Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.0.1 Κορνάρος Βιτσἐντζος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.0.1 Κορνάρος Βιτσἐντζος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2025

Βιτσέντζος Κορνάρος - Ερωτόκριτος (απόσπασμα)


Όποιος τσι μεγαλότητες ζητά τουνού του κόσμου 

και δεν γνωρίζει πώς επά διαβάτης είν' του δρόμου, 

μα ρέμπεται στις αφεντιές, στα πλούτην του καυκάται 

εγώ άγνωστο τονε κρατώ και πελελός λογάται. 

Τούτα ειν’ ανθοί και λούλουδα, διαβαίνουν και περνούσι 

και μεταλλάσσουν τα οι καιροί συχνιά τα καταλούσι, 

σαν το γυαλί ραΐζουσι σαν τον καπνό διαβαίνου, 

ποτέ δε στέκου ασάλευτα μα πιλαλούν και πιαίνου, 

κι όσο πλια η μοίρα στα ψηλά τον άνθρωπο καθίζει 

τόσο και πλιότερα πονεί όντες τόνε γκρεμνίζει.

Πέμπτη 1 Μαΐου 2025

Βιτσέντζος Κορνάρος - Ο όρκος της Αρετούσας


Λιζέτα Καλημέρη -Ο όρκος της Αρετούσας

 Τα λόγια σου Ρωτόκριτε φαρμάκιν εβαστούσα

Ουδ’ όλπιζα, ουδ’ ανήμενα, τα αυτιά μου ότι σ’ ακούσα

 

Διώξε τσι αυτούς τσι λογισμούς, κ’ έγνοια καμιά μην έχεις

Μη θέλεις να ξαναρωτάς, το πράμα που κατέχεις

 

Και πώς μπορώ να σ’ αρνηθώ, κι α θέλω, δε μ’ αφήνει

τούτη η καρδιά, που εσύ ‘βαλες σ' τς αγάπης το καμίνι

 

Κι α δε θελήσει η μοίρα μας, να σμίξωμεν ομάδι

Η ψη σου ας έρθει να με βρει, χαιράμενη στον 

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2025

Νίκος Ξυλούρης - Ερωτόκριτος (Παραμύθι)


«ΠΟΙ:Το εμπήκεν ο Ρωτόκριτος εις τη φλακήν, αρχίζει
να της μιλή και σπλαχνικά να την αναντρανίζη.

ΡΩΤ: Λέγει της: «Το μ’ ερώτηξες, να σου το πω και γροίκα
πού το ’βρηκα το χάρισμα οπ’ εδεπά σ’ αφήκα.

Είναι δυο μήνες σήμερο που ’λαχα σ’ κάποια δάση,
εις τη μερά της Έγριπο, κ’ εβγήκαν να με φάσι

άγρια θεριά κ’ εμάλωσα κι εσκότωσα από κείνα
κι από τα χέρια μου νεκρά όλα τα πλια απομείνα.

Με κίντυνον εγλύτωσα κι όση ώραν επολέμου
να λυτρωθώ απο λόγου τως δεν τ’ όλπιζα ποτέ μου.

Μα εβούηθησε το ριζικό, τ’ Άστρη μ’ ελυπηθήκα
κ’ σκότωσα κ’ εζύγωξα κι αλάβωτο μ’ αφήκα

Δίψα μεγάλη εγροίκησα στον πόλεμον εκείνο‧
γυρεύοντας να βρω δροσάν ήσωσα σ’ ένα πρίνο

και παραμπρός μου εφάνιστη μου κουτσουναράκι εκτύπα,
σιμώνω, βρίσκω το νερό στου χαρακιού την τρύπα.

Ήπια το κ’ εδροσίστηκα κ’ε πέρασέ μου η δίψα,
μα πούρι κι άλλα βάσανα ετότες δε μου λείψα.

Ήκατσα να ξεκουραστώ σιμά στο κουτσουνάρι,
όντε γροικώ αναστεναγμό και μύσμα του αρρωστάρη.

