Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Ταρκόφσκι Αρσένι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Ταρκόφσκι Αρσένι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 2 Μαΐου 2025

Αρσένι Ταρκόφσκι - Ποιήματα


                       Χθες και σήμερα


Σε περίμενα χθες απ' το πρωί.
Μου είχαν πει πως δεν θα 'ρχόσουν.
Και ο καιρός -θυμάσαι;-
Αληθινή γιορτή! Βγήκα χωρίς παλτό.

Ήρθες σήμερα, κι η μέρα
Είναι τόσο μουντή και πένθιμη
Τώρα που βρέχει κι είναι η ώρα περασμένη,
Τώρα που οι βροχοστάλες λούζουν τα παγερά κλαδιά,
Τώρα που ούτε λέξη ούτε μαντήλι
Μπορεί να τις σκουπίσει.


(Από τη συλλογή Λευκή Μέρα)



                       

                       Λευκή Μέρα



Κοντά στο γιασεμί υπάρχει μια πέτρα.
Κάτω απ' την πέτρα ένας θησαυρός.
Ο πατέρας στέκει στο μονοπάτι.
Λευκή-λευκή μέρα.

Στα λουλούδια εκατοντάφυλλη
Ασημένια λεύκα και πίσω της
Αναρριχώμενα τριαντάφυλλα,
Λευκό χορτάρι.

Ποτέ δεν γνώρισα
Μια τέτοια ευτυχία.
Ποτέ δεν γνώρισα
Μια τέτοια ευτυχία.

Να επιστρέψω εκεί μου είναι αδύνατο
Και να διηγηθώ δεν πρέπει,
Ω! Πόσο εξαίσια η ομορφιά
Αυτού του παραδεισένιου κήπου.


(Από τη συλλογή Λευκή Μέρα


                   

                              

              Ονειρευόμουν



Ονειρευόμουν αυτό κι ονειρεύομαι αυτό,
Και κάποτε ακόμα θα το ονειρευτώ,
Θα ξαναγίνουν όλα, θα πραγματοποιηθούν,
Και θα ονειρευτείτε όλα αυτά που είδα στον ύπνο μου εγώ.

Εκεί, μακριά μας, μακριά απ' τον κόσμο,
Ένα κύμα έρχεται πίσω απ' το άλλο για να χτυπήσει την ακτή,
Και πάνω στο κύμα αυτό ένα αστέρι, ένας άνθρωπος, ένα πουλί,
Και τα όνειρα κι ο χάρος τα κύματα ακολουθούν.

Δεν θέλω αριθμούς: ήμουν, είμαι και θα είμαι
Η ζωή, θαύμα των θαυμάτων, και μόνος μου,
Σαν ορφανός, στην αγκαλιά του θαύματος αυτού βάζω τον εαυτό μου,
Μόνος, τριγυρισμένος απ' τους καθρέφτες, στον φράκτη αντικατοπτρισμών
Των θαλασσών και πόλεων, που ακτινοβολούν μες στον καπνό.
Και μια μάνα δακρυσμένη παίρνει στην αγκαλιά της το μωρό.


(Από τη συλλογή Λευκή Μέρα

                        


                         
              Όπως σαράντα χρόνια πριν...


Όπως σαράντα χρόνια πριν
Απ' τη βροχή μουσκεμένος τα λόγια τους
Ξέχασα.
Ένοχος νιώθω κι ας λένε πως θα με συγχωρήσουν...
Και ξάφνου, στις δέκα και τρία τέταρτα της ώρας,
Σε μια στροφή εκτροχιάζεται το τρένο...
Κι όλα αυτά που θα ξανάρθουν σαράντα
Χρόνια μετά πάνω στα λαμπυρίζοντα τζάμια,
Μες στον καπνό του ταξιδιάρικου τρένου,
Αυτά που σιωπηλά πρόλαβες να πεις
Όταν το κομβόι τραντάχτηκε στον αέρα...
Κι έχοντας ήδη ξεπροβοδίσει τους άλλους
Στο σταθμό για την επιστροφή στα σπίτια τους,
Μέσ' από νερόλακκους και βούρκους
Οδοιπορούν τα παιδικά μου χρόνια,
Δαγκώνοντας σφιχτά τα δάχτυλά τους...


(Από τη συλλογή Αγγελιαφόρος)





Πηγή: Πουλιά ταξίδευαν στο δρόμο μας, απόδοση-επιμέλεια: Χρήστος Κολτούκης, Ελεγεία 2007.






