Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περί Γλώσσας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περί Γλώσσας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2022

Παντελής Μπουκάλας - H αρχαία ελληνική γλώσσα και η ιστορία της

 Σπουδών – Ιδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 256.

«Αντώνις Λόνγκος Νειλούτι τη μητρί πλίστα χαίρειν, και διά παντός εύχομαί σε υγιαίνειν. Το προσκύνημά σου ποιώ κατ΄ αικάστην ημαίραν παρά τω κυρίω Σεράπειδει. Γεινώσκειν σαι θέλων ότι ουχ ήλπιζον ότι αναβένις εις την μητρόπολιν· χάριν τούτου ουδ΄ εγό εισήλθα εις την πόλιν. Αιδυσοπούμην δε ελθείν εις Καρανίδαν, ότι σαπρώς παιριπατώ. Αίγραψά σοι ότι γυμνός ειμεί.»

 Σ΄ έναν δάσκαλο, κείμενα τόσο ανορθόγραφα όπως αυτό προκαλούν ταραχή και απελπισία. Για έναν διορθωτή, μπορεί και να σταθούν αφορμή να αλλάξει δουλειά μπαϊλντισμένος. Για έναν γλωσσσολόγο όμως, για έναν ιστορικό της γλώσσας, οι ανορθογραφίες αυτές είναι θησαυρός, γιατί, αναζητώντας τη λογική και την ερμηνεία τους, εντάσσοντάς τες στο χρόνο και το χώρο τους, μπορεί να κατανοήσει πώς αλλάζει μια γλώσσα, πού την οδηγούν οι χρήστες της, ποια «λιθάρια» σέρνει κάθε φορά το μεγάλο ποτάμι, για να τα λειάνει ή να τα απορρίψει στις εκβολές του.

Λάθη με… νόημα

Τα λάθη δεν είναι ποτέ δίχως νόημα, κι αυτό δεν ισχύει μόνο στην ψυχανάλυση. Σ’ αυτήν τη λαθοβριθή επιστολή, λοιπόν, γραμμένη τον 2ο αιώνα μ.Χ. από κάποιον «άσωτο υιό» από την Αλεξάνδρεια, το έμπειρο μάτι εντοπίζει, και εξηγεί, τις μεταβολές που υφίσταται η ορθογραφία όχι μόνο και μόνο λόγω αγραμματοσύνης αλλά και επειδή, εν τω μεταξύ, πήρε ν΄ αλλάζει η προφορά και να χάνεται ο μουσικός τονισμός των αρχαίων ελληνικών. «Οι αλλαγές στην προφορά φαίνονται στα ορθογραφικά λάθη που κάνει ο επιστολογράφος, π.χ. «σαι» αντί «σε», «ημαίραν» αντί «ημέραν», που δείχνουν ότι τα «αι» και «ε» προφέρονταν πια με τον ίδιο τρόπο· «πλίστα» αντί «πλείστα», «αναβένις» αντί «αναβαίνεις», που δείχνουν ότι τα «ι» και «ει» προφέρονταν επίσης με όμοιο τρόπο· το ίδιο συμβαίνει και με τα «ο» και «ω»: βλ. «εγό» αντί «εγώ» και ίσως «σαπρώς» αντί «σαπρός»» σημειώνει ο Αναστάσιος-Φοίβος Χριστίδης, στη νέα «Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας», που εκδόθηκε πρόσφατα, λίγους μήνες μετά τον αδόκητο χαμό του, σαν μεταθανάτιο δώρο.

