Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Τσίγκρας Γιάννης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1.1. Τσίγκρας Γιάννης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 1 Ιουνίου 2025

Γιάννης Τσίγκρας - Καλύτερα εδώ πάνω


Καλύτερα εδώ πάνω,

χαρτογράφος μιας απίστευτης φωνολογίας

πλανοδίων,

μόνος με μια μικρή χλωρή χελώνα

από αυτές που δένουν τη γραβάτα τους οι πρόσκοποι.

Καλύτερα εδώ πάνω

κρατώντας στην αγκαλιά μου

τα όνειρα που μου εμπιστεύτηκες.


Πηγή: Γιάννης Τσίγκρας, Ποιήματα, εκδ. Ενδυμίων, 2018

Δευτέρα 31 Μαρτίου 2025

Γιάννης Τσίγκρας - Δύο ποιήματα

 Ο πατέρας κι ο κομήτης

Τελευταία το συνηθίζω: Μόλις
Βραδιάσει.
Κλείνομαι στο δωμάτιό μου.
Φυσώ το λυχνάρι των παθών μου
Και ταξιδεύω.

Κάποτε ήρεμα φτάνω ώς το πρώτο διπλωμένο ενύπνιο
Που διασχίζουν λευκοί ναυτίλοι
Κι άλλοτε ως την καιομένη του Αββά Ισαάκ καρδιά.

Μερικές φορές ο θαλαμίσκος τραντάζεται. Ξαφνιασμένος
Κοιτώ από το παράθυρο-
Έχει μπλεχτεί στην ουρά ενός κομήτη.
"Πέρασε ο πατέρας από δω" φωνάζω χαρούμενος
"Πώς δεν άκουσα το πόδι του να τρίζει...".

Πηγή: Ποιήματα, Εκδόσεις Ενδυμίων,2018

Με πρώτο τον πατέρα

Γράφουμε, σ' όλη μας τη ζωή, ένα μονάχα ποίημα,
σε άπειρες παραλλαγές,
για λόγους διαφορετικούς για τον καθένα.
Κάποιος ψάχνει στο ζόφο ένα φως
κι άλλος τα παιδικά του χρόνια,
ο τρίτος ακονίζει οργισμένος τα μαχαίρια του.
Κι ένας πικρός, λησμονημένος,
σκηνοθετεί ένα όνειρο, πως να, όπου να' ναι
γυρίζουνε οι πεθαμένοι του, με πρώτο τον πατέρα.


Πηγή: Ποιήματα,Ενδυμίων,2018

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2025

Γιάννης Τσίγκρας - Δύο ποιήματα

  Λάικα 


«Tί να γίνεται μ' εκείνο το σκυλάκι;»

Ξυπόλητη κι αχτένιστη

ρωτούσε τους περαστικούς

κι έδειχνε το στερέωμα.

Την ονομάσαμε «Λάικα».

Εκείνο το σκυλάκι, φυσικά, εξαχνώθηκε

και στη μεγάλη πατρίδα των προλετάριων-

ίσως του απέδωσαν τιμές αρχηγού κράτους.

Από εκείνη

απέμειναν δυο τσίγκοι της παράγκας της

ντυμένοι με φύλλα του Ντομινό,

να στάζουνε τις νύχτες

την τρυφερή της έγνοια.


Να' ταν τα νιάτα δυο φορές


Κι εκεί, στο τέλος της γιορτής, σηκώθηκε ο πατέρας,

για να χορέψει ένα τσάμικο, το πόδι του

έτριζε, όπως πάντα, προσπάθησε μα δεν τα κατάφερε,

έκατσε στην καρέκλα που του τοποθετήσαμε,

«γιατι, που να πάρει, να ’μαι εγώ» ξέσπασε σ’ αναφιλητά,

«ούτε που το φανταζόμουν ότι με περίμενε ενέδρα

κι εκείνοι τόσον ασυνείδητοι» ήξερε ώς τα εξήντα του

ποιος έβαλε τη νάρκη, πατριώτης του ήταν και το διέδιδε,

(με πίκρα, είναι η αλήθεια) στο χωριό. 