Πηγή: https://trenopoiisis.blogspot.com/2019/12/arseny-tarkovsky-4-poems_70.html

Παρασκευή 31 Μαΐου 2024

Arsenij Tarkovskij - Από χθες το πρωί σε περίμενα






Από χθες το πρωί σε περίμενα

Μου λέγαν ότι δε θαρθείς

Θυμάσαι τι καιρό μας έκανε;

Γιορτινό! Βγήκα χωρίς παλτό.



Με βρήκες απόψε και κάνει

Καιρό μουντό με κρύο και πάχνη

Βροχή κι αργά το βράδυ

Και σταγόνες βροχής διαπερνούν τα ψυχρά κλαδιά.



Δε σταματά με λέξεις, μήτε

με μαντήλια τ’ αποχωρισμού...



Μετάφραση από τα ρωσικά: Γιώργος Κ. Μιχαηλίδης


Πηγή: https://www.paremvasiculture.gr/poiisi/afieromastonarsenitarkofskigiorgosmixailidisgiorgosdritsasanastasios-mariosmixailidis

Δευτέρα 27 Μαΐου 2024

Arsenij Tarkovskij - Δύο ποιήματα

 ΑΣ ΜΗΝ ΑΝΟΙΧΤΩ ΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ

[από τη συλλογή «Αγγελιαφόρος»]
Ας μην ανοιχτώ ως το τέλος ποτέ μου,
Ας μην ξοδέψω ποτέ όσα μου τραγούδησε ένα πουλί,
Όσα μου μουρμούρισε μια λεπτή μέρα και τρεμόπαιξε ένα αστέρι,
Για ό,τι μου ανοιγόκλεινε το μάτι το ποτάμι και το πώς με ξίνισαν τα ξινόμουρα.
Για το υπόλοιπο της ζωής μου θέλω ν’ αφήσω μόνο
Ένα γερό «μπαλάκι» μες στο αίμα, γεμάτο φως και θαύμα,
Κι αν δεν υπάρχει επιστροφή,
Να τραβηχτώ μες σ’ αυτό και να μη βγω ποτέ μου,
Και μες στην αορτή, άγνωστο ποιανού, στην τύχη.
Αρσένι Ταρκόφσκι, «Πουλιά ταξίδευαν στο δρόμο μας», απόδοση-επιμέλεια Χρήστος Κολτούκης, εκδόσεις Ελεγεία, Άρτα, Μάρτιος 2007, σ. 41.
ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ
(Από τη συλλογή «Λευκή Μέρα)
Ομορφιά των δασών βυθισμένη στα χρυσάνθεμα και στην ομίχλη.
Άγγιγμα της μοίρας μου απ’ τη ντροπή και το παράλογο.
Η θλίψη, με λύκου δρασκελιά, σαν ηττημένος αρχηγός
Προπορεύεται κόβοντας στα δυο το μουχλιασμένο από τ’ αγιάζι ψωμί,
Κομματιάζοντας το στεναγμό μες στων οστών το τρίξιμο.
Στους περιπλανώμενους χωρίς σκοπό φίλους μου
Τίποτα ν’ απαντήσω δεν έχω, ούτε να προσφέρω.
Τα χρέη της αγάπης μου, γυμνά ποτάμια.
Η θλιμμένη της ντροπή, μίτος της υπομονής.
Το χρέος μου θα ξοφλήσω με τον λασπωμένο μου σταυρό.
Θα τους ξοφλήσω το χρέος μου μ’ έναν θαμπωμένο καθρέφτη
Όπου μέσα του βλέπω των ονείρων μου την άδολη ψευδαίσθηση
Έχοντας μεταμορφώσει πρόσωπο και ύπαρξη σε τεντωμένο τόξο
Των σκεπασμένων με πληγές κέρινων τόπων μου.
Θα τους ξοφλήσω το χρέος μου με μια λέξη-βρισιά κατευθείαν στον εαυτό μου.
Αρσένι Ταρκόφσκι, «Πουλιά ταξίδευαν στο δρόμο μας», απόδοση-επιμέλεια Χρήστος Κολτούκης, εκδόσεις Ελεγεία, Άρτα, Μάρτιος 2007, σελίδα 42.

Πηγή:https://www.facebook.com/costasreousis/posts/pfbid0chYviJLe6ZqxXK4mhtqdqYUr6LyLGqpQqMyVKkbCmBYbrM5RH79ieB7F7CJoDZNHl

Παρασκευή 19 Μαΐου 2023

Arseni Tarkovskij - Δύο ποιήματα

 Απ’ το πρωί χτες σε περίμενα


Απ’ το πρωί, χτες, σε περίμενα,
το ΄ξεραν πως δε θα ’ρθεις, το ’χαν μαντέψει.
Θυμάσαι τι όμορφη μέρα ήταν;
Σωστή γιορτή. Δε χρειαζόμουν πανωφόρι.

Ήρθες πια σήμερα, κι η μέρα
βγήκε μελαγχολική, βαριά,
κι έβρεχε, κι ήταν κάπως αργά,
και τα κλαδιά κρύα από τις βροχοστάλες.

Η λέξη δεν παρηγορεί, το μαντίλι δε σφουγγίζει.

Πάει πια το καλοκαίρι

Πάει πια το καλοκαίρι,
θαρρείς και δεν υπήρξε.
Στη λιακάδα είναι ζεστά,
μα αυτό δε φτάνει.

Όλα γίναν τελικά,
πέσαν όλα στα χέρια μου
σαν φύλλο πενταπλό,
μα αυτό δε φτάνει.

Ό,τι κακό δε χάθηκε,
ό,τι καλό δεν ήταν μάταιο,
όλα λαμποκοπούν μες στο καθάριο φως,
μα αυτό δε φτάνει.

Η ζωή με περιμάζεψε
σώο μες στη φτερούγα της,
κι η τύχη μου πάντα βαστάει,
μα αυτό δε φτάνει.

Φύλλο δεν κάηκε,
κλαδί δεν τσάκισε...
Καθαρή σαν το γυαλί είναι η μέρα,
μα αυτό δε φτάνει.

Πηγή: Αντρέι Ταρκόφσκι, Σμιλεύοντας το Χρόνο, μετάφραση Σεραφείμ Βελέντζα,Εκδόσεις Νεφέλη 1987.

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2022

Arsenij Tarkovskij- Χθες και σήμερα

Σε περίμενα χθες απ' το πρωί
Μου είχαν πει πως δε θα 'ρχόσουν.
Και ο καιρός - θυμάσαι;
Αληθινή γιορτή! Βγήκα χωρίς παλτό.
Ήρθες σήμερα, τώρα που η μέρα
Είναι τόσο μουντή και πένθιμη
Τώρα που βρέχει κι η ώρα είναι περασμένη
Τώρα που οι σταγόνες τρέχουνε στα παγερά κλαδιά
Τώρα που ούτε λέξη ούτε μαντίλι
Μπορεί να τις σκουπίσει.

Μτφρ. Α. Ίσαρης

1941

Σάββατο 14 Μαΐου 2022

Αρσένι Ταρκόφκσι, Πουλιά ταξίδευαν στο δρόμο μας (απόσπασμα)

-Μίλα!
-Μίλα! Γιατί δε μιλάς;
-Μίλα! Δε με νοιάζει τι θα πεις, μίλα!
-Μίλα! Μίλα!
Πες της...πες της...γιατί δεν της λες ότι κάθε στιγμή μαζί ήταν γιορτή. Επιφάνεια, οι δυο σας μόνοι μέσα στον κόσμο.
Ότι ήταν πιο θαρραλέα, πιο αναλάφρη κι από πουλί, ότι κατέβηκε ορμητική δυο δυο τα σκαλιά σαν ίλιγγος και μέσα από την υγρή πασχαλιά σε οδήγησε στο βασίλειό της, στην άλλη πλευρά, πίσω από τον καθρέφτη.
Πες της, γιατί δεν της λες, ότι όταν ήρθε η νύχτα, άνοιξαν διάπλατα οι πύλες της αγίας τράπεζας, ότι στο σκοτάδι έλαμψε η γύμνια σας, καθώς γείρατε.
Ότι άνοιξες τα μάτια σου και την είδες στο πλάι σου και είπες...Πες της το. Αυτό πρέπει να της το πεις: ευλογήμενη να' σαι.
Κι ότι ήξερες πως η ευλογία σου ήταν θράσος. Ότι κοιμόταν και το χέρι της ήταν ακόμα ζεστό κάτω από τα σκεπάσματα.
Πες της για τα ηλεκτροφόρα σύρματα της κοιλιάς της, ότι βουνά πρόβαλλαν στην ομίχλη, θάλασσες λυσσομανούσαν, ενώ κοιμόταν ακόμα καθισμένη σε θρόνο κι ήταν, θέε μου, δική σου.
Πες της, γιατί δεν της λες ότι όταν ξαπλώνατε μαζί, έσβησαν πόλεις χτισμένες ως εκ θαύματος.
Πουλιά ταξίδευαν στον ίδιο δρόμο.
Ότι ο ουρανός ξετυλιγόταν μπρος στα μάτια σας, ότι τα ψάρια στα ποτάμια κολυμπούσαν αντίδρομα.



