"Θα ήταν ευκολότερος ο θάνατος, εάν από τον νεκρό δεν έμενε απολύτως τίποτε, ούτε μια ανάμνηση, ούτε ένα όνομα, ούτε μια τλευταία επιθυμία, ούτε ένα πτώμα".
"Θρηνεί κανείς για τους νεκρούς. Αλλά πόσο πρέπει πρώτα να θρηνήσεις για όσους δεν πέθαναν ακόμη! "
Δεν θέλει να πεθάνει ποτέ ξανά.
Νοσταλγεί τις σειρήνες: λες και θα μπορούσε να νικήσει κανείς τον θάνατο, αν απλώς τον ανάγγελλε μεγαλόφωνα.
Κάποιος που ζει πολύ καιρό, με σκοπό να παρατείνει τη συνάντηση με τον νεκρό πατέρα του, τον οποίο φοβάται. Ο ορισμός του άσωτου υιού.
Δεν μπορούσε να πεθάνει πριν διαβάσει και διορθώσει όλες τις νεκρολογίες που τον αφορούσαν. Φοβάμαι τους εν ζωή ιστορικούς• τους διαβάζω με ευχαρίστηση αφού πεθάνουν.
Μετά τον θάνατό του θέλει να μεταμορφωθεί σε κόκκους άμμου. Τα αστέρια είναι υπερβολικά ματαιόδοξα γι’ αυτόν, και η θάλασσα πολύ υγρή.
Ο κληρονόμος λαμβάνει κάτι διαφορετικό από αυτό που αφήνει πίσω του ο ετοιμοθάνατος κληροδότης" Elias Canetti (1905 - 1994), Μετάφραση: Ευαγγελία Γιάννου
Στις 29/09/1938 αρχίζει στο Μόναχο η τετραμερής διάσκεψη μεταξύ Γερμανίας (Χίτλερ), Αγγλίας (Τσάμπερλεν), Γαλλίας (Νταλαντιέ), Ιταλίας (Μουσολίνι), που αποφασίζουν να παραδώσει η Τσεχοσλοβακία την περιοχή της Σουδητίας στη Γερμανία.
Η ιμπεριαλιστική συμφωνία του Μονάχου ήταν το κορύφωμα της πολιτικής της ενθάρρυνσης των επιδρομέων. Οι κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας, με την προτροπή της κυβέρνησης των ΗΠΑ, ικανοποίησαν όλες τις απαιτήσεις του Χίτλερ, πιστεύοντας ότι έτσι θα τον στρέψουν κατά της Σοβιετικής Ενωσης.
“Αγαπητέ Μου Καγκελάριε”: Όταν Δύση-Ναζί Διαμέλιζαν Μαζί Την Τσεχοσλοβακία Στο Μόναχο
81 χρόνια συμπληρώνονται αυτές τις ημέρες από την προδοσία του Μονάχου, όταν οι εκπρόσωποι των πιο αντιδραστικών τμημάτων των αστικών τάξεων της ιμπεριαλιστικής Αγγλίας και της Γαλλίας, από κοινού με τους Ναζί, αποφάσιζαν τον τεμαχισμό ενός μεγάλου και ανεξάρτητου ευρωπαϊκού κράτους, της Τσεχοσλοβακίας. Αν και δεν είναι άγνωστη η αναφορά διάφορων αστών ιστορικών σε μια πολιτική “κατευνασμού” από πλευράς Τσάμπερλαιν και Νταλαντιέ (οι πολιτικοί εκπρόσωποι του αγγλικού και του γαλλικού ιμπεριαλισμού αντιστοίχως), η οποία δεν πέτυχε να διατηρήσει την ειρήνη, λίγο γνωστή είναι η ακριβής τους στάση έναντι των Ναζί.
Περιχαρής ο Τσάμπερλαιν κρατά στο χέρι τη συμφωνία του Μονάχου, χαρακτηρίζοντάς την “εύστοχα” ως τη συμφωνία που διασφάλισε “την ειρήνη της εποχής μας”.(φωτό)
Στην πραγματικότητα, αυτοί δεν αντιτίθονταν στην άμεση παραχώρηση εδαφών άλλου κράτους στους Ναζί. Εκφράζαν αντιρρήσεις μόνο για τον τρόπο με τον οποίο αυτή θα γίνει, αφού επικαλούνταν τη στάση της κοινής γνώμης, μόνο όμως για το θέμα της χρήσης βίας, και όχι για τη στάση της στο αν πρέπει να γίνουν παραχωρήσεις εδαφών στους Ναζί. Στην ουσία, δεν πρόκειται για κατευνασμό, αλλά σε καλλωπισμό της επιθετικής πολιτικής των Ναζί. Από κοινού, λοιπόν, αυτοί οι ιμπεριαλισμοί έστρεφαν τις φλόγες του πολέμου όλο και πιο κοντά στα σύνορα της ΕΣΣΔ, που ήταν και ο πραγματικός στόχος αυτών και των αφεντικών τους (τα οποία ποτέ δεν τα χάλασαν μεταξύ τους και, ακόμα και διαρκούντος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μια χαρά τα έβρισκαν στην Ελβετία).
Η κυνικότητα των εκπροσώπων των πιο αντιδραστικών τμημάτων των αστικών τάξεων της Αγγλίας και της Γαλλίας με την οποία απαιτούν τελεσιγραφικά από μια ανεξάρτητη κυβέρνηση να παραχωρήσει εδάφη της σε τρίτο, και μάλιστα τους Ναζί, όχι μόνο τους καθιστά πλασιέ των Ναζί (των πολιτικών εκπροσώπων των πιο αντιδραστικών τμημάτων της γερμανικής αστικής τάξης του ανερχόμενου και πλέον επικίνδυνου ιμπεριαλισμού), αλλά και αναδεικνύει την υποκρισία τους, όταν οι ίδιοι ακριβώς έκαναν λόγο, ένα χρόνο αργότερα για “σοβιετική επίθεση” στην Πολωνία (όταν η τελευταία δεν υφίστατο πια ως κράτος) ή στη Φινλανδία.
Το ζήτημα δεν είναι ιστορικό. Η πολιτική κατευνασμού ή και συνέργειας με ανερχόμενους ή στρατηγικά αποσυρόμενους ιμπεριαλισμούς είναι ζήτημα που απασχολεί και σήμερα. Το πρόβλημα δεν είναι καν αν μπορεί να αποκλειστεί η συνεργασία με αυτούς. Αυτή, πράγματι, μπορεί να υπάρχει σε συγκεκριμένα πεδία και πάντα με γνώμονα το συμφέρον της διατήρησης της ειρήνης και της ανεξαρτησίας των χωρών συνολικά (πλήρη εμπάργκο είναι γενοκτονικά και συμβάλλουν σε περαιτέρω καταπίεση και διαιώνιση της κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού, τουλάχιστον στη χώρα προέλευσής του). Το πρόβλημα έγκειται στον ορισμό των καθηκόντων του επαναστάτη και του δημοκράτη: μπορεί να αρκείται κάποιος δημοκράτης ή επαναστάτης μόνο και μόνο στην κατοχύρωση των δημοκρατικών ελευθεριών στη χώρα του; Όχι, γιατί έχουμε δει ότι, τυπικά εφαρμοζόμενες, ακόμα κι αυτές είναι δυνατό να φέρουν και να αναπαράγουν καθεστώτα εκμεταλλευτικά, οπισθοδρομικά, φιλοπόλεμα, ακόμα και αντιδημοκρατικά. Κάνει το καθήκον του ως δημοκράτη και επαναστάτη αυτός που βαφτίζει ως και “άξονα της αντίστασης” τον έναν ιμπεριαλιστή έναντι του άλλου; Όχι, γιατί δεν συμβάλλει ούτε καν κοντόθωρα στην υπεράσπιση των συμφερόντων της χώρας του. Αντίθετα, συμβάλλει στον εξωραϊσμό ενός ιμπεριαλιστή, στην απόκρυψή του, για ευκολότερη διείσδυση στη συνείδηση του λαού του.
Υλοποιεί πλήρως το καθήκον του ως δημοκράτη και επαναστάτη αυτός που δεν αναδεικνύει αν ο “αντιστεκόμενος” ιμπεριαλισμός είναι ανερχόμενος ή στρατηγικά αποσυρόμενος (στην περιοχή του και παγκοσμίως) και μιλά ή και παλεύει γενικώς και αορίστως εναντίον του ιμπεριαλισμού; Όχι, γιατί δεν συμβάλλει στην άνοδο του πολιτικού επιπέδου του λαού του.
Όπως επαναστάτης είναι κάποιος που κρίνει με βάση τα γενικά συμφέροντα της επανάστασης σε παγκόσμιο επίπεδο, έτσι και δημοκράτης είναι αυτός που υπερασπίζεται παντού τις δημοκρατικές αρχές. Και, αναμφίβολα, δημοκράτες δεν ήταν ούτε ο Τσάμπερλαιν ούτε ο Νταλαντιέ. Όχι γιατί ήταν εκπρόσωποι ιμπεριαλιστών, ούτε γιατί δεν αντιστάθηκαν με συγκεκριμένη μορφή (ενόπλως) στους Ναζί και μάλιστα σε συγκεκριμένο χρόνο (όταν έπρεπε, νωρίς). Αλλά γιατί καλλώπισαν ενεργητικά τον ανερχόμενο τότε ιμπεριαλισμό.
Ο Τσάμπερλαιν “ελαφρά” υποκλινόμενος στο Χίτλερ (φωτό)
Παρακάτω παρατίθενται οι κυνικές τοποθετήσεις των εκπροσώπων των πιο αντιδραστικών τμημάτων της αστικής τάξης της Αγγλίας και της Γαλλίας όσον αφορά το πρόβλημα των Γερμανών Σουδητών και τη χιτλερική απαίτηση για άμεση απόδοση της περιοχής που αυτοί ζούσαν στο Ράιχ. Όπως η ζωή απέδειξε, η συμφωνία και όσα ακολούθησαν έκαναν την απαίτηση του Χίτλερ να φαντάζει “μετριοπαθή”: Όπως βλέπουμε στο δεύτερο χάρτη, 1) Η Γερμανία κατέλαβε τη Σουδητία, 2) Η Πολωνία κατέλαβε το Ζαόλζιε, 3)Η Ουγγαρία κατέλαβε το 1/3 της Σλοβακίας στο νότο και 4) ακολούθως την ανατολική Σλοβακία (Καρπαθιανή Ρουθηνία), 5) Η Τσεχοσλοβακία διαλύθηκε ως κράτος και μετατράπηκε σε γερμανικό Προτεκτοράτο Βοημίας-Μοραβίας το Μάρτη του 1939, ενώ 6) Η Σλοβακία μετατράπηκε σε “ανεξάρτητο” φιλοχιτλερικό κράτος. Και πάντω από όλα, οι φλόγες του πολέμου φούντωσαν, και μάλιστα με κατεύθυνση την ΕΣΣΔ.
