Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Goethe Johann Wolfgang. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Goethe Johann Wolfgang. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 7 Ιουνίου 2025

Johann Wolfgang von Goethe -Ο Βασιλιάς ο Δράκοντας



Ποιος να γυρνά με τ’ άλογο στο δάσος τόσο βράδυ:
Πατέρας με τ’ αγόρι του περνούνε στο σκοτάδι·
Σηκώνει τ’ αγοράκι του σφιχτά στην αγκαλιά του,
Ζεσταίνει τα χεράκια του με τα θερμά φιλιά του.

-Γιατί με φόβο, αγόρι µου, κρύβεις το πρόσωπό σου;
-Τo Βασιλιά το Δράκοντα, μπαμπά, δε βλέπεις μπρος σου;
Το Δράκοντα μ’ ουρά μακριά, κορώνα στο κεφάλι;
-Παιδάκι µου, είναι η καταχνιά τριγύρω σου η μεγάλη.

-Έλα, γλυκό αγοράκι μου, κοντά, μαζί μ’ εμένα,
Κάθε παιχνίδι, που ποθείς, θα παίζω εγώ μ’ εσένα·
Χίλια λουλούδια ολόδροσα θα βρεις στο περιγιάλι
Κ’ η μάνα µου ένα ολόχρυσο φόρεμα θα σου βάλει.

-Πατέρα µου, πατέρα μου, δεν τον ακούς και τώρα
Το Βασιλιά τον Δράκοντα πόσα µου τάζει δώρα;
-Κάτσε ήσυχο, παιδάκι µου, το νοιώθω, σε φοβίζει
Του αγέρα τ’ άγριο φύσημα, που στα κλαδιά σφυρίζει.

-Δε θες, χρυσό αγοράκι μου, δε θες να ‘ρθεις μαζί μου;
Νεράιδες λεν τις κόρες μου και σ’ αγαπούν, παιδί μου 
Πρώτες στης νύχτας τους χορούς οι κόρες μου γυρίζουν
Και με τραγούδια και χορούς γλυκά θα σε κοιμίζουν».

-Πατέρα µου, πατέρα µου! Δε βλέπεις, πως σιμώνουν;
Διώξε μακριά του Δράκοντα τις κόρες, που µε ζώνουν!
-Παιδάκι µου, παιδάκι µου, τις βλέπω, σε φοβίζουν
Μονάχα οι ιτιές, που γύρω µας μες στο σκοτάδι ασπρίζουν.

-Σ’ αγάπησα, την όμορφη την όψη σου ζηλεύω·
Δεν έρχεσαι με το καλό; Με το κακό σε κλέβω.
-Πατέρα µου, πατέρα μου! Σφίξε µε! Να, μ’ αρπάζει!
Με τ’ άγρια του, πατέρα µου, τα νύχια με σπαράζει!

Ερίγησε ο πατέρας του και βιάζει τ᾽ άλογό του
Και σφίγγει στην αγκάλη του τον άμοιρο το γιο του·
Φτάνει με κόπο σπίτι του με στήθος τρομαγμένο·
Στην αγκαλιά του το παιδί βλέπει ξεψυχισμένο.

(Από τη γερμανική παράδοση)

μετ. Νικόλαος Χατζιδάκης

Πηγή: Νικόλαος Χατζιδάκης (Ζέφυρος Βραδυνός) - Ξενικά Λουλούδια (λυρικές μεταφράσεις)

Αναδημοσίευση από: https://pribas.blogspot.com/search?updated-max=2025-06-04T00:00:00%2B03:00&max-results=10

Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2021

Goethe-Ο ψαράς



Κύμα κυλάει, το κύμα σπάει·
ψαράς σ’ τήν αμμουδιά
τ’ αγκίστρι σκύβει και κυττάει
με ατάραχη καρδιά.
Μα εκεί που κάθεται και ακούει,
σ’ τα δυο το κύμα σκάει
και έξαφνα μέσ’ απ’ τους αφρούς
Νεράιδα ξεπηδάει
Του τραγουδεί και του μιλεί·
Μου σέρνεις τα παιδιά
με πονηριά και δόλωμα
σ’ του Χάρου τη φωτιά;
Μα αν ήξερες πώς χαίρονται
τα ψάρια σ’ τα νερά,
θάπεφτες τώρα σ’ το βυθό
να νοιώσης τη χαρά.
Δεν παίρνει ο ήλιος από εδώ
τη χάρη, τη δροσιά
και το φεγγάρι τ’αργυρό
την τόση του ομορφιά;
Δε σε μαγεύει τ’ουρανού
το χρώμα το φαιδρό;
Δε σε τραβάει μεσ’ σ’ τη δροσιά
το διάφανο νερό;
Κύμα κυλάει, το σώμα σπάει,
τα πόδια του φιλεί·
πόθο του ανάβει και θαρρεί,
η αγάπη του μιλεί.
Του τραγουδεί και όλο του λέει·
και χάνει την καρδιά.
Τραβάει και αυτή, πέφτει και αυτός,
δεν τον ξανάειδαν πειά.

Σάββατο 28 Αυγούστου 2021

Johann Wolfgang Goethe-αποσπάσματα και αποφθέγματα

 Εκείνο που μας ένωνε, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μας, ακόμη και τότε που νιώθαμε να διακυβεύονται τα πάντα, ήταν ότι συνεχίζαμε να ζούμε σαν να μη συμβαίνει τίποτα.

Γκαίτε (28 Αυγούστου 1749 - 22 Μαρτίου 1832), Οι εκλεκτικές συγγένειες, μτφρ.: Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδόσεις Κανάκη.

[...]
Ο άνθρωπος δεν ευτυχεί παρά μόνο όταν θέτει όρια στις αχαλίνωτες επιδιώξεις του.
ΓΚΑΙΤΕ

Τετάρτη 31 Μαρτίου 2021

Γιόχαν Γκαίτε - Δύο ποιήματα


Νυχτερινό Τραγούδι


Σαν θα κοιμάσαι στο μαξιλάρι

Άκουσε λίγο, για μια στιγμή

Πως παίζει η λύρα μου με το δοξάρι

Κοιμήσου! Τι άλλο θες πιο πολύ;


Παίζει η λύρα μου με το δοξάρι

Πως ο Ουρανός γλυκά ευλογεί

Το αιώνιο συναίσθημα, τη θεία χάρη

Κοιμήσου! Τι άλλο θες πιο πολύ;


Το θείο συναίσθημα, η θεία χάρη

Που μ’ ανεβάζει ψηλά την ψυχή

Μακριά απ’ τα γήινα χθόνια βάρη

Κοιμήσου! Τι άλλο θες πιο πολύ;


Μακριά απ’ τα γήινα χθόνια βάρη

Η μορφή σου με προσκαλεί

Δεμένος με τη δροσιά που ‘χεις πάρει

Κοιμήσου! Τι άλλο θες πιο πολύ;


Δεμένος με τη δροσιά που ‘χεις πάρει

Σου μιλώ – στ’ όνειρό σου – στ’ αυτί

Αχ! Στο απαλό σου το μαξιλάρι

Κοιμήσου! Τι άλλο θες πιο πολύ;


*


Ο Ξωτικοβασιλιάς


Ποιος μες στην άγρια νυχτιά σαν άνεμος καλπάζει;

Ένας πατέρας που τον γιο του αγκαλιά κρατά

Κρατάει το αγόρι του σφιχτά και το σκεπάζει

Με ασφάλεια και θαλπωρή, ήρεμα και ζεστά


Γιε μου, γιατί το πρόσωπο σου κρύβεις μ’ αηδία;

Πατέρα μου, δεν είδες τον Ξωτικοβασιλιά;

Δεν πρόσεξες το στέμμα του, το σκήπτρο, τον μανδύα;

Είναι η ομίχλη μοναχά, μόνο η συννεφιά


Έλα μαζί να φύγουμε αγόρι μου καλό

Έλα και τα πιο όμορφα θα παίξουμε παιχνίδια

Άνθη γλυκά, πολύχρωμα στολίζουν τον γιαλό

Και θα σου ‘δώσει η μάνα μου, ολόχρυσα στολίδια


Πατέρα μου δεν πρόσεξες; Δεν άκουσες πατέρα;

Ο βασιλιάς των Ξωτικών μιλάει μες στη βραδιά

Ησύχασε αγόρι μου, άκουσες τον αέρα

Που πιάστηκε στις φυλλωσιές και τρέμουν τα κλαδιά


Η πιο όμορφη κόρη μου πιστά σε περιμένει

Θέλεις, αγόρι μου γλυκό, με μένανε να ‘ρθεις;