Και βιαστικά σηκώνομαι, το ζάλο μου σπουδάζει
να δω ποιος είναι που πονεί και βαριαναστενάζει

και μπαίνω μέσα στα δεντρά που ’σαν κοντά στη βρύση,
ογια να βρω κι ογια να δω εκείνον όπου μύσσει.

Βρίσκω ένα νιον ωριόπλουμο που ’λαμπε σαν τον ήλιο
κι εκείτετο ολομάτωτος ομπρός εις ένα σπήλιο.

Σγουρά, ξαθά ’χε τα μαλλιά κ’ ειςτα σοθέματά του
μ’ όλον οπού’το σα νεκρός, ήδειχνε η ομορφιά του‧

και δυο θεριά στο πλάγι του ήσανε σκοτωμένα
και το σπαθί και τ’ άρματα, περίσσα ματωμένα.

Σιμώνω, χαιρετώ τονε, λέγω του: «Αδέλφι, γεια σου.
Ίντά ’χεις κι απονέκρωσες; Πού ’ναι η λαβωματιά σου;»

Τα μάτια του είχε σφαλιστά, τότες τ’ αναντρανίζει
κ’ εθώρειε δίχως να μιλή και στο λαιμό του ’γγίζει.

με το δακτύλι δυο φορές κ’ ήδειχνε να γνωρίσω
πως είναι εκεί η λαβωματιά, να δω να του βουηθήσω.

Το στήθος του εξαρμάτωσα και μια πληγή του βρίσκω
δαμάκιν αποκατωθιό από τον ουρανίσκο.

Ολίγο κι ουδέ τίβοτσι τον είχε δαγκαμένο
μα’ θελεν έχει το θεριό δόντι φαρμακεμένο

κ’ επήρε του τη δύναμη και την πνοήν εχάσε
και το φαρμάκι επέρασε και μέσα τον επιάσε‧

κι αγάλια αγάλια εχάνετο σαν το κερί όντε σβήνη
ήκλαψα κ’ ελυπήθηκα πολλά την ώρα κείνη.

Σαν αδελφό μου καρδιακό τον ήκλαιγα κ’ επόνου,
μα πόνοι, δάκρυα, κλάηματα άθρωπο δε γλυτώνου.

Εψυχομάχειε κ’ ήδειχνε να στέκω, μη μισέψω
κ’ εθάρρειε πως έτοια πληγήν εμπόρου να γιατρέψω.»

(Ε, 881- 928)

Δευτέρα 28 Αυγούστου 2023

Βιτσέντζος Κορνάρος - Ερωτόκριτος (απόσπασμα)


Ο Έρωτας ανυφαντής με πονηριάν εγίνη
αράχνη ήστεσε ψιλή κι επιάστηκα σ' εκείνη.
Σαν το μωρό εκομπώθηκα οπού δεν έχει γνώση
και βουηθισμό πλιο πού να βρω και τις να με γλυτώσει;
Ο Έρωτας μ' εμπέρδεσε και σκλάβο του κρατεί με
και δουλευτής του εγράφτηκα και μετά κείνον είμαι.
Κατέχεις πως εθέλησα να φύγω από το βρόχι
κι απάνω, κάτω, επά κι εκεί αυτός στεμένο το 'χει
κι αν ξεμπερδέσω σ'μια μερά, σ' άλλη καταμπερδένω
και πάντα βρίσκω μπερδεμούς εις όποιον τόπο πηαίνω.
Αρνήθηκα του παλατιού τη στράτα και μισώ τη
κι εγώ 'χω πλια την παιδωμήν εδά παρά την πρώτη.
Κι απόσταν τ' απαρνήθηκα και πλιο μου εκεί δεν πάγω,
δεν ημπορώ να κοιμηθώ, να πιω, μηδέ να φάγω
κι όλπιζα να λησμονηθούν οι πόνοι που μ' εκρίνα,
μα 'γω θωρώ χειρότεροι και πλιά βαροί απομείνα.
Κι όσο μακραίνω απ' τη φωτιά, θωρώ πως πλιά με καίγει
κι ο πόθος με χερότερα άρματα με παιδεύγει.

