Χτες το βράδυ ονειρεύτηκα την Αμερική.
Ήταν η βραδιά της αποφοίτησης.
Ξάπλωσε κάτω από τις περιστρεφόμενες σφαίρες
της αυτοσχέδιας μουσικής σκηνής
με το φθαρμένο φόρεμά της
και τα ψηλοτάκουνα,
η γαρδένια
καρφιτσωμένη στη μέση της
ήταν καφετιά και μαραμένη.
Τι αξίζει, φώναξε,
αυτή η περήφανη γη των πρώτων αποίκων;
Όσο η αγάπη, απάντησα. Περισσότερο.
Οι μπάλες περιστρέφονταν.
Ποτέ δεν κέρδισα τίποτα, είπα,
έχασα χρόνο και εραστές, χρόνια
αλλά εσείς μοβ βουνά,
εσείς χρυσοκίτρινα κύματα των σιτηρών,
σ΄εμένα ανήκετε
όσο κι εγώ σε σας.
Αναστέναξε,
η μπάντα έπαιζε,
το δέρμα γλίστρησε από τα οστά της.
Μετά το δωμάτιο έγινε μαύρο και ξύπνησα.
Θέλω τη ζωή μου πίσω,
τις υπέρμετρα διαγείς ημέρες
τις νύχτες που μύριζαν οργή
αλλά έχει χαθεί.
Εάν μπορούσα να μετατοπίσω το σώμα μου
τόσο αδύναμο τώρα,
θα ξάπλωνα μπρούμυτα σε αυτό το κρεβάτι νοσοκομείου
σ΄αυτό το παγωμένο νερό που το λένε ποταμό Ohio.
Θα επέπλεα πάνω από όλες τις θλιμμένες πόλεις
πάνω απ΄όλους τους ονειροπόλους στην ακτή
με τα απλωμένα χέρια τους.
Θα άντεχα εγώ θα άντεχα,
μέχρι που το βάρος,
μέχρι που το φριχτό τεράστιο βάρος
να αποσχιστεί από πάνω μου,
να βυθιστεί στον πάτο και να μείνει εκεί.
Μετά θα σηκωνόμουν όπως ο Λάζαρος
και με τα πόδια θα διέσχιζα το νερό επιστρέφοντας σπίτι-
Τα αιρετικά παραμύθια, Άι Ογκάουα
μτφ. Βαγγέλης Αλεξόπουλος-Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου