Μια πόρτα ανοίγει και τον βλέπω μισοσκότεινο
Με μια βαθιά πληγή στο στήθος.
Το βλέμμα του δεσπόζει στο τοπίο
Που άλλοτε μαίνεται κι άλλοτε γαληνεύει.
Ανατριχιάζουνε οι καλαμιές από ανεπαίσθητο αέρα.
Τώρα τον βλέπω σαν καπνό
Πάνω από φουντωμένο δάσος.
Αντρέι, φωνάζω, Αντρέι! Πάει, απαντά
Χάνομαι, κάτι σαπίζει στο μυαλό.
Σαν περιστέρι κάθεται στη μέση της καρδιάς
Με συμφωνίες μακρινές και μια κλαγγή
Να εισχωρεί στα σωθικά μας.
Σφίγγονται οι ψυχές, μπαίνει ο σκύλος•
Οι προβολείς φωτίζουν το κενό.
Ένα τηλέφωνο χτυπά.
Πέταξαν εκείνα τα πουλιά;
Μόνο σημάδια έμειναν φωτιάς
Κι η μυρωδιά από νεκρούς αγίους.
Ψαλμοί και άγγελοι και αίμα ασπρόμαυρο
Ρέει μέσα από τα σώματα.
Τον νιώθω πίσω μου, τον άκουσα
Να ψιθυρίζει προσευχές
Μέσα σε υφάσματα χιονιού.
Ο κύκλος έκλεισε μ’ ένα λευκό σεντόνι ως το λαιμό
Σαν ευλογία.
Κι ήρθε ένας πόνος
Μια βροχή πάνω στο πτώμα.
Αντρέι, ψιθύρισα. Αντρέι!
Όμως αντί γι’ απάντηση
Άνοιξε με δύναμη η πόρτα.
[Από τη συγκεντρωτική έκδοση Εγώ ένας ξένος. Ποιήματα 1967-2011, Κίχλη, Αθήνα 2013.]
Με μια βαθιά πληγή στο στήθος.
Το βλέμμα του δεσπόζει στο τοπίο
Που άλλοτε μαίνεται κι άλλοτε γαληνεύει.
Ανατριχιάζουνε οι καλαμιές από ανεπαίσθητο αέρα.
Τώρα τον βλέπω σαν καπνό
Πάνω από φουντωμένο δάσος.
Αντρέι, φωνάζω, Αντρέι! Πάει, απαντά
Χάνομαι, κάτι σαπίζει στο μυαλό.
Σαν περιστέρι κάθεται στη μέση της καρδιάς
Με συμφωνίες μακρινές και μια κλαγγή
Να εισχωρεί στα σωθικά μας.
Σφίγγονται οι ψυχές, μπαίνει ο σκύλος•
Οι προβολείς φωτίζουν το κενό.
Ένα τηλέφωνο χτυπά.
Πέταξαν εκείνα τα πουλιά;
Μόνο σημάδια έμειναν φωτιάς
Κι η μυρωδιά από νεκρούς αγίους.
Ψαλμοί και άγγελοι και αίμα ασπρόμαυρο
Ρέει μέσα από τα σώματα.
Τον νιώθω πίσω μου, τον άκουσα
Να ψιθυρίζει προσευχές
Μέσα σε υφάσματα χιονιού.
Ο κύκλος έκλεισε μ’ ένα λευκό σεντόνι ως το λαιμό
Σαν ευλογία.
Κι ήρθε ένας πόνος
Μια βροχή πάνω στο πτώμα.
Αντρέι, ψιθύρισα. Αντρέι!
Όμως αντί γι’ απάντηση
Άνοιξε με δύναμη η πόρτα.
[Από τη συγκεντρωτική έκδοση Εγώ ένας ξένος. Ποιήματα 1967-2011, Κίχλη, Αθήνα 2013.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου