Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2.2.2. Fromm Erich. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 2.2.2. Fromm Erich. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2022

Erich Fromm- Ο αλλοτριωμένος καταναλωτής (απόσπασμα)

 Το σλόγκαν της Kodak «εσείς πατάτε το κουμπί, εμείς κάνουμε τα υπόλοιπα», που απ' το 1889 βοήθησε τη διάδοση της φωτογραφίας σ' όλο τον κόσμο, είναι συμβολικό. Είναι μια απ' τις πιο παλιές προτροπές, να πατήσεις το κουμπί, μ' ένα αίσθημα ισχύος. Δεν κάνεις τίποτε, δεν χρειάζεται να ξέρεις τίποτε, το κάθετι γίνεται για σένα. Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να πατήσεις το κουμπί. Πραγματικά, το τράβηγμα φωτογραφιών έχει γίνει μια απ' τις πιο σπουδαίες εκφράσεις της αλλοτριωμένης οπτικής αντίληψης, της απόλυτης κατανάλωσης. Ο «τουρίστας» με τη φωτογραφική του μηχανή είναι ένα εξέχον σύμβολο μιάς αλλοτριωμένης σχέσης με τον κόσμο. Όντας σταθερά απασχολημένος με το να παίρνει φωτογραφίες αυτός στην πραγματικότητα δεν βλέπει τίποτε απολύτως περ' από το διάφραγμα της μηχανής. Η φωτογραφική μηχανή βλέπει γι' αυτόν και το αποτέλεσμα του ταξιδιού «αναψυχής» του είναι μια συλλογή από φωτογραφίες που είναι το υποκατάστατο μιάς εμπειρίας που θα μπορούσε να είχε, αλλά δεν είχε.


Erich Fromm, Ο αλλοτριωμένος καταναλωτής, μτφρ. Τάκης Τζαμαλίκος.

Τετάρτη 6 Απριλίου 2022

Erich Fromm-απόσπασμα

Η σωματική γέννηση, αν σκεφτούμε την ανθρώπινη, δεν είναι καθόλου καθοριστική και μοναδική πράξη όπως φαίνεται να είναι... Από πολλές απόψεις το βρέφος μετά τη γέννηση δεν διαφέρει από το βρέφος πριν από τη γέννηση. Δεν μπορεί να αντιληφθεί τα εξωτερικά ερεθίσματα, δεν μπορεί να ταΐσει τον εαυτό του. Εξαρτάται πλήρως από τη μητέρα και θα χαθεί χωρίς τη βοήθειά της. Στην πραγματικότητα, συνεχίζεται η διαδικασία της γέννησης. Το παιδί αρχίζει να αναγνωρίζει τα εξωτερικά αντικείμενα, να αντιδρά ενεργά, να κατανοεί τα πράγματα και να συντονίζει τις κινήσεις του, να περπατάει. Αλλά η γέννηση συνεχίζεται. Το παιδί μαθαίνει να μιλά, μαθαίνει να γνωρίζει τη χρήση και τη λειτουργία των πραγμάτων, μαθαίνει να συνδέεται με άλλους, να αποφεύγει την τιμωρία και να κερδίζει επαίνους και αγάπη. Σιγά-σιγά, ο αναπτυσσόμενος άνθρωπος μαθαίνει να αγαπάει, να αναπτύσσει λογική, να βλέπει τον κόσμο αντικειμενικά. Αρχίζει να αναπτύσσει τις δυνάμεις του. Να αποκτά μια αίσθηση ταυτότητας, να ξεπερνά την αποπλάνηση των αισθήσεών του για χάρη μιας ολοκληρωμένης ζωής. Η γέννηση τότε, με τη συμβατική έννοια της λέξης, είναι μόνο η αρχή της γέννησης με την ευρύτερη έννοια. Ολόκληρη η ζωή του ατόμου δεν είναι παρά η διαδικασία της γέννησης του εαυτού του. Πράγματι, θα πρέπει να είμαστε πλήρως γεννημένοι όταν πεθάνουμε, αν και είναι η τραγική τύχη των περισσότερων ατόμων να πεθάνουν πριν γεννηθούν.