Ως καθηγητής της γλωσσολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και διευθυντής του Τμήματος Γλωσσολογίας του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, ο Α.-Φ. Χριστίδης (γεν. στη Θεσσαλονίκη το 1946) είχε επιμεληθεί την εντυπωσιακή «Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα», αποτέλεσμα συλλογικής εργασίας, που εκδόθηκε το 2001 από το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας και το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Με την τωρινή, παιδαγωγικής σκόπευσης «Ιστορία» του, που διατηρεί την επιστημονική της αυστηρότητα παρότι απευθύνεται κατ΄ αρχήν σε διαφορετικό κοινό, σε μαθητές δηλαδή, εγκαινιάστηκε η δημοσίευση από το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του πιλοτικού προγράμματος «Αρχαιογνωσία και Αρχαιολογία στη Μέση Εκπαίδευση» το οποίο εκπονήθηκε στο πλαίσιο του Κέντρου Εκπαδευτικής Ερευνας, με συντονιστή τον Δ. N. Μαρωνίτη. Οι άλλοι τόμοι που θα ολοκληρώσουν τη σειρά είναι: «H Ρώμη και ο κόσμος της» του Θ. Παπαγγελή, «Αρχαία ελληνική γραμματολογία» του Φάνη Κακριδή, «Αρχαία ελληνική φιλοσοφία» του B. Κάλφα και του Γ. Ζωγραφίδη, και «Αρχαϊκή επική ποίηση» του Δ. N. Μαρωνίτη και του Λ. Πόλκα.

Χωρίς επιστημονικές αβαρίες λοιπόν αλλά και χωρίς το παραμικρό ιδεολογικό σκόντο, ο Α.-Φ. Χριστίδης επέλεξε για τη συνοπτική «Ιστορία» του έναν αφηγηματικό τρόπο που διασώζει αρκετά από τα γνωρίσματα της προφορτικότητας και της συνομιλίας. Με το επανερχόμενο «ακούστε τώρα…» ή με το επίσης επανερχόμενο, μαιευτικού χαρακτήρα «πώς το ξέρουμε αυτό;», είναι σαν να λέει το παραμύθι της γλώσσας, την ιστορία της δηλαδή, προεντάσσοντας στην εξιστόρησή του τις πιθανότατες απορίες των μαθητών-αναγνωστών. Επιτυγχάνοντας μια συναρπαστική απλότητα, ξετυλίγει μεθοδικά το νήμα με δώδεκα σταθμούς-κεφάλαια. Αρκούν ίσως οι τίτλοι τους για να αποκαλύψουν το συνολικό πεδίο του εγχειριδίου, στο οποίο ανήκει και η νέα ελληνική, όσο κι αν δεν καταγράφεται στον τίτλο του βιβλίου: «Τα μυστικά της γλώσσας», «Οι ήχοι της γλώσσας», «Τα μυστικά της γραφής», «Πότε γεννήθηκε και πότε πρωτογράφτηκε η ελληνική γλώσσα», «H ελληνική γλώσσα και το αλφάβητο», «Πώς προφέρονταν τα αρχαία ελληνικά», «H αρχιτεκτονική της γλώσσας και η αρχαία ελληνική γλώσσα», «Οι διάλεκτοι της αρχαίας ελληνικής γλώσσας», «H συνάντηση της αρχαίας ελληνικής με άλλες γλώσσες», «Πώς άλλαξε η αρχαία ελληνική γλώσσα», «Αττικισμός: η “καλή” και η “κακή” γλώσσα», «Προς τα νέα ελληνικά». H εξιστόρηση συμπληρώνεται με ασκήσεις, εικονογράφηση, δείγματα κειμένων και βιβλιογραφίες.

Απαντώντας στους μαθητές-αναγνώστες του ο συγγραφέας, γλωσσολόγος που δεν οχυρώθηκε ποτέ σε κάποια επιστημονική ουδετερότητα, απαντά και ελέγχει και ορισμένους από τους ιδεολογικής ή και ιδεοληπτικής κοπής μύθους που συνοδεύουν χρόνια πολλά τώρα τις αναφορές στη γλώσσα. Μύθος πρώτος, η παρθενογένεση της αρχαίας ελληνικής ή η δημιουργία της απευθείας από τους θεούς (εξού και η διαβόητη «κρυμμένη αριθμοσοφία» της), οι διακινητές του οποίου καταλήγουν να αναιρούν προπετώς την άποψη που είχαν για τη γλώσσα τους και το αλφάβητό της οι ίδιοι οι αρχαίοι Ελληνες.

Προϊόντα δανεισμού

Ουδόλως υποτιμάται η αρχαία ελληνική αν αποδεχτούμε αυτό που μαρτυρεί η ιστορία και αφηγούνται με τη δική τους γοητευτική σαφήνεια οι μύθοι (ο μύθος του Κάδμου λόγου χάρη), ότι τα γράμματά της, τα σύμφωνα, τα δανείστηκε από τους Φοίνικες (με τη σειρά τους οι Ετρούσκοι κι αργότερα οι Ρωμαίοι δανείστηκαν από τους Ελληνες το αλφάβητο για να γράψουν τη γλώσσα τους). Ουδόλως υποτιμάται επίσης αν αποδεχτούμε ότι, όπως κάθε γλώσσα που μετέχει σε ένα αέναο και ασύνορο δούναι και λαβείν, δανείστηκε ξένες λέξεις. Κι όπως σήμερα δεν ενοχλούμαστε (ή δεν το ξέρουμε καν) από το ότι η λέξη «λουλούδι» έχει αλβανική καταγωγή, έτσι και οι αρχαίοι δεν ενοχλούνταν (ή δεν τον ήξεραν καν όλοι τους) από το ότι το «ρόδον» ήταν πιθανότατα περσικής προελεύσεως. «Το 40% περίπου του λεξιλογίου της αρχαίας ελληνικής είνιαι προϊόν δανεισμού» σημειώνει ο συγγραφέας, και συνεχίζει: ««Καθαρές» γλώσσες δεν υπάρχουν, γιατί οι λαοί και κι οι πολιτισμοί δεν ζουν σε γυάλες αλλά σε συνεχή επαφή, εχθρική ή φιλική, μεταξύ τους».

Δεν χαλάνε οι γλώσσες

Με αυτά κατά νουν, ο συγγραφέας ξηλώνει συστηματικά ένα άλλο μύθευμα, που συχνά οδηγεί σε θρηνωδίες: το μύθευμα που ταυτίζει ανιστόρητα την αλλαγή μιας γλώσσας με την αλλοίωσή της, τη φθορά της. «Οι γλώσσες αλλάζουν, δεν χαλάνε», λέει και ξαναλέει ο Τάσος Χριστίδης, και η επιμονή του αυτή, όσο και τα επιστημονικά τεκμήρια που τη στοιχειοθετούν, αντιτίθεται στην επιμονή μοιρολογίστρας όσων ανακοινώνουν κάθε τόσο το θάνατο μιας γλώσσας, της νέας ελληνικής, που ωστόσο τη μιλούν και τη γράφουν εκατομμύρια άνθρωποι, ανάμεσά τους και πολλοί νέοι χρήστες, μη Ελληνες.

Ιστορώντας το πώς διάβαζαν οι αρχαίοι Ελληνες (όχι σιωπηλά αλλά «φωναχτά»), ο συγγραφέας θυμίζει και τα εξής: « [Οι αρχαίοι] χρησιμοποιούσαν επίσης για την ανάγνωση (το διάβασμα) και το ρήμα «νέμω», που σημαίνει «διανέμω, μοιράζω». Αυτό δεν είναι τυχαίο. Υπονοεί ότι η πληροφορία, η γνώση που κερδίζεται από την ανάγνωση, δεν αφορά μόνο τον αναγνώστη αλλά μοιράζεται και στους άλλους». Αυτήν ακριβώς τη δημοκρατία της πληροφόρησης, τη δημοκρατία της γνώσης, υπηρετεί το τελευταίο έργο του Τάσου Χριστίδη.

Α.-Φ. Χριστίδης: «Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας». Συνεργάστηκε η Μαρία Θεοδωροπούλου. Πρόλογος: Δ. N. Μαρωνίτης. Ινστιτούτο Νεοελληνικών

Πηγή:https://www.kathimerini.gr/culture/217006/h-archaia-elliniki-glossa-kai-i-istoria-tis/?fbclid=IwAR1i6tzzzbA9lX3acvmDGQ_B6Dnrz9lTc13XzyaJ8LzVIrkMuw0jzN7uwQQ

Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2022

Α.-Φ. Χριστίδης-«Θεμιτή Διαφωνία, Αθέμιτη Κινδυνολογία» (απόσπασμα)

Ανάμεσα στα γραπτά του Α.-Φ. Χριστίδη ιδιαίτερα επίκαιρο παραμένει το άρθρο του με τίτλο «Θεμιτή Διαφωνία, Αθέμιτη Κινδυνολογία» (Ελευθεροτυπία, 3/2/87), στο οποίο σχολιάζει τον καταστροφολογικό λόγο που εκπορευόταν (και από γλωσσολόγους) σχετικά με το παρόν και το μέλλον της ελληνικής.

α) η αδυναμία να γίνει κατανοητό το γλωσσικό «λάθος» ως ένδειξη διεργασιών εξέλιξης της γλώσσας. Όπως εξηγεί: «Ο μηχανισμός που δίνει π.χ. τους τύπους ανεξαρτοποιώ/ανεξαρτοποίηση είναι ο ίδιος (η γνωστή «ανομοίωση») μ' αυτόν που δίνει το αρχαίο ελληνικό αμφορεύς από το αμφιφορεύς».

β) η ανιστορική και λογικά ασυνάρτητη στάση απέναντι στο δανεισμό, που έχει ως με αποτέλεσμα να στηλιτεύονται νεότερα δάνεια όπως το «μπαρ» αλλά όχι παλαιότερα, όπως το «Πάσχα», ή ο εσωτερικός δανεισμός από τα αρχαία. Για τις δεύτερες περιπτώσεις δανεισμού έγραψε πως «οι παλιές αυτές συναντήσεις της ελληνικής γλώσσας με άλλες γλώσσες ούτε τη «ρύπαναν» ούτε τη «νόθευσαν» ούτε τη «φτώχυναν» εκφραστικά ούτε, βέβαια, την «αφελλήνισαν»».

γ) η συμπλεγματική στάση απέναντι στο γλωσσικό παρόν, που εκφράζεται με επιστημονικά ανερμάτιστες θέσεις όπως το μύθο της «λεξιπενίας», μια στάση «πολλαπλά ανιστόρητη και χωρίς καμιά γείωση στην πραγματικότητα», όπως αποτυπώνεται ερευνητικά. 

Ελευθεροτυπία, 3/2/87

Συνολικά, οι κινδυνολογικές θέσεις αυτές, που τις διαβάζουμε ακόμη στους διαδικτυακούς χώρους γλωσσολόγων, οικοδομούν μια αντίληψη για τη γλώσσα που αποτελεί (όπως έγραψε αλλού ο Χριστίδης) «συνειδητή παλινδρόμηση της γλωσσολογίας, ή, ακριβέστερα, κάποιων γλωσσολόγων, στον χώρο της προ-επιστημονικής γλωσσικής μυθολογίας».

Πηγή: https://www.facebook.com/PeriGlossas/posts/446245959402015

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2021

Περί Γλώσσας

Τα όρια της γλώσσας μου είναι τα όρια του κόσμου μου.

 Ludwig Wittgenstein

Εκείνο οπού λέγει ο Βάκων για τη φύση, δηλαδή πως ο φιλόσοφος για να την κυριέψει πρέπει πρώτα να της υποταχθεί, ημπορεί κανείς να το πει για τη γλώσσα: υποτάξου πρώτα στη γλώσσα του λαού, και, αν είσαι αρκετός, κυρίεψε την.