***
Στις 19 Σεπτέμβρη στο Λονδίνο συναντήθηκαν το βρετανικό υπουργικό συμβούλιο με το γάλλο πρωθυπουργό Νταλαντιέ και το γάλλο υπουργό εξωτερικών Μπονέ. Το ακόλουθο ανακοινωθέν δημοσιεύτηκε από το βρετανικό πρωθυπουργικό γραφείο:
“Μετά από μια εκτενή συζήτηση της διεθνούς κατάστασης, οι εκπρόσωποι της Γαλλίας και της Βρετανίας συμφωνούν πλήρως για την πολιτική που πρέπει να υιοθετηθεί με σκοπό την προώθηση μιας ειρηνικής επίλυσης του τσεχοσλοβακικού ζητήματος. Οι δύο κυβερνήσεις ελπίζουν ότι από δω και πέρα θα είναι εφικτό να υπάρξει μια πιο γενική διευθέτηση προς το συμφέρον της ειρήνης στην Ευρώπη.”
Συμφωνήθηκε ένα σχέδιο, το οποίο δεν θα αποκαλυπτόταν πριν την επίσκεψη του Τσάμπερλαιν στο Γκόντεσμπεργκ της Γερμανίας, όπου θα συναντούσε το Χίτλερ.
Όταν οι εκπρόσωποι της Γαλλίας επέστρεψαν στο Παρίσι, συνεδρίασε το γαλλικό υπουργικό συμβούλιο για να ακούσει την έκθεση για όσα οι πρώτοι συζήτησαν. Εκδόθηκε το ακόλουθο ανακοινωθέν:
“Οι κ.κ. Νταλαντιέ και Μπονέ εξέθεσαν τη στάση τους κατά τις συζητήσεις στο Λονδίνο και τους όρους με τους οποίους επιτεύχθηκε η αγγλογαλλική συμφωνία. Το συμβούλιο υπουργών ομόφωνα ενέκρινε την έκθεση του κ. Νταλαντιέ για τη στάση του και την προτεινόμενη λύση, σε συμφωνία με τη Βρετανία”.
Παρακάτω, οι αγγλογαλλικές προτάσεις:
Αγγλογαλλικές προτάσεις που παρουσιάστηκαν στην τσεχοσλοβακική κυβέρνηση στις 19 Σεπτέμβρη 1938
Οι εκπρόσωποι της γαλλικής και της βρετανικής κυβέρνησης συναντήθηκαν σήμερα για να συζητήσουν τη γενική κατάσταση και για να μελετήσουν την έκθεση του βρετανού πρωθυπουργού για τη συζήτηση που είχε με τον κ. Χίτλερ. Οι βρετανοί υπουργοί, επίσης, γνωστοποίησαν στους γάλλους ομολόγους τους τα συμπεράσματα που συνήγαγαν από τον απολογισμό του έργου της αποστολής του Λόρδου Ράνσιμαν. Είμαστε και οι δύο πλευρές πεπεισμένες ότι, μετά τα πρόσφατα γεγονότα, έχουμε φτάσει πλέον το σημείο όπου η περαιτέρω διατήρηση εντός των ορίων του τσεχοσλοβακικού κράτους των περιφερειών που κατοικούνται κυρίως από Σουδήτες Γερμανούς δεν μπορεί, στην πραγματικότητα, να συνεχίζεται περαιτέρω χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντα της ίδιας της Τσεχοσλοβακίας και της ειρήνης στην Ευρώπη. Με βάση αυτές τις σκέψεις, και οι δύο κυβερνήσεις κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση της ειρήνης και τα ζωτικά συμφέροντα της Τσεχοσλοβακίας δεν μπορούν αποτελεσματικά να διασφαλιστούν, εκτός και αν αυτές οι περιοχές παραχωρηθούν τώρα στο Ράιχ.
2.Αυτό θα μπορούσε να γίνει είτε με άμεση παραχώρηση είτε ως αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος. Συνειδητοποιούμε τις δυσκολίες που υπάρχουν σε ένα δημοψήφισμα και λαμβάνουμε υπόψη τις αντιρρήσεις σας που ήδη έχουν εκφραστεί ως τώρα, ιδίως για την πιθανότητα μακροπρόθεσμων επιπτώσεων αν το ζήτημα αντιμετωπιζόταν στη βάση γενικών αρχών. Για αυτό το λόγο αναμένουμε, μη υπάρχουσας ένδειξης περί του αντιθέτου, ότι εσείς ίδως προτιμάτε να αντιμετωπίσετε το πρόβλημα των Σουδητών Γερμανών με τη μέθοδο της άμεσης παραχώρησης, και ως μεμονωμένης περίπτωσης.
Ο Χίτλερ υποδέχεται τον Τσάμπερλαιν στο Γκόντεσμπεργκ, κοιτώντας τον αφ’υψηλού (φωτό)
3.Η υπό παραχώρηση περιοχή πιθανώς να πρέπει να περιλαμβάνει περιφέρειες με πάνω από 50% γερμανών κατοίκων, όμως ελπίζουμε ότι θα προβλέψετε με διαπραγματεύσεις πρόνοιες για τη διαρρύθμιση των συνόρων, όπου οι περιστάσεις το καθιστούν απαραίτητο, από κάποιο διεθνές σώμα, που θα περιλαμβάνει έναν τσέχο εκπρόσωπο. Θα είμαστε ικανοποιημένοι για το ότι η παραχώρηση μικρότερων περιοχών με υψηλότερο ποσοστό [γερμανών κατοίκων] δεν θα περιλαμβάνεται σε αυτή την περίπτωση.
4.Το προαναφερθέν διεθνές σώμα θα μπορούσε επίσης να επιφορτιστεί με το ζήτημα μιας πιθανής ανταλλαγής πληθυσμών στη βάση του δικαιώματος επιλογής εντός συγκεκριμένου χρονικού ορίου.
5.Αναγνωρίζουμε ότι, αν η τσεχοσλοβακική κυβέρνηση είναι έτοιμη να συμφωνήσει με τα προτεινόμενα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων υλικών αλλαγών στις συνθήκες ύπαρξης του κράτους, έχει δικαίωμα να ζητήσει κάποια διασφάλιση της μελλοντικής της ασφάλειας.
6.Ομοίως, η Α.Μ.Κυβέρνηση στο Ηνωμένο Βασίλειο θα ήταν έτοιμη, ως μια συμβολή στην ειρήνευση της Ευρώπης, να προσχωρήσει σε κάποια διεθνή εγγύηση των νέων συνόρων του τσεχοσλοβακικού κράτους έναντι μιας απρόκλητης επίθεσης. Ένας από τους κύριους όρους μιας τέτοιας εγγύησης θα ήταν η διασφάλιση της ανεξαρτησίας της Τσεχοσλοβακίας μέσω της αντικατάστασης των υπαρχουσών συνθηκών που προνοούν για αμοιβαίες υποχρεώσεις στρατιωτικού χαρακτήρα από μια γενική διασφάλιση έναντι απρόκλητων επιθέσεων.
7.Η γαλλική και η αγγλική κυβέρνηση αναγνωρίζουν πόσο μεγάλη είναι η θυσία που απαιτείται από την τσεχοσλοβακική κυβέρνηση για την υπόθεση της ειρήνης. Όμως, αφού η υπόθεση αυτή είναι κοινή, τόσο για την Ευρώπη γενικά όσο και για την Τσεχοσλοβακία ιδιαίτερα, θεωρούν καθήκον τους από κοινού να διατυπώσουν ειλικρινά τις βασικές προϋποθέσεις για τη διασφάλισή της.
8.Ο πρωθυπουργός πρέπει να επαναλάβει τις συζητήσεις με τον κ. Χίτλερ όχι αργότερα από την Τετάρτη, ει δυνατόν νωρίτερα. Νιώθουμε λοιπόν ότι πρέπει να ζητήσουμε να λάβουμε την απάντησή σας το νωρίτερο δυνατό.
***
Η πρώτη επιστολή του Τσάμπερλαιν στο Χίτλερ (23/09/1938)
Γκόντεσμπεργκ, 23 Σεπτέμβρη 1938
Αγαπητέ μου Καγκελάριε,
Θεωρώ ότι μπορώ να αποσαφηνίσω την κατάσταση και να επιταχύνω τη συζήτησή μας αν σας στείλω αυτό το σημείωμα προτού συναντηθούμε το πρωί.
Είμαι έτοιμος να θέσω στην τσεχική κυβέρνηση την πρότασή σας όσον αφορά τις περιοχές, ώστε να μπορούν να εξετάσουν τα προτεινόμενα προσωρινά σύνορα. Από όσο μπορώ να καταλάβω, δεν υπάρχει ανάγκη για διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το σύνολο των περιοχών, δηλαδή, για τις περιοχές εκείνες που (σύμφωνα με στατιστικές που και τα δύο μέρη φαίνεται ότι συμφωνούν) είναι με συντριπτική πλειοψηφία Σουδητικές Γερμανικές. Δεν αμφιβάλλω, ωστόσο, ότι η τσεχική κυβέρνηση θα ήταν διατεθειμένη να αποδεχτεί την πρότασή σας για δημοψήφισμα ώστε να καθοριστεί πόσο πολύ, και αν, το προτεινόμενο νέο σύνορο χρειάζεται να τροποποιηθεί.