Το απραγματοποίητο όνειρο του πατέρα, υπήρξεν όσον έζησε, που δε μπόρεσε να χορέψει,

 το «να ’ταν τα νιάτα δυο φορές».


Αντλήθηκαν απ' το προφίλ του ποιητή Χρήστου Τουμανίδη



Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2025

Γιάννης Τσίγκρας - Ανάμεσα στην κίνηση και την ακινησία


Περπατώ εις το δάσος, όταν οι λύκοι είναι εδώ,

δηλώνω κυνηγός των κακών λύκων

είτε την Κοκκινοσκουφίτσα καταβροχθίζουν είτε

τα γουρουνάκια-ένας Ρομπέν των δασών που υπερασπίζεται

την αθωότητα, υπάρχει ένα απόθεμα αθωότητας στη φύση,

κυρίως,

αλλά τι είναι αυτό, μια σφραγίδα ανάμεσα σε δύο

αντίρροπους ποταμούς, ένας στοχαστής την ανακάλυπτε στο αρχαίο

δράμα, ιδίως στην τραγωδία, έλεγε, «η αθωότητα είναι ό,τι υπάρχει

ανάμεσα στην κίνηση και την ακινησία», γι' αυτό σας ομιλώ, οι λύκοι

κινούνται, τα γουρουνάκια ακινητούν, η Κοκκινοσκουφίτσα αλληθωρίζει

«πώς άλλαξε η γιαγιά μου», δε σκέφτεται ότι μια αλλαγμένη είναι

μια άλλη γιαγιά-κι εγώ στέκω ακίνητος, σα πελαργός με δίκαννο.


Έξω βρέχει και θα μπορούσα να σας μιλήσω για τη βροχή.

Τρίτη 6 Αυγούστου 2024

Γιάννης Τσίγκρας - Να γίνεις άγαλμα


Ο άνθρωπος εκείνος,
κρατούσε στα χέρια το ραγισμένο προσωπείο του
και περπατούσε στο δακρυσμένο λιβάδι του ουρανού.
Μιλούσε μόνος,
για την δόξα των αρχαίων ημερών,
τότε που η ιστορία γέμιζε τα κάδρα των προγόνων,
τότε που τα σύννεφα έπεφταν, γύρω, σαν κορδέλες,
μιλούσε μόνος,
ενίοτε και με τους πεθαμένους του.
Γιατί, αυτό, εντέλει, είναι μοναξιά,
να 'σαι έτοιμος, κάθε στιγμή, να γίνεις άγαλμα.

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2024

Γιάννης Τσίγκρας - Σκουριασμένα αστέρια

 Δεν είμαι ο μόνος λυπημένος εδώ,

στο σκοτάδι

δεν ξεχωρίζω ποιος κλαίει πλάι μου,

ίσως

να μην το μάθω ποτέ,

υπάρχουν τόσοι που σκέπασαν οι λάκκοι

της νύχτας,

στα ανοιχτά τους μάτια μετρούσα τα

σκουριασμένα αστέρια, κάπου εδώ γύρω

βρίσκονται,

δεν είμαι ο μόνος λυπημένος.


Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2024

Γιάννης Τσίγκρας - Xωματίνα Λουλούδια


Οι υψηλόφρονες και οι οραματιστές
Γράφουν τη μεγάλη Ποίηση.
Εμείς
Απλά χωμάτινα λουλούδια
Ταπεινά μη με λησμόνει
Αφήνουμε, πριν χαθούμε
Λίγο απ' το άρωμα
-Δωρεά κι αυτό του Θεού-
Για να μας θυμούνται
Όσοι μας αγαπούν
Πριν κι εκείνοι μετοικήσουν
Στο γαλάζιο Επέκεινα

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023

Γιάννης Τσίγκρας - Γεμάτο παιδιά και τραγούδια


Τη γειτονιά μας διέσχιζε το τρενάκι

του κοντινού τουβλάδικου-κι ήταν φορές

που ξεστράτιζε για τον ουρανό,φορτωμένο με πηλό,

και γύριζε με τα βαγονέτα του 

γεμάτα παιδιά και τραγούδια.


Πηγή: https://giannistsigkras2012.blogspot.com/search/label/%CE%A0%CE%9F%CE%99%CE%97%CE%A3%CE%97

Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2023

Γιάννης Τσίγκρας - Ραψωδία


Τίποτε δεν απέμεινε, μόνον η δυνατότητα ν'ανακαλέσω τις σκιές

εκεί, στη ραψωδία λ΄,την επονομαζομένη Νέκυια, τον κουτσό Αχιλλέα,

που προτιμούσε να΄ναι ο έσχατος στον Κόσμο, παρά των νεκρών ο βασιλιάς,

τον Ελπήνορα, θέλω να πω τη σκιά του, μύριζε κρασί και διψούσε για αίμα

τράγου και τον ανδρόγυνο Τειρεσία, με δυο ζάρια στη φούχτα-τί μελλούμενα

είχαν εκείνοι οι νεκροί; Κι ο χρόνος τους έδωκε τα δικά μου προσωπεία, τον

Σπανό με τα κίτρινα μουστάκια και δάχτυλα, τον ταβλαδόρο Θεσσαλονικιό,

έπαιζε ο αθεόφοβος, όλη τη μέρα, μόνος, μακριά περνούσαν κοπάδια, για τα σφαγεία,

όταν ξεστράτιζε κανένας ταύρος, όλοι κλειδωνόμαστε στο μαγαζί κι ο πατέρας

κοιτούσε απ'το παράθυρο, ο Αντρέας ο φωτογράφος, όπλιζε τη μηχανή κι έψαχνε για χαραμάδα,

τα τραπεζάκια

αναποδογύριζαν, ευτυχώς κάθε Παρασκευή περνούσε ο Σπύρος με την

μαγική κόλλα και τραγουδούσε:"Γυαλικά σπασμένα κολλούμεν".

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

Γιάννης Τσίγκρας - Τρία ποιήματα

 ΗΔΥΜΟΛΠΑ ΜΙΝΥΡΙΣΜΑΤΑ

«Εγώ ασχολούμαι με το ωραίον» απεφθέγξατο
ο κυρ Αλέξανδρος.
Στο ένα χέρι του κρατούσε
ηδύμολπα μινυρίσματα πτηνών,
ψάλλοντας τον «πολυέλεον», στα εννιάμερα της Παναγιάς
που το’χε τάμα-
μ΄ ένα αγκάθι στη φτέρνα κι ένα κερί στο άλλο χέρι.
«Εγώ ασχολούμαι με το ωραίον.
Εσείς πού καταντήσατε την ομορφιά…
Να φοβάστε το θάνατο και να μη βρίσκετε
ένα θαλασσόξυλο να περάσετε εις μικράν νήσον
την Ουρανίτσα την αυτόχειρα,
να μη περιμένετε ιώδη άνθη να ευωδιάσουν στον τάφο της-
κι αν ξύλο τι ανακαλύψετε
σεις το χτυπάτε
ως τάλαντον να ήτο.
Οι αποσώστρες έγιναν κυρίες.
Στο μοναστήρι της Καισαριανής
δεν αγιάζει τα νερά η περιστέρα
Τα ξόδια των νηπίων
δεν αξιώνονται της τρυφεράς ακολουθίας,
ούτε ψυχαί
το έλαιον πίνουν από ακοίμητον,
επί ημέρας τεσσαράκοντα,
κανδήλαν.
Κι εμάς, τους παλαιούς, εις επετείους
μας τεμαχίζετε, ως λαμπριάτικα ανρία
κι ως ψάλτες, κατ’ αποκοπήν κακοφωνείτε
τα, του Θεού, γλυκύτατα τραγούδια
ΠΟΥ ΜΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕ
Τα όνειρα εκείνης της εποχής ήσαν ασπρόμαυρα,
οι σιωπές και τα διαλείμματα το ίδιο, οι φυστικοστραγαλάδες
και ο ταξιθέτης, η μάνα κι ο πατέρας ασπρόμαυροι, το αγιόκλημα
κι ο μηχανικός στην καμπίνα του, το φεγγάρι λευκό
και ο ουρανός πάντα μαύρος,
μόνον η μουσική είχε χρώμα,
ένα
μπλε που ιρίδιζε πότε – πότε, και βρίσκαμε σ’ εκείνο το κενό,
«η συνέχεια επί της οθόνης», ολο το κόκκινο
της ζωής μας που περίμενε.
ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΤΩΝ ΔΕΝΤΡΩΝ
Και τα δέντρα ονειρεύονται συχνά έναν Απρίλη
με λεπτόμισχες βροχές κι ωχρές ανεμώνες-
νά γιατι δεν μπορώ να προφέρω «ως εδώ».
Ονειρεύονται τρένα με λυπημένους επιβάτες, τα δέντρα,
ποιητές που μελετούν την κορόνα του τραγουδιού τους.
Συνήθως σκέπτονται ότι μια βουτιά στο ποτάμι θα τους δώσει
την καταγωγή και το όνομα του ήρωά τους
-νά γιατι δεν μπορώ να προφέρω «ως εδώ»:
Το «ως εδώ» σημαίνει ότι το ποίημα τελείωσε ή ότι ο ποιητής
είναι υποχρεωμένος να εγκαταλείψει το όνειρο του δέντρου,
αναζητώντας το δικό του όνομα και τη δική του καταγωγή.

Κυριακή 2 Ιουλίου 2023

Γιάννης Τσίγκρας - Ποιήματα

 ΗΔΥΜΟΛΠΑ ΜΙΝΥΡΙΣΜΑΤΑ

« Εγώ ασχολούμαι με το ωραίον» απεφθέγξατο
ο κυρ Αλέξανδρος.
Στο ένα χέρι του κρατούσε
ηδύμολπα μινυρίσματα πτηνών,
ψάλλοντας τον «πολυέλεον», στα εννιάμερα της Παναγιάς
που το’χε τάμα-
μ΄ ένα αγκάθι στη φτέρνα κι ένα κερί στο άλλο χέρι.
«Εγώ ασχολούμαι με το ωραίον.
Εσείς πού καταντήσατε την ομορφιά…
Να φοβάστε το θάνατο και να μη βρίσκετε
ένα θαλασσόξυλο να περάσετε εις μικράν νήσον
την Ουρανίτσα την αυτόχειρα,
να μη περιμένετε ιώδη άνθη να ευωδιάσουν στον τάφο της-
κι αν ξύλο τι ανακαλύψετε
σεις το χτυπάτε
ως τάλαντον να ήτο.
Οι αποσώστρες έγιναν κυρίες.
Στο μοναστήρι της Καισαριανής
δεν αγιάζει τα νερά η περιστέρα
Τα ξόδια των νηπίων
δεν αξιώνονται της τρυφεράς ακολουθίας,
ούτε ψυχαί
το έλαιον πίνουν από ακοίμητον,
επί ημέρας τεσσαράκοντα,
κανδήλαν.
Κι εμάς, τους παλαιούς, εις επετείους
μας τεμαχίζετε, ως λαμπριάτικα ανρία
κι ως ψάλτες, κατ’ αποκοπήν κακοφωνείτε
τα, του Θεού, γλυκύτατα τραγούδια
ΠΟΥ ΜΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕ
Τα όνειρα εκείνης της εποχής ήσαν ασπρόμαυρα,
οι σιωπές και τα διαλείμματα το ίδιο, οι φυστικοστραγαλάδες
και ο ταξιθέτης, η μάνα κι ο πατέρας ασπρόμαυροι, το αγιόκλημα
κι ο μηχανικός στην καμπίνα του, το φεγγάρι λευκό
και ο ουρανός πάντα μαύρος,
μόνον η μουσική είχε χρώμα,
ένα
μπλε που ιρίδιζε πότε – πότε, και βρίσκαμε σ’ εκείνο το κενό,
«η συνέχεια επί της οθόνης», ολο το κόκκινο
της ζωής μας που περίμενε.

