Κάποτε επινοήθηκε ο Θεός.
Αιώνες ή χιλιετίες αργότερα, επινοήθηκε ο Άνθρωπος.
Κάποια στιγμή, στο ύστερο μεσοδιάστημα, άλλοι λένε με τον Διαφωτισμό, άλλοι με το μακελειό του Α' ΠΠ, άλλοι στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, κήρυξαν τον Θεό νεκρό, μάλλον καλύτερα, ο Θεός ανακηρύχθηκε ως ο Μεγάλος Άφαντος.
Αυτό άνοιξε μεγάλους ορίζοντες ελευθερίας, πέρα από τα θρησκευτικά δόγματα, την θρησκευτική ηθική και τον θείο Λόγο.
Αν ο Θεός πέθανε, αυτό σημαίνει ότι όλα επιτρέπονται πια, δεν ισχύουν οι παλιές αρχέγονες απαγορεύσεις και έτσι κάπως φτάνουμε στον μηδενισμό (τον ορθώς ή μη ορθώς εννοούμενο) μέσα από την επικράτηση της Θέλησης του ανθρώπου πάνω στα θελήματα του Θεού, της εφαρμοσμένης στο επίπεδο ενος εκάστου βουλησιαρχίας, του εξαγγελθέντος υπερανθρώπου. Όχι ότι σαρώθηκαν από προσώπου Γης οι θρησκείες, οι θεολογίες και ό,τι εξυπηρετεί την διαιώνισή τους.
Όμως, με την αποθέωση του Ανθρώπου, η επινόηση αυτή οδήγησε σε μια νέα ηθική που ονομάζουμε Ουμανισμό και, καθώς ο Άνθρωπος έγινε το αντικείμενο έρευνας και σπουδών, καθιερώθηκαν οι αντίστοιχες επιστήμες του Ανθρώπου, οι ανθρωπιστικές / ουμανιστικές σπουδές, και βέβαια τα Δικαιώματα του υποκειμένου "Άνθρωπος", οι ανθρωπιστικές οργανώσεις, οι ανθρωπιστικές κρίσεις πιο πρόσφατα, και πάει λέγοντας.
Προχτές, με τον θάνατο ενός μικρού κοριτσιού που έμεινε τόσες μέρες, εις επήκοο όλων, αβοήθητο και άταφο σε ένα ξερονήσι του Έβρου, επιβεβαιώθηκε αυτό που όλοι λίγο πολύ είχαμε υποψιαστεί.
Το ότι πέθανε ο Άνθρωπος και είναι πλέον αυτός ο κηρυγμένος Μεγάλος Άφαντος.
Όχι ότι θα λείψει από προσώπου Γης οτιδήποτε χτίστηκε και θεσμοποιήθηκε γύρω από την επινόηση "Άνθρωπος". Σπουδές ανθρωπιστικές, Διακήρυξη των δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Δικαστήρια, Οργανώσεις κυβερνητικές και μη, παροχή Βοήθειας ανθρωπιστικής θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν, να προσφέρονται αφειδώς και να υπηρετούνται.
Αλλά να, καθώς το "άνθρωπον ζητώ" -αλλά δεν βρίσκω- του Διογένη του κυνικού και τρελού με το λυχνάρι του αναμένο στο καταμεσήμερο, με τον Άνθρωπο λοιπόν πεθαμένο, έχει ανοίξει ο δρόμος για την επικράτηση, πάνω και πέρα από την ελευθερία της βουλησιαρχίας μας, ο δρόμος της αδήριτης και ανεξέλεγκτης αρχής της εξυπηρέτησης από τον καθένα μας, των αναγκών και αναγκαιοτήτων των ψυχρών, παγκοσμιοποιημένων και απρόσωπων, διασυνδεδεμένων συστημάτων.
Κανένας δεν θέλει το κακό του Ανθρώπου. Όμως, τώρα που αυτός εξαφανίζεται από προσώπου Γης, όλα φαίνεται να είναι πιθανά, το καθετί που θα συμβαίνει δεν θα μας ξενίζει πια, δεν θα μας κινητοποιεί.
Και με περισσή πειστικότητα θα μας εξηγούν ότι δεν υπήρχε ούτε υπάρχει άλλη λύση και, καθώς όλα είναι πιθανά να συμβούν, μάλλον συμβαίνουν γύρω μας με την λογική της αναγκαιότητας.
Οι προσωπικές ή συλλογικές τραγωδίες μετατρέπονται σε κακοτυχίες και συμβάντα λιγότερο ή περισσότερο καταστροφικά.
Τίποτε δεν διαδραματίζεται πια και τίποτε δεν συγκινεί καθώς όλα αποτελούν περιστατικά που μας εκθέτει το ρεπορτάζ με την ξύλινη γλώσσα του.
Οι θυσίες στον Μινώταυρο ή στον Λεβιάθαν, μετά τον θάνατο του Ανθρώπου, δεν είναι παρά συνήθεις, περιοδικά επανεμφανιζόμενες αναγκαιότητες, έστω παράλογες, τί σημασία έχει αυτό.
Έτσι, ένα κοριτσάκι μπορεί, στην κακιά την ώρα, να βρεθεί περιστοιχισμένο από τόσους ανθρώπους ρομπότ που εξυπηρετούν την λογική του ανθρωποφάγου συστήματος, της Λερναίας Ύδρας των συστημάτων και δικτύων στα οποία ανήκουμε όλοι, και να πεθάνει αβοήθητο.
Κανένας ανθρώπινος άνθρωπος παρών, όλοι γρανάζια που κάνουν τη δουλειά τους. Όλοι μέρη του σχεδιασμού των συστημάτων (προστασίας, ρύθμισης, αντιμετώπισης…) λειτουργούν ακολουθώντας κώδικες και πρωτόκολλα, χωρίς όμως να επικουρούνται από την εξορισμένη Χάρη ή να καθοδηγούνται από κάποια Πρόνοια, θεία και μη.
Όχι, δεν γυρίζουμε στον Μεσαίωνα, όπως ο καθένας μας τον έχει πλάσει στο μυαλό του, δεν γυρίζουμε καν στην εποχή των ρωμαϊκών αμφιθεάτρων και στην ακαταλαβίστικη πια για μας λογική της ευτέλειας της ανθρώπινης ζωής στα λαϊκά θεάματα με θηρία και μονομάχους.
Προχωράμε σε μιαν νέα εποχή, πρωτόγνωρη, στην οποία δεν θα μπορούμε, με την σκέψη μας, να επινοήσουμε καμιά νέα πηγή, μετά τον Θεό και μετά τον Άνθρωπο, που να μας εκπέμπει με κάποια επιτακτικότητα, το μήνυμα του τί πρέπει να κάνουμε.
Μια εποχή στην οποία μακάρι να έχουμε που και που την ευτυχία να αναλογιζόμαστε πόσο ακατέργαστο και πυκνό υποσυνείδητο και πόσα ζωώδη άγρια ένστικτα εξακολουθούν να κυβερνάνε τον πυθμένα των σκέψεών μας, κάτω και από το ρηχό επιφανειακό στρώμα των απόψεών μας.