Οι “υπερασπιστές της ειρήνης στην Ευρώπη” Τσάμπερλαιν, Νταλαντιέ, Χίτλερ, Μουσολίνι και Τσιάνο κατά την υπογραφή της Συμφωνίας του Μονάχου (φωτό)
Η δυσκολία που βλέπω στην πρόταση που μου θέσατε χτες το απόγευμα προκύπτει από την πρόταση οι περιοχές αυτές στο άμεσο μέλλον να καταληφθούν από γερμανικά στρατεύματα. Αναγνωρίζω τη δυσκολία της διεξαγωγής μιας μακράς χρονικά έρευνας υπό τις υπάρχουσες συνθήκες και το αναμφίβολο του ότι το πλάνο που προτείνετε, αν γινόταν αποδεκτό, άμεσα θα έφερνε μια μείωση της έντασης. Όμως δεν νομίζω ότι έχετε συνειδητοποιήσει το ανέφικτο της συμφωνίας μας
να προωθήσω οποιοδήποτε σχέδιο εκτός και αν έχω λόγο να υποθέτω ότι αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί από την κοινή γνώμη στη χώρα μου, στη Γαλλία και, στην πραγματικότητα, γενικά στον κόσμο, ότι θα προωθούσε αρχές ήδη παραδεδεγμένες με έναν τρόπο συντεταγμένο και απαλλαγμέο από την απειλή χρήσης βίας. Είμαι βέβαιος ότι μια απόπειρα για άμεση κατάληψη από γερμανικά στρατεύματα περιοχών που θα καταστούν άμεσα τμήμα του Ράιχ κατ’αρχήν, και πολύ σύντομα, ακολούθως, με μια επίσημη χάραξη συνόρων, θα καταδικαζόταν ως αχρείαστη επίδειξη δύναμης.
Ακόμα κι αν θεωρούσα δίκαιο να θέσω αυτή την πρόταση στην τσεχοσλοβακική κυβέρνηση, είμαι πεπεισμένος ότι αυτή δεν θα θεωρούσε ότι είναι στο πνεύμα της συμφωνίας που εμείς και η γαλλική κυβέρνηση της κάνουμε έκκληση να αποδεχτεί και που έχει αποδεχτεί. Σε περίπτωση που γερμανικά στρατεύματα διείσδυαν στις περιοχές που προτείνετε, δεν υπάρει αμφιβολία ότι η τσεχική κυβέρνηση δεν θα είχε άλλη επιλογή από το να διατάξει τις δυνάμεις της να αντισταθούν, και αυτό θα σήμαινε την καταστροφή της βάσης στην οποία εσείς και εγώ μια βδομάδα νωρίτερα είχαμε συμφωνήσει να εργαστούμε, και συγκεκριμένα, της συντεταγμένης διευθέτησης αυτού του ζητήματος και όχι της διευθέτησής του με χρήση βίας.
Έχοντας κατοχυρώσει ως αποδεκτό κατ’αρχήν το ότι οι Σουδητικές Γερμανικές περιοχές θα αποδοθούν στο Ράιχ, το άμεσο ζήτημα που τίθεται ενώπιόν μας είναι πώς να διατηρήσουμε το νόμο και την τάξη, εν αναμονή της τελικής διευθέτησης της συμφωνίας παραχώρησης των περιοχών. Σίγουρα πρέπει να υπάρχουν εναλλακτικές στην πρότασή σας που δεν θα επιδέχονταν τις προαναφερθείσες αντιρρήσεις. Για παράδειγμα, θα μπορούσα να ζητήσω από την τσεχική κυβέρνηση αν θεωρεί ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια συμφωνία, με την οποία η διατήρηση του νόμου και τις τάξεις για κάποιες σουδητικές γερμανικές περιοχές, για τις οποίες θα υπήρχε συμφωνία, θα μπορούσε να ανατεθεί στους ίδιους τους Σουδήτες Γερμανούς – με τη δημιουργία μιας κατάλληλης ένοπλης δύναμης, ή με τη χρήση ήδη υπαρκτών δυνάμεων, πιθανώς δρώντας υπό την επίβλεψη ουδέτερων παρατηρητών.
Όπως γνωρίζετε, ήδη την περασμένη νύχτα, βάση της συμφωνίας μου μαζί σας, απηύθυνα έκκληση στην τσεχική κυβέρνηση να κάνει ό,τι μπορεί για να διατηρήσει την τάξη στο μεταξύ.
Η τσεχική κυβέρνηση δεν μπορεί, φυσικά, να αποσύρει τις δυνάμεις της, ούτε μπορεί να αναμένεται από αυτή να αποσύρει την κρατική αστυνομία όσο βρίσκεται αντιμέτωπη με την προοπτική μιας βίαιης εισβολής· όμως θα ήμουν έτοιμος άμεσα να εξακριβώσω την άποψή της για την εναλλακτική πρόταση που ανέφερα και, αν το σχέδιο αυτό γινόταν αποδεκτό, θα της έκανα έκκληση να αποσύρει τις ένοπλες δυνάμεις της και την κρατική αστυνομία από τις περιοχές όπου οι Σουδήτες Γερμανοί είναι σε θέση να διατηρήσουν οι ίδιοι την τάξη.
Τα περαιτέρω βήματα που χρειάζεται να αναλφηθούν για την ολοκλήρωση της παραχώρησης θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο επεξερασίας αρκετά γρήγορα.
Δικός σας,
Νέβιλ Τσάμπερλαιν
***
Στην επιστολή αυτή ο Χίτλερ απάντησε ότι η θεωρητική αναγνώριση των αρχών βάση των οποίων θα έπρεπε να παραχωρηθούν οι περιοχές των Σουδητών Γερμανών στο Ράιχ υπήρχε ήδη από το 1918 στα 14 σημεία του προέδρου Ουίλσον. Ταυτόχρονα, του απαντά ότι οι περιοχές αυτές δεν πάνε στο Ράιχ λόγω της καλής θέλησης άλλων ή της αναγνώρισης των αρχών της αυτοδιάθεσης, αλλά λόγω της θέλησης των ίδιων των Σουδητών και “της αμετάκλητης απόφασης” του Ράιχ γιατί “ανταποκρίνεται στην αξιοπρέπεια μιας μεγάλης δύναμης” όπως είναι το Ράιχ. “Απλόχερα” προσφέρεται να αποσύρει τις δυνάμεις του από τις διαφιλονικούμενες περιοχές της Τσεχοσλοβακίας κατά τις ημέρες του δημοψηφίσματος, αφού αρνείται τη δημιουργία σουδητικών ένοπλων δυνάμεων. Του απαντά, τέλος, ότι κι αυτός έχει κοινή γνώμη, ενώ θέτει στο τραπέζι και το ζήτημα της καταπίεσης και άλλων μειονοτήτων στην Τσεχία.
Στα σύννεφα ο Τύπος της φαντασιόπληκτης πολωνικής αστικής τάξης “των δύο θαλασσών” (Βαλτικής και Μαύρης), επιχαίρει για το ότι πίσω από την πλάτη της ΕΣΣΔ σκαρώθηκε το “Μόναχο” που της έδωσε το “τυράκι” Ζαόλζιε και ότι ο “Ιβάν” (ΕΣΣΔ) αναγνωρίζει κλωτσηδόν ότι “η Ευρώπη σταμάτησε να τον σέβεται”. (φωτό)
Η απάντηση του εκπροσώπου της Βρετανικής Αυτοκρατορίας είναι μόνο μια πλήρης αποδοχή των προτάσεων του Χίτλερ και διαβίβασή τους στους Τσεχοσλοβάκους, με μια έκκληση μόνο να μην ληφθούν μέτρα από το Χίτλερ εν αναμονή της απάντησης της Πράγας:
Η δεύτερη επιστολή του Τσάμπερλαιν στο Χίτλερ (23/09/1938)
Γκόντεσμπεργκ, 23 Σεπτέμβρη 1938
Αγαπητέ μου Καγκελάριε,
Έλαβα το μήνυμα της Εξοχότητάς σας ως απάντηση στην επιστολή μου της πρωίας και μελέτησα το περιεχόμενό του.
Από τη θέση μου ως μεσολαβητή, είναι προφανώς τώρα καθήκον μου – αφού η Εξοχότητά σας διατηρεί πλήρως τη θέση που είχατε λάβει χτες τη νύχτα – να θέσω τις προτάσεις σας σε γνώση της τσεχοσλοβακικής κυβέρνησης.
Ομοίως, ζητώ από την Εξοχότητά σας να έχει την ευγενική καλοσύνη να με αφήσει να έχω ένα υπόμνημα που να θέτει αυτές τις προτάσεις μαζί με ένα χάρτη που να δείχνει την περιοχή που θα παραχωρηθεί βάση αποτελέσματος ενός προτεινόμενου δημοψηφίσματος.
Έχοντας λάβει αυτό το υπόμνημα, άμεσα θα το προωθήσω στην Πράγα και θα ζητήσω από την τσεχοσλοβακική κυβέρνηση να λάβω την απάντησή της το συντομότερο.
Στο μεταξύ, μέχρι να λάβω την απάντησή της, θα ήμουν ευτυχής αν λάμβανα την διαβεβαίωση από την Εξοχότητά σας ότι θα συνεχίζατε να συνάδετε με τη συμφωνία στην οποία είχαμε καταλήξει κατά τη συνάντησή μας στις 14 του Σεπτέμβρη και ξανά χτες τη νύχτα, ότι καμία δράση δεν θα αναλαμβανόταν, ιδίως στην περιοχή των Σουδητών, από δυνάμεις του Ράιχ που θα εμπόδιζαν οποιαδήποτε περαιτέρω πιθανή διαμεσολάβηση.
Καθώς η αποδοχή ή η απόρριψη της πρότασης της Εξοχότητάς σας είναι τώρα ζήτημα απόφασης μόνο της τσεχοσλοβακικής κυβέρνησης, δεν θεωρώ ότι μπορώ να παρέχω οποιαδήποτε περαιτέρω υπηρεσία, ενώ, από την άλλη, έχει καταστεί αναγκαίο άμεσα να εκθέσω την παρούσα κατάσταση στους συναδέλφους μου και στη γαλλική κυβέρνηση.
Προτείνω, επομένως, να επιστρέψω στην Αγγλία.
Δικός σας,
Νέβιλ Τσάμπερλαιν
***
Αυθημερόν ο Χίτλερ αποστέλλει χάρτη μαζί με απαιτήσεις για άμεση απόδοση κάποιων περιοχών ως την 1η Οκτώβρη και διεξαγωγή ως τις 25 Νοέμβρη δημοψηφίσματος σε άλλες με ταυτόχρονη απόσυρση των δυνάμεων των δύο κρατών (γιατί, εννοείται, οι Ναζί θα έχουν εισβάλλει και σε αυτές).