ΣΑΝ ΚΕΡΜΑ ΑΠΟ ΤΡΥΠΙΑ ΤΣΕΠΗ

Τα βράδια, ο γέρο Μπούκης ο τυφλός, περπατούσε το μοναδικό
χωματόδρομο,τραγουδώντας,με μια φωνή καστράτου
δημοτικά τραγούδια,
όταν έφυγε, μας άφησε τη φωνή του και μιαν ελιά που είχε ως όριο,
την ακουμπούσε και,μετρώντας τα βήματα,
γύριζε πίσω,στην αυλόθυρά του,
τον ακούγαμε τις νύχτες,
τα σπίτια πλήθαιναν στο μεταξύ,εμφανίστηκαν
καναδυό αυτοκίνητα,χαράχτηκαν νέοι δρόμοι,ασφαλτοστρώθηκε
ο παλιός χωματόδρομος,πάροδος 220 κι αργότερα "Καλτεζών"
η ελιά και τα τραγούδια έμειναν.
Ώσπου, κάποιο πρωί, ένας στραβόγνωμος συνταξιούχος,πήρε πριόνι
κι έκοψε το δέντρο,οι θρούμπες του λέρωναν τ'αυτοκίνητο.
Τότε χάθηκαν και τα "σαράντα παλληκάρια" κι ο "αϊτός"
και "η Σαμαρίνα"και η "ιτιά",
και μεις, ξαφνικά, χάσαμε τη νεότητά μας,
σαν κέρμα από τρύπια τσέπη.

ΔΕΚΑΕΤΙΑ ’50
Εκείνα τα χρόνια η φτώχεια περίσσευε
Τη μαζεύαμε, λοιπόν, σε πιάτα
Και τη μοιράζαμε στους γείτονες
Η κυρα-Λένη τρία σαλιγκάρια στο πιάτο, για μας
Κι εμείς σκέτες πικραλήθρες για την κυρα-Αρετή
Κι αυτή, ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο
Στολισμένο με βόλους, τυλιγμένους με χρυσόχαρτα
Για να το βλέπει όλος ο κόσμος – το ’κανε χωρίς έπαρση
Τα θερινά απογεύματα, οι γριούλες έγνεθαν ποκάρια απ’ το
Γειτονικό εργοστάσιο του Τζήμα και οι νεότερες έπλεκαν
Πολύχρωμες, μ’ αυτά, φανέλες, για όλα τα παιδιά της γειτονιάς
Ένα βράδυ πέρασε απ’ τη γειτονιά μας ο Χριστός
Ζήτησε ένα ποτήρι νερό και του το ’φεραν με προθυμία
Εκείνος ευλόγησε και χάθηκε στο δειλινό
Από τότε η φτώχεια μας έσπασε σε άπειρα κομμάτια
Μέχρι που χάθηκε εντελώς ή τη συνηθίσαμε.


Η ΜΕΡΑ
Η μέρα είναι αστραφτερή, σαν τους παιδικούς μας κήπους,
αναγκαία,
όπως η πέτρα που τοποθέτησε ο Θεός για να περνάμε το ρέμα,
η μέρα είναι το αδιαμφισβήτητο,
θα μείνει πίσω κι όταν τη διασχίσουμε
μ'ένα ποίημά στις τσέπες να κουδουνίζει,
μ'ένα φάρο να φυτρώνει στο βλέμμα μας,
σαν αυτούς που μετρούν τα πλοία χωρίς προορισμό.

ΦΥΣΑΕΙ ΘΑΝΑΤΟΣ Χτυπιούνται οι ανεμοδείχτες στο σκοτάδι: "Φυσάει θάνατος ", μονολογούν οι ποιητές Και κρύβουν σ' ένα πέταλο σιγής Ό,τι, παράφορα, έχουν αγαπήσει.

ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ

Η Άνοιξη έρχεται
φορτωμένη τη χαρμολύπη της, οι τροχονόμοι
γυρίζουν ανάποδα τον αέρα,γυναίκες μπλέκουν
στα γάντια για μια χειραψία, τα ποιήματα πέφτουν
απ'τον ουρανό, κάποιοι, εκείνη την ώρα,κλείνουν
τις ομπρέλες τους,τα παιδιά παίζουν στα πάρκα
και μόνον εσύ λείπεις
Γιάννης Τσίγκρας


Γιάννης Τσίγκρας - Τα όνειρα των δέντρων


Και τα δέντρα ονειρεύονται συχνά έναν Απρίλη
με λεπτόμισχες βροχές κι ωχρές ανεμώνες-
νά γιατι δεν μπορώ να προφέρω «ως εδώ».
Ονειρεύονται τρένα με λυπημένους επιβάτες, τα δέντρα,
ποιητές που μελετούν την κορόνα του τραγουδιού τους.
Συνήθως σκέπτονται ότι μια βουτιά στο ποτάμι θα τους δώσει
την καταγωγή και το όνομα του ήρωά τους
-νά γιατι δεν μπορώ να προφέρω «ως εδώ»:
Το «ως εδώ» σημαίνει ότι το ποίημα τελείωσε ή ότι ο ποιητής
είναι υποχρεωμένος να εγκαταλείψει το όνειρο του δέντρου,
αναζητώντας το δικό του όνομα και τη δική του καταγωγή.

Γιάννης Τσίγκρας - Εύθρυπτος



Κι όσο περνούν τα χρόνια και σου μένει
ένα κομμάτι ψυχής,τόσο θα στέκεις στις γωνιές
και θα το μοιράζεις στους περαστικούς
ώσπου ν'αδειάσεις.
Τότε θα σ'αναγνωρίσουν για ποιητή,
μα εσύ θα'σαι απλώς ένας άνθρωπος χωρίς ψυχή,
άνθρωπος-ελέφαντας ή πεταλούδα,
στεγνός κι εύθρυπτος

Κυριακή 9 Απριλίου 2023

Γιάννης Τσίγκρας - Σταυροαναστάσιμο


Τέτοιες μέρες, διαπιστώνω ότι τ' όνομά μου δεν είναι
Σίμων.
Δεν ξέρω καν κατά πού πέφτει η Κυρήνη.
Ο Γολγοθάς, μού είναι δυσανάβατος κι ως λέξη.
Άντε να φτάσω στις υπώρειες,
Ζώντας έναν ανθρώπινο πόνο
Σαν αυτόν που βιώνουν εκατομμύρια, πλάι μου.
Πώς να αναλύσω, Κύριε,
Την απόλυτη μοναξιά του "λαμά σαβαχθανί";
(Κι αυτό ο καμπούρης ο καντηλανάφτης
Μου το επεσήμανε, στο "Χειμωνιάτικο φως").
Πώς να ζητήσω απ'τον Πατέρα
Το "Άφες αυτοίς";
Τη Συγχώρεση
Αυτών που με πονούν;
Γι αυτό,Κύριε, μένω στο φολκλόρ-
(Ανάλυση της αρχιτεκτονικής του ιώδους
Οι παιδικές μου Πασχαλιές,
Κι άλλα τέτοια).
Κι όμως, το ξέρω κατά βάθος:
Στην Ανάσταση
Φτάνεις
Μέσα
Από
Τη
Σταύρωση.

Δευτέρα 6 Μαρτίου 2023

Γιάννης Τσίγκρας - Πλάι στις γραμμές του τρένου



Κι θα'ρθει μια εποχή που τα τριαντάφυλλα θ’ ανθίσουν,
πλάι στις σιδηροτροχιές, κι όσοι μιλούσαμε για θάνατο
θα βρεθούμε αμήχανοι, θα προσπαθούμε να προσδιορίσουμε
μιαν απουσία, γιατί θάνατος είναι ο φόβος μόνο,
κι ο Αλιόσα Καραμάζωφ διατείνονταν στην παρέα των παιδιών
"θα ξαναβρεθούμε, θ'αγαπηθούμε ξανά", αρκεί να ξεχάσουμε
τις αράχνες και να μυρίσουμε τα άνθη,
εκεί, πλάι στις γραμμές του τρένου.