Πηγή: https://filoitexnisfilosofias.com/%CE%AD%CF%81%CE%B9%CF%87-%CF%86%CF%81%CE%BF%CE%BC-%CF%8C%CE%BB%CE%B7-%CE%B7-%CE%B6%CF%89%CE%AE-%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CE%BC%CE%AF%CE%B1-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CF%83%CE%AF/

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2020

Έριχ Φρομ – Ο φόβος του θανάτου η επιβεβαίωση της ζωής

Ο φόβος ότι μπορεί να χάσουμε τ’ αποκτήματά μας είναι αναπόφευκτη συνέπεια ενός αισθήματος ασφάλειας που στηρίζεται σ’ αυτά που έχουμε. Θα ήθελα να προχωρήσω αυτή τη σκέψη λίγο περισσότερο.
Μπορεί να καταφέρουμε να μη δεθούμε με την ιδιοκτησία κι έτσι να μη φοβόμαστε ότι θα τη χάσουμε. Αλλά τι γίνεται με το φόβο μήπως χάσουμε την ίδια τη ζωή —το φόβο του θανάτου; Αυτός ο φόβος υπάρχει μόνο στους γέρους ή τους άρρωστους; Ή όλοι φοβούνται το θάνατο; Μήπως το γεγονός ότι μια μέρα θα πεθάνουμε διαποτίζει ολόκληρη τη ζωή μας; Μήπως ο φόβος του θανάτου γίνεται πιο έντονος και πιο συνειδητός μονάχα όταν φτάνουμε στην άκρη της ζωής, είτε από γηρατειά είτε από αρρώστια;
Χρειαζόμαστε πλατιές και συστηματικές μελέτες από ψυχαναλυτές που θα ερευνήσουν αυτό το φαινόμενο από την παιδική ηλικία ως τα γεράματα και θ’ αντιμετωπίσουν τόσο τις ασυνείδητες όσο και τις συνειδητές εκδηλώσεις του φόβου του θανάτου. Αυτές οι μελέτες δε χρειάζεται να περιοριστούν σε ατομικές περιπτώσεις: μπορούν να εξετάζουν μεγάλες ομάδες, χρησιμοποιώντας τις σύγχρονες μεθόδους της κοινωνιοψυχανάλυσης. Μια και τέτοιες μελέτες δεν υπάρχουν τώρα, θα πρέπει να βγάλουμε μερικά δοκιμαστικά συμπεράσματα από πολλά σκόρπια στοιχεία.
Ίσως το πιο σημαντικό στοιχείο είναι η βαθιά χαραγμένη επιθυμία για αθανασία, που εκδηλώνεται μέσα από τις πολλές τελετουργίες και δοξασίες που έχουν σαν σκοπό τη διατήρηση του ανθρώπινου σώματος. Από την άλλη μεριά, η σύγχρονη, ειδικά η αμερικανική, άρνηση του θανάτου με την «ωραιοποίηση» του σώματος φανερώνει το ίδιο καθαρά την καταπίεση του φόβου του θανάτου με το καμουφλάρισμά του.
NO_FEAR_IN_THE_SUNSET
Υπάρχει μονάχα ένας τρόπος —αυτός που δίδαξαν ο Βούδας, ο Ιησούς, οι Στωικοί, ο Meister Eckhart— για να ξεπεράσουμε πραγματικά το φόβο του θανάτου: αυτός ο τρόπος είναι να μη γαντζωνόμαστε στη ζωή, να μην αισθανόμαστε τη ζωή σαν κτήμα μας.
Ο φόβος του θανάτου δεν είναι στην πραγματικότητα αυτό που μοιάζει να είναι, ο φόβος δηλαδή ότι, θα πάψουμε να ζούμε. Ο θάνατος δε μας αφορά, είπε ο Επίκουρος«γιατί όσο υπάρχουμε ο θάνατος δεν είναι ακόμα εδώ: αλλά όταν ο θάνατος είναι εδώ εμείς δεν υπάρχουμε πια» (Διογένης ο Λαέρτιος).