Οι προτάσεις του Χίτλερ
Ο Γιαν Μάζαρικ, εκπροσωπώντας την τσεχοσλοβακική κυβέρνηση, στις 25 Σεπτέμβρη 1938 εκφράζει τη λύπη του για το ότι οι αγγλογάλλοι ιμπεριαλιστές διαβεβαίωναν γραπτώς τους τσεχοσλοβάκους ιθύνοντες ότι δεν θα συνεχίσουν να τους προτείνουν να μην κινήσουν στρατεύματα την ίδια ώρα που οι πρώτοι αποδέχονταν τις προτάσεις του Χίτλερ, τις οποίες θεωρεί τελεσίγραφο και για τις οποίες εκφράζει την έκπληξή του, δηλώνοντας ότι δεν θα γίνουν οι Τσέχοι έθνος σκλάβων και ότι θα αντισταθούν. Την επομένη, απαντώντας επισήμως στην πρόταση Χίτλερ, η τσεχοσλοβακική κυβέρνηση δηλώνει έτοιμη για διεθνή διάσκεψη, στην οποία θα συζητηθούν και θέματα που δεν είχε επικαλεστεί η προηγούμενη κυβέρνηση που είχε υποκύψει στις αγγλογαλλικές πιέσεις να αναγνωρίσει την ύπαρξη σουδητικού προβλήματος και να το συζητά με τους Ναζί, ζητώντας παράλληλα εγγυήσεις για πιθανή επίθεση και για το τσεχοσλοβακικό αμυντικό σύστημα (οι δυτικές οχυρώσεις του οποίου παραδίδονταν άμεσα στους Ναζί).
Την ίδια μέρα ο Τσάμπερλαιν στέλνει στο Χίτλερ τρίτη επιστολή:
Η τρίτη επιστολή του Τσάμπερλαιν στο Χίτλερ (26/09/1938)
Λονδίνο, 26 Σεπτέμβρη 1938
Αγαπητέ μου Καγκελάριε,
Από τη θέση μου ως διαμεσολαβητή, μετέφερα στην τσεχοσλοβακική κυβέρνηση το υπόμνημα το οποίο η Εξοχότητά σας μού έδωσε επί τη ευκαιρία της τελευταίας μας συζήτησης.
Η τσεχοσλοβακική κυβέρνηση τώρα με πληροφορεί ότι, ενώ αποδέχεται τις προτάσεις για την παραχώρηση των Σουδητικών Γερμανικών περιοχών πάνω στη βάση όσων συζητήθηκαν από την κυβέρνησή μου και τη γαλλική κυβέρνηση και αποσαφηνίστηκαν από εμένα προς εσάς την περασμένη Πέμπτη, θεωρεί πλήρως απαράδεκτη την πρόταση που υπάρχει στο υπόμνημά σας για άμεση εκκένωση των περιοχών και άμεση κατάληψή τους από γερμανικά στρατεύματα, δύο κινήσεις που προτείνετε να λάβουν χώρα πριν οι όροι της παραχώρησης αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης ή έστω συζήτησης.
Η Εξοχότητά σας θα θυμάται ότι στην επιστολή μου προς εσάς της περασμένης Παρασκευής ανέφερα ότι μια απόπειρα άμεσης κατάληψης από γερμανικά στρατεύματα περιοχών που θα καταστούν τμήμα του Ράιχ άμεσα κατ’αρχην και πολύ σύντομα, ακολούθως, μέσω μιας επίσημης χάραξης συνόρων, θα καταδικαζόταν ως αχρείαστη επίδειξη δύναμης και ότι, κατά την άποψή μου, αν τα γερμανικά στρατεύματα βάδιζαν προς τις περιοχές που είχατε προτείνει, έκφραζα τη βεβαιότητα ότι η τσεχοσλοβακική κυβέρνηση θα αντιστεκόταν και ότι αυτό θα σήμαινε την καταστροφή της βάσης πάνω στην οποία εσείς και εγώ μία βδομάδα νωρίτερα είχαμε συμφωνήσει να εργαστούμε, και συγκεκριμένα, τη βάση μιας συντεταγμένης διευθέτησης του ζητήματος αυτού αντί μιας διευθέτησης με τη χρήση βίας. Ανέφερα επίσης το αποτέλεσμα το οποίο πιθανώς να προέκυπτε στην κοινή γνώμη στη χώρα μου, τη Γαλλία και, στην πραγματικότητα, σε όλο τον κόσμο γενικά.
Η εξέλιξη της κοινής γνώμης μετά την επιστροφή μού επιβεβαιώνει τις απόψεις που είχα εκφράσει στην επιστολή μου και στη συζήτηση που είχαμε ακολούθως.
Επικοινωνώντας μαζί μου για τις προτάσεις σας, η κυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας επισημαίνει ότι αυτές προχωρούν πέραν των συμφωνηθέντων στο λεγόμενο αγγλογαλλικό πλάνο. Η Τσεχοσλοβακία θα στερούταν κάθε διασφάλισης της εθνικής της ύπαρξης. Θα χρειαζόταν να παραδώσει μια μεγάλη αναλογία των προσεκτικά προετοιμασμένων αμυνών της και να αποδεχτεί γερμανικό στρατό βαθιά μέσα στο έδαφός της προτού οργανωθεί στη νέα βάση ή γίνουν οποιεσδήποτε προετοιμασίες για την άμυνα της. Η εθνική και οικονομική της ανεξαρτησία, με την αποδοχή του γερμανικού πλάνου, αυτόματα θα εξαφανιζόταν. Η όλη διαδικασία της μετακίνησης πληθυσμών θα περιοριζόταν σε πανικόβλητη φυγή.
Το διαμελισμένο από τους συνωμότες του Μονάχου πτώμα της Τσεχοσλοβακίας (φωτό)
Μαθαίνω ότι ο γερμανός πρέσβης στο Παρίσι εξέδωσε μια ανακοίνωση που ξεκινά δηλώνοντας ότι, ως αποτέλεσμα των συζητήσεών μας στο Γκόντεσμπεργκ, η Εξοχότητά σας και εγώ είμαστε πλήρως σύμφωνοι αναφορικά με την επιτακτική αναγκαιότητα της διατήρησης της ειρήνης στην Ευρώπη. Σε αυτό το πνεύμα απευθύνω το παρόν μήνυμα προς εσάς.
Πρώτα από όλα, θα ήθελα να υπενθυμίσω στην Εξοχότητά σας ότι, αφού η τσεχοσλοβακική κυβέρνηση αποδέχεται τις προτάσεις για παραχώρηση των Σουδητικών Γερμανικών περιοχών δεν μπορεί να υπάρχει ζήτημα για τη Γερμανία ότι “βρίσκει ανέφικτο να γίνουν ξεκάθαρα αποδεκτά τα δικαιώματα των Γερμανών στην Τσεχοσλοβακία μέσω διαπραγμάτευσης”. Αναφέρω τα λόγια στο τέλος της επιστολής της Εξοχότητάς σας προς εμένα την περασμένη Παρασκευή.
Το αντίθετο, μια διευθέτηση μέσω διαπραγμάτευσης παραμένει εφικτή και, ως μια ξεκάθαρη υπόμνηση των συζητήσεων που εσείς και εγώ είχαμε, και με μια ξεκάθαρη επίσης εκτίμηση των συνεπειών που θα ακολουθούσαν την εγκατάλειψη της διαπραγμάτευσης και την υποκατάστασή της από τη βία, ζητώ από την Εξοχότητά σας να συμφωνήσετε ώστε εκπρόσωποι της Γερμανίας να συναντήσουν εκπροσώπους της τσεχοσλοβακικής κυβέρνησης για να συζητήσουν άμεσα την κατάσταση με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι, με σκοπό να διευθετήσουν μέσω συμφωνίας τον δρόμο με τον οποίο το έδαφος αυτό θα παραχωρηθεί. Είμαι πεπεισμένος ότι αυτές οι συζητήσεις μπορούν να ολοκληρωθούν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και, αν εσείς και η τσεχοσλοβακική κυβέρνηση το επιθυμείτε, δηλώνω την πρόθεσή μου να κανονίσω την εκπροσώπηση και της βρετανικής κυβέρνησης στις συζητήσεις.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας, όπως και στο επίσημο ανακοινωθέν που δημοσιεύθηκε στη Γερμανία, είπατε ότι οι μόνες διαφορές μεταξύ μας έχουν να κάνουν με τη μέθοδο υλοποίησης μιας τέτοιας συμφωνημένης αρχής. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε σίγουρα οι τραγικές συνέπειες μιας σύγκρουσης δεν χρειάζεται να υπάρξουν λόγω μιας διαφοράς στις μεθόδους.
Μια συνδιάσκεψη όπως αυτή που προτείνω θα έδινε εμπιστοσύνη στο ότι η παραχώρηση εδαφών θα πραγματοποιούταν, όμως με συντεταγμένο τρόπο και με κατάλληλες εγγυήσεις.
Πεπεισμένος ότι η παθιασμένη επιθυμίας σας να δείτε το Σουδητικό-Γερμανικό πρόβλημα να επιλύεται κατάλληλα και ικανοποιητικά χωρίς την πρόκληση εξαθλίωσης και δεινών σε ανθρώπους που αναπόφευκτα θα προκαλούνταν από μια σύγκρουση, σας απευθύνω ειλικρινά την ύστατη έκκληση να αποδεχτείτε την πρότασή μου.
Δικός σας,
Νέβιλ Τσάμπερλαιν
***
Σε αυτή την επιστολή απαντά ο Χίτλερ την επομένη, στις 27 Σεπτέμβρη, επιμένοντας στο ότι η άμεση κατάληψη είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της υλοποίησης της παραχώρησης των εδαφών που έχει ούτως ή άλλως συμφωνηθεί, ενώ αντικρούει τα τσεχοσλοβακικά επιχειρήματα για την ανάγκη οικοδόμησης νέων οχυρώσεων που κατά το Χίτλερ θα καθυστερούσε την παραχώρηση. Επανειλημμένα αναφέρει (ψευδώς, όπως αποδείχτηκε) ότι δεν έχει πρόθεση να πλήξει την Τσεχοσλοβακία. Μάλιστα, τονίζει ότι η οικονομία της, αντιθέτως, θα είναι “υγιέστερη”, αφού θα έχει έναν πιο “ενοποιημένο” (χωρίς ξένα σώματα, όπως τη Σουδητία) οικονομικό οργανισμό.