Πηγή: Ποιήματα, Εκδόσεις Ενδυμίων, 2018

Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2022

Γιάννης Τσίγκρας - Ό,τι αναδεικνύει τη μνήμη τους

Έφυγαν όλοι και μου άφησαν
τη μουσική
φόδρα
του πανωφοριού τους,
μια λάμπα που ανάβει δύσκολα
κι ένα κομμάτι πηλό,
να φτιάξω τα, αέρινα, ομοιώματά τους,
να αναδείξω
ό,τι, τελοσπάντων, από εκείνους,
συγκρατεί η μνήμη.
Έφυγαν όλοι, με τσέπες άδειες από βότσαλα
κι αυτό σημαίνει ότι
επιδιώκουν την αιώνια ξενιτεία.
Έφυγαν δίχως να με ρωτήσουν αν αντέχω
ένα χώρο άδειο σαν τον ουρανό,
μιαν απουσία αναπνοής,
κάποια του νεύματός τους
απροσδιοριστία.

Πηγή: Γιάννης Τσίκρας, Ποιήματα, Ενδυμίων

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2022

Γιάννης Τσίγκρας - Πως δεν



Πώς χώρεσε τόσος πόνος
Στις τσέπες των κοντών παντελονιών
Που φορούσαµε παιδιά;
Τόσες προσδοκίες
Βραδινοί αποχαιρετισµοί
«Αύριο πάλι» που σήµαιναν «ποτέ»
Εκλείψεις και διαψεύσεις;
Εµείς πιστεύαµε
Ότι µαζεύουµε βώλους
Και αρχαία φυστίκια.
Περπατούσαµε ανέµελοι µε τα χέρια
Εντός τους
Και δεν ακουµπούσαµε χαµένους έρωτες
Ευχές που δεν θ' άνθιζαν ποτέ
Φίλους που επέπρωτο να γίνουν άστρα.
Αγγίζαµε χαρταετούς κι όχι ερείπια.
Πώς δε νοιώθαµε τον Καιρό
Να λιγοστεύει σαν τη βροχή
Πριν το ουράνιο τόξo.

Πηγή: Γιάννης Τσίγκρας, Ἐκύκλωσαν, αἱ τοῦ βίου µε ζάλαι (Μικρό ανθολόγιο µε επιλογές του Νίκου Βαραλή), Αθήνα Ενδυμίων, 2014, σ.8.

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2022

Γιάννης Τσίγκρας-Μην το μεταφέρεις στην αγορά


Κι αν αναγνωρίσεις τον δια Χριστόν σαλόν
μην το μεταφέρεις στην αγορά κακό θα του κάνεις.
Τόσος πόθος για ταπείνωση θα πάει χαμένος,
γέλα κι εσύ με τα καμώματά του,δώσε του αυτό που ζητάει,
την περιφρόνηση των καθώς πρέπει τρόπων,
σκίσε μαζί του το σαβουάρ βιβρ, αυτό που διδάχτηκες στην έκτη δημοτικού,
μην ακούς τους λογικούς,
αυτούς που σε κατάντησαν απλό στρατιώτη,
ενώ μπορούσες να 'σαι στρατηγός.
Κι αν σε συνεπάρει η στα μάτια του, θεία μέθη
μπορείς και να τον μιμηθείς, να κυνηγήσεις τους ίσκιους των νεφών,
να πετάξεις ψηλά το ημίψηλο και τα γάντια σου-
ο δρόμος για τον Παράδεισο δεν είναι ευθύς,
είναι ο δρόμος της άσπρης πεταλούδας και του δαρμένου σκύλου.

Γιάννης Τσίγκρας

Σάββατο 2 Ιουλίου 2022

Γιάννης Τσίγκρας-Ο κούκλος του Παλούκα


Εκτός απ'τα ραφεία, μου άρεσε κι εκείνος
ο πελώριος κούκλος του Παλούκα.
Δεν έκανε τίποτ' άλλο απ'το να κουνάει,
σε μιαν αέναη κατάφαση,το κεφάλι του.
Πιο πέρα,στον ίδιο δρόμο,άκουγες,στης Σώταινας,
βραχνά τραγούδια και γυαλικά που έσπαζαν
(απαγορευμένη για μας, τα παιδιά, περιοχή).
Και περιμέναμε το βράδυ,να γυαλίσουν
απ' τη βροχή,
οι άμαξες,
να γυαλίσουν τα σύρματα,οι επιγραφές
και οι ράχες των αλόγων,να πλησιάσουμε την πιάτσα,
βουλιάζοντας σε σάπια χρεμετίσματα.