Κι ένα τραγούδι θα σου πει με μουσική θλιμμένη

Και θα χορέψει ένα χορό μέχρι να κοιμηθείς


Πατέρα μου, Πατέρα μου, στ’αλήθεια δεν κοιτάζεις

Οι κόρες Του, τα ξωτικά μου ρίχνουνε ματιές

Αγόρι μου, Αγόρι μου, σου λέω μην τρομάζεις

Είναι μονάχα οι σκιές που ρίχνουν οι ιτιές


Σε αγαπώ τόσο πολύ, πανέμορφό μου αγόρι

Πατέρα μου ο Βασιλιάς πλησίασε ξανά

Θα ‘ρθεις μαζί μου κι αν δεν θες θα έρθεις με το ζόρι

Με πλήγωσε ο Βασιλιάς, και η πληγή πονά


Τρομάζει ο πατέρας του, στον έρημο το δρόμο

Κρατάει το παιδί σφιχτά και τρέχει πιο γοργά

Κι έφτασε στο καλύβι του μ’ ένα μεγάλο τρόμο

Μα το παιδί του πέθανε κι είναι πολύ αργά


Mετάφραση: Ανδρέας Αντωνίου


Αναδημοσίευση από:https://www.vakxikon.gr/%CE%B3%CE%B9%CF%8C%CF%87%CE%B1%CE%BD-%CE%B3%CE%BA%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B5-%CE%B4%CF%8D%CE%BF-%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1/


Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

JOHANN WOLFGANG VON GOETHE-ΕΔΩ ΕΧΩ, ΙΔΟΥ, ΤΟΝ ΚΗΠΟ ΜΟΥ…


Εδώ έχω, ιδού, τον κήπο μου, κι εδώ να βγουν προσμένω τ’ άνθη του έρωτα

έτσι όπως τά ’χουνε διαλέξει οι Μούσες και σοφά τα βάλαν σε παρτέρια.

Και ξύλον κάρπιμον ποιούν καρπόν για τους χρυσούς καρπούς του βίου

εγώ ευτυχώς εφύτεψα, και με χαρά καρπούς προσμένω τώρα νά ’δω.

Μα εσύ παράστεκε με, Πρίαπέ μου, εδώ: από κλέφτες τίποτα απολύτως

να φοβηθώ δεν έχω – ελεύθερα να κόβει και να γεύεται όποιος θέλει!

Τον νου σου μόνον έχε στους υποκριτές· στους άνευρους· στους σιχαμένους.

γι’ αυτό, αν ζυγώσει κάποιος τους, τον φροντισμένο κήπο μου επιβουλευόμενος,

και τόνε πιάσει αηδία από τα γεννήματα της γνήσιας φύσης, από πίσω

με το παλούκι, που ’χεις κόκκινο στα σκέλια σου νά ’ν’ ανάμεσα, τιμώρησέ τον.


Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2019

Johann Wolfgang Goethe-Το εξωτικό


Ποιος τα μεσάνυχτα καβαλικεύει;
Είν’ ο πατέρας με το παιδί·
το ’χει στα στήθια του και το χαϊδεύει
και κάπου σκύβει και το φιλεί.

— Παιδί μου, τι έκρυψες το πρόσωπό σου;
— Δε βλέπεις τ’ άγριο το ξωτικό,
πατέρα; πέρασε απ’ το πλευρό σου·
— Τα νέφια απλώνονται εις το νερό.

— Παιδί μου, έλα στη συντροφιά μου,
μ’ αρέσ’ η όψις σου η δροσερή,
περίσσια λούλουδα έχ’ η οχθιά μου,
κι έχ’ η μητέρα μου στολή χρυσή.

— Ακούς, πατέρα μου, ακούς τι λέει;
Με θέλει σύντροφο το ξωτικό·
— Παιδί μου, ησύχασε, τ’ αέρι κλαίει
σ’ άγριο χαμόδενδρο, θάμνο ξερό.

— Παιδί μου, έλα τι σε τρομάζει;
θα ’χεις τις κόρες μου για συντροφιά,
που όταν τη λίμνη μας νύχτα σκεπάζει,
χορεύουν εύθυμες στην αμμουδιά.