Αρσένι Ταρκόφκσι, Πουλιά ταξίδευαν στο δρόμο μας

Εκδόσεις Ελεγεία-Μετάφραση Χρήστος Κολτούκης

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

Arseni Tarkovsky-Ποιήματα

 



Το δάσος του Ιγκνάτιεβο

Λαμπάδιασμα των τελευταίων φύλλων μέσα στο αποτελείωμα τους

Ανεβαίνει ψηλά και στα δικά σου μονοπάτια

Το δάσος ζει σ’ έναν παροξυσμό,

Ίδιον μ’ αυτόν που ζούμε εμείς οι δυο τον τελευταίο χρόνο.

Ο δρόμος φαίνεται μες τα κλαμένα μάτια

Όπως οι θάμνοι καθρεφτίζονται στις σκοτεινές λιμνούλες.

Μην απειλείς, μη φοβερίζεις.

Μη ταράζεις τη σιγαλιά του δάσους.

Μπορείς ν’ ακούσεις την πνοή πανάρχαιας ζωής:

Στο νοτισμένο χώμα μανιτάρια γλιστερά έχουν φυτρώσει,

Τα σαλιγκάρια τρύπωσαν τρώγωντας το μεδούλι

Ενώ το δέρμα τους γαργαλά ρίγος υγρό.

Το παρελθόν μας απειλεί –

Κοίτα: τώρα γυρνώ, κοίτα: τώρα σκοτώνω!

Γεμίζει αγκάθια ο ουρανός μ’ ένα σφεντάμι ίδιο ρόδο –

Είθε να κάψει πιο βαθιά έτσι που κόλλησε σχεδόν στα μάτια.

(1935)

***

Τόσο μακρινή είναι η μέρα που γεννήθηκα,

Που καθώς κείτομαι στου ποταμού τον πάτο,

Ακούω κάθε τόσο

Το κρύο κι ολοκάθαρο νερό

Που από πάνω μου κυλά.

Κι αν τραγουδήσουμε κάποιο σκοπό

Που αρχίζει με χορτάρι, το στόμα μας γεμίζει χώμα

Κι έτσι απομένουμε με χείλια σφαλιστά.

Τόσο μακρινή είναι η μέρα που γεννήθηκα,

Που δεν μπορώ πια να μιλήσω.

Μια πόλη ονειρεύτηκα

Σε όχθη από πέτρα.

Κι εγώ κείτομαι στου ποταμού τον πάτο

Και βλέπω μέσ’ απ’ το νερό

Φως μακρινό, μεγάλα σπίτια

Του άστρου πράσινες ακτίνες.

Τόσο μακρινή είναι η μέρα που γεννήθηκα,

Που αν κάποτε φανείς μπροστά μου

Κι αγγίξεις με το χέρι σου τα μάτια,

Θα ‘ναι ένα ψέμα,

Κι εγώ δεν θα μπορώ να σε κρατήσω,

Κι αν φύγεις

Δεν θα σ’ ακολουθήσω σαν τυφλός

Κι αυτό θα ‘ναι ένα ψέμα.

(1938)

***

Χθες και σήμερα

Σε περίμενα χθες απ’ το πρωί,

Μου είχαν πει πως δεν θα ‘ρχόσουν,

Και ο καιρός – θυμάσαι;

Αληθινή γιορτή! Βγήκα χωρίς παλτό.

Ήρθες σήμερα, τώρα που η μέρα

Είναι τόσο μουντή και πένθιμη.

Τώρα που βρέχει κι η ώρα είναι περασμένη

Τώρα που οι σταγόνες τρέχουνε στα παγερά κλαδιά

Τώρα που ούτε λέξη ούτε μαντίλι

Μπορεί να τις σκουπίσει.

(1941)

***

Πέρασαν είκοσι δύο χρόνια από τότε

Όπου υπάρχει άνθρωπος υπάρχει και θάνατος, όπου υπάρχουν

Ξερά χόρτα υπάρχει και φωτιά, υποχωρούνε τρίζοντας κάτω απ τη σόλα

Όμως εγώ σ’ αυτό το τρίξιμο, σ’ αυτό το στεναγμό

Άλλο θάνατο φέρνω στ’ αυτιά, πιο δυνατό απ’ όλους τους αποχωρισμούς.

Γιατί – βέλος – να μην καώ

Στην πυρκαγιά; Κύκλος γιατί δεν γίνεται

Το ημικύκλιο μου; Γιατί κουρνιάζει η ζωή

Στην ανοιχτή παλάμη σαν πουλί; Που θα βρω

Τον φίλο, τον Θεό, τον άγγελο της οργής

Και της δικαιοσύνης; Αριστερά μου αίμα, αίμα και

Δεξιά. Μα το δικό σου αναίμακτο

Χίλιες φορές πιο θανάσιμο είναι.

