Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Παππά Λένα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Παππά Λένα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Αυγούστου 2025

Λένα Παππά - Μέσα σε καθρέφτες


Πόσες φορές

μίσησα τον αθώο καθρέφτη, που μου επέβαλλε

το πρόσωπό μου που είχα απαρνηθεί.


Όταν απουσιάζουμε οι καθρέφτες

φέγγουνε λυπημένα στο κενό.


Τι λαμπερή ο καθρέφτης

μοναξιά.


Από την συλλογή της Μέσα σε καθρέφτες, Εκδόσεις Ευθύνη/Αστρολάβος, Αθήνα 1984

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2025

Λένα Παππά - Ποιήματα


Γίνηκα θάλασσα
έλα ταξίδεψέ με.
~!*~!*~!*
Εσύ
Όρθιο θαλάσσιο κύμα
και με συνεπήρες
στο μεγάλο βυθό.
Το βάθος
το μυστικό των αόρατων
γνώρισα τρέμοντας
κατακλύστηκα πόνο.
Θα σ’ αγαπώ γι αυτό
γι αυτό και μόνο
Άνθρωπος ξαφνικά
γεννήθηκα δονούμενος
δε θα φτάσω πια έτσι στο θάνατο
γεμάτη άχρηστες αναπνοές.
~!*~!*~!*
Μια λέξη (απόσπασμα)
Σ’ αγαπώ.
Είναι αυτή μια λέξη
ένας Θεός μέσα σε μια λέξη
ιερή προσφορά ζωής
ένας τέλειος καρπός πόνου
ένα ρίγος αιωνιότητας
Σ’ αγαπώ.
~!*~!*~!*
Ερωτικό ΙΙΙ (απόσπασμα)
Δεν ξέρω
αν ο έρωτας είναι η λύτρωση
αν είναι η πλάνη
η άλλη όψη της μοναξιάς
δεν ξέρω
αν είναι ένα τελώνειο
που πίνει τη ζωή μου τις νύχτες...
Μόνο για σένα
μπορώ να δικαιολογήσω
και να συγχωρήσω το Θεό μου
που αρώτητα μ’ έρριξε
σ’ αυτήν τη θανάσιμη περιπέτεια
της ύπαρξης.
~!*~!*~!*
Δυνατότητα (Απόσπασμα)
Χτες είδα στα μάτια σου
ένα καράβι με σηκωμένα πανιά
ενώ εσύ μόλις είχες έρθει.
Σε
~!*~!*~!*
Πολλές μέρες
Θα περάσουν πολλές μέρες
απ’ όταν θα φύγεις.
Σήμερα μια μέρα
αύριο άλλη
κι άλλη μέρα - πολλές μέρες
Και θα είναι σαν τη λίμνη
- μια πέτρα έπεσε και σχημάτισε έναν κύκλο
ύστερα άλλον, κι άλλον
πολλούς μικρότερους κύκλους.
Έπειτα οι κύκλοι θα σβήσουν
η επιφάνεια θα ηρεμήσει
ακίνητη.
Μέσα στο βυθό της λίμνης, όμως, θα υπάρχει
πάντα
αυτή η πέτρα.
~!*~!*~!*
Η μνήμη σου (απόσπασμα)
Θάνατος που με ζει
ζωή που με πεθαίνει.

Συλλογή: Τα Ερωτικά της Λένας Παππά
Εκδοτικός Οίκος: Οι Εκδόσεις των Φίλων 2010.

Αντλήθηκαν απ' το προφίλ του Σπύρου Αντωνόπουλου

Κυριακή 20 Ιουλίου 2025

Λένα Παππά - Πέντε ποιήματα

 Κανείς 


Τό «Τώρα»
πού έν ριπῆ ὀφθαλμοῦ γίνεται «Πρίν»
ὃλοι τό κατοικοῦν μέ κάποιο φόβο
καί κρέμονται ἀπ’ τό «Θά» το αίνιγματικό
μή ὂντας σε θέση να εἰκάσουν
τό παραμικρό.

Ὂσο γιά τό «Μετά», μάταιος κόπος.
νά ἐπέμβεις δέν ὑπάρχει τρόπος.
Ἀποκυήματα ὃλα τῆς φαντασίας καί τῆς Λαχτάρας
γιά συνέχεια –μιά ὁποιαδήποτε συνέχεια.

Ἀφοῦ ἡ ἀναζήτησή μας ἒμεινε ἂγονη καί στείρα
-τόσους αἰῶνες κρούοντας καί δέν ἂνοιξε
καμμιά κλεισμένη θύρα
οὒτε ἂλλος Λάζαρος μᾶς ἒγνεψε
ἒστω ἀπό μακρυά
πάρτο ἀπόφαση, ἂν μπορεῖς:

Κανείς
ὃσον ὡραῖος καί γενναῖος καί χαρισματικός
και ἂν ὑπῆρξε στή ζωή του
δέν πῆγε πέρα ἀπό τή στάχτη του.


Ἐσύ

Ἐσύ τό πέλμα πού μέ λιώνει
ἡ πυρκαγιά πού μέ ἀποτεφρώνει
ὁ ἂνεμος πού μέ στιλβώνει
Ἐσύ ὁ κότινος πού μέ στεφανώνει
τό δίχτυ πού μέ πεδουκλώνει
τό σπαθί πού μέ σκοτώνει
ἡ ὀμορφιά πού μέ ἐξυψώνει.
Ἐσύ εἶσαι ὃ,τι ἒχω καί δέν ἒχω
ἡ φωτιά στό σκοτεινό μου παραγώνι
τό παραμύθι τόσο γλυκά πού μέ στοιχειώνει
τοῦ κήπου μου τό μαγεμένο ἀηδόνι
τό μυστικό κλειδί πού με ξεκλειδώνει
τό σπίτι μου,
ἡ πατρίδα
ἡ ἐλπίδα
ἡ καταιγίδα μου

Ὃλα, τα εἶσαι ἐσύ, Ἀγαπημένε μου.



Προτροπή

Φυλαχθεῖτε ἀπό τά ἑτοιμοπαράδοτα αἰσθήματα
τά προκατασκευασμένα λόγια
τά περιπλεγμένα νοήματα
τίς εὒκολες ὑποχωρήσεις
τίς αὐθόρμητες ἐξομολογήσεις
φυλαχθεῖτε ἀπό τίς παντός εἲδους συμβουλές
τίς σοφές κεφαλές
ἀπό τούς ἐμπειρογνώμονες
τούς ἐπιλήσμονες καί τούς ἀγνώμονες
ἀπό τ’ ἀδιέξοδα ὂνειρα
τίς ἀλλοπρόσαλλες μνῆμες τῆς νεότητος
τούς κραδαίνοντες ἀριθμούς προτεραιότητος
φυλαχθεῖτε, ἀντισταθεῖτε
στούς πόθους που ἀπαιτοῦν ἂμεση ἐκπλήρωση
στά κενά πού χρειάζονται συμπλήρωση
στά «Ὁπωσδήποτε»
«Ποτέ» καί «Πάντα»
στίς ὑποκλίσεις, στίς φιλοφρονήσεις
τίς γλυκερές τῶν πλησίον χειραψίες
τίς φανφάρες, τίς ἂνευ λόγου φωταψίες

Καί ἰδίως καί προπαντός ἀπό τόν ξένο καί δικό σας
καλά κρυμμένο ἐντός ἐκτός
ἂγνωστο ἑαυτό σας.


Χωρισμός

Ἒφυγα τρέχοντας ἀπ’ τό δωμάτιο
καί τό δωμάτιο μέ ἀκολούθησε
μ’ ὃλα του τά ἒπιπλα
τό γράμμα σου πάνω στό τραπέζι
καί τή φωτογραφία σου στόν τοῖχο
ένῶ κάποιος μέσα μου ἒκλαιγε καί φοβόταν καί κρύωνε

Οἱ δρόμοι καταπιῶνες τῆς μοναξιᾶς
μέ δάγκωναν μέ φῶτα αἰχμηρά
ὁ οὐρανός σερνόταν μές στίς σκοτεινές
λάσπες τῆς νύχτας
μιά ἀποφορά θλίψης γέμιζε τό τοπίο
κι ἐγώ σακατεμένη
δίχως ροῦχο ἢ φωτιά
κατρακυλοῦσα βαθιά
στό γκρεμό του Ἀντίο πού φεύγοντας
ἂνοιξες μέσα μου.