— Πατέρα, κοίταξε· δε βλέπεις πέρα,
σαν να χορεύουνε οι κορασιές;
— Παιδί μου, βλέπω απ’ τον αέρα,
κουνιούνται πένθιμα γριές ιτιές.

— Μ’ αρέσει η όψη σου, χρυσό μου αστέρι,
μα συ δεν έρχεσαι· σε παίρνω εγώ...
— Πατέρα, άπλωσε το άγριο χέρι,
πατέρα, μ’ έπνιξε το ξωτικό.

Τρέμει ο πατέρας του και τ’ άλογό του
κεντά και χάνεται σαν αστραπή·
φθάνει στη θύρα του... ωιμέ το γιο του
κρύο στον κόρφο του, νεκρό κρατεί.

  μτφρ. Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος
(Ζαν Μορεάς)
(1856-1910)

Κυριακή 21 Απριλίου 2019

Goethe-ΑΠΟ ΤΙΣ ΡΩΜΑΪΚΕΣ ΕΛΕΓΕΙΕΣ


Πείτε μου, πέτρες, μιλήστε, ψηλά εσείς παλάτια!

Δρόμοι, ένα λόγο! Και συ δεν ταράζεσαι, ω πνεύμα;

Ναι, στα ιερά σου τα τείχη, ψυχή έχουν τα πάντα,

Ρώμη αιωνία, και μόνο σε με δε μιλάνε.

Ω ποιός θα μου πη, σε ποιο θενά ιδώ παραθύρι,

Τ όμορφο πλάσμα, χαρά στη ζωή μου που εσκόρπαε;

Μάντευα τάχα τους δρόμους που διάβαινα πάντα,

Για χάρη της χάνοντας τον πολύτιμο χρόνο;

Βλέπω ακόμα ναούς, κίονες, παλάτια κ ερείπια,

Σαν ξένος που του ταξειδιού του περνάει τις ώρες.

Μα σε λίγο όλα θα πάνε κ ένας μόνο θα μείνη

Ναός, της Αγάπης, τον εκλεχτό να προσμένη.

Είσαι ένας κόσμος, ω Ρώμη, μα δίχως αγάπη

Τίποτα ο κόσμος, και η Ρώμη δε θάτανε Ρώμη.



Μετάφραση: Λέων Κουκούλας

Σάββατο 23 Μαρτίου 2019

Goethe-Μελαγχολία

Αποτέλεσμα εικόνας για Johann Wolfgang Goethe,

Μελαγχολία


Μαδάτε και μαραίνεσθε, τριαντάφυλλα ανθισμένα,
τη χάρη σας δεν έννοιωσε ή αγάπη μου ή φτωχή.
΄Ανθείτε τώρα, συμφορά, για μάτια απελπισμένα,
γι' αυτόν, που λύπη ατέλειωτη του καίει την ψυχή.

Θυμάμαι κείναις τής στιγμαίς μέ μάτια δακρυσμένα,
πού, ω άγγελέ μου λατρευτέ, μουδινες στή ζωή·
που τα μπουμπούκια νά φανούν επρόσμενα για σένα
και επήγαινα στον κήπο μου γι' αυτά πρωί-πρωί.

΄Ολα τα δώρα τουρανού, λουλούδια μυρωμένα,
σου τάφερνα, σου τάρριχνα μέσ' στη χρυσή ποδιά·
και μέσ' στα μάτια σ' έβλεπα, που με είχαν μαγεμμένα,
κι' έλπίδαις χίλιαις μυστικαίς είχα μέσ' στην καρδιά.

Μαδάτε και μαραίνεσθε, τριαντάφυλλα ανθισμένα,
τη χάρη σας δεν ένοιωσε η αγάπη, μου η φτωχή·
'Ανθείτε τώρα, συμφορά, για μάτια απελπισμένα, ,
γι' αυτόν, πού λύπη ατέλειωτη τού καίει την ψυχή.



(Johann Wolfgang GoetheΦρανκφούρτη28 Αυγούστου 1749 – Βαϊμάρη22 Μαρτίου 1832

Mετάφραση: Θεόφιλος Βορέας (1873-4 Ιανουαρίου 1954)

Νέα Εστία, τ. 126 (Αθήνα 15 Μαρτίου 1932), σελ. 286.