Τελικά, στις 29 Σεπτέμβρη οι αντιδραστικοί δυτικοί ιμπεριαλιστές και οι Ναζί καταλήγουν σε συμφωνία, η οποία υπογράφεται στη 1.30 π.μ. της 30ής Σεπτέμβρη. Η συμφωνία και όσα ακολούθησαν έκαναν την απαίτηση του Χίτλερ να φαντάζει “μετριοπαθή”.
Μετάφραση από τα αγγλικά. Τα κείμενα υπάρχουν στο Correspondence respectin Czechoslobakia, September 1938, Presented by the Secretary of State for Foreign Affaires to Parliament by Command of His Majesty, Λονδίνο, 1938. Τα δυο αρχικά ανακοινωθέντα υπάρχουν σε εφημερίδες της εποχής.
Ο συνάδελφός μου στο Γυμνάσιο περνάει τη θλίψη του κοντά στα ανελέητα παιδιά. Τα λένε λουλούδια. Γίνεται λόγος για την άνθηση της νεότητος. Ομως είναι μια άνθηση σκληρή, που τρέφεται μόνο με το γέλιο και με τη χαρά. Τη γεύεται όπου τη βρίσκει, την τρυγά απ' όπου να 'ναι και μ' όποιον τρόπο να 'ναι. Καταπιέζομε μεις οι καθηγητές τη χαρά τους. Πνίγομε το γέλιο τους. Ενώ αυτά παλεύουν και αντιμάχονται. Και στο πάλεμα νικάει ο δυνατός. Στο Γυμνάσιό μας νικήθηκε αυτός ο συνάδελφος από τα παιδιά. Αρχισε να παίζει το ρόλο της «Ψυχαγωγίας». Ετσι λένε οι μαθηταί στο μάθημά του: «Τώρα έχομε ψυχαγωγία». Σ' όλα τα Γυμνάσια το ίδιο γίνεται. Ενας απ' όλους βρίσκεται πάντα που «αίρει τας αμαρτίας» των άλλων. Είτε επειδή είναι αλλήθωρος, είτε επειδή είναι τσεβδός... Είτε επειδή τον συνοδεύουν οι αναπηρίες των γηρατειών. Είτε επειδή δυστύχησε. Η δυστυχία δεν είναι φτιαγμένη για το επάγγελμα του δασκάλου. Το λέει ο ίδιος ο συνάδελφος:
«Αλλόκοτο είναι το επάγγελμά μας. Μου κάνει κακό και μόνο ν' ανοίγω το στόμα μου, κι είμαι υποχρεωμένος να μιλώ διαρκώς. Μου κάνει κόπο να βλέπω ανθρώπους, κι είμαι υποχρεωμένος να ζω ανάμεσα σε ανθρώπινα κεφάλια. Μόνο οι ευτυχισμένοι έπρεπε να γίνονται δάσκαλοι. Να ταξιδεύουν μαζί με τα παιδιά με απλωμένα τα πανιά στη φρενίτιδα της χαράς. Χθες με παρακαλούσαν να τα πάω εκδρομή. Ολες, μου λέγαν, οι τάξεις πηγαίνουν με τους ελληνιστές τους. Εσείς δε θα μας πάτε; Ας ζούσα μέσα σ' ένα ακατοίκητο δάσος. Ας είχα για επάγγελμά μου να σκάβω τη γη, ή να κάνω επιτέλους λογαριασμούς... Τα παιδιά θα με λένε σίγουρα χαζό... δεν ξέρω, μα έτσι θα 'πρεπε να με λένε...».
Πράγματι έτσι τον λένε και το αποδείχνουν με επιχειρήματα. «Γράφομε μπροστά στα μάτια του τα μαθηματικά μας, καρφί δεν του καίγεται...».
«Τρώμε μπροστά του, κοιμούμαστε, να, έτσι, απλωτοί στο θρανίο, δε μας μιλά, μας κοιτάζει σα χαζός...».
«Ενώ έχομε ιστορία, αρχίζει να μας κάνει λατινικά. Και άλλοτε αφήνει τα λατινικά στη μέση, και πιάνει την ιστορία, και το λέει κι ο ίδιος: "Συγνώμη παιδιά, το μυαλό μου πήρε άλλο δρόμο..."».
«Λέει ό,τι του κατεβεί. Προχθές γράφαμε έκθεση. Κείνος καθότανε στην έδρα. Και κει άρχισε να μονολογά: "Μπορείς να κάμεις δέκα παιδιά; δεκαπέντε; είκοσι; όπως στα παλιά χρόνια οι πατριαρχικές οικογένειες;"».
«Συχνά αφήνει όρθιο μπροστά στον πίνακα το μαθητή που εξετάζει, κι αυτός βγάζει το σημειωματάριό του και γράφει. Γράφει, γράφει, συλλογιέται, διαβάζει, ξαναγράφει... ωσότου χτυπάει το κουδούνι και βγαίνει από την τάξη, χωρίς να πει κουβέντα για το μαθητή, και δίχως να μας βάλει μάθημα παρακάτω...».
Είναι αλήθεια πως το σημειωματάριό του είναι γεμάτο ποιήματα. Απλοϊκά είναι. «Δεν ξέρω από ποίηση», λέει ο ίδιος, «μα, να, έτσι ξεσπάω... ολόκληρη νύχτα πώς να περάσει...». Κι όλα μιλούνε για ένα παιδί που το λένε Τάκη. Διηγούνται τις χάρες του. Τις όμορφιές του. `Η περιγράφουν το σπίτι που απόμεινε σκοτεινό. `Η μιλούν για τα μισοτελειωμένα του τετράδια και το ανοιχτό βιβλίο...
Πού πήγες και μας άφησες στο ρημαγμένο σπίτι;
Η μάνα σου σ' αποζητά σ' αναζητά ο πατέρας,
Σε περιμένουν τα χαρτιά και τ' ανοιχτό βιβλίο,
Τάκη μας, πες πού βρίσκεσαι για να 'ρθουμε κοντά σου,
Δε θέμε να πιστέψουμε πως έφυγες για πάντα
Και θα σε περιμένουμε, να 'ρθείτε με τον Πέτρο,
Ενας τον άλλον πιάσετε σφιχτά χέρι με χέρι,
Θέτε να 'ρθείτε Κυριακή: Καθημερινή; για σκόλη;
Ξημέρωμα; Μεσάνυχτα; Οποτε βουληθείτε...
Τις πόρτες θα 'βρετ' ανοιχτές και τους γονιούς στο πόδι
Κρεβάτι δε γευτήκαμε κι ύπνος δε μας επήρε
Από την ώρα, Τάκη μου, που σβήστηκ' η λαλιά σου...
«Τάκη λέγανε το παιδί σας που εκτέλεσαν οι Γερμανοί;».
«Οχι, κείνο το λέγανε Πέτρο... Κείνος ήταν ο μεγάλος μου γιος. Ητανε δεκαεννιά χρονώ... Ο Τάκης είναι το μικρό. Εμείς, εγώ κι η μάνα του, τον Πέτρο δεν τον κλάψαμε. Δεν τον είδαμε σκοτωμένο. Τ' όνομά του δε γράφτηκε πουθενά. Ούτε οι εφημερίδες ανάφεραν τίποτε. Ούτε κι οι Γερμανοί που πήγαμε και ξαναπήγαμε να μάθουμε οριστικά πράγματα θελήσανε να μας πληροφορήσουν. Κείνο που ξέρομε σίγουρα είναι πως τον πήραν από το Χαϊδάρι, μαζί με άλλους, στις οχτώ του Μάη του 1944, και πως ο Πέτρος φεύγοντας είπε σε κάποιον συγκρατούμενο: "Πάμε μεις". Μα για πού τους πήγαιναν δεν του είπε. Ούτε κι άφησε σημείωμα, όπως κάνανε πολλοί. Και λέμε με τη μάνα του, πως τους πήραν εργάτες στη Γερμανία... και πως ζει... και πως μια μέρα ο Πέτρος μου θα γυρίσει... Ετσι το λέμε με τη μάνα του...».
Σταματά λίγο ο συνάδελφος, παίρνει μαντίλι και φτιάχνει, σκουπίζει την αλλοιωμένη του όψη και συνεχίζει:
«Εμείς κλαίμε μόνο τον Τάκη. Είχε τόσο τρυφερή καρδιά. Ολόκληρο χρόνο με την πείνα, μέσα στη σκόνη, στη ζέστη... Υστερα άμα πιάσανε τα κρύα, με τις βροχές, με τα χιόνια, πηγαινοερχότανε με τα πόδια στο Χαϊδάρι για τον Πέτρο. Οικονομούσε δυο τσιγάρα; του τα πήγαινε. Ενα πορτοκάλι; κινούσε δυο ώρες δρόμο με τα πόδια για να του το πάει. Ενα γραμματάκι ή τα ρουχαλάκια του. Του 'λεγε καμιά φορά η μάνα του: "Κάτσε σήμερα κι αύριο πάλι πας...".
»"Οχι, γιατί θα μείνει παραπονεμένος..."
»Την ημέρα που γύρισε με τον μπόγο τα ρούχα - όπως του τα 'χε δώσει η μάνα του τα 'φερε πίσω - "Δεν τα δεχτήκανε", μας είπε, κι έτρεμε το κατωσάγονό του, "γιατί τον Πέτρο", λέει, "τον πήρανε χθες από το Χαϊδάρι...".
»Αυτά τα λόγια είπε μόνο. Μα τα 'λεγε τραυλιστά. Τα μάτια του όμως ήταν στεγνά αν και κατακόκκινα. Σ' όλο, λέει, το δρόμο, έτσι μας είπαν, έκλαιγε φωναχτά. Εκλαιγε κι ερχότανε. Μόνο σαν κοντοζύγωσε στο σπίτι, κοίταξε να μεταμορφιστεί. Για μας... Πιάσαμε ευτύς τους δρόμους κι οι τρεις και ρωτούσαμε να μάθουμε. Πήγαμε σε αστυνομίες, παντού, τίποτα. Νύχτωσε. Η κυκλοφορία ήταν περιορισμένη. Κλειστήκαμε στο σπίτι, χωρίς να ξέρουμε τίποτα για το παιδί... Ούτε πού τον πήγαν, ούτε τι τον κάνανε... Πρωί πρωί την άλλη μέρα σηκώθηκε ο Τάκης πρώτος.
