Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Μαρτζώκης Στέφανος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Μαρτζώκης Στέφανος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 26 Ιουνίου 2024

Στέφανος Μαρτζώκης - Δύο ποιήματα

 [ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΩ…]

Όταν πεθάνω μη με λησμονήσης,
κι’ έλα κ’ εσύ στον τάφο μου μια μέρα
το χώμα μου με πόνο να φιλήσης
πριν σκορπιστή κ’ εκείνο στον αέρα.
Το στεναγμό μου πλειά δε θα γροικήσης
κι’ ούτε η ψυχή θα μένη στον αιθέρα,
μόνον το φως που κλειούσα θ’ αντικρύσης
σα φάντασμα να φαίνεται εκει πέρα.
Χόρτα κι’ αγκάθια η αγάπη μου θα γένη
κι’ ούτε η φύσι σ’ εσέ φωνή θα στείλη,
στον τάφο μου κι’ εκείνη νεκρωμένη.
Μόνον θ’ ακούς σα βελουδένιο χέρι,
στα μάτια, στα μαλλιά και μεσ’ στα χείλη,
την πνοή που παράδωσα στ’ αγέρι.
[ΕΙΣ ΚΟΡΗΝ]
Είνε στιγμές που ο δύστυχος
Τρελλαίνουμαι για σένα,
Και γέρνοντας στον ώμο σου,
Αισθάνομαι πως ζω.
Είνε στιγμές που ακίνητος,
Μς μάτια δακρυσμένα,
Για μια ματιά σου θάδινα
Και κόσμο κι’ ουρανό.
Κ’ είνε στιγμές που αισθάνομαι
Στα στήθη ανεμοζάλη,
Είνε στιγμές που η όψη σου
Το μίσος μου γεννά.
Είνε στιγμές που γέρνοντας
Στην τρυφερή σου αγκάλη,
Ζωή και νιάτα θάδινα
Να μη σε βλέπω πλειά.
(Ποιητική Ανθολογία Τόμος Α’, Εκδόσεις Μαλλιάρη Θεσσαλονίκη 1976).

Στέφανος Μαρτζώκης - Η Άνοιξη



Κάποιο παράπονο πικρό βγήκε απ’ ουράνια χείλη
κ’ έφερε τ’ άνθη του Μαγιού, τα λούλουδα τ’ Απρίλη·
κάποιο μεγάλο στεναγμό έκρυβε η γη στα βάθη,
κ’ έτρεξε κάμπους και βουνά και στους ανθούς εστάθη·

μιά φλέβα μ’ αίμα ανοίχτηκε κ’ έχύθηκε στη χτίση,
και τ’ άνθη εκοκκινίσανε κ’ η Ανατολή κ’ η Δύση.
Κ’ εγώ, που η Μοίρα μ’ άνοιξε τόσες πληγές και τόσες,
μιλώ με χίλια αρώματα, μιλώ με χίλιες γλώσσες.

Στέφανος Μαρτζώκης - Η εικόνα μου


Βαθύ βλέμμα, ωραίο μέτωπο, αχνό χρώμα,
Φρύδια πυκνά, μισόξανθα μαλλιά,
Μύτη μικρή, κοντός, λιγνός στο σώμα,
Μέτριο σαγόνι, χείλη φουσκωτά.
Γοργός στο βήμα πάντα και στο στόμα,
Κορμί γυρτό, γιομάτος δυστυχιά,
Φρόνιμος, ταπεινός, τρελλός ακόμα,
Δειλία και θάρρος κλειώ μεσ’ στην καρδιά.
Κανείς, κανείς στον κόσμο δε με ξέρει,
Για να μη κλάψω αδιάκοπα γελώ,
Πόσα η ψυχή µου βάσανα υποφέρει!
Φλογίζομαι από δόξα κι’ όλο γράφω,
Ό,τι αγαπάω θαρρείς πως το μισώ,
Θα με γνωρίσουν οι άνθρωποι στον τάφο.

Πηγή: Εθνικόν Ημερολόγιον του Έτους 1892 του Κωνσταντίνου Σκόκου

Στέφανος Μαρτζώκης - Υποκριτής



Ἂν ἄκουσες ποτὲ τὸ βογγητό μου,
κι ἴσως κι ἐσὺ θὰ γέλασες μ’ ἐμένα,
ἂν ἄκουσες ποτὲ τὸ στεναγμό μου
καὶ τὰ μαρτύρια ποὺ ’χω περασμένα.

Ἂν εἶδες μ’ ἀπορία στὸν ὀφθαλμό μου
νὰ κρέμουνται δυὸ δάκρυα φλογισμένα,
ἐγὼ δοξάζω πάντα τὸ Θεό μου,
γιατί σ’ ἐμὲ τὰ βάσανα εἶναι ξένα.

Μέσα στῆς γῆς τὴν τρομερὴ τὴν πάλη,
ὑποκριτὴς κι ἐγὼ φριχτὰ θρηνώντας,
δὲν ἔγειρα ποτέ μου τὸ κεφάλι·

Κι ἐγέλασα μ’ ἐσέ, μὲ τὴν ἐλπίδα,
Θεὸ κι ἀγάπη πάντα βλαστημώντας,
κρυμμένος μὲς στὴν ψεύτρα προσωπίδα.