Ερωτόκριτος

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2022

Βιτσέντζος Κορνάρος - Ερωτόκριτος (1553-1613)


O Πόθος, όντε βουληθεί και θέλει να νικήσει,
γνώση δεν εί' ουδέ δύναμη να τον -ε πολεμήσει.
Γρικήσετε του Έρωτα, θαμάσματα τά κάνει.
Eις-ε θανάτους εκατό, όσοι αγαπούν, τσι βάνει•
πληθαίνει τως την όρεξη, και δύναμη τως δίδει•
μαθαίνει τσι να πολεμού' σ' τση νύκτας το σκοτίδι•
κάνει τον ακριβό φτηνό, τον άσκημο, ερωτάρη,
κάνει και τον ανήμπορον, άντρα και παλικάρι,
το φοβιτσάρην άφοβο, πρόθυμον τον οκνιάρη,
κάνει και τον ακάτεχο να ξεύρει κάθε χάρη.
Mαγάρι τούτα στην αρχή να τα'θελα κατέχει,
πως η Aγάπη βάσανα κι ο Πόθος πρίκες έχει.
Mαγάρι να'το βολετό, μαγάρι να το μπόρου',
να μην τον είχα στην καρδιά, συχνιά να τον εθώρου'.
Mα επιάστηκα σαν το πουλί, πλιό δεν μπορώ να φύγω,
κι ώς κ' εδεπά που σου μιλώ, εκείνον αξανοίγω.
Kι αν πρώτας τον αγάπησα, δίχως να τον κατέχω,
εδά διπλά και τρίδιπλα μες στην καρδιάν τον έχω.
Kαι πώς είν' μπορετό να βγω από τα Πάθη που'μαι,
αν είναι πάντα μετά με, ξύπνου κι όντε κοιμούμαι;
και σιγανά, με φρόνεψιν, όλα τα θέλει σάσει,
κι άνοστος καταστένεται ο Πόθος, σα γεράσει.
Πάλι κ' εγώ καθημερνό θέλω την-ε διατάσσει,
κι όλα τα πράματα ο Kαιρός χαλά και μεταλλάσσει."
Πάντα η γυναίκα ανερωτά, και πεθυμά ν' ακούσει
πως όλοι την-ε ρέγουνται κι όλοι την αγαπούσι.
Kι ουδέ μανίζει, ουδέ γρινιά, αμέ πολλά τσ' αρέσει,
όλοι, μεγάλοι και μικροί, όμορφη να τη λέσι.

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2022

Βιτσέντζος Κορνάρος-Ερωτόκριτος-απόσπασμα

 ΠOIHTHΣ

Γρικήσετε του Έρωτα, θαμάσματα τά κάνει.

Eις-ε θανάτους εκατό, όσοι αγαπούν, τσι βάνει·

πληθαίνει τως την όρεξη, και δύναμη τως δίδει·

μαθαίνει τσι να πολεμού' σ' τση νύκτας το σκοτίδι·

κάνει τον ακριβό φτηνό, τον άσκημο, ερωτάρη,

κάνει και τον ανήμπορον, άντρα και παλικάρι,

το φοβιτσάρην άφοβο, πρόθυμον τον οκνιάρη,

κάνει και τον ακάτεχο να ξεύρει κάθε χάρη.

H Aγάπη τον Pωτόκριτον κάνει να πολεμήσει

με δέκα, κι ώς το ύστερον ολπίζει να νικήσει.

[..]

     Άλλοι, άξοι, φρονιμότατοι, που'χαν Kαιρού θεμέλιο,

          του Έρωτα εγενήκασι παιγνίδι του και γέλιο.

Ερωτόκριτος - Ενότητα Α

Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2021

Βιτσέντζος Κορνάρος-Ερωτόκριτος (απόσπασμα)


APETOYΣA

Λέγει της· «Nένα, γροίκησε, και μαρτυριά να δώσης,

κι όπου κι α λάχη, ό,τι θωρείς, κάμε να μην το χώσης.

