Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Neruda Pablo. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.2. Neruda Pablo. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2025

Pablo Neruda - Του προδότη που προχώρησε ως ετούτο το έγκλημα ζητώ την τιμωρία.

 Τούτοι δω εφέρανε τουφέκια γεμάτα μπαρούτι
τούτοι δω διατάξανε τη στυγερή εξόντωση
τούτοι δω συναντήσανε το λαό να τραγουδάει ενωμένος.
Και το λιγνό κορίτσι έπεσε με την σημαία του
και το αγόρι κύλησε χαμογελώντας λαβωμένο
λαβωμένο στο πλευρό της
λαβωμένο στο πλευρό της.
Του προδότη που προχώρησε ως ετούτο το έγκλημα ζητώ την τιμωρία.
Εκείνου που ‘δωκε το σύνθημα του θάνατου ζητώ την τιμωρία.
Εκείνων που προστατέψανε αυτό το έγκλημα ζητώ την τιμωρία.
Εκείνων που προστατέψανε αυτό το έγκλημα ζητώ την τιμωρία.
Δε θέλω να μου δίνουνε το χέρι, το μουλιασμένο από το δικό μας αίμα
Δε θέλω να μου δίνουνε το χέρι, το μουλιασμένο από το δικό μας αίμα.
Του προδότη που προχώρησε ως ετούτο το έγκλημα ζητώ την τιμωρία.
Τούτοι δω εφέρανε τουφέκια γεμάτα μπαρούτι
τούτοι δω διατάξανε τη στυγερή εξόντωση
τούτοι δω συναντήσανε το λαό να τραγουδάει ενωμένος.
Του προδότη που προχώρησε ως ετούτο το έγκλημα ζητώ την τιμωρία.
Εκείνου που ‘δωκε το σύνθημα του θάνατου ζητώ την τιμωρία.
Εκείνων που προστατέψανε αυτό το έγκλημα ζητώ την τιμωρία.
Εκείνων που προστατέψανε αυτό το έγκλημα ζητώ την τιμωρία.
Δεν τους θέλω για πρεσβευτές, ουτε ήσυχους μέσα στα σπίτια τους
Θέλω να τους δω να δικάζονται
Σε τούτη την πλατεία, σε τούτο δω το μέρος
Σε τούτη την πλατεία, σε τούτο δω το μέρος.
Του προδότη που προχώρησε ως ετούτο το έγκλημα ζητώ την τιμωρία.
Του προδότη που προχώρησε ως ετούτο το έγκλημα ζητώ την τιμωρία.

Στίχοι: Βασισμένοι στη ποίηση «Los muertos de la plaza» του Πάβλο Νερούντα, από το Canto General / Ελληνική μετάφραση Δ. Στρατηγόπουλου

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2025

Pablo Neruda -Εστραβαγάριο (απόσπασμα)

 Τόσες μέρες, άι, τόσες μέρες
να σε βλέπω τόσο ακλόνητη και τόσο κοντά μου,
πώς πληρώνεται αυτό, με τι το πληρώνω;

Η αιμόχαρη άνοιξη
στα δάση ξύπνησε,
βγαίνουν οι αλεπούδες απ’ τις σπηλιές τους,
τα ερπετά πίνουν δροσιά,
κι εγώ πάω μαζί σου πάνω στα φύλλα,
ανάμεσα σε πεύκα και σιωπή,
κι αναρωτιέμαι αν τούτη την ευδαιμονία
πρέπει να την πληρώσω, πώς και πότε.

Απ’ όσα πράγματα έχω δει,
μονάχα εσένα θέλω να εξακολουθώ να βλέπω,
απ’ ό,τι έχω αγγίξει,
μονάχα το δέρμα σου θέλω ν’ αγγίζω:
αγαπώ το πορτοκαλένιο γέλιο σου,
μ’ αρέσεις την ώρα που κοιμάσαι.

Πώς να γίνει αγάπη, αγαπημένη,
δεν ξέρω οι άλλοι πώς αγαπάν,
δεν ξέρω πώς αγαπήθηκαν άλλοτε,
εγώ σε κοιτάζω και σε ερωτεύομαι, κι έτσι ζω,
φυσικότατα ερωτευμένος.
μ’ αρέσεις κάθε βράδυ και πιο πολύ.

Πού να ‘ναι; όλο ρωτάω
αν λείψουν μια στιγμή τα ματιά σου.
Πόσο αργεί! σκέφτομαι και με πειράζει.
Αισθάνομαι φτωχός, ανόητος και θλιμμένος,
και φτάνεις εσύ κι είσαι θύελλα
που φτερούγισε μέσα απ’ τις βερικοκιές.

Γι’ αυτό αγαπώ κι όχι γι’ αυτό,
για τόσα πράγματα και τόσο λίγα,
κι έτσι πρέπει να ‘ναι ο έρωτας
μισόκλειστος και ολικός,
σημαιοστόλιστος και πενθηφορεμένος,
λουλουδιασμένος σαν τ’ αστέρια
και χωρίς μέτρο – όριο, σαν το φιλί।

Μτφ: Δανάη Στρατηγοπούλου

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2025

Pablo Neruda - Θὰ ᾽ρθοῦνε μέρες ἄλλες, καὶ θ᾽ ἀκούγεται

 

Θὰ ᾽ρθοῦνε μέρες ἄλλες, καὶ θ᾽ ἀκούγεται, ναί, ἡ

σιωπὴ ποὺ τὰ φυτὰ γεννᾶνε καὶ οἱ πλανῆτες —

καὶ πόσα πράγματα καλὰ καὶ ἁγνὰ θ᾽ ἀνθίσουν!

Τὰ δὲ βιολιά —ὅλα— θὰ μυρίζουνε φεγγάρι!


Καὶ τὸ ψωμὶ ἴσως νά ᾽ναι ἔτσι ὅπως εἶσαι τώρα

ἐσύ: μὲ τὴ φωνή, μὲ τὴ σταρένια φύση

πού ᾽χεις, καὶ πράγματα ἄλλα θά ᾽χουν τὴ φωνή σου:

ὅσα ἄλογα κάποιο φθινόπωρο ἐχαθῆκαν.