Διονύσιος Σολωμός, 1797-1857, Εθνικός Ποιητής

(«Διάλογος», 1824)

« …Για τη γλώσσα, μπορεί να πη κανείς αυτό που λέει ο Μακκιαβέλης για όλους τους ανθρώπινους θεσμούς, πως δεν βρίσκεται δηλαδή σωτηρία , όταν υπάρχει διαφθορά, παρά μόνο  αν ξαναγυρίσουμε  στις αρχές. Οι δάσκαλοι της Ελλάδας γυρίζουν  πολύ πίσω ͘ αυτό δεν είναι ξαναγύρισμα  στις αρχές. Χαίρομαι να παίρνωνται  για ξεκίνημα  τα δημοτικά τραγούδια, θα ‘θελα, όμως όποιος  μεταχειρίζεται την  κλέφτικη γλώσσα, να τη μεταχειρίζεται  στην ουσία της και  ‘όχι στη μορφή της, με νιώθεις;  Κι όσο για την ποίηση, πρόσεξε καλά, Γιώργη μου,  γιατί βέβαια καλό είναι  να ρίχνει  κανείς  τις ρίζες του πάνω  σ΄αυτά τ’ αχνάρια,  δεν είναι όμως καλό  να σταματά  εκεί ͘ πρέπει να υψώνεται κατακόρυφα. Δεν ξέρω αν φανέρωσα καλά τη σκέψη μου έτσι βιαστικά που σου γράφω. Η κλέφτικη ποίηση είναι όμορφη κι ενδιαφέρουσα  καθώς μ’ αυτήν παράστησαν ανεπιτήδευτα οι κλέφτες τη ζωή τους, τις ιδέες τους και τα αισθήματά τους. Δεν έχει το ίδιο  ενδιαφέρον στο δικό μας στόμα ͘ το έθνος  ζητά από μας το θησαυρό της δικής μας διάνοιας , της ατομικής, ντυμένον εθνικά…»

    Δ. Σολωμού, από  επιστολή  του στον φίλο  Γεώργιο Τερτσέτη

Ο τρίτος τόμος  με επιμέλεια του  Λ.Πολίτη, έκδοση 1991.

«Ἡ γλῶσσα εἶναι ἕνα ἀπό τά πλέον ἀναπαλλοτρίωτα τοῦ Ἔθνους κτήματα. Ἀπό τό κτῆμα τοῦτο μετέχουν ὅλα τά μέλη τοῦ ἔθνους μέ δημοκρατικήν, νά εἴπω οὕτως, ἰσότητα .Κανείς, ὅσον ἤθελεν εἶσθαι σοφός, οὔτ’ ἔχει, οὔτε δύναταί ποθεν νά λάβῃ τό δίκαιον νά λέγῃ πρός τό ἔθνος: «Οὕτω θέλω νά λαλῇς, οὕτω νά γράφῃς»[...]. Μόνος ὁ καιρός ἔχει τήν ἐξουσίαν νά μεταβάλλῃ τῶν ἐθνῶν τάς διαλέκτους, καθώς μεταβάλλει καί τά ἔθνη.»

Αδαμάντιος Κοραής

Δεν πρέπει όμως να μπερδεύουμε την φθορά της γλώσσας με την φθορά των νοημάτων, τα νοήματα υπάρχουν πάντα και για να επιστρέψω στην λογοτεχνία, η φθορά της γλώσσας επιβάλλει την αυστηρότητα στο λόγο της τέχνης και αυτό είναι κάτι θετικό. Όσο φθείρεται ο κοινός, ο συμβατικός λόγος, ο πολιτικός, ο ομαδικός ή άλλος, τόσο η λογοτεχνία, σχεδόν σαν αντανακλαστική αντίδραση, πρέπει να γίνεται πιο αυστηρή.