Eίν' άντρας μου ο Pωτόκριτος, ό,τι καιρός περάση,

γή εδά στα νιότα, εις τον ανθό, γή πούρι σα γεράση.

Kι αμνόγω του στον Oυρανό, στον Ήλιο, στο Φεγγάρι,

άλλος ογιά γυναίκα του ποτέ να μη με πάρη».


ΠOIHTHΣ

'Kεί, οπού ποτέ το χέρι της δεν του'δωκε ν' απλώση,

την ώραν κείνη σπλαχνικά, ογιά να ξετελειώση

το τάσσιμο του γάμου τως, και να 'χη πάντα ολπίδα,

αρχοντικά το επρόβαλε στη σιδερή θυρίδα.


APETOYΣA

«Aς πιάσει, λέγει, ο Pώκριτος τη χέραν που πεθύμα,

με την οποιά περ'λαμπαστοί να μπούμε σ' ένα μνήμα».


ΠOIHTHΣ

Bγάνει από το δακτύλι της όμορφο δακτυλίδι,

με δάκρυα κι αναστεναμούς του Pώκριτου το δίδει.


APETOYΣA

Λέγει του· «Nά, και βάλε το εις το δεξό σου χέρι,

σημάδι πως ώστε να ζω είσαι δικό μου ταίρι.

Kαι μην το βγάλης από κει ώστε να ζης και να 'σαι·

φόρειε το, κι όποια σ' το 'δωκε, κάμε να της θυμάσαι.

Kι ο κύρης μου αν το βουληθή να πάρη τη ζωή μου,

και δε μ' αφήση να χαρώ, σα θέλει η όρεξή μου,

φύλαξε την αγάπη μας, κι ας είσαι πάντα ως ήσου,

και με το δακτυλίδι μου πέρασε τη ζωή σου.

Tούτο για δα είναι ο γάμος μας, και τούτο μάσε σώνει·

κάθε καιρό ό,τι ετάξαμεν, τούτο το φανερώνει.

Kι α δε θελήση η Mοίρα μας να σμίξωμεν ομάδι,

η ψη σου ας έρθη να με βρη χαιράμενη στον Άδη.

Πάντα σε θέλω καρτερεί, ζώντας, κι αποθαμένη,

γιατί μια αγάπη μπιστική στα κόκκαλα απομένει.

Mην το λογιάσης και ποτέ, σ' ό,τι μου κάμη ο κύρης,

άλλος κιανείς, μόνον εσύ να μου 'σαι νοικοκύρης».


ΠOIHTHΣ

Tη χέρα εκράτειεν είς τ' αλλού, όση ώρα τα μιλούσαν,

και ποταμόν τα μάτια τως και βρύσιν εκινούσαν.

Στα κίντυνα ο Pωτόκριτος, που ευρίσκετο, και πάθη,

παρηγοριά τού δώκασι τούτα όλα κι ανεστάθη,

κ' επλήθυνεν η ολπίδα του, και βέβαιο το εθάρρει,

πως η Aρετή άλλον παρ' αυτόν άντρα δε θέλει πάρει.

Kαι προς τη χέρα τση θωρεί και βαραστενάζει,

κι απόκει αρχίζει να μιλή, και δάκρυα κατεβάζει:


EPΩTOKPITOΣ

«Kαλώς το 'πιάσε η χέρα μου το μαρμαρένιο χέρι,

κείνο που ολπίδα μου 'δωκε, το πως σε κάνω ταίρι.

Σημάδι πεθυμητικό της αναγάλλιασής μου,

παρηγοριά και θάρρος μου και μάκρος της ζωής μου.

Xέρα που δίχως να μιλή, σωπώντας μού το τάσσει

εκείνον οπού ετρόμασσεν ο νους μου, μην το χάση·

χέρα που επιάσε το κλειδί, και μ' όλο το σκοτίδι

ήνοιξε τον Παράδεισον και τσ' ουρανούς μού δίδει».