Μὰ ἀκόμα κι ἂν τὰ πράγματα δὲν γίνουν ἔτσι,

ἡ ἀγάπη σὲ μεγάλα θὰ χυθεῖ δοχεῖα,

ὅπως παλιὰ οἱ βοσκοὶ μαζεύανε τὸ μέλι,


καὶ τότε ἐσύ, στὴ σκόνη μέσα τῆς καρδιᾶς μου

(ποὺ θά ᾽ναι κιόλας μι᾽ ἀπέραντη ἀποθήκη),

θὰ φέρνεις ὅλο βόλτες γύρω ἀπὸ καρπούζια.


Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

Pablo Neruda - Υψώματα του Μάτσου Πίτσου [V]


Βαριέ θάνατε, πουλί με σιδερένια φτερά,

δεν ήσουνα εσύ αυτό πού ο φτωχός κληρονόμος των σπιτιών

κουβαλούσε μέσα από σύντομα βρώματα, μέσα στο άδειο

πετσί του.

Αυτό ήταν κάτι άλλο, ένα φτωχό ανθόφυλλο από ξεφτισμένο

σκοινί, μόριο από στήθια πού δεν πήγανε στη μάχη,

ή δροσιά στυφή που δε στάλαξε στο μέτωπο.

Ήταν αυτό που δεν μπόρεσε να ξαναγεννηθεί, ένα κομμάτι

του μικρού θάνατου χωρίς ειρήνη ούτε γη:

ένα κόκκαλο, μια καμπάνα που πεθαίνει μέσα του.

Ανασήκωσα τις γάζες με το ιώδιο, βύθισα τα χέρια μου

μέσα στους φτωχούς πόνους πού σκότωναν το θάνατο

και στην πληγή δε βρήκα τίποτ’ άλλο από μια παγωμένη

ριπή ανέμου

που τρύπωνε απ’ τις σκοτεινές ρωγμές της ψυχής.


Πηγή: Γενικό Άσμα, Τόμος Πρώτος, μετάφραση: Δανάη Στρατηγοπούλου, Αθήνα: Gutenberg 1974.

Σάββατο 12 Ιουλίου 2025

Πάμπλο Νερούδα, από τα "Είκοσι ερωτικά ποιήματα"






Ποίημα 15

ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙΣ ΣΑΝ ΣΙΩΠΑΣ…


Μου αρέσεις σαν σιωπάς γιατί είσαι σα να λείπεις,
και μ’ ακούς από μακριά, κι η φωνή μου δεν σε αγγίζει.
Και μοιάζεις λες σα να έχουνε τα μάτια σου πετάξει
κι είναι σαν ένα φίλημα να σου ’κλεισε το στόμα.

Όπως όλα τα πράγματα παίρνουν απ’ την ψυχή μου,
βγαίνεις από τα πράγματα γεμάτη εσύ από κείνη.
Πεταλούδα του ύπνου, μοιάζεις με την ψυχή μου,
και μοιάζεις πιο πολύ με την λέξη μελαγχολία.

Μου αρέσεις σαν σιωπάς κι είσαι σα να έχεις φύγει.
Κι είσαι σαν παραπονιάρα πεταλούδα στην κούνια.
Και μ’ ακούς απ’ τα Μάκρη, κι η φωνή μου δε σε φτάνει:
με τη δική σου τη σιωπή άσε με να σωπαίνω.

Να σου μιλάω άφησε πάλι με τη σιωπή σου,
καθάρια σαν μια λάμπα, απλή σαν βέρα γάμου.
Είσαι αστροφώτιστη και σιωπηλή όπως η νύχτα.
Η τόσο απλή και μακρινή σιωπή σου είναι από αστέρια.

Μου αρέσεις σαν σιωπάς γιατί είσαι σα να λείπεις.
Πονεμένη κι απόμακρη σαν να ’σουν πεθαμένη.
Μόνο μια λέξη τότε, ένα χαμόγελο σου
κι αισθάνομαι χαρούμενος που αυτό δεν είναι αλήθεια.



Ποίημα 20

ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΓΡΑΨΩ...


Μπορώ να γράψω τους πιο θλιμμένους στίχους απόψε.

Να γράψω, για παράδειγμα: «Η νύχτα είναι αστροφώτιστη,
και τρεμοπαίζουν, γαλάζια, τ’ αστέρια, στα μάκρη».
Ο άνεμος της νύχτας περιστρέφεται στον ουρανό και τραγουδάει.

Μπορώ να γράψω τους πιο θλιμμένους στίχους απόψε.
Την αγάπησα, κι ήταν φορές που κι εκείνη μ’ αγάπησε.

Σε νύχτες σαν κι αυτή την είχα στην αγκαλιά μου.
Τη φίλησα τόσες φορές κάτω απ’ τον άπειρο ουρανό.

Εκείνη με αγάπησε, κι ήταν φορές που κι εγώ την αγαπούσα.
Πως να μην αγαπήσω τα μεγάλα ορθάνοιχτα μάτια της.

Μπορώ να γράψω τους πιο θλιμμένους στίχους απόψε.
Να σκεφτώ πως δεν την έχω. Να αισθανθώ πως την έχασα.

Ν’ ακούσω την απέραντη νύχτα, πιο απέραντη δίχως εκείνη.
Κι ο στίχος πέφτει στην ψυχή σαν τη δροσιά στα χόρτα.

Τι σημασία έχει που η αγάπη μου δεν μπόρεσε να την κρατήσει.
Η νύχτα είναι αστροφώτιστη κι εκείνη δεν είναι μαζί μου.

Αυτό είναι όλο. Μακριά κάποιος τραγουδάει. Μακριά.
Η ψυχή μου λυπάται που την έχει χάσει.

Σαν για να την πλησιάσω η ματιά μου την ψάχνει.
Η καρδιά μου την ψάχνει, κι εκείνη δεν είναι μαζί μου.

