Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Νιάρχος Θανάσης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Νιάρχος Θανάσης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2023

Θανάσης Νιάρχος, «Έρως έρωτας» (αποσπάσματα)

 



1

Κάτω απ’ τις ρίζες
Των φλεβών σου
Θυμωμένος ο άγγελος
Αρπάζεται απ’ τα σκοινιά
Και σε μαύρη αλήθεια
Γεννιέσαι
Εγκάθειρκτος

2

Όπως φουσκώνει το στήθος σου
Αρχίζει να καίγεται
Η θάλασσα
Και πεινούν
Πόλεις και χωριά
Γιατί γυρίζεις αμέριμνα
Πλευρό
Στον ύπνο σου

4

Φύτρωναν μαχαίρια όλη νύχτα
Τα διαλαλούσαν μικροπωλητές
Πιο ψηλά έκαιγε τ’ άστρο
Ο σκοτεινός οιωνοσκόπος
Χρησμοδοτούσε
«Ο χρόνος μαραίνεται
Έξω απ’ τ’ αγάλματα
Στο κρεβάτι θα σπείρετε
Αθέριστα στάχια»

17

Απ’ τις μασχάλες με κρατούν
Στο ύψος σου
Ένοπλοι άγγελοι
Τους ξεγελώ
Παίζοντας με τα νερά σου

Υψώνεσαι πίσω απ’ τα ψάρια
Πίσω απ’ το κρεβάτι
Στο μαύρο χρόνο
Δε θέλω να ξαναφτάσω
Έρποντας
Στα πόδια σου
Θα σε φωνάξω και
Θα μείνεις

21

Ανάλαφρη επέλαση των μελών σου
Πιο βαθιά πιο βαθιά
Τη γαλήνη μου διψώντας
Με το σαλίγκαρο του εγκεφάλου σου
Να γυροφέρνει σε στασίδια εκκλησίας
Και σε βυζαντινές τοιχογραφίες
Με τα υδρόβια σπλάχνα σου
Να ξεριζώνουν τους μύθους μου
Ενώ τη μήτρα των ιδεών σου
Τυφλωμένος ρουφώ

23

Αναστατώθηκε η πόλη
Απ’ τις συσπάσεις του σώματός σου
Και ψάχνει επειγόντως για ένα κρεβάτι
Έστω και σε προθάλαμο νοσοκομείου
Να σε στριμώξει
Ας είναι και μπροστά στους άλλους
Δεν ακούς τ’ ασθενοφόρα
Τις πυροσβεστικές αντλίες
Εσένα ψάχνουν κι ας μη το ξέρουν
Ν’ αδειάσει πάνω σου
Η πόλη τα υγρά της
Ν’ ανακουφιστεί
Κι ήρεμη να περάσει
Στο βραδινό της θάνατο
Κι εσύ που κυκλοφορείς ανυποψίαστα
Μέσα της
Με το καθημερινό ρούχο
Τα διατεταγμένα αισθήματα
Πώς δεν ένιωσες την πόλη
Που σ’ έχει ερωτευτεί
Και τρέχει σαν τρελή
Πάνω κάτω

28

Εσύ το νερό της βρύσης
Το ποίημα κι η μετάφρασή του
Η γλώσσα και η πλήξη
Το τραίνο και το φίδι
Ο Πόε κι η Βιρτζίνια Γουλφ
Το γράμμα και το σπίτι
Η εύρεση κι η αναμονή
Ο Χριστός κι η Παναγία
Εσύ εμείς
Εσύ αυτός
Εσύ αυτή
Εσύ ο άλλος
Εσύ αυτοί κι εσείς
Εσύ λιπόθυμο μαντήλι
Δείπνος εορταστικός
Μαχαίρι στη θήκη του
Αλυσίδα στα χείλη μου
Θήκη στον αέρα
Τα χείλη μου στο χώμα
Φύλλωμα και
Εσύ εγώ
Εσύ εσύ

32

Όπως η πόλη κοιμάται
Το σώμα σου διαστέλλει τους χτύπους της

Πίσω απ’ τα κλειστά παράθυρα
Πυροβολούν τα δέντρα

Εγώ στο άλλο δωμάτιο
Ετοιμάζω ταξίδια με μαύρα γάντια

Οι νεκροθάφτες παραμονεύουν
Τη φωνή σου

38

Με λοστούς στα πλευρά
Στη μήτρα σε καρφώνω
Του χρόνου

Έτσι κι αν όλα σε δείχνουν
Κανείς δεν σε βλέπει

Μένει ο υποψήφιος διδάκτορας μόνος
Μ’ ένα κοντό σκοινί
Να μετρά το ύψος τ’ ουρανού
Το ίδιο όπως τα χέρια σου
Μπερδεύουν τις επιφάνειες
Των σωμάτων

Τα χέρια σου που κάποτε
Θα σ’ αφανίσουν

από την ποιητική ανθολογία: Σύγχρονη Ερωτική Ποίηση, εκδόσεις Καστανιώτη.


Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

Θανάσης Νιάρχος-Απολογισμός


Καιρός να λογαριαστούμε πιά

τι είχαμε τι δώσαμε τι μας άφησαν

φεγγάρι που ταξίδεψε σε δωμάτια ξένων

με σεντόνια αμέτρητα να σκεπάζουν

αμαρτωλά κορμιά

πριν σε πέτρινους φεγγίτες απλωθούν

λάβαρο για τους αμετανόητους εχθρούς μας

που με μαχαίρια στα δάχτυλα

και φωτιά

ένα καταφύγιο για τη σιωπή τους ζητούσαν

πίσσα να τους θερίσει τα μάτια

να περπατούν δίχως να βλέπουν πιά

οράματα

του καλοκαιρινού τους λαβύρινθου τη στέγη

τα δάκρυα για όσα δεν πρόλαβαν να πουν

και ν’ αγαπήσουν

πριν προχωρήσει πολύ η μέρα και πέσει

και χαθεί το φως μέσα στο φως

και μείνουν ακίνητοι στη νεροποντή

να προσμένουν μουσκεμένοι μέχρι το κόκκαλο

μ’ αλλαγμένη την ψυχή τους

να ξανατρίξει το φύλλο της καστανιάς

που τους πήρε για πάντα τον ύπνο

πολλά μεσημέρια πριν ληθαργήσει η φωνή

που τυραννούσε τ’ αυτιά των γερο-ναυτικών

όταν μ’ ένα τσιμπούκι στο στόμα

κι ένα βασανισμένο τριαντάφυλλο στα γένια τους

τραγουδούσαν τα χρόνια που άραζε η βάρκα τους

σε χαμηλά νερά

καιρός να λογαριαστούμε πιά

τι είχαμε τι δώσαμε τι μας απόμεινε

με τα λίγα πράγματα –ένα ερημονήσι κάποιο βάλτο–

που μας άφησε ανέπαφα

η αγάπη για τα ναυάγια.


Εικοσιτέσσερα νυχτερινά τραγούδια, 1970.