Βέβαια, μπορεί να έχουμε το φόβο ότι θα υποφέρουμε και θα πονέσουμε πριν πεθάνουμε, αλλά αυτός ο φόβος είναι διαφορετικός από το φόβο του θανάτου. Γιατί ενώ έτσι ο φόβος του θανάτου μοιάζει παράλογος, αν η ζωή βιώνεται σαν απόκτημα δεν είναι καθόλου παράλογος. Τότε ο φόβος δεν είναι για το θάνατο, αλλά γιατί χάνω αυτό που έχω: είναι ο φόβος ότι χάνω το σώμα μου, το εγώ μου, την περιουσία μου και την ταυτότητά μου · είναι ο φόβος ν’ αντιμετωπίσω την άβυσσο της μη ταυτότητας, το να χαθώ.
Στο μέτρο που ζούμε για να έχουμε, αναγκαστικά φοβόμαστε το θάνατο. Καμιά λογική εξήγηση δε θα μας απαλλάξει απ’ αυτό το φόβο. Αλλά μπορεί να ελαττωθεί, ακόμα και την ώρα του θανάτου, όταν διεκδικήσουμε ξανά το δεσμό μας με τη ζωή, όταν ανταποκριθούμε στην αγάπη των άλλων, που θα ξυπνήσει τη δική μας αγάπη.
Η προσπάθεια ν’ αποβάλουμε το φόβο του θανάτου δεν πρέπει ν’ αρχίσει σαν προετοιμασία για τον ίδιο το θάνατο, αλλά σαν μια προσπάθεια να εξαφανίσουμε το έχει και ν’ αναπτύξουμε το είναι. Όπως λέει ο Spinoza, οι σοφοί σκέφτονται τη ζωή και όχι το θάνατο.
Οι οδηγίες για το πώς να πεθάνουμε είναι ακριβώς οι ίδιες για το πώς να ζήσουμεΌσο πιο πολύ ελευθερωνόμαστε από την επιθυμία για κατοχή σε όλες της τις μορφές, και ειδικά από την εγωμανία μας, τόσο πιο αδύνατος γίνεται ο φόβος του θανάτου, αφού δεν υπάρχει πια τίποτα να χάσουμε.

************

Από το βιβλίο του Έριχ Φρομ – Να έχεις ή να είσαιer from
Έριχ Φρομ Γερμανός φιλόσοφος και ψυχαναλυτής (1900 – 1980). Γεννήθηκε στη Γερμανία και σπούδασε κοινωνιολογία και ψυχολογία στα πανεπιστήμια της Χαϊδελβέργης, της Φρανκφούρτης και του Μονάχου. Ο Έριχ Φρομ προσπάθησε με το έργο του να “συμφιλιώσει” τον Φρόιντ με τον Mαρξ, να συνδυάσει δηλαδή την ψυχανάλυση με τον “ουμανιστικό” μαρξισμό. Ως ψυχαναλυτής ο Φρομ υπέβαλε σε κριτική τον Mαρξ γιατί είχε υποτιμήσει την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων παθών και τη σημασία του ψυχολογικού παράγοντα. Παράλληλα όμως επέκρινε τον Φρόιντ γιατί υπογραμμίζοντας τις βιολογικές εξαρτήσεις ­και επομένως το αμετάβλητο­ της ανθρώπινης φύσης δεν μπόρεσε να φτάσει σε μιαν ορθή ερμηνεία των ιστορικών και κοινωνικών φαινομένων.
Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2019

Erich Fromm - Η Τέχνη της Αγάπης (απόσπασμα)

Η αγάπη δεν είναι βασικά μια σχέση προς ένα ιδιαίτερο άτομο. Είναι μια στάση, ένας προσανατολισμός του χαρακτήρα που καθορίζει τη σχέση ενός ατόμου προς τον κόσμο σαν σύνολο κι όχι προς ένα "αντικείμενο" αγάπης.
Αν ένα άτομο αγαπά μόνο ένα άλλο άτομο κι είναι αδιάφορο προς τους άλλους συνανθρώπους του, η αγάπη του δεν είναι ακριβώς αγάπη αλλά μια συμβιωτική προσκόλληση ή ένας διογκωμένος εγωισμός.

Ωστόσο, οι πιο πολλοί άνθρωποι πιστεύουν πως η αγάπη είναι το αντικείμενο κι όχι η ψυχική ικανότητα. Στην πραγματικότητα φτάνουν στο σημείο να πιστεύουν ότι: όταν δεν αγαπάνε κανέναν άλλον παρά μόνο το "αγαπημένο" πρόσωπο, αυτό είναι μια απόδειξη της έντασης της αγάπης τους.