Η ίδια νύχτα που κάνει ν’ ασπρίζουν τα ίδια δέντρα.
Εμείς, εκείνοι του τότε, δεν είμαστε πια οι ίδιοι.

Δεν την αγαπώ πια, είναι βέβαιο, αλλά πόσο την αγάπησα.
Η φωνή μου έψαχνε τον άνεμο για να αγγίξει την ακοή της.

Σε άλλον. Θα ανήκει σε άλλον. Όπως και πριν από τα φιλιά μου.
Η φωνή της, το φωτεινό σώμα της. Τα άπειρα μάτια της.

Δεν την αγαπώ πια, είναι βέβαιο, αλλά μπορεί και να την αγαπώ.
Πόσο λίγο διαρκεί η αγάπη, πόσο πολύ διαρκεί η λησμονιά.

Επειδή σε νύχτες σαν κι αυτή την είχα στην αγκαλιά μου,
η ψυχή μου λυπάται που την έχει χάσει.

Ακόμα κι αν αυτός είναι ο τελευταίος πόνος που μου δίνει,
κι αυτοί είναι οι τελευταίοι στίχοι που γράφω.



Μετάφραση: Ρήγας Καππάτος





Από τη συλλογή «Είκοσι ερωτικά ποιήματα κι ένα τραγούδι απελπισμένο» (Veinte poemas de amor y una canción desesperada) 1924.

Αναδημοσίευση από: https://ppirinas.blogspot.com/2021/09/blog-post_22.html?fbclid=IwY2xjawLfLblleHRuA2FlbQIxMQABHoDC702wxcE3h_LsfsWT76F9ixDV-XldRcP7424_p_DaNBh5sPXWS9quBdSc_aem_2k3eoxg5xvQHr_byHUII7Q

Τρίτη 8 Ιουλίου 2025

Pablo Neruda - Τῆς θάλασσας κόρη εἶσαι καὶ τῆς ρίγανης ξαδέρφη


Τῆς θάλασσας κόρη εἶσαι καὶ τῆς ρίγανης ξαδέρφη·
καὶ κολυμβήτρια· ἀπὸ νερὸ καθάριο εἶν᾽ τὸ κορμί σου·
μαγείρισσα εἶσαι· τὸ αἷμα σου ὁλοζώντανο εἶναι χῶμα,
κι ἔχεις συνήθειες γήινες καὶ πάντοτε ἀνθισμένες.
Τὰ μάτια σου πᾶν στὸ νερὸ καὶ κύματα σηκώνουν·
στὸ χῶμα πᾶν τὰ χέρια σου καὶ ἀναπηδοῦν οἱ σπόροι·
καὶ στὴ στεριὰ καὶ στὸ νερὸ ἔχεις μιὰ περιουσία
βαθιά, καὶ ἐντός σου οἱ κώδικες ἑνώνονται τῶν σβώλων.
Ναϊάδα ἐσύ, τὸ σῶμα σου τὸ τυρκουὰζ μοιράζει
ποὺ ἀναστημένο πιὸ μετὰ μὲς στὴν κουζίνα ἀνθίζει
κι ἐπάνω του φορτώνεις ὅ,τι γύρω μας ὑπάρχει·
στὸ τέλος μὲς στὰ μπράτρσα μου κοιμᾶσαι, ποὺ σοῦ παίρνουν
ἀπ᾽ τὰ σκοτάδια τὰ θλιβά, γιὰ νὰ σὲ ξεκουράσουν,
λάχανα, χόρτα, φύκια: τὰ ξαφρίδια τῶν ὀνείρων.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

Κυριακή 6 Ιουλίου 2025

Πάμπλο Νερούδα, "Δύο ερωτικά ποιήματα"

 


Η ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΝΗΣΙ

Όλη τη νύχτα κοιμήθηκα μαζί σου
στη θάλασσα πλάι, στο νησί.
Άγρια ήσουν και γλυκιά ανάμεσα στην ηδονή και στον ύπνο,
ανάμεσα στη φωτιά και στο νερό.

Ίσως πολύ αργά
τα όνειρά μας ενώθηκαν
στο ύψος ή στο βάθος,
ψηλά σαν τα κλαδιά που τα κουνάει ο ίδιος άνεμος,
κάτω σαν ρίζες κόκκινες που ακουμπάνε μεταξύ τους.

Ίσως το όνειρό σου
απομακρύνθηκε απ’ το δικό μου
και στη σκοτεινή θάλασσα
με αναζητούσε
όπως πριν
όταν ακόμα δεν υπήρχες,
όταν χωρίς να σε διακρίνω
έπλεα στο πλευρό σου,
και τα μάτια σου γύρευαν
αυτό που τώρα
− ψωμί, κρασί, έρωτα και θυμό −
σου προσφέρω απλόχερα
γιατί είσαι το κύπελλο
που περίμενε τα δώρα της ζωής μου.

Κοιμήθηκα μαζί σου
όλη τη νύχτα που
η γη η σκοτεινή γυρίζει
με ζωντανούς και πεθαμένους,
κι όταν ξύπνησα στα ξαφνικά
μες στο σκοτάδι
το χέρι μου είχα γύρω από τη μέση σου.
Ούτε η νύχτα ούτε ο ύπνος
μπόρεσαν να μας χωρίσουν.

Κοιμήθηκα μαζί σου
και μόλις  ξύπνησα το στόμα σου
βγαλμένο απ’ το όνειρό σου
μου έδωσε τη γεύση της γης,
του θαλασσινού νερού, των φυκιών,
του βυθού της ζωής σου,
και δέχτηκα το φιλί σου
μουσκεμένο από την αυγή
σα να μου ερχόταν
από τη θάλασσα που μας κυκλώνει.





ΤΟ ΚΛΕΜΜΕΝΟ ΚΛΑΔΙ

Στην νύχτα θα μπούμε
για να κλέψουμε
ένα κλαδί ανθισμένο.

Θα περάσουμε τον τοίχο,
στον ερεβώδη ξένο κήπο,
δυο σκιές μες στο σκοτάδι.