Γιώργος Χειμωνάς, Δέντρο, Νο 27

Για μένα γίνεται όλο και πιο δύσκολο, έως ανώφελο, να γράφω σε επίσημα αγγλικά. Έχω όλο και περισσότερο την εντύπωση ότι η γλώσσα μου είναι σαν ένα πέπλο το οποίο πρέπει να σχίσεις για να φτάσεις στα πράγματα (ή στο Τίποτα) που κρύβεται πίσω του. Γραμματική και στιλ! Νομίζω ότι έχουν ξεπεραστεί σαν ένα βικτοριανό μαγιό Biedermeier ή σαν την απάθεια ενός τζέντλεμαν. Μια μάσκα. Ας ελπίσουμε ότι έρχεται η ώρα, δόξα τω Θεώ σε μερικούς κύκλους έχει φτάσει ήδη, όπου η γλώσσα θα χρησιμοποιείται καλύτερα όταν θα μπορεί να γίνεται κατάχρησή της με τη μέγιστη αποτελεσματικότητα. Δεδομένου ότι δεν μπορούμε να απορρίψουμε τη γλώσσα διαμιάς, δεν θα πρέπει τουλάχιστον να παραλείψουμε οτιδήποτε μπορεί να συμβάλει στην ανυποληψία της. Να ανοίγεις τη μια οπή μετά την άλλη ώσπου να αρχίσει να διαρρέει ό,τι κρύβεται μέσα της, είτε πρόκειται για κάτι είτε για τίποτε· για έναν συγγραφέα σήμερα δεν μπορώ να φανταστώ υψηλότερο στόχο. Ή μήπως η λογοτεχνία έχει μείνει πίσω, σε παλιά, βρομερά μονοπάτια;

Samuel Beckett (απόσπασμα επιστολής σε φίλο Γερμανό εκδότη, 1937)

 Η φύση μιας γλώσσας είναι η φύση μιας συνολικής ιδιοσυγκρασίας πεθαμένων και ζωντανών που μας περιέχει και που  διαθέτουμε ένα πολύ μικρό περιθώριο για να την αλλάξουμε με την προσωπική μας ενέργεια. 

Γιώργος Σεφέρης

Ὅπως ἓν ζωντανὸν σῶμα δὲν δύναται νὰ ζήσῃ δι᾿ ἐνέσεων, τρόπον τινά, ἀπὸ κόνιν ἀρχαίων σκελετῶν καὶ μνημείων, ἄλλο τόσον δὲν δύναται νὰ ζήσῃ, εἰμὴ μόνον κακὴν καὶ νοσηρὰν ζωήν, τρεφόμενον μὲ τουρσιὰ καὶ μὲ κονσέρβας εὐρωπαϊκάς. Ἔχει πολλὰς ἀνάγκας καὶ ἀδυναμίας ἡ γλῶσσα. Ἔχει τὴν δεσπόζουσαν ἀνάγκην καὶ τὴν ἀδυναμίαν τοῦ νεωτερισμοῦ. Φοβερὰ εἶναι τοῦ ξενισμοῦ ἡ ἐπίδρασις. Εἶναι ἀναγκαιότατον κακόν, τὸ ὁποῖον ποτὲ δὲν ἀπείργεται. Ἐὰν κλείσῃ τις τὴν θύραν, θὰ εἰσέλθῃ διὰ τῶν παραθύρων· ἐὰν κλείσῃ τὰ παράθυρα, θὰ εἰσδύσῃ διὰ τῶν ρωγμῶν καὶ σχισμάδων· ἐὰν στουπώσῃ τις τὰς σχισμάδας, θὰ εἰσχωρήσῃ ἀοράτως δι᾿ αὐτοῦ τοῦ συμπαγοῦς σώματος τῆς οἰκοδομῆς.
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Γλώσσα και Κοινωνία, 1907