Αν πραγματικά αγαπώ έναν άνθρωπο, αγαπώ όλους τους ανθρώπους, αγαπώ τον κόσμο, αγαπώ τη ζωή. Αν μπορώ να πω σε κάποιον άλλον "σ’ αγαπώ", πρέπει να είμαι ικανός να πω "αγαπώ σε σένα όλους, αγαπώ μέσα από σένα όλο τον κόσμο, αγαπώ σε σένα και τον εαυτό μου".

Erich Fromm, Η Τέχνη της Αγάπης, Μετάφραση: Ουρανία Τουτουντζή, εκδόσεις Διόπτρα.

Πέμπτη 25 Απριλίου 2019

Erich Fromm: «Ό,τι ξοδεύεται δεν πάει χαμένο, αντίθετα ο,τι φυλάγεται είναι χαμένο»


Erich Fromm: «Ό,τι ξοδεύεται δεν πάει χαμένο, αντίθετα ο,τι φυλάγεται είναι χαμένο»
Είναι μεγάλος πειρασμός να μην προχωρούμε, να μένουμε εκεί που βρισκόμαστε, να πισωδρομούμε, με άλλα λόγια να βασιζόμαστε σ’ αυτά που έχουμε, γιατί ο,τι έχουμε, το γνωρίζουμε.
Μπορούμε να στηριχτούμε σ’ αυτό, να αισθανθούμε ασφαλείς μέσα του.
Φοβόμαστε, κι έτσι αποφεύγουμε να κάνουμε ένα βήμα προς το άγνωστο, το αβέβαιο.
Γιατί πραγματικά, αν το βήμα μπορεί να μη μας φανεί ριψοκίνδυνο αφού το κάνουμε, πριν το κάνουμε οι προοπτικές μας φαίνονται πολύ ριψοκίνδυνες, και κατά συνέπεια τρομακτικές.
Μόνο το παλιό, το δοκιμασμένο δίνει την αίσθηση της ασφάλειας· ή έτσι τουλάχιστο φαίνεται.
Κάθε καινούργιο βήμα έχει μέσα του τον κίνδυνο της αποτυχίας, και αυτός είναι ένας από τους λόγους που οι άνθρωποι φοβούνται τόσο πολύ την ελευθερία.
Βέβαια, σε κάθε στάδιο της ζωής μας το παλιό και το συνηθισμένο είναι διαφορετικά.
Όταν είμαστε βρέφη, έχουμε μόνο το σώμα μας και το στήθος της μητέρας μας (αρχικά μη διαφοροποιημένα).
Έπειτα αρχίζουμε να προσανατολιζόμαστε προς τον κόσμο, ξεκινώντας τη διαδικασία που χρειάζεται για να βρούμε μια θέση και για τον εαυτό μας μέσα σ’ αυτόν.
Αρχίζουμε να θέλουμε να έχουμε πράγματα· έχουμε τη μητέρα μας, τον πατέρα, τ’ αδέρφια, τα παιχνίδια.
Αργότερα, αποκτάμε γνώσεις, δουλειά, κοινωνική θέση, σύζυγο, παιδιά, και τότε έχουμε ένα είδος μετα-ζωής, όταν πια αποκτάμε ένα τάφο, μια ασφάλεια ζωής και κάνουμε τη «διαθήκη» μας.
Παρόλη όμως την ασφάλεια του έχει, οι άνθρωποι συνήθως θαυμάζουν εκείνους που ανοίγουν καινούργια μονοπάτια, που έχουν το κουράγιο να προχωρούν.
Στη μυθολογία, αυτός ο τρόπος ύπαρξης αντιπροσωπεύεται συμβολικά από τον ήρωα.
Ήρωες είναι εκείνοι που έχουν το θάρρος ν’ αφήσουν ο,τι έχουν —τη γη τους, την οικογένεια τους, την περιουσία τους — και να φύγουν, όχι χωρίς φόβο αλλά και χωρίς να υποκύπτουν στο φόβο τους.
Στη βουδιστική παράδοση, ο Βούδας είναι ο ήρωας που αφήνει όλη του την περιουσία, όλη τη σιγουριά που υπάρχει στην ινδουιστική θεολογία –τη θέση του, την οικογένεια του — και προχωράει σε μια ζωή πέρα από δεσμεύσεις.
Ο Αβραάμ και ο Μωυσής είναι ήρωες στην εβραϊκή παράδοση.
Ο Χριστιανός ήρωας είναι ο Ιησούς, που δεν είχε τίποτα και — στα μάτια του κόσμου — δεν ήταν τίποτα.
Η δράση του όμως βγαίνει μέσα από την πληρότητα που του δίνει η αγάπη του για όλα τα ανθρώπινα πλάσματα.
Οι Έλληνες έχουν κοσμικούς ήρωες, που σκοπός τους είναι η ικανοποίηση της αλαζονείας τους, η κυριαρχία.
Παρόλα αυτά, όμοια με τους πνευματικούς ήρωες, ο Ηρακλής και ο Οδυσσέας προχωρούν χωρίς να δειλιάζουν μπροστά στους κινδύνους που τους περιμένουν.
Οι ήρωες των παραμυθιών λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο: φεύγουν, τραβάνε μπροστά και υπομένουν την ανασφάλεια.
Θαυμάζουμε αυτούς τους ήρωες, γιατί βαθιά μέσα μας αισθανόμαστε ότι θα θέλαμε να είμαστε σαν κι αυτούς – αν βέβαια μπορούσαμε.
Αλλά με το φόβο που έχουμε, πιστεύουμε ότι δε μπορούμε να γίνουμε έτσι, μόνο οι ήρωες μπορούν.
Οι ήρωες γίνονται είδωλα. Προβάλλουμε σ’ αυτούς τη δική μας ικανότητα κίνησης, και μετά μένουμε εκεί που ήμασταν —«γιατί δεν είμαστε ήρωες».
Όλη αυτή η ανάλυση ίσως φαίνεται να υπονοεί ότι το να είσαι ήρωας είναι επιθυμητό, είναι όμως ταυτόχρονα ανόητο και ενάντια στο συμφέρον σου. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα.
Τα άτομα τα επιφυλακτικά, τα κτητικά άτομα απολαμβάνουν την ασφάλεια, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ ανασφαλή.
Εξαρτιόνται από αυτά που έχουν: χρήματα, κύρος, το εγώ τους — δηλαδή από πράγματα που είναι έξω απ’ αυτούς.
Τι θα γίνουν όμως αν χάσουν ο,τι έχουν; Γιατί, πραγματικά, οτιδήποτε κι αν έχει κανείς μπορεί να χαθεί.
Είναι πιθανό ότι η περιουσία μπορεί να χαθεί -και μαζί της τόσο η θέση όσο και οι φίλοι — και σε κάθε στιγμή ο καθένας μπορεί, και αργά ή γρήγορα θα υποχρεωθεί, να χάσει τη ζωή του.
Αν είμαι ο,τι έχω κι αν ό,τι έχω χαθεί, τότε ποιος είμαι;
Τίποτ’ άλλο, από μια νικημένη, άδεια, αξιολύπητη μαρτυρία ενός λαθεμένου τρόπου ζωής.
Επειδή μπορεί να χάσω ο,τι έχω, είμαι αναγκαστικά συνεχώς ανήσυχος ότι θα χάσω αυτά που έχω.
Φοβάμαι τους κλέφτες, τις οικονομικές αλλαγές, τις επαναστάσεις, τις αρρώστιες, το θάνατο · φοβάμαι ακόμα την αγάπη, την ελευθερία, την ανάπτυξη, την αλλαγή, το άγνωστο.
Έτσι είμαι συνέχεια ανήσυχος, υποφέροντας από χρόνια υποχονδρία, που δε συνεπάγεται μόνο την απώλεια της υγείας μου αλλά και οποιουδήποτε άλλου αποκτήματος μου.
Γίνομαι άνθρωπος αμυντικός, σκληρός, καχύποπτος, μοναχικός, που παρασύρομαι από την ανάγκη να έχω όλο και περισσότερα για να νιώθω μεγαλύτερη ασφάλεια.
Ο Ίψεν έχει δώσει μια ωραία περιγραφή αυτού του εγωκεντρικού ανθρώπου στον Πέερ Γκύντ. Ο ήρωας είναι γεμάτος μόνο από τον εαυτό του. Μέσα στον απέραντο εγωισμό του πιστεύει ότι αυτός είναι ο εαυτός του, γιατί αυτός είναι ένα «σύμπλεγμα από επιθυμίες». Στο τέλος της ζωής του αναγνωρίζει, ότι, επειδή όλη του η ύπαρξη ήταν χτισμένη πάνω στην ιδιοκτησία του, δεν κατάφερε ποτέ να είναι ο εαυτός του. Ένιωθε ότι ήταν ένα κρεμμύδι χωρίς ψίχα, ένας μισοτελειωμένος άνθρωπος που ποτέ δεν υπήρξε ο εαυτός του.
Η αγωνία και η ανασφάλεια που προκαλείται από τον κίνδυνο να χάσει κανείς ό,τι έχει, δεν υπάρχει στους ανθρώπους που προσπαθούν να είναι.
Αν είμαι αυτός που είμαι και όχι αυτό που έχω, τότε κανένας δε μπορεί να μου στερήσει ή να με απειλήσει για την ασφάλεια και την αίσθηση της ταυτότητας μου.
Το κέντρο μου είναι μέσα μου, η δυνατότητα μου να υπάρχω και να εκφράζω τις βασικές μου δυνάμεις είναι κομμάτι της δομής του χαρακτήρα μου και εξαρτάται από εμένα.
Αυτό βέβαια αληθεύει σε φυσιολογικές συνθήκες ζωής, όχι σε περιπτώσεις αρρώστιας, αναπηρίας, βασανισμού ή άλλες συνθήκες ισχυρών εξωτερικών περιορισμών.
Ενώ το έχει βασίζεται σε κάποιο πράγμα που φθείρεται με τη χρήση, το είναι αναπτύσσεται με την εξάσκηση. (Η «φλεγόμενη βάτος» που δεν καίγεται είναι ο βιβλικός συμβολισμός γι’ αυτό το παράδοξο).
Οι δυνάμεις της λογικής, της αγάπης, της καλλιτεχνικής και πνευματικής δημιουργίας, όλες οι βασικές δυνάμεις αναπτύσσονται μέσα από τη διαδικασία της έκφρασης τους.
Ο,τι ξοδεύεται δεν πάει χαμένο, αντίθετα ο,τι φυλάγεται είναι χαμένο.
Όταν προσπαθώ να είμαι, ή μόνη απειλή για την ασφάλεια μου βρίσκεται μέσα μου: στην έλλειψη πίστης στη ζωή και στις δημιουργικές μου ικανότητες, στις τάσεις πισωδρόμησης, στην εσωτερική μαλθακότητα και στην προθυμία ν’ αφήσω τους άλλους ν’ αναλάβουν τη ζωή μου.
Αλλά αυτοί οι κίνδυνοι εξαφανίζονται, δεν είναι συστατικά του είναι, ενώ ο κίνδυνος της απώλειας είναι έμφυτος στο έχει.

