Ο ήλιος γεννιέται από τον σπόρο του
πλένει με φως ολόκληρο το σύμπαν,
γέρνει κάθε μέρα να πεθάνει
κάτω από τα σκοτεινά σεντόνια
της σπερματικής του νύχτας,
και για να γεννηθεί ξανά
αφήνει στη δροσιά το αβγό του.
Ζητώ κι εγώ η ανάστασή μου
να ΄ναι αναπαραγωγική ομοίως,
να είναι ηλιακή, λεπτοφυής να είναι,
μα μου χρειάζεται οπωσδήποτε να κοιμηθώ
στης σελήνης τα σεντόνια,
σεμνά μετά να φέρω στη ζωή
τις δικές μου γήινες ουσίες.
Ν΄ απλωθώ επιθυμώ στο κενό
αδιαφορώντας για τον άνεμο
και να διαδίδομαι ακατάπαυστα
στη φλούδα των σαράντα ηπείρων,
να γεννιέμαι με προηγούμενες μορφές,
να ΄μαι καμήλα, να ΄μαι ορτύκι,
σε καμπαναριό καμπάνα να ΄μαι που σημαίνει,
φύλλο του νερού, του δέντρου στάλα,
αράχνη, φάλαινα των ουρανών
ή θυελλώδης, ναι, μυθιστοριογράφος.
Η ακινησία μου, το ξέρω πια,
η αόρατη εγγύηση είναι
όλου του κατεστημένου˙
κι αν τυχόν αλλάξουμε ζωολογία,
δεν θα γίνουμε στον ουρανό δεκτοί.
Γι΄ αυτό κι εγώ καθισμένος στην πέτρα μου
να πετάνε βλέπω επάνω από τα όνειρά μου
τα ελικόπτερα που επιστρέφουν
απ΄ τα μικροσκοπικά τους άστρα,
και δεν χρειάζεται να τα μετρήσω,
πάντα υπάρχουν κάποια παραπάνω,
ιδίως μάλιστα την άνοιξη.
Κι αν παίρνω εγώ τους δρόμους
που ξανατρέχω είναι στο λησμονημένο άρωμα
κάποιου ρόδου ακατοίκητου,
μιας ευωδιάς που έχασα
σαν να ΄χασε τον δρόμο του ο ίσκιος,
κι έμεινα εδώ χωρίς τον έρωτα εκείνον
στη μέση ολόγυμνος του δρόμου.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου