τοῦ ὑστερνοῦ μετρό ἡ στριγγή, ἀκούεται ἡ φωνή
καί τοῦ γκαζιοῦ τό φῶς τό βουλεβάρτο ψάχνει.
Δίπλα στό δέντρο μιά σκιά, ἀκόμα καρτερά,
σέ μιά μανσάρντα μοναχά τό φῶς δέν ἔχει σβύσει
καί κεῖ στό βάθος τ' οὐρανοῦ μιά ρόδινη φωτιά
ρίχνει μί' ἀμφίβολη χαρά στό σκυθρωπό Παρίσι.
Λέων Μαγναύρας, περιοδικό Ὁ Λόγος, τχ. 9, 1931
Αναδημοσίευση από: Ποίηση Μεσοπολεμική