Ματαιοπονίες

Ἡ ἀνωνυμία συντρίβει τούς ἀνθρώπους.
Ὃλοι, μέ τόν ἓνα ἢ μέ τόν ἂλλο τρόπο προσπαθοῦν
μέσα στοῦ πλήθους τόν πολτό
νά ξεχωρίσουν.

Ἂλλοι ὀνειρεύονται σέ μιά πλατεῖα τό ἂγαλμά τους
ἂλλοι μιά θάλασσα δική τους
ἓναν οὐρανό φωταγωγημένο με τ’ ὂνομά τους
οἱ πιό τρελλοί ψάχνουνε γιά τό ἀθάνατο νερό
κουτσοί, στραβοί, ἀνόητοι, γελοῖοι, ὃλοι
μπαίνουνε στίς φωτιές γυμνοί
πατοῦν ξυπόλητοι στ’ ἀγκάθια
σκαρφαλώνουν σέ ἀπάτητα βουνά
-ἡ Λήθη ἀόρατη ξοπίσω τους μ’ ἓνα σφουγγάρι σβήνει
σβήνει, σβήνει
μέ τυφλή λύσσα, μέ μανία, ἐξαφανίζει
σημάδια, αἲματα, προσπάθειες, κατορθώματα
αὐτοί ἐπιμένουν κι ἐπιμένουν
πατοῦν ἐπί πτωμάτων τρελλαμένοι
οὐρλιάζουν, κυνηγιοῦνται, σέρνονται
ρίχνουν θηλειές στό Ἂγνωστο, στό Ἂπιαστο
πυροβολοῦν τό Θάνατο μέ τή ζωή τους
κατεδαφίζοντας τό παρελθόν, πουλώντας τό σπίτι τους
τήν ψυχή τους
για νἂβρει χῶρο νά στήσει τήν προτομή τους
ὁ γλύπτης τοῦ Μέλλοντος
ἡ Λήθη ἲσκιος τους σιωπηλός
σαρδώνεια χαμογελώντας τούς ἀκολουθεῖ
κάτω ἀπ’ τήν ἀδιάφορη σκόνη τῶν ἂστρων
χῶμα πατημένο τούς ἰσοπεδώνει.

ΛΕΝΑ ΠΑΠΠΑ

Πηγή:https://stigmalogou.blogspot.com/2013/02/blog-post_1.html 

Λένα Παππά - Προτροπή


Φυλαχθείτε από τα ετοιμοπαράδοτα αισθήματα

τα προκατασκευασμένα λόγια

τα περιπλεγμένα νοήματα

τις εύκολες υποχωρήσεις

τις αυθόρμητες εξομολογήσεις

φυλαχθείτε από τις παντός είδους συμβουλές

τις σοφές κεφαλές

από τους εμπειρογνώμονες

τους επιλήσμονες και τους αγνώμονες

από τ' αδιέξοδα όνειρα

τις αλλοπρόσαλλες μνήμες της νεότητος

τους κραδαίνοντες αριθμούς προτεραιότητος

φυλαχθείτε, αντισταθείτε

στους πόθους που απαιτούν άμεση εκπλήρωση

στα κενά που χρειάζονται συμπλήρωση

στά «Οπωσδήποτε»

«Ποτέ» και «Πάντα»

στις υποκλίσεις, στις φιλοφρονήσεις

τις γλυκερές των πλησίον χειραψίες

τις φανφάρες, τις άνευ λόγου φωταψίες


Και ιδίως και προπαντός από τον ξένο και δικό σας

καλά κρυμμένο εντός εκτός

άγνωστο εαυτό σας.

Σάββατο 19 Ιουλίου 2025

Λένα Παππά - Η φλόγα


Το ζήτημα δεν είναι μόνο να καείς.
Είναι να υψώσεις μέσα στο σκοτάδι
όσο μπορείς να υψώσεις
τη φλόγα σου.
Υπάρχουν που γινήκαν στάχτη
στάχτη που γέμισαν τον κόσμο δίχως
μια τόση δα μικρή κι ωραία σπίθα
γύρω τους να λάμψει.

Σκοτεινός θάλαμος

Λένα Παππά - Καφενείο

Ορίστε, κύριε, τι θα πάρετε.
ένα βαρύ γλυκό, ένα μέτριο,
τσάι με λίγη ζάχαρη, λίγο θάνατο,
μια πορτοκαλάδα, ένα ποτήρι φαρμάκι
Το γκαρσόνι περιμένει υποχρεωτικότατα
είναι νύχτα, τα φώτα ανάβουν πολύχρωμα
τα φώτα παντού - έξω απ' την καρδιά σου, σκοτεινή
κατακόμβη της πίκρας - νιώθοντας
τόσο φθαρμένος, τόσο ερημικός, καθώς η αδειανή
παλιά καρέκλα κάποτε ψάθινη καινούργια.
«θα πάρω μόνο μια χειραψία,
μια κίνηση λίγο οικεία, έναν ήχο φιλικό»
το γκαρσόνι αποσβολωμένο λέει:
«Το κατάστημα διαθέτει μόνον αναψυκτικά».

Πηγή: Τα ποιήματα: 1956-1992, Αθήνα: Αρμός, 1994.

Λένα Παππά - Το μήνυμα


Αύρες άλλων κόσμων θροΐζουν γύρω μας 
εμείς πηγαίνουμε στο μπακάλη για ψώνια
παίρνουμε το τρόλλεϋ Παγκράτι-Πατήσια. 
Ο Ποιητής
δοσμένος όλος στο αγγισμά τους
ανάβει τα λόγια του, κόκκινα, πράσινα, μαβιά, 
βεγγαλικά αισθήματα, προαισθήματα, προφητείες, 
γοητείες
να μεταδώσει πασχίζει και θέλει.

Ο μπακάλης μοιρασμένος ανάμεσα 
στο δούναι και το λαβείν
πουλάει τη ζάχαρη ακριβά
τα απορρυπαντικά φτηνότερα,
το πλήθος μπαινοβγαίνει αγοράζοντας, τοις μετρητοίς, 
επί πιστώσει, διαλέγοντας, αναζητώντας την ποιότητα. 
Ο Ποιητής
ανεβασμένος στο ψηλότερο κλαδί
της παραφοράς, προσπαθώντας να μεταδώσει το μήνυμα, 
χειρονομεί, ανοίγει τις φλέβες του
– κανείς δεν τον προσέχει
όλοι ανυποψίαστοι, αμέτοχοι στο θαύμα,
κυττάζουν χάμω, τα τεφτέριά τους, υπολογίζοντας επί τοις εκατό 
το διαφυγόν κέρδος.

Πηγή: Εμβόλιμον, τ. 8, Φεβρουάριος 1990.

Λένα Παππά - Επτά ποιήματα

 Νεουργήματα


Από χιλιόχρονα δέντρα βγαίνουν
καινούργια φύλλα και καρποί
από αρχαίους πόνους η καρδιά μου βγάζει
καινούργια δάκρυα και τραγούδια.


Μεταμόρφωση

Αδέσποτη μνήμη
παρατημένο, πεταμένο γατί
στα τρίστρατα της λησμονιάς

Περνώντας σε περιμάζεψα
πονετικό
σε τάισα γάλα τρυφερότητας
κι εσύ θεριεύοντας μέσα στα χάδια μου
γίνηκες Τίγρη
και με ξέσκισες.


Η Έξοδος

Ξοδεύεσαι άδικα
γυρεύοντας την έξοδο
που δεν υπάρχει.

Υπάρχουν μόνο
ζωγραφισμένες πόρτες και παράθυρα
- όπου καθημαγμένο
πάνω τους λυώνει το πικρό σου σώμα
από την τρομερή, απεγνωσμένη
μάταιη προσπάθεια
ανάμεσά τους να μπορέσει να χωρέσει.


Φίδια

Πολλά πουκάμισα θα δεις ν' αλλάζουνε τα φίδια
μάταια περιμένοντας
το δηλητήριό τους όλο να ξοδέψουν.
Το φίδι πάντα μένει φίδι.


Η δυσκολία της ευκολίας

Πόσο η ζωή είναι δύσκολη στην ευκολία της -
λίγοι-ελάχιστοι όμως το καταλαβαίνουν.
Έχει διαστρεβλωθεί εντελώς ο νους μας

και ψάχνουμε την πιο λαβυρινθώδη οδό
ενώ η λύση είναι εκεί, μπροστά μας.