« ..Η καρδιά μου χτυπάει εντονότερα, καθώς αναπλάθω την ήδη μακρά ιστορία ενός πολύ προσφιλούς κεφαλαίου της πνευματικής μου ζωής: εννοώ την σχέση μου με τη ελληνική γλώσσα. Είναι η μοναδική , ευρωπαϊκή ,τουλάχιστον γλώσσα που έχει πίσω της μιαν αδιάκοπη ιστορία τριών περίπου χιλιάδων ετών και συνάμα πέρασε από ποικίλες μετεξελίξεις και μεταλλαγές. Όμως, οι προγενέστερες μορφές της δεν εξανεμίστηκαν , αλλά ζουν ακόμα διαφοροτρόπως μέσα της ως ιζήματα και στρώματα που κάνουν την διαχρονία συγχρονία. Ο Ομηρος και η κλασική αττική, η κοινή και η λόγια βυζαντινή , η εκκλησιαστική γλώσσα και η γλώσσα του δημοτικού τραγουδιού και των κρητικών επών, η αρχαΐζουσα και η απλή καθαρεύουσα , η αστική τρέχουσα και τα ιδιωματικά κατάλοιπα- όλα αυτά αποτελούν ακόμα σήμερα πηγές απ΄όπου μπορεί ν΄αντλήσει η γλωσσική καλαισθησία, αλλά και η εκφραστική ανάγκη. …»
Παναγιώτης Κονδύλης, Το αόρατο χρονολόγιο της σκέψης, εκδ. Νεφέλη, 1998, σ.79-80.

Κάθε γλώσσα, και η νεοελληνική, είναι ζωντανός οργανισμός, που συνεχώς εξελίσσεται, δείχνοντας τις προσαρμοστικές της ικανότητες και την ευρετική της ευλυγισία. Απαράβατοι κανόνες δεν υπάρχουν· τούτο όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και κανονιστικές αρχές, η παράβαση των οποίων προϋποθέτει τη γνώση τους. Περί αυτού πρόκειται: η γλώσσα δεν ηθικολογεί, έχει όμως τη δική της ανεκτική ηθική. Εναντίον λοιπόν της στρατιωτικής πειθαρχίας και της σοβαροφάνειας· υπέρ της γλωσσικής ελευθερίας με όρους και όρια. Στόχος: η γραμματική μορφή να ταιριάζει στο νόημα, και το νόημα στη μορφή...
Δ.Ν. Μαρωνίτης

Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2019

Roland Barthes - αποσπάσματα




  • "Ταξιδεύουμε χωρίς σταματημό ανάμεσα στο αντικείμενο και στην απομυθοποίησή του, ανίκανοι να πιάσουμε την ολότητά του: γιατί αν εισχωρήσουμε στο αντικείμενο, θα το ελευθερώσουμε αλλά και θα το συντρίψουμε. Κι αν του αφήσουμε τη βαρύτητά του, το σεβόμαστε, αλλά το μυθοποιούμε ακόμα περισσότερο".

Πηγή: Roland Barthes, Μυθολογίες: Μάθημα, Μτφρ: Χατζηδήμου Κ.- Ράλλη Ι. Κέδρος. 1973.

Πηγή: https://www.ianos.gr/mithologies-mathima-0222003.html#tab-description
‘Language is a skin: I rub my language against the other. It is as if I had words instead of fingers, or fingers at the tip of my words. My language trembles with desire.'

  • Η γλώσσα είναι ένα δέρμα: Τρίβω τη γλώσσα μου εναντίον του άλλου. Είναι σαν να είχα λόγια αντί για δάχτυλα, ή δάχτυλα στην άκρη των λέξεων μου. Η γλώσσα μου τρέμει από την επιθυμία. ' '
Πηγή:https://www.facebook.com/mavis.purdy/posts/10205681312228671