»"Θα ξαναπάω στο Χαϊδάρι", μου λέει ο Τάκης μου, "να μάθω...". Γιατί δεν τον εμπόδισα; Γιατί τον άφησα;
»"Τι πια θα μάθεις από κει;".
»Εγώ θα πάω, κι ας έχει φύγει... Θυμάσαι, πατέρα, που λέγαμε πότε να τόνε βγάλουν... και λυπόσουν για μένα, για τον κόπο μου; Μακάρι, πατέρα, να τον ξέραμε τώρα κλεισμένο κει μέσα, και σ' όλη μου τη ζωή να πηγαινοέρχομαι με τα πόδια στο Χαϊδάρι...».
»Του φώναξε η μητέρα του να του δώσει ένα κομμάτι ψωμί που έφευγε νηστικό.
»"Δε θέλω, δε θέλω, δεν πεινώ...".
»Αυτά ακούσαμε τελευταία από το στόμα του. Μάθαμε πως πήγε πραγματικά στο Χαϊδάρι, και πως κλαίοντας ρωτούσε να μάθει για τον Πέτρο. Τι έμαθε; Τι του είπαν; Δεν το ξέρομε...».
Κείνο το απόγευμα, που ο Τάκης, γυρνώντας απ' το Χαϊδάρι, χτυπήθηκε από γερμανικό αυτοκίνητο και μεταφέρθηκε νεκρός πια στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, τα Γυμνάσια λειτουργούσαν. Οι καθηγητές ένας ένας βγαίνανε στο διάλειμμα. Οι άντρες, όπως πάντα, βιάζονταν να καπνίσουν, κι οι γυναίκες ανάπνεαν βαθιά και σιωπούσαν, καταπονημένες από το μόχθο της διδασκαλίας. Κι εκεί ήρθε το μήνυμα για το συνάδελφό μας: «Το παιδί του βρίσκεται χτυπημένο στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, οδός Γ΄ Σεπτεμβρίου... και να πάει» - σε μας είπαν με τρόπο πως το παιδί είναι κιόλας νεκρό - «μα πρώτα να περάσει από το σπίτι του, να πάρει και τη γυναίκα του...».
Ο συνάδελφος δεν είχε βγει ακόμα από την τάξη. Περιμέναμε βουβοί, κρατώντας την αναπνοή μας, κείνο το άνοιγμα της πόρτας του. Βγήκε. Κανείς δεν του μίλησε. Μόνο τον κοιτάζαμε. Αναψε τσιγάρο κι άρχισε να περπατά πάνω-κάτω βυθισμένος. Περιμέναμε. Αφήσαμε να τελειώσει το τσιγάρο του. Εξαντλήσαμε όλο το διάλειμμα. Μα άμα χτύπησε το κουδούνι, για είσοδο, δε σήκωνε πια αναβολή. Μια τρυφερή καθηγήτρια πήρε το κουράγιο, στάθηκε κοντά του, τον αγκάλιασε στοργικά και: «...Σας θένε στο σπίτι σας... είναι μεγάλη ανάγκη, να πάτε το γρηγορότερο στο σπίτι σας...». Δεν του ανάφερε καθόλου για το παιδί και για Πρώτων Βοηθειών...
«Πέστε μου», είπε φεύγοντας, βλέποντας τη βουβαμάρα, την ταραχή μας, «μήπως ήρθε είδηση πως εκτελέστηκε ο Πέτρος;».
Δεν αποκλείεται, του λέμε, καθώς μιλάει για τον Τάκη, να τον έχουν πράγματι τον Πέτρο στείλει στη Γερμανία... Κείνον τον καιρό είχαν κάμει πολλές αποστολές εργατών...
«Οχι, όχι το παιδί είναι εκτελεσμένο... Μα η καρδιά η δική μας... δεν αντέχει να κλαίει δυο παιδιά... Κλαίμε με πόνο τον Τάκη μας... είχε τόσο τρυφερή καρδιά... σάστισε το παιδί... ζαλίστηκε κι έπεσε πάνω στ' αυτοκίνητο... μόνο τον Τάκη κλαίμε... και λέμε με τη μάνα του πως ο Πέτρος ζει και πως μια μέρα θα γυρίσει...».
Πάλι στους δρόμους οπού ζήσαμε την προσωπίδα
κόκκινη με σταλαγματιές χρυσού
τέτοια περιπέτεια τέτοια ωραία ελπίδα
μέσ’ στις συνέχειες των ονείρων έχω τον αμνό
δεν πιστεύω στα ποτάμια ολοένα τρέχουν
δεν πιστεύω στα φύλλα ολοένα πέφτουν
είναι θεία ένδον αιθάλη π’ αλλάζει τις οράσεις
κι ο θάνατος βαθαίνει την τέφρα.
Από τη συλλογή: Η έλαφος των άστρων», (1962), που περιλαμβάνεται στην συγκεντρωτική έκδοση «Νίκος Καρούζος - Τα ποιήματα Α΄ (1961-1978)», Αθήνα: Ίκαρος 2006.
Φύλλα δροσερά των ήχων απ’ το ουράνιο δέντρο
με χυμούς καθώς χάνονται σε παντρειές τραγουδιών
όπου η σιγή δεν έχει ακόνι και στέκει μονάχος
ο λυτρωτής τ’ αστέρια σα μεγάλα νομίσματα κόβοντας
να φέρετε, να φέρετε τον τρόμο στην καρδιά μου.
Φύλλα χαμηλόπνοα των ονείρων ένας αέρας
δυνατός μπορεί ν’ αλλάξει τη φωνή σας
για να λάμψουν οι ρομφαίες από χρώματα
στη χαραυγή του στήθους όταν είμαι πάλι και σας κράζω
να φέρετε, να φέρετε τον τρόμο στην καρδιά μου.
Φύλλα γεμάτα θάνατο φύλλα στον ήλιο μαύρης Ανοίξεως
τι σχολείο που είναι η θλίψη
και τα πουλιά πέρα στην άσπιλη λαλιά βαθαίνουν ετοιμασίες
θάμβος μια χλόη μικρή και την παράκληση
να φέρετε, να φέρετε τον τρόμο στην καρδιά μου.
Από τη συλλογή «Η έλαφος των άστρων», (1962), που περιλαμβάνεται στην συγκεντρωτική έκδοση «Νίκος Καρούζος - Τα ποιήματα Α΄ (1961-1978)», εκδ. Ίκαρος (δ΄ έκδοση 2006).
Ο δάσκαλος δεν φωνάζει κάθε τόσο, δεν δίνει εντολές, δεν απειλεί, δεν καταφεύγει στην αυστηρότητα. Γιατί οι διαταγές και οι εντολές υποδηλώνουν σχέσεις επιβολής, που είναι ασυμβίβαστες με τον παιδαγωγικό ρόλο του δασκάλου, ενώ η αυταρχικότητα εμποδίζει τους μαθητές " να είναι για τον εαυτό τους" , όπως γράφει ο Φρέιρε. Τους εμποδίζει να βρουν τον δρόμο προς την αυτογνωσία .Γιατί οι μαθητές φοβισμένοι από την παρουσία του δεσποτικού δάσκαλου παύουν να είναι ικανοί να αποφασίζουν για τον εαυτό τους, αφού αποφασίζει στη θέση τους ο δεσποτικός δάσκαλος. («Η αρετή της μεγαλοψυχίας», σ. 20)
Γιατί κατά βάθος, δεν έχει νόημα ο μαθητής να είναι άριστος και την ίδια στιγμή, υιοθετώντας την επιθετικότητα της κοινωνίας να τον διακρίνει η έπαρση, ο εγωισμός , η απουσία του ομαδικού πνεύματος. Και δεν έχει πάλι νόημα να αποκτά επαίνους και αριστεία στο σχολείο, όταν την ίδια στιγμη τον χαρακτηρίζει ο ανταγωνισμός και η επίδειξη. («Ο καλός δάσκαλος είναι και καλός παιδαγωγός »σ. 25-26)
Φίλε μου, με όλα αυτά που σου γράφω καταλαβαίνεις ότι οι διακρίσεις και οι ανισότητες δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για να προκόψει το σχολείο. Γιατί το σχολείο οφείλει να είναι για όλους τους μαθητές και όχι για τους λίγους. Σε μια κοινωνία χωρισμένη σε ανώτερες και κατώτερες κοινωνικές τάξεις με πλούσιους και φτωχούς πολίτες και με μια άνιση κατανομή πλούτου, που προκαλεί δέος, ένα σχολείο με άριστους μόνο μαθητές θα ήταν ένα σχολείο απόλυτα αντιδημοκρατικό αλλά και απόλυτα παράλογο. Η παραληρηματική επιθυμία του δάσκαλου να διδάξει σε ένα παρόμοιο σχολείο, όπου μηχανικά πληκτρολόγια και άψυχες οθόνες θα εκπέμπουν γριφώδη σήματα για τους μυημένους, τους προνομιούχους μαθητές, υποδηλώνει την εξορία από την κοινωνία του σχολείου εκείνων των μαθητών που η ίδια η κοινωνία τους στέρησε τη δυνατότητα να γνωρίσουν τον εαυτό τους, να μάθουν τέλος πάντων τι μπορούν και τι αξίζουν, που τους καταδίκασε στη μετριότητα, ταξινομώντας τους αυθαίρετα και τους εμπόδισε να ονειρεύονται και να ελπίζουν. (« Η εσωτερίκευση των κοινωνικών στερεοτύπων »σ. 144-145).
Σταύρος Τσαγκαράκης, Το εγχειρίδιο του καλού δασκάλου, Αθήνα: Ταξιδευτής 2019.
Βιογραφικό Σημείωμα:
Ο Σταύρος Τσαγκαράκης γεννήθηκε στην Αίγυπτο το 1949. Αποφοίτησε από την Αμπέτειο Σχολή Καΐρου και το 1967 ήρθε στην Ελλάδα. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και από το 1973 έως και το 2013 εργάστηκε ως φιλόλογος στην ιδιωτική και τη δημόσια εκπαίδευση. Την περίοδο 1983-85 ήταν μέλος του Συμβουλίου Λαϊκής Επιμόρφωσης (ΝΕΛΕ) του νομού Μεσσηνίας. Το 1987-88 μετεκπαιδεύτηκε στη Σχολή Επιμόρφωσης Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΣΕΛΜΕ) Τρίπολης. Διε-τέλεσε μέλος του Δ.Σ. του συλλόγου Ιδιωτικών εκπαιδευτικών, της ΕΛΜΕ Μεσσηνίας και του Συνδέσμου Φιλολόγων Μεσσηνίας. Το 2013 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αλφειός το βιβλίο του "Το όνειρο του καθηγητή Κλήμη".
