Πάρτε με στην αγκαλιά σας και πέστε μου: είσαι ζαλισμένος.Βάλτε με να καθίσω με την συντροφιά σας και πέστε μου: είσουν πολύ μοναχός.Στρώστε μου ένα κρεβάτι με απαλά χέρια και πέστε μου: πολύ κουράστηκες.Πέστε το ο ένας στον άλλο πως από σήμερα μ'ανεβάζουν τα χέρια σαςσ' ένα φως που γεννιέται μέσα σε μάτια αποφασισμένα.Σύντροφοι αυτής της πορείας βγάλτε από μέσα μουτη λάσπη που η ψυχή μου πατεί, λερώνεται κι αγωνίζεται να ξεπεράσει.Πιο πέρα είναι ο καλοκαιρινός δρόμος. Λίγο πιο πέραανθίζουν οι ακακίες, τραγουδούν οι σειρήνες. Και μεις βουλώνουμε τα αυτιά μας φοβισμένοιμήπως χαθούμε μέσα σε μια γλυκιά μουσική.Εμπρός λοιπόν. Τ' άστρο μου κρέμασε μια αχτίνα. Ανεβαίνωκρατώντας αυτή τη φωτεινή κλωστή, αιωρούμαι στην αγκαλιά τόσων κινδύνων.Αν πέσω, ας πέσω, όλα τα χέρια σας ανοιγμένα θα με κρατήσουν και δε θα πεθάνω ποτέ,μέσα σ' αυτά τα αγαπημένα σας χέρια.
Πηγή: Σπύρος Κοκκίνης, Ανθολογία Νεοελληνικής Ποίησης, Από τα Άνθη Ευλαβείας έως τις μέρες μας, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 2008, σελ. 26.
Πέμπτη 30 Ιουλίου 2020
Κρίτων Αθανασούλης-Ανεβαίνω
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου