[ Δείγμα Γραφής ]
Σκέϕτηκα ότι θα κατανοούσα τον κίτρινο κεραυνό
σε μια ζωγραϕισμένη καταιγίδα –
τον αποϕασιστικό τρόπο με τον οποίο εξαϕανίζεται
καθώς ϕαντάζομαι τον εαυτό μου να εκσϕενδονίζεται
με το κεϕάλι στον πίνακα.
Αντ’ αυτού έχω αυτή την εικόνα δυσαρέσκειας,
σκέψη που δεν εγείρεται, αλλά χωρίζεται στα δύο
στην αναπάντητη ερώτηση του κεραυνού,
το μυαλό μου
ένα μαύρο γάντι
που το περνάς για άντρα
στη μέση μιας χιονοθύελλας
***
Έτσι τώρα εκείνος καταλαβαίνει λάθος, θυμάται
τα δάχτυλα, νιώθει έρημος.
Από κάτω του κολυμπούν κυανόπτεροι τόνοι με
πενήντα μίλια την ώρα,
γρήγοροι και αόρατοι σαν τα κατεργάρικα δάχτυλα.
Αυτές οι θαλάσσιες ραϕές, αυτοί οι μαυριδεροί
μανδύες εντέρων,
είναι τόσο γρήγοροι όσο και οι σκέψεις του ψαρά.
Καθώς η σκέψη προχωρά μπροστά,
ένα νέο ψάρι ανεβαίνει μέχρι την καρίνα της αγκυ-
ροβολημένης βάρκας –
ποιητική συνενοχή μεταξύ πολλών,
ποιητική συνενοχή των σιωπηλών,
νανούρισμα μέσα σε άλλο νανούρισμα.
***
ΣΥΜΠΑΝ ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΗΜΑΣΤΑΝ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ
Μου δόθηκε ανταμοιβή:
Εσείς οι δύο θα επιλέξετε
πού θα αναπαυθώ.
Είμαστε τρεις γλυκύτατοι κυνηγοί με το βλέμμα καρφωμένο
στον ποτισμένο με λίπος βούρκο.
Στο βάθος κάθε τρύπας από σφαίρα
αναζητούμε τον φακό του γυαλιού
που θα ανατίναζε το είδωλο
της λείας μας.
Είναι ένα χαστούκι δυνατού αέρα.
Κοιτάμε ψηλά
το ιλαρό φεγγάρι.
Πέφτω κάτω στη λευκή λάσπη.
Όταν η αναπνοή παίρνει να γίνεται άρρυθμη,
γαργαλήστε με, πολυαγαπημένοι μου –
προκειμένου η αρρυθμία να μπερδευτεί.
***
ΟΠΩΣ Η ΕΥΑ
Κρατώ το σώμα απ’ το οποίο φύτρωσα˙
το πλευρό σου είναι ο λάκκος μου.
Είμαι ένα ημισέληνο στεφάνι από φύλλα˙
ο ομφαλός σου εκπνέει αυτές τις λέξεις.
ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΜΟΥ
στη Μελίσα Κάρολ
Όταν φεύγεις απ’ το μυαλό μου,
τα τελευταία κομμάτια που φεύγουν
είναι τα χέρια σου.
Όταν μπαίνεις στη γη
το τελευταίο ορατό μέλος σου
πάνω απ’ την άμμο ή την άργιλο –
δεν ξέρω ποιο απ’ τα δύο μιας και ή όλα είναι νερό
ή τίποτα δεν είναι νερό–
θα είναι τα χέρια σου.
Η μαύρη χήνα
με τ’ όνομά σου στον λαιμό της
και το δικό μου όνομα στο στομάχι της
θα σε αποβάλει μαζί με το κρώξιμό της:
ένα μέρος ζελέ, ένα μέρος ρολόι,
ένα μέρος οστό, ένα μέρος εγώ,
ένα μέρος δύναμη.
Υπάρχει μια νεκρή γλώσσα θαμμένη στ’ αγγλικά.
Υπάρχει μια λέξη που κανείς δεν θυμάται
για έναν ναό, χτισμένο σε μια στιγμή ηδονής.
Όταν θαφτείς θα φυτρώσει
απ’ τη λέξη ο ήχος σα.
Το νόημά της θα αλλάξει
για να σε προσδιορίσει ως τον μοναδικό πιθανό χτίστη.
Κανείς δεν μπορεί να μιλήσει τη γλώσσα που θα ξαναγράψεις.
Ξέρω ότι δεν είναι αυτός ο παράδεισος που θέλαμε.
Αλλά και ποιος ήταν;
Και θα ’ρθω σύντομα κοντά σου
ανάμεσα σε ονομασίες
για μπουκαλάκια με ξεθυμασμένα ελιξίρια,
και ακατανόητα πλέον πάθη,
και μαζί θα θάψουμε το δικό μας ξεχωριστό
σ’ αγαπώ.
Δεν έχω ιδέα πόσο θα μοιάζει
με άλλες φράσεις που συνεχίζουν να ζουν σ’ αυτόν τον κόσμο.
Αλλά με παρηγορεί να το φαντάζομαι.
Δεν θα με πείραζε να σφραγιζόταν ερμητικά μαζί μας, στο δικό μας σκίτσο γης.
Μετάφραση : Jazra Khaleed, Ελένη Μπούρου