(2019) Το εγχειρίδιο του καλού δασκάλου, Ταξιδευτής
(2016) Οι ζωές που δεν έζησαν, Γαβριηλίδης
(2013) Το όνειρο του καθηγητή Κλήμη, Αλφειός
σ.σ.: Είμαι τυχερός, καθώς τον είχα δάσκαλο. Συγκεκριμένα, την σχολική περίοδο 2006-2007, όταν φοιτούσα στη Β' Λυκείου" του 1ου Λυκείου Καλαμάτας και ήμουν ιδιαίτερα ντροπαλός και μαζεμένος, απόλαυσα το μάθημα "Αρχές Φιλοσοφίας".
Κρατώ ακόμα το τετράδιο και τις φωτοτυπίες που μας μοίρασε. Ο πρώτος που μας μίλησε για Horkheimer, Fromm και κάτι άγνωστους μέχρι τοτε Προσωκρατικούς.
Απολαμβανω τις συζητήσεις μας, όταν πίνουμε καφέ στο αγαπημένο του στέκι "ΣΤΟΛΙΔΙ ". Τόσοι άχρωμοι, άκαπνοι και ανιαροί κάτοχοι πανεπιστημιακής έδρας και λοιποί αδόλεσχοι χαρτοπόντικες θα κέρδιζαν πολλά δίπλα του. Εύχομαι να είναι γερός, δημιουργικός, ακούραστος και ανήσυχος παρατηρητής στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε!
Εύχομαι να διαβάσουν αυτό το ευσύνοπτο, αλλά μεστό νοημάτων που πονάνε, εγχειρίδιο οι δάσκαλοι όλων των βαθμίδων, όσοι φιλοδοξούν να γίνουν δάσκαλοι, αλλά και οι παλαίμαχοι της εκπαίδευσης για να προβούν σε μια αποτίμηση της προσφοράς τους. Πρωτίστως, επιβάλλεται να το διαβάσουν οι κεφαλές και οι διαμορφωτές της εν Ελλάδι Παιδείας. Φρονώ πως η εκπαιδευτική διαδικασία θα γίνει πιο γόνιμη.
Δύο και δύο τέσσερα
τέσσερα και τέσσερα οχτώ
οχτώ κι οχτώ κάνουν δεκάξι.
Επαναλάβατε! λέει ο δάσκαλος.
Δύο και δύο τέσσερα
τέσσερα και τέσσερα οχτώ
οχτώ κι οχτώ κάνουν δεκάξι.
Μα να το πουλί-λύρα
που περνά στον ουρανό.
Το παιδί το βλέπει,
το παιδί το ακούει,
το παιδί το φωνάζει:
Σώσε με, παίξε μαζί μου,
πουλί!
Τότε το πουλί κατεβαίνει
και παίζει με το παιδί.
Δύο και δύο τέσσερα.
Επαναλάβατε! λέει ο δάσκαλος.
Και το παιδί παίζει,
το πουλί παίζει μαζί του…
Τέσσερα και τέσσερα οχτώ
οχτώ κι οχτώ κάνουν δεκάξι
δεκάξι και δεκάξι πόσα κάνουν;
Δεν κάνουν τίποτα δεκάξι και δεκάξι
και προπάντων όχι τριάντα δύο
έτσι ή αλλιώς
και φεύγουν.
Και το παιδί έκρυψε το πουλί
μες στο θρανίο του
κι όλα τα παιδιά
ακούν το τραγούδι του
κι όλα τα παιδιά ακούν τη μουσική
κι οχτώ κι οχτώ στη βόλτα τους φεύγουν
και τέσσερα και τέσσερα και δυο και δυο
στη βόλτα τους το σκάνε
κι ένα κι ένα δεν κάνουν ούτε ένα ούτε δύο
ένα ένα το ίδιο φεύγουν.
Και το πουλί-λύρα παίζει
και το παιδί τραγουδάει
κι ο καθηγητής φωνάζει:
Πότε θα πάψετε να κάνετε τον καραγκιόζη!
Μα όλα τ' άλλα παιδιά
ακούν τη μουσική
και οι τοίχοι της τάξης
σωριάζονται ήσυχα.
Και τα τζάμια ξαναγίνονται άμμος
το μελάνι ξαναγίνεται νερό
τα θρανία ξαναγίνονται δένδρα
η κιμωλία ξαναγίνεται ακρογιαλιά
το φτερό ξαναγίνεται πουλί.
Φύλακες γύρω κι όρθιος χρόνος, σιωπηλός Ανεβαίνει η χλόη στους τοίχους ντύνοντας κείνο το κόκκινο που επιμένει πάνω από χαλκεία κι εσοχές
Τους ζητώ όλους σκάβοντας πίσω από θύρες βαθύσκιωτες και συλημένα φεγγάρια
Τους γυρίζει η βροχή κει που ξέχασαν το κορμί τους κι έφυγαν δίχως αίμα, χλομοί Βιαστικοί με λίγο ήλιο στους ώμους και πρασινάδες στα γόνατα καθώς σηκώνονταν να διαβούν στον κόσμο τον άλλο
Γλιστρούν, άγγελοι σκοτεινοί πάνω από κυπαρίσσια μεσίστια και χορτάρια που πάντα κρυώνουν Δε μιλούν Χειρονομούν δίχως ήχους βοσκώντας φως και σιωπή χάνονται με τον άνεμο
Πάμε λοιπόν εσύ κι εγώ, καθώς απλώνεται το δειλινό στην ουρανό Σαν ναρκωμένος με αιθέρα ασθενής στο χειρουργείο. Πάμε, μέσ' από κάποια μισοέρημα στενά, Αποτραβιούνται τα μουρμουρητά τα σιγανά Των χωρίς ησυχία Νυχτών σε μιας βραδιάς φτηνά ξενοδοχεία Και ρεστοράν με πριονίδια και κελύφη από στρείδια : Στενά, που σαν συζήτηση ανιαρή τραβάνε Με στόχο δόλιο να σε πάνε Σε μια ανυπόφορη αμφιβολία ... Ω, μη ρωτάς "Τι είναι αυτή η σκέψη;" Ας κάνουμε, έλα, την επίσκεψη.
Μες στο δωμάτιο οι κυρίες έρχονται και πάνε Και για τον Μικελάντζελο μιλάνε. Η κίτρινη ομίχλη που τη ράχη της τρίβει στα τζάμια, Η κίτρινη ομίχλη που τρίβει το μουσούδι της στα τζάμια, Γλείφτηκε στις γωνιές του απογεύματος, Και χασομέρησε στις λίμνες κάτω απ' τις υδρορροές Άφησε πάνω της να πέσει η αιθάλη απ' τις καπνοδόχους, Γλίστρησε απ' την ταράτσα μ' έναν πήδο ξαφνικά, Και, βλέποντας πως ήταν ένα ήπιο βράδυ του Οκτώβρη, Γύρω απ' το σπίτι κουλουριάστηκε κι αποκοιμήθηκε βαθιά.
Κι αλήθεια, θα υπάρξει χρόνος Για την κίτρινη καπνιά που γλιστρά κατά μήκος του δρόμου Τρίβοντας τη ράχη της πάνω στα τζάμια Θα υπάρξει χρόνος, θα υπάρξει χρόνος Να προετοιμάσεις ένα πρόσωπο να συναντήσει τα πρόσωπα που συναντάς Θα υπάρξει χρόνος να καταστρέψεις και να δημιουργήσεις, Και χρόνος για όλα τα έργα και τις ημέρες των χεριών Που υψώνονται και σου σεβίρουν μια ερώτηση στο πιάτο Χρόνος για σένα και χρόνος για μένα, Και χρόνος για αμέτρητα διλήμματα, Και για εκατοντάδες θεωρήσεις κι αναθεωρήσεις, Πριν απ' το τσάι και τα βουτήματα.
Μες στο δωμάτιο οι κυρίες έρχονται και πάνε Και για τον Μικελάντζελο μιλάνε.
Κι αλήθεια θα υπάρξει χρόνος Να αναρωτηθώ "Τολμώ; Τολμώ;" Χρόνος για να γυρίσω, τα σκαλιά να κατεβώ, Μ' ένα σημείο φαλακρό στη μέση του κρανίου μου - (Θα πουν: "Α, πώς αδυνατίζουν τα μαλλιά του!") Το πρωινό παλτό μου, το κολάρο μου σφιγμένο κάτω απ' το πιγούνι, Ο λαιμοδέτης μου πλούσιος και σεμνός, στερεωμένος όμως από μια απλή καρφίτσα - (Θα πουν: "Μα πόσο είναι αδύνατα τα χέρια και τα πόδια του!") Τολμώ Να ενοχλώ το σύμπαν;
Σε μια στιγμή υπάρχει χρόνος Για αποφάσεις κι αναθεωρήσεις που μια στιγμή θα ανατρέψει.
Διότι γνωρίζοντάς τα ήδη όλα αυτά, γνωρίζοντάς τα όλα αυτά - Γνωρίζοντας τ' απογεύματα, τ' απομεσήμερα, τα πρωινά, Έχω μετρήσει τη ζωή μου με κουταλάκια του καφέ Γνωρίζω τις φωνές που χάνονται σε θανάσιμης πτώσης εφέ Πίσω απ' τη μουσική, από ένα μακρινό δωμάτιο. Λοιπόν, πώς θα τολμούσα;
Κι έχω ήδη γνωρίσει τα μάτια, γνωρίζοντάς τα όλ' αυτά - Τα μάτια που σε καθηλώνουν σε μια φράση τυπική, Κι εφόσον είμαι τυπικός και ισορροπώ πάνω σε μια καρφίτσα, Κι εφόσον είμαι καρφιτσωμένος και συστρέφομαι στον τοίχο, Λοιπόν, πώς θ' άρχιζα Να φτύνω τα υπολείμματα των ημερών μου και των τρόπων; Και θα τολμούσα πώς;
Κι έχω ήδη γνωρίσει τα χέρια, γνωρίζοντάς τα όλ' αυτά - Χέρια με μπρασελέ και άσπρα και γυμνά (Μα κι απλωμένα στο φως της λάμπας, με χνούδι ανοιχτόχρωμο!) Να' ναι το άρωμα από φουστάνι Που έτσι να παρεκτρέπομαι μα κάνει; Χέρια αφημένα στο τραπέζι, ή τυλιγμένα σ' ένα σάλι. Πώς θα τολμούσα, λοιπόν; Και πώς θα άρχιζα;
Θα πω, έχω περάσει, σούρουπο από δρομάκια Και είδα τον καπνό που ανεβαίνει απ' τις πίπες Μοναχικών ανθρώπων, με πουκάμισα, γερμένων στα παράθυρα; Θα πρέπει να' μουν δυο τραχιές δαγκάνες οστρακόδερμου Που διατρέχουν τον πυθμένα σιωπηλών ωκεανών.
Και το απομεσήμερο, τ' απόγευμα κοιμάται τόσο ειρηνικά! Κατευνασμένο από δάχτυλα μακριά, Σε νάρκη... κουρασμένο... ή προσποιούμενο αδιαθεσία, Απλωμένο στο δάπεδο, εδώ, ανάμεσα σε σένα και σε μένα. Θα' πρεπε μετά το τσάι και τα κέικ και τ' αναψυκτικά Να' χω το σθένος να εξωθήσω τη στιγμή στην κρίση της; Όμως, κι αν θρήνησα και νήστεψα, και θρήνησα και προσευχήθηκα, Κι αν είδα το κεφάλι μου (που φαλακραίνει) φερμένο πάνω σ' ένα δίσκο, Δεν είμαι προφήτης - κι εδώ δεν έχει και μεγάλη σημασία. Έχω δει τη στιγμή που τρεμοσβήνει η μεγαλοσύνη μου, Κι έχω δει τον αιώνιο Θυρωρό να μου κρατάει το παλτό, χασκογελώντας, Και, για να μην πολυλογώ, φοβήθηκα.
Και θ' άξιζε, μετά απ' όλα αυτά, Μετά απ' τα φλυτζάνια, τη μαρμελάδα, το τσάι, Μέσα στις πορσελάνες, μέσα στις κουβέντες μας, Θα άξιζε, ενώ Πρέπει να καταπιώ μ' ένα χαμόγελο το θέμα, Το σύμπαν να συνθλίψω σ' ένα μπολ, Να το αλείψω σε μια αμφιβολία ανυπόφορη, θα άξιζε Να πω: "Είμαι ο Λάζαρος, έρχομαι από τους νεκρούς, Έρχομαι να σας πω τα πάντα, θα σας πω τα πάντα"- Αν έλεγες, ταχτοποιώντας το κεφάλι της στο μαξιλάρι: "Αυτό δεν είναι αυτό που εννοούσα, Δεν είναι αυτό καθόλου" Και θ' άξιζε εντέλει, Θ' άξιζε, Μετά τα ηλιοβασιλέματα και τις αυλόπορτες και τους ψιχαλισμένους δρόμους, Μετά τις νουβέλες και τα φλυτζάνια, μετά τις φούστες που σέρνονται στο πάτωμα- Κι αυτό, και τόσα άλλα;- Είναι αδύνατον να πω τι εννοώ ακριβώς! Όμως, σαν κάποιος προβολέας μαγικός που διαπερνώντας τα νεύρα σκιαγραφεί σε μια οθόνη: Θα άξιζε Ταχτοποιώντας ένα μαξιλάρι ή ρίχνοντας μια σάρπα, Και στρέφοντας προς το παράθυρο αν έλεγες: "Αυτό δεν είναι αυτό,καθόλου, Δεν είν' αυτό που εννοούσα!"
Όχι! Δεν είμαι ο Πρίγκηψ Άμλετ, ούτε και είχα πρόθεση να είμαι Είμαι ένας αξιωματούχος παραστάτης, ένας που θα κάνει Να σημειωθεί μια πρόοδος, ν' αρχίσει μια σκηνή ή δυο, Τον πρίγκηπα να συμβουλέψει, αναμφίβολα εργαλείο βολικό, Ευλαβικό, ευτυχές που χρησιμοποιείται, Πολιτικός, προσεχτικός και λεπτολόγος Όλο ψηλές προτάσεις, όμως λίγο αμβλύνους Καμιά φορά, πραγματικά, σχεδόν γελοίος - Καμιά φορά, σχεδόν, ο Γελωτοποιός.
Γερνάω... Γερνάω... Θα γυρίσω των παντελονιών μου τα μπατζάκια. Θα χτενίσω προς τα πίσω τα μαλλιά μου; Τολμώ να φάω ένα ροδάκινο; Θα φορέσω άσπρο κοστούμι φανελένιο και θα περπατώ στην παραλία. Έχω ακούσει τις σειρήνες, μία προς μία, να τραγουδούν.
Δε νομίζω πως θα τραγουδήσουνε για μένα.
Να καλπάζουνε στην ακροθαλασσιά, πάνω στα κύματα τις έχω δει Να χτενίζουνε την άσπρη χαίτη των κυμάτων που ανεμίζει Όταν ο αέρας τα νερά, λευκά και μελανά, αναρριπίζει.
Στης θάλασσας τα δώματα, με τα θαλασσοκόριτσα Τα τυλιγμένα φαιοπόρφυρες φυκιάδες, ξεχαστήκαμε Κι ώσπου να μας ξυπνήσουνε ανθρώπινες φωνές, πνιγήκαμε.
"T.S.Eliot -Ποιήματα", Εκδόσεις Printa, μετάφραση Παυλίνας Παμπούδη Thomas Eliot
Η ώρα δώδεκα.
Μέχρι όπου εκτείνεται ο δρόμος
Μέσα σε μία σύνθεση σεληνιακή,
Ψιθυρίζοντας οι επικλήσεις της σελήνης
Διαλύουν τα πατώματα της μνήμης
Και όλες τις σαφείς της συσχετίσεις,
Τις διακρίσεις της και τις διευκρινίσεις.
Κάθε λάμπα του δρόμου που περνάω
Χτυπάει σαν ταμπούρλο μοιρολατρικό,
Και μέσα από του σκότους τα διαστήματα
Μεσάνυχτα τραντάζουνε τη θύμηση
Ως ο παράφρονας τραντάζει ένα γεράνι πια νεκρό.
Μισή ώρα μετά από τη μία,
Του δρόμου η λάμπα τραύλισε,
Του δρόμου η λάμπα ψέλλισε,
Του δρόμου η λάμπα είπε, "Πρόσεξε εκείνη τη γυναίκα
Που διστάζει προς το μέρος σου στο φως της πόρτας
Το οποίο ανοίγεται επάνω της σα γέλιου μορφασμός.
Βλέπεις που η άκρη απ' το φουστάνι της
Είναι σκισμένη και λερωμένη από άμμο,
Και βλέπεις που η γωνία του ματιού της
Στρίβει σα μια καρφίτσα αγκιστρωτή."
Η θύμηση ξεκάρφωτα ξερνάει
Έναν σωρό αντικείμενα στρεβλά•
Ένα κλαδί πού 'χει στραβώσει στο γιαλό
Λείο γιατί έχει φαγωθεί, και γυαλισμένο
Λες και παρέδωσε ο κόσμος
Το μυστικό του σκελετού του,
Δύσκαμπτο και λευκό.
Ένα σπασμένο ελατήριο σε φάμπρικας αυλή,
Σκουριά σφιγμένη επάνω στο καλούπι που η δύναμη το άφησε
Τραχύ και κυρτωμένο κι έτοιμο να καμφθεί.
Δύο και μισή,
Του δρόμου η λάμπα είπε,
"Δες τη γάτα που αρπάζεται από την υδρορροή,
Βγάζει τη γλώσσα έξω
και χάφτει μια μπουκιά βούτυρο ξινισμένο."
Έτσι το χέρι του παιδιού, αυτόματα,
Δραπέτευσε και τσέπωσε ένα παιχνίδι που έτρεχε στην προκυμαία πάνω-κάτω.
Δεν μπόρεσα τίποτα να δω πίσω απ' το μάτι εκείνου του παιδιού.
Έχω δει μάτια μες στο δρόμο
Να προσπαθούν να περιεργαστούν πίσω από φωτεινά παραθυρόφυλλα,
Κι ένα καβούρι ένα απόγευμα σε μια λιμνούλα,
Ένα γερο-καβούρι με πεταλίδες ολόγυρα στην πλάτη,
Άρπαξε την άκρια μιας βέργας που του έτεινα.
Τρεις και μισή,
Του δρόμου η λάμπα τραύλισε,
Του δρόμου η λάμπα ψέλλισε στα σκοτεινά,
Του δρόμου η λάμπα έψαλλε σιγά:
"Κοίταξε τη σελήνη,
La lune ne garde aucune rancune, (η σελήνη δεν κρατά καμία κακία)
Αυτή κλείνει το μάτι αμυδρά,
Αυτή χαμογελάει στις γωνίες.
Αυτή λειαίνει της χλόης τα μαλλιά.
Η σελήνη έχει τη μνήμη της χαμένη.
Μια ξεπλυμένη ανεμοβλογιά σπάζει το πρόσωπο της,
Το χέρι της στρίβει ένα χαρτένιο τριαντάφυλλο,
Πού 'χει τη μυρωδιά από σκόνη και eau de Cologne,
Αυτή είναι μόνη
Με όλες τις αρχαίες μυρωδιές από νοτούρνα
Που διασταυρώνονται και διαπερνούνε το κεφάλι της."
Η ενθύμηση έρχεται
Από ανήλιαγα ξερά γεράνια
Και σκόνη μέσα σε ρωγμές,
Οσμές από τα κάστανα στους δρόμους,
Και γυναικείες μυρωδιές σε σφαλιστά δωμάτια,
Και τα τσιγάρα σε διαδρόμους
Και μυρωδιές από κοκτέιλ μες στα μπαρ.
Του δρόμου η λάμπα μίλησε,
"Η ώρα τέσσερις,
Να ο αριθμός πάνω στην πόρτα.
Μνήμη!
Εσύ έχεις το κλειδί,
Η μικρούλα λάμπα χύνει ένα δαχτυλίδι στα σκαλιά.
Ανέβα.
Το σκέπασμα του κρεβατιού είν' ανοιχτό• η οδοντόβουρτσά σου κρέμεται στον τοίχο,
Βάλ' τα παπούτσια σου στην πόρτα, κοιμήσου, προετοιμάσου για ζωή."
Η τελευταία του μαχαιριού η συστροφή.