  • «Καινούργια, παράξενη οξύτητα το να βλέπω στο δρόμο την ασχήμια ή την ομορφιά των ανθρώπων».
    (Roland Barthes, "Ημερολόγιο πένθους")
  • «Η πραγματική μας πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία».
  • «Το να αφήνεις κάποιον να περιμένει είναι το διαχρονικό προνόμιο κάθε εξουσίας».
  • Το σέξ είναι μια κατάσταση κατά την οποία έχει αρθεί, προσωρινά, η απαγόρευση.                 Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου
  • Ο ψυχωτικός ζει με τον φόβο της κατάρρευσης. Αλλά «ο κλινικός φόβος» της κατάρρευσης είναι φόβος για μια κατάρρευση που έχουμε ήδη δοκιμάσει (primitive agony) και υπάρχουν στιγμές που ένας ασθενής έχει την ανάγκη να ακούσει ότι η κατάρρευση, ο φόβος της οποίας υπονομεύει τη ζωή του, έχει ήδη συντελεστεί. Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για το ερωτικό άγχος: είναι ο φόβος ενός πένθους που έχει ήδη συντελεστεί από τη στιγμή που άρχισε ο έρωτας, από τη στιγμή που ένιωσα τη σαγήνη. Θα’ πρεπε κάποιος να μπορούσε να μου πει "Μην έχεις πια άγχος. Τον έχεις ήδη χάσει."   
  • Ξέρω ότι δεν γράφω για τον άλλο, ξέρω ότι τα πράγματα που πρόκειται να γράψω δε θα με κάνουν ποτέ να αγαπηθώ απ' αυτόν που αγαπώ, ξέρω ότι η γραφή δεν αντισταθμίζει τίποτα, δεν εξιδανικεύει τίποτα, ξέρω ότι η γραφή βρίσκεται ακριβώς εκεί όπου εσύ δεν είσαι. Η γνώση αυτή σημαδεύει το ξεκίνημα της γραφής ΡΟΛΑΝ ΜΠΑΡΤ (μτφρ. Βασίλης Παπαβασιλείου) Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου
  • «Είμαι ερωτευμένος; Ναι, αφού περιμένω».                                                                                     Ο άλλος δεν περιμένει ποτέ. Κάποιες φορές θέλω να παίξω αυτόν που δεν περιμένει· προσπαθώ να απασχολήσω αλλού τον εαυτό μου, να φτάσω αργοπορημένος· διαρκώς όμως χάνω σε αυτό το παιγνίδι: οτιδήποτε κι αν κάνω βρίσκομαι εκεί, χωρίς να έχω τίποτα να κάνω, ακριβής, ακόμα και νωρίτερα από την ώρα μου. Η μοιραία ταυτότητα του ερωτευμένου δεν είναι τίποτ' άλλο απ' το ότι: Είμαι αυτός που περιμένει.                                   Αποσπάσματα ερωτικού λόγου (σχολιάζοντας την φράση του Winnicott).
  • Ταξιδεύουμε χωρίς σταματημό ανάμεσα στο αντικείμενο και στην απομυθοποίησή του, ανίκανοι να πιάσουμε την ολότητά του: γιατί αν εισχωρήσουμε στο αντικείμενο, θα το ελευθερώσουμε αλλά και θα το συντρίψουμε. Κι αν του αφήσουμε τη βαρύτητά του, το σεβόμαστε, αλλά το μυθοποιούμε ακόμα περισσότερο
  • "...Κάθε εποχή μπορεί να πιστεύει πως κατέχει το κανονιστικό νόημα του έργου. Ωστόσο αρκεί να πλατύνουμε λιγάκι την ιστορία για να μετατρέψουμε το ενικό νόημα, και το κλειστό έργο σε έργο ανοιχτό. Ο ίδιος ο ορισμός του έργου αλλάζει: δεν αποτελεί πια ένα ιστορικό γεγονός, γίνεται ένα ανθρωπολογικό γεγονός, αφού καμιά ιστορία δεν το εξαντλεί. Η ποικιλία των νοημάτων δεν εξαρτάται επομένως από μια σχετιοκρατική άποψη για τα ανθρώπινα ήθη, δεν δείχνει μια ροπή της κοινωνίας προς την πλάνη, αλλά μια διάθεση του έργου προς το άνοιγμα. Το έργο κατέχει ταυτόχρονα πολλά νοήματα, λόγω δομής, όχι λόγω αναπηρίας εκείνων που το διαβάζουν. Κατά τούτο είναι συμβολικό: το σύμβολο δεν είναι η εικόνα, είναι η ίδια η πολλαπλότητα των νοημάτων...'' (Μετ. Γιάννης Κρητικός)

                                                  Roland Barthes (1915-1980)
Γάλλος στοχαστής, φιλόσοφος, γλωσσολόγος και σημειολόγος.