Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024

Ηλίας Γκρης - Ο Καραϊσκάκης στο μπαρ «Τσάι στη Σαχάρα»



Τότε είδoμεν εκπυρσοκρότησιν όπλου από
τον ημέτερον στρατόν και ευθύς ο πυροβόλησησας
ανεμείχθη εις τον στρατόν. Αυτός ήτο ο
επικατάρατος δολοφόνος του Καραΐσκου.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΑΥΡΙΑΝΟΣ

Κολυμπώντας σε νέφη από κρασί μεσάνυχτα μπήκα στο μπάρ. Καθώς σε θυμιάματα οργίαζαν οι πόθοι, μπήκε αυτός· ο που φτάνει συχνά στο μισοΐπνι μου. Πλησίασε δίπλα μου κι αμίλητος κάθησε κατεβάζοντας ένα cutty sark ανέρωτο. Μέσα σε νότες αφρισμένες κορίτσια έπιναν σκύβοντας όπως σε φέρετρο ανοιχτό. Με έπιασε μανία να μάθω. Τι να ’χε κατά νου τότε ριγμένος από τ’ άλογο; «Άσε τα λόγια και πιες». Είπε και με πήραν φωταψίες σε τριγμούς μεγαφώνων. Και η νύχτα λιγόστευε στο μπαρ, τον αγκάλιασα. Α! βρε Καραΐσκο πουτσαρά, πώς φύρανε η φύτρα μας.

Με κοίταξε περίλυπος και σώπαινε άγρια κοψιά μιας γύφτισσας μοίρας. Θα μάθαινα άραγε, τι να είχε κατά νου;

Τι να σκεφτόσουν καθώς κρύωνε η πληγή, και αρματωμένα τα παιδιά σου πότιζαν τον ελαιώνα με δάκρυα; Ξεμάτωνες ρουφηγμένος από θανάσιμα ρίγη κι έλεγες πως ξέρεις τον αίτιο, Καραϊσκάκη χωρατατζή, του γένους καμάρι.

Σε έπιασα απ’ το μπράτσο, πήραμε τους νοτισμένους δρόμους. Αλαφιασμένο φίδι η γλώσσα μου, έλεγε να με πας στο Φάληρο, να δω πώς έγινε το φονικό της Ρωμιοσύνης από φονιά ρωμιό. Ποιος ήταν; σου φώναξα. Πες μου, αλλιώς να μην ξανάρθεις. Γεράκι το βλέμμα σου και βρυχηθμός η πνοή σου, και τρόμαξα. «Κλάστε μου τώρα τον μπούτζον», ξανάπες· στα μούτρα λεβαντίνων και άκαπνων το ισόβιο φτύμα σου.
1988-1992

Ηλίας Γκρης, Ο Καραϊσκάκης στο μπαρ «Τσάι στη Σαχάρα», 
Η Έφεσος των αλόγων, Δελφίνι, 1993

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου