μες σε καπνούς και σε βρισιές
(απάνω στρίγγλιζε η λατέρνα)
όλη η παρέα πίναμε εψές
εψές, σαν όλα τα βραδάκια,
να πάνε κάτου τα φαρμάκια.
Σφιγγόταν ένας πλάι στον άλλο
και κάπου εφτυούσε καταγής,
ω, πόσο βάσανο μεγάλο
το βάσανο είναι της ζωής!
Όσο κι ο νους να τυραννιέται,
άσπρην ημέρα δε θυμιέται.
(Ήλιε και θάλασσα γαλάζα
και βάθος τ’ άσωτ' ουρανού·
ω της αυγής κροκάτη γάζα,
γαρούφαλα του δειλινού,
λάμπετε σβήνετε μακριά μας
χωρίς να μπείτε στην καρδιά μας!)
Του ενού ο πατέρας χρόνια δέκα
παράλυτος, ίδιο στοιχειό·
τ' άλλου κοντόημερη η γυναίκα
στο σπίτι λιώνει από χτικιό·
στο Παλαμήδι ο γιός του Μάζη
κι η κόρη του Γιαβή στο Γκάζι.
- Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!
- Φταίει ο Θεός που μας μισεί!
- Φταίει το κεφάλι το κακό μας!
- Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί!
Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Κανένα στόμα
δεν το ’βρε και δεν το ’πε ακόμα.
Έτσι, στη σκότεινη ταβέρνα
πίνουμε πάντα μας σκυφτοί·
σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα
όπου μας εύρει μας πατεί.
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,
προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!
ΟΙ ΜΟΙΡΑΙΟΙ, το δημοφιλέστερο ποίημα του Βάρναλη, χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα κατορθώματα του νεοελληνικού λυρισμού. Το ποίημα πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Μαύρος Γάτος το 1922, τον ίδιο χρόνο που ο ποιητής με τη σύνθεσή του Το φως που καίει εγκαταλείποντας τις προηγούμενες αναζητήσεις του χάραξε τη νέα του πορεία: να υπηρετήσει με την τέχνη του την αριστερή ιδεολογία στην οποία είχε ενταχθεί.
Ο κοινωνικός στόχος του ποιήματος είναι σαφής: να απεικονίσει με τα πιο παραστατικά χρώματα τη δυστυχία των απόκληρων της ζωής.
Πηγή:http://digitalschool.minedu.gov.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-A111/262/1919,6395/
ΟΙ ΜΟΙΡΑΙΟΙ Ποίηση: Κ. Βάρναλης Απαγγελία : Μ.Κατράκης
Μουσική: Μ. Θεοδωράκης Εκτέλεση : Γρ. Μπιθικώτσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου