Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.3. ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.3. ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2025

Αντωνης Δ. Σκιαθάς - Μνήμη Σεπτέμβρη 2016

 Θυμάμαι το Βιετνάμ, 
γεμάτο άρρωστα παιδιά στους χάρτες των ανταρτών με τις μισοσκότινες σήραγγες στα μπαμπού ανθισμένες.
Θυμάμαι τη μητέρα, 
στην εσωτερική αυλή να καθαρίζει βύσσινο με την φουρκέτα.
Θυμάμαι τον πατέρα,
να κρύβεται στο πλυσταριό του γείτονα τα μεσημέρια εκείνου του έτους των χορωφυλάκων.
Θυμάμαι,
που αφήναμε τον γλόμπο αναμμένο, όλη τη νύχτα στο τετράγωνο στηθαίο, πάνω από την πόρτα της μονοκατοικίας για να βλέπουν ποιός μπαίνει και ποιός βγαίνει.
Θυμάμαι,
τη σκάφη γεμάτη νερό  να γκρεμίζει ήχους και κλάματα στο σαπουνισμενο σώμα μας.
Θυμάμαι,
ότι όλη η γειτονιά  έβλεπε μαυρόασπρα τα γεγονότα στην τηλεόραση - με σήμα το λιοντάρι-
ζώντας στην ασπρόμαυρη πραγματικότητα των καταπιεσμένων.
Οι λιακάδες τότε ζάρωναν τα πρωινά και μούχλιαζαν τ'απογεύματα μας στον κήπο, με ολάνθιστα τα χρυσάνθεμα του Αγίου Δημητρίου. 
Θυμάμαι,
όμως τις νύχτες μας που είχαν πολύ φως, γιατι όλο το βράδυ τύπωνε στον πολύγραφο προκηρύξεις ο πατέρας.


Απ' το προφίλ του Νίκου Γεωργόπουλου

Χάρης Μεγαλυνός - Τέλος Αυγούστου


Ας τελειώσει ο Αύγουστος,

ο μήνας που υπάρχει στο ημερολόγιο

μόνο και μόνο για να επισκεπτόμαστε ατμοπλοϊκώς

τις άγονες αλληλουχίες των νησιών,

μόνο και μόνο για να κάνουμε ότι προσευχόμαστε

στα εκκλησάκια με τους μαυρισμένους

απ’ τα κεριά αγίους

και να φωτογραφιζόμαστε μπροστά σε άσχετα βαγόνια τραίνων

με τον προφυλακτήρα της ατμομηχανής

να διασχίζει ψευδώς την απόσταση εξήντα τόσο χρόνων

απ’ την ημερομηνία κατασκευής του.


Λιγοθυμία, ατονία, εκμηδένιση,

στα ρούχα της ντουλάπας,

ίχνη βαψίματος στο λάστιχο των μπανιερών,

ανίερες συμμαχίες

των μακό με τις νάιλον ξαπλώστρες

και τις μυκητιάσεις της θάλασσας.


Ας τελειώσει λοιπόν κι αυτός ο Αύγουστος

με τις ριγωτές πλατφόρμες,

τις εσπαντρίγιες, το λινάρι,

ριγμένα με ασφάλεια

στο βάθος της βαλίτσας,

σαν να αποσυμπιέζονται

απ’ τον αέρα του καλοκαιριού

οι αναπνευστήρες,

σαν να αμαυρώνονται

απ’ τις τσουχτερές τιμές των ξενοδοχείων

λιμενοβραχίονες και σέπιες απογευματινές,

απ’ αυτήν την αμετανοήτως επαναλαμβανόμενη,

την ανθρωπίνως συγγνωστή,

βαρυγκόμια του τέλους των διακοπών.

----------------------

Πηγή: Πενήντα, Εκδόσεις Ίκαρος, 2018.

Τρίτη 30 Αυγούστου 2022

Κική Δημουλά - Βροχή επιστροφής


Εγώ, όταν μεγαλώσω

θα γίνω Σεπτέμβριος έλεγε ο Αύγουστος.


Έβρεξε δω λιγάκι.

Δοκιμαστικά, σαν έλεγχος

αν λειτουργούν καλά οι πτώσεις.

Όπως χτυπάνε κάθε τόσο

ξαφνικά οι σειρήνες, δοκιμαστικά,

αν λειτουργεί καλά

ο τρόμος του πολέμου.

Ελάχιστη βροχή,

ίσα που την πλατάγισε στο στόμα του

το χώμα τη σταγόνα

– καθώς δοκιμαστής κρασιών-,

μόλις που πρόλαβε η υγρόεσσα ευωδιά

παραπονιάρα να τριφτεί

πάνω στα περιβόλια.


Δέναν οι παραθεριστές

στις σχάρες των αυτοκινήτων την Αθήνα

μαρσάραν τις βαλίτσες τους και φεύγαν.

Πεθαίναν απ’ τη ζήλια τους τα σπίτια

κοιτώντας τα τροχόσπιτα

στην Εθνική Οδό του Σεπτεμβρίου.

Απ’ τ’ ανοιχτά παραθυράκια τους

μικρά όσο ένα σάντουιτς ματιάς

κουρτινάκια φτερακίζαν κατά έξω,

νάιλον γλάροι εμπριμέ, δεμένοι.

Λοξά στημένη

νανούριζε τα τέλια της

μια κιθάρα ηλιοκαμένη.


Ευτυχώς βελτιώθηκε

το βιοτικό επίπεδο της βάρκας.

Γίνανε βάρκες κατοικίδιες

– αστυφιλία των σκαριών.

Αστραφτερές, εξωλέμβιες,

πάνω στα τρέιλερ κουρνιασμένες

ακολουθούν τ’ αφεντικά τους,

σκυλάκια ράτσας

χωρίς καθόλου τρίχωμα θαλάσσης.

Γαύροι πηδάνε κατά πάνω,

μια τελευταία ασημένια περιέργεια.


Κάτι θα την πονέσει απόψε τη βραδιά

γι’ αυτό το προς το τέλος.

Αν έχει ξαστεριά

θα πιει κάποιο παυσίπονο αστέρι.


Εγώ θα μείνω ακόμα λίγο.

Μήπως και ξαναβρέξει.

Να σε ξεπλύνω λίγο.

Είσαι μες στην αρμύρα και τ’ αλάτια

από τότε που ήμουνα θάλασσα.


Από τη συλλογή Το τελευταίο σώμα μου, εκδ. Κείμενα, 1981. Συγκεντρωτικός τόμος Κική Δημουλά, Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος, 1998.


Κυριακή 7 Απριλίου 2019

Κ.Π. Καβάφης-Ο Σεπτέμβρης του 1903


Τουλάχιστον με πλάνες ας γελιούμαι τώρα·
την άδεια την ζωή μου να μη νιώθω.
Και ήμουνα τόσες φορές τόσο κοντά.
Και πώς παρέλυσα, και πώς δειλίασα·
γιατί να μείνω με κλειστά τα χείλη·
και μέσα μου να κλαίει η άδεια μου ζωή,
και να μαυροφορούν οι επιθυμίες μου.
Τόσες φορές τόσο κοντά να είμαι
στα μάτια, και στα χείλη τα ερωτικά,
στ’ ονειρεμένο, το αγαπημένο σώμα.
Τόσες φορές τόσο κοντά να είμαι.
Κ.Π.Καβαφης
(Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993)