Ακόμα δεν έφυγε ο χειμώνας,
και ξαφνικά η μηλιά
μοιάζει να έγινε
καταρράχτης αστεριών ευωδιαστών.

Στη νύχτα θα μπούμε
ως το τρεμουλιαστό της στερέωμα,
και τα μικρά σου χέρια και τα δικά μου
θα κλέψουν τ’ αστέρια.

Και σιωπηλά,
στο σπίτι μας,
στη νύχτα και στο σκοτάδι,
με τα βήματά σου θα μπει
το άηχο βήμα της ευωδιάς
και με τα πόδια μ’ άστρα γεμάτα
το διάφανο σώμα της άνοιξης.



Μετάφραση: Αγαθή Δημητρούκα



Από το βιβλίο, «Πάμπλο Νερούδα - ερωτικά ποιήματα», (δίγλωσση έκδοση). Εκδόσεις Πατάκη, στ΄ έκδοση, Νοέμβριος 2009.

Αναδημοσίευση από: https://ppirinas.blogspot.com/2015/04/blog-post_19.html

Τρίτη 1 Ιουλίου 2025

Pablo Neruda - Ένας σκύλος πέθανε


Ο σκύλος μου πέθανε.

Τον έθαψα στον κήπο

δίπλα σε μια παλιά μηχανή σκουριασμένη.


Εκεί, ούτε πιο κάτω,

ούτε πιο πάνω,

θα ενωθεί μαζί μου κάποτε.


Τώρα αυτός έφυγε με το τρίχωμά του,

την κακή του εκπαίδευση, την κρύα μύτη του.

Κι εγώ, υλιστής που δεν πιστεύει

στον υποσχεμένο ουρανό

για άνθρωπο κανένα

γι αυτό το σκύλο ή για κάθε σκύλο

στον ουρανό πιστεύω, ναι, πιστεύω σ' έναν ουρανό

όπου εγώ δεν θα μπω, μα αυτός με περιμένει

κουνώντας την ουρά του σαν βεντάλια

για να' χω όταν θα φτάσω φίλους.


Αχ δεν θα πω τη θλίψη στη γη

να μην τον έχω πια για σύντροφο,

και που για μένα ποτέ του δεν υπήρξε υπηρέτης.

Είχε απέναντι μου τη φιλιά ενός σκαντζόχοιρου

που διατηρούσε την κυριαρχία του,

τη φιλία ενός αστεριού ανεξάρτητου

χωρίς μιαν οικειότητα πιο απ' την αναγκαία,

χωρίς υπερβολές:

δεν σκαρφάλωνε στα ρούχα μου

γεμίζοντάς με τρίχες η και ψώρα

δεν τρίβονταν πάνω στο γόνατό μου

σαν άλλοι σκύλοι παθιασμένοι σεξουαλικά


Όχι, ο σκύλος μου με κοίταζε

την προσοχή που χρειάζομαι προσφέροντάς μου,

την αναγκαία προσοχή

για να κάνει να καταλάβει ένας ματαιόδοξος

πως αυτός όντας σκύλος,

με αυτά τα μάτια, πιο καθαρά απ' τα δικά μου,

έχανε τον χρόνο του, αλλά με κοίταζε

με τη ματιά που μου επιφύλαξε

όλη του τη γλυκιά, την τριχωτή ζωή του,

τη σιωπηλή ζωή του,

κοντά μου, χωρίς ενόχληση ποτέ,

και μη ζητώντας τίποτα.


Αχ πόσες φορές θέλησα νά' χω ουρά

πηγαίνοντας μαζί του ως την άκρη

της θάλασσας, μες στο χειμώνα της Ίσλα Νέγρα

στη μεγάλη μοναξιά: ψηλά ο αέρας

διασχισμένος από παγετώδη πουλιά

κι ο σκύλος μου, παίζοντας, τριχωτός , γεμάτος

από τάση ηλεκτρική θαλασσινή σε κίνηση

ο σκύλος μου αλήτης και οσφρητικός

σηκώνοντας τη χρυσή ουρά του

ένας απέναντι στον άλλο

με τον Ωκεανό και τον αφρό του.

,    

Χαρούμενος, χαρούμενος, χαρούμενος

όπως οι σκύλοι ξέρουν να' ναι ευτυχισμένοι,

με άλλο τίποτα, με το απόλυτο

της φύσης της αδιάντροπης.


Δεν υπάρχει αντίο για το σκύλο μου που πέθανε.

Δεν υπάρχει ούτε υπήρξε ψέμα ανάμεσά μας.


Έφυγε και τον έθαψα, κι αυτό ήταν όλο.


Μετάφραση: Βασίλης Λαλιώτης

Σάββατο 31 Μαΐου 2025

Pablo Neruda - [Άτιτλο]

 Αν εξαιρέσεις ότι σ’ αγαπώ, δε σ’ αγαπώ∙

από το σ’ αγαπώ πηγαίνω στο δε σ’ αγαπώ

από το σε περιμένω στο ως εδώ & μη παρέκει —

η καρδιά μου πάει από τον πάγο στη φωτιά.

Σ’ αγαπώ γιατί μονάχα εσένα αγαπώ∙

ωστόσο σε μισώ βαθιά, και γέρνω πάνω σου

μισώντας σε, και το μέτρο της μεταβαλλόμενης αγάπης μου για σένα

είναι ότι δε σε βλέπω και όμως σ’ αγαπώ τυφλά.

Ίσως του Μαΐου το φως να πυρπολήσει

την καρδιά μου με τις βάναυσες αχτίδες του

φράζοντας το δρόμο μου προς τη γαλήνη.

Σ’ αυτή την ιστορία είμαι ο μόνος

που πεθαίνει, και θα πεθάνω από έρωτα

γιατί σ’ αγαπώ, αγάπη, με τη φωτιά και το αίμα


Pablo Neruda |

μτφρ. Χάρης Γαρουνιάτης

Τετάρτη 30 Απριλίου 2025

Pablo Neruda - Σονέτο 89


Όταν πεθάνω θέλω τα χέρια σου στα μάτια μου: 

θέλω το φως, το στάρι των λατρευτών χεριών σου 

ν’ αφήσουν γι’ άλλη μια φορά πάνω μου τη δροσιά τους: 

να νιώσω τη λαφράδα που μ’ άλλαξε τη μοίρα.


Θέλω να ζεις ενόσω εγώ νεκρός θα σε προσμένω,

θέλω τ΄αυτιά σου ακόμα τον άνεμο ν΄ ακούνε, 

να μυρίζεις της θάλασσας τ’ άρωμα που αγαπήσαμε 

και να πατάς την άμμο που πατούσαμε οι δυο μας.


Θέλω  ό,τι αγάπησα τη  ζωή να συνεχίσει 

κι αφού εσένα σ’ αγάπησα πάνω από κάθε τι άλλο 

θέλω να συνεχίσεις ν’ ανθίζεις, λουλουδάτη,


για να εκπληρώσεις όσα η αγάπη μου σου  ορίζει, 

για να βγαίνει σεργιάνι ο ίσκιος μου στα μαλλιά σου, 

για να γνωρίσει ο κόσμος τον αίτιο του άσματός μου.


Μετάφραση : Ηλίας Ματθαίου

Πηγή: Π. Νερουντα«Εκατό Ερωτικά Σονέτα» σελ.205  Εκδόσεις ΓΝΩΣΗ

Δευτέρα 31 Μαρτίου 2025

Pablo Neruda - Μπελογιάννης ο ήρως


Έτσι ανάμεσα

στους κίονες,

ο Μπελογιάννης.

Δωρική είναι η άλως

όλη φως γύρω

στους κροτάφους του

το έγκλημα

δεν το φωτίζουν αυτοκίνητα.

Είναι ολόκληρος

πλανήτης, είναι αστέρι

πορφυρό,

είναι η πύρινη λάμψη

της αρχαίας και της νέας

φλόγας

της γης…

Πέφτει, τον πυροβόλησαν

από το Πεντάγωνο,

σφαίρες που

διαπερνάνε

τη θάλασσα

για να καρφωθούνε στο

υπέρλαμπρο στήθος του,

σφαίρες μαζεμένες

από υπάνθρωπα αγκάθια

για να τις μπάσουν στο

λευκοπράσινο

σπήλαιο

της Ελλάδας,

πιτσιλίζοντας με αίμα

τα φύλλα της ακάνθου.


Πάμπλο Νερούδα


(Το σπασμένο κιονόκρανο, Άπαντα, τ.3, μετάφραση:  Δανάη Στρατηγοπούλου, Εκδόσεις Άλμπατρος)

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2025

Pablo Neruda - [XIV]


Όλο παίζεις, εσύ, κάθε μέρα, εσύ,

με το φως του σύμπαντος κόσμου.

Επισκέπτρια συλφίδα των νερών και των κήπων.

Δεν είσαι δε μόνο εκείνη η χρυσή κεφαλή

οπού σαν ανθοδέσμη σφιχτά την κρατάω εγώ

μες στα δυο μου τα χέρια.


Κανενός αλλουνού δεν μοιάζεις εσύ

από τότε που εγώ σε αγάπησα.

Άσε να σε ξαπλώσω σ’ ένα στρώμα

από μάηδες κίτρινους κι αγαπανθούς.

Ποιος ειν’ εκείνος εκεί που γράφει τ’ όνομά σου

με ψηφία καπνού στ’ αστέρια του Νότου!

Άσε με… άσε με να σε αναπολήσω όπως είσουν

προτού ν’ ανασπασθείς και έβγεις στην ύπαρξη.


Και ευθύς, δες, αλαλάζει ο άνεμος

και δέρνει τα κλειστά μου παράθυρα.

Ο ουρανός είναι μι’ απόχη φίσκα ως απάνου

με ψάρια μαύρα, ανήλιαγα.

Κι εδώ, εδωνά, κοπάζουν όλοι οι ανέμοι, όλοι τους εδωνά.

Και τότε η βροχή εγυμνώθη.


Πουλιά περνάνε πετούμενα.

Οι άνεμοι. Οι άνεμοι.

Μόνος μου εγώ και αναμετριέμαι με των άλλων τη δύναμη.

Ο ανεμοστρόβιλος σέρνει μαζί του

και μουρλαίνει τα μπακιρένια φύλλα

και ξελύνει τ’ άρμενα όλα τα μικρά,

τ’ από χτες αραγμένα στ’ ουρανού το μώλο.


Εσύ είσαι εδώ. Εσύ δε φεύγεις, δεν πετάς.

Κι εσύ ως το τέλος θα είσαι και θα μου απαντάς

στους βόγγους και τα μουγκρητά μου.

Επάνω μου να ‘ρθεις να κουλουριαστείς

σαν να σ’ έχουνε σκιάξει.

Κάπου-κάπου αδέσποτοι ξεπορτίζαν απ’ τα μάτια σου ήσκιοι

ξένοι, παράδοξοι.


Και τώρα, τωραδά, εδώ,

μανούσια μου φέρνεις και δυοσμαρίνια, μωρό μου,

γι’ αυτό κι έτσι ευωδιάζουν τα στήθη σου.

Την ώρα οπού ο άνεμος μελαγχολικός καλπάζει

σφαγιάζοντας πεταλούδες

εγώ σ’ αγαπάω,

κι η έξαρσή μου δαγκώνει βαθιά

τα δαμάσκηνα του στόματός σου.


Πόσο έχεις στ’ αλήθεια πονέσει,

ώσπου να ‘βρεις τα χούγια μου, 

ωσπού να ‘βρείς την ψυχή μου τη μονάτη κι ανήμερη

και το όνομά μου που όλους τους κάνει και τρέμουν…

Πόσες και πόσες φορές δεν είδαμε το φως του αυγερινού

να μας φιλάει τα μάτια

και πάνω απ’ τα κεφάλια μας το χάραμα κυκλοδίωκτο

ν’ ανοίγει ωσάν ριπίδιο.