Erich Fromm, Να έχεις ή να είσαι; (εκδ. Μπουκουμάνη) – απόσπασμα

Τετάρτη 24 Απριλίου 2019

ΕΡΙΧ ΦΡΟΜ: TO ΕΙΜΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΕΧΩ

Η διάκριση ανάμεσα στο "έχει" και το "είναι" δεν είναι και τόσο ξεκάθαρη για την κοινή λογική. Το έχει, φαίνεται να είναι μια φυσιολογική λειτουργία της ζωής μας: για να ζήσουμε, πρέπει να έχουμε πράγματα.

ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ πράγματα για να μπορούμε να τα απολαμβάνουμε. Σ’ ένα πολιτισμό όπου ο ύψιστος σκοπός είναι η κατοχή, θα έλεγε κανείς ότι η βαθύτερη σημασία του είναι, είναι το έχει. Και όταν κάποιος δεν έχει τίποτα, δεν είναι τίποτα.

ΤΑ ΕΜΠΕΙΡΙΚΑ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ δείχνουν ότι το έχει και το είναι, αποτελούν τους δύο βασικούς τρόπους εμπειρίας, και οι αντίστοιχες δυνάμεις τους καθορίζουν τις διαφορές ανάμεσα στους χαρακτήρες των ατόμων καθώς και τους διάφορους τύπους του κοινωνικού χαρακτήρα.

ΤΟΥΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ ΣΤΙΣ ΔΥΤΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ άρχισε να γίνεται φανερή μια κάποια αλλαγή στην έμφαση που δίνουν στο έχει και στο είναι, καθώς η τάση της υποκατάστασης των ρημάτων με ουσιαστικά έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις. Το ουσιαστικό είναι η ακριβής έκφραση για ένα πράγμα. Ενώ για μια ενέργεια είναι το ρήμα. Παρ' όλα αυτά όλο και πιο συχνά μια ενέργεια εκφράζεται με τύπους του έχω.

ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: «ΓΙΑΤΡΕ, ΕΧΩ ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ. Έχω αϋπνία. Αν και έχω ένα όμορφο σπίτι, χαριτωμένα παιδιά και ευτυχισμένο γάμο, έχω πολλές στεναχώριες». Πριν από μερικές δεκαετίες αντί ο άρρωστος να πει «έχω πρόβλημα», πιθανόν να έλεγε «είμαι στεναχωρημένος», αντί «έχω αϋπνία», «δεν μπορώ να κοιμηθώ», και αντί «έχω ένα ευτυχισμένο γάμο», «είμαι ευτυχισμένος στον γάμο μου». 

ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΥΦΟΣ δείχνει τον υψηλό βαθμό αλλοτρίωσης που επικρατεί. Το εγώ της εμπειρίας αντικαθίσταται με το αυτό της κτήσης.

ΤΟ ΕΧΩ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΠΑΤΗΛΗ ΕΝΝΟΙΑ. Αυτοί που πιστεύουν ότι η κατοχή είναι η πιο φυσική ιδιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, θα εκπλαγούν αν μάθουν ότι πολλές γλώσσες δεν έχουν λέξη για το έχω. Στα εβραϊκά για παράδειγμα το έχω εκφράζεται με την φράση «είναι για εμένα». Είναι πολύ ενδιαφέρον να δούμε ότι κατά την εξέλιξη πολλών γλωσσών η φράση «είναι δικό μου» αντικαταστάθηκε πολύ αργότερα από το ρήμα έχω.

ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΑΥΤΟ ΥΠΟΝΟΕΙ ΟΤΙ ΤΟ ΡΗΜΑ «ΕΧΩ» εξελίχτηκε παράλληλα με την ανάπτυξη της ατομικής ιδιοκτησίας και είναι ανύπαρκτο σε κοινωνίες όπου κυριαρχεί η λειτουργική ιδιοκτησία, δηλαδή η κτήση πραγμάτων για συγκεκριμένη χρήση. Όταν το έχει καθορίζει τον τρόπο ύπαρξής μου, η σχέση μου με τον υπόλοιπο κόσμο είναι κτητική.

ΤΟ ΕΙΜΑΙ ΣΤΙΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ με τη ρίζα του es, που σημαίνει υπάρχω. Το είμαι δηλώνει την πραγματικότητα της ύπαρξης αυτού που είναι. Όταν λέμε ότι κάποιος ή κάτι είναι, αναφερόμαστε στην ουσία του ανθρώπου ή του πράγματος και όχι στην εμφάνισή του.

ΟΤΑΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΩ ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ ΕΙΜΑΙ Ή ΕΧΩ, αναφέρομαι σε δύο βασικούς τρόπους ύπαρξης σε δύο διαφορετικές στάσεις απέναντι στον ίδιο τον εαυτό μου και τον κόσμο. Η διαφορά είναι ανάμεσα σε μια κοινωνία που το ενδιαφέρον της συγκεντρώνεται στους ανθρώπους, και σε μια άλλη που το ενδιαφέρον της συγκεντρώνεται στα πράγματα.


Απόσπασμα από το βιβλίο του Έριχ Φρομ, 'Να έχεις ή να Είσαι;', εκδόσεις Μπουκουμάνης.

Aναδημοσίευση από: https://www.animahome.gr/news/32-erich-fromm
  • Στον δέκατο ένατο αιώνα το πρόβλημα ήταν ότι πέθανε ο Θεός. Στον εικοστό αιώνα το πρόβλημα είναι ότι πέθανε ο άνθρωπος.

Σχετική εικόνα

(Erich Fromm, 23 Μαρτίου 1900 - 18 Μαρτίου 1980)