Τι κρίμα
δια της τεθλασμένης να πηγαίναμε
όλοι στο ίδιο τέρμα
ενώ υπάρχει η ωραία ευθεία.


Περιορισμός


Πέρα απ' τον εαυτό σου
θέλεις
μα δεν μπορείς να πας
όπως το ποτάμι
μ' όσα αφρισμένα
νερά κι αν πλημμυρίζει
δε γίνεται ποτέ
ν' αλλάξει κοίτη.


Το Μυστικό

Το εξαίσιο μυστικό:
να λουλουδίζεις στο σκοτάδι
όχι για να σε δούνε μάτια
αλλά να σε οσφρανθούν καρδιές.


Πηγή: Τα Ποιήματα, Δ' Τόμος, Αθήνα: Αρμός 2009

Αναδημοσίευση από: https://www.iskiosiskiou.com/2009/12/blog-post_11.html

Λένα Παππά -Οδυσσέας

 

Χόρτασα ιλίγγους και φυγή
με κούρασαν πολύ
οι γοητείες και τα αινίγματα του κόσμου
(όσο απίστευτο κι αν φαίνεται
κουράζουνε οι γοητείες).
Τώρα γυρίζω πίσω
δεν έχω άλλη Κίρκη ν’ αγαπήσω
άλλη Ναυσικά να ναυαγήσω
να κινδυνέψω άλλες Συμπληγάδες.

Πόσο, πόσο είναι δύσκολος ο Γυρισμός
αυτή η παραδοχή του «Ώς εδώ»
— πιο δύσκολος απ’ όλα τα ταξίδια.
Αλλά επιτέλους τέλειωσα με μένα
γλίτωσα από το ωραίο κεντρί
που μου ’μπηξαν στο στήθος οι Θεοί
και μ’ έκαναν
σε αισθήματα και χρόνια να περιπλανιέμαι
και να κινδυνεύω
τόσο φριχτά, τόσο μεθυστικά να κινδυνεύω.
Τώρα γυρίζω πίσω και κατακαθίζω
καθώς η μούργα στο μπουκάλι
γυρίζω πίσω και πετρώνω
καθώς η λάβα του ηφαιστείου.

Εξάντλησα όλα τα ταξίδια
και τις επιθυμίες μου όλες
τις θάλασσες εξάντλησα ο πολύπαθος.
Ίσως δεν είμαι πια ο Οδυσσέας
— σίγουρα αυτός ο Οδυσσέας που ξεκίνησα δεν είμαι
έφυγα άλλος κι άλλος πια επιστρέφω.
Μα δε με νοιάζει· ο απαυδημός γλυκά γλυκά
όλους τους ξέφρενους, τους ξέφραγους
στο τέλος τούς κερδίζει
κι είναι τόσο σοφό αυτό — αναλογιστείτε
πόσο ακόμα θ’ άντεχε η Πηνελόπη
αν αργούσα κι άλλο
αν ώς το τέλος της ζωής μου θαλασσοδερνόμουν.
Κι ο πιο μεγάλος άνεμος κοπάζει κάποτε
όσο κι αν έπνιξε καράβια κι αν ξερίζωσε άνθη
έναν τεράστιο κουρνιαχτό κι αν σήκωσε
τυφλώνοντας τον ήλιο.

Γυρίζω πίσω, μέσα μου γυρίζω
κι αυτό νομίζω
είναι το πιο μεγάλο τόλμημά μου απ’ όλα.

Λένα Παππά. 2001. Τα ποιήματα. Γ΄ τόμος. Αθήνα: Αρμός.

Λένα Παππά - Οδυσσέας


Γύρισε, ο κοσμογυρισμένος, στην Ιθάκη

μα δεν εγύρισε εκείνος που είχε φύγει

ολόκληρος

εκείνος ο ίδιος.

Στους Λαιστρυγόνες και στους Κύκλωπες

στην Κίρκη, στις Σειρήνες

και στους Λωτοφάγους

στη Σκύλλα και στη Χάρυβδη και

στην κορυδαλλένια Ναυσικά — παντού

απ’ όπου πέρασε παίζοντας, κινδυνεύοντας

πολύτιμα

κομμάτια του εαυτού του άφησε

και τώρα η Πηνελόπη

πρότυπο οδυνηρής υπομονής

αβυσσαλέας επιμονής

τρομακτικής ελπίδας

σ’ ό,τι απόμεινε από κείνον πρέπει ν’ αρκεστεί

και με σοφή παραδοχή

το λίγο αυτό το σκοτεινό και το βαθύ

της ύπαρξής του της πολύπλαγκτης να προσπαθήσει να

ξαναγαπήσει.


Λένα Παππά. 1997. Τα ποιήματα. Β΄ τόμος. Αθήνα: Αρμός.

Σάββατο 3 Αυγούστου 2024

Λένα Παππά - Ποιήματα

 [Ιούλιος-Αύγουστος]

Ὁ ἡλιοφόρος Ἰούλιος λίγος,
ὁ εὔγευστος Αὔγουστος ἐλάχιστος
καὶ πότε κιόλα ὁ σιγαλὸς Σεπτέμβριος.

Πρὸς τὸ κενὸ καλπάζοντας
νὰ κρατηθεῖς, ἀπὸ ποῦ
νὰ φύγεις,
κλειδί—κλαδί δὲν ἔχει ὁ χρόνος λεῖος, ἀπότομος
κάθε στιγμὴ του γκρεμὸς — πῶς νὰ σώσεις
τὴν ἀστραπὴ τὴ ζωή σου
—μ’ ἕνα ποίημα, μ’ ἕνα παιδί,
μ’ ἕνα ἄγαλμα στὸ μουσεῖο;

Μία, δύο καὶ τρεῖς φορὲς κι ἑκατοντάδες
κι ἂν ἔρθει ὁ Ἰούλιος
κι ὁ Αὔγουστος ἂν ἔρθει πάλι
στὸ θάνατό σου θὰ σ’ ἐγκαταλείψουν
ποὺ λίγο-λίγο, καθημερινὸς σ’ ἔχει κερδίσει, ὅσα
φιλιὰ κι ὅσα φτερὰ
μέσα τους κι ἂν ἐπρόφτασες νὰ θησαυρίσεις.

 

[Παραμόνεψα]

 

Παραμόνεψα τόν εαὐτό μου καί τόν βρῆκα
νά ἐκπυρσοκροτεῖ- ὅπλο φονικό-
μέ στόχο την καρδιά μου
μέ τρομερά σαγόνια να καταβροχθίζει τόν καιρό
νά σέρνεται μέσα στῆς προσευχῆς τή θλίψη
μέ ὑψωμένη τήν γροθιά νά φοβερίζει ἄγνωστους θεούς
μέ ἀπεγνωσμένη λύσσα καί νά κλαίει
γιά τόν χαμό μιᾶς πεταλούδας.

Κάποιες φορές φορώντας διάδημα ἀπ’ ἀστέρια
φτερά ν’ἀνοίγει σέ οὐρανούς ἀνείδωτα γλαυκούς
νά ὑπνοβατεῖ πάνω σέ ρόδα καί μαχαίρια ἀκονισμένα
στούς τάφους τῶν ἐρώτων του νά ὀλολύζει
καί νά χορεύει μές τά καταγώγια τῶν πόθων, τόν χορό
τῆς ἄνομης Σαλώμης

γεμάτος γύρη καί μοσκοβολιές νά γέρνει
σέ ἀνθισμένους κήπους τοῦ Μαΐου
καί μέ τό γυάλινο κλειδί τῆς μνήμης
νά προσπαθεῖ νά ξεκλειδώσει τό σεντούκι τῶν παραμυθιῶν.

Παραμόνεψα τον ἑαυτό μου καί τόν εἶδα
πίσω ἀπό τά τυφλά ὀνόματα, τίς μαῦρες λάμψεις
πίσω ἀπό τους πικρούς καθρέφτες τῆς ζωῆς
Ἄγνωστο, Φοβερό
νά μέ παραμονεύει.

 

[Στιγμιότυπο]

 

Κάθησε ἐκεῖ πρόσεχε μή χύσεις τό γάλα σου.

Μαμά γιατί τό γάλα εἶναι ἄσπρο
πότε θά μοῦ πάρεις ἕνα ποδήλατο
ποῦ πάει ὁ ἥλιος ὅταν δύσει
ποιός ἀνάβει τά ἄστρα
πεθαίνουν οἱ κοῦκλες;

Τί θά πεῖ φωτόνια
ὑπάρχει στ’ἀλήθεια ἡ φεγγαρόλουστη
τί εἶναι τά χάπια τῆς εὐτυχίας
ποῦ εἶναι τό τόπι μου
ποιός ἔμαθε τά πουλιά νά τραγουδοῦν
πότε παντρεύονται τά μερμήγκια
γιατί μετά τό καλοκαίρι ἔρχεται ὁ χειμώνας
τί θά πεῖ κρίσιμη ἡλικία
ποιός γέννησε τό Θεό
γιατί πεθαίνουμε
μιλᾶνε τά ψάρια;

Γιατί ἡ Κοκκινοσκουφίτσα πῆγε στό δάσος
ἀφοῦ ἤξερε πώς ἦταν ἐκεῖ ὁ λύκος
τί θά πεῖ βόμβα μεγατόννων
γερνᾶνε οἱ ἄγγελοι;

Γιατί νά μήν έχουμε καί μεῖς φτερά
πῶς γίνεται ἡ πλύση ἐγκεφάλου
τί χρειάζονται οἱ μῦγες
θά μέ ξεχάσεις ὅταν πεθάνεις;

Πότε θά πᾶμε ταξίδι στό φεγγάρι
σ’ ἀρέσουν τά ροδάκινα
ποῦ βρίσκεται τό ἀθάνατο νερό

Γιατί ἔκανες «ἄχ»
κάθε πότε γίνονται οἱ πόλεμοι
τίς φοβᾶσαι τίς κατσαρίδες
οἱ κουτοί πᾶνε στόν Παράδεισο
ποῦ εἶναι ὁ Παράδεισος
– γιατί δεν μοῦ ἀπαντᾶς;

Μαμά ὅταν μιλάει κανείς πολύ
τελειώνει κάποτε ἡ φωνή του;

 

[Η μνήμη σου]

 

Ἡ μνήμη σου
διάττοντας φλογερός
ἄγριος κομήτης
αὐλακώνει τόν οὐρανό μου
πυροπολεῖ τίς νύχτες μου

Ἡ μνήμη σου
ξυπόλητο ζητιανάκι
κλαίει μπροστά
στήν κλειδωμένη μου πόρτα

Ἀγκάθι κάτω ἀπό τό πέλμα μου
λεμονανθός στά μαλλιά μου
δροσερό νερό στό ποτήρι μου
ἡ μνήμη σου

Θάνατος πού μέ ζεῖ
ζωή πού μέ πεθαίνει.

Πηγή: https://www.bibliotheque.gr/article/72271

.........................................................................................

Το κέρδος της απώλειας
Κάτι, για να το χάσεις
πρέπει κάποτε να το είχες.
Κι αν κάποτε το είχες και τώρα όχι πια
πλούσιος από την ανάμνησή του πάλι μένεις
αφού και το χαμένο κάποτε ήταν κερδισμένο.

Αλλοίμονο από κείνους που ποτέ
δεν έχουν χάσει τίποτε
που τίποτε να χάσουνε δεν έχουνε
σ’ αυτόν τον κόσμο.


Το Λάθος
Στο κάτω-κάτω
όλα είναι δανεικά.
"Ού παραμένει ο πλούτος
ού συνοδεύει η δόξα".
Δανεικά, σου λέω,
κι ο θάνατος μεγάλος τοκογλύφος
στα παίρνει ώσπου να πεις "κίμινο"
– μέχρι κεραίας.
Άλλωστε, εκεί που πας, τι να τα κάνεις;
Και μη μου πεις πως κάτ θα είναι εκεί που πας
το δείχνει επαρκώς η παγωμένη όψη
του οποιουδήποτε νεκρού: το Τίποτε
σε όλο του το μαύρο μεγαλείο.

Λοιπόν, μην κλαίγεσαι, παράτα τα όλα
χρησικτησία είχες μόνο
και πρόσκαιρη νομή: με προθεσμία.
Κι αν έκανες το σφάλμα υπερβολικά
να τ’ αγαπήσεις
βέβαια θα είναι πιο οδυνηρό να τ’ αποχωριστείς.
Αν έκανες θυσίες, κόλπα κι αμαρτίες
για να τ’ αποκτήσεις
θα είναι δυο φορές πιο οδυνηρό.

Όμως το ήξερες απ’ την αρχή πως ήταν λάθος
λάθος κατάδικό σου, Κατάδικε του λάθους σου.
Και ήξερες και το άλλο
παντού εμφανώς ανηρτημένο:
"Μετά την απομάκρυνσιν εκ της ζωής
ουδεμία μεταμέλεια αναγνωρίζεται".
Λοιπόν;


Yπαγορεύουν συμπεριφορές
Η λέξη "Προσοχή" σε κάνει να συσπειρώνεσαι
η λέξη "Έξοδος" σε ανακουφίζει κι ας μην ξέρεις από τι
η λέξη "Απαγορεύεται" σε αναχαιτίζει
η λέξη "Ποτέ" σε κάνει να δυστυχείς
η λέξη "Πάντα" να χαμογελάς ειρωνικά
η λέξη "Κίνδυνος" σε προβληματίζει
η λέξη "Θεός" σε πλημμυρίζει δέος
η λέξη "Έρωτας" σε κάνει να καρδιοχτυπάς
η λέξη "Θάνατος" σε γεμίζει περιέργεια και τρόμο.

Αυτό που νιώσαμε
Αυτό που νιώσαμε και όχι
αυτό που ζήσαμε
που επιδιώξαμε και γράψαμε
με γράμματα χρυσά επάνω στις ταμπέλες μας
μονάχα αυτό που νιώσαμε θυμόμαστε
και νοσταλγούμε και φοβόμαστε.
Αυτό μονάχα
είναι η αλουργίδα μας, ο πλούτος μας
το παραμύθι και η παραμυθία
η ευτυχία μας και η δικαίωση
σ’ αυτόν τον κόσμο.

Δύσκολη ισορροπία


Υπάρχουν εκείνοι που στα γράμματά τους

δεν έχω ακόμα απαντήσει

κι εκείνοι που δεν περιμένουν από μένα

καμιά λύση.

Υπάρχουνε κι άλλοι, που σαν τις αράχνες

παραμονεύουνε στα σκοτεινά

πότε το εντομάκι της χαράς μου θα φανεί

για να το θανατώσουν

κι εκείνοι που επίτηδες αργοπορούν

να ‘ρθουν κοντά μου

για να με αποκαρδιώσουν.

 

Ανάμεσά τους πρέπει, Θέ μου, για να ζήσω

στου ξυραφιού την κόψη τους το μίσος

με την αγάπη να ισορροπήσω.

 

Μ’ εγκαρδιώνει η ελπίδα μου

να το τολμήσω

κι εγώ, όσο κι αν φαίνεται τρελό

όσο κι αν είμαι τρομαγμένη προσπαθώ

δε θέλω να παραδοθώ

δίχως να πολεμήσω.

 

εαυτός μου


Μου έκαμε πολλά

Πικρά κι ανεπίτρεπτα

Λάθη βουνό.

 

Ξαφνικά κι ολοένα μού έφευγε κυνηγώντας τον

μόλις που τον πρόφταινα

στην άκρη-άκρη του γκρεμού

άλλοτε κρυμμένος

πίσω από μάσκες τερατώδεις με περιγελούσε

με διέσυρε, με ατίμασε

μες στους καθρέφτες όλους, κλέβοντας

τον χρόνο και τον πόθο μου

άσωτα για να τους σκορπίσει

στους κόκκινους ανέμους της παραφοράς.

 

Καρτερικά τον υπόμεινα μισώντας τον

τρυφερά τον κανάκεψα, συγχωρώντας τον

σε αγώνα ματωμένο τον προκάλεσα

τον στόλισα με όνειρα πολύτιμα

τον έσπρωξα στο πηγάδι

τον αγάπησα, τον καταράστηκα

κρυφά τις νύχτες έλπισα κι ευχήθηκα τον θάνατό του.

 

Στο τέλος, σέρνοντας ήρθε, δαρμένο σκυλί

και κούρνιασε δίπλα μου

ραγισμένος απ’ την ηλικία, γυρεύοντάς μου

να γεράσουμε μαζί.

Λένα Παππά, Τα Ποιήματα Β'