Τώρα που το τόξο του πολέμου

Πίσω με στέλνει, δεν πρόκειται τα μάτια σου να κλείσω.

Σε τι έχω φταίξει; Σε τι είμαι ένοχος; Σε τι;

(1941-1963)

***

Από το ποίημα Ζωή, ζωή

3

Διάλεξα έναν αιώνα που να μου ταιριάζει.

Τραβήξαμε νότια μέσα στη σκονισμένη στέπα

Στα σύννεφα της άμμου άχνιζε το χορτάρι

Ο τζίτζικας έξυνε με το μουστάκι του τα πέταλα του αλόγου

Προφητεύοντας κι απειλώντας με με θάνατο σαν μοναχός.

Την μοίρα μου την κάθισα στη σέλα

Σαν έφηβος θα τρέχω συνεχώς και τώρα και στο μέλλον

Όρθιος πάνω στους αναβολείς.

Διαθέτω αθανασία αρκετή

Για να κυλά το αίμα μου ανάμεσα στις εποχές.

Πρόθυμα τη ζωή μου θα ‘δινα

Για μια ζεστή και σίγουρη γωνιά,

Αν μια ιπτάμενη βελόνα δεν με γυρνούσε

Μέσα στον κόσμο σαν κλωστή.

(1965)


Μετάφραση Αλέξανδρος Ίσαρης

Aναδημοσίευση από: https://moggolospolemistisvalkaniosagrotisoklonos.wordpress.com/2007/12/28/arseni-tarkovsky/

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2022

Αρσένι Ταρκόφσκι-Το ψωμί λιγοστό


Το ψωμί λιγοστό, ο αγέρας λιγοστός,
Τους πάγους, σαν σιρίτι, από τους ώμους να ξηλώσω,
Στον λάρυγγα να μπει ο ακτινοβόλος ουρανός,
Ανάμεσα σε δυο ωκεανούς να γείρω,
Στα πόδια σου από κάτω, καθ’ οδόν, να ξαπλώσω
Αστρόσκονη στων αστεριών την άμμο να γενώ,
πάνω από σε για να πετούν οι φτερωτοί θεοί
Από λουλούδι σε λουλούδι.
Θα μπορούσες να ‘ρθεις πιο νωρίς
Το ύψος σου να μου δείξεις,
Οι γίγαντες θα μπορούσαν να ‘ρθουν πιο νωρίς
Τη βίβλο σου με λήθη να τυλίξουν
Το νέο μου το όνομα θα μπορούσες πιο νωρίς
Στη γλώσσα σου να επιλέξεις, –
Από τα πέλματά σου κάτω να αναφλεγώ
Για πάντα στην άμμο να χαθώ.

1960 Αρσένι Ταρκόφσκι Μετάφραση από τα Ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης ©

Aναδημοσίευση από: http://www.stepamag.com/2017/04/09/%CE%B1%CF%81%CF%83%CE%AD%CE%BD%CE%B9-%CF%84%CE%B1%CF%81%CE%BA%CF%8C%CF%86%CF%83%CE%BA%CE%B9-%CF%84%CE%BF-%CF%88%CF%89%CE%BC%CE%AF-%CE%BB%CE%B9%CE%B3%CE%BF%CF%83%CF%84%CF%8C/

Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2022

Arsenij Tarkovskij-Έρωτας στα χιόνια



- Μίλα!
- Μίλα! Γιατί δε μιλάς;
- Μίλα! Δε με νοιάζει τι θα πεις, μίλα!
- Μίλα! Μίλα!

Πες της… πες της… γιατί δεν της λες ότι κάθε στιγμή μαζί ήταν γιορτή. Επιφάνεια, οι δυο σας μόνοι μέσα στον κόσμο.

Ότι ήταν πιο θαρραλέα, πιο ανάλαφρη κι από πουλί, ότι κατέβηκε ορμητική δυο - δυο τα σκαλιά σαν ίλιγγος και μέσα από την υγρή πασχαλιά σε οδήγησε στο βασίλειό της, στην άλλη πλευρά, πίσω από τον καθρέφτη.

Πες της, γιατί δεν της λες, ότι όταν ήρθε η νύχτα, άνοιξαν διάπλατα οι πύλες της αγίας τράπεζας, ότι στο σκοτάδι έλαμψε η γύμνια σας, καθώς γείρατε.

Ότι άνοιξες τα μάτια σου και την είδες στο πλάι σου και είπες… Πες της το. Αυτό πρέπει να της το πεις: ευλογημένη να ‘σαι. Κι ότι ήξερες πως η ευλογία σου ήταν θράσος. Ότι κοιμόταν και το χέρι της ήταν ακόμα ζεστό κάτω από τα σκεπάσματα.