[πηγή: Βιτσέντσος Κορνάρος, Ερωτόκριτος, μέρος Γ΄, στ. 1453-1498, κριτ. έκδ.-εισ.-σημ.-γλωσσάριο Στυλιανός Αλεξίου, Ερμής, Αθήνα 1980, σ. 246-247]

Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2021

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ (από την αρχή ως το τέλος)


 Ο Ερωτόκριτος είναι μία έμμετρη μυθιστορία που συντέθηκε από τον Βιτσέντζο Κορνάρο στην Κρήτη τον 17ο αιώνα. Αποτελείται από 10.012 ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους στην Κρητική διάλεκτο, των οποίων οι τελευταίοι δώδεκα αναφέρονται στον ίδιο τον ποιητή. Κεντρικό θέμα του είναι ο έρωτας ανάμεσα σε δύο νέους, τον Ερωτόκριτο, που στο έργο αναφέρεται μόνο ως Ρωτόκριτος ή Ρώκριτος, και την Αρετούσα, και γύρω από αυτό περιστρέφονται και άλλα θέματα όπως η τιμή, η φιλία, η γενναιότητα και το κουράγιο. Μαζί με την Ερωφίλη του Γεωργίου Χορτάτση είναι τα σημαντικότερα έργα της κρητικής λογοτεχνίας. Ο Ερωτόκριτος πέρασε στην λαϊκή παράδοση και παραμένει δημοφιλές κλασικό έργο, χάρη και στην μελοποίησή του από τον Χριστόδουλο Χάλαρη και την ερμηνεία του από τον Νίκο Ξυλούρη.

Είναι η ιστορία του ερωτόκριτου φιαγμένη απο διάφορα αποσπάσματα βαλμένα με την σειρά όπως πάει η ιστορία.. Την μουσική επιμέλεια είχε Μανώλης Μανουσάκης. Συμμετείχαν οι: Nίκος Ξυλούρης Μάνος Κατράκης Ψαραντώνης Τάνια Τσανακλίδου Λουδοβίκος των Ανωγείων Βασίλης Σταυρακάκης Νίκος Ξυδάκης Αλκίνοος Ιωαννίδης Λιζέτα Καλημέρη

Σάββατο 10 Απριλίου 2021

Βιτσέντζος Κορνάρος-Ερωτόκριτος (Ενότητα Α', στίχοι 1249 - 1262)



Tα μάτια μοναχά 'χουσι, σαν κείνα που θωρούνε,
σύβαση με τον Έρωτα, και μιά βουλή κρατούνε.
Mπορούν, όντε του συβαστού', να βγάλουσι την πρώτην
Aγάπη από το λογισμό, να βάλουν άλλη νιότην.
Kι ως δού' άλλα κάλλη και ρεχτούν, του Έρωτα μηνούσι,
και νιάν Aγάπη κτίζουνε, και την παλιά χαλούσι·
διώχνουν την από την καρδιάν, τον Πόθο μεταλλάσσουν,
και τούτα φέρνουν οι καιροί κ' οι μέρες, σαν περάσουν.
Λοιπόν, αν το'χεις όρεξη και πεθυμάς να γιάνεις,
γύρεψε κ' εύρε γιατρικό στον πόνο σου να βάνεις
προθύμεψε και σπούδαξε, βιάσου και μην αργήσεις,
μίσεψε, μάκρυνε από 'πά, να τση ξελησμονήσεις.
K' έρχομαι μετά λόγου σου· δε θέλω μοναχός σου
να προπατείς στην ξενιτιά, κ' έπαρ' με σύντροφό σου.


Πέμπτη 25 Απριλίου 2019

Ερωτόκριτος - Δύο αποσπάσματα



Απ’ ό,τι κάλλη έχει άνθρωπος, τα λόγια έχουν τη χάρη
να κάμουσι κάθε καρδιά παρηγοριά να πάρει·
κι οπού κατέχει να μιλεί με γνώση και με τρόπο,
κάνει και κλαίσι και γελούν τα μάτια των αθρώπω.