Τα λόγια μου σε μούσκεψαν θωπεύοντάς σε.

Καιρός πάει πολύς που αγάπησα

το ηλιόλουστο σώμα σου, το μαργαριταρένιο.

Και πιστεύω έτσι πως εγώ είμαι ο κύριος

του σύμπαντος όλου.

Θα σου φέρω απ’ τα βουνά λουλούδια εξαίσια,

κλέλιες, ζουμπούλια

και βελανίδια γεράνια, κι ένα κοφίνι φιλιά.


Θέλω να κάνω μαζί σου

αυτό που κάνει κι η άνοιξη στις κερασιές.


Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής


Είκοσι ερωτικά ποιήματα

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2025

Pablo Neruda - To γέλιο σου


Πάρε μου το ψωμί, αν θέλεις
πάρε μου τον αέρα, όμως
μη μου παίρνεις το γέλιο σου…
Μη μου παίρνεις το ρόδο,
την αιχμή της λόγχης σου,
το νερό που αίφνης
στη χαρά σου αναβλύζει,
το ξαφνικό το κύμα
τ’ αργυρό που σε γεννά.
Ο αγώνας μου σκληρός και επιστρέφω
κάποιες φορές με μάτια
κουρασμένα απ’ το να βλέπω
τη γη που δεν αλλάζει,
αλλά σαν μπω στο γέλιο σου
ανεβαίνει ως τα ουράνια να με βρει
και μου ανοίγει όλες
τις πόρτες της ζωής.
Αγάπη μου, την πιο σκοτεινή
την ώρα δείξε την αιχμή
του γέλιου σου, κι αν αίφνης
δεις το αίμα μου να βάφει
τις πέτρες του δρόμου,
γέλα, γιατί το γέλιο σου
θα είναι για τα χέρια μου
σαν δροσερό σπαθί.
Δίπλα στη θάλασσα του φθινοπώρου,
πρέπει το γέλιο σου να υψώσει
τον αφρισμένο καταρράχτη του,
και με την άνοιξη, αγάπη,
το γέλιο σου το θέλω σαν
το λουλούδι που περίμενα,
τον κυανό ανθό, το ρόδο
της εύηχης πατρίδας μου.
Γέλα με τη νύχτα,
με τη μέρα ή με το φεγγάρι,
γέλα με τους στριφογυριστούς
δρόμους του νησιού,
γέλα μ’ αυτό το αδέξιο
αγόρι που σε αγαπάει
όμως όταν εγώ ανοίγω
τα μάτια και τα κλείνω
όταν τα βήματα μου φεύγουν
κι όταν γυρνούν,
να μου αρνηθείς ψωμί, αέρα
φως και άνοιξη,
αλλά το γέλιο σου ποτέ
γιατί θα πέθαινα
Πηγή: Πάμπλο Νερούδα, Ερωτικά ποιήματα (δίγλωσση έκδοση), μετάφραση: Αγάθη Δημητρούκα, Εκδόσεις Πατάκη.

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2025

Pablo Neruda - Η σημαία

Σήκω μ’ εμένα.
Κανείς δεν θά ’θελε
πιο πολύ από εμένα να μείνει
στο μαξιλάρι
εκεί όπου τα βλέφαρά σου
ποθούν να κλείσουνε τον κόσμο ολόκληρο
για χάρη μου.
Εκεί, ναι, εκεί θά ’θελα
ν’ αφήσω το αίμα μου να κοιμηθεί
γύρω από τη δική σου γλυκύτητα.


Όμως σήκω!
Σήκω, σήκω,
σήκω μ’ εμένα
και πάμε αντάμα
ν’ αγωνιστούμε σώμα με σώμα
ενάντια στο δίκτυο της διαφθοράς,
ενάντια στο σύστημα που μοιράζει πείνα,
ενάντια στην οργάνωση της αθλιότητας.


Πάμε, πάμε!
Έλα κι εσύ, αστέρι μου, μαζί μου,
όπως μόλις γεννήθηκες απ’ τον πηλό τον δικό μου,
έλα, έλα
και θα έχεις κιόλας βρει την πηγή τη μυστική
και μέσα όντας στις φωτιές
θα είσαι δίπλα μου
με τ’ αγριεμένα σου μάτια
και θα σηκώνεις τη σημαία μου.


Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής


Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2024

Pablo Neruda - Σιωπή


Εγώ που μεγάλωσα μέσα σ΄ ένα δέντρο

επ΄ αυτού και τι δεν θα ΄χα να πω,

πλην όμως έχω μάθει τόσο καλά τη σιωπή,

που προτιμώ ως προς αυτό να μη μιλήσω˙

την εμάθαινα δε καλύτερα όσο μεγάλωνα

και χαιρόμουν χαρά μεγάλη που μεγάλωνε,

δεν είχα πια άλλο πάθος πέρα απ΄ την ουσία,

δεν έμενε πια άλλη πράξη πέρα από την αθωότητα.

Μέσα μου ο χρόνος ολόχρυσος μονίμως

να περιμένει να τον καλέσουν στην κορυφή

για να γίνει επιτέλους καρπός, πορτοκάλι.