Πες της για τα ηλεκτροφόρα σύρματα της κοιλιάς της, ότι βουνά πρόβαλλαν στην ομίχλη, θάλασσες λυσσομανούσαν, ενώ κοιμόταν ακόμα καθισμένη σε θρόνο κι ήταν, θεέ μου, δική σου.

Πες της, γιατί δεν της λες ότι όταν ξαπλώνατε μαζί, έσβησαν πόλεις χτισμένες ως εκ θαύματος. Πουλιά ταξίδευαν στον ίδιο δρόμο. Ότι ο ουρανός ξετυλιγόταν μπρος στα μάτια σας, ότι τα ψάρια στα ποτάμια κολυμπούσαν αντίδρομα.


Απόσπασμα από το βιβλίο του Αρσένι Ταρκόφκσι, Πουλιά ταξίδευαν στο δρόμο μας, εκδ. Ελεγεία.

Μετάφραση: Χρήστος Κουλτούκης

Κυριακή 8 Αυγούστου 2021

Arsenij Tarkovskij- Το δάσος του Ιγκνάτιεβο

 

Λαμπάδιασμα των τελευταίων φύλλων μέσα στο αποτελείωμά τους
Ανεβαίνει ψηλά και στα δικά σου μονοπάτια
Το δάσος ζει σ’ έναν παροξυσμό,
Ίδιον μ’ αυτόν που ζούμε εμείς οι δυο τον τελευταίο χρόνο.

Ο δρόμος φαίνεται μες τα κλαμένα μάτια
Όπως οι θάμνοι καθρεφτίζονται στις σκοτεινές λιμνούλες.
Μην απειλείς, μη φοβερίζεις.
Μη ταράζεις τη σιγαλιά του δάσους.

Μπορείς ν’ ακούσεις την πνοή πανάρχαιας ζωής:
Στο νοτισμένο χώμα μανιτάρια γλιστερά έχουν φυτρώσει,
Τα σαλιγκάρια τρύπωσαν τρώγοντας το μεδούλι
Ενώ το δέρμα τους γαργαλά ρίγος υγρό.

Το παρελθόν μας απειλεί –
Κοίτα: τώρα γυρνώ, κοίτα: τώρα σκοτώνω!
Γεμίζει αγκάθια ο ουρανός μ’ ένα σφεντάμι ίδιο ρόδο –
Είθε να κάψει πιο βαθιά έτσι που κόλλησε σχεδόν στα μάτια.

Arseni Tarkovsky, 1935, Μετάφραση: Αλέξανδρος Ίσαρης

Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Aρσένι Ταρκόφσκι - Ζωή, ζωή


1 Σε προαισθήσεις, δεν πιστεύω και προλήψεις Δε φοβάμαι. Δε φοβάμαι μήτε τη συκοφαντία Μήτε το δηλητήριο. Θάνατος δεν υπάρχει. Αθάνατοι όλοι. Αθάνατα όλα. Δεν πρέπει Να φοβάσαι το θάνατο ούτε στα δεκαεφτά Μήτε στα εβδομήντα. Δεν υπάρχει θάνατος Ούτε σκοτάδι. Υπάρχει μόνο φως κι αλήθεια. Είμαστε όλοι στην ακροθαλασσιά κι εγώ Ένας απ’ αυτούς που ξετυλίγουνε τα δίχτυα Καθώς η αθανασία περνάει σαν κοπάδι. 2 Ζείτε μέσα στο σπίτι και το σπίτι δε ραγίζει. Καλώ όποιον αιώνα θέλω, Μπαίνω μέσα σ’ αυτόν και χτίζω σπίτι. Να γιατί είναι μαζί μου τα παιδιά σας Και οι γυναίκες σας σ’ ένα τραπέζι – Και το τραπέζι ένα, και του προπάππου Και του εγγονού. Το μέλλον τώρα χτίζεται, Κι αν εγώ το χέρι μου σηκώσω, Όλες οι πέντε αχτίνες του θα μείνουνε δικές σας. Την κάθε μέρα που περνά πιο πολύ δυναμώνω. Μέτρησα τις κλειδώσεις των κοκάλων μου, Μέτρησα το χρόνο με της γης το μέτρο Και πέρασα από μέσα του, σάμπως μέσ’ απ’ τα Ουράλια.
Πηγή: Ρώσοι ποιητές του 20ού αιώνα, εισ.-μτφρ.-σχόλ.: Γιώργος Μολέσκης, εκδόσεις Μεσόγειος, 2004

Κυριακή 30 Μαΐου 2021

Αρσένι Ταρκόφσκι-Αν ήμουν περήφανος

Αν ήμουν περήφανος, όπως παλιά

Θα σ’ άφηνα για πάντα·

Όλα όσα ήταν αδύνατο να αποχωριστώ

Όλα όσα δεν αξίζουν τον παραμικρό κόπο, –

Κι έτσι θα χώριζα το βασίλειο μου στα δυο.