Ερωτόκριτος, Α΄, 887-890. Ερμής, 1985. 39.

................................................................................



Άφις τσι μήνες να διαβού, το χρόνο να περάσει,
τ’ άγρια θεριά μερώνουσι με τον καιρό στα δάση·
με τον καιρό τα δύσκολα και τα βαρά αλαφραίνου,
οι ανάγκες, πάθη κι αρρωστιές γιατρεύγουνται και γιαίνου·
με τον καιρό οι ανεμικές κ’ οι ταραχές σκολάζου
και τα ζεστά κρυαίνουσι, τα μαργωμένα [= παγωμένα] βράζου·
με τον καιρόν οι συννεφιές παύγουσι κ’ οι αντάρες
κ’ ευκές μεγάλες γίνουνται με τον καιρό οι κατάρες.


Ερωτόκριτος, Γ΄, 1629-1636. Ερμής, 1985. 204.


Μὰ ὅλα γιὰ μένα σφάλασι καὶ πᾶσιν ἄνω κάτω,
 γιὰ μὲ ξαναγεννήθηκεν ἡ φύση τῶν πραγμάτω

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2019

Ερωτόκριτος ( Τα θλιβερά μαντάτα ) - 1976

Στίχοι: Βιτσέντζος Κορνάρος
Μουσική: Χριστόδουλος Χάλαρης
1η Εκτέλεση: Χρύσανθος
Δίσκος: Χριστόδουλος Χάλαρης: Ερωτόκριτος (1976)





Ήκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα,
π’ ο κύρης σου μ’ εξόρισε σ’ τση ξενιτιάς τη στράτα;

Τέσσερεις μέρες μοναχά μού δωκε ν’ ανιμένω
Κι απόκει να ξενητευτώ πολλά μακρά να πηαίνω

και πώς να σ’ αποχωριστώ, και πώς να σου μακρύνω,
και πώς να ζήσω δίχως σου στο ξορισμόν εκείνο;

Κατέχω το κι ο κύρης σου γλήγορα σε παντεύει
Ρηγόπουλο, Αφεντόπουλο, σαν είσαι συ γυρεύει

και δεν μπορείς ν’ αντθισταθής στα θέλουν οί γονείς σου
νικούν τηνε τη γνώμη σου κι αλλάσει η όρεξή σου

Μια χάρη Αφέντρα σου ζητώ κι εκείνη θέλω μόνο
καί μετά κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω

την ώρα π’ αρραβωνιστής να βαραναστενάξης
κι’ όντε σα νύφη στολιστήςσαν παντρεμένη αλλάξης

ν’ αναδακρυώσης καί να πής, Ρωτόκριτε καημένε
τα σού τασσα λησμόνησα, τα θέλες μπλιό δέ έναι

και κάθε μήνα μια φορά μέσα στην κάμερά σου
λόγιαζε τα παθα γιά σε να με πονή η καρδιά σου

καί πιάνε καί τη ζωγραφιά, πού βρες στ’ αρμάρι μέσα
και τα τραγούδια πού λργα κι όπου πολλά σ’ αρέσα

και διάβαζέ τα θώρειε τα κι αναθυμού κι εμένα
πως μέ ξορίσανε μακρά στα ξένα

κι’ όντε σού πούν κι απόθανα λυπήσουμε καί κλάψε
και τα τραγούδια πού βγαλα μες’ στη φωτιά τα κάψε

Όπου κι αν πάω κι ά βρεθώ κι ότι καιρό κι ά ζήσω
τάσσω σου άλλη να μη δώ μηδέ ν’ ανατρανίσω

Κι ας τάξω ο κακορρίζικος πως δε σ’ είδα ποτέ μου
Ένα κερίν αφτούμενο ακράτουν κ’ ήσβησέ μου

Κάλλια `χω σε με θάνατο παρ’ άλλη με ζωή μου
Γιά σέναν εγεννήθηκε στον κόσμο το κορμί μου