Γιώργος Κεντρωτής

Pablo Neruda - Να γεννιέμαι πάντα


Ο ήλιος γεννιέται από τον σπόρο του
ίσαμε την αναγκαστική του λάμψη,
πλένει με φως ολόκληρο το σύμπαν,
γέρνει κάθε μέρα να πεθάνει
κάτω από τα σκοτεινά σεντόνια
της σπερματικής του νύχτας,
και για να γεννηθεί ξανά
αφήνει στη δροσιά το αβγό του.
Ζητώ κι εγώ η ανάστασή μου
να ΄ναι αναπαραγωγική ομοίως,
να είναι ηλιακή, λεπτοφυής να είναι,
μα μου χρειάζεται οπωσδήποτε να κοιμηθώ
στης σελήνης τα σεντόνια,
σεμνά μετά να φέρω στη ζωή
τις δικές μου γήινες ουσίες.
Ν΄ απλωθώ επιθυμώ στο κενό
αδιαφορώντας για τον άνεμο
και να διαδίδομαι ακατάπαυστα
στη φλούδα των σαράντα ηπείρων,
να γεννιέμαι με προηγούμενες μορφές,
να ΄μαι καμήλα, να ΄μαι ορτύκι,
σε καμπαναριό καμπάνα να ΄μαι που σημαίνει,
φύλλο του νερού, του δέντρου στάλα,
αράχνη, φάλαινα των ουρανών
ή θυελλώδης, ναι, μυθιστοριογράφος.
Η ακινησία μου, το ξέρω πια,
η αόρατη εγγύηση είναι
όλου του κατεστημένου˙
κι αν τυχόν αλλάξουμε ζωολογία,
δεν θα γίνουμε στον ουρανό δεκτοί.
Γι΄ αυτό κι εγώ καθισμένος στην πέτρα μου
να πετάνε βλέπω επάνω από τα όνειρά μου
τα ελικόπτερα που επιστρέφουν
απ΄ τα μικροσκοπικά τους άστρα,
και δεν χρειάζεται να τα μετρήσω,
πάντα υπάρχουν κάποια παραπάνω,
ιδίως μάλιστα την άνοιξη.
Κι αν παίρνω εγώ τους δρόμους
που ξανατρέχω είναι στο λησμονημένο άρωμα
κάποιου ρόδου ακατοίκητου,
μιας ευωδιάς που έχασα
σαν να ΄χασε τον δρόμο του ο ίσκιος,
κι έμεινα εδώ χωρίς τον έρωτα εκείνον
στη μέση ολόγυμνος του δρόμου.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2024

Pablo Neruda - Estravagario

 Για

ν’ ανεβείς

στον

ουρανό

χρειάζονται

δυο φτερά.

ένα βιολί

και κάτι πράγματα

που δε μετριούνται, που δεν έχουν όνομα,

πιστοποιητικά ματιού που πάει μακριά και αργά,

επιγραφή στα νύχια της αμυγδαλιάς,

τίτλοι της πρωινής χλόης.



Πηγή: Εστραβαγάριο (Παραδοξολόγιο), μετάφραση Δανάη Στρατηγοπούλου, εκδ.Καστανιώτη 2010 .

Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2024

Pablo Neruda - Walking around

 Pablo Neruda - Walking Around [σε μετάφραση Βασίλη Λαλιώτη]

Sucede que me canso de ser hombre.
Sucede que entro en las sastrerνas y en los cines
marchito, impenetrable, como un cisne de fieltro
Navegando en un agua de origen y ceniza.
El olor de las peluquerνas me hace llorar a gritos.
Sσlo quiero un descanso de piedras o de lana,
sσlo quiero no ver establecimientos ni jardines,
ni mercaderνas, ni anteojos, ni ascensores.
Sucede que me canso de mis pies y mis uρas
y mi pelo y mi sombra.
Sucede que me canso de ser hombre.
Sin embargo serνa delicioso
asustar a un notario con un lirio cortado
o dar muerte a una monja con un golpe de oreja.
Serνa bello
ir por las calles con un cuchillo verde
y dando gritos hasta morir de frνo
No quiero seguir siendo raνz en las tinieblas,
vacilante, extendido, tiritando de sueρo,
hacia abajo, en las tapias mojadas de la tierra,
absorbiendo y pensando, comiendo cada dνa.
No quiero para mν tantas desgracias.
No quiero continuar de raνz y de tumba,
de subterrαneo solo, de bodega con muertos
ateridos, muriιndome de pena.
Por eso el dνa lunes arde como el petrσleo
cuando me ve llegar con mi cara de cαrcel,
y aϊlla en su transcurso como una rueda herida,
y da pasos de sangre caliente hacia la noche.
Y me empuja a ciertos rincones, a ciertas casas hϊmedas,
a hospitales donde los huesos salen por la ventana,
a ciertas zapaterνas con olor a vinagre,
a calles espantosas como grietas.
Hay pαjaros de color de azufre y horribles intestinos
colgando de las puertas de las casas que odio,
hay dentaduras olvidadas en una cafetera,
hay espejos
que debieran haber llorado de vergόenza y espanto,
hay paraguas en todas partes, y venenos, y ombligos.
Yo paseo con calma, con ojos, con zapatos,
con furia, con olvido,
paso, cruzo oficinas y tiendas de ortopedia,
y patios donde hay ropas colgadas de un alambre:
calzoncillos, toallas y camisas que lloran
entas lαgrimas sucias.
.............................................................................................................................................................................................................
WALKING AROUND Πάμπλο Νερούδα
Συμβαίνει πως κουράζομαι να ‘μαι άνθρωπος.
Συμβαίνει πως μπαίνω σε ραφτάδικα και σινεμάδες
μαραμένος, αδιαπέραστος, σαν ένας κύκνος από τσόχα
πλέοντας σ’ ένα νερό από καταγωγή και στάχτη.
Η οσμή από τα κομμωτήρια με κάνει να κλαίω με κραυγές.
Μονάχα θέλω μια ξεκούραση από πέτρες ή από μαλλί,
μονάχα θέλω να μη βλέπω καταστήματα και κήπους,
ούτε εμπορικά, διόπτρες, κι ασανσέρ.
Συμβαίνει πως κουράζομαι απ’ τα πόδια και τα νύχια μου
κι απ’ τα μαλλιά και τη σκιά μου.
Συμβαίνει πως κουράζομαι να ‘μαι άνθρωπος.
Όμως θα ήταν νόστιμο
να τρομάξω ένα συμβολαιογράφο μ’ έναν κομμένο κρίνο
ή θάνατο να δώσω σ’ ένα μοναχό μ’ ένα χτύπημα του αυτιού.
Θα ‘ταν ωραίο
να πηγαίνω στους δρόμους μ’ ένα μαχαίρι πράσινο
και βγάζοντας κραυγές ως να πεθάνω από το κρύο.
Δεν θέλω άλλο να ‘μαι ρίζα μες στις καταχνιές,
αβέβαιος, απλωμένος, τρέμοντας από όνειρο,
προς τα κάτω, στα μουσκεμένα έντερα της γης,
απορροφημένος, σκεπτικός, τρώγοντας κάθε μέρα.
Δεν θέλω για μένα τόσες δυστυχίες.
Δεν θέλω να συνεχίσω από ρίζα κι από τάφο,
από υπόγειο μόνος, από κελάρι με νεκρούς,
κοκαλωμένος, να πεθαίνω από πόνο.
Γι αυτό η Δευτέρα καίγεται σαν το πετρέλαιο
όταν με βλέπει να ‘ρχομαι με πρόσωπο από φυλακή,
κι ουρλιάζει στο πέρασμά της σαν μια ρόδα πληγωμένη,
και κάνει βήματα από ζεστό αίμα προς τη νύχτα.
Και με σπρώχνει σε κάποιες γωνιές, σε κάποια υγρά σπίτια,
σε νοσοκομεία όπου τα οστά βγαίνουν στο παράθυρο,
σε κάποια παπουτσάδικα με οσμή από ξύδι,
σε δρόμους φοβερούς σαν ουλές.
Υπάρχουνε πουλιά σε χρώμα από θειάφι και τρομεροί απροορισμοί
κρεμασμένοι από τις πόρτες των σπιτιών που μισώ,
υπάρχουν οδοντοστοιχίες ξεχασμένες σε μια καφετιέρα,
υπάρχουνε καθρέφτες
που θα ‘πρεπε να κλαίγανε από ντροπή και φόβο,
υπάρχουνε ομπρέλες σ’ όλα τα μέρη, και δηλητήρια, κι υποχρεώσεις.
Εγώ περνάω με ηρεμία, με μάτια, με παπούτσια,
με μανία, με λησμονιά,
περνάω, διασχίζοντας γραφεία και μαγαζιά ορθοπεδικής,
και αυλές όπου υπάρχουν ρούχα κρεμασμένα απόνα σύρμα:
σώβρακα, πετσέτες και πουκάμισα που κλαίνε
αργά βρώμικα δάκρυα.
_________________________________________


Μετάφραση: Βασίλης Λαλιώτης

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2024

Pablo Neruda - Φθινοπωρινή Διαθήκη


Εδιάβηκα πολύ κοντά στο μίσος,

είναι σοβαρά τα ρίγη του,

οι γνώσεις του ιλιγγιώδεις.

Το μίσος είναι σπαθόψαρο,

κινείται στο αόρατο νερό

και τότε το βλέπεις να ’ρχεται

κι έχει αίμα στο μαχαίρι του:

το αφοπλίζει η διαφάνεια.

Τότε, γιατί μίσος

γι’ αυτούς που τόσο μας μίσησαν;

Εκεί βρίσκονται, κάτω απ’ το νερό,

κι ενεδρεύουν ξαπλωτοί

ετοιμάζοντας σπαθιά και ξιδόλαδο,

αραχνοϊστούς και ξυλοϊστούς.

Δε μιλάω για χριστιανισμούς,

δεν είναι κήρυγμα ούτε φτηνολογία,

μα είναι πως το μίσος έχει χάσει:

του πέσανε τα λέπια

στην αγορά του δηλητήριου,

και στο μεταξύ ο ήλιος βγαίνει

και κάθεσαι και δουλεύεις

και αγοράζεις το ψωμί σου και το κρασί σου.

Όμως το υπολογίζει στη διαθήκη του

Του μίσους θα του αφήσω

τα πέταλα του αλόγου μου,

τη ναυτική μου τη φανέλα,

τα οδοιπορικά παπούτσια μου,

τη μαραγκούδικη καρδιά μου,

το κάθε τι που έμαθα να κάνω

και ό,τι με βοήθησε να αντέχω,

ό,τι είχα γερό και καθαρό,

αδιάσπαστο και αποδημητικό,

κι έτσι να μπορεί να μαθευτεί στον κόσμο

πως όσοι έχουν δάσος και νερό

μπορούν να κόψουν και ν’ αρμενίσουν,

μπορούν να πάνε και να γυρίσουν,

μπορούν να πονέσουν και ν’ αγαπήσουν,

μπορούν να φοβούνται και να δουλεύουν,

μπορούν να είναι και να συνεχίζουν,

μπορούν ν’ ανθίζουν και να πεθαίνουν,

μπορούν να ’ναι απλοί και σκοτεινοί,

μπορούνε και χωρίς αυτιά,

μπορούν ν’ αντέξουν στη δυστυχία,

μπορούν να περιμένουν ένα λουλούδι,

τέλος, μπορούμε να υπάρχουμε,

αν και δεν δέχονται τις ζωές μας

μερικοί πουτάνας γιοι.


μτφ: Δανάη Στρατηγοπούλου 

Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2024

Pablo Neruda - Τα πόδια σου


Όταν δεν μπορώ να κοιτάξω το πρόσωπό σου
κοιτάζω τα πόδια σου.
Τα πόδια σου οστέινα τόξα,
τα δυνατά μικρά σου πόδια.
Ξέρω πως σε στηρίζουν,
και το γλυκό σου βάρος
πάνω σ’ αυτά ορθώνεται.
Η μέση και τα στήθη σου,
η διπλασιασμένη πορφύρα
των θηλών σου,
η κόγχη των ματιών σου
που έχουν αρχίσει να πετάνε,
το πλατύ σου στόμα το φρουτώδες,
τα κόκκινα μαλλιά σου,
μικρός μου πύργος.
Ωστόσο δεν αγαπώ τα πόδια σου
παρά μόνο γιατί περπάτησαν
πάνω στη γη και πάνω
στον άνεμο και πάνω στο νερό,
μέχρι να με συναντήσουν.
Απόδοση Αγάθη Δημητρούκα.
Πηγή: Πάμπλο Νερούδα Ερωτικά Ποιήματα.