 

Θα έλεγα:

Πάρε μαζί σου

Εκατό υποσχέσεις, εκατό γιορτές, εκατό

Λέξεις. Αυτά μόνο να κουβαλήσεις μπορείς.

 

Εγώ θα κρατήσω την παγωμένη αυγή

Εκατό καθυστερημένα τραμ και εκατό

Ψιχάλες βροχής στις γραμμές του τραμ,

Εκατό σοκάκια, εκατό δρόμους και εκατό

Ψιχάλες βροχής, που έτρεξαν ξωπίσω μου.

 

25 Ιουνίου 1934

 

Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης 

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2021

Arsenij Tarkovskij -Τον τελευταίο μήνα του φθινοπώρου

Στο λιόγερμα
Της πικρότατης ζωής,
Καταθλιμμένος,
Μπήκα στο γυμνό, άγνωστο δάσος
Ολόλουστο
Με της ομίχλης το θαμπό γυαλί.
Απ’ τα γκρίζα κλαδιά
Έσταζαν δάκρυα καθαρά,
Τέτοια που τα μοναχικά δέντρα
Ξέρουν να χύνουν παραμονές χειμώνα
Με τα νεκρά χρώματα.
Και ξαφνικά έγινε το θαύμα:
Στο λιόγερμα
Ένα κομμάτι από γαλάζιο τρύπησε τα μαύρα σύννεφα
Και μια αχτίδα δυνατή πέρασε, σαν Ιουνίου φως,
Απ’ τις μέρες που θα ‘ρθουν στο παρελθόν μου.
Κι έκλαιγαν τα δέντρα παραμονές
Χαρούμενων γιορτών κι ευλογημένων έργων,
Στιγμών ευτυχισμένων στης πέτρας το γαλάζιο.
Κι οδηγούσαν το χορό τα περιστέρια,
Όπως στα πλήκτρα τρέχουνε τα χέρια
Από τη γη ως τα ψηλά τ’ αστέρια.
(Αρσένι Ταρκόφσκι, από την επιλογή ποιημάτων του
«Πουλιά ταξίδευαν στο δρόμο μας»,
μετ. Χρήστος Κολτούκης, εκδ.Ελεγεία, 2007)

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2021

Αρσένι Ταρκόφσκι-Αν ήμουν περήφανος



Αν ήμουνα περήφανος, όπως παλιά,

θα σ’ άφηνα για πάντα·

όλ’ αυτά που δεν μπορώ καθόλου ν’ αποχωριστώ,

όλ’ αυτά που δεν αξίζουνε ν’ ασχοληθώ μαζί τους, –

Αν χώριζα στα δύο το βασίλειό μου.


Θα ’λεγα:

– Εσύ παίρνεις μαζί σου

εκατό υποσχέσεις, εκατό γιορτές, εκατό

λέξεις. Αυτά μπορείς να πάρεις.


Εγώ κρατώ την παγωμένη αυγή,

εκατό αργοπορημένα τραμ κι εκατό

βρόχινες σταλαγματιές πάνω στις ράγες,

εκατό στενά, εκατό δρόμους κι εκατό

βρόχινες σταλαγματιές, που τρέχαν στο κατόπι μου.


25 Ιουνίου 1934


Αρσένι Ταρκόφσκι

μτφρ. Γιώργος Πινακούλας

Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2020

Αρσένι Ταρκόφσκι, Η λέξη


12321472_10207563417659244_2068583100326949954_n

Η λέξη είναι μονάχα ο φλοιός,
Μόνο η μεμβράνη, ένας ήχος αδειανός,
Όμως μέσα του σπαρταρά παράξενα
Ένα κατακόκκινο σημείο.
Χτυπά το αίμα, πάλλεται η φλέβα,
Παίρνει φωτιά μια ακτίνα,
Όμως εσένα δεν σε νοιάζει
Αν η τύχη σου έρχεται στον κόσμο με πουκάμισο. 1
Στη λέξη υπάρχει δύναμη πολύ παλιά
Κι αν έτυχε να είσαι ποιητής
Και δεν υπάρχει άλλος δρόμος
Αυτή σου δίνει δύναμη για να σταθείς.
Μην περιγράφεις ούτε έρωτες
Ούτε αγώνες,
Φυλάξου απ’ τις προφητείες,
Το θάνατο μην τον καλείς!
.
1. Σύμφωνα με μια ρωσική ρήση, “οι τυχεροί άνθρωποι έρχονται στον κόσμο με πουκάμισο”.
* Από το βοιβλίο “Έξι Ευρωπαίοι ποιητές”, εκδ. Γκούτενμπεργκ. Μετάφραση: Αλέξανδρος Ίσαρης

12313579_10207563414139156_6684103113496342624_n

Πηγή:https://tokoskino.me/2015/12/15/%CE%B1%CF%81%CF%83%CE%AD%CE%BD%CE%B9-%CF%84%CE%B1%CF%81%CE%BA%CF%8C%CF%86%CF%83%CE%BA%CE%B9-%CE%B7-%CE%BB%CE%AD%CE%BE%CE%B7/#like-14777

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2020

Αρσένι Ταρκόφσκι-Μα αυτό δε φτάνει

Μα αυτό δε φτάνει

Πάει πια το καλοκαίρι
θαρρείς και δεν υπήρξε.
Στη λιακάδα είναι ζεστά,
μα αυτό δε φτάνει.

Όλα γίναν τελικά,
πέσαν όλα στα χέρια μου
σαν φύλλο πενταπλό,
μα αυτό δε φτάνει.

Ό,τι κακό δε χάθηκε,
ό,τι καλό δεν ήταν μάταιο,
όλα λαμποκοπούν μες στο καθάριο φως,
μα αυτό δε φτάνει.

Η ζωή με περιμάζεψε
σώο μέσα στη φτερούγα της,
κι η τύχη μου πάντα βαστάει,
μα αυτό δε φτάνει.

Φύλλο δεν κάηκε,
κλαδί δεν τσάκισε…
Καθαρή σαν το γυαλί είναι η μέρα,
μα αυτό δε φτάνει.


Αντρέι Ταρκόφκσι, Σμιλεύοντας τον Χρόνο, μτφρ. Σεραφείμ Βελέντζας, εκδ. Νεφέλη, 1987

..............................................................................................................................................................


Μα κάτι άλλο ζητώ

Το καλοκαίρι έσβησε απλά,
σαν να μην ήταν αληθινό.
Έπεφτε ζέστη από ψηλά.
Μα κάτι άλλο ζητώ.

Σαν φύλλα με πέντε δάχτυλα, απλά,
όλα όσα έγιναν, το μεγάλο, το μικρό,
πέσαν στις παλάμες μου απαλά,
μα κάτι άλλο ζητώ.

Ανώφελα, τα κακά και τα καλά
δε χάθηκαν στην ταραχή, στο βουητό,
τα πάντα έλαμπαν σιωπηλά,
μα κάτι άλλο ζητώ.

Πολλά μού έσωζε η ζωή,
μου χάριζε το φως το μητρικό.
Ήμουν αλήθεια τυχερός πολύ.
Μα κάτι άλλο ζητώ.

Τα φύλλα δεν πήραν φωτιά.
Δε σπάσαν τα κλαριά. Το πρωΐνό
σαν καθαρή χαμογελά δροσοσταλιά,
μα κάτι άλλο ζητώ.

Μετάφραση: Μαξίμ Κισιλιέρ – Λίνος Ιωαννίδης

.....................................................................................................................................................................
Μόνο που αυτό είναι λίγο…
Πάει κι αυτό το καλοκαίρι
Πέρασε βιαστικό και λίγο
Είναι ζεστά κάτω απ΄ τον ήλιο.
Μόνο που αυτό είναι λίγο…
Ό,τι έγινε ήταν γραφτό,
Σαν πενταδάχτυλο φύλλο
Στη χούφτα μου μέσα το κρατώ.
Μόνο που αυτό είναι λίγο…
Μα το καλό μα το κακό
Χαθήκαν δίχως λόγο.
Ο κόσμος λαμποκοπούσε φωτεινός.
Μόνο που αυτό είναι λίγο…
Η ζωή με περιμάζεψε
Σώο μες τις φτερούγες της.
Ήμουνα πάντα τυχερός.
Μόνο που αυτό είναι λίγο…
Φύλλο δεν κάηκε,
Κλαδί δεν τσάκισε.
Καθαρή σαν το γυαλί είναι η μέρα.
Μόνο που αυτό είναι λίγο…
(Από τη συλλογή : Λευκή Μέρα)
Απόδοση: Χρήστος Κουλτούκης


                                                 Θάνος Ανεστόπουλος-Μα κάτι άλλο ζητώ